Ακολουθήστε μας

Ανθρώπινα Δικαιώματα

Χρησιμοποιείται το «χαρτί» της αρμενικής γενοκτονίας για να αμβλύνθούν οι τουρκικές επικρίσεις κατά ΗΠΑ-Ισραήλ

Δημοσιεύτηκε

στις

O χάρτης του αίματος. Η Γενοκτονία των Αρμενίων γίνεται “χαρτί” στα διπλωματικά παζάρια

Του Αλεξανδρου Μασσαβετα
Σοκαριστικό, αλλά αληθές: η τραγωδία του συστηματικού αφανισμού ενάμισι εκατομμυρίου Αρμενίων το 1915 από τον οθωμανικό στρατό και Τούρκους και Κούρδους ατάκτους έχει μετατραπεί σε όπλο διπλωματικών παιγνίων. Διαβάζοντας τον τουρκικό και ισραηλινό Τύπο και μιλώντας με αναλυτές και διπλωμάτες στο τρίγωνο Τουρκία – Ισραήλ – ΗΠΑ αμέσως αντιλαμβάνεται κανείς πώς διάφοροι «κύκλοι» προτίθενται να χρησιμοποιήσουν το «χαρτί» της αρμενικής γενοκτονίας για να «συνετίσουν» την Τουρκία. Οι ίδιοι «κύκλοι» υπόσχονται να καταβάλουν κάθε προσπάθεια προκειμένου να «ενταφιασθεί» η αναγνώριση της Γενοκτονίας από το αμερικανικό Κογκρέσο εφόσον η Τουρκία…«πράξει τα δέοντα».

Η επίθεση στον Πέρες
Συνήθως, η όλη συζήτηση εκτινάσσεται στην επικαιρότητα καθώς πλησιάζει η επέτειος της σύλληψης των Αρμενίων διανοουμένων της Κωνσταντινούπολης στις 24 Απριλίου 1915. Θεωρείται από τους απανταχού Αρμενίους η απαρχή ενός κύκλου βιαιοτήτων και εθνικού αφανισμού. Φέτος, ωστόσο, οι σχετικές συζητήσεις άρχισαν νωρίτερα. Αιτία, η πρωτοφανής αντι-ισραηλινή έκρηξη του Τούρκου πρωθυπουργού στο Νταβός τον Ιανουάριο. Τούρκοι και Αμερικανοί αναλυτές προειδοποιούσαν ότι η προσβολή θα είχε σοβαρό αντίκτυπο στις τουρκοϊσραηλινές σχέσεις. Τη φραστική επίθεση του Ερντογάν θα την πληρώσει η Τουρκία ακριβά: το Ισραήλ και η εβραϊκή διασπορά και οργανώσεις στις ΗΠΑ θα άρουν την παραδοσιακή τους στήριξη στις τουρκικές προσπάθειες να μπλοκάρουν ένα ψήφισμα αναγνώρισης της Γενοκτονίας στο Κογκρέσο.
Ο έγκυρος Ομέρ Τάσπιναρ, ερευνητής του Brookings Institute στη Ουάσιγκτον, υπήρξε από τους πρώτους που έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου. Ο Τάσπιναρ επισημαίνει ότι «το Αρμενικό Ζήτημα» θα αποτελέσει πεδίο αντεπίθεσης Ισραηλινών και Αμερικανοεβραίων, που προσβλήθηκαν ανεπανόρθωτα από τον χείμαρρο προσβολών του Τούρκου πρωθυπουγού. Ο Τάσπιναρ τονίζει αυτό που όλοι γνωρίζουμε, ότι στο παρελθόν το εβραϊκό λόμπι στις ΗΠΑ έπαιξε καταλυτικό ρόλο στο μπλοκάρισμα των αρμενικών προσπαθειών να περάσουν ψήφισμα αναγνώρισης στο αμερικανικό Κογκρέσο στο παρελθόν. Ταυτόχρονα, η Ισραηλινή διπλωματία ενορχήστρωνε εκστρατείες υποστήριξης των θέσεων άρνησης που προπαγανδίζει το τουρκικό κράτος.
Ο Τάσπιναρ σημειώνει ότι το εβραϊκό και ισραηλινό λόμπι στις ΗΠΑ είχε αγανακτίσει με τον Eρντογάν πολύ πριν από το Νταβός. Ο πρωθυπουργός και ο υπουργός Εξωτερικών Αλί Μπαμπατζάν είχαν προβεί σε επανειλημμένες δηλώσεις καταδίκης της επιχείρησης στη Γάζα, σε τόνο τόσο έντονο ώστε να δίνουν την εντύπωση ότι η στρατηγική συνεργασία Τουρκίας – Ισραήλ πνέει τα λοίσθια. Η τουρκική πρεσβεία στην Ουάσιγκτον βομβαρδίστηκε με επιστολές διαμαρτυρίας εβραϊκών οργανώσεων. Ο Τάσπιναρ βλέπει στο κλίμα που έχει δημιουγηθεί την απόδειξη ότι τα παραδοσιακά φιλοτουρκικά λόμπι των ΗΠΑ δεν πρόκειται φέτος να αγωνιστούν κατά μιας πρωτοβουλίας της αμερικανικής πλευράς για ψήφισμα αναγνώρισης στο Κογκρέσο.

