Ακολουθήστε μας

Ανθρώπινα Δικαιώματα

Νομική – Θεσμική ανάλυση αναφορικά με το ζήτημα των προσφύγων

Δημοσιεύτηκε

στις

Αλέξανδρος Αλεξάνδρου*

Είναι κοινώς αποδεκτό πως το ζήτημα των προσφύγων, ειδικότερα σήμερα, κυρίως από την ευρύτερη περιοχή της Συρίας, ταλανίζει τις χώρες τις Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφού αυτές καλούνται να υποδεχτούν μεγάλα κύματα αιτητών ασύλου ένεκα της εμπόλεμης κατάστασης που επικρατεί στις χώρες από όπου προέρχονται.

Η Σύμβαση της Γενεύης για το Καθεστώς των Προσφύγων του 1951, η οποία συνοδεύεται και διαβάζεται μαζί με το Πρωτόκολλο για το Καθεστώς των Προσφύγων του 1967, αποτελούν τα βασικά νομικά κείμενα προκειμένου gia την διασφάλιση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων τόσο των προσφύγων όσο και των Κρατών τα οποία τα έχουν επικυρώσει.

Δέον να αναφερθεί πως τόσο η Κύπρος, όσο και η Ελλάδα, έχουν συνυπογράψει και νομοθετήσει σχετικά τις διατάξεις που απορρέουν από τα ανωτέρω στον εθνικό τους νομοθετικό κώδικα από πολύ νωρίς. Μάλιστα, η Ελλάδα και η Κύπρος, σε σχέση με το άρθρο 26 της Σύμβασης, ήτοι της Ελεύθερης Διακίνησης, κατέγραψαν επιφυλάξεις και συνεπώς αντλούν το δικαίωμα της εξαιρετικής διαδικασίας, όταν απειλείται η εθνική ασφάλεια και η δημόσια τάξη.

Από την γραμματική ερμηνεία της Σύμβασης συνάγεται ότι κανείς άνθρωπος δεν έχει το δικαίωμα να αυτοπροσδιορίζεται ως πρόσφυγας, αλλά προκειμένου να προσδιοριστεί ως τέτοιος θα πρέπει να πληροί τις προϋποθέσεις που ορίζει η υπό αναφορά Σύμβαση και ειδικότερα οι διατάξεις του Άρθρου 1 αυτής. Καθίσταται λοιπόν σαφές πως το εν λόγω άρθρο της Συμβάσεως, σε συνάρτηση με το προοίμιο, έχει ως σκοπό να διασφαλίσει και εξασφαλίσει θεμελιώδη δικαιώματα του ανθρώπου όπως το δικαίωμα στη ζωή, θρησκεία, φυλή κ.ο.κ.

Συνεπώς, οι πρόσφυγες δικαιούνται διεθνούς προστασίας διότι απειλούνται τα ανθρώπινα δικαιώματα τους.

Το παρόν άρθρο έχει στόχο να αποδώσει και αναλύσει σύγχρονα θέματα και ζητήματα που ανακύπτουν μέσα από τις βασικές διατάξεις της Συμβάσης, σε συνάρτηση με τα νέα παγκόσμια δεδομένα που ισχύουν λαμβάνοντας υπόψιν ακαδημαϊκές μελέτες και σχετική νομολογία επί τούτου.

Σε Ευρωπαϊκό επίπεδο αναφορικά με την διεθνή προστασία των προσφύγων έχει αναγνωριστεί από Επιτροπή για την Νομική Φύση του εδαφικού ασύλου, των Προσφύγων και Ανιθαγενών του Συμβουλίου της Ευρώπης, της Επιτροπής Υπουργών, του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιώματα του Ανθρώπου, καθώς και μέσα από άλλες δραστηριότητες του Συμβουλίου. Κατά την Διάσκεψη του Τάμπερε το 1999, οι αρχηγοί κρατών και οι κυβερνήσεις των κρατών μελών των Ευρωπαϊκών χωρών προσυπόγραψαν όλα τα ανωτέρω, επιβεβαιώνοντας ακόμη μια φορά την ανάγκη για προστασία κάθε ανθρώπου, από όπου και αν προέρχεται, ο οποίος διώκεται, να ζητά και να δικαιούται παροχής ασύλου.

