Ακολουθήστε μας

Ανθρώπινα Δικαιώματα

Η Τουρκία και οι σύμμαχοί της πρέπει να διωχθούν για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας

Δημοσιεύτηκε

στις

Ο Noory Fakhry* γράφει σχετικά με την εκδίωξη των Κούρδων στην Τουρκία
Στο Βόρειο Κουρδιστάν, μέρος της Τουρκίας παρόμοιο με όλα τα άλλα μέρη του Κουρδιστάν (Ιράν και τη Συρία), τα θεμελιώδη δικαιώματα των Κούρδων έχουν παραβιαστεί από την τουρκική κυβέρνηση. Οι μαζικές καταναγκαστικές εξώσεις Κούρδων από τισ εστίες τους είναι από τις πιο θεμελιώδεις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από την Τουρκία.Η τουρκική κυβέρνηση έχει διαπράξει ενεργά πολλές καταναγκαστικές εξώσεις Κούρδων με ορισμένες αιτιολογήσεις. Τα τουρκικά στρατεύματα δαιμονοποιούν χιλιάδες χωριά και ένα μεγάλο αριθμό πόλεων. Πάνω από 350.000 άτομα έχουν εκκενωθεί από 3.500 χωριά. Οι περισσότερες κατεδαφίσεις των κουρδικών χωριών με αυτή τη μέθοδο έγιναν στην Νοτιοανατολική Τουρκία κατά τη περίοδο 1984-2000. Όμως η κυβέρνηση της Τουρκίας εξακολουθεί και συνεχίζει να καταστρέφει χωριά και να προβαίνει σε καταναγκαστικές εξώσεις Κούρδων από τισ εστίες τους με τις στρατιωτικές της δυνάμεις να βομβαρδίζουν την κουρδική περιοχή, γεγονός που οδήγησε σε ευρείες μετατοπίσεις πληθυσμού, πολλές απώλειες ζωής, και την καταστροφή του περιβάλλοντος.
Μία από τις δικαιολογίες για τις μετατοπίσεις και τις καταναγκαστικές εξώσεις των Κούρδων από τις εστίες τους ήταν ότι τα κουρδικά χωριά παρέχουν υποστήριξη διοικητικής μέριμνας στο ΡΚΚ. Επίσης αποτέλεσμα της εφαρμογής αυτού του δόγματος ήταν η καταστροφή των δασών και του περιβάλλοντος, όπου βρίσκουν καταφύγιο οι αντάρτες του ΡΚΚ.

