Ακολουθήστε μας

Κίνα

Σ. ΑΡΑΒΙΑ ΚΑΙ ΚΙΝΑ ΧΤΙΖΟΥΝ ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΧΡΟΝΙΑ ΜΙΑ ΙΣΧΥΡΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ Ρεαλιστικές σχέσεις Ριάντ και Πεκίνου

Δημοσιεύτηκε

στις

Του ειδικού απεσταλμένου μας ALAIN GRESH *
Μολονότι και οι δύο χώρες συμμετέχουν στο G20, η Σαουδική Αραβία, φύλακας των ιερών τόπων του Ισλάμ, και η Κίνα, που δηλώνει ακόμη άθεο κράτος, βρίσκονται σε μεγάλη απόσταση, τόσο γεωγραφικά όσο και ιδεολογικά. Εντούτοις, εδώ και μία δεκαετία έχουν αναπτύξει στέρεες σχέσεις σε οικονομικό, πολιτιστικό, θρησκευτικό, ακόμη και σε στρατιωτικό επίπεδο.

Ριάντ. Κατά μήκος του αυτοκινητόδρομου, δίπλα στα Carrefour, ξεχωρίζει η φωτεινή επιγραφή του China Mart, ενός αχανούς εμπορικού κέντρου που μόλις άνοιξε, με τα καταστήματά του να είναι γεμάτα με τα χίλια και ένα προϊόντα που έχουν εισαχθεί κατ’ ευθείαν από την Κίνα. Από το Πεκίνο, το κινεζικό πρακτορείο ειδήσεων Ξινχουά αναγγέλλει την άφιξη στη Σαουδική Αραβία τριακοσίων είκοσι δύο μουσουλμάνων, της εμπροσθοφυλακής χιλιάδων άλλων που αναμένονται για το προσκύνημα στη Μέκκα. Τον Ιούνιο του 2010 επιστήμονες από τις δύο χώρες ολοκλήρωσαν την αποκωδικοποίηση του DNA της δρομάδας (καμήλα με μία καμπούρα), ενώ το Πεκίνο προσέφερε στο αραβικό βασίλειο τριάντα επτά καμήλες (με δύο καμπούρες), είδος άγνωστο εδώ. Σύμβολο αυτής της εξωτικής συμβίωσης, το κινεζικό εστιατόριο «Le Mirage» προτείνει ένα πιάτο Πεκίνου με κρέας καμήλας.

Οι εικόνες αυτές αποτυπώνουν μια θεαματική προσέγγιση, η οποία είναι ιδιαίτερα αισθητή στο οικονομικό πεδίο. Το 2009 πρώτη φορά η Κίνα κατέκτησε την κορυφή στις εισαγωγές σαουδαραβικού πετρελαίου, ξεπερνώντας τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ετσι, η Σαουδική Αραβία αντιπροσωπεύει πλέον το 11,4% των εισαγωγών της Κίνας, από μόλις 4% το 2000. Πέρυσι η Κίνα εξήγαγε στο αραβικό βασίλειο, που δείχνει ιδιαίτερη προτίμηση στα 4×4 μεγάλου κυβισμού -αφού η βενζίνη ρέει άφθονη- περισσότερα αυτοκίνητα απ’ ό,τι οι Ηνωμένες Πολιτείες.

Από το σημείο αυτό, όμως, μέχρι να φανταστεί κανείς την ανατροπή των σημερινών συμμαχιών, δηλαδή μια σχέση μεταξύ Πεκίνου και Ριάντ που θα παραγκώνιζε την Ουάσιγκτον, υπάρχει μια απόσταση την οποία ορισμένοι σχολιαστές διασχίζουν ανέμελα, για να εκδηλώσουν είτε τη χαρά είτε την ανησυχία τους (1). Μάλλον βιάζονται, σύμφωνα με τον Ραέντ Κριμλί, σύμβουλο του σαουδάραβα υπουργού Εξωτερικών Σαούντ Αλ-Φαϊσάλ: «Οι σχέσεις μας με την Κίνα δεν συγκρίνονται με τις σημαντικές στρατηγικές σχέσεις μας με τις Ηνωμένες Πολιτείες, μολονότι γνωρίζουμε ότι προκαλούν κάποιες ανησυχίες στην Ουάσιγκτον». Πριν σημειώσει, κάπως πονηρά, ότι το Ριάντ συχνά μεσολαβεί προς το Πεκίνο κατόπιν αιτήματος του «αμερικανού φίλου», όπως για το ζήτημα του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν.

ΒΗΜΑ ΒΗΜΑ
Την ίδια συνετή προσέγγιση υιοθετεί και ο Τζον Σφακιανάκης, της Saudi Fransi Bank, ένας από τους καλύτερους γνώστες του βασιλείου, ο οποίος επιμένει στον καθαρά οικονομικό χαρακτήρα των σχέσεων μεταξύ Πεκίνου και Ριάντ: «Είναι αλήθεια ότι η Κίνα εξάγει περισσότερο εδώ, αλλά αυτό συμβαίνει στις πιο πολλές χώρες. Οι Σαουδάραβες θέλουν να βάλουν και αυτοί το πόδι τους στην Κίνα. Η σχέση αυτή θα γίνει πολιτική όταν η Κίνα αποφασίσει να παίξει ρόλο στην περιοχή [της Μέσης Ανατολής], κάτι που, προς το παρόν, δεν συμβαίνει».

Χωρίς αμφιβολία, το πετρέλαιο αποτελεί τη συγκολλητική ουσία αυτής της συμπόρευσης, η οποία αναπτύχθηκε μετά το 2000, όταν η ζήτηση μαύρου χρυσού είχε καθηλωθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη, τη στιγμή που στην Κίνα παρουσίαζε εκρηκτική άνοδο. Το Ριάντ επιθυμούσε να κερδίσει μια σταθερή αγορά και το Πεκίνο να εξασφαλίσει τον ανεφοδιασμό του σε βάθος χρόνου. Οι κινέζοι αξιωματούχοι, που ξέρουν να χειρίζονται την ξύλινη γλώσσα της διπλωματίας, κάνουν αναφορές στο κοινό πεπρωμένο των λαών, την ανάγκη συνύπαρξης, τον αμοιβαία επωφελή χαρακτήρα της συνεργασίας.

Μακριά από τα ανακοινωθέντα, ωστόσο, διαφαίνονται οι ανησυχίες μιας ανερχόμενης δύναμης. Το 2003 ένα επιτυχημένο μυθιστόρημα με τίτλο «Η μάχη για την προστασία των δρόμων του πετρελαίου», περιέγραφε τον τρόπο με τον οποίο «οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις που φοβούνται την Κίνα» εφάρμοζαν έναν αποκλεισμό που θα οδηγούσε σε πόλεμο (2). Στον κινεζικό τύπο εκφράζεται ανοιχτά, διά στόματος διαφόρων ειδικών, ο φόβος αποκλεισμού του στενού της Μαλάκας, μέσω του οποίου μεταφέρεται ο μαύρος χρυσός. Και όταν οι τιμές του πετρελαίου άγγιζαν τα 150 δολάρια το βαρέλι, διάφορα κινεζικά έντυπα τις ερμήνευαν ως δάκτυλο της Ουάσιγκτον για να βλάψει τη χώρα τους.

