Ακολουθήστε μας

ΙΣΤΟΡΙΚΑ

Ο Μακεδονικός Αγώνας (1904-1908)

Δημοσιεύτηκε

στις

Πως αφήσαμε να μας ποδοπατούν αδιάντροπα την Μακεδονία όσοι δεν έχουν δικαίωμα ούτε καν να την κοιτάξουν; Πως δεν την φράξαμε με σιδερένιους τοίχους υπερύψηλους και με κάστρα διαμαντένια; Πως δεν χύνουμε το αίμα μας όλο για να την προφυλάξουμε από τους βρώμικους , τους άγαρμπους , τους αιματοπότηδες χοιροβοσκούς και τους αρκουδιαρέους; Πανώρια χώρα πως να μην λυπούνται τις χάρες σου τα μάτια μας και να μην δακρύζουν, αφού βλέπουν ποιοι βάρβαροι αδιάντροπα αγναντεύουν την παρθενιά σου και σε πατούν και σε λερώνουν… Ίων Δραγούμης “Μαρτύρων και Ηρώων Αίμα”

γράφει ο Φιλίστωρ

Πρόλογος
Ο Μακεδονικός Αγώνας ήταν ένας ανορθόδοξος ανταρτοπόλεμος στις αρχές του 20ου αιώνα που διεξήχθη στη Μακεδονία (που τότε ήταν μέρος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας) μεταξύ κυρίως ελληνικών και βουλγαρικών ενόπλων σωμάτων. Ο ένοπλος Αγώνας των Βούλγαρων Κομιτατζήδων ξεκίνησε το 1898 και περιλάμβανε εκτός από απειλές και τρομοκρατία, σειρά αποκρουστικών δολοφονιών Ελλήνων προκρίτων, ιερέων, δασκάλων και απλών χωρικών καθώς και των οικογενειών τους που αρνούνταν να προσέλθουν στην Εξαρχική εκκλησία. Οι εκτελέσεις των Κομιτατζήδων περιλάμβαναν τεμαχισμούς, σταυρώσεις, πυρπολήσεις ζώντων και άλλα φρικαλέα βασανιστήρια που μάλλον απομάκρυναν παρά ενθάρρυναν τους πληθυσμούς που υποτίθεται ότι ήθελαν να προσεγγίσουν (μαρτυρία του Γάλλου δημοσιογράφου Michel Palliares που βρέθηκε στη Μακεδονία ως ανταποκριτής). Η βία των κομιτατζήδων Βουλγάρων σε βάρος των Ελλήνων της Μακεδονίας περιγράφεται στην «Κυανή Βίβλο» που εκδόθηκε από τη βρετανική κυβέρνηση το 1903: «Η δολοφονία είναι το κυριώτερον όπλον των βουλγαρικών Κομιτάτων. Προ ουδενός υποχωρούσιν. Οι Έλληνες είναι κυρίως τα θύματά των. Κατά χιλιάδας εφονεύθησαν οι Έλληνες κατά τα τελευταία πέντε ή εξ έτη». Και παρακάτω αναφέρει: «[…]και αθώων και αόπλων εκβιάσεις, ληστείαι, δολοφονίαι, ανδρών και γυναικών, ανελεήμονα βασανιστήρια ιερέων, ιατρών, διδασκάλων κατακρεουργήσεις, ναών εμπρησμοί […] γενική τρομοκρατία, πλημμύρα αίματος». Ο Γάλλος Στιγκ, γενικός πρόξενος στη Θεσσαλονίκη, έγραψε στη γαλλική «Κίτρινη Βίβλο» ότι «Οι κομιτατζήδες σκοτώνουν με πρωτοφανή αγριότητα όχι μόνο εκείνους που έχουν προγράψει, αλλά και τις οικογένειές τους και καίγουν τα σπίτια τους». Οι δολοφονηθέντες πατριαρχικοί Ελληνικής συνείδησης από τους Βούλγαρους την περίοδο 1898-1908 στη Μακεδονία μόνο ανέρχονται συνολικά σε 1250 άτομα.

