Ακολουθήστε μας

Εκλογές 2009

«Δεν ανήκω από ιδεολογία στο χώρο της Ν.Δ.»

Δημοσιεύτηκε

στις

Υπάρχει μία μειονότητα μέχρι το 1950 και οι ελληνικές κυβερνήσεις την ονόμαζαν τουρκική μειονότητα.Εγώ θα προσπαθήσω να διορθώσω, επειδή είμαι τώρα στη Νέα Δημοκρατία, να κλείσω το χάσμα που έχει ανοίξει μεταξύ μειονότητας και ΝΔ. Όχι η μητρική μου γλώσσα είναι η τουρκική.

«Δεν ανήκω από ιδεολογία στο χώρο της Ν.Δ.»
«Είμαι «Ελληνίδα υπήκοος, τουρκικής καταγωγής, μουσουλμάνα στο θρήσκευμα, η μητρική γλώσσα είναι η τουρκική»

Ακούστηκαν και γράφτηκαν πολλά για την Ζεϊμπέκ Αισέλ, την υποψήφια βουλευτή της Ν.Δ. στο νομό Ξάνθης. Την αποκάλεσαν «γλάστρα», αλλά και «εντεταλμένη της Άγκυρας». Παρ’ όλα αυτά κανείς δεν μπορεί να παραγνωρίσει το γεγονός ότι η 32χρονη ευειδής κυρία Αίσέλ(Φεγγαρόλουστη στα ελληνικά) Ζεϊμπεκ είναι μια δυναμική γυναίκα, μορφωμένη που έσπασε τα δεσμά της μικρής της κοινωνίας, ξεπέρασε προκαταλήψεις και θέτει ως στόχο μέσα από την ενασχόλησή της με τα κοινά – αρχής γενομένης από την τοπική αυτοδιοίκηση (ήταν υποψήφια δημοτική σύμβουλος με το συνδυασμό του Μουτζαχήντ Ντουκιαντζή) – να διεκδικήσει, αν εκλεγεί, αναβάθμιση στην μειονοτική εκπαίδευση, να αγωνιστεί για τις γυναίκες, τους νέους για ένα καλύτερο αύριο της μειονότητας. Στη ζωντανή συνέντευξη που παραχώρησε η κα Ζεϊμπέκ στο «Ε» ανοίγει τα χαρτιά της, ξεδιπλώνοντας όλη την επιχειρηματολογία της περί των μειονοτικών θεμάτων, απαντώντας χωρίς μισόλογα σε καίριες ερωτήσεις του «Ε». Αυτοπροσδιορίζεται με παρρησία: «Ελληνίδα υπήκοος, τουρκικής καταγωγής, μουσουλμάνα στο θρήσκευμα», δηλώνει ότι δεν ανήκει ιδεολογικά στο χώρο της Ν.Δ. αλλά ότι αυτό που την ενδιαφέρει είναι να προωθήσει τα ζητήματα και τα αιτήματα της μειονότητας με δυναμισμό και με θάρρος. Αίσθηση προκαλεί η άποψή της για τους Πομάκους και αν και γεννημένη στον Εχίνο δηλώνει ότι η μητρική της γλώσσα είναι η τούρκικη, ενώ βλέπει από μια διαφορετική οπτική την ιστορία, τη γλώσσα και την πολιτιστική κληρονομιά των πομάκων, παρότι δηλώνει ότι σέβεται τον αυτοπροσδιοριμό τους.

Σε μια δημοκρατική χώρα – στη χώρα μας – που δεν έχουν θέση φοβικά σύνδρομα κάθε άποψη είναι σεβαστή άσχετα αν συμφωνεί ή διαφωνεί κανείς μ’ αυτή. Αυτό άλλωστε αποτελεί την πεμπτουσία της δημοκρατίας!

Η Αϊσέλ Ζεϊμπέκ ανοίγει τα χαρτιά της στο «Ε»
«Ε»:Δε σας είδαμε στο εκλογικό κέντρο της Νέας Δημοκρατίας και αυτό σχολιάστηκε και μάλιστα υπήρχε μία φημολογία ότι ήσασταν στην Τουρκία. Επίσης, δώσατε συνεντεύξεις σε τουρκόφωνες εφημερίδες κλπ. Εσείς κατεβαίνετε σαν υποψήφια του ελληνικού κοινοβουλίου, θα θελα μια απάντηση. γιατί ακούγονται πολλά… κι εσείς δε μασάτε τα λόγια σας.
Αϊσέλ Ζεϊμπέκ: Ποτέ. Είμαστε γυναίκες και ξέρουμε τι λέμε. Δεν είναι φημολογία. Ήμουν στην Κωνσταντινούπολη, διότι εκεί μαζεύτηκαν 600-700 γυναίκες και τις μίλησα, οι οποίες είναι Έλληνες υπήκοοι και θα έρθουν να ψηφίσουνε. Κι εμείς ως υποψήφιοι έχουμε το καθήκον να πηγαίνουμε παντού, όπου υπάρχουνε ψηφοφόροι. Με κάλεσαν. Τους ευχαριστώ πάρα πολύ, συγκεντρώθηκαν, μίλησα και γι’ αυτό βρισκόμουνα εκεί. Ήταν ένα προγραμματισμένο ταξίδι, το δήλωσα και στα γραφεία μας εδώ, ζήτησα να πούνε ότι λείπω λόγω ανειλημμένων υποχρεώσεων κι αυτό δεν ήταν ψέμα. Και ψάχνουμε και προσπαθούμε για το μέλλον και τις εκλογές. Όλα αυτά είναι για τις εκλογές.

«Ε»: Κυρία Αϊσέλ λέτε ότι δε μασάτε τα λόγια σας… αλλά ούτε κι εγώ τα μασάω. Θεωρείστε «εκλεκτή» της Συμβουλευτικής Επιτροπής, επειδή ακριβώς υπάρχει η ρήξη με τον Τσετίν Μάντατζη, λόγω των γνωστών γεγονότων που έγιναν και παραιτήθηκε από πρόεδρος, και σας προωθούν σαν «αντίπαλο δέος», όπως και τον κ. Μαλκότς. «Εκλεκτή» Συμβουλευτικής και Τουρκικού Προξενείου. Αληθεύει;
Αϊσέλ Ζεϊμπέκ:Τώρα να σας πω την αλήθεια. Εγώ είμαι γνωστή από τα 16 μου, επειδή αγωνίζομαι συνέχεια, για τη μειονότητα, για τα προβλήματα της μειονότητας. Έχω θάρρος, είμαι δυναμική. Αυτό χρειάζεται η μειονότητα. Όταν υπάρχει ένας άνθρωπος που δε μασάει τα λόγια του, όπως λέτε εσείς, και έχει το θάρρος και ζητάει και απαιτεί, βεβαίως και θα με ζητάνε οι άνθρωποι, γιατί έχουν το πρόβλημα που κάποιοι βουλευτές μας δεν έχουν το θάρρος να ζητήσουν, να απαιτήσουν. Εμείς χρειαζόμαστε έναν βουλευτή που θα έχει θάρρος, που θα μπορεί να ζητεί και να απαιτεί.

«Ε» Τι θα ζητήσετε και τι θα απαιτήσετε αν εκλεγείτε;
Αϊσέλ Ζεϊμπέκ:Υπάρχουνε τα προβλήματα που είναι χρόνια, αλλά για μένα έχει μεγάλη σημασία η παιδεία, η εκπαίδευση. Αυτό για όλους μας είναι καλό και για τη μειονότητα και για την πλειονότητα. Όταν οι νέοι μας πάρουν την εκπαίδευση που πρέπει θα είναι πολύ καλύτεροι για την κοινωνία μας. Εγώ για την παιδεία θα τρέξω, για τη νεολαία θα τρέξω, για τη γυναίκα θα τρέξω, γιατί όλοι αυτοί χρειάζονται τη βοήθεια ενός δυναμικού ανθρώπου.

«Ε» Ανήκετε στο χώρο της Νέας Δημοκρατίας από ιδεολογία;
Αϊσέλ Ζεϊμπέκ:Όχι, να σας πω κάτι: Εμείς οι μειονοτικοί δεν πρέπει να είμαστε και πολύ πωρωμένοι με τα κόμματα, γιατί ευτυχώς ή δυστυχώς όλα τα κόμματα μέχρι σήμερα έχουν την ίδια πολιτική γραμμή προς τη μειονότητα. Εγώ θα προσπαθήσω να διορθώσω, επειδή είμαι τώρα στη Νέα Δημοκρατία, να κλείσω το χάσμα που έχει ανοίξει μεταξύ μειονότητας και ΝΔ. Έχουν γίνει κάποια λάθη και ελπίζουμε να τα διορθώσουμε και θέλουμε όλοι μαζί ενωμένοι για ένα καλύτερο μέλλον, και για τη μειονότητα και για τη πλειονότητα. πρέπει να είμαστε αδελφωμένοι, δεν είμαστε ούτε κίνδυνος, απλώς να ξέρετε ότι είναι καλύτερα οι έξυπνοι άνθρωποι και αυτοί που δε μασάνε τα λόγια τους να είναι στον πολιτικό στίβο, για όλους μας είναι καλύτερα.