Για να μειώσει την εξάρτησή του, το Πεκίνο δεν περιορίστηκε στη σύναψη εμπορικών συμφωνιών με τη Σαουδική Αραβία, αλλά ανέπτυξε και σταυροειδείς επενδύσεις στον τομέα των ορυκτών καυσίμων. Στο πλαίσιο αυτό η σαουδαραβική κρατική εταιρεία Aramco, από κοινού με την ExxonMobil και την κινεζική εταιρεία Sinopec, εγκατέστησε στην κινεζική επαρχία Φουτζιάν διυλιστήριο με δυναμικότητα παραγωγής 240.000 βαρέλια την ημέρα. Μια άλλη σαουδαραβική εταιρεία, η Saudi Basic Industries Corporation (Sabic), κατασκεύασε, μαζί με τη Sinopec, ένα τεράστιο πετροχημικό βιομηχανικό σύμπλεγμα στο Τιανζίν, το οποίο μόλις άρχισε να λειτουργεί. Επιπλέον, κινεζικές εταιρείες έχουν επενδύσει στην κατασκευή πετροχημικών εργοστασίων στη Σαουδική Αραβία, ενώ, για πρώτη φορά, πήραν άδεια για να συμμετάσχουν σε εξερευνήσεις κοιτασμάτων φυσικού αερίου.

ΟΙ ΕΞΑΓΩΓΕΣ
Το πετρέλαιο (και τα πετροχημικά προϊόντα) αποτελούν τον βασικό κορμό των εξαγωγών της Σαουδικής Αραβίας προς την Κίνα, η οποία, από την πλευρά της, εδραιώνεται σε ολοένα περισσότερα τμήματα της σαουδαραβικής αγοράς, από την κατασκευή σιδηροδρομικών γραμμών υψηλής ταχύτητας μέχρι τις βιομηχανίες αφαλάτωσης, αλουμινίου ή τσιμέντου. Τα φθηνά κινέζικα προϊόντα (υφάσματα, παιχνίδια) βρίσκουν αγοραστές μεταξύ των μεταναστών που εργάζονται στη χώρα ή στα φτωχότερα στρώματα του σαουδαραβικού πληθυσμού -χωρίς να προκαλούν εχθρικές αντιδράσεις, όπως στην Αφρική, αφού δεν ανταγωνίζονται κανένα τοπικό προϊόν. Η Κίνα έχει, επίσης, διεισδύσει στην αγορά τελικών προϊόντων με υψηλότερη προστιθέμενη αξία, από τους υπολογιστές και τα κινητά τηλέφωνα μέχρι τα αυτοκίνητα και τα μηχανήματα εκσκαφής.

Οι εταιρείες της κινούνται με ιδιαίτερη επιθετικότητα στις αγορές κατασκευών και δημόσιων έργων. Μάλιστα, παραλίγο να εκτοπίσουν τη Γαλλία στη σύμβαση για την κατασκευή του σιδηροδρόμου υψηλής ταχύτητας Μέκκας-Μεδίνας, γεγονός που επιβεβαιώνει όχι μόνο την ανταγωνιστικότητά τους αλλά και την ικανότητά τους να υφαίνουν στενούς δεσμούς με τους πολιτικούς αξιωματούχους και τη βασιλική οικογένεια. Οι κινεζικές εταιρείες διαθέτουν το πλεονέκτημα του φθηνού εργατικού δυναμικού που, επιπλέον, μπορεί να μετεγκατασταθεί άμεσα -σαράντα χιλιάδες Κινέζοι εργάζονται στη Σαουδική Αραβία, σύμφωνα με την κινεζική πρεσβεία- ενώ είναι πάντοτε έτοιμες, σύμφωνα με τη διατύπωση ενός σαουδάραβα επιχειρηματία, να υποσχεθούν ότι «θα στήσουν το εργοτάξιο… χθες».

Το νόμισμα έχει, όμως, και την άλλη όψη του. Τον περασμένο Οκτώβριο, για δεύτερη φορά μέσα σε μερικούς μήνες, κινέζοι εργάτες στο εργοτάξιο του μετρό της Μέκκας (που εγκαινιάστηκε, τελικά, το Νοέμβριο) διαδήλωσαν, έσπασαν αυτοκίνητα και μερικές βιτρίνες -ένα αρκετά ασυνήθιστο θέαμα για την ιερή πόλη. Διαμαρτύρονταν για τους χαμηλούς μισθούς και τις δύσκολες συνθήκες εργασίας στους 45° C (3). Οι σαουδαραβικές αρχές είναι μάλλον απίθανο να εκτίμησαν το γεγονός… Σε άλλα εργοτάξια οι προθεσμίες δεν τηρήθηκαν, τα κτίρια που παραδόθηκαν δεν πληρούσαν τις προδιαγραφές. Σε μερικές περιπτώσεις οι αστοχίες προκαλούν γέλιο: στο ολοκαίνουριο αίθριο του China Mart ένα κατάστημα που πουλά χρηματοκιβώτια διαθέτει καταλόγους και οδηγίες χρήσης μόνο στα… κινέζικα. Από την άλλη πλευρά, όταν κανείς «σπάει» τις τιμές, έχει και κόστος: Τα κινεζικά μέσα ενημέρωσης αποκάλυψαν ότι η σύμβαση για το μετρό της Μέκκας ήταν ζημιογόνα κατά 4 δισεκατομμύρια γιουάν (πάνω από 600 εκατομμύρια δολάρια) και ότι υπάρχει εμπορική αντιδικία μεταξύ της κινεζικής εργοληπτικής εταιρείας και των σαουδαραβικών αρχών (4).

Παρ’ όλα αυτά, η Κίνα κατάφερε, σε χρόνο-ρεκόρ, να διεισδύσει σε όλη τη Μέση Ανατολή. Ο όγκος των εμπορικών συναλλαγών ανάμεσα στις δύο περιοχές έκανε άλμα από τα 37 στα 110 δισεκατομμύρια δολάρια μεταξύ 2004 και 2009. Από το 2004 και μετά πραγματοποιούνται τακτικά σινο-αραβικά φόρουμ με τη συμμετοχή πολιτικών αξιωματούχων, επιχειρηματιών και εκπροσώπων της κοινωνίας των πολιτών. Οι πολιτιστικές ανταλλαγές πυκνώνουν: Το Πεκίνο εγκαινίασε την αραβική υπηρεσία του τηλεοπτικού του δικτύου συνεχούς ενημέρωσης CCTV (5), το πρακτορείο Ξινχουά έχει παρουσία στο Ριάντ και στις περισσότερες αραβικές πρωτεύουσες, την ίδια στιγμή που το τηλεοπτικό δίκτυο Αλ Τζαζίρα διαθέτει γραφεία στο Πεκίνο. Ο τύπος περιγράφει με λυρισμό την αναβίωση του δρόμου του μεταξιού, ο οποίος, μέχρι τον 15ο αιώνα, αποτελούσε τη σημαντικότερη οδό του διεθνούς εμπορίου, φθάνοντας από τα σύνορα της Κίνας μέχρι τη Μεσόγειο. Ωστόσο, ο ενθουσιασμός πρέπει να είναι συγκρατημένος, καθώς οι ιστορικές αναλογίες δεν αποδεικνύουν πολλά πράγματα. Ο δρόμος του μεταξιού έφθασε στο απόγειό του με την άνοδο των ασιατικών αυτοκρατοριών, οι οποίες διασφάλιζαν, και στρατιωτικά, τις οδούς επικοινωνίας. Δεν βρισκόμαστε εκεί.