Ο Μακεδονικός Αγώνσας ξεκίνησε από την περιοχή της Καστοριάς και επεκτάθηκε σε όλη τη σημερινή Μακεδονία μέχρι και των περιοχών του Μοναστηρίου, Γευγελής, Δοϊράνης κλπ. Σκοπός των ελληνικών σωμάτων ήταν να περιφρουρήσουν το εθνικό φρόνημα των χωριών και να αποκαταστήσουν την τάξη σε όσα χωριά είχαν σημειωθεί αποσκιρτήσεις μετά από πιέσεις των αντιπάλων. Ο Αγώνας αυτός άρχισε ουσιαστικά το 1903 και πήρε τέλος το 1908, όταν θεσπίστηκε το τουρκικό σύνταγμα με το κίνημα των Νεοτούρκων που θεωρήθηκε από όλους ότι θα αποκαταστούσε τα δικαιώματα των χριστιανών στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Οι αντικειμενικές δυσκολίες του Μακεδονικού Αγώνα
Από την πρώτη στιγμή που  ένοπλα σώματα εισήλθαν στη Μακεδονία για να προστατέψουν τους ελληνόφωνους πληθυσμούς από τη δράση των Βούλγαρων κομιτατζήδων, βρέθηκαν να αγωνίζονται υπό ιδιαίτερα αντίξοες συνθήκες σε έναν ιδιόμορφο καταδρομικό πόλεμο. Κατά πρώτον διεξήγαγαν διμέτωπο αγώνα. Στις καταδρομικές τους ενέργειες εναντίον των χωριών των Εξαρχικών πολύ συχνά εκτός των ενόπλων κομιτατζήδων βρίσκονταν αντιμέτωποι με ισχυρά αποσπάσματα του Τουρκικού στρατού. Σε μια μάλιστα περίπτωση, στη μάχη της Δροσοπηγής στις 16 Απριλίου 1905, μετά την κύκλωση από ισχυρές δυνάμεις Τουρκικού στρατού τα τμήματα Καλομενόπουλου  και Τσολακόπουλου αναγκάστηκαν να παραδοθούν μετά από πολύωρη μάχη και όσοι επέζησαν αυτής κλείστηκαν στις φυλακές υπό άθλιες συνθήκες. Είναι γεγονός ότι τουλάχιστον αρχικά τα Τουρκικά αποσπάσματα δεν καταδίωξαν τα Ελληνικά σώματα, με σκοπό να μειωθεί η σλαβική επιρροή στη περιοχή που τα τελευταία χρόνια είχε αυξηθεί επικίνδυνα στη περιοχή. Επίσης οι Έλληνες Μακεδονομάχοι δεν υπονόμευαν την Οθωμανική κυριαρχία, ούτε στρέφονταν κατά των μουσουλμάνων της περιοχής. Μετά από μια σύντομη περίοδο χάριτος και καθώς οι Έλληνες Μακεδονομάχοι σημείωσαν μια σειρά από μεγάλες επιτυχίες που ανύψωσαν το κύρος τους στη περιοχή, ο Τουρκικός στρατός προσπάθησε να εξοντώσει τα Ελληνικά Σώματα με οποιοδήποτε τρόπο, αλλά η ηγεσία του επέδειξε χαρακτηριστική ανικανότητα. Πολύ συχνά οι Τουρκικές Αρχές επικήρυσσαν τους οπλαρχηγούς των Μακεδονομάχων με μεγάλα ποσά αυξάνοντας τον κίνδυνο κατάδοσης και εξαναγκάζοντας τα τμήματα των επικηρυγμένων να διεξάγουν δυσκολότερες πορείες σε απόκρημνα μέρη αποφεύγοντας κατά το δυνατόν χωριά και κωμοπόλεις. Πολύ συχνά οι αμοιβές αυτές οδηγούσαν σε καταδόσεις, όπως όταν κυκλώθηκαν τα σώματα των Καραβίτη και Νικολούδη στις 15 Ιουνίου 1906 στην Κέλλη Φλωρίνης και μετά από σκληρή μάχη είχαν 12 νεκρούς.
Μια πρόσθετη δυσκολία του Αγώνα ήταν ότι η πλειοψηφία των ηγετών των Μακεδονομάχων δεν είχαν καταγωγή από τη Μακεδονία, με αποτέλεσμα να μην γνωρίζουν τα εδάφη, τα κατά τόπους ιδιώματα και τη νοοτροπία των τοπικών πληθυσμών. Επειδή κατά κανόνα οι οπλαρχηγοί δεν προέρχονταν από τη περιοχή, χρειαζόταν ένα χρονικό διάστημα μέχρι οι χωρικοί να τους γνωρίσουν και να τους εμπιστευτούν. Για να ελιχθούν στα Μακεδονικά εδάφη οι Μακεδονομάχοι είτε χρησιμοποιούσαν ντόπιους ως οδηγούς, τακτική καθόλου ασφαλή που εγκυμονούσε πολλούς κινδύνους, είτε χρησιμοποιούσαν χάρτες που τους είχε παράσχει η ελληνική χαρτογραφική υπηρεσία του στρατού, κατά κύριο λόγο Αυστριακούς, που όμως περιείχαν πολλά λάθη και που οδήγησαν πολύ συχνά σε λάθος πορείες και υπολογισμούς.
Ο Γεώργιος Τσόντος – Βάρδας με το απόσπασμα του
Οι ομάδες των Μακεδονομάχων είχαν να αντιμετωπίσουν την εχθρότητα της μειοψηφίας του τοπικού πληθυσμού που βρισκόταν υπό την επιρροή της Εξαρχικής εκκλησίας, ενώ δεν ήταν σπάνια η ασυνεννοησία μεταξύ των επικεφαλής των ομάδων, καθώς η επικοινωνία μεταξύ τους γινόταν αραιά και μετ εμποδίων. Ένα πρόσθετο εμπόδιο ήταν η ασυνεννοησία μεταξύ του Μακεδονικού Κομιτάτου και των κατά τόπους ελληνικών προξενικών Αρχών. Το Μακεδονικό κομιτάτο με πρόεδρο των Δημήτριο Καλαποθάκη, είχε ως αποστολή την οργάνωση, τον εξοπλισμό και τη χρηματοδότηση των ανταρτικών ομάδων και τη διανομή τους στις περιοχές της Μακεδονίας. Όμως το Κομιτάτο δεν περιορίστηκε σε αυτό το ρόλο, αλλά η ηγεσία του επέμενε να συντονίζει τη δράση των Ελλήνων ανταρτών από την Αθήνα. Αυτό όμως αποδείχθηκε πρακτικά αδύνατο καθώς το Κομιτάτο λάμβανε με μεγάλη καθυστέρηση ενημέρωση για τα τεκταινόμενα και ομοίως οι οδηγίες του όταν έφταναν στον προορισμό τους είχαν κατά κανόνα ξεπεραστεί από τις εξελίξεις που είχαν συμβεί στο μεταξύ. Έτσι πολύ συχνά πολλές ομάδες Ελλήνων Μακεδονομάχων συνωστίζονταν στις ίδιες περιοχές αφήνοντας άλλες εντελώς ανυπεράσπιστες.
 Πολλοί Έλληνες οπλαρχηγοί υπέδειξαν το άτοπο του εξ αποστάσεως συντονισμού, ενώ άλλοι όπως ο ανθυπολοχαγός Γεώργιος Ζήρας αποχώρησαν εντελώς από τη περιοχή που τους είχε ανατεθεί, καθώς η παρουσία τους έμοιαζε εντελώς άσκοπη. Η αντίθεση στους κόλπους των Ελλήνων έφτασε μέχρι στο χείλος της ρήξης όταν στις 20 Σεπτεμβρίου 1905 ο Γεώργιος Τσόντος – Βάρδας έστειλε επιστολή σε όλους τους Μακεδονομάχους αξιωματικούς που βρίσκονταν στην Αθήνα, ζητώντας να αποκλείσουν όλους τους παράγοντες του Κομιτάτου από τη διεύθυνση του Αγώνα. Η οριστική ρήξη, που πιθανά να σηματοδοτούσε και την άδοξη λήξη του Αγώνα, αποτράπηκε την τελευταία στιγμή με την επέμβαση ψυχραιμότερων και από τις δυο πλευρές.
Ο τρόπος δράσης των Μακεδονομάχων και οι αντίξοες συνθήκες του Μακεδονικού Αγώνα
Ο τρόπος δράσης των Ελληνικών Σωμάτων συνοψιζόταν ως εξής: κάθε τμήμα αναλάμβανε ένα τομέα δράσης και δρούσε σε τρεις άξονες. Ο πρώτος ήταν η αυτοάμυνα και προστασία των πατριαρχικών χωριών από τα Βουλγαρικά αποσπάσματα. Ο δεύτερος ήταν η προσπάθεια εξόντωσης με ενέδρες και ξαφνικές καταδρομές όλων των Βουλγαρικών συμμοριών που δρούσαν στη περιοχή. Και ο τρίτος ήταν η επαναφορά όσων χωρικών ήθελαν στο Πατριαρχείο και η εξόντωση φανατικών Εξαρχικών με συνοπτικές διαδικασίες. Ο συχνότερος τρόπος δράσης τους ήταν καταδρομικός, ενώ αρκετά συχνά διανυκτέρευαν σε πατριαρχικά χωριά.  
Ο βίος του Μακεδονομάχου στα υψίπεδα της Μακεδονίας υπήρξε τραχύς και κατά κανόνα πολύ σύντομος καθώς υπολογίζεται ότι πάνω από το 30% των εθελοντών έχασαν τη ζωή τους στη μάχη, ενώ πολλοί άλλοι τραυματίστηκαν σοβαρά. Οι Έλληνες αντάρτες αναγκάζονταν να πεζοπορούν για πολλές ημέρες στην ύπαιθρο σε μέρη όπου δεν υπήρχαν ούτε καν μονοπάτια ,κατά κανόνα είτε υπό βροχή είτε υπό δριμύ ψύχος. Ο χειμώνας του έτους 1905-1906 υπήρξε βαρύς με πολύ χαμηλές θερμοκρασίες που δυσκόλεψε τη δραστηριότητα των Ελλήνων ενόπλων, χωρίς πάντως να τη διακόψει. Το ηθικό των ελληνικών τμημάτων ήταν σε αρκετές περιπτώσεις χαμηλό, ιδίως σε περιόδους κακουχιών, κακής τροφοδοσίας, απηνούς καταδίωξης από Τουρκικά αποσπάσματα, η μετά από μάχες με πολλές απώλειες. Σε αυτές τις περιπτώσεις οι οπλαρχηγοί με ηθικές παραινέσεις και λόγους προσπαθούσαν να τονώσουν το ηθικό των ανδρών τους, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις οδηγούσαν τα τμήματα τους σε Ελληνικό έδαφος ώστε να ξεκουραστούν και να ανασυνταχθούν.  
Επίσης η δράση των Μακεδονομάχων επηρεαζόταν και από τον διεθνή αντίκτυπο που είχε η ένοπλη αντιπαράθεση στη Μακεδονία. Έτσι μετά από τις σκληρές αντεκδικήσεις του Τσόντου στη Δροσοπηγή και στη Ζαγοριτσάνη, το Μακεδονικό Κομιτάτο του συνέστησε να απέχει για ένα χρονικό διάστημα από οποιαδήποτε ενέργεια ώστε να κοπάσει ο σάλος που είχε προκληθεί στο εξωτερικό. Σε πολλές περιπτώσεις τα Ελληνικά Σώματα ξεπέρασαν τα όρια σκληρότητας έναντι των Εξαρχικών με βασανιστήρια και εκτελέσεις, όπως στη περίπτωση των Εξαρχικών του χωριού Κλαδορράχη από τα σώματα Μακρή και Καραβίτη που επιτιμήθηκαν έντονα από το Μακεδονικό Κομιτάτο, με αποτέλεσμα ο Καραβίτης να αποχωρήσει χολωμένος από το πεδίο δράσης του και να επιστρέψει στην Αθήνα. Πολύ συχνά ένοπλα τμήματα Μακεδονομάχων εισέρχονταν αιφνιδιαστικά σε χωριά και εκτελούσαν Εξαρχικούς με συνοπτικές διαδικασίες, όπως στη περίπτωση του χωριού Αγίου Παντελεήμονα Φλωρίνης (12 Ιουνίου 1905) η του χωριού Αγίου Γερμανού (23 Σεπτεμβρίου 1905), όπου οι Έλληνες καταδρομείς σκότωσαν τον Εξαρχικό ιερέα και έκαψαν τα ιερά βιβλία του που ήταν στο Κυριλλικό αλφάβητο.
Εξοπλισμός και ανεφοδιασμός των Μακεδονομάχων
Ο εξοπλισμός και ο ανεφοδιασμός με πυρομαχικά των ενόπλων ομάδων ήταν από τη πρώτη στιγμή ένα βασικό εμπόδιο του Αγώνα, καθώς η Ελληνική κυβέρνηση δεν ήθελε να διακινδυνεύσει να στείλει πολεμοφόδια ακτοπλοϊκώς μέσω της Θεσσαλονίκης που ήταν η συντομότερη οδός. Αν ανακαλύπτονταν από τους Τούρκους θα προέκυπτε σοβαρή διπλωματική εμπλοκή με απρόβλεπτες συνέπειες. Για το λόγο αυτό η κυβέρνηση δημιούργησε μια ειδική υπηρεσία κοντά στην Ελληνοτουρκική μεθόριο στις εκβολές του Πηνειού, η οποία συγκέντρωσε μεγάλες ποσότητες όπλων και πυρομαχικών. Από εκεί με πλοιάρια στέλνονταν στις δυτικές ακτές του Θερμαϊκού κόλπου και εκεί υπάλληλοι του ελληνικού προξενείου τα φόρτωναν σε ζώα και τα μετέφεραν στην ενδοχώρα. Η διαδικασία αυτή ήταν ιδιαίτερα αργή και πολύ ριψοκίνδυνη καθώς γινόταν κυριολεκτικά κάτω από τη μύτη των Τουρκικών Αρχών, χάρις όμως την ευψυχία των υπαλλήλων των προξενείων δεν συνέβη κανένα ατύχημα.
 Οι αξιωματικοί του προξενείου είχαν δημιουργήσει κρύπτες σε όρη, σε οικίες, σε πανδοχεία και σε μονές όπου αποθηκευόταν ο οπλισμός. Άλλος τρόπος διακίνησης οπλισμού ήταν μέσω του λιμανιού της Θεσσαλονίκης. Συγκεκριμένα ο οπλισμός μεταφερόταν μέσα σε κιβώτια ως εμπορεύματα με αποδέκτες γνωστούς εμπόρους της πόλης που ήταν μυημένοι στον Αγώνα. Πρωταγωνιστικό ρόλο στη διακίνηση διαδραμάτισε η τράπεζα Μυτιλήνης και ο πράκτορας ατμοπλοϊκών εταιριών Ιωάννης Εμοίρης που με αυτό τον τρόπο κατάφερε να προωθήσει 500 τυφέκια και 500 περίστροφα στη Μακεδονική ενδοχώρα.
Ο ρόλος των προξενείων στη Θεσσαλονίκη και το Μοναστήρι
Ίων Δραγούμης
Βασικά προπύργια της ελληνικής προετοιμασίας του Μακεδονικού Αγώνα, υπήρξαν αναμφίβολα το προξενείο Θεσσαλονίκης και του Μοναστηρίου και ιδιαίτερα ο Έλληνας πρόξενος Λάμπρος Κορομηλάς και ο Ίων Δραγούμης αντίστοιχα. Ο Κορομηλάς από νωρίς είχε επισημάνει τους κινδύνους εκβουλγαρισμού της Μακεδονίας και είχε προτείνει με αναφορές του στη κυβέρνηση Θεοτόκη εκτός της διαφώτισης των πληθυσμών και τον ένοπλο αγώνα. Πολλοί αξιωματικοί του ελληνικού στρατού όπως ο Αθανάσιος Εξαδάκτυλος, ο Σπύρος Σπυρομήλιος και ο Κωνσταντίνος Μαζαράκης τοποθετήθηκαν ως υπάλληλοι του προξενείου εφοδιασμένοι με πλαστά διαβατήρια. Με την κάλυψη αυτή περιόδευαν σε όλη τη Μακεδονία συγκεντρώνοντας πληροφορίες αλλά κυρίως εμψυχώνοντας τους ελληνικούς πληθυσμούς.
Ομοίως ο Ίων Δραγούμης είχε επισημάνει τους κινδύνους για τον Ελληνισμό στις Βόρειες επαρχίες της Μακεδονίας και παρά τις συνεχείς εκκλήσεις του υπουργείου εξωτερικών να “μη δημιουργεί ζητήματα” δραστηριοποιήθηκε αυτοβούλως δημιουργώντας την οργάνωση “Μακεδονική Άμυνα”. Στόχος της οργάνωσης ήταν η δημιουργία συνθηκών για την αυτοάμυνα και τη σωτηρία κοιτίδων του Ελληνισμού στο Μοναστήρι, στη Φλώρινα και στη Καστοριά. Ο ίδιος ο Δραγούμης περιόδευσε με κίνδυνο της ζωής του σε όλα τα αστικά κέντρα των επαρχιών αυτών δημιουργώντας επιτροπές Ελλήνων προκρίτων τις οποίες συντόνισε με το Μακεδονικό Κομιτάτο αλλά και με άλλες πατριωτικές οργανώσεις των Αθηνών. Συνδετικός κρίκος με την Αθήνα ήταν ο Παύλος Μελάς, σύζυγος της αδερφής του Δραγούμη, ο οποίος είχε περιοδεύσει στη περιοχή ενώ είχε καταφέρει να συγκεντρώσει και χρηματικά ποσά από εύπορους Αθηναίους.  
Η συσπείρωση του Ελληνισμού στις περιοχές αυτές ήταν ένα εκ πρώτης άποψης ακατόρθωτο εγχείρημα λόγω των Βουλγαρικών και Τουρκικών πιέσεων στη περιοχή και αποτελεί αναμφίβολα προσωπικό κατόρθωμα και ύπατη προσφορά του Δραγούμη στη πατρίδα του. Ο Δραγούμης με τις πυκνές περιοδείες του σε περιοχές που είχαν επικρατήσει οι Κομιτατζήδες με τη βία, κατάφερε να δώσει κουράγιο στους δοκιμαζόμενους Έλληνες και να δημιουργήσει τις συνθήκες που απαιτούνταν ώστε να δράσουν τα Ελληνικά Σώματα λίγα χρόνια μετά. 
Οι οπλαρχηγοί, η εκγύμναση των εθελοντών και η μεταφορά τους στο πεδίο δράσης