Δέσμευση Ομπάμα
Τόσο ο Τάσπιναρ όσο και διπλωματικές πηγές σε Ουάσιγκτον και Αγκυρα εκτιμούν ότι η αναγνώριση της Γενοκτονίας δεν είναι πλέον αποκλειστικά αρμενική υπόθεση. Ο πρόεδρος Ομπάμα, σε αντίθεση με τον προκάτοχό του, είναι «ένας διανοούμενος που ενδεχομένως είχε σχηματίσει άποψη για το Αρμενικό πολύ πριν ριχθεί στην κούρσα της διεκδίκησης». Ο Ομπάμα είχε δεσμευθεί προεκλογικά να προωθήσει την αναγνώριση της Γενοκτονίας, κάτι που είχε προκαλέσει νευρικότητα στην Τουρκία. Το ζήτημα, βέβαια, είναι πώς ο νέος πρόεδρος θα σταθμίσει το όφελος από την εκπλήρωση της προεκλογικής του εξαγγελίας με το ενδεχόμενο κόστος ενός ψηφίσματος ή ενός προεδρικού λόγου με την «απαγορευμένη λέξη Γενοκτονία» στις τουρκοαμερικανικές σχέσεις.
Αμερικανικές εφημερίδες δημοσίευσαν απόψεις αναλυτών που εξέφραζαν τη «φρίκη» τους με τη στάση του Eρντογάν στο Νταβός, βλέποντας στα λόγια του τον εξισλαμισμό της Τουρκίας και την απομάκρυνσή της από το δυτικό στρατόπεδο. Με γλώσσα που δεν άφηνε περιθώρια αμφιβολίας, καλούσαν την Τουρκία να αποκαταστήσει τις σχέσεις της με το Ισραήλ, να ανοίξει τα σύνορα με την Αρμενία ως πρώτο βήμα προς αναγνώριση και να αναλάβει πρωτοβουλίες επίλυσης του Κυπριακού. Κάποιοι Τούρκοι αναλυτές είδαν απειλητικό τόνο στα δημοσιεύματα αυτά. Αλλοι αναρωτήθηκαν εάν το Ισραήλ θα μπορούσε να αντεπιτεθεί, περνώντας στην Κνεσέτ ψήφισμα αναγνώρισης της Αρμενικής Γενοκτονίας.

