Ακολουθήστε μας

Καύκασος

Ο Παντουρκισμός πίσω και από τη σύγκρουση στο Καραμπάχ της Υπερκαυκασίας;

Δημοσιεύτηκε

στις

Η απάντηση βρίσκεται τόσο στην ιδεολογική όσο και στην οικονομική σφαίρα: Στην Κωνσταντινούπολη δεν κρύβουν ότι επιδιώκουν να ενοποιήσουν όλους τους τουρκικούς λαούς, με κέντρο την πόλη αυτή, δηλαδή προωθούν την ιδέα του περιβόητου Παντουρκισμού (ενοποίηση όλων των εδαφών που κατοικούνται από Τούρκους σε ένα μόνο κράτος). Τέτοια υπερφιλόδοξα σχέδια αντιμετωπίζουν όμως πολλά εμπόδια, πρώτα απ’ όλα την απουσία άμεσων συνόρων μεταξύ της Τουρκίας και των άλλων τουρκικών χωρών.

Του Yevgeniy Pogrebnyak
ΠΗΓΗ: https://vz.ru/
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΣΩΤΗΡΗΣ ΔΗΜΟΠΟΥΛΟΣ

Αυτό καθιστά αδύνατη τη στενή οικονομική και στρατιωτική ολοκλήρωση μεταξύ τους, καθώς οι διαδρομές διέλευσης διέρχονται από χώρες που δεν μπορούν να χαρακτηριστούν φιλικές και αξιόπιστες.

Η σύγχρονη Τουρκία, σημαντικά συρρικνωμένη σε σύγκριση με την αυτοκρατορία πριν από πεντακόσια χρόνια, επιδιώκει να επεκτείνει τη ζώνη επιρροής της με οποιονδήποτε τρόπο. Για το σκοπό αυτό, οι Τούρκοι επέλεξαν τρία σχέδια: τον Παντουρκισμό, τον Οθωμανισμό (αυτοκρατορική ιδεολογία) και τον Ισλαμισμό. Μάλιστα, αποφάσισαν να τα χρησιμοποιήσουν ταυτόχρονα, παρά την προφανή ασυμβατότητα μεταξύ τους.

Η πορεία προς την ηγεσία του ισλαμικού κόσμου έχει σταματήσει, υπάρχουν πάρα πολλοί ισχυροί ανταγωνιστές που, μπροστά σε έναν κοινό εχθρό, αποφάσισαν να κτίσουν μια κοινή γραμμή άμυνας μπροστά στο χρόνο. Και στην ίδια την Τουρκία υπάρχει ισχυρή κοσμική αντιπολίτευση, η οποία εμποδίζει τους φανατικούς θρησκευόμενους να μετατρέψουν τη χώρα σε ανάλογο της Σαουδικής Αραβίας.

Οι ίδιοι οι Άραβες θυμούνται καλά τη στάσιμη περίοδο της οθωμανικής κατάκτησης, ταπεινωτική για αυτούς, όταν σχεδόν όλα τα αραβικά κράτη παραδόθηκαν στους Τούρκους. Σε αυτό το πλαίσιο, ακόμη και η «σιωνιστική» απειλή δεν φαίνεται πλέον να είναι πρώτης προτεραιότητας, οι Άραβες κάνουν ειρήνη με το Ισραήλ με την προοπτική να δημιουργήσουν μια ενιαία αμυντική συμμαχία εναντίον της Τουρκίας (και του Ιράν).

Η δημιουργία μιας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας νούμερο 2 μπλοκαρίστηκε στα βόρεια της Συρίας: έχοντας καταλάβει μέρος του εδάφους, οι Τούρκοι δεν μπόρεσαν να φέρουν σε πέρας το στόχο που είχαν αναλάβει, να νικήσουν δηλαδή τις κουρδικές μονάδες αυτοάμυνας.

Όλο και περισσότερες κατοικημένες περιοχές αναγνωρίζουν την εξουσία της επίσημης Δαμασκού, η οποία δεν θα σταματήσει μέχρι να εκδιώξει όλους τους ξένους εισβολείς. Στη Μεσόγειο Θάλασσα, ήταν αδύνατο να προωθηθεί. Οι Κύπριοι και οι Έλληνες της ηπειρωτικής Ελλάδας, με την υποστήριξη της Γαλλίας, δεν προτίθενται να κάνουν εδαφικές παραχωρήσεις.

