Ακολουθήστε μας

Ανθρώπινα Δικαιώματα

Σφετερισμός της Διεθνούς Ποινικής Δικαιοσύνης: Το ΔΠΔ αναμένεται να παραβιάσει την απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας και να απαγγείλει κατηγορία στον Μπασάρ αλ-Άσσαντ

Δημοσιεύτηκε

στις

Τιερί Μεϊσάν
Θεωρούταν αδύνατο το Διεθνές Ποινικό
Δικαστήριο (ΔΠΔ) να δικάσει Σύρους από τότε που η Κίνα και η Ρωσία άσκησαν βέτο
σε μια δυτική πρόταση για ψήφισμα με τέτοια κατεύθυνση. Αλλά όχι: ένα
νομικό τέχνασμα φέρεται ότι θα επιτρέψει την καταστρατήγηση της απόφασης του
Συμβουλίου Ασφαλείας. Το Δικαστήριο
ελπίζει ότι θα δικάσει τον πρόεδρο Μπασάρ αλ-Άσσαντ, όχι για τη δολοφονία του Ραφίκ
Χαριρί (αυτός ο σφετερισμός έχει καταρρεύσει), αλλά για «έγκλημα κατά της
ανθρωπότητας».

Δίκτυο Βολταίρος | Δαμασκός (Συρία) | 12 Μαρτίου 2019
Τα Ηνωμένα Έθνη συγκάλεσαν το 1998
τη Διάσκεψη της Ρώμης που δημιούργησε το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (ΔΠΔ). Φυσικά, δεν επρόκειτο
για τη δημιουργία ενός υπερ- δικαστηρίου το οποίο θα δίκαζε στη θέση των κρατών
μελών στο όνομα της ανθρωπότητας, αλλά να διαθέτει ένα εργαλείο ικανό να δικάσει
εγκληματίες στο τέλος ενός πολέμου, όταν οι θεσμοί της χώρας έχουν ατονήσει ή
καταστραφεί.
Ως εκ τούτου, το καταστατικό του
Δικαστηρίου τονίζει ότι δεν μπορεί να ασχοληθεί με μια υπόθεση παρά μόνο με τη
συγκατάθεση της τοπικής Δικαιοσύνης. 
Αλλά το ίδιο καταστατικό προβλέπει
επίσης: 