Στο τακτικό επίπεδο, η βίαιη εκδίωξη των Κούρδων από τις παραδοσιακές τους εστίες έγινε για να αποτραπεί η παροχή τροφίμων και κάθε λογής υπσοτήριξης στους αντάρτες. Σε στρατηγικό επίπεδο, η επιχείρηση αυτή, ανάγκασε τους αντάρτες να επιλέξουν μεταξύ υποχώρησης ή εμπλοκής σε μια αντιπαράθεση με το κράτος στις αστικές περιοχές (ένα σκληρό περιβάλλον για ανταρτοπόλεμο αλλά ευνοϊκό για το κράτος) . Πέρα, όμως, από τους παραπάνω λόγους, η σημαντικότερη επιδίωξη του τουρκικού κράτους με τον βίαιο εκπατρισμό των Κούρδων από την ύπαιθρο, ήταν και παραμένει η αστικοποίηση και στη συνέχεια η αφομοίωσή τους, μέθοδος που εφαρμόστηκε πολλάκις και στο παρελθόν, την περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι όλες αυτές οι στρατιωτικές επιθέσεις του τουρκικού στρατού, που έγιναν καταστρέφοντας τα κουρδικά χωριά,  έχουν γίνει με τη βοήθεια των ΗΠΑ. Στην πραγματικότητα η Τουρκία, ως σύμμαχος των ΗΠΑ μέσω του ΝΑΤΟ, λαμβάνει όπλα από τις ΗΠΑ, από δεκάδες εταιρείες, συμπεριλαμβανομένων Hughes, Boeing, Raytheon και General Dynamics. Παρά την τρομακτική έκθεση για βίαιη κακοποίηση των Κούρδων που συνέταξε η Διεθνής Αμνηστία, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ συνέχισε το εμπόριο όπλων με την Τουρκία. Ο πόλεμος που διεξάγει η Τουρκία εναντίον των Κούρδων, αποτελεί σήμερα τη μεγαλύτερη χρήση όπλων των ΗΠΑ σε μάχες, οπουδήποτε στον κόσμο. 
Σύμφωνα με την έκθεση της Human Rights Watch (Παρατηρητήριο των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων): 
“Στη διάρκεια των μετακινήσεων πλυθυσμών, οι τουρκικές δυνάμεις διατάζουν τους χωρικούς να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και στη συνέχεια καίνε τα χωριά τους. Σε όλες τις περιπτώσεις που ερευνήθηκαν,  η τουρκική κυβέρνηση δεν κατέβαλε καμία προσπάθεια για να παρέχει φροντίδα στους εκτοπισμένους αμάχους, γεγονός που συνιστά επιπρόσθετη παραβίαση του διεθνούς δικαίου. Διάταζουν απλά τους χωρικους να βγουν απο τα σπίτια τους, τους λένε να εγκαταλείψουν τα υπάρχοντά τους πίσω, και στη συνέχεια οι χωρικοί κοιτάζουν τα σπίτια τους να καίγονται. Μετά την καταστροφή, λένε στους χωρικούς να κατευθυνθούν προς την πλησιέστερη πόλη και να μην επιστρέψουν ποτέ”. 
Στη ίδια στιγμή, εκατοντάδες Κούρδοι φονεύονται ή τραυματίζονται. 
Ένας άλλος λόγος των καταναγκαστικών εξώσεων των κουρδικών χωριών και ορισμένων πόλεων από την τουρκική κυβέρνηση είναι η κατασκευή φραγμάτων στην Νοτιοανατολική Τουρκία, στο όνομα του σχεδίου «ανάπτυξης της Ανατολίας», χωρίς την τήρηση των διεθνώς καθιερωμένων κριτηρίων. Έχουν διατυπωθεί σοβαρές ανησυχίες γύρω από το ζήτημα της κατασεκυής των φραγμάτων αυτών, με επιπτώσεις στο περιβάλλον, στα ανθρώπινα δικαιώματα και στην παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά.