Από το Μαρόκο έως την Αλάσκα
Η μεγαλύτερη πρόοδος για την τουρκική επέκταση (με ιδεολογικούς όρους) επετεύχθη στην παντουρκική κατεύθυνση – και ο Ερντογάν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να προωθήσει περαιτέρω αυτήν την επιτυχία. Αυτό διευκολύνθηκε σε μεγάλο βαθμό από τη σύγκρουση του Καραμπάχ, η οποία ώθησε το Μπακού στην αγκαλιά της Κωνσταντινούπολης.

Στη δεκαετία του ’90, το Αζερμπαϊτζάν ηττήθηκε εντελώς, ο αρμενικός στρατός ήδη σχεδίαζε μια επίθεση βαθιά στο έδαφος του Αζερμπαϊτζάν, και μόνον οι απειλές της Τουρκίας ότι θα επέμβει μπόρεσαν να παγώσουν τον πόλεμο.

Το Αζερμπαϊτζάν βαριά λαβωμένο, έχοντας χάσει το 20% του εδάφους του, χρειαζόταν επειγόντως συμμάχους για πάρει την στρατιωτική ρεβάνς. Οι Τούρκοι ήταν οι μόνοι που υποστήριξαν ανοιχτά τα ρεβανσιστικά σχέδια για απελευθέρωση των κατεχόμενων εδαφών με στρατιωτικά μέσα.

Σε αντάλλαγμα, οι Αζέροι (οι οποίοι στα τσαρικά χρόνια ονομάζονταν Υπερκαυκασιανοί Τάταροι) έπρεπε να παραδεχτούν ότι ήταν ένας λαούς με τους Τούρκους, που ζούσαν σε δύο κράτη. Η δημιουργηθείσα ταύτιση έγινε το πρώτο θεμέλιο για το νέο «μεγάλο Τουράν» που οικοδομείται.

«Τουράν» αρχικά ήταν η λεγόμενη ένωση ιρανόγλωσσων νομάδων στο απέραντο έδαφος της Κεντρικής Ασίας. Στη συνέχεια, όταν αυτά το εδάφη άρχισαν να τα κατοικούν τουρκόφωνες φυλές, διατήρησαν αυτόν τον όρο, η έννοια του οποίου είναι πολύ αόριστη, αλλά υπονοεί την ενοποίηση όλων των τουρκικών λαών. Στην πραγματικότητα, οι ιδεολογίες του «Παντουρκισμού» και του «Τουρανισμού» είναι από πολλές απόψεις παρόμοιες.

Στις τουρκικές χώρες, εκτός από την Τουρκία, συμπεριλαμβάνουν το Καζακστάν, το Τουρκμενιστάν, το Ουζμπεκιστάν, το Κιργιστάν, το Αζερμπαϊτζάν και η «βόρεια Κύπρος». Προσπαθούν επίσης να συμπεριλάβουν τους πληθυσμούς της Ουγγαρίας και της Μογγολίας, που έχουν προγόνους νομάδες, αν και είναι εντελώς διαφορετικές εθνικές ομάδες.

Εδάφη που κατοικούνται ή κάποτε κατοικούνταν από τουρκικούς λαούς επίσης εντάσσονται στο μελλοντικό Τουράν. Στη Ρωσία, αυτές είναι οι περιοχές του Μέσου και του Κάτω Βόλγα, η Κριμαία και σχεδόν το ήμισυ της Σιβηρίας και της άπω ρωσικής Ανατολής μέχρι τις ακτές του Βερίγγειου πορθμού.

Στην Κίνα, είναι η Αυτόνομη Περιφέρεια Xinjiang των Ουιγούρων, που ονομάζεται συχνότερα Ανατολικό Τουρκεστάν, το οποίο καταλαμβάνει το 1/6 της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας. Στη Μέση Ανατολή, περιλαμβάνονται οι βόρειες επαρχίες του Ιράν, του Αφγανιστάν και του Ιράκ.

Δεν έχει καμία σημασία ότι ένα τέτοιο τεράστιο κράτος δεν υπήρξε ποτέ στο παρελθόν. Ακόμη και ο Τζένγκις Χαν δεν πήγε πολύ βαθιά στη Σιβηρία. Τους σύγχρονους απολογητές του Παντουρκισμού δεν τους απασχολεί αυτό το γεγονός. Στους χάρτες που σχεδιάζουν και διανέμουν επιμελώς στο Διαδίκτυο, η περιοχή του Τουράν καταλαμβάνει ακόμη και εντελώς ξένα εδάφη.