«Ε» Έχω εδώ μερικές δηλώσεις σας σε εφημερίδες και στην «Ελευθεροτυπία», που λέτε «είμαι Τουρκάλα και είναι τιμή μου και είμαι περήφανη γι’ αυτό».
Αυτοπροσδιορίζεστε, λοιπόν, ως Τουρκάλα. Και επίσης υπάρχει μία επιστολή σας τον Ιούνιο του 2004 στην «Ελευθεροτυπία» όπου καταφέρεστε κατά του ΠΑΣΟΚ, επειδή έβαλε τον κ. Καπζά Μουσαφέρ, ως ευρωβουλευτή στο ευρωψηφοδέλτιο και η διαφωνία σας εστιάζεται στο γεγονός ότι ο κ. Καπζά έχει αναπτύξει έντονη δραστηριότητα με την έκδοση πομακικού λεξικού και εφημερίδας που «δεν εκφράζουν τη μειονότητα και στοχεύουν στη διάσπασή της». Θέλω να σας ρωτήσω, εσείς είστε απ’ τον Εχίνο Ξάνθης. Η μειονότητα γνωρίζουμε ότι εθνοτικά, είναι τουρκογενής, πομάκικης καταγωγής και Ρομ. Εσείς δεν είστε πομάκα;

Αϊσέλ Ζεϊμπέκ: Μου είχαν κάνει την ίδια ερώτηση και από το «Πρώτο Θέμα» και δεν είχαν γράψει αυτά που είχα πει. Εσείς ξέρω ότι θα γράψετε τα λόγια μου γι’ αυτό θα σας εξηγήσω. Υπάρχει μία μειονότητα μέχρι το 1950 και οι ελληνικές κυβερνήσεις την ονόμαζαν τουρκική μειονότητα. Αυτό ήταν και στις ταμπέλες δημοτικών σχολείων, παντού. Μετά με τα προβλήματα που ήρθανε, με το κυπριακό και διάφορα άλλα, μέχρι τότε ο κίνδυνος ήταν η Βουλγαρία, μετά και η Τουρκία, οι σχέσεις άλλαξαν, χάλασαν, είδαν τον κίνδυνο και εμείς γίναμε μουσουλμανική μειονότητα. Δηλαδή, εδώ η ίδια η κυβέρνηση μας δήλωνε μέχρι το 1950 τουρκική μειονότητα και μετά μας έκανε μουσουλμανική μειονότητα.

«Ε» Μία παρένθεση: Υπάρχει η συνθήκη της Λοζάννης του 1922, η οποία αναγνωρίζει μουσουλμανική μειονότητα στη Θράκη και εθνική μειονότητα στην Κωνσταντινούπολη.
Αϊσέλ Ζεϊμπέκ: Όχι, έχετε ένα λαθάκι εδώ. Η συνθήκη της Λοζάννης μιλάει για μουσουλμανική μειονότητα. Ξέρετε, όμως, το 1920 τα πράγματα δεν ήτανε όπως τώρα. Μετά την οθωμανική αυτοκρατορία στην Κωνσταντινούπολη και στις άλλες περιοχές και εδώ υπήρξαν μειονότητες. Τότε δεν υπήρχε η εθνικότητα στην αυτοκρατορία και γι’ αυτό οι κάτοικοι ήταν ή μουσουλμάνοι ή χριστιανοί. Και γι’ αυτό στη συνθήκη της Λοζάννης υπάρχει αυτή η γραφή. Αργότερα όμως η ελληνική κυβέρνηση η ίδια μας δήλωνε ‘Τουρκία’ στα σχολεία και στις ταμπέλες…

«Ε»: Όπως στην Τουρκική Ένωση Ξάνθης που ιδρύθηκε το 1928…
Αϊσέλ Ζεϊμπέκ: Ακριβώς. Η ΤΕΞ κέρδισε και το Δικαστήριο των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Αυτό πρέπει να λέει κάτι.

«Ε» Όχι ακριβώς! Κέρδισε εκτός από τον αυτοπροσδιορισμό και το συλλογικό προσδιορισμό…..
Αϊσέλ Ζεϊμπέκ: Ακριβώς. Τώρα για το άλλο θέμα που με ρωτήσατε τι είστε, είναι γνωστή η ταυτότητά μας (θα τα γράψετε όμως έτσι όπως τα λέω) Ελληνική υπηκοότητα, τουρκική καταγωγή, θρήσκευμα μουσουλμάνα. Δηλαδή δεν μπορεί κάποιος να μας λέει ‘μουσουλμανική μειονότητα’ γιατί πρέπει να έχεις και μία καταγωγή. Καταλαβαίνετε;

«Ε» Η πομάκικη δεν είναι καταγωγή;
Αϊσέλ Ζεϊμπέκ: Βεβαίως. Υπάρχει το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού. Ο καθένας πρέπει να έχει καταγωγή. Εγώ ξέρω αγγλικά είμαι αγγλίδα;

«Ε» Όχι αλλά η μητρική σας γλώσσα δεν ήταν τα πομακικά;
Αϊσέλ Ζεϊμπέκ: Όχι η μητρική μου γλώσσα είναι η τουρκική. Γιατί έχουμε δύο γλώσσες αναγνωρισμένες στην Ελλάδα και από την κυβέρνηση: τα τουρκικά και τα ελληνικά. Και στα σχολεία μας υπάρχουν αυτές οι δύο γλώσσες.

«Ε» Υπάρχουν, όμως και άνθρωποι στο Εχίνο και αλλού που αυτοπροσδιορίζονται ως Πομάκοι…
Αϊσέλ Ζεϊμπέκ:Υπάρχει, σας λέω, το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού. Σεβόμαστε όλους τους ανθρώπους . Ο καθένας μπορεί να αυτοπροσδιοριστεί όπως θέλει. Από την άλλη όμως δεν πρέπει να μας τρομάζει όταν ένας άνθρωπος θέλει να πει ότι είναι τουρκικής καταγωγής. Δεν είναι εχθρός μας. Καταλαβαίνετε; Είμαστε Έλληνες υπήκοοι, καταγωγή τουρκική, θρησκεία μουσουλμανική. Αυτό πρέπει να το καταλάβουμε. Και πρέπει να καταλάβουμε και κάτι άλλο. Όταν κάτι απαγορεύεται γίνεται πιο γλυκό. Γι’ αυτό ας αφήσουμε αυτά τα πράγματα, θα υπάρχουν πάντα.

«Ε»Δηλαδή η μειονότητα για σας είναι μία και ενιαία, με καταγωγή τουρκική;
Αϊσέλ Ζεϊμπέκ:Βεβαίως, βεβαίως. Γιατί αυτό το έχει αποδεχτεί και η ελληνική κυβέρνηση. Μέχρι το 1950 ήμασταν τουρκική μειονότητα και μετά γίναμε μουσουλμανική; Αυτό είναι παιχνίδι. Πρέπει ο καθένας να ξέρει τι λέει και να μην φοβάται να το λέει.

«Ε» Κυρία Αϊσέλ, όμως υπάρχει και μία ιστορία σε σχέση με τους Πομάκους, που λέει ότι οι Πομάκοι ήταν ένας αρχαίος λαός Θρακών κλπ. Η γλώσσα η πομακική δεν έχει καμία σχέση με την τουρκική, είναι σλαβικής προέλευσης . Υπάρχει ένας ολόκληρος πολιτισμός, χοροί, τραγούδια που δεν έχουν σχέση με την Τουρκία.
Αϊσέλ Ζεϊμπέκ:Τώρα θα σας πω. Τα πομάκικα, όπως γνωρίζετε, δεν έχουν γραφή. Αυτά με τα λεξικά είναι προπαγανδιστικά και τα ξέρουμε. Όταν μία γλώσσα δεν έχει γραφή δεν είναι γλώσσα. Υπάρχει αυτή η γλώσσα, το ξέρουμε πολύ καλά, μιλιέται. Αυτό όμως δεν έχει μείνει από την ιστορία που λέτε εσείς. Υπάρχει και μία άλλη οπτική γωνία. Ξέρετε ότι η Βουλγαρία είχε κατακτήσει τα μέρη μας εδώ πέρα και όταν είχε συμβεί αυτό είχαν κλείσει τα ελληνικά σχολεία, τα τουρκικά σχολεία, τα πάντα είχαν κλείσει και είχαν μετατραπεί σε βουλγαρικά σχολεία. Αν τα πομάκικα λίγο –πολύ έχετε ακούσει ή γνωρίσει, θα πρέπει να ξέρετε πάρα πολύ καλά ότι είναι λέξεις βουλγαρικές, τουρκικές και ελληνικές, δηλαδή, δεν υπάρχει μία γλώσσα πομακική, ένα κράμα είναι. Όταν μία γλώσσα δεν έχει γραφή δεν είναι γλώσσα. Αυτό το λένε και οι γλωσσολόγοι. Δε χρειάζεται να είμαστε ‘τζίνιους’ για να καταλάβουμε κάποια πράγματα και ας αφήσουμε πολιτικές. Ας κοιτάξουμε τι μπορούμε να κάνουμε για το μέλλον μας, για τα παιδιά μας, για τη νεολαία μας, για τις γυναίκες μας. Πώς μπορούμε να λύσουμε πραγματικά προβλήματα και όχι αυτά που προσπαθούν να δημιουργήσουνε ρήξεις μεταξύ μειονότητας και πλειονότητας. Εμείς πρέπει να είμαστε ενωμένοι, είμαστε αδέρφια, ζούμε χρόνια μαζί και δεν έχουμε τίποτα να χωρίσουμε. Καθένας ας σεβαστεί την καταγωγή, το θρήσκευμα και την υπηκοότητα του αλλουνού για να μην υπάρξουν τέτοια προβλήματα. Εγώ δίνω μηνύματα ενότητας και δεν πρέπει να μας τρομάζει όταν κάποιος λέει ότι είμαι τουρκικής καταγωγής. Καταγωγή υπάρχει αυτό δεν μπορεί να το κρύψει κανένας και το έχουν παραδεχτεί και οι ίδιες οι κυβερνήσεις.