Το γενεσιουργό στοιχείο συνεπώς που ανακύπτει μέσα από τις πρόνοιές του Άρθρου 1 είναι αυτό του χαρακτηρισμού ενός ατόμου ως πρόσφυγα με πυρήνα την δίωξή του από την χώρα ιθαγένειας του. Επίσης, βασικό στοιχείο είναι η εξατομίκευση της κάθε υπόθεσης που έχουν ενώπιον τους οι αρχές ενώ ταυτόχρονα καλούνται να διερευνήσουν κάθε δεδομένο αναφορικά με την κάθε αίτηση. Σημαντικές αποφάσεις προς την κατεύθυνση αυτή οι υποθέσεις Goodwin-Gill και Horvath.

Το βάρος απόδειξης του χαρακτηρισμού του ως πρόσφυγας το έχει ο αιτών ασύλου και απαιτείται σύμφωνα με σωρεία αγγλοσαξονικών αποφάσεων, να αποδειχτεί στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων, ήτοι του αστικού κώδικα. Αρκεί δηλαδή να αποδειχθεί ο ευλόγως πιθανός χαρακτήρας της δίωξης του προσώπου.

Όπως έχει αναφερθεί ανωτέρω, η Σύμβαση, πέραν των υποχρεώσεων των χωρών απέναντι σε κάθε πρόσωπο-αιτητή ασύλου, παρέχει και δικαιώματα στην κάθε χωρά κατά την εξέταση τέτοιου αιτήματος. Ειδικότερα είναι τα άρθρα 30 έως 33 της Σύμβασης που ρητά αναφέρουν περιορισμούς που δύναται μια χώρα υποδοχής να επιβάλει καθώς και τις υποχρεώσεις των προσφύγων, σε συνάρτηση με το άρθρο 1, προκειμένου για την παροχή ασυλίας. Αναλύοντας, λοιπόν, τα άρθρα αυτά, ανακύπτει στοιχείο περιορισμού, ανάκλησης καθώς και απόρριψης μιας αίτησης με πυρήνα την δημόσια τάξη και εθνική ασφάλεια.

Στο σημείο αυτό, ως κρίσιμη σημείωση, είναι σκόπιμο να αναφερθεί πως από την Σύμβαση προκύπτει ακόμη ένα βασικό στοιχείο, αυτό της πρώτης ασφαλούς χώρας, ως χώρα υποδοχής. Σήμερα η Τουρκία αποτελεί μια ασφαλή όμορη χώρα, με βάση ψηφίσματα του ΟΗΕ, σε σχέση με τους Σύριους πρόσφυγες και ως συν-υπογράφουσα της Συνθήκης έχει υποχρέωση ως κάθε άλλη χώρα για την τήρηση των ορών αυτής.

Συνοψίζοντας όλα τα ανωτέρω είναι επιτακτική ανάγκη τα κράτη δικαίου σεβόμενα τις αξίες και τις αρχές των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να παρέχουν ασφαλή προστασία κάθε πρόσφυγα ο οποίος πληροί τις προϋποθέσεις του Άρθρου 1 της Συμβάσεως για τον χαρακτηρισμό του ως τέτοιου. Παράλληλα όμως, αποτελεί υποχρέωση της κάθε χώρας να υπερασπιστεί το δημόσιο συμφέρον και να διασφαλίσει την τάξη και ασφάλεια στους ιθαγενείς πολίτες της. Στην ευρεία έννοια του τι εστί δημόσιο συμφέρον εμπίπτει αναντίλεκτα, μέσα από πολλές νομολογίες, η οικονομική σταθερότητα, η μη αλλοίωση της δημογραφικότητας μιας χώρας κ.ο.κ., παράγοντες που δύναται να ενεργοποιούν τις ρήτρες εκείνες της άρνησης, στέρησης, και απόρριψης προσφύγων στο έδαφός της.