Το μήνυμα Μίτσελ
Δεν είναι η πρώτη φορά που η αρμενική γενοκτονία χρησιμοποιείται ως όχημα εκβιασμού για να αμβλύνει τις τουρκικές επικρίσεις κατά της πολιτικής των ΗΠΑ και του Ισραήλ. Οταν στελέχη της τουρκικής κυβέρνησης χαρακτήριζαν τις επιχειρήσεις των Αμερικανών στρατιωτών στη Φελούτζα «Γενοκτονία», ο τότε Αμερικανός πρέσβης Ερικ Εντελμαν υπενθύμιζε πως «αν πρόκειται να μιλήσουμε για γενοκτονίες, έχουμε και εμείς κάτι να πούμε». Ηδη αναλυτές στην Τουρκία προσπαθούν να φανταστούν την τουρκική απάντηση σε ενδεχόμενο ψήφισμα αναγνώρισης του Κογκρέσου: κλείσιμο της βάσης του Ιντσιρλίκ για τους Αμερικανούς, πιο έντονο φλερτ με τη Χαμάς και το Ιράν.

Οι ανησυχίες ότι το «χαρτί της αναγνώρισης της Γενοκτονίας» μπορεί να χρησιμοποιηθεί από ΗΠΑ και Ισραήλ για να κάψει τον Eρντογάν είναι υπερβολικές. Τα μηνύματα που κόμισε στην Αγκυρα ο ειδικός απεσταλμένος των ΗΠΑ για το μεσανατολικό Ρόμπερτ Μίτσελ δεν είχαν ίχνος εκβιασμού. Καλούσαν την Τουρκία να επαναλάβει τις μεσολαβητικές της πρωτοβουλίες στη Μέση Ανατολή, ενώ επιβεβαίωναν τη σημασία που έχει για τις ΗΠΑ. Σε δηλώσεις του ο Eρντογάν σημείωνε ότι σε τηλεφωνική του επικοινωνία με τον Ομπάμα «μίλησαν και για το Αρμενικό», χωρίς να δώσει λεπτομέρειες.

Από ισραηλινής πλευράς, δεν υφίσταται διάθεση προώθησης των αρμενικών θέσεων. Παρά την αντίδραση σημαντικού μέρους της φιλελεύθερης ισραηλινής διανόησης, οι περισσότεροι Ισραηλινοί θέλουν να διατηρήσουν το «μονοπώλιο» επί των εννοιών της Γενοκτονίας και του Ολοκαυτώματος. Η προώθηση των αρμενικών θέσεων ως χαρτί εκβιασμού κατά της Τουρκίας θα υποθήκευε το ηθικό αυτό μονοπώλιο. Πρόσφατη πρωτοβουλία, εξάλλου, της προοδευτικής διανόησης να περάσει ψήφισμα αναγνώρισης της Αρμενικής Γενοκτονίας στην Κνεσέτ απέτυχε. Μία πιο ορθολογική αντίρρηση σε τυχόν εκβιασμούς αναγνώρισης περιείχε πρόσφατο κύριο άρθρο στην έγκυρη ισραηλινή «Α – Ερετς».

Η εφημερίδα προτρέπει τις ισραηλινές αρχές να μην προβούν σε μία κυνική επίκληση της ηθικής, σαν εκείνη του Eρντογάν στο Νταβός (ο πρωθυπουργός μιας χώρας με τη φωλιά της… τόσο λερωμένη τόλμησε να παραδώσει μάθημα ηθικής στο Ισραήλ). Επισημαίνοντας ότι το υπουργείο Εξωτερικών του Ισραήλ απείλησε την ενδεχόμενη αναγνώριση της Αρμενικής Γενοκτονίας, η εφημερίδα τόνισε ότι μία απόφανση περί του πώς θα πρέπει να χαρακτηρισθούν οι σφαγές του 1915 αποτελεί ζήτημα ηθικό. Επιβάλλει την εξέτασή τους σε ουδέτερο χρόνο. Οποιαδήποτε υπόνοια μιας τέτοιας εξέτασης από το Ισραήλ ή το εβραϊκό λόμπι τη στιγμή αυτή μόνο το νόημα της απειλής κατά της Τουρκίας συνεπάγεται. Μιας φθηνής απειλής, μιας πολιτικής μανούβρας που υποτιμά και ευτελίζει το μέγεθος της αρμενικής τραγωδίας, το δράμα των νεκρών και των απογόνων των επιζώντων του 1915.