«Ε» Υπάρχει μία επιστολή, μετά τη δήλωσή σας ότι είστε τουρκάλα, ενός συλλόγου για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς και λέει για την καταγωγή των ‘Ζεϊμπέκιδων’ ότι είναι εξισλαμισμένοι….
Αϊσέλ Ζεϊμπέκ: Ο καθένας μπορεί να πει ότι θέλει. Τα ιστορικά ντοκουμέντα είναι πάρα πολύ γνωστά. Οι Ζεϊμπέκιδες του Αϊδινίου ήταν πάντα με την οθωμανική αυτοκρατορία, ήταν στρατιώτες. Δε θα μπω σε αυτά. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι είμαστε αυτό που είμαστε.

«Ε» Υπάρχει μία κίνηση τελευταία, μαζεύονται υπογραφές και έχω ακούσει και δηλώσεις πολιτικών, που ζητούν να φύγει το Τουρκικό Προξενείο από την Κομοτηνή γιατί δεν έχει ρόλο κλπ. Ποια είναι η άποψή σας;
Αϊσέλ Ζεϊμπέκ:Δεν μπορεί να φύγει, γιατί αν φύγει τότε θα πρέπει να φύγει και το ελληνικό από την Κωνσταντινούπολη. Αυτό θα το δεχόταν η Ελλάδα; Αυτά είναι πράγματα των άκρων που δεν ξέρουνε τι λένε. Αυτά τα πράγματα είναι οι ελληνοτουρκικές σχέσεις, δεν μπορούμε εμείς με υπογραφές… είναι γελοία. Εδώ υπάρχει μία μειονότητα και υπάρχει το προξενείο, όπως υπάρχει μειονότητα και στην Κωνσταντινούπολη και υπάρχει και το προξενείο. Πρέπει να είμαστε και λίγο σοβαροί όταν ζητάμε κάποια πράγματα.

«Ε» Από τις επαφές σας με τον κόσμο της μειονότητας τι μηνύματα παίρνετε;
Αϊσέλ Ζεϊμπέκ: Ξέρετε ότι εγώ είμαι η πρώτη γυναίκα υποψήφια βουλευτής (της μειονότητας) που τρέχει, που ζητάει και αν καταφέρουμε να εκλεγώ θα είμαι η πρώτη γυναίκα όχι μόνο από τη μειονότητα αλλά και από όλη την Ξάνθη που θα μπει στην ελληνική βουλή. Κι αυτό πρέπει να μας τιμά όλους, είναι μία ιστορία. Και λέω «ελάτε όλοι μαζί να γράψουμε αυτή την ιστορία», να αναδείξουμε τη θέση της γυναίκας, το χρειάζεται αυτό.

«Ε» Ποιες είναι οι σχέσεις σας με την κ. Καραχασάν;
Αϊσέλ Ζεϊμπέκ: Εγώ έχω καλή σχέση με όλους τους ανθρώπους. Είμαι πάρα πολύ κοινωνική και δεν έχω πρόβλημα με κανένα. Αλλά δε θα ‘πρεπε να με αποκαλούν «Καραχασάν της ΝΔ» γιατί εγώ έχω μια άλλη προσωπικότητα, οι ιδέες μου είναι πολύ πιο προχωρημένες, είμαστε πολύ διαφορετικές πιστεύω. Είναι φίλη μου, τη σέβομαι, αλλά από δω και πέρα θα ήθελα με το όνομά μου να με αποκαλούν.

«Ε» Ωστόσο είναι πολύ σημαντικό να υπάρχουν δύο γυναίκες μέσα από τη μειονότητα που δραστηριοποιούνται και βγαίνουν μπροστά, ειδικά όταν ξέρουμε πως είναι διαρθρωμένη η τοπική κοινωνία στην ορεινή περιοχή, πόσο κλειστή είναι.
Αϊσέλ Ζεϊμπέκ: Πάρα πολύ σημαντικό και για τη γυναίκα και για την κοινωνία γιατί ξέρετε πάρα πολύ καλά ότι η γυναίκα είναι που μεγαλώνει τα παιδιά. Αν η γυναίκα είναι δυναμική, σπουδαγμένη, χειραγωγημένη τότε και η κοινωνία θα διορθωθεί.

«Ε» Πιστεύετε ότι το γεγονός ότι είστε γυναίκα φοβίζει;
Αϊσέλ Ζεϊμπέκ: « Όχι, όχι. Η μειονότητα τα έχει ξεπεράσει αυτά. Και έχουμε και παραδείγματα και γυναίκες πρωθυπουργοί, υπουργοί και η μειονότητα είναι ενωμένη και θέλει μία γυναίκα στη βουλή, γιατί για τη γυναίκα θα είναι πιο εύκολο να έρχεται να συζητάει με μία γυναίκα βουλευτή παρά με έναν άντρα. Δηλαδή και οι γυναίκες μας μένουν πολύ καιρό μόνες επειδή οι σύζυγοι πηγαίνουν στη Γερμανία για ένα εξάμηνο να δουλεύουν.

«Ε» Αν εκλεγείτε ποιες θα είναι οι προτεραιότητές σας;
Αϊσέλ Ζεϊμπέκ:Η παιδεία, οι νέοι, τα παιδιά μας

«Ε» θα διεκδικήσετε δηλαδή πιο δυναμικά τα δίγλωσσα νηπιαγωγεία…
Αϊσέλ Ζεϊμπέκ: Βεβαίως, τα σχολεία μας, οι δάσκαλοι. Μαζί με την πλειονότητα να αναβαθμίσουμε την παιδεία. Γι’ αυτό πρέπει να ανοίξουμε το δρόμο στους νέους, να τους στηρίξουμε.

«Ε» Θέλετε να προσθέσετε κάτι άλλο;
Αϊσέλ Ζεϊμπέκ: Θέλω να σας πω ότι όταν ξεκίνησα τον αγώνα μου ήταν πάρα πολύ δύσκολη η κατάσταση. Το ΠΑΣΟΚ είχε γίνει μόδα, η Νέα Δημοκρατία είχε χάσει λίγο το παιχνίδι μέσα στη μειονότητα αλλά θέλω να σας πω ότι ειδικά τις τελευταίες μέρες, με όλα αυτά που έχω κάνει, με τις ομιλίες μου, οι άνθρωποι έχουν αλλάξει 100%. Η μειονότητα πια στηρίζει τη Ζεϊμπέκ Αϊσέλ γιατί πιστεύει ότι έχει το θάρρος, περισσότερο απ’ ότι οι άνδρες υποψήφιοι και θέλουν να υποστηρίξουν και θα υποστηρίξουν την Ζεϊμπέκ Αϊσέλ γιατί ξέρουν ότι αν εκλεγεί ξέρει να φωνάζει, ξέρει να απαιτεί, ξέρει να ζητάει και θα είναι η φωνή που θα τους εκφράζει στην ελληνική βουλή. Γι’ αυτό έχει αλλάξει το κλίμα και αυτό με ευχαριστεί πάρα πολύ. Πηγαίνω στις ομιλίες, ακούτε τη φωνή μου έχει βραχνιάσει, δε μ’ αφήνουν να φύγω, θέλουν συνέχεια να τους μιλάω. Βγήκαμε και στις τηλεοράσεις, επειδή είναι πάρα πολύ λίγος ο χρόνος δε μπορούμε να πάμε παντού, προσπαθούμε από κάθε μέσο να είμαστε κοντά στους ψηφοφόρους μας. Και θέλω να ευχαριστήσω αυτούς που με εμπιστεύονται. και θέλω να τους πω συνεχίστε έτσι, είμαστε σε καλό δρόμο.»

«Ε» Να σας ευχηθώ κι εγώ, καλό αγώνα και καλή επιτυχία!
Αϊσέλ Ζεϊμπέκ: Να ‘στε καλά!

Μαριάννα Ξανθοπούλου
marianaxan@yahoo.gr
www.empros.xan.gr

Εκλογές 2009

Παιδεία: αναβάθμιση της… αμάθειας;

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Του Τάσου Χατζηαναστασίου*

Το νομοσχέδιο για την Παιδεία, που κατατίθεται αυτές τις μέρες προς ψήφιση, μολονότι αποκαθιστά, σ’ έναν βαθμό, ορισμένες τραγικές επιλογές της προηγούμενης κυβέρνησης, πολύ απέχει από το να αναβαθμίζει τελικά το σχολείο όπως διατείνεται. Σε ορισμένες περιπτώσεις επιχειρεί να εφαρμόσει, συχνά με υπερβάλλοντα ζήλο, αλλαγές που υπονομεύουν ακόμη περισσότερο το μορφωτικό αποτέλεσμα ενώ, παράλληλα, δεν υπάρχει καμία απολύτως μέριμνα να διασφαλιστεί ότι τα παιδιά που φοιτούν στο ελληνικό σχολείο θα μάθουν γράμματα. Το σχολείο της αμάθειας διατηρείται επομένως, απλώς τώρα γίνεται ίσως περισσότερο εντατικό κι επιλεκτικό.