Καταληκτικά, υιοθετώντας συμπεράσματα, κυρίως από μελέτες ακαδημαϊκών καθώς και ευρήματα Ευρωπαίων αξιωματούχων αναφορικά με τα μέτρα που λαμβάνονται από κάθε χώρα υποδοχής, προκειμένου την τήρηση και μη παρέκκλιση από τους θεσμούς της Ε.Ε. συνάγεται το συμπέρασμα πως θα πρέπει να βελτιωθούν οι διαδικασίες εξέτασης μιας αίτησης ασύλου – αποφεύγονται έτσι διαδικασίες εκμετάλλευσης της πολιτείας από πρόσωπα που δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως πρόσφυγες, ενίσχυση και εκσυγχρονισμού του θεσμού Frontex, κωδικοποίηση των δυνητικών μέτρων κάθε χώρας ανάλογα με τις κοινωνικό-οικονομικές της δυνατότητες, επιβολή άμεσων κυρώσεων των χωρών που λαμβάνουν Ευρωπαϊκά κονδύλια σε σχέση με το μεταναστευτικό και δεν ανταποκρίνονται ως θα έπρεπε.

*Δικηγόρος – Νομικός

Πηγή: Sigmalive

Συνέχεια ανάγνωσης

Ανθρώπινα Δικαιώματα

The Hong Kong Post: Το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας στοχεύει δημοσιογράφους και οικογένειες στο Χονγκ Κονγκ

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Οι δημοσιογράφοι και οι οικογένειές τους στο Χονγκ Κονγκ βιώνουν κλιμακούμενη παρενόχληση και απειλές από το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας, τόσο στο διαδίκτυο όσο και εκτός διαδικτύου. Η συχνότητα και η σοβαρότητα αυτών των περιστατικών έχουν αυξηθεί τους τελευταίους μήνες, όπως δήλωσε η πρόεδρος της Ένωσης Δημοσιογράφων του Χονγκ Κονγκ (HKJA) Selina Cheng κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στις 13 Σεπτεμβρίου.

Μια έρευνα από το HKJA αποκάλυψε ότι η συστηματική παρενόχληση κορυφώθηκε μεταξύ Ιουνίου και Αυγούστου του τρέχοντος έτους, με αξιοσημείωτη αύξηση από τα μέσα έως τα τέλη Αυγούστου. Αυτό το κύμα εκφοβισμού επηρέασε 15 οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένων 13 Μέσων Ενημέρωσης και δύο ιδρυμάτων κατάρτισης δημοσιογραφίας. Μεταξύ των στόχων ήταν το HKJA, το Hong Kong Free Press, το Inmedia και το Hong Kong Feature. Ειδικοί υποστηρίζουν ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας στοχεύει να ασκήσει έλεγχο στο Χονγκ Κονγκ παρόμοιο με τον έλεγχο του στην ηπειρωτική Κίνα. Το ΚΚΚ φέρεται να ανακατεύεται στην ελευθερία του Τύπου στο Χονγκ Κονγκ, καθώς η χώρα επιτρέπει στους δημοσιογράφους να δημοσιεύουν επικριτικά ρεπορτάζ για την Κίνα και την κυβέρνησή της σε διεθνή Μέσα Ενημέρωσης.

Από τον Ιούνιο, ανώνυμα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου παραπόνων από λογαριασμούς Microsoft Outlook, που υποτίθεται ότι προέρχονται από «πατριώτες», έχουν στοχεύσει τουλάχιστον 15 οικογένειες δημοσιογράφων, μαζί με τους εργοδότες ή τους ιδιοκτήτες τους. Αυτά τα μηνύματα, συχνά απειλητικά στη φύση, διέφεραν σε τόνους. Οι μεγαλύτερες οργανώσεις έλαβαν επίσημες καταγγελίες, ενώ τα μικρότερα μέσα αντιμετώπιζαν περισσότερα απειλητικά μηνύματα, μερικές φορές με τη φωτογραφία και το κείμενο του δημοσιογράφου που έμοιαζαν με σημείωμα λύτρων. Πιστεύεται ότι οι πτέρυγες κατασκοπείας του ΚΚΚ, δηλαδή το Υπουργείο Κρατικής Ασφάλειας (MSS) και το Υπουργείο Δημόσιας Ασφάλειας (MPS), ενορχηστρώνουν αυτές τις δραστηριότητες. Στόχος τους είναι να εκφοβίσουν τη δημοσιογραφική κοινότητα είτε να εγκαταλείψει το επάγγελμά της είτε να εγκαταλείψει τη χώρα.