Μέχρι στιγμής οι χαμηλοί τόνοι αποτελούν πλεονέκτημα για το Πεκίνο. Ο πρίγκιπας Τουρκί Αλ-Φαϊσάλ είναι αδελφός του υπουργού Εξωτερικών και πρώην επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών, την περίοδο μάλιστα του αγώνα κατά της σοβιετικής εισβολής στο Αφγανιστάν. Εχοντας γίνει πια, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, «ένας απλός πολίτης», είναι ένα από τα ελάχιστα μέλη της βασιλικής οικογένειας που δίνει διαλέξεις στις Ηνωμένες Πολιτείες και δέχεται δημοσιογράφους: «Οι σχέσεις μας με την Κίνα είναι λιγότερο περίπλοκες απ’ ό,τι με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Στην Κίνα δεν υπάρχουν λόμπι που να επηρεάζουν την πολιτική τους, δεν είμαστε όμηροι των εσωτερικών διαιρέσεών τους». Ο Αλ-Φαϊσάλ, πρώην πρέσβης στην Ουάσιγκτον, όπου αναμετρήθηκε με τις αντι-σαουδαραβικές εκστρατείες που ακολούθησαν την 11η Σεπτεμβρίου, γνωρίζει για τι πράγμα μιλάει. Σε αρκετά διεθνή ζητήματα, όπως το ζήτημα του Νταρφούρ, το Ριάντ και το Πεκίνο έχουν παρόμοιες προσεγγίσεις, τον ίδιο σεβασμό για την εθνική κυριαρχία και τη μη ανάμειξη στα εσωτερικά άλλων χωρών, την ίδια ειρωνική περιφρόνηση για τη δυτική διπλωματία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, την οποία θεωρούν τελείως οπορτουνιστική και επιλεκτική.

Η ΠΡΩΤΗ ΚΙΝΗΣΗ
Η εμπιστοσύνη δεν επιβάλλεται με διατάγματα και, στην περίπτωση του Πεκίνου και του Ριάντ, αναδύθηκε μέσα από ένα εμβληματικό γεγονός, ένα απίθανο επεισόδιο, αντάξιο μυθιστορημάτων κατασκοπείας. Φεβρουάριος 1985: Ο πόλεμος μεταξύ Ιράν και Ιράκ βρίσκεται στο απόγειό του. Η Βαγδάτη βομβαρδίζει με πυραύλους τις πόλεις και τις πετρελαϊκές εγκαταστάσεις του Ιράν. Ο «πόλεμος των τάνκερ» πλήττει τα σαουδαραβικά πετρελαιοφόρα. Το Ριάντ, που δεν κρύβει τον ανταγωνισμό του με το καθεστώς του Σαντάμ Χουσέιν, ανησυχεί. Ο βασιλιάς Φαχντ προσεγγίζει τον αμερικανό πρόεδρο Ρόναλντ Ρέιγκαν για να αγοράσει αμερικανικούς πυραύλους και να ενισχύσει, έτσι, την αποτρεπτική δυνατότητα του βασιλείου.

Ο Ρέιγκαν φοβάται τις αντιδράσεις του Ισραήλ, έχοντας μόλις περάσει, με δυσκολία, από το Κογκρέσο, την πώληση ιπτάμενων ραντάρ AWACS στους Σαουδάραβες (6). Αρνείται. Σε ποιον να στραφεί η Σαουδική Αραβία; «Μπορούσαμε να απευθυνθούμε είτε στη Μόσχα είτε στο Πεκίνο», εξηγεί ο Ριχάμπ Μασούντ, ο οποίος υπηρετούσε τότε στην πρεσβεία της Σαουδικής Αραβίας στην Ουάσιγκτον και είναι σήμερα αναπληρωτής γενικός γραμματέας του ισχυρού Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας, με επικεφαλής τον πρίγκιπα Μπαντάρ Μπεν Σουλτάν. «Ο πρόεδρος Ρέιγκαν, όμως, είχε χαρακτηρίσει τη Σοβιετική Ενωση “αυτοκρατορία του κακού”. Ετσι, προτιμήσαμε να στραφούμε προς την Κίνα, με την οποία, μάλιστα, δεν διατηρούσαμε καν διπλωματικές σχέσεις».

Η ευαίσθητη και μυστική αποστολή ανατέθηκε στον πρίγκιπα Μπαντάρ, γιο του υπουργού Αμυνας και… πρέσβη του βασιλείου στην Ουάσιγκτον, όπου κατάφερε διακριτικά να βολιδοσκοπήσει κινέζους διπλωμάτες. Δήθεν οικονομικές αντιπροσωπείες -στην πραγματικότητα στρατιωτικές αποστολές- μυστικές συναντήσεις σε ξενοδοχεία του Χονγκ Κονγκ και μακρές μυστικές διαπραγματεύσεις για τους όρους της σύμβασης, καταλήγουν, το Δεκέμβριο του 1986, στην αγορά πενήντα πυραύλων Dongfeng 3, γνωστών στη Δύση με την ονομασία CSS-2, με βεληνεκές πάνω από 3.000 χιλιόμετρα οι οποίοι, θεωρητικά, θα μπορούσαν να φέρουν και πυρηνικές κεφαλές. Κινεζικά πλοία μεταφέρουν το φορτίο -για να ξεγελάσουν τις Ηνωμένες Πολιτείες, το φορτίο υποτίθεται ότι έχει προορισμό τη Βαγδάτη- και οι σαουδάραβες στρατιωτικοί αρχίζουν να εκπαιδεύονται στο χειρισμό των οπλικών συστημάτων.

Στις αρχές του 1988 οι αμερικανικοί δορυφόροι ανακαλύπτουν τους πυραύλους. Μόλις ο αμερικανικός τύπος το πληροφορείται, αρχίζει να καλλιεργεί την άποψη ότι οι πύραυλοι αυτοί, «που φέρουν πυρηνικές κεφαλές», μπορούν να πλήξουν οποιοδήποτε σημείο στη Μέση Ανατολή. Η ισραηλινή κυβέρνηση απειλεί να βομβαρδίσει τις σαουδαραβικές βάσεις όπου έχουν εγκατασταθεί οι πύραυλοι (7). Εξοργισμένες για τον παραγκωνισμό τους, οι Ηνωμένες Πολιτείες προσφέρουν στη Σαουδική Αραβία τρεις επιλογές: την απόσυρση των πυραύλων, την επιστροφή τους στην Κίνα, την επιθεώρησή τους από αμερικανούς στρατιωτικούς. Η κρίση φθάνει στο αποκορύφωμά της όταν ο αμερικανός πρέσβης επιδίδει στο βασιλιά την επίσημη διαμαρτυρία της χώρας του, προκαλώντας την οργή του Φαχντ και την απέλαση του διπλωμάτη, κίνηση που δεν είχε προηγούμενο στις σχέσεις των δύο χωρών.

Τελικά, η θύελλα θα καταλαγιάσει. Το Μάρτιο του 1988 η Σαουδική Αραβία υπογράφει τη Συνθήκη Μη Διάδοσης των Πυρηνικών Οπλων, για να επιβεβαιώσει ότι δεν έχει τέτοιου είδους φιλοδοξίες. Οι Ηνωμένες Πολιτείες ηρεμούν το Ισραήλ. Αλλά, οι Σαουδάραβες δεν θα ξεχάσουν ότι, σε μια κρίσιμη στιγμή, η Κίνα τους στήριξε. Και το Πεκίνο θα εκτιμήσει το γεγονός ότι το Ριάντ αρνήθηκε στην Ουάσιγκτον την επιθεώρηση των κινεζικών πυραύλων, ενός «ευαίσθητου» στρατιωτικού υλικού.

ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΣΧΕΣΗ
Οι στρατιωτικές σχέσεις μεταξύ Κίνας και Σαουδικής Αραβίας θα διατηρηθούν, πάντοτε με διακριτικό τρόπο. Μολονότι η μόνη γνωστή προμήθεια κινεζικού στρατιωτικού υλικού αφορά εξοπλισμό πυροβολικού το 2008, γίνεται συχνά λόγος για την απόκτηση πυραύλων CSS-5 και CSS-6: κάτι που τρέφει τις φαντασιώσεις των αμερικανικών νεοσυντηρητικών κύκλων για την ύπαρξη σαουδαραβικού στρατιωτικού πυρηνικού προγράμματος (8), που έχει σχεδιαστεί με τη συνενοχή του Πεκίνου και ενός άλλου ιστορικού και στρατηγικού συμμάχου του βασιλείου, του Πακιστάν.

Η συμφωνία για τους πυραύλους έστρωσε το δρόμο για τη σύναψη επίσημων διπλωματικών σχέσεων ανάμεσα στη Σαουδική Αραβία και την Κίνα, το 1990. Φυσικό επακόλουθο η ρήξη του Ριάντ με την Ταϊβάν (9) και η, αρκετά καθυστερημένη, προσχώρησή του στο δόγμα της μίας και ενιαίας Κίνας. Ο Αμπντούλ Καρίμ Γιακουόμπ, εκτελεστικός διευθυντής του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου, σημειώνει ότι, εκείνη την εποχή, «οι Σαουδάραβες είχαν συνειδητοποιήσει πλήρως ότι ήταν προς το συμφέρον τους να μη θεωρούνται πάντοτε σύμμαχοι των Δυτικών, ότι μια πιο ισορροπημένη προσέγγιση ήταν απαραίτητη, και η Κίνα, από την άποψη αυτή, ήταν μια καλή επιλογή».

Το επεισόδιο του πολέμου του Κόλπου (1990-1991), κατά τη διάρκεια του οποίου το Πεκίνο δεν θα ψηφίσει τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ που σηματοδότησαν την έναρξή του, θα προκαλέσει μια κάποια ψυχρότητα, καθώς μετά την εισβολή στο Κουβέιτ η Σαουδική Αραβία είχε πολύ σημαντική συμμετοχή στο μέτωπο κατά του Σαντάμ Χουσέιν. Θα χρειαστούν μερικά χρόνια ακόμη μέχρι οι σχέσεις των δύο χωρών να κάνουν το μεγάλο βήμα προς τα εμπρός. Το 2006, μόλις ενθρονίζεται, ο σαουδάραβας βασιλιάς Αμπντάλα επισκέπτεται την Ασία, πραγματοποιώντας την πρώτη επίσημη περιοδεία του στο εξωτερικό. Μεταβαίνει διαδοχικά στην Κίνα, την Ινδία, τη Μαλαισία και το Πακιστάν. Είναι η πρώτη φορά που αρχηγός του σαουδαραβικού κράτους επισκέπτεται το Πεκίνο. Η επίσκεψη είχε προετοιμαστεί σε κάθε της λεπτομέρεια, ακόμη και με την αποστολή εκπροσώπων της κοινωνίας των πολιτών -είκοσι πέντε άτομα, από τα οποία οι πέντε είχαν… κινεζικές ρίζες. Τον περασμένο Απρίλιο ο κινέζος πρόεδρος Χου Ζιντάο επισκέπτεται το Ριάντ για μία εβδομάδα, μιλά στο Συμβουλευτικό Σώμα (Majliss al-Choura) -σπάνιο προνόμιο για ξένο ηγέτη- και υπογράφει μεγάλο αριθμό συμφωνιών, μία από τις οποίες προβλέπει την εισαγωγή της κινεζικής ιατρικής στο αραβικό βασίλειο.

Οπως εκμυστηρεύεται ο Γιακουόμπ, στο Ριάντ επικρατεί «μεγάλος θαυμασμός για την Κίνα, για τον πολιτισμό της, για το Σινικό Τείχος, για τη διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων. Πολλοί Σαουδάραβες θέλουν να μάθουν την κινεζική γλώσσα. Από τη στιγμή που οι περισσότεροι μισούν τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι επιτυχίες της Κίνας αποτελούν ένα είδος παρηγοριάς». Εντούτοις, αναγνωρίζει ότι τα αισθήματα δεν είναι αμοιβαία: «Οι Κινέζοι δεν θαυμάζουν τον αραβικό κόσμο, επειδή είμαστε αδύναμοι και επειδή η αντίληψη που έχουν προέρχεται κυρίως από τη Δύση». Ομως, εκατοντάδες νέοι Σαουδάραβες σπουδάζουν πλέον στην Κίνα, ακολουθώντας κατά γράμμα τις διδαχές του προφήτη Μωάμεθ: «Πήγαινε και ψάξε τη γνώση μέχρι την Κίνα».

ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ
Το Ριάντ κάνει σοβαρές προσπάθειες για να αλλάξει την εικόνα του. Μετά το σεισμό στο Σιτσουάν της Κίνας, το καλοκαίρι του 2006, το αραβικό βασίλειο προσέφερε τη σημαντικότερη χρηματική βοήθεια -περισσότερα από 40 εκατομμύρια ευρώ- κίνηση που έλαβε μεγάλη δημοσιότητα στην Κίνα. Επιπλέον, στη Διεθνή Εκθεση της Σαγκάης, η Σαουδική Αραβία παρουσίασε ένα εντυπωσιακό περίπτερο, που δέχθηκε πάρα πολλές επισκέψεις: ένα τεράστιο καράβι, σε σχήμα φεγγαριού, με φοίνικες πάνω στο κατάστρωμα, ένα είδος κρεμαστού κήπου που συμβόλιζε τις οάσεις της ερήμου -μία ακόμη αναφορά στο δρόμο του μεταξιού.

Στο δρόμο αυτόν, πάντως, υπάρχουν ακόμη χίλιες και μία παγίδες, τις οποίες οι δύο πλευρές προσπαθούν να αποφύγουν. Το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα είναι από τις πλέον επίφοβες. Εδώ και χρόνια η Κίνα έχει συσφίξει τις σχέσεις της με το Ιράν (τον τρίτο προμηθευτή πετρελαίου του Πεκίνου, μετά τη Σαουδική Αραβία και την Αγκόλα), πουλάει όπλα στην Τεχεράνη και το διμερές εμπόριο επεκτείνεται δυναμικά σε όλους τους κλάδους -ο όγκος του ανερχόταν σε 30 δισεκατομμύρια δολάρια το 2009 και αναμένεται να φθάσει τα 50 δισεκατομμύρια δολάρια μέχρι το 2015. Ετσι, το Πεκίνο παρουσιάζεται επιφυλακτικό απέναντι σε οποιαδήποτε επέκταση των κυρώσεων κατά της Τεχεράνης. Μήνες διαπραγματεύσεων, μία δημόσια επίσκεψη του σαουδάραβα υπουργού Εξωτερικών τον περασμένο Μάιο και πολλές μυστικές συναντήσεις διαφόρων αντιπροσωπειών, συνέτειναν, μαζί με τη μεγάλη προσπάθεια που κατέβαλε η Ουάσιγκτον, ώστε η Κίνα να υπερψηφίσει την απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας για επέκταση των κυρώσεων κατά του Ιράν, στις 9 Ιουνίου 2010. Σαουδαραβικές διπλωματικές πηγές το επιβεβαιώνουν: Η χώρα τους εγγυήθηκε στην Κίνα ότι θα κάλυπτε το κενό σε περίπτωση διακοπής των ιρανικών εξαγωγών πετρελαίου προς το Πεκίνο. Ωστόσο, η Κίνα παραμένει προσεκτική και δεν απομακρύνεται από το γράμμα της απόφασης των Ηνωμένων Εθνών, απορρίπτοντας την περαιτέρω επέκταση των κυρώσεων που επιδιώκουν Ηνωμένες Πολιτείες και Ευρωπαϊκή Ενωση και, μάλιστα, παίρνοντας τη θέση των δυτικών εταιρειών που εγκαταλείπουν το Ιράν.