Μετά το 1905, επικεφαλής των Ελληνικών ομάδων ανταρτών επιλέγονταν Έλληνες αξιωματικοί απόφοιτοι της σχολής Ευελπίδων εν γνώσει και με την άδεια του Διαδόχου Κωνσταντίνου που ήταν τότε Γενικός Διοικητής του Στρατού, ενώ πιο σπάνια και απόφοιτοι της σχολής ναυτικών δοκίμων όπως οι Κακουλίδης και Ιωάννης Δεμέστιχας. Κάποιοι εξ αυτών σταδιοδρόμησαν στα μετέπειτα χρόνια αναλαμβάνοντας υψηλές θέσεις στο Στρατό και στη κρατική μηχανή όπως ο Γεώργιος Κονδύλης, ο Γεώργιος Κατεχάκης, ο Κωνσταντίνος Μαζαράκης, ο Παύλος Γύπαρης, ο Γεώργιος Τσόντος, ο Γεώργιος Ζήρας. Όλοι τους αποδείχθηκαν ικανότατοι, σκληροτράχηλοι στις κακουχίες,  κατάλληλοι για μια τόσο δύσκολη και σύνθετη αποστολή, λάμβαναν γρήγορες και ευφυείς αποφάσεις, ελίσσονταν με τα τμήματα τους με επιτυχία στρέφοντας πολύ συχνά τους Τούρκους εναντίον των Βουλγάρων. Οι κινήσεις τους και οι καταδρομικές τους επιχειρήσεις γίνονταν αιφνιδιαστικά και ήταν κατά κανόνα επιτυχημένες.