Από τον Αύγουστο, το Facebook έχει δει μια έκρηξη εχθρικών αναρτήσεων που στοχεύουν Μέσα Ενημέρωσης και δημοσιογράφους, χαρακτηρίζοντας τις νόμιμες αναφορές ως παράνομες ή ταραχές. Το HKJA ανακάλυψε ότι τουλάχιστον 36 δημοσιογράφοι από διάφορα Μέσα Ενημέρωσης κατονομάζονταν σε αυτές τις θέσεις. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι παρενοχλητές επεξεργάστηκαν ή δημοσίευσαν απειλητικές καταχωρήσεις στη Wikipedia. Επιπλέον, σε τουλάχιστον τέσσερις περιπτώσεις, παρενοχλητικά μηνύματα στάλθηκαν στους αριθμούς τηλεφώνου της εργασίας ή του σπιτιού των δημοσιογράφων λίγο μετά τη δημοσίευση αυτών των αναρτήσεων.

Ο πρωταρχικός στόχος του ΚΚΚ είναι να εκφοβίσει τους δημοσιογράφους, τις οικογένειές τους ή τους συνεργάτες τους, διαταράσσοντας τις πηγές εισοδήματός τους ή τις κοινωνικές τους σχέσεις. Αυτή η στρατηγική στοχεύει να τους πιέσει, να τους απομονώσει και να τους απειλήσει, αναγκάζοντας τελικά τους δημοσιογράφους να παραιτηθούν από τη δουλειά ή τους συνδικαλιστικούς ρόλους τους. Ο Τσενγκ περιέγραψε αυτές τις επιθέσεις ως «συντονισμένες και συστηματικές», με στόχο τη δημοσιογραφική κοινότητα στο σύνολό της και όχι συγκεκριμένα άτομα. Η HKJA καταδίκασε αυτές τις τακτικές εκφοβισμού και επιβεβαίωσε τη δέσμευσή της να αντισταθεί στις προσπάθειες φίμωσης του Τύπου. Ωστόσο, στις δηλώσεις τους, απέφυγαν να εμπλέξουν άμεσα την κινεζική κομμουνιστική κυβέρνηση.

Ο Τσενγκ συνέκρινε την παρενόχληση με μια «εξόρμηση για ψάρεμα», όπου οι δράστες προχωρούν εάν ο στόχος δεν ανταποκριθεί. Τουλάχιστον τέσσερα θύματα που συμμετείχαν με τους παρενοχλητές αντιμετώπισαν κλιμακούμενες απειλές. Συμβούλεψε τους δημοσιογράφους να αναφέρουν αυτά τα περιστατικά στην αστυνομία, να ενημερώσουν τον Επίτροπο Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων (PCPD) και να αποφύγουν την αλληλεπίδραση με τους παρενοχλητές. Αν και ορισμένα μηνύματα ανέφεραν ζητήματα όπως οι εκλογές στην Ταϊβάν ή η απαγόρευση του Χονγκ Κονγκ για τα ιαπωνικά θαλασσινά, ο Τσενγκ σημείωσε ότι η παρενόχληση δεν φαίνεται να συνδέεται με συγκεκριμένες ιστορίες ή καταστήματα.

Στα τέλη Ιουλίου, ο Τσενγκ και δύο από τα μέλη της οικογένειάς της παρενοχλήθηκαν. Τα email κατηγορούσαν τους συγγενείς της ότι προωθούν «αντικινεζικά αισθήματα» και απείλησαν τους εργοδότες τους, προειδοποιώντας ότι μπορεί να κινδυνεύσουν να παραβιάσουν τον Νόμο Εθνικής Ασφάλειας ή το Άρθρο 23 εάν συνέχιζαν να συνδέονται με τα μέλη της οικογένειας του Τσενγκ.