Διότι βρίσκεται στον αντίποδα της φιλοσοφίας που κυριαρχούσε τα προηγούμενα χρόνια που το ήθελε να αναστέλλει την ταξική επιλογή για μετά την αποφοίτηση από το Λύκειο απ’ όπου σχεδόν όλοι αποφοιτούσαν, χωρίς υπερβολή, τυπικά αριστούχοι αλλά ουσιαστικά οι περισσότεροι με τραγικά γνωστικά κενά. Η δε ακώλυτη προαγωγή και απόλυση, η παντελής έλλειψη, έως τη δοκιμασία των πανελληνίων εξετάσεων, ελέγχου της εμπέδωσης της γνώσης, έδινε για χρόνια το μήνυμα ότι ο μόχθος και η συστηματική μελέτη αποτελούν περιττό μόχθο. Αντιλαμβάνεται κανείς τι συνέπειες έχει αυτό για τη συγκρότηση των αυριανών πολιτών, τη διαμόρφωση των χαρακτήρων των παιδιών και τελικά την κοινωνία και τη χώρα στην οποία εντάσσονται άνθρωποι που βγήκαν από το σχολείο αστοιχείωτοι, ανεύθυνοι και αμελείς χωρίς να έχουν καταβάλει κανέναν κόπο και γι’ αυτό είναι συχνά αλαζόνες και αυθάδεις.

Τώρα με τον νέο νόμο, αυξάνονται μεν τα εξεταζόμενα μαθήματα στις τελικές εξετάσεις του Γυμνασίου, αλλά δεν εξασφαλίζεται ότι τα παιδιά θ’ αποφοιτούν από το Δημοτικό έχοντας αποκτήσει βασικές γνώσεις με συγκεκριμένα μέτρα αντισταθμιστικής αγωγής και με υποστηριχτές δομές για όσους προέρχονται από ένα στερημένο περιβάλλον ή δεν έχουν γονείς να τους βοηθούν στο σπίτι. Γιατί αυτό που συμβαίνει σήμερα είναι ότι εγγράφονται στο Γυμνάσιο και συνεχίζουν ως την Γ΄ Λυκείου παιδιά που μπορεί ούτε μια αξιοπρεπή ανάγνωση να μην ξέρουν να κάνουν καλά καλά για να μην μιλήσουμε για απλές (sic) πράξεις της αριθμητικής, όπως η διαίρεση, ή για άλλες βασικές γνώσεις των πρώτων τάξεων του Δημοτικού. Αυτή είναι η πραγματικότητα.

Στο παρόν σημείωμα θα περιοριστούμε στα κυριότερα μέτρα που αφορούν την πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.

1o ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΚΙΛΚΙΣ
Πρωτοβάθμια εκπαίδευση

Πρώτα πρώτα έχουμε την ασύλληπτη καινοτομία της εισαγωγής της αγγλικής γλώσσας στο … Νηπιαγωγείο! Πόσο απέχει αυτό από την αναγνώριση της αγγλικής ως δεύτερης επίσημης γλώσσας του ελληνικού κράτους που είχε προτείνει η Διαμαντοπούλου πριν από λίγα χρόνια; Είναι πολύ χαρακτηριστικό της αντίληψης της πολιτικής και οικονομικής ελίτ της χώρας για την ανατροφή δίγλωσσων παιδιών και αντανακλά απολύτως την ιδανική κοινωνία της παγκοσμιοποίησης όπου οι άνθρωποι δεν έχουν ούτε ταυτότητα, ούτε πατρίδα, ούτε εθνική γλώσσα. Πέρα όμως από τη γλωσσική ανάπτυξη των νηπίων, δεν λαμβάνονται υπόψη ούτε οι συνέπειες στην ψυχοκοινωνική ανάπτυξή τους, καθώς διαταράσσεται η ιδιαίτερη σχέση τους με την κυρία τους. Αυτό, δηλαδή, που ήδη συμβαίνει σε υπερβολικό βαθμό από την Α΄ Δημοτικού με πέντε και έξι δασκάλους ειδικοτήτων να εναλλάσσονται καθημερινά στην τάξη των εξάχρονων, περίπου όπως στο Γυμνάσιο.

Η δε εισαγωγή «δεξιοτήτων», στις οποίες περιλαμβάνεται και η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση, δείχνει επίσης την αντίληψη με την οποία σήμερα η παγκοσμιοποιημένη μας κοινωνία αντιμετωπίζει τη στάση του ανθρώπου απέναντι στη φύση, τους άλλους ανθρώπους, το άλλο φύλο και την ίδια τη ζωή, ως ζήτημα «δεξιοτήτων», δηλαδή τεχνικών με συγκεκριμένες προδιαγραφές και όχι ως ζήτημα ηθικής στάσης και αξιών, όπως ο σεβασμός, η φροντίδα και η έγνοια γι’ αυτά. Προς αποφυγήν παρεξηγήσεων και άρσιν της έτοιμης μομφής περί … σεμνοτυφίας, σπεύδω να πω ότι η ανατομία, το αναπαραγωγικό σύστημα και ό,τι αφορά τη σεξουαλική λειτουργία, τις προφυλάξεις, τα νοσήματα κτλ περιλαμβάνονται και διδάσκονται στο Γυμνάσιο και το Λύκειο στο πλαίσιο του μαθήματος της Βιολογίας, από ειδικούς επιστήμονες παιδαγωγούς.

Αποτελεί υποκρισία και φανερώνει πλήρη άγνοια για τις παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας, δηλαδή, το επιχείρημα ότι οι ανεπιθύμητες εγκυμοσύνες οφείλονται στην έλλειψη ενημέρωσης των εφήβων. Η εμμονή στην εισαγωγή ειδικού αντικειμένου για τη σεξουαλικότητα δεν έχει να προσφέρει κάτι παραπάνω από τα σχετικά κεφάλαια της Βιολογίας, εκτός από τον εκφυλισμό του σε μία …πικάντικη ανάπαυλα από το υπόλοιπο πρόγραμμα του σχολείου. Έτσι, έχουμε κι εδώ μία συμπλεγματική προσέγγιση που προκαλείται από την ανασφάλεια να μην κατηγορηθούμε ως… σκοταδιστές απέναντι σε μία ιδεοληπτική εμμονή που κάθε τέτοια συζήτηση τη μετατρέπει σε άγονη αντιπαράθεση μεταξύ «προοδευτικών» και «συντηρητικών».

Σε ό,τι αφορά την κατανομή ωρών στο Δημοτικό σχολείο, θα μπορούσαμε να πούμε ότι αναπαράγει την υποβάθμιση της γλωσσικής διδασκαλίας, αλλά και της αισθητικής και φυσικής αγωγής ενώ εξακολουθούν να υφίστανται αντικείμενα που μάλλον λειτουργούν ως, περισσότερο ή λιγότερο «δημιουργική απασχόληση» παιδιών, όπως η «ευέλικτη ζώνη», η … Πληροφορική και πάλι τα Αγγλικά στις τρεις πρώτες τάξεις του Δημοτικού χωρίς να προσφέρουν κάτι ουσιαστικό ενώ στερούν ώρες από τη γλωσσική διδασκαλία αλλά και την αισθητική και κινητική αγωγή, το δημιουργικό παιχνίδι, την άθληση, δραστηριότητες στο και για το περιβάλλον κτλ. Η δε «Μελέτη Περιβάλλοντος» θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελέσει ένα ιδιαίτερα ωφέλιμο βιωματικό εργαστήριο για τη φύση και τη ζωή γενικότερα. Να δημιουργήσουν κήπους, θερμοκήπια, να φυτέψουν ταράτσες κτλ. Το βασικότερο ωστόσο ζήτημα παραμένει το ότι η Ελλάδα δεν υιοθετεί τη βέλτιστη πρακτική όσων χωρών έχουν πετυχημένα εκπαιδευτικά συστήματα οι οποίες θέτουν συγκεκριμένους εθνικούς στόχους και φροντίζουν να τους φτάσουν όλα τα παιδιά, ει δυνατόν, παρέχοντας όλα τα μέσα.

Και για να το πούμε άλλη μια φορά ρόλος του σχολείου είναι πρώτα να μαθαίνουν τα παιδιά γράμματα και ν’ αποκτούν τις σχετικές δεξιότητες με έμφαση στην κουλτούρα μελέτης. Επίσης, να διαπαιδαγωγεί ανθρώπους με ήθος, πανανθρώπινες αξίες και υψηλά πρότυπα. Να καλλιεργεί, τέλος, τα βασικά στοιχεία της ταυτότητας και του πολιτισμού της χώρας, ως απαραίτητα για την καλλιέργεια εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης στο πλαίσιο ενός σύγχρονου δημοκρατικού ανεξάρτητου κράτους χωρίς συμπλέγματα και χωρίς μισαλλοδοξία.

Αρνητική, τέλος εξέλιξη είναι η αύξηση του ορίου μαθητών ανά τάξη στο Δημοτικό, μία ρύθμιση καθαρά λογιστική για ν’ αποδειχθεί ότι τελικά οι ιθύνοντες είναι ακριβοί στα πίτουρα και φτηνοί στο στάρι. Ενώ δηλαδή προβλέπονται περισσότερες θέσεις για τη διδασκαλία των Αγγλικών στο Νηπιαγωγείο, αυτό οικονομικά ισοσκελίζεται από την αύξηση των μαθητών του Δημοτικού σε κάθε τμήμα.