Όλοι οι οπλαρχηγοί ακόμη και οι απλοί αντάρτες Μακεδονομάχοι ήταν εθελοντές και οι οποίοι κατά πλειοψηφία προέρχονταν από τη Μάνη και τη Κρήτη. Ο θάνατος του Παύλου Μελά στη Στάτιστα στις 13 Οκτωβρίου 190,αποτέλεσε ένα εθνικό εγερτήριο σάλπισμα για όλους τους Έλληνες και κατεξοχήν για τους νεαρούς Έλληνες αξιωματικούς. Δεκάδες ήταν οι εθελοντές αξιωματικοί από όλα τα τμήματα του Ελληνικού στρατού που δήλωσαν εθελοντές και η τελική επιλογή γινόταν από τους ιθύνοντες του Μακεδονικού Κομιτάτου. Το γεγονός ότι τα Ελληνικά τμήματα είχαν ως επικεφαλής μόνιμους αξιωματικούς του Ελληνικού στρατού αποτέλεσε ένα σημαντικό πλεονέκτημα που συντέλεσε αποφασιστικά στην υπεροχή των Ελλήνων έναντι των κομιτατζήδων που δρούσαν χωρίς σύστημα και κυρίως με το ηθικό του κατακτητή. 

Ευέλπιδες
 Όλοι οι αξιωματικοί χρησιμοποιούσαν ψευδώνυμα στην καθημερινότητα αλλά και στην αλληλογραφία τους ώστε να μην εκτεθούν ο ελληνικός στρατός και η Ελληνική κυβέρνηση έναντι της Διεθνούς κοινότητας. Η εκπαίδευση των αξιωματικών και των οπλιτών γινόταν σε ειδικό κέντρο εκπαίδευσης που δημιουργήθηκε από το Μακεδονικό Κομιτάτο αποκλειστικά για τον σκοπό αυτό στη Βουλιαγμένη. Μετά τις δυσκολίες που συνάντησε ο Παύλος Μελάς κατά τη διάβαση της ελληνοτουρκικής μεθορίου και μέχρι να φτάσει στον τομέα δράσης του, οι υπόλοιπες ομάδες Μακεδονομάχων στέλνονταν ακτοπλοϊκώς μέσω του Θερμαϊκού κόλπου. Η αποβίβαση τους γινόταν νύχτα και συναντούσε πολλά προβλήματα ακόμη και ματαιώσεις, καθώς υπήρχε περίπτωση να μην δουν οι οδηγοί που βρίσκονταν στη ξηρά τα συμφωνημένα σήματα, ενώ στη περιοχή περιπολούσαν και Τουρκικά πλοιάρια.
Η ενεργός συμμετοχή του Ελληνισμού της Μακεδονίας και η “Οργάνωση Θεσσαλονίκης”
Ο Μακεδονικός Αγώνας δεν θα είχε όμως την παραμικρή πιθανότητα επιτυχίας χωρίς την ενεργή σύμπραξη των ελληνικών πληθυσμών της περιοχής. Εκτός των κατά τόπους ιερέων του Πατριαρχείου, αλλά και των δασκάλων, μεγάλες υπηρεσίες πρόσφεραν οι Έλληνες υπάλληλοι των Οθωμανικών σιδηροδρόμων που με κίνδυνο της ζωής τους μετέφεραν τη μυστική αλληλογραφία του Αγώνα, όπλα και εφόδια για τους Μακεδονομάχους. Όλα τα ελληνικά σωματεία της Μακεδονίας, φιλανθρωπικά, εκπαιδευτικά, πολιτιστικά, αθλητικά, έθεσαν την επιρροή και τις περιορισμένες δυνατότητες τους στη διάθεση του Αγώνα. Χωρίς όμως τη παλλαϊκή της υπαίθρου, ο Αγώνας θα ήταν χαμένος πριν εκκινήσει. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η εθνική συνείδηση στις βόρειες επαρχίες της Μακεδονίας ήταν ρευστή, όμως ακόμη και στις βόρειες περιοχές που υπερείχαν τα σλαβικά εθνοτικά χαρακτηριστικά, οι κάτοικοι τους κατά πλειοψηφία (και πολύ λογικά) επέλεξαν την πολιτισμική στίλβη του αιώνιου Ελληνισμού, από την αιθαλομίχλη της σλαβοβουλγαρικής προπαγάνδας. Οι πληθυσμοί των περιοχών αυτών παρέμειναν διστακτικοί στα συνθήματα της Βουλγαρικής προπαγάνδας που ήταν ένα μείγμα “εθνοτικού Μακεδονισμού” και Σλαβικού μεγαλοϊδεατισμού και αμέσως αγκάλιασαν τα Ελληνικά Σώματα όταν αυτά προσήλθαν στο προσκήνιο. 
Χωρίς την ενεργή σύμπραξη του ντόπιου πληθυσμού ο Μακεδονικός Αγώνας θα ήταν καταδικασμένος σε βέβαιη αποτυχία και αυτή η απλή ιστορική  αλήθεια είναι και η βαθύτερη ουσία του Αγώνα που ήταν περισσότερο μια εθνοτική διαπάλη παρά μια στρατιωτική εκστρατεία. 