Οι φόβοι των Σαουδαράβων σχετικά με την απόκτηση στρατιωτικής πυρηνικής τεχνολογίας από το Ιράν -και στο αραβικό βασίλειο είναι πεπεισμένοι ότι η Τεχεράνη προσπαθεί να αποκτήσει πυρηνικά όπλα- οφείλονται, κυρίως, σε μία αιτία που αναφέρεται σπάνια: τις επιπτώσεις μιας τέτοιας εξέλιξης στις σχέσεις… Σαουδικής Αραβίας – Ηνωμένων Πολιτειών. Εάν συμβεί κάτι τέτοιο, οι Αμερικανοί δεν θα μπουν, άραγε, στον πειρασμό να έλθουν σε συνεννόηση με ένα πυρηνικό Ιράν, σε βάρος των Αράβων; «Το ενδεχόμενο τα συμφέροντά μας να παραμεριστούν και από το Ιράν και από τις ΗΠΑ, μας απασχολεί», εκμυστηρεύεται ο πρίγκιπας Τουρκί Αλ-Φαϊσάλ. «Σε μια τέτοια περίπτωση, θα βρισκόμασταν στριμωγμένοι ανάμεσα σε ένα πυρηνικό Ιράν και σε ένα πυρηνικό Ισραήλ». Για να συμπληρώσει, χαμογελώντας: «Ευχαριστούμε το Θεό που υπάρχει ο Αχμαντινετζάντ» -η παρουσία του οποίου κάνει μια τέτοια μεταστροφή πιο δύσκολη.

ΜΕ ΣΥΝΕΣΗ
Οι περιπέτειες αυτές δεν έχουν επηρεάσει υπερβολικά τις σχέσεις μεταξύ Πεκίνου και Ριάντ, υπογραμμίζουν, όμως, με πόση σύνεση η Κίνα κινείται στην περιοχή. Πάει πολύς καιρός από τότε που υποστήριζε τα επαναστατικά κινήματα σε όλο τον Τρίτο Κόσμο, και ιδιαίτερα στη Μέση Ανατολή. Ποιος θυμάται ότι υπήρξε η πρώτη χώρα, μαζί με την Αλγερία, που βοήθησε τη Φάταχ του Γιάσερ Αραφάτ, στη δεκαετία του 1960; Τώρα πια περιορίζεται σε κατευναστικές δηλώσεις και αποφεύγει να αναμειχθεί ενεργά στην αραβοϊσραηλινή διένεξη. Πόσω μάλλον όταν, κατά τη δεκαετία του 1990, ανέπτυξε στενή στρατιωτική συνεργασία με το Ισραήλ -μέχρι τον Ιούλιο του 2000, όταν οι Αμερικανοί έθεσαν βέτο στην πώληση συστημάτων ραντάρ Φάλκον από το Ισραήλ στην Κίνα (10). «Η κάλυψή μας των εξελίξεων στην περιοχή είναι αντιφατική», εξηγεί ένας κινέζος δημοσιογράφος. «Συνυπάρχουν δύο γραμμές, μια αρκετά φιλο-ισραηλινή και μια φιλο-αραβική».

Η Κίνα, που δεν προσκλήθηκε το 2002 να συμμετάσχει στο Κουαρτέτο (Ευρωπαϊκή Ενωση, Ηνωμένα Εθνη, Ηνωμένες Πολιτείες και Ρωσία) για τις αραβο-ισραηλινές ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις, όρισε ειδικό απεσταλμένο για τη Μέση Ανατολή, όμως, ο ρόλος του είναι ακόμη περιορισμένος. Για πρώτη φορά κινέζοι στρατιώτες συμμετέχουν στη διεθνή αποστολή στο Νταρφούρ και, κυρίως, στην προσωρινή δύναμη των Ηνωμένων Εθνών στο Λίβανο, με περίπου τριακόσιους πενήντα άνδρες -το 2006 το Πεκίνο είχε προσφερθεί να αποστείλει χίλιους στρατιώτες στο Λίβανο, κάτι που θα είχε προσδώσει στην Κίνα πολύ πιο ενεργό ρόλο στη λιβανική διένεξη, ενδεχόμενο που είχε ανησυχήσει Παρίσι και Ουάσιγκτον (11).

Η σαουδαραβική ηγεσία το γνωρίζει: η Κίνα δεν μπορεί να της υποσχεθεί τις ίδιες «εγγυήσεις ασφαλείας» που προσφέρουν οι Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες, μάλιστα, εφαρμόστηκαν κατά την ιρακινή εισβολή στο Κουβέιτ, το 1990. Και αύριο; Το Δεκέμβριο του 2008 η Κίνα ανακοίνωνε την αποστολή των πρώτων πολεμικών πλοίων της στα ανοιχτά της Σομαλίας, για να προστατεύσει τον εμπορικό στόλο της, τον ανεφοδιασμό της σε πετρέλαιο και τις εξαγωγές της προς τη Μεσόγειο μέσω του καναλιού του Σουέζ. Το Μάρτιο του 2010 δύο πλοία του κινεζικού ναυτικού ήταν δεμένα στο λιμάνι Ζαγιέντ στο Αμπου Ντάμπι. Το Νοέμβριο, άλλα τρία είχαν αγκυροβολήσει στην Τζέντα.

Ο τοπικός τύπος επισήμανε ότι ήταν η πρώτη φορά από τις αρχές του 15ου αιώνα που κινεζικά πολεμικά πλοία κατέβαιναν στον Ινδικό Ωκεανό. Μεταξύ 1405 και 1433 ένας κινέζος μουσουλμάνος, ο στρατάρχης Τσενγκ Χε, είχε οδηγήσει τον κινεζικό αυτοκρατορικό στόλο και είχε οργώσει τις θάλασσες, φθάνοντας στα στενά του Ορμούζ, την Ερυθρά Θάλασσα και την ανατολική ακτή της Αφρικής. Σύμφωνα με ορισμένες εικασίες είχε πραγματοποιήσει ακόμη και τον περίπλου της Αφρικής, φθάνοντας μέχρι τις Αντίλες (12). Φέρνοντας στο μυαλό του τις υποθέσεις αυτές, ένας σαουδάραβας ακαδημαϊκός δεν έκρυβε την επιθυμία του να ξαναδεί τη χρυσή εποχή της Κίνας, που θα επέτρεπε στη χώρα του να ξεφύγει από την υποχρεωτική συμπόρευση με την Ουάσιγκτον.

(1) Πόσω μάλλον αφού η Σαουδική Αραβία ζήτησε να προσχωρήσει στο BRIC, την κοινή ομάδα που έχουν συγκροτήσει Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία και Κίνα.

(2) Βλ. Ben Simpfendorfer, «The New Silk Road», Palgrave Macmillan, Νέα Υόρκη, 2009. Βλ. επίσης John Garver, Flynt Leverett και Hillary Mann Leverett, «Moving (Slightly) Closer to Iran. China’s Shifting Calculus for Managing its “Persian Gulf Dilemma”», The Edwin Ο. Reischauer Center for East Asian Studies, Ουάσιγκτον, 2009.

