Τη δεκαετία του 1990, όταν κορυφώθηκαν οι απειλές της Τουρκίας εναντίον της Ελλάδας, που είχαν ως σκοπό την αποτροπή της επέκτασης των χωρικών υδάτων της πατρίδας μας στα 12νμ, η Ελλάδα κατόρθωσε έγκαιρα να «διαγνώσει» τις προθέσεις και τους σχεδιασμούς της γείτονος και προχώρησε σε μια εύστοχη εκτίμηση απειλής από την οποία εξαρτήθηκαν οι επιχειρησιακοί σχεδιασμοί των ενόπλων δυνάμεων και οι αποφάσεις που λήφθηκαν για τα αναγκαία εξοπλιστικά προγράμματα που θα υποστήριζαν τα εθνικά μας σχέδια και στόχους.
Το 1999, με την υπογραφή της Συμφωνίας του Ελσίνκι, που ήταν ένα σημείο καμπής για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, η Τουρκία έδειχνε έμπρακτα ότι η είσοδος στην ΕΕ ήταν πρωταρχικός στόχος της εξωτερικής της πολιτικής, ήταν εθνικός της στόχος, για λόγους που δεν είναι του παρόντος.
Εξ αυτού του λόγου, για να υπηρετήσει αυτόν τον εθνικό στόχο, η Τουρκία, ενώ συνέχισε τις παραβιάσεις του εναέριου χώρου στο Αιγαίο και ενώ αρνούνταν να αναγνωρίσει την Κυπριακή Δημοκρατία, ταυτόχρονα απέφευγε ενέργειες που θα προκαλούσαν ένταση η οποία θα μπορούσε να μετατραπεί σε μια ελληνοτουρκική κρίση, όπως συνέβαινε τις τρεις προηγούμενες δεκαετίες.
Όλα άλλαξαν το καλοκαίρι του 2015, όταν ο Ερντογάν είδε το Κόμμα της Δημοκρατίας των Λαών (HDP), που στελεχώνεται κυρίως από Κούρδους, να λαμβάνει το απίστευτο 13,1% και να καταλαμβάνει 80 από τις 550 έδρες του τουρκικού Κοινοβουλίου. Αυτό, σε συνδυασμό με τις εξελίξεις στη Συρία, όπου οι Κούρδοι με την υποστήριξη των ΗΠΑ είχαν ιδρύσει τρία κουρδικά καντόνια και απολάμβαναν μια ντε φάκτο αυτονομία, οδήγησε στην αλλαγή τω προτεραιοτήτων στους εθνικούς στόχους της Τουρκίας.
Ο στόχος της ΕΕ πέρασε στη δεύτερη ή την τρίτη θέση, ενώ την πρώτη θέση κατέλαβε η αντιμετώπιση του Κουρδικού και τη δεύτερη η ανεξαρτητοποίηση της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής.
Όπως γίνεται αντιληπτό, οι ανακατατάξεις αυτές εκ των πραγμάτων επηρέασαν και τη συμπεριφορά της Τουρκίας απέναντι στην Ελλάδα. Οι Βρυξέλλες δεν ήταν πλέον ένας σοβαρός εξισορροπητικός παράγοντας στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Έτσι, άρχισε η Τουρκία να στέλνει και πάλι ερευνητικά σκάφη στο Αιγαίο και να αυξάνει τη δόση της έντασης και της επιθετικότητας, η οποία σημειωτέον πυροδοτείται και από τις εξελίξεις στο ενεργειακό παιχνίδι στην ΑΟΖ της Κύπρου αλλά και στις ελληνικές θάλασσες.
Για να φθάσουμε στη στροφή της Τουρκίας στη Ρωσία και το Ιράν, λόγω της επιμονής των ΗΠΑ να συνεργάζονται με τους Κούρδους της Συρίας.
Όμως η εξέλιξη αυτή, που οδήγησε στην επιδείνωση των σχέσεων ΗΠΑ-Τουρκίας, περιόρισε τη δυνατότητα των ΗΠΑ να παίζουν έναν εξισορροπητικό ρόλο ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία, ειδικά σε περιόδους κρίσεων, όπως για παράδειγμα σε εκείνη των Ιμίων.
Έτσι η Ελλάδα καλείται να διαχειριστεί την επιθετικότητα της Τουρκίας για πρώτη φορά χωρίς να φαίνεται πιθανή η ύπαρξη ενός παράγοντα που θα μπορούσε να αποτρέψει τη μετατροπή μιας κρίσης σε θερμή συμπλοκή η οποία θα ήταν δυνατόν να κλιμακωθεί και να μετατραπεί σε έναν γενικευμένο ελληνοτουρκικό πόλεμο.
Όμως, ενώ συμβαίνουν όλα αυτά, καλό είναι να δούμε τι έκαναν Ελλάδα και Τουρκία αυτά τα 16 χρόνια ηρεμίας των ελληνοτουρκικών σχέσεων.
Η Ελλάδα στην κυριολεξία όχι μόνο αποκοιμήθηκε αλλά ακολούθησε αυτοκτονική πολιτική, αφού υπήρχαν υπουργοί Εθνικής Άμυνας που εκτός του ότι πήγαιναν για 2-3 ώρες στο γραφείο τους, τα φόρτωσαν όλα στο… γάιδαρο, μείωσαν τη στρατιωτική θητεία και κωλυσιεργούσαν στην…