– τη δυνατότητα ανάληψης δίκης για ένα έγκλημα που διαπράχθηκε από υπήκοο χώρας
που δεν αναγνωρίζει το Δικαστήριο, σε χώρα που το αναγνωρίζει, αντί της χώρας
αυτής, 
– καθώς και για ένα έγκλημα που διαπράχθηκε από οποιονδήποτε, οπουδήποτε, όταν εξουσιοδοτείται
από το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών.
Και στις δύο περιπτώσεις, το
Καταστατικό της Ρώμης, το οποίο εκπονήθηκε στο κόρφο των Ηνωμένων Εθνών και
υπογράφηκε από μερικά κράτη, μπορεί να ισχύει για όλα τα κράτη, ακόμη και για εκείνα
που δεν το αναγνωρίζουν.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι
τρεις πρώτες παγκόσμιες δυνάμεις – η Κίνα, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ρωσία –
αρνήθηκαν να το επικυρώσουν. Βλέπουν σε αυτό,
δικαίως, μια παραβίαση της αρχής της εθνικής κυριαρχίας, που διατυπώθηκε στο δέκατο
όγδοο  αιώνα από τον νομικό Εμέρ ντε
Βατέλ και κατοχυρώθηκε από τη Σύμβαση της
Βιέννης για το Δίκαιο των Συνθηκών
 του 1969 [ 1 ].
Τον περασμένο Σεπτέμβριο, το ΔΠΔ
κήρυξε έγκυρη μια καταγγελία εναντίον των αρχών της Μυανμάρ, η οποία δεν είναι
μέλος, διότι φέρεται ότι διέπραξε φρικαλεότητες που προκάλεσαν την έξοδο των Ροχίνγκια. Θεωρεί ότι είναι
αρμόδιο επειδή τα θύματα κατέφυγαν στο Μπαγκλαντές, το οποίο έχει υπογράψει το
Καταστατικό της Ρώμης [2 ].
Βάσει αυτού του μοντέλου, μια
οικογένεια των Αδελφών Μουσουλμάνων μόλις κατέθεσε καταγγελία κατά του προέδρου
Μπασάρ αλ-Άσσαντ και των Σύρων αξιωματούχων, ενώ η Αραβική Δημοκρατία της
Συρίας δεν είναι μέλος. Ισχυρίζεται ότι είδε
διάφορες θηριωδίες και αναγκάστηκε να διαφύγει στην Ιορδανία. Το Δικαστήριο φαίνεται
να αγνοήσει ότι η Μουσουλμανική Αδελφότητα είναι η μήτρα της ισλαμικής
τρομοκρατίας και ότι η Αδελφότητα κατατάσσεται ως τρομοκρατική οργάνωση σε
πολλές χώρες. 
Λογικά, θα πρέπει να δηλώσει ότι
είναι αρμόδιο, επειδή η Ιορδανία έχει υπογράψει το Καταστατικό της Ρώμης.
Ωστόσο, στις 22 Μαΐου 2014, όταν οι
Δυτικοί και οι σύμμαχοί τους από το Κόλπο ήθελαν να καταφύγει το Συμβούλιο
Ασφαλείας στο ΔΠΔ σχετικά με τα συριακά γεγονότα, η Κίνα και η Ρωσία άσκησαν το
βέτο τους [ 3 ].
Ας είναι, το Δικαστήριο αποκτά
αυτονομία. Δεν ισχυρίζεται πλέον ότι θα βοηθήσει τα κράτη να ασκούν δικαιοσύνη, αλλά αυτοανακηρύσσεται
υπερασπιστής της ανθρωπότητας κατά των κρατών.
Είναι σημαντικό να καταλάβουμε το τι
συμβαίνει: τα τελευταία χρόνια, το ΔΠΔ χρηματοδοτήθηκε κυρίως από την Ευρωπαϊκή
Ένωση και συνέταξε το ίδιο τον δικό του Κώδικα.  Μέχρι το 2016, δεν
δίκασε παρά μόνο Αφρικανικούς κατηγορούμενους, σύμφωνα με τους δικούς του
νόμους, και τους καταδίκασε όλους [ 4]. Το Μπουρούντι,
μετά από ψηφοφορία του Κοινοβουλίου του, αποφάσισε να αποχωρήσει από το
Καταστατικό της Ρώμης για το λόγο ότι το ΔΠΔ είχε γίνει « μέσο πίεσης προς τις
κυβερνήσεις των φτωχών χωρών ή ένα μέσο για να τις αποσταθεροποιήσει υπό την
υποκίνηση των μεγάλων δυνάμεων ». Τρία άλλα κράτη το
ακολούθησαν: η Γκάμπια, οι Φιλιππίνες και η Νότια Αφρική. Ωστόσο, η Νότια
Αφρική και η Γκάμπια άλλαξαν γνώμη μετά τον διορισμό της Φατού Μπενσούντα από
τη Γκάμπια ως νέα εισαγγελέα του Δικαστηρίου.
Παρόλα αυτά, μέχρι το διορισμό της
κ. Μπενσούντα, το ΔΠΔ δεν προσέφερε καμία από τις εγγυήσεις που αναμένονται από
ένα αμερόληπτο δικαστήριο. Έτσι, στην επίθεση
κατά της Λιβύης από το ΝΑΤΟ, κατά παράβαση της εντολής του Συμβουλίου
Ασφαλείας, τα «αποδεικτικά στοιχεία» που συγκεντρώθηκαν από το Γενικό
Εισαγγελέα –τον Αργεντινό Λούις Μορένο-Οκάμπο-  κατά του Μουαμάρ Καντάφι, του γιου του Σαΐφ
αλ-Ισλάμ και του γαμπρού του Αμπνταλάχ αλ-Σενούσι, περιορίζονταν όλο σε όλα σε
αποσπάσματα του Τύπου των επιτιθέμενων κρατών. 
Ακόμη χειρότερα, όταν το ΝΑΤΟ
βομβάρδισε την Τρίπολη, ο εισαγγελέας δήλωσε ότι ο Σαΐφ αλ-Ισλάμ Καντάφι
συνελήφθη από τους Δυτικούς και ότι το γραφείο του οργάνωνε τη μεταφορά του στη
Χάγη. Με αυτόν τον τρόπο, ψευδόταν ξεδιάντροπα ​​και απογοήτευε τους
Λίβυους έτσι ώστε να μην αντισταθούν στην επίθεση του ΝΑΤΟ. Στην
πραγματικότητα, ο Σάιφ αλ-Ισλάμ ήταν ασφαλής και υγιής στα υπόγεια του
ξενοδοχείου Ρίξος, όπου βρισκόμουνα κ’ εγώ προσωπικά.

Ο κ. Λούις Μορένο-Οκάμπο
Ο ίδιος Λούις Μορένο-Οκάμπο, στο
γραφείο του στο Δικαστήριο, βίασε μια δημοσιογράφο. Ξέφυγε από τη
δικαιοσύνη μόνο λόγω της ασυλίας του ως διεθνούς εισαγγελέα [ 5 ]. Διαφθαρμένος, πληρώθηκε
κρυφά για να εμπλέξει άτομα προς εξάλειψη [ 6 ]. Οι μυστικοί
τραπεζικοί λογαριασμοί του εισαγγελέα αποκαλύφθηκαν αργότερα από
δημοσιογραφικές έρευνες στον Παναμά και στις Παρθένες Νήσους [ 7 ]. Ο Λούις
Μορένο-Οκάμπο δεν ενοχλήθηκε ποτέ.