(3) «Arab News», Τζέντα, 13 Οκτωβρίου 2010.

(4) «Times Weekly», Πεκίνο, 4 Νοεμβρίου 2010.

(5) http://arabic.cntv.cn

(6) Βλ. Olivier Da Lage, «Un vade-mecum pour responsables de la cooperation militaire», «Le Monde diplomatique», Ιανουάριος 1985.

(7) Για την ισραηλινή διάσταση της κρίσης, βλ. David Β. Ottaway, «The King’s Messenger. Prince Bandar Bin Sultan and America’s Tangled Relationships with Saudi Arabia». Walker & Company, Νέα Υόρκη, 2008.

(8) Σχετικά με αυτές τις θεωρίες συνωμοσίας, βλ. στην ιστοσελίδα της «Washington Post», «Former CIA analyst alleges China-Saudi nuclear deal», στο blog του Jeff Stein, http://voices.washingtonpost.com/

spy-talk/2010/06/former_cia_officer_alle

ges_chi.html.

(9) Οπως και σε άλλες χώρες, στο Ριάντ παραμένει μία πολύ ενεργή εμπορική αντιπροσωπεία της Ταϊβάν.

(10) Βλ. Isabelle Saint-Mezard, «Ινδία-Ισραήλ, δύο εταίροι διακριτικοί», «Le Monde diplomatique»-«Κ.Ε.», 5-12-10. Βλ. http://monde-diplomatique.gr/

spip.php?article293

(11) «China’s growing role in UN peacekeeping», International Crisis Group, Βρυξέλλες, 17 Απριλίου 2009.

(12) Gavin Menzies, «1421, l’annee ou la Chine a decouvert l’Amerique», Intervalles, Παρίσι, 2007. http://www.enet.gr/

Κίνα

Geopolitical Monitor: China-Philippines Tensions Flare in South China Sea

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

After years of relative calm under the pro-China Duterte regime, tensions are mounting between China and the Philippines over the South China Sea. The shift can be attributed in part to the policies of President Ferdinand Romualdez Marcos Jr., who has adopted a more proactive stance against China’s aggressive maneuvers and gray zone tactics in and around Philippines waters. The pivot has brought about a marked warming of US-Philippines relations; for example, the two countries hammered out an agreement to expand US military bases in the Philippines by four in 2023, including in the highly strategic Cagayan province south of Taiwan. Now options like regular US-Philippine joint patrols in the South China Sea are increasingly being considered, suggesting new tactical possibilities for deterrence, but also new ways to trigger unintended escalations.

The Philippines’ South China Sea Transparency Initiative

The perception of worsening China-Philippines tensions could be amplified by the fact that much of these gray zone tactics and interdictions once took place behind the scenes, unnoticed or unremarked on by Manila during the Duterte years. This changed in May 2024 with the launch of a ‘transparency initiative’ by the Marcos administration, which intended to monitor and expose China’s aggressive actions near the Second Thomas Shoal (Ayungin in the Philippines) and elsewhere. As others have pointed out, this is not the first time that the Philippines has tried to name and shame Beijing for its actions in the South China Sea. But the initiative is a clear departure from Manila’s recent passivity, and it lays the diplomatic groundwork for increased support from the United States, Australia, and Japan – all of which fall in the Western camp – if not regional allies in ASEAN.

Manila is launching its own foray in a wider information war with the transparency initiative, evident in a recent incident involving a 60 Minutes crew and other journalists. The crew was invited to observe patrols on a Philippine Coast Guard vessel by the Philippines government, and filmed aggressive ramming maneuvers by the Chinese Coast Guard in the waters near the Sabina Shoal in September. Yet before they had even returned to port, China had already disseminated its own narrative of the clash, identifying the Philippines Coast Guard as the aggressor and the 60 Minutes crew as Western propagandists, complete with pictures.

Where the China narrative may have gone unchallenged before, the transparency initiative offers the possibility of an alternative interpretation; however, this doesn’t mean that Manila’s version is reaching and/or convincing the audiences it wants to target.

China Changes Tack at the Second Thomas Shoal

The transparency initiative has failed to defuse tensions at the Second Thomas Shoal. In fact, research from the Asia Maritime Transparency Initiative illustrates a spike in the presence of Chinese vessels from mid-2023, mainly on the back of increased involvement from the People’s Armed Forces Maritime Militia (PAFMM). The researchers also note that PAFMM, Coast Guard, and PLA Navy vessels have been more likely to employ aggressive tactics (ramming, water cannon, boarding) over this span.

The Second Thomas Shoal is the site of the BRP Sierra Madre, a grounded Philippine Navy ship turned impromptu military outpost and sovereignty marker. Tensions at the shoal revolve around Philippine missions to resupply the BRP Sierra Madre and attempts on the Chinese side to interdict new supplies.

Source: Geopolitical Monitor

Συνέχεια ανάγνωσης

Κίνα

PhilStar Global: Πράκτορας της Κίνας ομολόγησε ότι διενεργούσε κατασκοπεία στις Φιλιππίνες

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Ο Κινέζος κατάσκοπος She Zhijiang, που κρατείται επί του παρόντος στην Ταϊλάνδη αντιτίθεται στον επαναπατρισμό στην Κίνα, ισχυρίστηκε σε ένα ντοκιμαντέρ του Al Jazeera ότι ξεκίνησε το κατασκοπευτικό έργο του στις Φιλιππίνες το 2016 ενώ απέφευγε τις κινεζικές αρχές που είχαν διατάξει τη σύλληψή του για παράνομο τζόγο.

Είπε ότι ο στρατηλάτης του υποσχέθηκε να κανονίσει την απόσυρση της ποινικής του υπόθεσης εάν αποδεχόταν τις κατηγορίες.

Στο ντοκιμαντέρ, ισχυρίστηκε ότι συνεργάστηκε με την απολυθείσα δήμαρχο της Μπαμπάν Άλις Γκούο για το Υπουργείο Κρατικής Ασφάλειας της Κίνας, την υπηρεσία μυστικής αστυνομίας του κομμουνιστικού κόμματος.

Ο κατάσκοπος ομολόγησε την ιδιότητά του ανάφερει, ότι “η Κίνα δεν μπορεί να είναι αξιόπιστη. Οι δυο μας αφιερώσαμε κάποτε τη ζωή μας στο υπουργείο Κρατικής Ασφάλειας της Κίνας. Δείτε τι μου συνέβη», είπε.

Ο πρόεδρος της Γερουσίας Francis Escudero είπε ότι εναπόκειται στα Υπουργεία Δικαιοσύνης (DOJ) και Εξωτερικών Υποθέσεων (DFA) να συντονιστούν με τις αρχές της Ταϊλάνδης εάν επιθυμούν να εμβαθύνουν στους ισχυρισμούς που εγείρει ο She κατά της Guo.

Ο Escudero είπε ότι το ντοκιμαντέρ του Al Jazeera με θέμα She θα πρέπει να εξεταστεί από τις αρχές για πιθανή κατάθεση υπόθεσης κατασκοπείας εναντίον της Guo.

Ο πρόεδρος της Γερουσίας είπε ότι υπάρχει ανάγκη οι κυβερνητικές υπηρεσίες των Φιλιππίνων να συντονιστούν με την Ταϊλάνδη όπου κρατείται για φερόμενο παράνομο διαδικτυακό τζόγο.