Αθανάσιος Σουλιώτης – Νικολαΐδης
 Αλλά ο εθνοτικός Αγώνας δεν περιορίστηκε στη Μακεδονική ύπαιθρο αλλά επεκτάθηκε και στα αστικά κέντρα όπου ο Ελληνισμός είχε συμπαγέστερες δυνάμεις. Εκεί, ταυτόχρονα με τις μάχες στην ύπαιθρο ξεκίνησε ένας σκληρός οικονομικός αποκλεισμός από τον ελληνικό πληθυσμό σε κάθε Βούλγαρο επαγγελματία η έμπορο, ενώ σημειώνονταν βίαιες αντιδράσεις σε κάθε νέα εγκατάσταση Βουλγάρων στις μεγάλες Μακεδονικές πόλεις. 
Τις αντιδράσεις αυτές στη Θεσσαλονίκη καθοδηγούσε η “Οργάνωση Θεσσαλονίκης” που δημιουργήθηκε από τον αξιωματικό του ελληνικού στρατού Αθανάσιο Σουλιώτη – Νικολαΐδη που παρουσιαζόταν στις Οθωμανικές Αρχές ως έμπορος και εκπρόσωπος Γερμανικής εταιρίας ραπτομηχανών. Η οργάνωση με μια περιορισμένη ομάδα μυημένων πατριωτών κατάφερε κυριολεκτικά να τρομοκρατήσει τους Βούλγαρους της πόλης με ξυλοδαρμούς, καταστροφή των καταστημάτων τους, ακόμη και με δολοφονίες Εξαρχικών εν μέση οδώ μέρα μεσημέρι. Η οργάνωση τιμώρησε σκληρά και παραδειγματικά ακόμη και Έλληνες ομογενείς που έδειχναν σημάδια συνδιαλλαγής με το Βουλγαρικό στοιχείο. Πολύ σύντομα στις συνοικίες του Βαρδάρη και της Αγίας Τριάδας όλα τα Βουλγαρικά καταστήματα έκλεισαν και στη θέση τους άνοιξαν Ελληνικά, ενώ οι Βούλγαροι τεχνίτες και εργάτες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την πόλη καθώς δεν έβρισκαν πουθενά εργασία. Ήταν τόσο μεγάλη η επιτυχία του εμπορικού πολέμου κατά των Βουλγάρων και τόσα τα κέρδη που αποκόμισαν οι Έλληνες έμποροι, που πρόθυμα εκ των υστέρων χρηματοδότησαν την οργάνωση προτείνοντας μάλιστα στην ηγεσία της να διεξαχθεί οικονομικός πόλεμος και κατά των Εβραίων, κάτι που δεν έγινε δεκτό.

Πηγές

Γενικό Επιτελείο Στρατού, Ο Μακεδονικός Αγών και τα εις Θράκην γεγονότα, εκδόσεις ΔΙΣ

Ίων Δραγούμης, Μαρτύρων και Ηρώων Αίμα

Κωνσταντίνος Βακαλόπουλος, Μαρτύρων και Ηρώων Αίμα (ανατομία της Ελλαδικής πραγματικότητας), εκδόσεις Σταμούλη

Dakin Douglas, Βρεττανικές πηγές σχετικές με τον Μακεδονικόν Αγώνα (1901-1909), Μακεδονικά τόμος Ε΄, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών

Καραμήτσος Δημήτριος, ο Μακεδονικός Αγώνας

Σατραζάνης Αντώνης, Μακεδονικός Αγώνας 1881-1908, από το συλλογικό έργο Ιστορία των Ελλήνων, τόμος 11ος.

http://history-pages.blogspot.com/2012/05/1904-1908.html
istorikathemata.com/

Επος 40 - Μάχη οχυρών - Μάχη της Κρήτης - Αντίσταση - Κατοχή - Εμφύλιος

D-Day: Η αρχή του τέλους για τους Ναζί «ξεκίνησε» από τις γαλλικές ακτές

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Ο όρος D-Day είναι γνωστός και άρρηκτα συνδεδεμένος με μια από τις πιο ιστορικές ημέρες του 20ου αιώνα, αυτή της απόβασης των Συμμάχων στη Νορμανδία κατά την διάρκεια του Β’ ΠΠ, σαν σήμερα στις 5 Ιουνίου του 1944.

Η απόβαση στη Νορμανδία ανέτρεψε τα δεδομένα στο ευρωπαϊκό θέατρο επιχειρήσεων των Συμμάχων ενάντια στην γερμανική πολεμική μηχανή, που για πολλούς θεωρείται ως η «αρχή του τέλους» για τους Ναζί στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Ποιο το υπόβαθρο πριν την απόβαση

Οι διαφωνίες των Συμμάχων για το αν θα έπρεπε να ασκηθεί πίεση από Νότο προς Βορρά ή να γίνει απόβαση μέσω Μάγχης, προκειμένου να ηττηθεί η Γερμανία, λύθηκαν στη Διάσκεψη της Τεχεράνης (28 Νοεμβρίου – 1 Δεκεμβρίου 1943). Ο Στάλιν, υποστηριζόμενος από τις ΗΠΑ, επέμενε ότι η εισβολή στη Γαλλία ήταν ο μόνος τρόπος να ηττηθεί η Γερμανία.

Τον Ιανουάριο του 1944 άρχισε να προετοιμάζεται η επιχείρηση «Επικυρίαρχος» (Operation Overlord). O αμερικανός στρατηγός Ντουάιτ Αϊζενχάουερ ορίστηκε ανώτατος διοικητής, με βρετανούς διοικητές στο στρατό ξηράς, στο ναυτικό και την αεροπορία.Σύμφωνα με το σχέδιο, η επίθεση θα γινόταν σ’ ένα στενό μέτωπο στη Νορμανδία, στις βόρειες ακτές της Γαλλίας, από πέντε σώματα στρατού.

Για την πραγματοποίησή της, ο Αϊζενχάουερ έπρεπε να συγκροτήσει τον μεγαλύτερο στην ιστορία στόλο που επιχείρησε ποτέ απόβαση.

Τα προβλήματα για τον σχεδιασμό της D-Day

Σε περίπτωση επιτυχίας, η απόβαση θα αποτελούσε την απαρχή προέλασης μεγάλων συμμαχικών δυνάμεων προς Ανατολάς μέσω της Γαλλίας, κατευθείαν στην καρδιά της ναζιστικής Γερμανίας.

Το βασικότερο μέλημα για τους σχεδιαστές της επιχείρησης ήταν να μη μάθουν οι Γερμανοί το σημείο της απόβασης. Έτσι, οι δυνάμεις τους θα ήταν αναγκασμένες να αναπτυχθούν σε ολόκληρη την ακτογραμμή.