Ο αγιασμός στο Γυμνάσιο Καλυβίων
Γυμνάσιο

Σε ό,τι αφορά το Γυμνάσιο, έχουμε τώρα πιο αυστηρές προϋποθέσεις για την προαγωγή και απόλυση των μαθητών καθώς καταργούνται οι χαριστικές ρυθμίσεις που ίσχυαν τα τελευταία χρόνια. Επανέρχεται επίσης η παραπομπή των μετεξεταστέων τον Σεπτέμβριο αλλά παραμένει σε μικρότερο βαθμό η διάκριση σε εξεταζόμενα και μη εξεταζόμενα μαθήματα που για το ελληνικό σχολείο σημαίνει τον απαράδεκτο διαχωρισμό σε πρωτεύοντα και δευτερεύοντα μαθήματα με σαφή υποβάθμιση της φυσικής και αισθητικής αγωγής. Σε κάθε περίπτωση όμως, οι νέες ρυθμίσεις είναι προτιμότερες από το προηγούμενο καθεστώς, όπου με τέσσερα μόνο εξεταζόμενα στις τελικές εξετάσεις μαθήματα, εξέλιπε για τους περισσότερους μαθητές κάθε λόγος για ν’ ασχοληθούν με τα αρχαία ελληνικά για παράδειγμα, που αντιμετωπιζόταν ως ένα περιττό και μάλλον υπό κατάργηση αντικείμενο. Παραμένει, ωστόσο, ζητούμενο το πώς θα εξασφαλίζεται ότι οι μαθητές στο Γυμνάσιο θα αποκτούν βασικές γνώσεις καθώς το πιθανότερο είναι ότι όσοι έρχονται από το Δημοτικό με σοβαρές ελλείψεις, δε θα μπορέσουν να τις καλύψουν. Επομένως αυτή η σαφής ανισότητα θα αναπαραχθεί και θα οξυνθεί ακόμη περισσότερο σ’ αυτήν την κρίσιμη βαθμίδα. Η αντισταθμιστική αγωγή και εδώ, ο θεσμός θερινών μαθημάτων για όσα παιδιά υστερούν γνωστικά, ο περιορισμός της ύλης και των πολλών αντικειμένων, αλλά σε καμία περίπτωση η χαριστική προαγωγή, που έκρυβε τόσα χρόνια το πρόβλημα κάτω από το χαλί και αναπαρήγε την ανισότητα, θα μπορούσαν να αποτελούν μέτρα αντιμετώπισης της αμάθειας και των μορφωτικών ανισοτήτων.

Μικρές αλλαγές στο λύκειο, επιστροφή στις δέσμες | Ελλάδα | Η …
Γενικό Λύκειο

Στο Γενικό Λύκειο η προαγωγή και η απόλυση γίνονται τώρα δυσκολότερες για τους μαθητές εκεί που το ισχύον καθεστώς καθιστούσε σχεδόν αδύνατη την παραπομπή μαθητών σε επαναληπτική εξέταση ενώ η απόρριψη μαθητή λόγω επίδοσης άγγιζε τα όρια του στατιστικού λάθους. Ακόμη και μαθητές που δεν προσέρχονταν σε ορισμένα μαθήματα στις εξετάσεις και μηδενίζονταν σε αυτά, μαθητές που είχαν βαθμό κάτω από τη βάση σε εφτά και οκτώ μαθήματα, που δεν είχαν μάθει δηλαδή ούτε τα βασικά, προάγονταν ή απολύονταν πανηγυρικά. Η Ελλάδα μπορεί να είναι η μοναδική χώρα της οποίας το απολυτήριο Λυκείου στερείται οποιουδήποτε κύρους: πέρα από την πληθώρα αριστούχων, ακόμη και μαθητές με βαριάς μορφής νοητική υστέρηση μπορούν να το λάβουν καθώς έχει επικρατήσει η λογική της χαριστικής προαγωγής και απόλυσης ως… ανθρωπιστικού ή φιλολαϊκού μέτρου.

Όσοι έχουν μία στοιχειώδη επαφή με το σχολείο, γνωρίζουν ότι ακριβώς έτσι έχουν τα πράγματα: μαθητές που δεν ξέρουν ούτε που είναι τα βιβλία τους, λαμβάνουν απολυτήριο Λυκείου και συχνά και με υψηλό βαθμό. Κι όμως αυτή η δήθεν φιλάνθρωπη στάση είναι εντελώς ανεύθυνη, αν όχι και εγκληματική, καθώς το ότι ειδικά τα παιδιά των λαϊκών τάξεων μένουν αμόρφωτα τελικά, θα το πληρώσουν πολύ ακριβά και τα ίδια αργότερα αλλά και η κοινωνία όταν ορισμένοι από αυτούς τους γαλουχημένους στην ανευθυνότητα με κάποιο μέσον βρεθούν σε υπεύθυνη θέση. Πόσο μάλλον όταν στην επαγγελματική εκπαίδευση χορηγούνται χαριστικά πτυχία ειδικότητας σε παντελώς άσχετους και ανεύθυνους ή συχνά μειωμένης αντίληψης βοηθούς ηλεκτρολόγων, νοσηλευτών και άλλων τεχνιτών, που δεν μπορούν να διαβάσουν οδηγίες χρήσης εργαλείων ή να χορηγήσουν τα σωστά φάρμακα.

Άλλαξε η Κυβέρνηση, αλλάζει και η Τράπεζα Θεμάτων – Δηλώσεις …
Η «Τράπεζα Θεμάτων», δηλαδή η άντληση θεμάτων στην τελική εξέταση κατά 50% από μία κεντρική δεξαμενή με κλήρωση, που επανέρχεται ως τρόπος εξέτασης, μπορεί να δυσχεραίνει τη χαριστική προαγωγή, αλλά δεν αποτελεί τη λύση στην ουσία του προβλήματος που είναι ο έλεγχος της εμπέδωσης της γνώσης. Μπορεί όμως, εάν αξιοποιηθεί σωστά, να αποτελέσει ένα χρήσιμο εργαλείο για τη διάγνωση των ελλειμμάτων του εκπαιδευτικού συστήματος και της αποτυχίας του να μάθει στα παιδιά γράμματα χωρίς τη γονεϊκή παρέμβαση. Αυτό είχε συμβεί το 2014 όταν εφαρμόστηκε η Τράπεζα Θεμάτων και στην Α΄ Λυκείου μεγάλο ποσοστό απέτυχε στα Μαθηματικά και στην Νεοελληνική Γλώσσα. Αντί όμως να εξαχθούν τα αναγκαία συμπεράσματα και να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα για να προσλαμβάνουν το μορφωτικό αγαθό περισσότερα παιδιά, επιλέχτηκε η μείωση του ορίου απόρριψης σε πιο «αντεχτά» για την κοινωνία επίπεδα, και εν τέλει η κατάργηση αυτού του «ταξικού» φραγμού για να συνεχίσουν τα παιδιά να μη παίρνουν βασικές γνώσεις. Αρκεί αυτό να μη … φαίνεται! Κι αυτό θεωρήθηκε “ταξική νίκη“!

Σοβαρό μειονέκτημα της Τράπεζας Θεμάτων είναι ο πεπερασμένος αριθμός τους. Όταν δηλαδή είναι γνωστό από το καλοκαίρι ότι τον επόμενο Ιούνιο θα ζητηθούν αυτά τα 100 θέματα, όλη η μαθησιακή διαδικασία αφιερώνεται αποκλειστικά σε αυτά με πρώτα και καλύτερα τα φροντιστήρια. Αυτό όμως δεν είναι σχολείο, είναι απλώς προετοιμασία για εξετάσεις. Όλα τα υπόλοιπα θέματα, η συζήτηση, η ανάδειξη επιμέρους ζητημάτων και η ενθάρρυνση της φιλομάθειας υπονομεύονται αν δεν καταστέλλονται βάναυσα. Εάν, όμως, αντίθετα τα θέματα ήταν απεριόριστα σε βαθμό που να μην είναι δυνατόν να διδαχθούν όλα αλλά μόνον οι βασικές γνώσεις και δεξιότητες που επιτρέπουν την αντιμετώπισή τους, τότε πράγματι θα ήταν ένα ιδιαίτερα χρήσιμο εργαλείο που πέρα από τη γνώση, καλλιεργεί την κριτική σκέψη και τη συνθετική ικανότητα.

Επιστρέφουν ως μάθημα επιλογής τα Λατινικά στη Γ’ Λυκείου
Πολλή συζήτηση γίνεται επίσης για την αποκατάσταση των Λατινικών ως πανελλαδικώς εξεταζόμενου μαθήματος στην Ομάδα Προσανατολισμού Ανθρωπιστικών Σπουδών στη θέση της Κοινωνιολογίας που είχε αντικαταστήσει τα Λατινικά με βάση νόμο της προηγούμενης κυβέρνησης που τον διατήρησε η παρούσα για φέτος και για την επόμενη σχολική χρονιά. Η επαναφορά του δεύτερου σημαντικότερου πυλώνα των Κλασικών Σπουδών στις θεωρητικές σπουδές έπρεπε να είχε συντελεστεί ήδη από πέρσι και κακώς αναβλήθηκε για φέτος για να εφαρμοστεί τελικά το 2021. Η συζήτηση που διεξάγεται και οι επιθέσεις που δέχεται η κυβέρνηση για την αποκατάσταση των Λατινικών στο ελληνικό σχολείο γίνεται σε εσφαλμένη βάση καθώς αναπαράγει τη λογική του συστήματος περί «χρήσιμων» αντικειμένων, όπως εμφανίζεται η Κοινωνιολογία και «άχρηστων» Κλασικών Σπουδών και ιδιαίτερα των Λατινικών, που εμφανίζονται ως μία άχρηστη γλώσσα αφού δεν ομιλείται! Το ότι η Ελλάδα έχει το μοναδικό προνόμιο ν’ αποτελέσει ένα διεθνές κέντρο Κλασικών Σπουδών, το ότι τα Λατινικά αποτελούν τη βάση των περισσότερων ευρωπαϊκών γλωσσών και έχουν επηρεάσει το σύνολό τους, ότι και σήμερα χρησιμοποιούνται στερεότυπες λατινικές εκφράσεις που φανερώνουν ένα υψηλότερο επίπεδο μόρφωσης (casus belli, moratorium, a priori, μεταξύ δεκάδων άλλων) ότι η εκμάθησή τους αποτελεί εξαιρετική άσκηση στην πειθαρχία του διαβάσματος και της μελέτης, όπως είχε επισημάνει κι ο Γκράμσι στα «Τετράδια Φυλακής», οι πολλαπλές δηλαδή ωφέλειες του μαθήματος, διαφεύγουν από τους επικριτές του μαθήματος αλλά και από την κυβέρνηση.