Για παράδειγμα η έκθεση αναφέρει:
“Δεκαοκτώ πόλεις και χωριά, συμπεριλαμβανομένης της πόλης της Yusufeli (στο νομό Αερτβίν, του Ανατολικού Πόντου, σ.τ.μ.) θα καλυφθούν εντελώς ή εν μέρει μόνο από το φράγμα Yusufeli. Aυτό θα προκαλέσει αναγκαστική μετατόπιση 15.000 ανθρώπων από τα σπίτια τους, ενώ η κατασκευή του φράγματος θα επηρεάσει έμμεσα τη ζωή άλλων 15.000 ανθρώπων. Δεν εκπονήθηκε κανένα σχέδιο επανεγκατάστασης των ανθρώπων αυτών, ενώ οι διαβουλεύσεις που έγιναν ήταν ελάχιστες. Από την κατασκευή του φράγματος αυτού Θα επηρεαστεί επίσης πολύ και η πολιτιστική κληρονομιά.” 
Εν ολίγοις, η κατασκευή φραγμάτων είναι φανερό ότι θα επιδεινώσει το πρόβλημα των ήδη σοβαρών εσωτερικών μετακινήσεων πληθυσμών που εμφανίζεται στην Τουρκία, με τεράστιες πιέσεις στις κοντινές πόλεις. Η καταστροφή των σπιτιών και αγροκτημάτων ομοίως θα επιφέρει την απώλεια της πλούσιας ιστορικά και αρχαιολογικά κληρονομιάς, συμπεριλαμβανομένης της αρχαίας πόλης Hasankeyf, με προφανείς επιπτώσεις στον πολιτισμό και την ιστορία της περιοχής.
Καμιά από τις δικαιολογίες που επικαλείται η Τουρκία δεν είναι νόμιμη και σύμφωνη με το διεθνές δίκαιο. Ανεξάρτητα με το εάν υποστήριξαν οι χωρικοί το PKK ή όχι, καταναγκαστικοί εκτοπισμοί αυτού του τύπου είναι αντίθετοι με το διεθνές δίκαιο, αφού αυτό δεν είναι δυνατόν να γίνεται για λόγους τιμωρίας και αντεκδίκησης.
Υπάρχουν και κάποιοι δημοσιογράφοι που ισχυρίζονται ότι ορισμένες μετατοπίσεις χωρικών έγιναν από το PKK, επειδή δεν υποστήριζαν το σχέδιο “απελευθέρωσης” του Κουρδιστάν. Είναι όμως δυνατόν να στέκει αυτό το επιχείρημα, από τη στιγμή που είναι σε όλους γνωστό ότι η βάση της πολιτικής του ΡΚΚ είναι η υπεράσπιση των Κούρδων και η προστασία τους από την κτηνωδία της τουρκικής κυβέρνησης. Είναι δυνατόν να συμβαίνει κάτι τέτοιο, από τη στιγμή που το ΡΚΚ καταγγέλλει διεθνώς τους αναγκαστικούς εκτοπισμούς και ενημερώνει συνεχώς τη διεθνή κοινή γνώμη για τις παραβιάσεις των δικαιωμάτων τους;
 Μπορούμε να δούμε πώς καλύπτει το γεγονός αυτό μία από τις εκθέσεις της Human Rights Watch:
“Σε ορισμένες περιπτώσεις που αποτέλεσαν αντικείμενο της έρευνας, μάρτυρες λένε στο Παρατηρητήριο των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ότι οι ίδιοι είχαν διαταχθεί να διαστρεβλώνουν τις πραγματικές συνθήκες θανάτων του άμαχου πληθυσμού και να κρύβουν τις κυβερνητικές ευθύνες. Σε ορισμένες περιπτώσεις, άμαχοι σκοτώθηκαν από τις δυνάμεις ασφαλείας, αλλά παρουσιάστηκαν από την κυβέρνηση ότι ήταν μαχητές του ΡΚΚ. Σε άλλες περιπτώσεις, οι μάρτυρες ή συγγενείς διατάχθηκαν να δηλώσουν δημόσια ότι  “το PKK έκαψε το χωριό” ενώ στην πραγματικότητα υπεύθυνες ήταν οι κυβερνητικές δυνάμεις , ή τους διέταξαν να δηλώσουν ότι “Το PKK είναι υπεύθυνο” για συγκεκριμένους θανάτους που προκάλεσαν τα κυβερνητικά στρατεύματα”.
Οι καταναγκαστικές εξώσεις και εκπατρισμοί Κούρδων που έγιναν κατά τη διάρκεια του πολέμου μεταξύ του PKK και του τουρκικού στρατού είναι αντίθετες με τα άρθρα της σύμβασης της Γενεύης. Και αυτό γιατί, με βάση τις επικρατούσες συνθήκες και τις εκθέσεις της INGO, οι Κούρδοι που κατοικούσαν στα εκκενωθέντα χωριά δεν αντιμετώπιζαν άμεσο κίνδυνο από τις μάχες και από τον πόλεμο και δεν κατέστη αναγκαίο για επιτακτικούς στρατιωτικούς λόγους να υποχρεωθούν να εγκαταλείψουν τα χωριά τους. Από την άλλη πλευρά, σύμφωνα με πολλές ομολογίες, οι εκδιωχθέντες Κούρδοι δέχθηκαν επιθέσεις σκόπιμα από τις στρατιωτικές δυνάμεις που σκότωναν, βασάνιζαν και ντρόπιαζαν τους Κούρδους για να αφήσουν τα χωριά τους και τελικά έκαιγαν τα σπίτια τους, χωρίς καμία προστασία και επανορθωτικά μέτρα.
Ενώ σύμφωνα με την σύμβαση της Γενεύης, σε περίπτωση μάχης, οι ζημίες εναντίον αμάχων θα πρέπει να είναι περιορισμένες και οι μαχητές δεν θα πρέπει να στοχεύουν τα μη στρατιωτικά τμήματα και αντικείμενα, ο τουρκικός στρατός ηθελημένα στόχευε χωριά και τους κατοίκους τους. Επιπλέον, πάντα με βάση τη σύμβαση της Γενεύης, αν σε οποιαδήποτε στιγμή του πολέμου χρειάζεται οι άνθρωποι να αφήσουν τα χωριά ή πόλεις τους, θα πρέπει να επιτρέπεται να επανέλθουν στα σπίτια τους το συντομότερο δυνατόν. Με βάση την ως άνω συνθήκη, “ασαφείς και κενές αιτιολογήσεις για μεγάλης κλίμακας μετατοπίσεις πληθυσμών που έλαβαν χώρα για μια μακρά χρονική περίοδο δεν είναι αποδεκτές. Μαζική μετακίνηση πληθυσμών με την αιτίαση ότι αυτοί αποτελούν την  κοινωνική βάση του αντιπάλου απαγορεύεται ρητά κατά τρόπο μη επιδεχόμενο οποιαδήποτε αντίρρηση.” Να σημειωθεί ότι η καταστροφή των χωριών των Κούρδων έγινε κυρίως με την χρήση του στρατιωτικού εξοπλισμού του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ.
Το άρθρο 7, παράγραφος 1, (β) του καταστατικού της Ρώμης του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου προβλέπει ότι η συστηματική και ευρέως διαδεδομένη «απέλαση ή αναγκαστική μετακίνηση του πληθυσμού» είναι ένα έγκλημα κατά της ανθρωπότητας.
Το έγκλημα αυτό ορίζεται ως εξής:
«Η απέλαση, άλλες καταναγκαστικές πράξεις και η καταναγκαστική μετακίνηση   προσώπων από την περιοχή στην οποία κατοικούν νόμιμα, χωρίς λόγους που προβλέπονται από το διεθνές δικαιο, είναι έγκλημα κατά της ανθρωπότητας». Παραβιάσεις των απαγορεύσεων μετακίνησης πληθυσμών στο πλαίσιο του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου διώκονται ως εγκλήματα πολέμου. Συνεπώς, η Τουρκία έχει διαπράξει εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και οι αρχές της θα πρέπει να διωχθούν για τη διάπραξη αυτών των εγκλημάτων. Επίσης, σύμφωνα με τις συμβάσεις της Γενεύης, οι αρχές του ΝΑΤΟ, των ΗΠΑ και της ΕΕ έχουν κι αυτές ευθύνη για την στρατιωτική και κατασκοπευτική υποστήριξη της Τουρκίας.
Δυστυχώς, όχι μόνο τα ζητήματα αυτά δεν προκαλούν οποιαδήποτε έκφραση φρίκης από τη διεθνή κοινότητα, αντίθετα, πολλά μέλη της διεθνούς κοινότητας συνεχίζουν να συνεργάζονται με την Τουρκία στις κατάφωρες παραβιάσεις των δικαιωμάτων των Κούρδων, ενώ συνεχίζουν να περιορίζουν και τις κινήσεις των Κούρδων που σχετίζονται με τα νόμιμα δικαιώματα τους για αυτοδιάθεση και αυτοάμυνα.