Ανθρώπινα Δικαιώματα

The Hong Kong Post: Το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας στοχεύει δημοσιογράφους και οικογένειες στο Χονγκ Κονγκ

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Οι δημοσιογράφοι και οι οικογένειές τους στο Χονγκ Κονγκ βιώνουν κλιμακούμενη παρενόχληση και απειλές από το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας, τόσο στο διαδίκτυο όσο και εκτός διαδικτύου. Η συχνότητα και η σοβαρότητα αυτών των περιστατικών έχουν αυξηθεί τους τελευταίους μήνες, όπως δήλωσε η πρόεδρος της Ένωσης Δημοσιογράφων του Χονγκ Κονγκ (HKJA) Selina Cheng κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στις 13 Σεπτεμβρίου.

Μια έρευνα από το HKJA αποκάλυψε ότι η συστηματική παρενόχληση κορυφώθηκε μεταξύ Ιουνίου και Αυγούστου του τρέχοντος έτους, με αξιοσημείωτη αύξηση από τα μέσα έως τα τέλη Αυγούστου. Αυτό το κύμα εκφοβισμού επηρέασε 15 οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένων 13 Μέσων Ενημέρωσης και δύο ιδρυμάτων κατάρτισης δημοσιογραφίας. Μεταξύ των στόχων ήταν το HKJA, το Hong Kong Free Press, το Inmedia και το Hong Kong Feature. Ειδικοί υποστηρίζουν ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας στοχεύει να ασκήσει έλεγχο στο Χονγκ Κονγκ παρόμοιο με τον έλεγχο του στην ηπειρωτική Κίνα. Το ΚΚΚ φέρεται να ανακατεύεται στην ελευθερία του Τύπου στο Χονγκ Κονγκ, καθώς η χώρα επιτρέπει στους δημοσιογράφους να δημοσιεύουν επικριτικά ρεπορτάζ για την Κίνα και την κυβέρνησή της σε διεθνή Μέσα Ενημέρωσης.

Από τον Ιούνιο, ανώνυμα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου παραπόνων από λογαριασμούς Microsoft Outlook, που υποτίθεται ότι προέρχονται από «πατριώτες», έχουν στοχεύσει τουλάχιστον 15 οικογένειες δημοσιογράφων, μαζί με τους εργοδότες ή τους ιδιοκτήτες τους. Αυτά τα μηνύματα, συχνά απειλητικά στη φύση, διέφεραν σε τόνους. Οι μεγαλύτερες οργανώσεις έλαβαν επίσημες καταγγελίες, ενώ τα μικρότερα μέσα αντιμετώπιζαν περισσότερα απειλητικά μηνύματα, μερικές φορές με τη φωτογραφία και το κείμενο του δημοσιογράφου που έμοιαζαν με σημείωμα λύτρων. Πιστεύεται ότι οι πτέρυγες κατασκοπείας του ΚΚΚ, δηλαδή το Υπουργείο Κρατικής Ασφάλειας (MSS) και το Υπουργείο Δημόσιας Ασφάλειας (MPS), ενορχηστρώνουν αυτές τις δραστηριότητες. Στόχος τους είναι να εκφοβίσουν τη δημοσιογραφική κοινότητα είτε να εγκαταλείψει το επάγγελμά της είτε να εγκαταλείψει τη χώρα.

Από τον Αύγουστο, το Facebook έχει δει μια έκρηξη εχθρικών αναρτήσεων που στοχεύουν Μέσα Ενημέρωσης και δημοσιογράφους, χαρακτηρίζοντας τις νόμιμες αναφορές ως παράνομες ή ταραχές. Το HKJA ανακάλυψε ότι τουλάχιστον 36 δημοσιογράφοι από διάφορα Μέσα Ενημέρωσης κατονομάζονταν σε αυτές τις θέσεις. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι παρενοχλητές επεξεργάστηκαν ή δημοσίευσαν απειλητικές καταχωρήσεις στη Wikipedia. Επιπλέον, σε τουλάχιστον τέσσερις περιπτώσεις, παρενοχλητικά μηνύματα στάλθηκαν στους αριθμούς τηλεφώνου της εργασίας ή του σπιτιού των δημοσιογράφων λίγο μετά τη δημοσίευση αυτών των αναρτήσεων.