Η δε Κοινωνιολογία βεβαίως και έχει θέση στο Λύκειο ως μάθημα Γενικής Παιδείας για όλα τα παιδιά. Εδώ φαίνεται και μία μεγάλη αντίφαση των εκπροσώπων των Κοινωνιολόγων που ενώ, σωστά, τονίζουν τις αρετές του μαθήματος και τη συμβολή του στη συγκρότηση του αυριανού πολίτη, έχουν επικεντρώσει τη διεκδίκησή τους στη διατήρησή του ως πανελλαδικώς εξεταζόμενου μαθήματος αποκλειστικά και μόνο για τους μαθητές της Ομάδας Προσανατολισμού Ανθρωπιστικών Σπουδών, γεγονός που προφανώς σχετίζεται όχι με την υπεράσπιση του μαθήματος αυτού καθεαυτού αλλά με τη διεκδίκηση μεριδίου στην πίτα των ιδιαιτέρων μαθημάτων και των φροντιστηρίων.

Αρνητική, από την άλλη, είναι η συγχώνευση των πεδίων Επιστημών Υγείας και Ζωής και Τεχνολογικών και Θετικών Σπουδών σε μία ενιαία Ομάδα Προσανατολισμού Θετικών Επιστημών στην Γ΄ Λυκείου, όπως και στην αύξηση ορίου των μαθητών ανά τμήμα του Δημοτικού, για αποκλειστικά λογιστικούς λόγους: να απαιτούνται λιγότεροι εκπαιδευτικοί και αίθουσες. Θυσιάζεται έτσι η δυνατότητα να γίνεται υψηλότερου επιπέδου μάθημα, με λιγότερους μαθητές και μάλιστα για ένα πεδίο, όπως αυτό των σπουδών Υγείας που επιβεβαιώνεται σήμερα η σημασία του για το ύψιστο αγαθό, τη ζωή.

Ο νέος νόμος δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην ενίσχυση των Προτύπων και Πειραματικών δημόσιων σχολείων. Στα πρότυπα η εισαγωγή θα γίνεται με εξετάσεις, όπως γινόταν τόσα χρόνια και στα Πειραματικά, επειδή ρόλος τους είναι να εκπαιδεύονται οι φοιτητές των παιδαγωγικών τμημάτων, δοκιμάζονται εκεί νέες διδακτικές μέθοδοι και εκπαιδευτικά προγράμματα και το δείγμα πρέπει να είναι αντιπροσωπευτικό όλων των γνωστικών επιπέδων των μαθητών, θα γίνεται με κλήρωση. Είναι προφανές ότι η ύπαρξη και η λειτουργία των Πειραματικών Σχολείων είναι αναγκαία για την παιδαγωγική επιστήμη σε οποιαδήποτε χώρα, οπότε καλώς επιχειρείται η ενίσχυσή τους.

Σε ό,τι αφορά τα Πρότυπα, από τη φύση τους αναδεικνύουν σε μεγαλύτερο βαθμό την αξία της αριστείας, αφού γίνεται επιλογή μαθητών. Το ερώτημα είναι γιατί το δημόσιο σχολείο να διαθέτει έναν τύπο σχολείου που ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα και κάνει επιλογή μαθητών. Η κριτική που ασκείται στην ύπαρξή του θεσμού των προτύπων είναι ότι ευνοεί τα ανώτερα εισοδηματικά και μορφωτικά στρώματα αφού, όπως υποστηρίζεται, μόνο όσοι προέρχονται από αυτά μπορούν να προετοιμάσουν, είτε πληρώνοντας για ιδιαίτερα είτε με τις γνώσεις τους, τα παιδιά τους για τις εξετάσεις αυτών των σχολείων. Με βάση, δηλαδή αυτήν τη λογική, αναγνωρίζεται ότι στο δημοτικό σχολείο μαθαίνουν μόνο τα παιδιά, οι γονείς των οποίων μπορούν να τα μορφώσουν οι ίδιοι. Αντί, όμως, αυτή η διαπίστωση να αποτελεί αιτία διεκδίκησης του δικαιώματος στη μόρφωση για όλους, προβάλλεται ως δήθεν επιχείρημα για τη μη ύπαρξη ενός δημόσιου σχολείου όπου μπορούν να αναδείξουν τις ικανότητες τους μέσα σ’ ένα περισσότερο ανταγωνιστικό περιβάλλον κάποια πιο έξυπνα, πιο εργατικά και πιο μελετηρά παιδιά. Αυτό το τελευταίο αποτελεί άλλο ένα μεγάλο ταμπού για την κυρίαρχη για χρόνια αντίληψη στα εκπαιδευτικά πράγματα της χώρας με βάση την οποία όλα τα παιδιά έχουν δήθεν τις ίδιες ικανότητες για όλα τα αντικείμενα, την ίδια ευφυΐα, όλες τις δεξιότητες και όλα τα ταλέντα και φυσικά την ίδια διάθεση για μελέτη, και τις μόνες διαφορές που παραδέχεται, υποκριτικά έστω, είναι τις ταξικές. Πρόκειται είτε για αφέλεια είτε για σκόπιμη καταδίκη παιδιών που έχουν την όρεξη και το ταλέντο να διακριθούν και να προσφέρουν στο κοινωνικό σύνολο τις γνώσεις και τις ικανότητές τους. Η ισοπέδωση των πάντων προς τα κάτω μόνο επιβλαβής μπορεί να είναι για το άτομο, κυρίως όμως για το κοινωνικό σύνολο όταν κυριαρχούν παντού οι μέτριοι, οι φυγόπονοι, οι ανεύθυνοι και οι αστοιχείωτοι και δεν ενθαρρύνονται ούτε ενισχύονται οι ικανότεροι και αξιότεροι.

Βεβαίως, κανείς δεν αρνείται ότι οι ταξικές διαφορές είναι και υπαρκτές και επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό την πρόοδο των μαθητών στο σχολείο. Το δημόσιο σχολείο, ωστόσο, εφόσον κοιτάζει να μορφώσει τα παιδιά και όχι να τα εγκαταλείψει, δήθεν από … λύπηση, στη μοίρα τους, μπορεί να αμβλύνει αυτές τις διαφορές δίνοντας τη δυνατότητα με τη δωρεάν φοίτηση και τους κατάλληλους θεσμούς και σε παιδιά από ένα στερημένο οικονομικά ή/και μορφωτικά περιβάλλον να προχωρήσουν. Καλώς λοιπόν υπάρχουν τα πρότυπα σχολεία που στηρίζουν τα πιο προικισμένα παιδιά – γιατί υπάρχουν κι αυτά – όπως υπάρχουν και τα ταλέντα στην άθληση, στην τέχνη και στη συγγραφή, που επίσης πρέπει να τους δοθεί η δυνατότητα να αναπτύξουν την ιδιαίτερη κλίση τους. Μία δικαιότερη όμως ρύθμιση θα έδινε και πάλι έμφαση στο Δημοτικό σχολείο ώστε να επιτελεί σωστά το μορφωτικό του έργο.

Το νέο επαγγελματικό Λύκειο και το μαθητικό δυναμικό του – Πίνακες
Προβληματική είναι η ρύθμιση που δε θα επιτρέπει στο εξής να εγγράφονται στο ημερήσιο Επαγγελματικό Λύκειο μεγαλύτερης ηλικίας μαθητές. Το μέτρο αυτό υποτίθεται ότι αντιμετωπίζει το πρόβλημα του … σχολικού εκφοβισμού, που επίσης αποτελεί παραδοχή αποτυχίας του εκπαιδευτικού συστήματος εφόσον δεν μπορεί να διασφαλίσει ένα ασφαλές περιβάλλον. Δε νομίζω ότι είναι τόσα πολλά τα σχετικά περιστατικά ενδοσχολικής βίας που να καθιστούν επιβεβλημένη την απαγόρευση σε ενήλικες να εγγράφονται στα ΕΠΑΛ για να κάνουν μία νέα αρχή στη μόρφωσή τους. Έχοντας ο ίδιος περισσότερα από είκοσι χρόνια εμπειρία διδασκαλίας στην επαγγελματική εκπαίδευση τόσο σε μεγάλη πόλη όσο και στην επαρχία, έχω διαπιστώσει ότι, αντίθετα, η παρουσία μεγαλύτερης ηλικίας μαθητών στην τάξη του ΕΠΑΛ λειτουργεί θετικά για το σύνολο καθώς είναι στη μεγάλη τους πλειοψηφία άνθρωποι συγκροτημένοι, ώριμοι, συνειδητοποιημένοι, που έχουν θέσει έναν συγκεκριμένο σκοπό στη ζωή τους κι έτσι λειτουργούν ως πρότυπα και για τους ανώριμους εφήβους. Άλλα είναι τα προβλήματα των ΕΠΑΛ και αφορούν την υλικοτεχνική τους υποδομή, τις ελλείψεις στον εξοπλισμό των εργαστηρίων και στις άλλες εγκαταστάσεις, την ποιοτική αναβάθμιση των σπουδών και την σύνδεσή τους με την αγορά εργασίας και την κοινωνία, τα επαγγελματικά δικαιώματα. Η γενικότερη ένταξή τους σ’ έναν ανασχεδιασμό του αναπτυξιακού μοντέλου της χώρας. Να καθίσει επιτέλους η Πολιτεία με τα πανεπιστήμια και να προσδιορίσουν σε ποιες ειδικότητες θα πρέπει να εκπαιδευτούν τα νέα παιδιά ώστε να βρουν δουλειά και να καταστούν κοινωνικά ωφέλιμοι.