Η κ. Φατού Μπενσούντα
Σίγουρα, η διάδοχός του, Φατού
Μπενσούντα, είναι πιο ευπαρουσίαστη. Αλλά η δομή δεν
έχει αλλάξει. Οι δικαστές της έδρας έχουν τόσο επίγνωση του γεγονότος έτσι ώστε στις 15
Ιανουαρίου 2019 εξεγέρθηκαν και απάλλαξαν τους Λωρέν και Τσαρλ Μπλε Γκουντέ , δύο κατηγορούμενους
των οποίων τα δήθεν «εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας» είχαν εξυπηρετήσει για να
δικαιολογηθεί η «αλλαγή καθεστώτος» που επιβλήθηκε από τη Γαλλία στην Ακτή του
Ελεφαντοστού. 
Ήταν η πρώτη φορά που το ΔΠΔ ξέφευγε
από τον πολιτικό ρόλο που του ανάθεσαν οι Ευρωπαίοι.
Στις 29 Ιουλίου 2015, οι Δυτικοί
προσπάθησαν να περάσουν ένα ψήφισμα στο Συμβούλιο Ασφαλείας απαλλάσσοντας την ουκρανική
Δικαιοσύνη από τη καταστροφή της πτήσης MH17 και διαβιβάζοντας
την υπόθεση στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο. Επρόκειτο στην
πραγματικότητα να προετοιμάσουν το κατηγορητήριο κατά του προέδρου Βλαντιμίρ
Πούτιν, ενώ η Ρωσία δεν έχει υπογράψει το Καταστατικό της Ρώμης. Το ζήτημα δεν
είναι εδώ ποιος κατέρριψε αυτό το αεροπλάνο, αλλά να παρατηρήσουμε την πολιτική
χειραγώγηση της Διεθνούς Ποινικής Δικαιοσύνης. Η Ρωσία άσκησε
βέτο στο δυτικό σχέδιο ψηφίσματος.
Συνεπώς, ο Σύρος πρόεδρος Μπασάρ
αλ-Άσσαντ θα πρέπει ως εκ τούτου να δικαστεί ερήμην από το ΔΠΔ. Θα εμφανιστεί in absentia με άλλους Σύρους
αξιωματούχους των οποίων τα ονόματα δεν είναι ακόμη γνωστά. Ο ίδιος είναι
συνηθισμένος σε αυτό. Το 2005
κατηγορήθηκε ότι διέταξε τη δολοφονία του πρώην πρωθυπουργού του Λιβάνου Ραφίκ
Χαρίρι, αυτή τη φορά με τη συνενοχή του προέδρου του Λιβάνου Εμίλ Λαχούντ. Μια διεθνής έρευνα
διεξήχθη από μια γερμανο-ισραηλινή ομάδα [ 8 ]. Στη συνέχεια
δημιουργήθηκε ένα ψευδοδικείο με πρωτοβουλία του πρεσβευτή των ΗΠΑ στη Βηρυτό, Jeffrey Feltman. Στη συνέχεια
υπογράφτηκε μια συνθήκη από τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ – με την έγκριση του
Συμβουλίου Ασφαλείας – και από τον νέο πρωθυπουργό του Λιβάνου – χωρίς την
έγκριση ούτε της κυβέρνησης ούτε του κοινοβουλίου.
Εκείνη την εποχή, η Δύση είχε
πεισθεί για την ενοχή του κατηγορούμενου. Όπα! μετά από ένα χρόνο
θορυβωδών κατηγοριών, ο εισαγγελέας κ. Detlev Mehlis, παραιτήθηκε σ’ ένα
συγκλονιστικό σκάνδαλο: οι μάρτυρες στους οποίους βασιζόταν ήταν σφετεριστές
τους οποίους πλήρωναν φίλοι του. Το Ειδικό
Δικαστήριο για το Λίβανο συνεχίζει το κακόβουλο έργο του κατηγορώντας τη
Χεζμπολάχ αυτή τη φορά, ενώ κυκλοφόρησε το βίντεο ενός ισραηλινού μη
επανδρωμένου αεροπλάνου στο τόπο της δολοφονίας. Το δικαστήριο
εξακολουθεί να ισχυρίζεται ότι ο Ραφίκ Χαριρί σκοτώθηκε από την έκρηξη ενός μικρού
φορτηγού, ενώ τα ιατροδικαστικά αρχεία είναι απόλυτα: είναι αδύνατο [ 9 ]. Ξόδεψε εκατομμύρια
δολάρια για να αναπαραγάγει τη σκηνή και να επικυρώσει τη θεωρία του, χωρίς
αποτέλεσμα. Εργάζεται ως εκ τούτου σε μια υπόθεση που ο καθένας γνωρίζει ότι
είναι λάθος.
Η Συριακή Αραβική Δημοκρατία πολέμησε
για 8 χρόνια για να διατηρήσει την κυριαρχία της. Δεν αναμένεται
επομένως να επιτρέπει στους ηγέτες της να ταξιδεύουν στη Χάγη. Μπορεί όμως να
αμφισβητήσει την εγκυρότητα της διαδικασίας.
Η τελευταία ξεκίνησε από τον Βρετανό
δικηγόρο των ενάγοντων, Rodney Dixon, ο οποίος είναι
επίσης γνωστός ως δικηγόρος του Κατάρ κατά της Σαουδικής Αραβίας και των
Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων. Έχει πολυετή
εμπειρία της «Διεθνούς Δικαιοσύνης» από τότε που ήταν σύμβουλος της Καναδέζας  Louise Arbor, της επικεφαλούς
εισαγγελέα του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για την πρώην Γιουγκοσλαβία και τη
Ρουάντα, δύο θεσμικά όργανα που δεν κατάφεραν να αποκαλύψουν τα εγκλήματα που τους
είχαν υποβάλει.
Ο Μαιτρ Ντίξον έχει ήδη γνωστοποιήσει
ότι σχεδιάζει να μηνύσει τους Σύρους ηγέτες για “εγκλήματα κατά της
ανθρωπότητας”. Θα βασιστεί στην έκθεση Caesar  [ 10 ], ένα έγγραφο που
δημοσιοποιήθηκε από το Κατάρ μέσω του δικηγορικού γραφείου Carter-Ruck του Λονδίνου,
στις 20 Ιανουαρίου 2014, δύο ημέρες πριν από τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις
στη Γενεύη 2. Πρόκειται για 55.000 φωτογραφίες βασανισμένων ατόμων που
τραβήχτηκαν από έναν στρατιωτικό φωτογράφο του Συριακού Αραβικού Στρατού. Σύμφωνα με την εισαγγελία,
αντιπροσωπεύουν τα θύματα του “καθεστώτος”, σύμφωνα με τη συριακή
κυβέρνηση, αντίθετα πρόκειται για φωτογραφίες θυμάτων των τζιχαντιστών. Αυτή η έκθεση
επικυρώθηκε κατά της Συρίας από τρεις διεθνείς εισαγγελείς με επαίσχυντο
παρελθόν, έχοντας εργαστεί στο Ειδικό Δικαστήριο για τη Σιέρρα Λεόνε ή στο
Ποινικό Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία.
 Ο Σερ Desmond Lorenz de Silva είναι ο συντάκτης
μιας έκθεσης που ανατέθηκε από τον Βρετανό πρωθυπουργό για το θάνατο ενός Ιρλανδέζικου
δικηγόρου, που χαρακτηρίζεται ως «ντροπή» από την οικογένεια του θύματος. Αναγνώρισε την
ευθύνη των αρχών, η οποία δεν μπορούσε πλέον να αποκρύψει, αλλά απέφυγε τα αποδεικτικά
στοιχεία εναντίον του Στέμματος. 