Είχε καταρτιστεί εξάλλου σχέδιο παραπλάνησης, η επιχείρηση «Σωματοφύλακας» (Operation Bodygard), που κατόρθωσε πέραν πάσης προσδοκίας να πείσει τον Χίτλερ ότι κύριος στόχος ήταν η περιοχή του Καλέ, αρκετά βορειότερα της Νορμανδίας. Παρότι στη Γαλλία υπήρχαν 58 γερμανικές μεραρχίες, μόνο οι 14 βρίσκονταν στις ακτές της Νορμανδίας.Μεγάλη σημασία είχε και η αξιοποίηση της αεροπορικής υπεροχής των Συμμάχων, ώστε να εξουδετερωθεί η εχθρική πολεμική αεροπορία και να απομονωθεί το συγκοινωνιακό δίκτυο της Βόρειας Γαλλίας.

Ενώ τα σχέδια τής απόβασης καταρτίζονταν από Αμερικανούς και Βρετανούς στρατιωτικούς στην Αγγλία, ο Γερμανός στρατάρχης Έρβιν Ρόμελ – γνωστός ως «αλεπού της ερήμου», από την προηγούμενη θητεία του στο αφρικανικό μέτωπο- επιφορτισμένος με την αναχαίτιση της αναμενόμενης απόβασης, ενίσχυσε τη γερμανική αμυντική οχύρωση κατά μήκος της ακτής της Γαλλίας με υποβρύχια εμπόδια, δεξαμενές καυσίμων, ανθεκτικές στους βομβαρδισμούς, καθώς και με ναρκοπέδια.Το βασικό του πρόβλημα ήταν ότι έπρεπε να περιφρουρεί 3.000 μίλια δυτικοευρωπαϊκής ακτής, από την Ολλανδία έως τα ιταλικά σύνορα.

Η D-Day γίνεται πραγματικότητα

Η απόβαση στη βόρεια Γαλλία από την Αγγλία προγραμματίστηκε τελικά για τις 5 Ιουνίου 1944, αλλά αναβλήθηκε για ένα εικοσιτετράωρο, λόγω της κακοκαιρίας που επικρατούσε στο στενό της Μάγχης.

Συγκροτήθηκε ένας τεράστιος στόλος, με επικεφαλής τον άγγλο ναύαρχο Μπέρτραμ Ράμσεϊ, ο οποίος περιλάμβανε 1.200 πολεμικά πλοία, 10.000 αεροπλάνα, 4.126 αποβατικά σκάφη, 804 μεταγωγικά πλοία και εκατοντάδες τεθωρακισμένα άρματα αμφίβιων και άλλων αποστολών. 156.000 άνδρες (73.000 Αμερικανοί και 83.000 Βρετανο-Καναδοί) θα αποβιβάζονταν στη Νορμανδία, από τους οποίους 132.000 θα μεταφέρονταν με πλοία μέσω Μάγχης και 23.500 με αεροπλάνα.Τις χερσαίες δυνάμεις διοικούσε ο άγγλος στρατηγός Μπέρναρντ Μοντγκόμερι, που είχε απέναντί του ένα παλαιό γνώριμό του από τις επιχειρήσεις στην Αφρική, τον γερμανό στρατάρχη Έρβιν Ρόμελ.

Η απόβαση με την κωδική ονομασία «Ποσειδών» (Operation Neptune) άρχισε πριν από την αυγή της 6ης Ιουνίου (D-Day) σε πέντε ακτές κατά μήκος της Νορμανδίας, οι οποίες έφεραν τις κωδικές ονομασίες Utah (Γιούτα), Omaha (Όμαχα), Gold (Χρυσός), Juno (Ήρα) και Sword (Σπαθί).

Οι παραλίες που είχαν επιλεγεί για την απόβαση εκτείνονταν από τον ποταμόκολπο του Ορν ως το νοτιοδυτικό άκρο της χερσονήσου Κοταντέν.

Οι Σύμμαχοι στις ακτές της Νορμανδίας

Την παραμονή της επιχείρησης βρετανικές μονάδες καταδρομέων είχαν πέσει πίσω από της γραμμές του εχθρού, καταλαμβάνοντας γέφυρες – κλειδιά και αχρηστεύοντας τις επικοινωνίες των Γερμανών.

Οι τέσσερις ακτές καταλήφθηκαν εύκολα και γρήγορα από τις συμμαχικές δυνάμεις, ενώ στην πέμπτη, την «Όμαχα», αντιμετώπισαν σκληρή γερμανική αντίσταση.Με το σούρουπο μεγάλα προγεφυρώματα είχαν ήδη δημιουργηθεί και στις πέντε περιοχές της απόβασης και η τελική επιχείρηση για τη συντριβή τής Γερμανίας είχε αρχίσει.

Για την επιτυχία της απόβασης, καθοριστική ήταν η αεροπορική υπεροχή των Συμμάχων. Τα αεροπλάνα τους κατέστρεψαν τις περισσότερες γέφυρες του Σηκουάνα στ’ ανατολικά και του Λίγηρα στα νότια, εμποδίζοντας έτσι τους Γερμανούς να ενισχύσουν έγκαιρα τις προκεχωρημένες μονάδες τους στα προγεφυρώματα των ακτών της Νορμανδίας.

Το σχέδιο των Συμμάχων μετά τη D-Day

Σύμφωνα με το αρχικό σχέδιο, οι Βρετανοί θα καταλάμβαναν τη στρατηγικής σημασίας πόλη Καν την πρώτη ημέρα της απόβασης.

Παρότι εξουδετέρωσαν γρήγορα τη γερμανική άμυνα, εν τούτοις έπρεπε να περιμένουν έως τις 9 Ιουλίου για να εισέλθουν νικηφόρα στην πόλη, εξαιτίας της εμφάνισης μιας μεραρχίας Πάντσερ, που καθήλωσαν τις δυνάμεις τους, αλλά και των διαφωνιών μεταξύ Αϊζενχάουερ και Μοντγκόμερι για θέματα τακτικής.

Στον τομέα τους, οι Αμερικανοί αντιμετώπισαν σοβαρή αντίσταση στη χερσόνησο Κοταντέν, αλλά τελικά κατέλαβαν το ζωτικής σημασίας λιμάνι του Χερβούργου στις 26 Ιουνίου.Οι συνεχείς συγκρούσεις έφθειραν τα γερμανικά στρατεύματα και στις 25 Ιουλίου ο στρατηγός Ομάρ Μπράντλεϊ διέσπασε το δυτικό μέτωπο και μέσα σε λίγες μέρες εξάλειψε κάθε αντίσταση στην πορεία του προς τον Σηκουάνα.

Αντεπίθεση των γερμανικών τεθωρακισμένων στο Μορτέν αποκρούστηκε (7-13 Αυγούστου). Στα τέλη Αυγούστου οι Σύμμαχοι διέσχισαν τον Σηκουάνα και τον Σεπτέμβριο βρίσκονταν μπροστά στα γερμανικά σύνορα.

Δείτε βίντεο:

Πηγή: San Simera            OnAlert

.

Συνέχεια ανάγνωσης

ΙΣΤΟΡΙΚΑ

Απόβαση στη Νορμανδία: Τι συνέβη στις 6 Ιουνίου 1944;

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Μπορεί να συμπληρώθηκαν 80 χρόνια από τη συμμαχική απόβαση στη Νορμανδία, όσοι όμως την έζησαν διατηρούν τις μνήμες τους ζωντανές.

Η 80η επέτειος της απόβασης των συμμάχων στη γαλλική Νορμανδία εορτάζεται με μεγάλες τιμές και με την παρουσία αρχηγών κρατών, με προεξάρχοντες τους προέδρους των ΗΠΑ και της Γαλλίας, αλλά και την βασίλισσα Ελισάβετ της Μεγάλης Βρετανίας.