* Φοιτητής στο Πανεπιστήμιο Lund, Διεθνές Δίκαιο των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων

ANF NEWS AGENCY 01 February 2011

Ανθρώπινα Δικαιώματα

The Hong Kong Post: Το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας στοχεύει δημοσιογράφους και οικογένειες στο Χονγκ Κονγκ

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Οι δημοσιογράφοι και οι οικογένειές τους στο Χονγκ Κονγκ βιώνουν κλιμακούμενη παρενόχληση και απειλές από το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας, τόσο στο διαδίκτυο όσο και εκτός διαδικτύου. Η συχνότητα και η σοβαρότητα αυτών των περιστατικών έχουν αυξηθεί τους τελευταίους μήνες, όπως δήλωσε η πρόεδρος της Ένωσης Δημοσιογράφων του Χονγκ Κονγκ (HKJA) Selina Cheng κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στις 13 Σεπτεμβρίου.

Μια έρευνα από το HKJA αποκάλυψε ότι η συστηματική παρενόχληση κορυφώθηκε μεταξύ Ιουνίου και Αυγούστου του τρέχοντος έτους, με αξιοσημείωτη αύξηση από τα μέσα έως τα τέλη Αυγούστου. Αυτό το κύμα εκφοβισμού επηρέασε 15 οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένων 13 Μέσων Ενημέρωσης και δύο ιδρυμάτων κατάρτισης δημοσιογραφίας. Μεταξύ των στόχων ήταν το HKJA, το Hong Kong Free Press, το Inmedia και το Hong Kong Feature. Ειδικοί υποστηρίζουν ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας στοχεύει να ασκήσει έλεγχο στο Χονγκ Κονγκ παρόμοιο με τον έλεγχο του στην ηπειρωτική Κίνα. Το ΚΚΚ φέρεται να ανακατεύεται στην ελευθερία του Τύπου στο Χονγκ Κονγκ, καθώς η χώρα επιτρέπει στους δημοσιογράφους να δημοσιεύουν επικριτικά ρεπορτάζ για την Κίνα και την κυβέρνησή της σε διεθνή Μέσα Ενημέρωσης.