«Δεν μπορώ να πω αν το ντοκιμαντέρ έχει εμπιστοσύνη. Το πρόβλημα είναι ότι η μαρτυρία του που δόθηκε στην Ταϊλάνδη μπορεί να μην χρησιμοποιηθεί στο δικαστήριο επειδή δεν υπάρχει περίπτωση να γίνει αντιπαράθεση εξέτασης. Αυτό εναπόκειται στους εισαγγελείς του DOJ και του DFA να το καθορίσουν. Είναι μια περίπλοκη διαδικασία», είπε ο Escudero σε συνέντευξη στο dwIZ το Σάββατο 28 Σεπτεμβρίου.

«Σε κάθε περίπτωση, το περιστατικό θα μπορούσε να εμπίπτει στις διατάξεις της κατασκοπείας, η οποία είναι κατασκοπεία για μια χώρα ακόμη και χωρίς πόλεμο», πρόσθεσε.

Ο Εσκουντέρο επαίνεσε την έρευνα του Κογκρέσου σχετικά με την Γκούο επειδή χρησιμοποίησε τη δημοσιότητα για τη διάδοση των παράνομων τυχερών παιχνιδιών καθώς και στη συμπαιγνία μεταξύ διεθνών εγκληματικών συνδικάτων και αξιωματούχων της τοπικής κυβέρνησης.

Από την πλευρά του, ο ηγέτης της μειονότητας της Γερουσίας Ακουιλίνο Πιμεντέλ Γ’ είπε, ότι το ντοκιμαντέρ μεταδόθηκε από ένα νόμιμο πρακτορείο ειδήσεων, προειδοποιώντας ότι μπορεί μην τεθεί υπόψιν η μαρτυρία ενός κρατούμενου.

«Ας μην πιστεύουμε εύκολα τα λόγια ενός κρατούμενου. Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που ασκούν πίεση σε έναν κρατούμενο μάρτυρα», είπε ο Πίμεντελ σε ξεχωριστή συνέντευξη στο dwIZ.

Εν τω μεταξύ, ο πρώην γερουσιαστής Πινγκ Λάκσον επαίνεσε την τετραμελή επιτροπή της Βουλής που αντιμετώπισε την Γκούο με το ντοκιμαντέρ και την κατηγόρησε για τους υποτιθέμενους δεσμούς της με το κινεζικό κομμουνιστικό κόμμα.

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινδία

Asian Lite: Σημαντικό οικονομικό κόστος για το Πακιστάν οι επιθέσεις σε Κινέζους υπηκόους

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Το Πεκίνο εκφράζει ολοένα και περισσότερο την απογοήτευσή του για την αποτυχία του Ισλαμαμπάντ να αντιμετωπίσει τις οικονομικές προκλήσεις και τις προκλήσεις ασφαλείας

Οι σχέσεις Κίνας-Πακιστάν έχουν μια πτωτική πορεία εν μέσω αυξανόμενων διαφορών για πολλά διμερή ζητήματα. Το Πεκίνο γίνεται ανυπόμονο για την αποτυχία του Ισλαμαμπάντ να αποπληρώσει τα χρέη και να παρέχει επαρκή ασφάλεια στους Κινέζους υπηκόους στο Πακιστάν. Παρά την εξωτερική χρηματοδότηση από παγκόσμιους θεσμούς και την οικονομική στήριξη της Κίνας, το Πακιστάν δεν κατάφερε να σταθεροποιήσει την οικονομία. Κατά συνέπεια, ο Οικονομικός Διάδρομος της Κίνας-Πακιστάν (CPEC) επιβραδύνεται εν μέσω αναφορών για πολλά έργα που αντιμετωπίζουν καθυστερήσεις ή πιθανές διακοπές λειτουργίας. Ενώ το Πεκίνο προσπαθεί με κάποιο τρόπο να σώσει το CPEC και άλλα έργα, το Ισλαμαμπάντ ενδιαφέρεται περισσότερο για τη διμερή συνεργασία στον τομέα της άμυνας και της ασφάλειας, κυρίως κατά της Ινδίας.

Σύμφωνα με αναφορές, το Πακιστάν πιέζει την Κίνα να πραγματοποιήσει ασκήσεις κατά της τρομοκρατίας σε περιοχές κατά μήκος των συνόρων Ινδίας-Πακιστάν. Η Κίνα φέρεται να έχει δείξει απροθυμία στην πρόταση του Πακιστάν, η οποία μπορεί να προκαλέσει άσκοπα εντάσεις με την Ινδία. Αυτό δείχνει ότι το Ισλαμαμπάντ δεν ενδιαφέρεται σοβαρά για τη διασφάλιση της ασφάλειας και της ασφάλειας των Κινέζων πολιτών στο Πακιστάν, αλλά θέλει να χρησιμοποιήσει διμερείς και πολυμερείς στρατιωτικές ασκήσεις για να προκαλέσει την Ινδία και να κρύψει τις αντιτρομοκρατικές αποτυχίες του.

Από την έναρξη της νέας στρατιωτικής επιχείρησης, Azm-i-Istehkam (Αποφασιστικότητα για σταθερότητα), στις 22 Ιουνίου, οι τρομοκρατικές επιθέσεις στο Πακιστάν έχουν αυξηθεί σημαντικά. Σύμφωνα με έκθεση του Πακιστανικού Ινστιτούτου Μελετών Συγκρούσεων και Ασφάλειας (PICSS), τουλάχιστον 254 άνθρωποι, μεταξύ των οποίων 92 πολίτες και 54 μέλη του προσωπικού ασφαλείας, σκοτώθηκαν σε επιθέσεις μαχητών και βομβαρδισμούς τον Αύγουστο, καθιστώντας τον τον πιο θανατηφόρο μήνα για το Πακιστάν τα τελευταία έξι χρόνια. Πιο ανησυχητικό είναι ότι η πλειονότητα αυτών των επιθέσεων σημειώθηκαν στο Βελουχιστάν και στο Χάιμπερ Παχτούνχβα, περιοχές που φιλοξενούν πολλά έργα που χρηματοδοτούνται από την Κίνα. Το Βελουχιστάν σημείωσε απότομη αύξηση της βίας, με τουλάχιστον 125 νεκρούς, μεταξύ των οποίων 80 πολίτες, 22 μέλη του προσωπικού ασφαλείας και 23 μαχητές. Τα τελευταία χρόνια, Κινέζοι υπήκοοι έχουν γίνει συχνά στόχοι φονικών επιθέσεων σε αυτές τις επαρχίες. Στις 26 Μαρτίου, μια βομβιστική επίθεση αυτοκτονίας στοίχισε τη ζωή σε πέντε Κινέζους μηχανικούς που εργάζονταν στο έργο του φράγματος Dasu στην περιοχή Shangla, στην επαρχία Khyber Pakhtunkhwa.

Έκρηξη λεωφορείου Dasu

Επιπλέον, μόλις μια εβδομάδα πριν από την επίθεση αυτοκτονίας, οι αντάρτες των Μπαλόχ στόχευσαν κινεζικά συμφέροντα εισβάλλοντας στο συγκρότημα Gwadar Port Authority (GPA) και στη ναυτική βάση Turbat κοντά στο λιμάνι Gwadar που διοικείται από την Κίνα, το οποίο είναι βασικό συστατικό του CPEC, στην επαρχία Βελουχιστάν. Αυτά τα περιστατικά ανανέωσαν τις σοβαρές ανησυχίες για την ασφάλεια του κινεζικού προσωπικού και έργων στο Πακιστάν. Μόλις δύο ημέρες μετά τη βομβιστική επίθεση στο Dasu, μια κινεζική εταιρεία ανέστειλε τα έργα πολιτικού έργου στο Tarbela 5th Extension Hydropower Project και απέλυσε περισσότερους από 2.000 εργαζομένους για «λόγους ασφαλείας». Το 2021, οι πακιστανικές αρχές είχαν αναθέσει σύμβαση 355 εκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ στην Power Construction Corporation of China Ltd για έργα. Το φράγμα Tarbela των 1.530 MW είχε προγραμματιστεί να ξεκινήσει την παραγωγή ενέργειας πριν από το 2026.