 Ο Σερ Geoffrey Nice έχει διακριθεί, κυνηγώντας
για δύο χρόνια τον Slobodan Milošević χωρίς ποτέ να
καταφέρει να φέρει τη παραμικρή απόδειξη για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Η δίκη
ολοκληρώθηκε με το θάνατο του κρατουμένου, δολοφονημένου στη φυλακή του σύμφωνα
με τη Ρωσία. 

 Ο David M. Crane είναι πρώην αξιωματούχος της CIA και της DIA ο οποίος διευθύνει
από της αρχής του πολέμου κατά της Συρίας ένα πρόγραμμα με σκοπό να παραπεμφθεί
ο Μπασάρ αλ- Άσαντ ενώπιον οποιουδήποτε διεθνούς ειδικού δικαστηρίου και για οποιαδήποτε
κατηγορία.
Τον Σεπτέμβριο του 2012, το
υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ, σε μια ιδέα του πρέσβη Jeffrey Feltman ο οποίος είχε
γίνει βοηθός του υπουργού Εξωτερικών, είχε σχηματίσει μια ένωση, το Syria Justice and Accountability Centre (SJAC), υπεύθυνο για τη
συλλογή αποδεικτικών στοιχείων για εγκλήματα της συριακής κυβέρνησης. Το χρηματοδοτούσε με
5 εκατομμύρια δολάρια ετησίως, ενώ το υπόλοιπο των εξόδων βάρυνε τους
“Φίλους της Συρίας”, συμπεριλαμβανομένου του Μαρόκου. Δύο χρόνια
αργότερα, η Ουάσιγκτον εγκατέλειψε αυτό το εργαλείο. Ωστόσο, ο πρέσβης Jeffrey Feltman, ο οποίος έγινε διευθυντής
των πολιτικών υποθέσεων του ΟΗΕ, αναβίωσε το SJAC, αυτή τη φορά με ευρωπαϊκούς
πόρους.
Δεν υπάρχει κανένας έλεγχος του ΔΠΔ,
ακόμη και όταν ο Γενικός Εισαγγελέας του είναι διεφθαρμένος εγκληματίας. Το Δικαστήριο
είναι αποκλειστικά στην υπηρεσία εκείνων που το πληρώνουν: της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στο παρελθόν, ο πόλεμος θεωρούταν ως
μέσο κατακράτησης ή υπεράσπισης του εαυτού του. Σήμερα, αντίθετα, ο
καθείς προσποιείται ότι πιστεύει ότι είναι μια παράνομη πράξη από μόνη της,
ακόμα και σε κατάσταση αυτοάμυνας. Επομένως, αυτός
που τον αποφασίζει δεν πρέπει να το δηλώσει, αλλά να αποδείξει εκ των υστέρων ότι κατά τη διάπραξη
αυτού του εγκλήματος, υπερασπίστηκε το Καλό. Γεγονός που πάντα
θα μπορεί να ισχυρίζεται ο νικητής.
[1]
Defending the Society of States_ Why America Opposes the International
Criminal Court and its Vision of World Society
, Jason Ralph, Oxford
University Press, USA (2007)
[3]
Αν και δεν έχουν
υπογράψει το Καταστατικό της Ρώμης, οι Ηνωμένες Πολιτείες συνυπέγραψαν το
γαλλο-βρετανικό σχέδιο ψηφίσματος. « Réunion du Conseil de
sécurité sur le Proche-Orient (vétos)
 », Réseau Voltaire, 22
mai 2014.
[4]
Africa and the International Criminal Court, Gerhard Werle, Lovell
Fernandez, Moritz Vormbaum, T.M.C. Asser Press (2014). The International
Criminal Court at the Mercy of Powerful States. An Assessment of the
Neo-Colonialism Claim Made by African Stakehold
, Res Schuerch, T.M.C. Asser
Press (2017).
[5]
« Luis Moreno-Ocampo,
pourfendeur du mal épris de lumière
 », Angélique Mounier-Kuhn, Le
Temps
, 29 juin 2011.
[7]
« CPI : Luis Moreno
Ocampo, l’accusateur accusé
 », Damien Glez, Jeune Afrique, 4 octobre
2017.
[8]
L’Effroyable imposture
2
, Thierry Meyssan, éditions Demi-Lune, 2018.
[9]
« Révélations sur
l’assassinat de Rafiq Hariri
 », par Thierry Meyssan, Оdnako (Russie) , Réseau Voltaire,
29 novembre 2010.