Η HKJA, μαζί με τουλάχιστον τρεις δημοσιογράφους, έχει αναφέρει αυτά τα περιστατικά στην αστυνομία. Η HKJA κατήγγειλε αυτές τις ενέργειες ως εκφοβισμό και σοβαρή παραβίαση της ελευθερίας του Τύπου στο Χονγκ Κονγκ. Οι παρενοχλητές χρησιμοποίησαν τακτικές δυσφήμισης και εκφοβισμού για να εμποδίσουν τους δημοσιογράφους να εργάζονται ελεύθερα. Η Ένωση έχει επίσης προσεγγίσει πλατφόρμες όπως το Meta και η Wikipedia. Σε απάντηση, η Wikipedia απαγόρευσε έναν χρήστη που δημοσίευσε προσωπικά στοιχεία δημοσιογράφων. Επιπλέον, η HKJA κινεί νομικές ενέργειες και έχει υποβάλει καταγγελίες στον Επίτροπο Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων (PCPD).

Επιπλέον, τρία θύματα ανέφεραν ότι οι αποσκευές τους ερευνήθηκαν από το τελωνείο κατά την επανείσοδό τους στο Χονγκ Κονγκ και δύο από αυτά έλαβαν απειλητικά μηνύματα WhatsApp λίγο μετά την άφιξή τους. Η HKJA εξέφρασε ανησυχίες για πιθανές διαρροές κυβερνητικών δεδομένων, καθώς οι παρενοχλητές είχαν πρόσβαση σε προσωπικές πληροφορίες που δεν θα έπρεπε να είναι διαθέσιμες στο κοινό. Αν και δεν υπάρχουν άμεσες αποδείξεις που να συνδέουν την παρενόχληση με κυβερνητικές υπηρεσίες, η HKJA ζήτησε τη διεξαγωγή έρευνας και προέτρεψε τις αρχές να προστατεύσουν το απόρρητο των δημοσιογράφων.

Το HKJA ενθαρρύνει τους δημοσιογράφους και τις οικογένειές τους που υφίστανται παρενόχληση να αναζητήσουν επαγγελματική υποστήριξη, είτε μέσω του HKJA είτε μέσω των υπηρεσιών ψυχικής υγείας. Ο Σύλλογος έχει δημιουργήσει υπηρεσίες συναισθηματικής συμβουλευτικής για να βοηθήσει όσους επηρεάζονται από αυτά τα περιστατικά. Συμβουλεύει επίσης τους δημοσιογράφους να προστατεύουν τα προσωπικά τους στοιχεία αποφεύγοντας την κοινή χρήση οικογενειακών φωτογραφιών στο διαδίκτυο και χρησιμοποιώντας ισχυρούς, μοναδικούς κωδικούς πρόσβασης με επαλήθευση σε δύο βήματα για τους λογαριασμούς τους.

Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με αυτό το θέμα στην εβδομαδιαία συνέντευξη Τύπου του στις 17 Σεπτεμβρίου, ο Διευθύνων Σύμβουλος του Χονγκ Κονγκ Τζον Λι δήλωσε ότι όποιος χρειάζεται βοήθεια από τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου μπορεί να αναφερθεί στην αστυνομία ή σε αρμόδια τμήματα όπως το Τμήμα Μετανάστευσης ή τα Τελωνεία και Τμήμα ειδικών φόρων κατανάλωσης. «Οι αρχές επιβολής του νόμου θα χειριστούν τις υποθέσεις αμερόληπτα», διαβεβαίωσε.

ΠΗΓΗ: The Hong Kong Post

Συνέχεια ανάγνωσης

Ανθρώπινα Δικαιώματα

Καναδός που κρατήθηκε για 1000 ημέρες στην Κίνα για κατασκοπεία περιγράφει την οδυνηρή εμπειρία του

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Τον ανέκριναν για 6 έως 9 ώρες καθημερινά, τον έκλειναν σε μια καρέκλα για ώρες και τον αναγκάζανε να επιβιώνει με τρία μπολ με ρύζι την ημέρα.

Ένας Καναδός πολίτης που πέρασε 1.000 ημέρες στην κινεζική κράτηση αποκάλεσε την εμπειρία τίποτα λιγότερο από ψυχολογικά βασανιστήρια που δεν θα ξεχάσει. Το θύμα κρατήθηκε με κατηγορίες κατασκοπείας από τις κινεζικές αρχές και επέστρεψε στην πατρίδα του το 2021, σύμφωνα με ρεπορτάζ του CNN.