Το νομοσχέδιο περιλαμβάνει κι άλλες, κυρίως διαδικαστικού και γραφειοκρατικού τύπου, ρυθμίσεις που δε θα επηρεάσουν ιδιαίτερα τη σχολική ζωή και το …μέλλον της χώρας, όπως η επαναφορά του χαρακτηρισμού διαγωγής των μαθητών, μία επιλογή που μόνον ως κατάλοιπο μιας παρωχημένης αντίληψης περί διαπαιδαγώγησης μπορεί να θεωρηθεί. Είναι σημαντικό να δοθεί έμφαση στην καλλιέργεια θετικών αξιών και υψηλών προτύπων στη νέα γενιά αλλά θα πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη μας ότι παιδιά με παραβατική συμπεριφορά, που, φυσικά, πρέπει να ελέγχονται και να τιμωρούνται γι’ αυτήν, πολλές φορές ωριμάζουν και αλλάζουν προς το καλύτερο. Ένας χαρακτηρισμός επομένως στα 18 τους χρόνια φαντάζει σαν μία ισόβια καταδίκη ενός ανθρώπου που ακόμη διαμορφώνει κριτήρια και που μπορεί να υιοθετήσει στο μέλλον διαφορετικές στάσεις και συμπεριφορές.

Σε ό,τι, αφορά, τέλος, την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών είναι αναμενόμενο, εφόσον έως τώρα ο κλάδος των καθηγητών την απέρριπτε συλλήβδην, ότι θα γίνει με τους όρους της εκάστοτε κυβέρνησης. Είναι, επίσης, λογικό στην Ελλάδα να μην υπάρχει εμπιστοσύνη στα κριτήρια και τα πρόσωπα που θα αναλάβουν αυτό το έργο: οι προσωπικές και πολιτικές συμπάθειες και αντιπάθειες, πάντοτε επηρέαζαν αυτές τις διαδικασίες και η αξιοκρατία παραμένει πάντοτε ζητούμενο. Ωστόσο, μία αρχή πρέπει να γίνει και σ’ αυτόν τον τομέα χωρίς τιμωρητική λογική και με δικαίωμα επανεξέτασης μιας αρνητικής αξιολόγησης. Υπάρχουν πράγματι διδάσκοντες που θα ήταν καλύτερα να απασχολούνταν σε μία οποιαδήποτε άλλη θέση και όχι στην τάξη, αυτό το γνωρίζουμε όλοι, αλλά δεν υπάρχει το θεσμικό πλαίσιο που θα προστατεύει και τους ίδιους και πολύ περισσότερο τα παιδιά και το κοινωνικό σύνολο. Αυτό το θεσμικό έλλειμμα πρέπει να αντιμετωπιστεί με τον πιο επωφελή τρόπο για όλες τις πλευρές.

Η δε αξιολόγηση των σχολικών μονάδων δε θα πρέπει να οδηγεί σε σχολικό ανταγωνισμό, αυτοδιαφήμιση σχολείων και σε καταδίκη άλλων σε κλείσιμο λόγω «χαμηλότερων επιδόσεων». Θα πρέπει να αποτελεί μία αυστηρά εσωτερική διαδικασία που θα κινητοποιεί τους αρμόδιους για τη λήψη μέτρων έτσι ώστε τα σχολεία που υστερούν στην κάλυψη εθνικών στόχων να στηρίζονται με κάθε πρόσφορο μέσον, όπως συμβαίνει στις χώρες με τα πιο πετυχημένα εκπαιδευτικά συστήματα στον κόσμο. Προϋπόθεση βεβαίως είναι ο ορισμός αυτών των στόχων προκειμένου να υπάρχουν ενιαία κριτήρια. Χωρίς αυτές τις προϋποθέσεις, οποιαδήποτε προσπάθεια αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου το μόνο που θα επιτύχει είναι να αυξήσει το άγχος των στελεχών και του διδακτικού προσωπικού και τη γραφειοκρατία. Δε θα αναβαθμίσει πάντως τα σχολεία και το παρεχόμενο έργο.

Κοντολογίς, αυτό το νομοσχέδιο κάνει το σχολείο αυστηρότερο και εντατικότερο χωρίς όμως να αντιμετωπίζει την ουσία που αφορά την αποκατάσταση του μορφωτικού και παιδαγωγικού του ρόλου.

Ο Τάσος Χατζηαναστασίου είναι Δρ Ιστορίας, Οργανωτικός Γραμματέας Πανελλήνιας Ένωσης Φιλολόγων

ΠΗΓΗ: ardin-rixi.gr

Συνέχεια ανάγνωσης

Εκλογές 2009

Οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ για την Αμυντική Πολιτική

Δημοσιεύτηκε

στις

Toυ Μάνου Ηλιάδη
Η κρίση που κατατρώγει την Ελλάδα τα τελευταία δυόμισι περίπου χρόνια και η εξαθλίωση στην οποία οδηγείται βαθμιαίως ολοένα και μεγαλύτερο τμήμα του ελληνικού λαού, κατά τρόπο που… θυμίζει καταστάσεις που προσομοιάζουν με αυτές έπειτα από ατυχή και καταστροφικό πόλεμο, επισκιάζει μια ολόκληρη σειρά άλλων ζωτικής σημασίας προβλημάτων, μεταξύ των οποίων κυρίαρχη θέση έχει το πρόβλημα της εθνικής ασφάλειας της χώρας.
Η αλήθεια, βέβαια, είναι ότι τα προβλήματα άμυνας και εθνικής ασφάλειας κατέχουν παραδοσιακά -σε ολόκληρο τον κόσμο- χαμηλότερη προτεραιότητα των ενδιαφερόντων και προτιμήσεων ενός λαού έναντι θεμάτων που αφορούν στη βελτίωση των συνθηκών διαβιώσεώς του. Είναι, δε, φυσικό σε περιόδους κρίσεων οι απαιτήσεις για την άμυνα να περιορίζονται υπό την πίεση της κοινωνίας και της απροθυμίας της να δεχθεί περαιτέρω υποβάθμιση του βιοτικού της επιπέδου, πιέσεις που γίνονται ιδιαίτερα έντονες σε χώρες χωρίς υπαρκτές απειλές ή ηγεμονικές φιλοδοξίες. Τα πράγματα είναι διαφορετικά σε περίπτωση που μια χώρα ευρίσκεται αντιμέτωπη με οξεία οικονομική κρίση, ενώ ταυτόχρονα αντιμετωπίζει υπαρκτές απειλές. Η διεθνής εμπειρία εν προκειμένω δείχνει ότι χώρες με απειλές δεν υποβαθμίζουν τον αμυντικό τους μηχανισμό υπό το βάρος της κρίσεως, των λαϊκών πιέσεων για βελτίωση του βιοτικού επιπέδου κ.λπ. Ο γενικός κανόνας, δηλαδή, είναι ότι οι κυβερνήσεις αυτών των χωρών, εν γνώσει του γεγονότος ότι η οικονομική τους αδυναμία -που επηρεάζει δυσμενώς κάθε τομέα της λειτουργίας ενός κράτους- τις καθιστά ευάλωτες και ενθαρρύνει κάθε εξωτερική επιβουλή, προσπαθούν πάση θυσία να διατηρήσουν την επάρκεια του αμυντικού τους μηχανισμού και του εν γένει συστήματος ασφαλείας.
Στην Ελλάδα, όχι μόνο ο παραπάνω κανόνας δεν ισχύει, γιατί τα τελευταία τρία χρόνια ο αμυντικός της μηχανισμός και το σύστημα ασφαλείας υποβαθμίστηκε κάθετα μέσω των αλόγιστων περικοπών του αμυντικού προϋπολογισμού, αλλά δεν γίνεται καν συζήτηση για το θέμα της ασφάλειας της χώρας. Τούτο δε ακόμη και σε περιόδους πριν από τις εκλογές, όπως στις πρόσφατες αλλά και τις επόμενες. Αν θεωρήσουμε ότι οι θέσεις των δύο μέχρι πρόσφατα κυρίαρχων κομμάτων είναι γνωστές, μέσω κάποιων γενικόλογων αναφορών ή κυρίως μέσω της θέσεως που ακολούθησαν μέχρι πρόσφατα, η θέση του ΣΥΡΙΖΑ είναι δύσκολο να περιγραφεί.