Αυτοί οι χάρτες, με τη σειρά τους, τοποθετούνται σε όλες τις μουσουλμανικές χώρες, με αποτέλεσμα να εμφανίζεται μια περιοχή μεγαλύτερη και από τη βρετανική αποικιακή αυτοκρατορία.

Ανατολική ασπίδα
“Η γεωγραφία είναι πεπρωμένο”. Η δήλωση αυτή του Ναπολέοντα είναι επίκαιρη και στον 21ο αιώνα. Το κύριο πρόβλημα των φιλόδοξων σχεδίων του Παντουρκισμού είναι η απουσία κοινών χερσαίων συνόρων με το νεοεμφανιζόμενο κέντρο.

Η Τουρκία συνορεύει μόνο με την περιοχή του Ναχιτσεβάν – τον θύλακα του Αζερμπαϊτζάν, ο οποίος συνορεύει με την τουρκική επικράτεια για μόνον δέκα χιλιόμετρα. Διαφορετικά, η Τουρκία περιβάλλεται από μη τουρκικά κράτη, με τα οποία έχει διαφορετικό βαθμό εχθρότητας.

Ο κλοιός αυτός, σύμφωνα με τις τουρκικές φιλοδοξίες, πρέπει να σπάσει, γιατί χωρίς να συμβεί αυτό είναι αδιανόητα τα σχέδια ενοποίησης σε εθνοτική βάση. Ποιος βρίσκεται μεταξύ Τουρκίας και Αζερμπαϊτζάν; Αυτό το κράτος είναι οπωσδήποτε άτυχο, και το θέμα δεν είναι μόνον για τη συντομότερη διαδρομή υλικοτεχνικής υποστήριξης στον Νότιο Καύκασο που διασχίζει την επικράτειά της.

Η Αρμενία, από την ίδια την ύπαρξή της εντός των σημερινών συνόρων της, αποτελεί εμπόδιο, εξαιτίας του οποίου είναι αδύνατο να δημιουργηθούν οι αποτελεσματικές υπερκρατικές ενώσεις που κατασκευάζει ο Ερντογάν. Είναι αδύνατο να οικοδομηθεί το «μεγάλο Τουράν» εάν όλος ο εφοδιασμός περνά από τη Γεωργία και το Ιράν…

Καθόλου συμπτωματικά η σύνοδος του Συμβουλίου Συνεργασίας των Τουρκόφωνων Κρατών (Τουρκικό Συμβούλιο) θα πραγματοποιηθεί τον Δεκέμβριο στο Μπακού. Συνήθως σε αυτήν την εκδήλωση, συζητούνται θέματα ανθρωπιστικής και οικονομικής συνεργασίας των τουρκικών χωρών.

Τώρα, η Τουρκία θα φέρει στο προσκήνιο το ζήτημα της στρατιωτικής συνεργασίας. Ωστόσο, η Τουρκία και η Ουγγαρία βρίσκονται στο ΝΑΤΟ, ενώ το Καζακστάν και η Κιργιζία βρίσκονται στον Οργανισμό της Συνθήκης Συλλογικής Ασφάλειας. Τούρκοι εμπειρογνώμονες, από καιρό, ρίχνουν ιδέες για έναν ενιαίο «τουρανικό στρατό», αλλά κάτι τέτοιο ακόμη δεν έχει ανακοινωθεί από επίσημα χείλη.

Τα ουδέτερα Τουρκμενιστάν, Ουζμπεκιστάν και Αζερμπαϊτζάν, που επισήμως δεν αποτελούν μέλη στρατιωτικών ή οικονομικών συμμαχιών, θεωρητικά μπορούν να αποτελέσουν τη βάση για μια στενότερη στρατιωτική ολοκλήρωση, κι επιπλέον, βρίσκονται σε άμεση επαφή μεταξύ τους μέσω της Κασπίας Θάλασσας. Το μόνο που λείπει είναι η γέφυρα προς την Τουρκία, η οποία μπορεί να περάσει είτε μέσω του Ιράν, το οποίο είναι απίθανο, είτε μέσω της Αρμενίας.

Το Αζερμπαϊτζάν και η Τουρκία χωρίζονται από μια μικρή λωρίδα αρμενικού εδάφους, καθώς και αρκετές περιοχές του Αζερμπαϊτζάν που ελέγχονται από τους Αρμένιους, τις οποίες κατέλαβαν τη δεκαετία του ’90. Σε αυτές τις περιοχές τώρα λαμβάνει χώρα η κύρια επίθεση των Αζέρων.