Ο πρωταρχικός στόχος του ΚΚΚ είναι να εκφοβίσει τους δημοσιογράφους, τις οικογένειές τους ή τους συνεργάτες τους, διαταράσσοντας τις πηγές εισοδήματός τους ή τις κοινωνικές τους σχέσεις. Αυτή η στρατηγική στοχεύει να τους πιέσει, να τους απομονώσει και να τους απειλήσει, αναγκάζοντας τελικά τους δημοσιογράφους να παραιτηθούν από τη δουλειά ή τους συνδικαλιστικούς ρόλους τους. Ο Τσενγκ περιέγραψε αυτές τις επιθέσεις ως «συντονισμένες και συστηματικές», με στόχο τη δημοσιογραφική κοινότητα στο σύνολό της και όχι συγκεκριμένα άτομα. Η HKJA καταδίκασε αυτές τις τακτικές εκφοβισμού και επιβεβαίωσε τη δέσμευσή της να αντισταθεί στις προσπάθειες φίμωσης του Τύπου. Ωστόσο, στις δηλώσεις τους, απέφυγαν να εμπλέξουν άμεσα την κινεζική κομμουνιστική κυβέρνηση.

Ο Τσενγκ συνέκρινε την παρενόχληση με μια «εξόρμηση για ψάρεμα», όπου οι δράστες προχωρούν εάν ο στόχος δεν ανταποκριθεί. Τουλάχιστον τέσσερα θύματα που συμμετείχαν με τους παρενοχλητές αντιμετώπισαν κλιμακούμενες απειλές. Συμβούλεψε τους δημοσιογράφους να αναφέρουν αυτά τα περιστατικά στην αστυνομία, να ενημερώσουν τον Επίτροπο Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων (PCPD) και να αποφύγουν την αλληλεπίδραση με τους παρενοχλητές. Αν και ορισμένα μηνύματα ανέφεραν ζητήματα όπως οι εκλογές στην Ταϊβάν ή η απαγόρευση του Χονγκ Κονγκ για τα ιαπωνικά θαλασσινά, ο Τσενγκ σημείωσε ότι η παρενόχληση δεν φαίνεται να συνδέεται με συγκεκριμένες ιστορίες ή καταστήματα.

Στα τέλη Ιουλίου, ο Τσενγκ και δύο από τα μέλη της οικογένειάς της παρενοχλήθηκαν. Τα email κατηγορούσαν τους συγγενείς της ότι προωθούν «αντικινεζικά αισθήματα» και απείλησαν τους εργοδότες τους, προειδοποιώντας ότι μπορεί να κινδυνεύσουν να παραβιάσουν τον Νόμο Εθνικής Ασφάλειας ή το Άρθρο 23 εάν συνέχιζαν να συνδέονται με τα μέλη της οικογένειας του Τσενγκ.

Η HKJA, μαζί με τουλάχιστον τρεις δημοσιογράφους, έχει αναφέρει αυτά τα περιστατικά στην αστυνομία. Η HKJA κατήγγειλε αυτές τις ενέργειες ως εκφοβισμό και σοβαρή παραβίαση της ελευθερίας του Τύπου στο Χονγκ Κονγκ. Οι παρενοχλητές χρησιμοποίησαν τακτικές δυσφήμισης και εκφοβισμού για να εμποδίσουν τους δημοσιογράφους να εργάζονται ελεύθερα. Η Ένωση έχει επίσης προσεγγίσει πλατφόρμες όπως το Meta και η Wikipedia. Σε απάντηση, η Wikipedia απαγόρευσε έναν χρήστη που δημοσίευσε προσωπικά στοιχεία δημοσιογράφων. Επιπλέον, η HKJA κινεί νομικές ενέργειες και έχει υποβάλει καταγγελίες στον Επίτροπο Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων (PCPD).