var _wau = _wau || []; _wau.push([“small”, “wvg1ie6mi5ta”, “m3y”]);
(function() {var s=document.createElement(“script”); s.async=true;s.src=”http://widgets.amung.us/small.js”;
document.getElementsByTagName(“head”)[0].appendChild(s);})();

Ανθρώπινα Δικαιώματα

The Hong Kong Post: Το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας στοχεύει δημοσιογράφους και οικογένειες στο Χονγκ Κονγκ

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Οι δημοσιογράφοι και οι οικογένειές τους στο Χονγκ Κονγκ βιώνουν κλιμακούμενη παρενόχληση και απειλές από το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας, τόσο στο διαδίκτυο όσο και εκτός διαδικτύου. Η συχνότητα και η σοβαρότητα αυτών των περιστατικών έχουν αυξηθεί τους τελευταίους μήνες, όπως δήλωσε η πρόεδρος της Ένωσης Δημοσιογράφων του Χονγκ Κονγκ (HKJA) Selina Cheng κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στις 13 Σεπτεμβρίου.

Μια έρευνα από το HKJA αποκάλυψε ότι η συστηματική παρενόχληση κορυφώθηκε μεταξύ Ιουνίου και Αυγούστου του τρέχοντος έτους, με αξιοσημείωτη αύξηση από τα μέσα έως τα τέλη Αυγούστου. Αυτό το κύμα εκφοβισμού επηρέασε 15 οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένων 13 Μέσων Ενημέρωσης και δύο ιδρυμάτων κατάρτισης δημοσιογραφίας. Μεταξύ των στόχων ήταν το HKJA, το Hong Kong Free Press, το Inmedia και το Hong Kong Feature. Ειδικοί υποστηρίζουν ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας στοχεύει να ασκήσει έλεγχο στο Χονγκ Κονγκ παρόμοιο με τον έλεγχο του στην ηπειρωτική Κίνα. Το ΚΚΚ φέρεται να ανακατεύεται στην ελευθερία του Τύπου στο Χονγκ Κονγκ, καθώς η χώρα επιτρέπει στους δημοσιογράφους να δημοσιεύουν επικριτικά ρεπορτάζ για την Κίνα και την κυβέρνησή της σε διεθνή Μέσα Ενημέρωσης.

Από τον Ιούνιο, ανώνυμα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου παραπόνων από λογαριασμούς Microsoft Outlook, που υποτίθεται ότι προέρχονται από «πατριώτες», έχουν στοχεύσει τουλάχιστον 15 οικογένειες δημοσιογράφων, μαζί με τους εργοδότες ή τους ιδιοκτήτες τους. Αυτά τα μηνύματα, συχνά απειλητικά στη φύση, διέφεραν σε τόνους. Οι μεγαλύτερες οργανώσεις έλαβαν επίσημες καταγγελίες, ενώ τα μικρότερα μέσα αντιμετώπιζαν περισσότερα απειλητικά μηνύματα, μερικές φορές με τη φωτογραφία και το κείμενο του δημοσιογράφου που έμοιαζαν με σημείωμα λύτρων. Πιστεύεται ότι οι πτέρυγες κατασκοπείας του ΚΚΚ, δηλαδή το Υπουργείο Κρατικής Ασφάλειας (MSS) και το Υπουργείο Δημόσιας Ασφάλειας (MPS), ενορχηστρώνουν αυτές τις δραστηριότητες. Στόχος τους είναι να εκφοβίσουν τη δημοσιογραφική κοινότητα είτε να εγκαταλείψει το επάγγελμά της είτε να εγκαταλείψει τη χώρα.

Από τον Αύγουστο, το Facebook έχει δει μια έκρηξη εχθρικών αναρτήσεων που στοχεύουν Μέσα Ενημέρωσης και δημοσιογράφους, χαρακτηρίζοντας τις νόμιμες αναφορές ως παράνομες ή ταραχές. Το HKJA ανακάλυψε ότι τουλάχιστον 36 δημοσιογράφοι από διάφορα Μέσα Ενημέρωσης κατονομάζονταν σε αυτές τις θέσεις. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι παρενοχλητές επεξεργάστηκαν ή δημοσίευσαν απειλητικές καταχωρήσεις στη Wikipedia. Επιπλέον, σε τουλάχιστον τέσσερις περιπτώσεις, παρενοχλητικά μηνύματα στάλθηκαν στους αριθμούς τηλεφώνου της εργασίας ή του σπιτιού των δημοσιογράφων λίγο μετά τη δημοσίευση αυτών των αναρτήσεων.