Από τον Ιούνιο, ανώνυμα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου παραπόνων από λογαριασμούς Microsoft Outlook, που υποτίθεται ότι προέρχονται από «πατριώτες», έχουν στοχεύσει τουλάχιστον 15 οικογένειες δημοσιογράφων, μαζί με τους εργοδότες ή τους ιδιοκτήτες τους. Αυτά τα μηνύματα, συχνά απειλητικά στη φύση, διέφεραν σε τόνους. Οι μεγαλύτερες οργανώσεις έλαβαν επίσημες καταγγελίες, ενώ τα μικρότερα μέσα αντιμετώπιζαν περισσότερα απειλητικά μηνύματα, μερικές φορές με τη φωτογραφία και το κείμενο του δημοσιογράφου που έμοιαζαν με σημείωμα λύτρων. Πιστεύεται ότι οι πτέρυγες κατασκοπείας του ΚΚΚ, δηλαδή το Υπουργείο Κρατικής Ασφάλειας (MSS) και το Υπουργείο Δημόσιας Ασφάλειας (MPS), ενορχηστρώνουν αυτές τις δραστηριότητες. Στόχος τους είναι να εκφοβίσουν τη δημοσιογραφική κοινότητα είτε να εγκαταλείψει το επάγγελμά της είτε να εγκαταλείψει τη χώρα.

Από τον Αύγουστο, το Facebook έχει δει μια έκρηξη εχθρικών αναρτήσεων που στοχεύουν Μέσα Ενημέρωσης και δημοσιογράφους, χαρακτηρίζοντας τις νόμιμες αναφορές ως παράνομες ή ταραχές. Το HKJA ανακάλυψε ότι τουλάχιστον 36 δημοσιογράφοι από διάφορα Μέσα Ενημέρωσης κατονομάζονταν σε αυτές τις θέσεις. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι παρενοχλητές επεξεργάστηκαν ή δημοσίευσαν απειλητικές καταχωρήσεις στη Wikipedia. Επιπλέον, σε τουλάχιστον τέσσερις περιπτώσεις, παρενοχλητικά μηνύματα στάλθηκαν στους αριθμούς τηλεφώνου της εργασίας ή του σπιτιού των δημοσιογράφων λίγο μετά τη δημοσίευση αυτών των αναρτήσεων.

Ο πρωταρχικός στόχος του ΚΚΚ είναι να εκφοβίσει τους δημοσιογράφους, τις οικογένειές τους ή τους συνεργάτες τους, διαταράσσοντας τις πηγές εισοδήματός τους ή τις κοινωνικές τους σχέσεις. Αυτή η στρατηγική στοχεύει να τους πιέσει, να τους απομονώσει και να τους απειλήσει, αναγκάζοντας τελικά τους δημοσιογράφους να παραιτηθούν από τη δουλειά ή τους συνδικαλιστικούς ρόλους τους. Ο Τσενγκ περιέγραψε αυτές τις επιθέσεις ως «συντονισμένες και συστηματικές», με στόχο τη δημοσιογραφική κοινότητα στο σύνολό της και όχι συγκεκριμένα άτομα. Η HKJA καταδίκασε αυτές τις τακτικές εκφοβισμού και επιβεβαίωσε τη δέσμευσή της να αντισταθεί στις προσπάθειες φίμωσης του Τύπου. Ωστόσο, στις δηλώσεις τους, απέφυγαν να εμπλέξουν άμεσα την κινεζική κομμουνιστική κυβέρνηση.

Ο Τσενγκ συνέκρινε την παρενόχληση με μια «εξόρμηση για ψάρεμα», όπου οι δράστες προχωρούν εάν ο στόχος δεν ανταποκριθεί. Τουλάχιστον τέσσερα θύματα που συμμετείχαν με τους παρενοχλητές αντιμετώπισαν κλιμακούμενες απειλές. Συμβούλεψε τους δημοσιογράφους να αναφέρουν αυτά τα περιστατικά στην αστυνομία, να ενημερώσουν τον Επίτροπο Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων (PCPD) και να αποφύγουν την αλληλεπίδραση με τους παρενοχλητές. Αν και ορισμένα μηνύματα ανέφεραν ζητήματα όπως οι εκλογές στην Ταϊβάν ή η απαγόρευση του Χονγκ Κονγκ για τα ιαπωνικά θαλασσινά, ο Τσενγκ σημείωσε ότι η παρενόχληση δεν φαίνεται να συνδέεται με συγκεκριμένες ιστορίες ή καταστήματα.