Επιπλέον, τρία θύματα ανέφεραν ότι οι αποσκευές τους ερευνήθηκαν από το τελωνείο κατά την επανείσοδό τους στο Χονγκ Κονγκ και δύο από αυτά έλαβαν απειλητικά μηνύματα WhatsApp λίγο μετά την άφιξή τους. Η HKJA εξέφρασε ανησυχίες για πιθανές διαρροές κυβερνητικών δεδομένων, καθώς οι παρενοχλητές είχαν πρόσβαση σε προσωπικές πληροφορίες που δεν θα έπρεπε να είναι διαθέσιμες στο κοινό. Αν και δεν υπάρχουν άμεσες αποδείξεις που να συνδέουν την παρενόχληση με κυβερνητικές υπηρεσίες, η HKJA ζήτησε τη διεξαγωγή έρευνας και προέτρεψε τις αρχές να προστατεύσουν το απόρρητο των δημοσιογράφων.

Το HKJA ενθαρρύνει τους δημοσιογράφους και τις οικογένειές τους που υφίστανται παρενόχληση να αναζητήσουν επαγγελματική υποστήριξη, είτε μέσω του HKJA είτε μέσω των υπηρεσιών ψυχικής υγείας. Ο Σύλλογος έχει δημιουργήσει υπηρεσίες συναισθηματικής συμβουλευτικής για να βοηθήσει όσους επηρεάζονται από αυτά τα περιστατικά. Συμβουλεύει επίσης τους δημοσιογράφους να προστατεύουν τα προσωπικά τους στοιχεία αποφεύγοντας την κοινή χρήση οικογενειακών φωτογραφιών στο διαδίκτυο και χρησιμοποιώντας ισχυρούς, μοναδικούς κωδικούς πρόσβασης με επαλήθευση σε δύο βήματα για τους λογαριασμούς τους.

Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με αυτό το θέμα στην εβδομαδιαία συνέντευξη Τύπου του στις 17 Σεπτεμβρίου, ο Διευθύνων Σύμβουλος του Χονγκ Κονγκ Τζον Λι δήλωσε ότι όποιος χρειάζεται βοήθεια από τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου μπορεί να αναφερθεί στην αστυνομία ή σε αρμόδια τμήματα όπως το Τμήμα Μετανάστευσης ή τα Τελωνεία και Τμήμα ειδικών φόρων κατανάλωσης. «Οι αρχές επιβολής του νόμου θα χειριστούν τις υποθέσεις αμερόληπτα», διαβεβαίωσε.

ΠΗΓΗ: The Hong Kong Post

Συνέχεια ανάγνωσης

Ανθρώπινα Δικαιώματα

Καναδός που κρατήθηκε για 1000 ημέρες στην Κίνα για κατασκοπεία περιγράφει την οδυνηρή εμπειρία του

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Τον ανέκριναν για 6 έως 9 ώρες καθημερινά, τον έκλειναν σε μια καρέκλα για ώρες και τον αναγκάζανε να επιβιώνει με τρία μπολ με ρύζι την ημέρα.

Ένας Καναδός πολίτης που πέρασε 1.000 ημέρες στην κινεζική κράτηση αποκάλεσε την εμπειρία τίποτα λιγότερο από ψυχολογικά βασανιστήρια που δεν θα ξεχάσει. Το θύμα κρατήθηκε με κατηγορίες κατασκοπείας από τις κινεζικές αρχές και επέστρεψε στην πατρίδα του το 2021, σύμφωνα με ρεπορτάζ του CNN.