Ο λόγος για τον Michael Kovrig, είναι ένας από τους δύο Καναδούς πολίτες που κρατήθηκαν από την Κίνα για περισσότερες από 1.000 ημέρες για καταγγελίες κατασκοπείας, τέθηκε σε απομόνωση για έξι μήνες και υποβλήθηκε σε συνεχείς ανακρίσεις, κάτι που σύμφωνα με τον ίδιο ήταν ψυχολογικά βασανιστήρια.

«Ήταν ψυχολογικά, απολύτως, το πιο εξαντλητικό, οδυνηρό πράγμα που έχω ζήσει ποτέ», είπε ο Κόβριγκ στις πρώτες του δηλώσεις που έδωσε σε καναδικό ειδησεογραφικό οργανισμό CBC μετά την απελευθέρωση από την κινεζική φυλακή πριν από τρία χρόνια.

«Προσπαθούν να εκφοβίσουν, να βασανίσουν, να τρομοκρατήσουν και να σας εξαναγκάσουν να αποδεχτείτε την ψεύτικη εκδοχή της πραγματικότητας», είπε ο Κόβριγκ.

Ο Καναδός πολίτης είχε εμπλακεί σε μια τριετή διπλωματική διαμάχη που ξεκίνησε το 2021 όταν οι καναδικές αρχές συνέλαβαν την Meng Wanzhou, την οικονομική διευθύντρια του κινεζικού τεχνολογικού κολοσσού Huawei, στο Βανκούβερ με την κατηγορία της απάτης. Ο Κόβριγκ αφέθηκε ελεύθερος μόνο αφού οι εισαγγελείς των ΗΠΑ απέρριψαν το αίτημα έκδοσης και συμφώνησαν να αφήσουν ελεύθερο τον Μενγκ, σχεδόν δύο χρόνια αργότερα.

Ο Kovrig, ο οποίος ήταν πρώην διπλωμάτης, εργαζόταν ως ανώτερος σύμβουλος για το think tank International Crisis Group. Σύμφωνα με πληροφορίες, επέστρεφε στο σπίτι με τη σύντροφό του μετά το δείπνο στο Πεκίνο στις 10 Δεκεμβρίου 2018. Η σύντροφός του εκείνη την εποχή ήταν έξι μηνών έγκυος όταν συνελήφθη από τις κινεζικές αρχές.

«Ανεβήκαμε μια σπειροειδή σκάλα ακριβώς μπροστά από την πλατεία μπροστά από την πολυκατοικία μου και μπουμ. Υπήρχαν δώδεκα άντρες στα μαύρα με κάμερες πάνω τους γύρω μας, που φώναζαν στα κινέζικα, «Αυτός είναι», θυμάται ο Κόβριγκ.

Το ειδησεογραφικό ρεπορτάζ της Canadian Broadcasting Corporation (CBC) αναφέρθηκε στο ρεπορτάζ του CNN για τον Κόβριγκ, στο οποίο είχε πει ότι κατά τη σύλληψή του του πέρασαν χειροπέδες, του έδεσαν τα μάτια και τον πέταξαν σε ένα μαύρο SUV και στη συνέχεια τον πήγαν σε ένα κελί με επένδυση που θα ήταν το σπίτι του για τους επόμενους έξι μήνες.

Συνέχεια ανάγνωσης

Ανθρώπινα Δικαιώματα

Απαγωγές φοιτητών στο Βελουχιστάν από το πακιστανικό καθεστώς!

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Η πακιστανική κυβέρνηση κλείνει συνεχώς τα μάτια στις κραυγές για δικαιοσύνη στο Βελουχιστάν.

Το Πακιστάν έχει μακρά ιστορία αναγκαστικών εξαφανίσεων και εξωδικαστικών δολοφονιών, με στόχο ιδιαίτερα υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ακτιβιστές μειονοτήτων που επικρίνουν την κυβέρνηση και τον στρατό, καθώς και άτομα που είναι ύποπτα για εμπλοκή με την αντιπολίτευση.