Η αφορμή για τη μεταφορά των εχθροπραξιών στην ίδια την Αρμενία μπορεί να βρεθεί πολύ άνετα. Το Μπακού έχει ήδη δηλώσει ότι ο θύλακας του Ναχιτσεβάν επλήγη από πυραύλους (το Ερεβάν αρνείται οποιαδήποτε ανάμειξη). Λίγες ακόμη τέτοιες επιθέσεις, και είναι δυνατόν να κηρυχθούν «ιστορικά» δικαιώματα επί της νότιας Αρμενίας, η οποία κατέλαβε και διαίρεσε το έδαφος του Αζερμπαϊτζάν σε δύο μέρη.

Επιπλέον, ένα μέρος των ορεινών περιοχών του Καραμπάχ μπορεί να αναγνωριστεί ως αρμενικό έδαφος, σαν ένα είδος αποζημίωσης, και έτσι να ανακοινωθεί στην παγκόσμια κοινότητα ότι έχει πραγματοποιηθεί ανταλλαγή εδαφών.

Έξωση της Κίνας
Φυσικά, μια τέτοια εξέλιξη των γεγονότων είναι αδύνατη στο εγγύς μέλλον, αλλά ο Ερντογάν, όπως και κάθε άλλος φανατικός ιδεολόγος, δουλεύει για το μέλλον. Το κύριο στοιχείο εδώ δεν είναι ο χρόνος, αλλά η ίδια η τάση, η ώθηση προς τη σωστή κατεύθυνση.

Στο τέλος, και η Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν προέκυψε αμέσως, καθώς κάθε νέος σουλτάνος κατακτούσε όλο και περισσότερα νέα εδάφη, έως ότου στη Βιέννη έδειξαν στους Τούρκους τον δρόμο της επιστροφής.

Έτσι, ο σημερινός «σουλτάνος» προσπαθεί να κατευθύνει την Τουρκία στο δρόμο της επέκτασης προς όλες τις πιθανές κατευθύνσεις, πυροδοτώντας στρατιωτικές συγκρούσεις προκειμένου να στείλει στρατεύματα στο έδαφος ενός εξασθενημένου κράτους και να μην φύγουν πλέον από εκεί.

Και ενώ στα νότια και δυτικά υπάρχει ένα πυκνό τείχος από τις ενωμένες δυτικές και αραβικές χώρες, στα ανατολικά μπορεί να επωφεληθεί από τις ασταθείς μετα-σοβιετικές χώρες. Η τουρκική προπαγάνδα λειτουργεί από καιρό με επιτυχία στην Κεντρική Ασία. Και περιλαμβάνει δημοφιλείς τουρκικές τηλεοπτικές σειρές, μουσική, πανεπιστήμια και οικονομικές επενδύσεις.

Είναι αλήθεια ότι μια τέτοια πίεση προς τα ανατολικά ολοένα και περισσότερο προσκρούει σε μια άλλη, που κινείται από την αντίθετη κατεύθυνση. Σύμφωνα με τις οδηγίες του Κομφούκιου, το Πεκίνο αυξάνει σταδιακά την επιρροή του στις χώρες της Κεντρικής Ασίας και του Καυκάσου.

Το χερσαίο τμήμα του προγράμματος «One Belt, One Road» περιλαμβάνει τη δημιουργία ενός αξιόπιστου διαδρόμου μεταφορών από την Κίνα προς την Ευρώπη που θα αποτελείται από πιστές προς το Πεκίνο χώρες.

Η Τουρκία και ο Νότιος Καύκασος στην προκειμένη περίπτωση γίνονται το αντικείμενο της κινεζικής οικονομικής επέκτασης. Εν τω μεταξύ, τα τουρκικά αγαθά, χωρίς να υπολογίζονται τα γεωργικά προϊόντα, ανταγωνίζονται τα κινεζικά, έχοντας περίπου τις ίδιες τιμές. Αυτό δεν αρέσει στην Κίνα, η οποία είναι συνηθισμένη να εκμεταλλεύεται το πλεονέκτημα των χαμηλών τιμών για τα προϊόντα της.