Στα τέλη Ιουλίου, ο Τσενγκ και δύο από τα μέλη της οικογένειάς της παρενοχλήθηκαν. Τα email κατηγορούσαν τους συγγενείς της ότι προωθούν «αντικινεζικά αισθήματα» και απείλησαν τους εργοδότες τους, προειδοποιώντας ότι μπορεί να κινδυνεύσουν να παραβιάσουν τον Νόμο Εθνικής Ασφάλειας ή το Άρθρο 23 εάν συνέχιζαν να συνδέονται με τα μέλη της οικογένειας του Τσενγκ.

Η HKJA, μαζί με τουλάχιστον τρεις δημοσιογράφους, έχει αναφέρει αυτά τα περιστατικά στην αστυνομία. Η HKJA κατήγγειλε αυτές τις ενέργειες ως εκφοβισμό και σοβαρή παραβίαση της ελευθερίας του Τύπου στο Χονγκ Κονγκ. Οι παρενοχλητές χρησιμοποίησαν τακτικές δυσφήμισης και εκφοβισμού για να εμποδίσουν τους δημοσιογράφους να εργάζονται ελεύθερα. Η Ένωση έχει επίσης προσεγγίσει πλατφόρμες όπως το Meta και η Wikipedia. Σε απάντηση, η Wikipedia απαγόρευσε έναν χρήστη που δημοσίευσε προσωπικά στοιχεία δημοσιογράφων. Επιπλέον, η HKJA κινεί νομικές ενέργειες και έχει υποβάλει καταγγελίες στον Επίτροπο Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων (PCPD).

Επιπλέον, τρία θύματα ανέφεραν ότι οι αποσκευές τους ερευνήθηκαν από το τελωνείο κατά την επανείσοδό τους στο Χονγκ Κονγκ και δύο από αυτά έλαβαν απειλητικά μηνύματα WhatsApp λίγο μετά την άφιξή τους. Η HKJA εξέφρασε ανησυχίες για πιθανές διαρροές κυβερνητικών δεδομένων, καθώς οι παρενοχλητές είχαν πρόσβαση σε προσωπικές πληροφορίες που δεν θα έπρεπε να είναι διαθέσιμες στο κοινό. Αν και δεν υπάρχουν άμεσες αποδείξεις που να συνδέουν την παρενόχληση με κυβερνητικές υπηρεσίες, η HKJA ζήτησε τη διεξαγωγή έρευνας και προέτρεψε τις αρχές να προστατεύσουν το απόρρητο των δημοσιογράφων.

Το HKJA ενθαρρύνει τους δημοσιογράφους και τις οικογένειές τους που υφίστανται παρενόχληση να αναζητήσουν επαγγελματική υποστήριξη, είτε μέσω του HKJA είτε μέσω των υπηρεσιών ψυχικής υγείας. Ο Σύλλογος έχει δημιουργήσει υπηρεσίες συναισθηματικής συμβουλευτικής για να βοηθήσει όσους επηρεάζονται από αυτά τα περιστατικά. Συμβουλεύει επίσης τους δημοσιογράφους να προστατεύουν τα προσωπικά τους στοιχεία αποφεύγοντας την κοινή χρήση οικογενειακών φωτογραφιών στο διαδίκτυο και χρησιμοποιώντας ισχυρούς, μοναδικούς κωδικούς πρόσβασης με επαλήθευση σε δύο βήματα για τους λογαριασμούς τους.

Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με αυτό το θέμα στην εβδομαδιαία συνέντευξη Τύπου του στις 17 Σεπτεμβρίου, ο Διευθύνων Σύμβουλος του Χονγκ Κονγκ Τζον Λι δήλωσε ότι όποιος χρειάζεται βοήθεια από τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου μπορεί να αναφερθεί στην αστυνομία ή σε αρμόδια τμήματα όπως το Τμήμα Μετανάστευσης ή τα Τελωνεία και Τμήμα ειδικών φόρων κατανάλωσης. «Οι αρχές επιβολής του νόμου θα χειριστούν τις υποθέσεις αμερόληπτα», διαβεβαίωσε.

ΠΗΓΗ: The Hong Kong Post

Συνέχεια ανάγνωσης

Ανθρώπινα Δικαιώματα

Καναδός που κρατήθηκε για 1000 ημέρες στην Κίνα για κατασκοπεία περιγράφει την οδυνηρή εμπειρία του

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Τον ανέκριναν για 6 έως 9 ώρες καθημερινά, τον έκλειναν σε μια καρέκλα για ώρες και τον αναγκάζανε να επιβιώνει με τρία μπολ με ρύζι την ημέρα.