Ο πρωταρχικός στόχος του ΚΚΚ είναι να εκφοβίσει τους δημοσιογράφους, τις οικογένειές τους ή τους συνεργάτες τους, διαταράσσοντας τις πηγές εισοδήματός τους ή τις κοινωνικές τους σχέσεις. Αυτή η στρατηγική στοχεύει να τους πιέσει, να τους απομονώσει και να τους απειλήσει, αναγκάζοντας τελικά τους δημοσιογράφους να παραιτηθούν από τη δουλειά ή τους συνδικαλιστικούς ρόλους τους. Ο Τσενγκ περιέγραψε αυτές τις επιθέσεις ως «συντονισμένες και συστηματικές», με στόχο τη δημοσιογραφική κοινότητα στο σύνολό της και όχι συγκεκριμένα άτομα. Η HKJA καταδίκασε αυτές τις τακτικές εκφοβισμού και επιβεβαίωσε τη δέσμευσή της να αντισταθεί στις προσπάθειες φίμωσης του Τύπου. Ωστόσο, στις δηλώσεις τους, απέφυγαν να εμπλέξουν άμεσα την κινεζική κομμουνιστική κυβέρνηση.

Ο Τσενγκ συνέκρινε την παρενόχληση με μια «εξόρμηση για ψάρεμα», όπου οι δράστες προχωρούν εάν ο στόχος δεν ανταποκριθεί. Τουλάχιστον τέσσερα θύματα που συμμετείχαν με τους παρενοχλητές αντιμετώπισαν κλιμακούμενες απειλές. Συμβούλεψε τους δημοσιογράφους να αναφέρουν αυτά τα περιστατικά στην αστυνομία, να ενημερώσουν τον Επίτροπο Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων (PCPD) και να αποφύγουν την αλληλεπίδραση με τους παρενοχλητές. Αν και ορισμένα μηνύματα ανέφεραν ζητήματα όπως οι εκλογές στην Ταϊβάν ή η απαγόρευση του Χονγκ Κονγκ για τα ιαπωνικά θαλασσινά, ο Τσενγκ σημείωσε ότι η παρενόχληση δεν φαίνεται να συνδέεται με συγκεκριμένες ιστορίες ή καταστήματα.

Στα τέλη Ιουλίου, ο Τσενγκ και δύο από τα μέλη της οικογένειάς της παρενοχλήθηκαν. Τα email κατηγορούσαν τους συγγενείς της ότι προωθούν «αντικινεζικά αισθήματα» και απείλησαν τους εργοδότες τους, προειδοποιώντας ότι μπορεί να κινδυνεύσουν να παραβιάσουν τον Νόμο Εθνικής Ασφάλειας ή το Άρθρο 23 εάν συνέχιζαν να συνδέονται με τα μέλη της οικογένειας του Τσενγκ.

Η HKJA, μαζί με τουλάχιστον τρεις δημοσιογράφους, έχει αναφέρει αυτά τα περιστατικά στην αστυνομία. Η HKJA κατήγγειλε αυτές τις ενέργειες ως εκφοβισμό και σοβαρή παραβίαση της ελευθερίας του Τύπου στο Χονγκ Κονγκ. Οι παρενοχλητές χρησιμοποίησαν τακτικές δυσφήμισης και εκφοβισμού για να εμποδίσουν τους δημοσιογράφους να εργάζονται ελεύθερα. Η Ένωση έχει επίσης προσεγγίσει πλατφόρμες όπως το Meta και η Wikipedia. Σε απάντηση, η Wikipedia απαγόρευσε έναν χρήστη που δημοσίευσε προσωπικά στοιχεία δημοσιογράφων. Επιπλέον, η HKJA κινεί νομικές ενέργειες και έχει υποβάλει καταγγελίες στον Επίτροπο Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων (PCPD).

Επιπλέον, τρία θύματα ανέφεραν ότι οι αποσκευές τους ερευνήθηκαν από το τελωνείο κατά την επανείσοδό τους στο Χονγκ Κονγκ και δύο από αυτά έλαβαν απειλητικά μηνύματα WhatsApp λίγο μετά την άφιξή τους. Η HKJA εξέφρασε ανησυχίες για πιθανές διαρροές κυβερνητικών δεδομένων, καθώς οι παρενοχλητές είχαν πρόσβαση σε προσωπικές πληροφορίες που δεν θα έπρεπε να είναι διαθέσιμες στο κοινό. Αν και δεν υπάρχουν άμεσες αποδείξεις που να συνδέουν την παρενόχληση με κυβερνητικές υπηρεσίες, η HKJA ζήτησε τη διεξαγωγή έρευνας και προέτρεψε τις αρχές να προστατεύσουν το απόρρητο των δημοσιογράφων.