Ταυτόχρονα, οι χώρες της Κεντρικής Ασίας ανακατευθύνουν όλο και περισσότερο τις εξαγωγές τους, οι οποίες αποτελούνται κυρίως από πρώτες ύλες (υδρογονάνθρακες, μέταλλα), στην Κίνα, κάτι που δεν αρέσει στους Τούρκους.

Η Τουρκία εδώ και καιρό ασκεί πιέσεις για την δημιουργία ενός αγωγού φυσικού αερίου από το Τουρκμενιστάν στο Αζερμπαϊτζάν για την αύξηση των εξαγωγών φυσικού αερίου προς την Ευρώπη. Σε αυτήν την περίπτωση, όπως και στην περίπτωση της Ουκρανίας, οι Τούρκοι θα μπορούν να κερδίζουν δισεκατομμύρια δολάρια μόνο με τη διαμετακόμιση, χωρίς να κάνουν τίποτα.

Εκτός από τους οικονομικούς λόγους, η Κίνα θα αντιταχθεί έντονα στην τουρκική επιρροή και για ιδεολογικούς λόγους. Στις απέραντες ασιατικές στέπες, οι Ούννοι, οι Τούρκοι, οι Μογγόλοι και άλλοι νομαδικοί λαοί δημιούργησαν ισχυρές νομαδικές αυτοκρατορίες (Χανάτα).

Και δημιουργήθηκαν για δύο βασικά σκοπούς: 1) για να λεηλατούν την Κίνα. 2) για να λεηλατούν την Περσία. Η ίδια η προοπτική δημιουργίας ενός τεράστιου κρατικού σχηματισμού με βάση την επιστροφή στις νομαδικές παραδόσεις, προκαλεί την αντίθεση των γειτονικών χωρών που έχουν ως βάση την αγροτική κουλτούρα.

Η εταιρική σχέση μεταξύ Ρωσίας, Κίνας και Ιράν θεωρείται αναγκαστική – για την αντιμετώπιση της επιθετικής πολιτικής των Ηνωμένων Πολιτειών. Αλλά φαίνεται ότι έχει εμφανιστεί ένας ακόμη παίκτης, κατά του οποίου θα δράσει αυτή η τριπλή συμμαχία.

Ποιος θα είναι ο ρόλος της Ρωσίας; Δεν υπάρχει ακόμη συγκεκριμένη απάντηση σε αυτήν την ερώτηση. Εάν το επιθυμούσε, η Μόσχα θα μπορούσε να σταματήσει τον πόλεμο στο Καραμπάχ με μία μόνο δήλωση ότι ο στολίσκος της Κασπίας είναι έτοιμος να βοηθήσει την σύμμαχό του στον ΟΣΣΑ (στην Κασπία ο ρωσικός Στόλος είναι ισχυρότερος από αυτούς και των άλλων τεσσάρων χωρών μαζί).

Ωστόσο, αυτό θα μετατρέψει αμέσως το Αζερμπαϊτζάν σε μια δεύτερη Γεωργία. Σίγουρα δεν αξίζει να δημιουργήσουμε ακόμη έναν εχθρό, τουλάχιστον ενώ η Αρμενία χτίζει το δικό της εθνικιστικό κράτος. Υπενθυμίζουμε ότι το Ερεβάν θεωρεί την Κριμαία ουκρανική. Ποιου είναι τότε το Καραμπάχ;

Η Αρμενία πρέπει να σωθεί από την τουρκική επέκταση, αλλά σε καμία περίπτωση με οποιοδήποτε κόστος, αλλά μόνο στο βαθμό που δεν βλάπτει πολύ τα ρωσικά συμφέροντα. Δεν πρέπει να επιτραπεί η πλήρης συγχώνευση Τουρκίας και Αζερμπαϊτζάν.

Αν είναι δύο, δεν θα είναι σε θέση να οικοδομήσουν μια παντουρκική αυτοκρατορία (είναι όπως σαν η Πολωνία και η Τσεχική Δημοκρατία να κηρύξουν τη δημιουργία μιας κοινής πανσλαβικής αυτοκρατορίας), αλλά η ένωσή τους θα ανοίξει τις πύλες για την τουρκική επέκταση σε όλο τον Καύκασο και την Κεντρική Ασία. Κι αυτό, επίσης, δεν πρέπει να το επιτρέψουμε

www.defencepoint.gr

Αζερμπαϊτζάν

Αναγνωρισμένες, μη αναγνωρισμένες και αυτοανακηρυχθείσες πολιτικές οντότητες στην ευρύτερη περιοχή του Καυκάσου (20ος αιώνας).