Ένας Καναδός πολίτης που πέρασε 1.000 ημέρες στην κινεζική κράτηση αποκάλεσε την εμπειρία τίποτα λιγότερο από ψυχολογικά βασανιστήρια που δεν θα ξεχάσει. Το θύμα κρατήθηκε με κατηγορίες κατασκοπείας από τις κινεζικές αρχές και επέστρεψε στην πατρίδα του το 2021, σύμφωνα με ρεπορτάζ του CNN.

Ο λόγος για τον Michael Kovrig, είναι ένας από τους δύο Καναδούς πολίτες που κρατήθηκαν από την Κίνα για περισσότερες από 1.000 ημέρες για καταγγελίες κατασκοπείας, τέθηκε σε απομόνωση για έξι μήνες και υποβλήθηκε σε συνεχείς ανακρίσεις, κάτι που σύμφωνα με τον ίδιο ήταν ψυχολογικά βασανιστήρια.

«Ήταν ψυχολογικά, απολύτως, το πιο εξαντλητικό, οδυνηρό πράγμα που έχω ζήσει ποτέ», είπε ο Κόβριγκ στις πρώτες του δηλώσεις που έδωσε σε καναδικό ειδησεογραφικό οργανισμό CBC μετά την απελευθέρωση από την κινεζική φυλακή πριν από τρία χρόνια.

«Προσπαθούν να εκφοβίσουν, να βασανίσουν, να τρομοκρατήσουν και να σας εξαναγκάσουν να αποδεχτείτε την ψεύτικη εκδοχή της πραγματικότητας», είπε ο Κόβριγκ.

Ο Καναδός πολίτης είχε εμπλακεί σε μια τριετή διπλωματική διαμάχη που ξεκίνησε το 2021 όταν οι καναδικές αρχές συνέλαβαν την Meng Wanzhou, την οικονομική διευθύντρια του κινεζικού τεχνολογικού κολοσσού Huawei, στο Βανκούβερ με την κατηγορία της απάτης. Ο Κόβριγκ αφέθηκε ελεύθερος μόνο αφού οι εισαγγελείς των ΗΠΑ απέρριψαν το αίτημα έκδοσης και συμφώνησαν να αφήσουν ελεύθερο τον Μενγκ, σχεδόν δύο χρόνια αργότερα.

Ο Kovrig, ο οποίος ήταν πρώην διπλωμάτης, εργαζόταν ως ανώτερος σύμβουλος για το think tank International Crisis Group. Σύμφωνα με πληροφορίες, επέστρεφε στο σπίτι με τη σύντροφό του μετά το δείπνο στο Πεκίνο στις 10 Δεκεμβρίου 2018. Η σύντροφός του εκείνη την εποχή ήταν έξι μηνών έγκυος όταν συνελήφθη από τις κινεζικές αρχές.

«Ανεβήκαμε μια σπειροειδή σκάλα ακριβώς μπροστά από την πλατεία μπροστά από την πολυκατοικία μου και μπουμ. Υπήρχαν δώδεκα άντρες στα μαύρα με κάμερες πάνω τους γύρω μας, που φώναζαν στα κινέζικα, «Αυτός είναι», θυμάται ο Κόβριγκ.

Το ειδησεογραφικό ρεπορτάζ της Canadian Broadcasting Corporation (CBC) αναφέρθηκε στο ρεπορτάζ του CNN για τον Κόβριγκ, στο οποίο είχε πει ότι κατά τη σύλληψή του του πέρασαν χειροπέδες, του έδεσαν τα μάτια και τον πέταξαν σε ένα μαύρο SUV και στη συνέχεια τον πήγαν σε ένα κελί με επένδυση που θα ήταν το σπίτι του για τους επόμενους έξι μήνες.

Συνέχεια ανάγνωσης

Ανθρώπινα Δικαιώματα

Απαγωγές φοιτητών στο Βελουχιστάν από το πακιστανικό καθεστώς!

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Η πακιστανική κυβέρνηση κλείνει συνεχώς τα μάτια στις κραυγές για δικαιοσύνη στο Βελουχιστάν.