Τι ακριβώς συνέβη, όμως, στη Νορμανδία τον Ιούνιο του 1944;

Η προετοιμασία της απόβασης

Την περίοδο εκείνη, η πλάστιγγα του πολέμου μεταξύ των ενωμένων εθνών, υπό την γενική καθοδήγηση της Μεγάλης Βρετανίας, της Σοβιετικής Ένωσης και των ΗΠΑ και του φασιστικού Άξονα Γερμανίας – Ιαπωνίας (η Ιταλία είχε συνθηκολογήσει) είχε αρχίσει να γέρνει εις βάρος του δεύτερου, ειδικά στην Ευρώπη.

Οι Σοβιετικοί προέλαυναν στο ανατολικό μέτωπο, στο νότο Βρετανοί και Αμερικάνοι είχαν αποβιβαστεί στην Ιταλία και καταλάμβαναν εδάφη προς το Βορρά. Ο πιο «γρήγορος» δρόμος προς την καρδιά της Γερμανίας ήταν εκείνος μέσω της κατεχόμενης από τους ναζί Γαλλίας.

Όμως, η απόβαση στη Γαλλία ήταν ένα δύσκολο εγχείρημα που απαιτούσε προσεκτικό και λεπτομερή σχεδιασμό, καθώς η οχύρωση της βόρειας Γαλλίας από τους Γερμανούς ήταν άρτια.

Μήνες πριν την απόβαση στη Νορμανδία, οι συμμαχικές δυνάμεις εκτελούσαν πτήσεις στην περιοχή για να την καταγράψουν και να σχεδιάσουν την επιχείρηση.

Ακόμα και το BBC επιστρατεύτηκε, απευθύνοντας δημόσιο κάλεσμα στους ανθρώπους για να στείλουν φωτογραφίες και κάρτποσταλ των ευρωπαϊκών ακτών από τη Νορβηγία μέχρι τα Πυρηναία.

Μυστικές ομάδες ερευνούσαν τις ακτές ώστε να βρουν τις σωστές τοποθεσίες και πήραν μέχρι και δείγματα άμμου για να επιβεβαιώσουν ότι οι παραλίες μπορούσαν να αντέξουν των βάρος των συμμαχικών στρατιωτικών οχημάτων.

Μετεωρολόγοι, μαθηματικοί και επιστήμονες κάθε ειδικότητας επιστρατεύτηκαν για να οριστεί η ημερομηνία της επιχείρησης.

Το διάστημα 5 – 7 Ιουνίου κρίθηκε το καταλληλότερο για την απόβαση, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Βρετανού μαθηματικού Άρθουρ Τόμας, καθώς τότε η παλίρροια ήταν στο χαμηλότερο σημείο της και θα φαίνονταν τα κρυμμένα εμπόδια.

για τη συνέχεια Euronews

 

Συνέχεια ανάγνωσης

ΙΣΤΟΡΙΚΑ

Μακεδονικός Ἀγώνας καί ἐπέτειος θανάτου τοῦ Παύλου Μελᾶ – Λόγος στή μνήμη του

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

 

Του Κώστα Καραΐσκου
Η μεγάλη Ελληνική
Επανάσταση, που είχε τεράστιο αντίκτυπο
και σημασία παγκοσμίως, άρχισε το 1821
και πρακτικά τελείωσε έναν αιώνα μετά,
το 1922 με την Μικρασιατική Καταστροφή.
Συχνά όταν αναφερόμαστε στην απελευθέρωση
των Ελλήνων από τον τουρκικό ζυγό,
μένουμε στο 1830, στην ίδρυση δηλαδή του
νεοελληνικού κράτους, υπό την κηδεμονία
των ξένων δυνάμεων.

Όμως τι γινόταν με τα
εκατομμύρια των Ελλήνων που έμειναν
έξω από εκείνο το φτωχό κρατίδιο, τι
γινόταν στη Μακεδονία, στην Ήπειρο, στη
Θράκη, στην Ιωνία, στον Πόντο, στην Κύπρο,
στην Κρήτη, στα άλλα νησιά; Ο Μακεδονικός
Αγώνας ήταν η ένδοξη εκείνη σελίδα της
ιστορίας μας, όπου ο ελληνισμός κάτω
από την οθωμανική κρατική κυριαρχία
αντιμετώπισε τον βουλγαρικό επεκτατισμό,
κατάφερε να επικρατήσει και να ετοιμάσει
την ώρα της απελευθέρωσης από τον
ελληνικό Στρατό. Στην αρχή αγωνίστηκαν
οι ντόπιοι Έλληνες, μόνοι τους για
χρόνια, κυρίως με τη στήριξη της Εκκλησίας
και απλών ανθρώπων που πάλεψαν ηρωικά,
ενώ από ένα σημείο και πέρα άρχισαν να
φτάνουν εθελοντές από την Ελλάδα και
να παίρνει ένοπλη μορφή η αντίσταση
κατά των Βούλγαρων κομιτατζήδων.