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Του Γιώργου Μενεσιάν

Αναγνωρισμένες, μη αναγνωρισμένες και αυτοανακηρυχθείσες πολιτικές οντότητες στην ευρύτερη περιοχή του Καυκάσου (20ος αιώνας).

Στην σημερινή Ρωσία:
• Ρωσική Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημορκατία (1917-1991).
• Ορεινή Δημοκρατία του Βορείου Καυκάσου (1917-1922).
• Σοβιετική Δημοκρατία του Βορείου Καυκάσου (1918).
• Λαϊκή Δημοκρατία του Κουμπάν (1918-1920).
• Εμιράτο του Βορείου Καυκάσου (1919-1920).
• Τσετσενική Δημοκρατία της Ιτσκερίας(1991-2000).
• Ρωσική Ομοσπονδία (1991-).
• Ισλαμικό Τζαμαάτ του Νταγκεστάν (1998-1999).
Στην σημερινή Γεωργία:
• Λαϊκή Δημοκρατία της Γεωργίας (1918-1921).
• Δημοκρατία του Κομπουλέτι (1918).
• Δημοκρατία του Βατούμι (1919-1920).
• Γεωργιανή Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία (1921-1922 & 1936-1991).
• Σοσιαλιστική Σοβιετική Δημοκρατία της Αμπχαζίας (1921-1931).
• Γεωργία (1991-).
• Δημοκρατία της Αμπχαζίας (1992-).
• Δημοκρατία της Νότιας Οσετίας (1992-).
Στην σημερινή Αρμενία:
• (Πρώτη) Δημοκρατία της Αρμενίας (1918-1920).
• Αρμενική Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία (1921-1922 & 1936-1991*).
• Δημοκρατία της Ορεινής Αρμενίας (1921).
• Δημοκρατία της Αρμενίας (1991-).
Στο σημερινό Αζερμπαϊτζάν:
• Κομμούνα του Μπακού (1918).
• Κεντροκασπική Δικτατορία (1918).
• Προσωρινή Στρατιωτική Δικτατορία του Μουγκάν (1918-1919).
• Δημοκρατία του Αζερμπαϊτζάν (1918-1920).
• Δημοκρατία του Αράς (1918-1919).
• Σοβιετική Δημοκρατία του Μουγκάν (1919).
• Αζερική Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία (1921-1922 & 1936-1991*)
• Δημοκρατία του Ναχιτσεβάν (1990-1993).
• Δημοκρατία του Ορεινού Καραμπάχ (1991-)
• Δημοκρατία του Αζερμπαϊτζάν (1991-).
• Κουρδική Δημοκρατία του Λατσίν (1992).
• Αυτόνομη Δημοκρατία του Ταλίς-Μουγκάν (1993).
Σε ολόκληρο τον Νότιο Καύκασο (Γεωργία, Αρμενία και Αζερμπαϊτζάν):
• Ομόσπονδη Λαϊκή Δημοκρατία της Υπερκαυκασίας (1918).
• Σοσιαλιστική Ομόσπονδη Σοβιετική Δημοκρατία της Υπερκαυκασίας (1922-1936).
Στην σημερινή Τουρκία:
• Δημοκρατία του Βαν (1916-1918)
• Αυτόνομη Δημοκρατία του Πόντου (1917-1923).
• Προσωρινή Εθνική Κυβέρνηση του Νοτιοδυτικού Καυκάσου (1918-1919).
• Κυβέρνηση της Μεγάλης Εθνοσυνέλευσης 1920-1923).
• Δημοκρατία της Τουρκίας (1923-).
• Δημοκρατία του Αραράτ (1927-1930).
Στο σημερινό Ιράν:
• Δημοκρατία του Αζαντιστάν (1920).
• Περσική Σοσιαλιστική Σοβιετική Δημοκρατία (1920-1921).
• Λαϊκή Δημοκρατία του Αζερμπαϊτζάν (1945-1946).
• Δημοκρατία του Μαχαμπάντ (1945-1947).