Εν μέσω συνεχιζόμενων εξαφανίσεων και εξωδικαστικών δολοφονιών στο Μπαλουχιστάν, δύο νεαροί άνδρες, ο Akhtar Shah και ο Sahaj Mengal, απήχθησαν βίαια από τα σπίτια τους από τις ένοπλες δυνάμεις του Πακιστάν στην περιοχή Killi Pandrani, όπως αναφέρει η “Balochistan Post“.

Στις 23 Σεπτεμβρίου, μεγάλος αριθμός πακιστανικών δυνάμεων περικύκλωσε την Killi Pandrani και πραγματοποίησαν επιδρομές σε σπίτια.

Κατά τη διάρκεια αυτής της επιχείρησης, συνέλαβαν τους δύο νεαρούς, τους έδεσαν τα μάτια και τους τοποθέτησαν με τη βία στα οχήματά τους. Προς το παρόν, δεν υπάρχουν πληροφορίες για το πού βρίσκονται, ενώ οι αρχές της περιοχής δεν έχουν ακόμη δηλώσει το περιστατικό.

 

 

«Ανησυχούμε βαθιά για την εξαναγκαστική εξαφάνιση δύο μαθητών, του Musa Khaliqdad και του Sameer Majeed. Στις 22 Σεπτεμβρίου και οι δύο βρίσκονταν βίαια από τον στρατό του Πακιστάν στο Dasht Doro, ένα στρατιωτικό σημείο ελέγχου ενώ ταξίδευαν από το Gwadar στο Kapkapar. Προτρέπουμε τις πακιστανικές αρχές να αποκαλύψουν αμέσως πού βρίσκονται και να διασφαλίσουν την ασφαλή επιστροφή τους», δήλωσε το Pank (Τμήμα Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Εθνικού Κινήματος Baloch) στο X.

Σύμφωνα με τη “Balochistan Post”, 37 άνθρωποι εξαφανίστηκαν βίαια σε όλο το Βελουχιστάν μόνο τον Αύγουστο, ενώ 9 άτομα εξακολουθούν να αγνοούνται, ενώ βρέθηκαν 6 σοροί. Παρά τις πολυετείς διαμαρτυρίες, τις συγκεντρώσεις και την αυξανόμενη διεθνή ευαισθητοποίηση, η πακιστανική κυβέρνηση κλείνει συνεχώς τα μάτια στις κραυγές για δικαιοσύνη στο Βελουχιστάν.

Το Πακιστάν έχει μακρά ιστορία αναγκαστικών εξαφανίσεων και εξωδικαστικών δολοφονιών, με στόχο ιδιαίτερα υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ακτιβιστές μειονοτήτων που επικρίνουν την κυβέρνηση και τον στρατό, καθώς και άτομα που είναι ύποπτα για εμπλοκή με την αντιπολίτευση. Η ανεξέλεγκτη ισχύς του στρατού, σε συνδυασμό με μια συνένοχη κυβέρνηση, έχει δημιουργήσει ένα περιβάλλον φόβου και καταστολής.

Η εμμονή των εξαναγκαστικών εξαφανίσεων στο Μπαγκλαντές παραμένει μια κρίσιμη ανησυχία για τα ανθρώπινα δικαιώματα, με ουσιαστικά στοιχεία που δείχνουν εκτεταμένες και συστηματικές καταχρήσεις από τις πακιστανικές δυνάμεις ασφαλείας. Ο λαός του ΒΕλουχιστάν καλεί επειγόντως για διεθνή προσοχή και παρέμβαση για την αντιμετώπιση αυτών των σοβαρών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Η αυξανόμενη συχνότητα εξαναγκαστικών εξαφανίσεων όχι μόνο παραβιάζει τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά υπογραμμίζει επίσης τις βάναυσες τακτικές που εφαρμόζει ο Πακιστανικός Στρατός για να φιμώσει τα αιτήματα του λαού των Μπαλώχ για αξιοπρέπεια και δικαιοσύνη.

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινφογνώμων

Infognomon Logo

Περιηγηθείτε στα κορυφαία βιβλία του βιβλιοπωλείου μας

Προβολή όλων

Δημοφιλή