Ο λόγος για τον Michael Kovrig, είναι ένας από τους δύο Καναδούς πολίτες που κρατήθηκαν από την Κίνα για περισσότερες από 1.000 ημέρες για καταγγελίες κατασκοπείας, τέθηκε σε απομόνωση για έξι μήνες και υποβλήθηκε σε συνεχείς ανακρίσεις, κάτι που σύμφωνα με τον ίδιο ήταν ψυχολογικά βασανιστήρια.

«Ήταν ψυχολογικά, απολύτως, το πιο εξαντλητικό, οδυνηρό πράγμα που έχω ζήσει ποτέ», είπε ο Κόβριγκ στις πρώτες του δηλώσεις που έδωσε σε καναδικό ειδησεογραφικό οργανισμό CBC μετά την απελευθέρωση από την κινεζική φυλακή πριν από τρία χρόνια.

«Προσπαθούν να εκφοβίσουν, να βασανίσουν, να τρομοκρατήσουν και να σας εξαναγκάσουν να αποδεχτείτε την ψεύτικη εκδοχή της πραγματικότητας», είπε ο Κόβριγκ.

Ο Καναδός πολίτης είχε εμπλακεί σε μια τριετή διπλωματική διαμάχη που ξεκίνησε το 2021 όταν οι καναδικές αρχές συνέλαβαν την Meng Wanzhou, την οικονομική διευθύντρια του κινεζικού τεχνολογικού κολοσσού Huawei, στο Βανκούβερ με την κατηγορία της απάτης. Ο Κόβριγκ αφέθηκε ελεύθερος μόνο αφού οι εισαγγελείς των ΗΠΑ απέρριψαν το αίτημα έκδοσης και συμφώνησαν να αφήσουν ελεύθερο τον Μενγκ, σχεδόν δύο χρόνια αργότερα.

Ο Kovrig, ο οποίος ήταν πρώην διπλωμάτης, εργαζόταν ως ανώτερος σύμβουλος για το think tank International Crisis Group. Σύμφωνα με πληροφορίες, επέστρεφε στο σπίτι με τη σύντροφό του μετά το δείπνο στο Πεκίνο στις 10 Δεκεμβρίου 2018. Η σύντροφός του εκείνη την εποχή ήταν έξι μηνών έγκυος όταν συνελήφθη από τις κινεζικές αρχές.

«Ανεβήκαμε μια σπειροειδή σκάλα ακριβώς μπροστά από την πλατεία μπροστά από την πολυκατοικία μου και μπουμ. Υπήρχαν δώδεκα άντρες στα μαύρα με κάμερες πάνω τους γύρω μας, που φώναζαν στα κινέζικα, «Αυτός είναι», θυμάται ο Κόβριγκ.

Το ειδησεογραφικό ρεπορτάζ της Canadian Broadcasting Corporation (CBC) αναφέρθηκε στο ρεπορτάζ του CNN για τον Κόβριγκ, στο οποίο είχε πει ότι κατά τη σύλληψή του του πέρασαν χειροπέδες, του έδεσαν τα μάτια και τον πέταξαν σε ένα μαύρο SUV και στη συνέχεια τον πήγαν σε ένα κελί με επένδυση που θα ήταν το σπίτι του για τους επόμενους έξι μήνες.

Συνέχεια ανάγνωσης

Ανθρώπινα Δικαιώματα

Απαγωγές φοιτητών στο Βελουχιστάν από το πακιστανικό καθεστώς!

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Η πακιστανική κυβέρνηση κλείνει συνεχώς τα μάτια στις κραυγές για δικαιοσύνη στο Βελουχιστάν.

Το Πακιστάν έχει μακρά ιστορία αναγκαστικών εξαφανίσεων και εξωδικαστικών δολοφονιών, με στόχο ιδιαίτερα υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ακτιβιστές μειονοτήτων που επικρίνουν την κυβέρνηση και τον στρατό, καθώς και άτομα που είναι ύποπτα για εμπλοκή με την αντιπολίτευση.