Οι επιθέσεις σε Κινέζους υπηκόους έχουν σημαντικό οικονομικό κόστος για το Πακιστάν, το οποίο ήδη αντιμετωπίζει μια σοβαρή οικονομική κρίση. Το Πεκίνο εκφράζει όλο και πιο έντονα την απογοήτευσή του για την αποτυχία του Ισλαμαμπάντ να αντιμετωπίσει τις οικονομικές προκλήσεις και τις προκλήσεις ασφάλειας. Τον Ιούνιο, ο Κινέζος Πρόεδρος Xi Jinping προειδοποίησε τον Πακιστανό πρωθυπουργό Shehbaz Sharif ότι ενώ η Κίνα ήταν ανοιχτή στην επέκταση και την αναβάθμιση των οικονομικών δεσμών, το Ισλαμαμπάντ έπρεπε πρώτα να δημιουργήσει ένα «ασφαλές, σταθερό και προβλέψιμο» επιχειρηματικό περιβάλλον για τις κινεζικές εταιρείες και το προσωπικό.

Ομοίως, ο Liu Jianchao, Υπουργός του Τμήματος Διεθνών Συνδέσμων του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας – υπεύθυνος για τη διαχείριση των σχέσεων της Κίνας με πολιτικούς οργανισμούς παγκοσμίως – τόνισε το «έλλειμμα εσωτερικής ασφάλειας» του Πακιστάν ως σημαντικό παράγοντα που διαβρώνει την εμπιστοσύνη των Κινέζων επενδυτών. Δήλωσε ότι «οι απειλές για την ασφάλεια είναι οι κύριοι κίνδυνοι για τη συνεργασία της CPEC». Ο Λιου επεσήμανε επίσης τη συνεχιζόμενη πολιτική αστάθεια του Πακιστάν ως βασικό λόγο για τις οικονομικές του αποτυχίες, προτρέποντας τους Πακιστανούς πολιτικούς να ενωθούν και να αντιμετωπίσουν τις περίπλοκες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα.

Shehbaz Sharif και Xi Jinping

Ο πρωθυπουργός του Πακιστάν, Shehbaz Sharif, επισκέφθηκε την Κίνα από τις 4-8 Ιουνίου με μια μεγάλη υπουργική αντιπροσωπεία, συμπεριλαμβανομένου του αρχηγού του πακιστανικού στρατού, στρατηγό Syed Asim Munir, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να αναζωογονήσει τους διμερείς δεσμούς με τον σύμμαχό τους «παντός καιρού». Ήταν η πρώτη εκτεταμένη επίσκεψη του Σαρίφ στην Κίνα αφότου έγινε πρωθυπουργός τον Μάρτιο. Κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του, ο Σαρίφ φέρεται να αναζήτησε νέα δάνεια από το Πεκίνο και ζήτησε περισσότερο χρόνο για την αποπληρωμή των εκκρεμών χρεών. Ωστόσο, δεν πήρε τίποτα ουσιαστικό σε αντάλλαγμα πέρα ​​από ελάχιστα Μνημόνια Συνεννόησης και πολλές προειδοποιήσεις από την κινεζική πλευρά. Τον Αύγουστο, ο Σαρίφ είχε γράψει μια επιστολή στην κινεζική κυβέρνηση ζητώντας επαναπρογραμματισμό του χρέους για το Πακιστάν σε μια προφανή προσπάθεια να εξασφαλίσει την έγκριση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για οικονομική διάσωση 7 δισεκατομμυρίων δολαρίων μέχρι τον επόμενο μήνα.

Η Κίνα ανησυχεί όλο και περισσότερο για τις χρηματοοικονομικές επενδύσεις της στο Πακιστάν, φοβούμενη ότι ενδέχεται να μην αποφέρουν θετικές αποδόσεις στο μέλλον. Συγκεκριμένα, το ένα τρίτο του συνολικού εξωτερικού χρέους του Πακιστάν οφείλεται στην Κίνα. Ωστόσο, το Ισλαμαμπάντ φαίνεται πιο επικεντρωμένο στη χρήση πολυμερών και περιφερειακών πλατφορμών όπως τα Ηνωμένα Έθνη ή ο Οργανισμός Συνεργασίας της Σαγκάης (SCO) για να στοχεύσει την Ινδία. Το Πεκίνο απογοητεύεται με τις προσπάθειες του Πακιστάν να το χρησιμοποιήσει ως εργαλείο για την προώθηση της αντι-ινδικής ατζέντας του. Αντί να αντιμετωπίσει τις εικαζόμενες διασυνοριακές τρομοκρατικές επιθέσεις από το Αφγανιστάν και το Ιράν, ο στρατός του Πακιστάν θέλει να διεξάγει περισσότερες αντιτρομοκρατικές ασκήσεις με την Κίνα σε περιοχές κοντά στα σύνορα με την Ινδία. Οι αναφορές αναφέρουν ότι οι αντάρτες Μπαλόχ και οι Τεχρίκ-ι-Ταλιμπάν βρίσκονται πίσω από πολλές επιθέσεις που στοχεύουν Κινέζους υπηκόους στο Πακιστάν, με ομάδες να έχουν αναφερθεί παρουσία στους δυτικούς γείτονες του Πακιστάν. Ωστόσο, ο στρατός του Πακιστάν εξακολουθεί να διστάζει να πραγματοποιήσει κοινές αντιτρομοκρατικές ασκήσεις με την Κίνα είτε στο Μπαλουχιστάν είτε στο Khyber Pakhtunkhwa, δείχνοντας τη διπροσωπία του Πακιστάν όσον αφορά την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας.

Παρά τις ψευδείς διαβεβαιώσεις του Πακιστάν για ενίσχυση της ασφάλειας κατόπιν επανειλημμένου αιτήματος της Κίνας, συμπεριλαμβανομένης μιας νέας αντιτρομοκρατικής επιχείρησης, η κατάσταση συνεχίζει να επιδεινώνεται, με αυξανόμενες αναταραχές και βία που στοχεύουν βασικά κινεζικά έργα στο πλαίσιο της Πρωτοβουλίας Belt and Road. Η συνεχιζόμενη αστάθεια παρουσιάζει άνευ προηγουμένου προκλήσεις για το λιμάνι του Γκουαντάρ, το CPEC και την «παντός καιρού» συνεργασία της Κίνας με το Πακιστάν. Τελικά, η ευθύνη για αυτές τις οπισθοδρομήσεις βαρύνει την ανικανότητα, τη διττή συμπεριφορά του Πακιστάν και τις συνεχείς προσπάθειές του να χρησιμοποιήσει τη σχέση του με την Κίνα εναντίον της Ινδίας.

 

ΠΗΓΗ: Asian Lite

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινφογνώμων

Infognomon Logo

Περιηγηθείτε στα κορυφαία βιβλία του βιβλιοπωλείου μας

Προβολή όλων

Δημοφιλή