Η βουλγαρική προσπάθεια
κατά της Μακεδονίας ξεκίνησε με την
απόσχιση της Εκκλησίας τους, τη λεγόμενη
Εξαρχία, το 1870. Άρχισε ένας πόλεμος
προπαγάνδας, πιέσεων αλλά και ωμής βίας,
προκειμένου να γράφονται οι κάτοικοι
της οθωμανικής ακόμη Μακεδονίας σε
βουλγάρικα σχολεία και να καλούν
Βούλγαρους ιερείς. Αντιστάθηκαν σ΄ αυτό
όχι μόνο οι ελληνόφωνοι ή οι βλαχόφωνοι
κάτοικοι της Μακεδονίας αλλά και πολλοί
σλαβόφωνοι, οι λεγόμενοι «γραικομάνοι»
που έμεναν πιστοί στο Πατριαρχείο της
Κωνσταντινούπολης. Έτσι αυτό που
παρουσιαζόταν ως αντίθεση θρησκευτικής
μορφής ήταν στην πραγματικότητα εθνικής:
όποιος πήγαινε με τους Εξαρχικούς
γινόταν Βούλγαρος, ενώ Πατριαρχικοί
ήταν οι Έλληνες. Δάσκαλοι και κληρικοί
ηγήθηκαν της αντίστασης τις πρώτες
δεκαετίες, περιορίζοντας την βουλγαρική
προπαγάνδα και τρομοκρατία που ήρθε να
προστεθεί στην καταπίεση των Οθωμανών.
Κορυφαία μορφή του αγώνα αναδείχθηκε
ο μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός
Καραβαγγέλης, που κυκλοφορούσε – κι
ενίοτε λειτουργούσε – με την πιστόλα
κάτω από το ράσο ή πάνω στην Αγία Τράπεζα.
Κάποια στιγμή οι
Βούλγαροι διαπίστωσαν ότι δεν μπορούσαν
να επιβληθούν δίχως όπλα. Το 1893 ιδρύθηκε
από τον Γκότσε Ντέλτσεφ και άλλους
Βούλγαρους στη Θεσσαλονίκη η Εσωτερική
Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση
(VMRΟ), υποτίθεται για την απελευθέρωση
των χριστιανικών πληθυσμών της Μακεδονίας
από τους Οθωμανούς οι οποίοι κατέρρεαν.
Στο εσωτερικό της οργάνωσης αναπτύχθηκαν
δύο τάσεις: οι ενωτικοί ήθελαν άμεση
ένωση με τη Βουλγαρία, ενώ οι αυτονομιστές
μιλούσαν για «μακεδονικό» κράτος, πάντα
ενάντια στο ελληνικό στοιχείο της
περιοχής. Μετά το 1895 αγρίεψαν οι
συγκρούσεις και αναδείχθηκαν ηρωικές
μακεδονικές μορφές σαν τον καπετάν
Κώττα Χρήστου, τον καπετάν Λούκα, τον
καπετάν Ζέρβα, τον Χρήστο Αργυράκο, τον
Ηλία Κούνδουρο…
Το 1903 γίνεται στο
Μοναστήρι (Μπίτολα) η λεγόμενη εξέγερση
του Ίλιντεν, με σκοπό να φανεί στην
Ευρώπη ότι οι Βούλγαροι ξεσηκώνονται
κατά των Τούρκων για την απελευθέρωση
της Μακεδονίας. Όμως σε 10 μέρες οι Τούρκοι
καταπνίγουν την εξέγερση και ξεσπούν
κυρίως σε βάρος των Ελληνόβλαχων κατοίκων
της περιοχής που χτυπήθηκαν άγρια και
από τους Βούλγαρους. Λίγες μέρες μετά
έσβησε και η ταυτόχρονη εξέγερση των
Βουλγάρων στην Στράντζα της Αδριανούπολης.
Η επίσημη Ελλάδα μέχρι
τότε μόνο παρακολουθούσε, παρότι οι
Έλληνες πατριώτες ζητούσαν επέμβαση
υπέρ των μαχόμενων Μακεδόνων και οι
εθελοντές μαχητές πλήθαιναν. Το 1904 πήγε
μυστικά στη Μακεδονία, ως ζωέμπορος
υποτίθεται, ο αξιωματικός του ελληνικού
Στρατού και μέλος της ανώτερης κοινωνικής
τάξης, Παύλος Μελάς. Ο θάνατός του στη
Στάτιστα, στις 13 Οκτωβρίου 1904, τον
ανέδειξε ως ήρωα και κινητοποίησε όλες
τις εθνικές δυνάμεις, ντόπιες και μη.
Ήταν το αίμα που πότισε το δέντρο της
μακεδονικής ελευθερίας. Ακολούθησαν
6.000 εθελοντές που πολέμησαν μέχρι το
1908 στη Μακεδονία, οι μισοί από τους
οποίους ήταν Κρητικοί – υπήρξαν επίσης
πολλοί Μανιάτες αλλά και από άλλα μέρη
της χώρας. Και οι δύο Γενικοί Αρχηγοί
του Μακεδονικού Αγώνα, μετά τον Παύλο
Μελά, ήταν Κρητικοί, ο Γεώργιος Κατεχάκης
από το Ηράκλειο και ο Σφακιανός Γεώργιος
Τσόντος. Αξίζει να θυμίσουμε εδώ ότι
ακόμα η Κρήτη δεν ήταν καν μέρος του
ελληνικού κράτους! Η μάχη στη βαλτολίμνη
των Γιαννιτσών ήταν το διάσημο σκηνικό
πολέμου των αντίπαλων ανταρτικών ομάδων,
όπως το περιέγραψε η Πηνελόπη Δέλτα στα
«Μυστικά του Βάλτου». Αυτές οι αντάρτικες
ομάδες έλαβαν μέρος στους πολέμους που
ακολούθησαν, τόσο στο ελληνικό στρατόπεδο
όσο και οι αντίπαλες στο βουλγαρικό.
Κορυφαίας σημασίας
ήταν η δράση Ελλήνων διπλωματών, όπως
του Ίωνα Δραγούμη που ως διπλωμάτης στο
Μοναστήρι οργάνωσε την Μακεδονική
Άμυνα, με επιτροπές σε πόλεις και χωριά
της Δυτικής Μακεδονίας, ή του Πρόξενου
της Ελλάδος στη Θεσσαλονίκη, Λάμπρου
Κορομηλά, ο οποίος συντόνιζε τις
αντάρτικες ελληνικές ομάδες. Από τους
κληρικούς, εκτός του Γερμανού Καραβαγγέλη,
ξεχώρισε ο μητροπολίτης Δράμας Χρυσόστομος
Καλαφάτης, που μαρτύρησε το 1922 στη
Σμύρνη, ο εθνομάρτυρας Αιμιλιανός,
μητροπολίτης Γρεβενών που θανατώθηκε
βασανιστικά το 1910 κ.ά. Οι εκπαιδευτικοί
σαν τις δολοφονημένες νεαρές δασκάλες
Αικατερίνη Χατζηγεωργίου και Βελίκα
Τράικου κράτησαν όρθιο το ελληνικό
φρόνημα σε 1.000 περίπου σχολεία για 70.000
μαθητές.
Το 1908 η επανάσταση των
Νεοτούρκων έδωσε αμνηστεία στους
εμπόλεμους και υποσχέθηκε ισονομία και
ισοπολιτεία για όλους, όμως σύντομα
αποκαλύφθηκε η απάτη. Έπρεπε να
μεσολαβήσουν δύο βαλκανικοί πόλεμοι
και ένας παγκόσμιος για να απαλλαχθεί
η Μακεδονία και από την τουρκική κυριαρχία
και από την βουλγαρική επιβουλή, μάλιστα
αυτή η τελευταία εκδηλώθηκε και πάλι
κατά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, με την
βουλγαρική Κατοχή της Ανατολικής
Μακεδονίας και Θράκης. Το 1944 λοιπόν
εξέλιπε ο κίνδυνος για τη Μακεδονία από
την πλευρά των «ενωτικών» Βουλγάρων. Η
απειλή των «αυτονομιστών», παρότι πολύ
ασθενέστερη, έμελλε να επιβιώσει στα
πλαίσια της Γιουγκοσλαβίας του Τίτο με
κέντρο τα Σκόπια και να αναβιώσει το
1991 με την ανεξαρτητοποίηση της λεγόμενης
«Δημοκρατίας της Μακεδονίας» ώς τις
μέρες μας.
Κλείνουμε με το γνωστό
«τιμούμε τη μνήμη των ηρώων που θυσιάστηκαν
για την ελευθερία» κτλ.
Τι σημαίνει όμως αυτό;
Ξέρουμε για ποιους μιλάμε, τι συνέβη
και γιατί; Ή τα θεωρούμε όλα παρελθόν
χωρίς νόημα στη σημερινή εποχή; Όποιος
νόμιζε κάτι τέτοιο, μόλις πέρυσι στις
Πρέσπες αποδείχθηκε ότι είναι πέρα για
πέρα λάθος. Το παρελθόν καθορίζει ό,τι
ζούμε σήμερα και το ξαναβρίσκουμε
διαρκώς μπροστά μας. Τιμούμε λοιπόν τον
Μακεδονικό Αγώνα όταν έχουμε την γνώση
και την αρετή που διδάσκει το ελληνικό
σχολείο, αυτό που στήριξε την κρίσιμη
ώρα την μία και μοναδική ελληνική
Μακεδονία!
ΠΗΓΗ: antibaro.gr

 

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινφογνώμων

Infognomon Logo

Περιηγηθείτε στα κορυφαία βιβλία του βιβλιοπωλείου μας

Προβολή όλων

Δημοφιλή