Το HKJA ενθαρρύνει τους δημοσιογράφους και τις οικογένειές τους που υφίστανται παρενόχληση να αναζητήσουν επαγγελματική υποστήριξη, είτε μέσω του HKJA είτε μέσω των υπηρεσιών ψυχικής υγείας. Ο Σύλλογος έχει δημιουργήσει υπηρεσίες συναισθηματικής συμβουλευτικής για να βοηθήσει όσους επηρεάζονται από αυτά τα περιστατικά. Συμβουλεύει επίσης τους δημοσιογράφους να προστατεύουν τα προσωπικά τους στοιχεία αποφεύγοντας την κοινή χρήση οικογενειακών φωτογραφιών στο διαδίκτυο και χρησιμοποιώντας ισχυρούς, μοναδικούς κωδικούς πρόσβασης με επαλήθευση σε δύο βήματα για τους λογαριασμούς τους.

Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με αυτό το θέμα στην εβδομαδιαία συνέντευξη Τύπου του στις 17 Σεπτεμβρίου, ο Διευθύνων Σύμβουλος του Χονγκ Κονγκ Τζον Λι δήλωσε ότι όποιος χρειάζεται βοήθεια από τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου μπορεί να αναφερθεί στην αστυνομία ή σε αρμόδια τμήματα όπως το Τμήμα Μετανάστευσης ή τα Τελωνεία και Τμήμα ειδικών φόρων κατανάλωσης. «Οι αρχές επιβολής του νόμου θα χειριστούν τις υποθέσεις αμερόληπτα», διαβεβαίωσε.

ΠΗΓΗ: The Hong Kong Post

Συνέχεια ανάγνωσης

Ανθρώπινα Δικαιώματα

Καναδός που κρατήθηκε για 1000 ημέρες στην Κίνα για κατασκοπεία περιγράφει την οδυνηρή εμπειρία του

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Τον ανέκριναν για 6 έως 9 ώρες καθημερινά, τον έκλειναν σε μια καρέκλα για ώρες και τον αναγκάζανε να επιβιώνει με τρία μπολ με ρύζι την ημέρα.

Ένας Καναδός πολίτης που πέρασε 1.000 ημέρες στην κινεζική κράτηση αποκάλεσε την εμπειρία τίποτα λιγότερο από ψυχολογικά βασανιστήρια που δεν θα ξεχάσει. Το θύμα κρατήθηκε με κατηγορίες κατασκοπείας από τις κινεζικές αρχές και επέστρεψε στην πατρίδα του το 2021, σύμφωνα με ρεπορτάζ του CNN.

Ο λόγος για τον Michael Kovrig, είναι ένας από τους δύο Καναδούς πολίτες που κρατήθηκαν από την Κίνα για περισσότερες από 1.000 ημέρες για καταγγελίες κατασκοπείας, τέθηκε σε απομόνωση για έξι μήνες και υποβλήθηκε σε συνεχείς ανακρίσεις, κάτι που σύμφωνα με τον ίδιο ήταν ψυχολογικά βασανιστήρια.

«Ήταν ψυχολογικά, απολύτως, το πιο εξαντλητικό, οδυνηρό πράγμα που έχω ζήσει ποτέ», είπε ο Κόβριγκ στις πρώτες του δηλώσεις που έδωσε σε καναδικό ειδησεογραφικό οργανισμό CBC μετά την απελευθέρωση από την κινεζική φυλακή πριν από τρία χρόνια.

«Προσπαθούν να εκφοβίσουν, να βασανίσουν, να τρομοκρατήσουν και να σας εξαναγκάσουν να αποδεχτείτε την ψεύτικη εκδοχή της πραγματικότητας», είπε ο Κόβριγκ.

Ο Καναδός πολίτης είχε εμπλακεί σε μια τριετή διπλωματική διαμάχη που ξεκίνησε το 2021 όταν οι καναδικές αρχές συνέλαβαν την Meng Wanzhou, την οικονομική διευθύντρια του κινεζικού τεχνολογικού κολοσσού Huawei, στο Βανκούβερ με την κατηγορία της απάτης. Ο Κόβριγκ αφέθηκε ελεύθερος μόνο αφού οι εισαγγελείς των ΗΠΑ απέρριψαν το αίτημα έκδοσης και συμφώνησαν να αφήσουν ελεύθερο τον Μενγκ, σχεδόν δύο χρόνια αργότερα.

Ο Kovrig, ο οποίος ήταν πρώην διπλωμάτης, εργαζόταν ως ανώτερος σύμβουλος για το think tank International Crisis Group. Σύμφωνα με πληροφορίες, επέστρεφε στο σπίτι με τη σύντροφό του μετά το δείπνο στο Πεκίνο στις 10 Δεκεμβρίου 2018. Η σύντροφός του εκείνη την εποχή ήταν έξι μηνών έγκυος όταν συνελήφθη από τις κινεζικές αρχές.

«Ανεβήκαμε μια σπειροειδή σκάλα ακριβώς μπροστά από την πλατεία μπροστά από την πολυκατοικία μου και μπουμ. Υπήρχαν δώδεκα άντρες στα μαύρα με κάμερες πάνω τους γύρω μας, που φώναζαν στα κινέζικα, «Αυτός είναι», θυμάται ο Κόβριγκ.