Εν μέσω συνεχιζόμενων εξαφανίσεων και εξωδικαστικών δολοφονιών στο Μπαλουχιστάν, δύο νεαροί άνδρες, ο Akhtar Shah και ο Sahaj Mengal, απήχθησαν βίαια από τα σπίτια τους από τις ένοπλες δυνάμεις του Πακιστάν στην περιοχή Killi Pandrani, όπως αναφέρει η “Balochistan Post“.

Στις 23 Σεπτεμβρίου, μεγάλος αριθμός πακιστανικών δυνάμεων περικύκλωσε την Killi Pandrani και πραγματοποίησαν επιδρομές σε σπίτια.

Κατά τη διάρκεια αυτής της επιχείρησης, συνέλαβαν τους δύο νεαρούς, τους έδεσαν τα μάτια και τους τοποθέτησαν με τη βία στα οχήματά τους. Προς το παρόν, δεν υπάρχουν πληροφορίες για το πού βρίσκονται, ενώ οι αρχές της περιοχής δεν έχουν ακόμη δηλώσει το περιστατικό.

 

 

«Ανησυχούμε βαθιά για την εξαναγκαστική εξαφάνιση δύο μαθητών, του Musa Khaliqdad και του Sameer Majeed. Στις 22 Σεπτεμβρίου και οι δύο βρίσκονταν βίαια από τον στρατό του Πακιστάν στο Dasht Doro, ένα στρατιωτικό σημείο ελέγχου ενώ ταξίδευαν από το Gwadar στο Kapkapar. Προτρέπουμε τις πακιστανικές αρχές να αποκαλύψουν αμέσως πού βρίσκονται και να διασφαλίσουν την ασφαλή επιστροφή τους», δήλωσε το Pank (Τμήμα Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Εθνικού Κινήματος Baloch) στο X.

Σύμφωνα με τη “Balochistan Post”, 37 άνθρωποι εξαφανίστηκαν βίαια σε όλο το Βελουχιστάν μόνο τον Αύγουστο, ενώ 9 άτομα εξακολουθούν να αγνοούνται, ενώ βρέθηκαν 6 σοροί. Παρά τις πολυετείς διαμαρτυρίες, τις συγκεντρώσεις και την αυξανόμενη διεθνή ευαισθητοποίηση, η πακιστανική κυβέρνηση κλείνει συνεχώς τα μάτια στις κραυγές για δικαιοσύνη στο Βελουχιστάν.

Το Πακιστάν έχει μακρά ιστορία αναγκαστικών εξαφανίσεων και εξωδικαστικών δολοφονιών, με στόχο ιδιαίτερα υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ακτιβιστές μειονοτήτων που επικρίνουν την κυβέρνηση και τον στρατό, καθώς και άτομα που είναι ύποπτα για εμπλοκή με την αντιπολίτευση. Η ανεξέλεγκτη ισχύς του στρατού, σε συνδυασμό με μια συνένοχη κυβέρνηση, έχει δημιουργήσει ένα περιβάλλον φόβου και καταστολής.

Η εμμονή των εξαναγκαστικών εξαφανίσεων στο Μπαγκλαντές παραμένει μια κρίσιμη ανησυχία για τα ανθρώπινα δικαιώματα, με ουσιαστικά στοιχεία που δείχνουν εκτεταμένες και συστηματικές καταχρήσεις από τις πακιστανικές δυνάμεις ασφαλείας. Ο λαός του ΒΕλουχιστάν καλεί επειγόντως για διεθνή προσοχή και παρέμβαση για την αντιμετώπιση αυτών των σοβαρών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Η αυξανόμενη συχνότητα εξαναγκαστικών εξαφανίσεων όχι μόνο παραβιάζει τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά υπογραμμίζει επίσης τις βάναυσες τακτικές που εφαρμόζει ο Πακιστανικός Στρατός για να φιμώσει τα αιτήματα του λαού των Μπαλώχ για αξιοπρέπεια και δικαιοσύνη.

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινφογνώμων

Infognomon Logo

Περιηγηθείτε στα κορυφαία βιβλία του βιβλιοπωλείου μας

Προβολή όλων

Δημοφιλή