Το Πακιστάν έχει μακρά ιστορία αναγκαστικών εξαφανίσεων και εξωδικαστικών δολοφονιών, με στόχο ιδιαίτερα υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ακτιβιστές μειονοτήτων που επικρίνουν την κυβέρνηση και τον στρατό, καθώς και άτομα που είναι ύποπτα για εμπλοκή με την αντιπολίτευση.

Εν μέσω συνεχιζόμενων εξαφανίσεων και εξωδικαστικών δολοφονιών στο Μπαλουχιστάν, δύο νεαροί άνδρες, ο Akhtar Shah και ο Sahaj Mengal, απήχθησαν βίαια από τα σπίτια τους από τις ένοπλες δυνάμεις του Πακιστάν στην περιοχή Killi Pandrani, όπως αναφέρει η “Balochistan Post“.

Στις 23 Σεπτεμβρίου, μεγάλος αριθμός πακιστανικών δυνάμεων περικύκλωσε την Killi Pandrani και πραγματοποίησαν επιδρομές σε σπίτια.

Κατά τη διάρκεια αυτής της επιχείρησης, συνέλαβαν τους δύο νεαρούς, τους έδεσαν τα μάτια και τους τοποθέτησαν με τη βία στα οχήματά τους. Προς το παρόν, δεν υπάρχουν πληροφορίες για το πού βρίσκονται, ενώ οι αρχές της περιοχής δεν έχουν ακόμη δηλώσει το περιστατικό.

 

 

«Ανησυχούμε βαθιά για την εξαναγκαστική εξαφάνιση δύο μαθητών, του Musa Khaliqdad και του Sameer Majeed. Στις 22 Σεπτεμβρίου και οι δύο βρίσκονταν βίαια από τον στρατό του Πακιστάν στο Dasht Doro, ένα στρατιωτικό σημείο ελέγχου ενώ ταξίδευαν από το Gwadar στο Kapkapar. Προτρέπουμε τις πακιστανικές αρχές να αποκαλύψουν αμέσως πού βρίσκονται και να διασφαλίσουν την ασφαλή επιστροφή τους», δήλωσε το Pank (Τμήμα Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Εθνικού Κινήματος Baloch) στο X.

Σύμφωνα με τη “Balochistan Post”, 37 άνθρωποι εξαφανίστηκαν βίαια σε όλο το Βελουχιστάν μόνο τον Αύγουστο, ενώ 9 άτομα εξακολουθούν να αγνοούνται, ενώ βρέθηκαν 6 σοροί. Παρά τις πολυετείς διαμαρτυρίες, τις συγκεντρώσεις και την αυξανόμενη διεθνή ευαισθητοποίηση, η πακιστανική κυβέρνηση κλείνει συνεχώς τα μάτια στις κραυγές για δικαιοσύνη στο Βελουχιστάν.

Το Πακιστάν έχει μακρά ιστορία αναγκαστικών εξαφανίσεων και εξωδικαστικών δολοφονιών, με στόχο ιδιαίτερα υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ακτιβιστές μειονοτήτων που επικρίνουν την κυβέρνηση και τον στρατό, καθώς και άτομα που είναι ύποπτα για εμπλοκή με την αντιπολίτευση. Η ανεξέλεγκτη ισχύς του στρατού, σε συνδυασμό με μια συνένοχη κυβέρνηση, έχει δημιουργήσει ένα περιβάλλον φόβου και καταστολής.

Η εμμονή των εξαναγκαστικών εξαφανίσεων στο Μπαγκλαντές παραμένει μια κρίσιμη ανησυχία για τα ανθρώπινα δικαιώματα, με ουσιαστικά στοιχεία που δείχνουν εκτεταμένες και συστηματικές καταχρήσεις από τις πακιστανικές δυνάμεις ασφαλείας. Ο λαός του ΒΕλουχιστάν καλεί επειγόντως για διεθνή προσοχή και παρέμβαση για την αντιμετώπιση αυτών των σοβαρών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Η αυξανόμενη συχνότητα εξαναγκαστικών εξαφανίσεων όχι μόνο παραβιάζει τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά υπογραμμίζει επίσης τις βάναυσες τακτικές που εφαρμόζει ο Πακιστανικός Στρατός για να φιμώσει τα αιτήματα του λαού των Μπαλώχ για αξιοπρέπεια και δικαιοσύνη.

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινφογνώμων

Infognomon Logo

Περιηγηθείτε στα κορυφαία βιβλία του βιβλιοπωλείου μας

Προβολή όλων

Δημοφιλή