Το ειδησεογραφικό ρεπορτάζ της Canadian Broadcasting Corporation (CBC) αναφέρθηκε στο ρεπορτάζ του CNN για τον Κόβριγκ, στο οποίο είχε πει ότι κατά τη σύλληψή του του πέρασαν χειροπέδες, του έδεσαν τα μάτια και τον πέταξαν σε ένα μαύρο SUV και στη συνέχεια τον πήγαν σε ένα κελί με επένδυση που θα ήταν το σπίτι του για τους επόμενους έξι μήνες.

Συνέχεια ανάγνωσης

Ανθρώπινα Δικαιώματα

Απαγωγές φοιτητών στο Βελουχιστάν από το πακιστανικό καθεστώς!

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Η πακιστανική κυβέρνηση κλείνει συνεχώς τα μάτια στις κραυγές για δικαιοσύνη στο Βελουχιστάν.

Το Πακιστάν έχει μακρά ιστορία αναγκαστικών εξαφανίσεων και εξωδικαστικών δολοφονιών, με στόχο ιδιαίτερα υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ακτιβιστές μειονοτήτων που επικρίνουν την κυβέρνηση και τον στρατό, καθώς και άτομα που είναι ύποπτα για εμπλοκή με την αντιπολίτευση.

Εν μέσω συνεχιζόμενων εξαφανίσεων και εξωδικαστικών δολοφονιών στο Μπαλουχιστάν, δύο νεαροί άνδρες, ο Akhtar Shah και ο Sahaj Mengal, απήχθησαν βίαια από τα σπίτια τους από τις ένοπλες δυνάμεις του Πακιστάν στην περιοχή Killi Pandrani, όπως αναφέρει η “Balochistan Post“.

Στις 23 Σεπτεμβρίου, μεγάλος αριθμός πακιστανικών δυνάμεων περικύκλωσε την Killi Pandrani και πραγματοποίησαν επιδρομές σε σπίτια.

Κατά τη διάρκεια αυτής της επιχείρησης, συνέλαβαν τους δύο νεαρούς, τους έδεσαν τα μάτια και τους τοποθέτησαν με τη βία στα οχήματά τους. Προς το παρόν, δεν υπάρχουν πληροφορίες για το πού βρίσκονται, ενώ οι αρχές της περιοχής δεν έχουν ακόμη δηλώσει το περιστατικό.

 

 

«Ανησυχούμε βαθιά για την εξαναγκαστική εξαφάνιση δύο μαθητών, του Musa Khaliqdad και του Sameer Majeed. Στις 22 Σεπτεμβρίου και οι δύο βρίσκονταν βίαια από τον στρατό του Πακιστάν στο Dasht Doro, ένα στρατιωτικό σημείο ελέγχου ενώ ταξίδευαν από το Gwadar στο Kapkapar. Προτρέπουμε τις πακιστανικές αρχές να αποκαλύψουν αμέσως πού βρίσκονται και να διασφαλίσουν την ασφαλή επιστροφή τους», δήλωσε το Pank (Τμήμα Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Εθνικού Κινήματος Baloch) στο X.

Σύμφωνα με τη “Balochistan Post”, 37 άνθρωποι εξαφανίστηκαν βίαια σε όλο το Βελουχιστάν μόνο τον Αύγουστο, ενώ 9 άτομα εξακολουθούν να αγνοούνται, ενώ βρέθηκαν 6 σοροί. Παρά τις πολυετείς διαμαρτυρίες, τις συγκεντρώσεις και την αυξανόμενη διεθνή ευαισθητοποίηση, η πακιστανική κυβέρνηση κλείνει συνεχώς τα μάτια στις κραυγές για δικαιοσύνη στο Βελουχιστάν.

Το Πακιστάν έχει μακρά ιστορία αναγκαστικών εξαφανίσεων και εξωδικαστικών δολοφονιών, με στόχο ιδιαίτερα υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ακτιβιστές μειονοτήτων που επικρίνουν την κυβέρνηση και τον στρατό, καθώς και άτομα που είναι ύποπτα για εμπλοκή με την αντιπολίτευση. Η ανεξέλεγκτη ισχύς του στρατού, σε συνδυασμό με μια συνένοχη κυβέρνηση, έχει δημιουργήσει ένα περιβάλλον φόβου και καταστολής.

Η εμμονή των εξαναγκαστικών εξαφανίσεων στο Μπαγκλαντές παραμένει μια κρίσιμη ανησυχία για τα ανθρώπινα δικαιώματα, με ουσιαστικά στοιχεία που δείχνουν εκτεταμένες και συστηματικές καταχρήσεις από τις πακιστανικές δυνάμεις ασφαλείας. Ο λαός του ΒΕλουχιστάν καλεί επειγόντως για διεθνή προσοχή και παρέμβαση για την αντιμετώπιση αυτών των σοβαρών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Η αυξανόμενη συχνότητα εξαναγκαστικών εξαφανίσεων όχι μόνο παραβιάζει τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά υπογραμμίζει επίσης τις βάναυσες τακτικές που εφαρμόζει ο Πακιστανικός Στρατός για να φιμώσει τα αιτήματα του λαού των Μπαλώχ για αξιοπρέπεια και δικαιοσύνη.

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινφογνώμων

Infognomon Logo

Περιηγηθείτε στα κορυφαία βιβλία του βιβλιοπωλείου μας

Προβολή όλων

Δημοφιλή