Σημείωση 1η: οι Σοβιετικές Σοσιαλιστικές Δημοκρατίες της Ρωσίας, της Γεωργίας (1936-1991), της Αρμενίας (1936-1991) και του Αζερμπαϊτζάν (1936-1991), η Σοσιαλιστική Σοβιετική Δημοκρατία της Αμπχαζίας και η Σοσιαλιστική Ομόσπονδη Σοβιετική Δημοκρατία της Υπερκαυκασίας αποτελούσαν κομμάτι της Ένωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατίων (ΕΣΣΔ), δηλαδή της Σοβιετικής Ένωσης.
Σημείωση 2η: στην περιοχή υπήρχαν και υπάρχουν πολλές αυτόνομες περιοχές.
Σημείωση 3η: ορισμένες από τις πολιτικές οντότητες που αναφέρονται κηρύχθκαν ή προτάθηκαν αλλά στην πράξη δεν υπήρξαν ποτέ. Κλασσικά παραδείγματα ο Πόντος και η Κουρδική Δημοκρατία του Λατσίν.

Συνέχεια ανάγνωσης

Καύκασος

Γεωργία: Αποσύρθηκε το νομοσχέδιο «για τους πράκτορες ξένων δυνάμεων»

Δημοσιεύτηκε

στις

REUTERS/Irakli Gedenidze

Προηγήθηκαν δύο νύχτες έντασης και βίαιων διαμαρτυριών από χιλιάδες πολίτες.

Μετά το κύμα αντικυβερνητικών διαδηλώσεων στη Γεωργία, με αφορμή την ψήφιση από το γεωργιανό Κοινοβούλιο του νόμου περί «ξένων πρακτόρων», το κυβερνών κόμμα στη χώρα ανακοίνωσε σήμερα πως αποσύρει το επίμαχο νομοσχέδιο.

Σε ανακοίνωσή του το κόμμα Γεωργιανό Όνειρο ανέφερε ότι «θα αποσύρει άνευ όρων το νομοσχέδιο που υποστηρίξαμε χωρίς καμία επιφύλαξη». Σημείωσε επίσης ότι υπάρχει ανάγκη μείωσης της «αντιπαράθεσης» στην κοινωνία.

Προηγήθηκαν δύο νύχτες έντασης και βίαιων διαμαρτυριών από χιλιάδες πολίτες, εν μέσω επικρίσεων ότι το εν λόγω νομοσχέδιο είναι εμπνευσμένο από έναν παρόμοιο ρωσικό νόμο και αντιπροσωπεύει μια στροφή της χώρας προς τον αυταρχισμό. Θεωρήθηκε επίσης ότι το νομοσχέδιο θα μπορούσε να υπονομεύσει τις προσπάθειες της Τιφλίδας να ενταχθεί στην ΕΕ.

Ο νόμος προέβλεπε πως οποιαδήποτε μη κυβερνητική οργάνωση και ανεξάρτητο ΜΜΕ χρηματοδοτείται πάνω από 20% από το εξωτερικό θα θεωρείται «ξένος πράκτορας» και θα τίθεται υπό επιτήρηση του υπουργείου Δικαιοσύνης επί ποινή προστίμου.

Ανάλογο νόμο είχε ψηφίσει το 2012 και η γειτονική Ρωσία, με στόχο την καταστολή των χρηματοδοτούμενων από τη Δύση μη κυβερνητικών οργανώσεων και ΜΜΕ.

naftemporiki.gr

Συνέχεια ανάγνωσης

Ιστορία

Οι Πόντιοι της Τσάλκας: Η περιπέτεια του ελληνισμού της Γεωργίας

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

H περιοχή Τσάλκα βρίσκεται στη νοτιοανατολική Γεωργία, σε απόσταση 83 χλμ περίπου από την Τιφλίδα. Από τα προϊστορικά χρόνια κατοικείτο από γεωργιανικούς πληθυσμούς, αλλά οι συχνές επιδρομές Τούρκων, Περσών και άλλων, είχαν αποτέλεσμα την ερήμωσή της, μέχρι τα τέλη του 18ου αιώνα.

Η Τσάλκα χαρακτηρίζεται ως «η Σιβηρία της Γεωργίας» λόγω του ιδιαίτερα ψυχρού κλίματός της. Η λέξη Τσάλκα (წალკა) στη γεωργιανική γλώσσα σημαίνει το απόμακρο.

Εκεί, από τα μέσα του 19ου αιώνα ιδρύθηκαν τα ελληνικά χωριά: Αβρανλό, Αχαλίκ, Γκιουμπέτ, Γιεντί Κιλσά, Γκουνιά Καλά, Ιμέρα, Καρακόμ, Καράκ, Λιβάντ, Σαφάρ Χαραμπά, Μπασκόβ, Μπεντιάνι, Μπεστασέν, Νέον Χαραμπά, Τζινίς, Ολανκ, Σαναμέρ, Σάντα, Σιπάκ, Ταρσόν, Τεκ Κιλσά, Μπαρμακσίζ, Τσαπάεβκα, Τριαλέτι, Τσιντσκαρό, Χαντίκ, Χαντό, Χραμ Γκες.