Το προεκλογικό πρόγραμμα
Αυτό που προβάλλεται ως αμυντική πολιτική περιλαμβάνεται σε ελάχιστες γραμμές στο εκ 18 σελίδων προεκλογικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, διάσπαρτες σε διάφορα σημεία του. Αν σε αυτό συμπεριλάβουμε τις διάφορες κατά καιρούς δηλώσεις του προέδρου του κόμματος και άλλων στελεχών του, η αμυντική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, αν τα παραπάνω μπορούν να χαρακτηρισθούν έτσι, συνοψίζεται στα εξής:
α) Η κλασική θέση της Αριστεράς για δραστικό περιορισμό των αμυντικών δαπανών, που, κατά την άποψή μας, επαναλαμβάνεται εκ κεκτημένης ταχύτητας ή πάγιας ιδεολογικής τοποθετήσεως. Και τούτο διότι είναι προφανές ότι το συνολικό τους ύψος, ό,τι απέμεινε, δηλαδή, έπειτα από τρεις αλλεπάλληλες και δραστικές περικοπές τους, αγνοείται από τους συντάκτες του «προγράμματος». Τις υπενθυμίζουμε με δύο λόγια: 25% το 2010 -σε σχέση με τον αντίστοιχο του 2009, ο οποίος ήταν ήδη μειωμένος-, 20% το 2011 και 16,22% το 2012. Όσο για τις περίφημες «υπέρογκες εξοπλιστικές δαπάνες», αυτές έχουν ήδη περικοπεί ή, μάλλον, κουτσουρευτεί κατά 70% (!) για την προσεχή 15ετία, ανερχόμενες σε μόλις 0,3% του ΑΕΠ ετησίως, από περίπου 1,5% του ΑΕΠ που ήταν πριν από εφτά περίπου χρόνια. Τούτο δε όταν, με ελάχιστες εξαιρέσεις, τα τελευταία αυτά χρόνια δεν αγοράστηκε σχεδόν τίποτε και απολύτως τίποτε τα τελευταία τρία με τέσσερα χρόνια, κι όταν στα κονδύλια αυτά περιλαμβάνεται και η προμήθεια ανταλλακτικών, τα οποία μεταφέρθηκαν στον εξοπλιστικό προϋπολογισμό λόγω της πέραν πάσης λογικής περικοπής του λειτουργικού προϋπολογισμού.
β) Στο μείζον θέμα της θητείας, κύρια αιτία υποβαθμίσεως του αμυντικού μηχανισμού της χώρας εκ της γνωστής τοις πάσι λειψανδρίας, η θέση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ -βλ. συνέντευξή του στο περιοδικό Schooligans, Απρίλιος 2008- ήταν ότι πρέπει να καταργηθεί, όπως και… οι στρατοί. Μέχρι τότε, πάντως, όπως είχε δηλώσει, θα πρέπει να υποκατασταθεί από την ισόχρονη κοινωνική θητεία, δηλαδή «αντί να πηγαίνεις στρατό, να μπορείς να προσφέρεις κοινωνικές υπηρεσίες». Στο θέμα της φυγοστρατίας, μια γνωστή παθογένεια που στερεί το στράτευμα από χιλιάδες άτομα κάθε χρόνο, η θέση του κόμματος, όπως εκφράζεται στο πρόγραμμα, δεν είναι σαφής. Υπάρχει, όμως, μία συγκεκριμένη θέση (σελίδα 11) για τους αντιρρησίες συνειδήσεως, η οποία είναι ότι «η άρνηση στράτευσης πρέπει να προστατεύεται. Να καταργηθεί η επιτροπή ελέγχου συνείδησης με δημιουργία επαρκών δυνατοτήτων για κοινωνική θητεία». Μια άλλη άποψη που εξέφρασε προ ολίγων ετών η νεολαία του κόμματος ήταν ο περιορισμός της θητείας στο χρόνο της βασικής εκπαιδεύσεως, που τότε ήταν περί τις τριάντα ημέρες! Η στήλη δηλώνει αδυναμία σχολιασμού των παραπάνω θέσεων.
γ) Αποχώρηση της Ελλάδας από το ΝΑΤΟ. Όπως αναφέρεται στο πρόσφατο πρόγραμμα του κόμματος (σελίδα 18), «δεν θέλουμε την Ελλάδα στο ΝΑΤΟ ούτε το ΝΑΤΟ στην Ελλάδα και αγωνιζόμαστε για τη διάλυσή του». Ομοίως, «το κλείσιμο όλων των ξένων βάσεων στην Ελλάδα. Άμεση κατάργηση των βάσεων της Σούδας και του Ακτίου». [Σ.Σ.: Στην περίοδο του Ψυχρού Πολέμου τέτοιες θέσεις θα εξασφάλιζαν την αμέριστη πολιτική και κυρίως «υλική» υποστήριξη της τότε ΕΣΣΔ. Στην εποχή μας, τι σχέση έχουν όλ’ αυτά με την πραγματικότητα; Για να μην πούμε και ποιος δίνει δεκάρα ή, μάλλον, ρούβλι για τέτοιες θέσεις ή ότι τα μυαλά ορισμένων κόλλησαν στη δεκαετία του ’80;]
δ) «Απεμπλοκή από διεθνείς ή διμερείς συμφωνίες και δραστηριότητες που συνδέονται με το λεγόμενο “πόλεμο κατά της τρομοκρατίας”, οι οποίες υπηρετούν μόνο λογικές περιστολής δημοκρατικών δικαιωμάτων, καταστολής κινημάτων και αντιστάσεων στα ηγεμονικά σχέδια των ΗΠΑ και των κυρίαρχων δυνάμεων της ΕΕ». Αν δεχθούμε ως ορθή τη θέση αυτή, τρομοκρατία δεν υπάρχει.
ε) «Αποχώρηση των ελληνικών στρατιωτικών δυνάμεων από αποστολές που συνιστούν επεμβάσεις του ιμπεριαλισμού σε ξένα εδάφη, ιδίως στο Αφγανιστάν αλλά και στα Βαλκάνια». Ορθή η θέση για το Αφγανιστάν, αλλά για τα Βαλκάνια δεν δέχεται ούτε καν μια συμβολική μας παρουσία -γιατί τέτοια είναι στα Βαλκάνια-, λίγο έξω από την αυλή, δηλαδή, του σπιτιού μας, όπου οργιάζει η Τουρκία με την έντονη στρατιωτική και πολιτική της παρουσία. «Κανένας στρατιώτης έξω από τα σύνορα της Ελλάδας». [Σ.Σ.: Η θέση αυτή θεωρείται εφικτή. Διότι με την προστασία τους δικαιώματος αρνήσεως της στρατεύσεως δεν θα έχουμε στρατιώτες όχι μόνο έξω από τα σύνορα, αλλά ούτε και εντός Ελλάδας.]
στ) «Καταγγελία της στρατιωτικής συνεργασίας με το Ισραήλ και απεμπλοκή από κάθε σχεδιασμό στρατιωτικής επίθεσης στο Ιράν και στη Συρία και στήριξη του αγώνα για τη δημιουργία ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους στα σύνορα του 1967». Αν αφαιρέσουμε την τελευταία θέση, με την οποία ουδείς μπορεί να διαφωνήσει, η θέση του ΣΥΡΙΖΑ είναι η αντίθεση σε κάθε μορφής ενισχύσεως της ελληνικής άμυνας, ακόμη κι αν αυτή είναι στην ουσία… ανέξοδη.
ζ) Στη σελίδα 18 υπάρχει ακόμη η μάλλον… μπαγιάτικη επιδίωξη για απομάκρυνση, μη αποθήκευση ή διέλευση πυρηνικών και άλλων όπλων μαζικής καταστροφής στην Ελλάδα και την Ανατολική Μεσόγειο, που, από απόψεως σοβαρότητας, θυμίζει στους παλαιότερους εκείνη την περίφημη ταμπέλα «Δήμος Δάφνης: Αποπυρηνικοποιμένη Περιοχή».
η) Στις σελίδες 18 και 19 υπάρχει η αναφορά στην «εξωτερική πολιτική στη βάση της υπεράσπισης της ειρήνης και στον αποκλεισμό του πολέμου…». Ο πόλεμος, δηλαδή, εξοβελίζεται, στα πρότυπα της γνωστής απαγορεύσεως του πολέμου των τάξεων που «επέβαλε» ένας γραφικός υπουργός των τότε «αποστατών» στη δεκαετία του ’60. Στο τέλος υπάρχει και η έμμεση αναφορά στην αφελή θέση της αμοιβαίας μειώσεως των εξοπλισμών με την Τουρκία. Σύντομο σχόλιο: Η πολεμική βιομηχανία της Τουρκίας, η οποία καλύπτει το 52% των αναγκών της, απασχολεί πάνω από 70.000 εργάτες, έχει ετήσιο κύκλο εργασιών 8 δις δολάρια και εξαγωγές περί το 1,1 δις δολάρια το 2011. Ο ΣΥΡΙΖΑ προφανώς εκτιμά ότι όλα αυτά η Τουρκία μπορεί να τα θυσιάσει προκειμένου να έχει καλές σχέσεις με την Ελλάδα.
Αντί των προφανών συμπερασμάτων, λίγες μόνο λέξεις: Άλλο πράγμα ο ακτιβισμός κι άλλο η πολιτική. Αυτό που κρίνεται στις επόμενες εκλογές είναι η πολιτική. Και πολιτική χωρίς μια ρεαλιστική σοβαρή θέση για την άμυνα και την ασφάλεια της χώρας -και δη υπό τις παρούσες συνθήκες- είναι επικίνδυνη. Στην επικαιροποίηση του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη, διότι η διεκδίκηση της εξουσίας με σοβαρές πιθανότητες οδηγεί αναπόφευκτα σε αναθεώρηση θέσεων και απόψεων, είναι πιθανό κάποια από αυτά τα σημεία να επανεξεταστούν. Η ίδια η πραγματικότητα σε αυτή την περιοχή και η ευθύνη για την ασφάλεια ενός λαού δεν αφήνουν περιθώρια.
Επίκαιρα (24-05-2012)

Συνέχεια ανάγνωσης

Εκλογές 2009

Ελληνικές εκλογές 2009

Δημοσιεύτηκε

στις

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινφογνώμων

Infognomon Logo

Περιηγηθείτε στα κορυφαία βιβλία του βιβλιοπωλείου μας

Προβολή όλων

Δημοφιλή