Υπήρχαν στην περιοχή και μερικά χωριά Αρμενίων και Αζέρων.

Στα τελευταία χρόνια της σοβιετικής περιόδου εξαιτίας της αύξησης του πληθυσμού και της οικιστικής ανάπτυξης το κεφαλοχώρι Τσάλκα (Μπαρμακσίζ) αναγορεύτηκε σε πόλη, αποτελώντας αστικό κέντρο της περιοχής.

Οι Έλληνες μετανάστευσαν εκεί μετά τον ρωσο-οθωμανικό πόλεμο των ετών 1828-1829. Ο πόλεμος αυτός ξεκίνησε τη 14η Ιουνίου του 1828, όταν ο ρωσικός στρατός εισέβαλε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και κυρίευσε τις πόλεις Καρς, Ερζερούμ, Μπαϊμπούρτ και Αργυρούπολη.

Μετά τον πόλεμο οι ντόπιοι Έλληνες των περιοχών αυτών μετακινήθηκαν μαζικά στην Τσάλκαακολουθώντας τα αποχωρούντα ρωσικά στρατεύματα. 

 

Χάρτης μετακινήσεων των Ελλήνων κατά τον 19ο αιώνα (Pratsinakis, 2013: 47)

 

Πριν από τη φυγή τους οι Έλληνες του βιλαετίου του Ερζερούμ ζούσαν διασπαρμένοι σε διάφορα χωριά γύρω από τις πόλεις Ερζερούμ, Μπαϊμπούρτ και Καρς. Μιλούσαν τουρκικά. Είχαν επιβληθεί εκεί στο πλαίσιο του εκτουρκισμού· οι επόμενες γενιές αφηγούνταν ότι κόβονταν οι γλώσσες όσων πιάνονταν να μιλούν ελληνικά. Επίσης εξηγείται και με το δίλημμα που τους έθεσαν οι Οθωμανοί, να επιλέξουν ή τη θρησκεία ή τη γλώσσα.

Οι Έλληνες βοήθησαν με πολλούς τρόπους τα ρωσικά στρατεύματα. Γι’ αυτό, όταν οι Ρώσοι έπρεπε να υποχωρήσουν σύμφωνα με τη Συνθήκη της Αδριανουπόλεως (1829), οι Έλληνες βρέθηκαν εκτεθειμένοι. Απευθύνθηκαν στον στρατηγό Πασκέβιτς-Εριβάνσκι (1782-1856), ο οποίος βοήθησε ώστε η τσαρική κυβέρνηση να επιτρέψει την εγκατάσταση τους στον Καύκασο.

Η εγκατάσταση των Ελλήνων στην Τσάλκα έγινε σταδιακά κατά κύματα.

Έτσι από την Οθωμανική Αυτοκρατορία μετακινήθηκαν στον ρωσικό Καύκασο 42.000 περίπου άνθρωποι. Κατά την πορεία τους οι άμαχοι χριστιανοί δέχονταν επιθέσεις από ένοπλες ομάδες Κούρδων, αλλά προστατεύονταν τις περισσότερες φορές επιτυχώς από τα ρωσικά στρατεύματα. Παράλληλα, σημειώθηκαν θάνατοι από αρρώστιες και πείνα, κατάσταση που επικρατούσε και μετά την άφιξή τους στην Τσάλκα.

Το κράτος τούς εξασφάλιζε φοροαπαλλαγή για τα πρώτα έξι χρόνια. Οι μετανάστες εγκαταστάθηκαν σε ερειπωμένα γεωργιανικά χωριά. Υλικά κτισίματος έπαιρναν έτοιμα από τα ερείπια. Όπου ήταν δυνατόν, αναστηλώθηκαν γεωργιανικές εκκλησίες και αλλού χτίστηκαν εκ νέου.

 

Τα χωριά της Τσάλκας τοποθετημένα κατ’ εκτίμηση από τον Καυκάσιο εκπαιδευτικό Κ. Παπαΐρη

 

Οι συνθήκες διαβίωσης από τα πρώτα χρόνια ήταν εξαιρετικά δύσκολες. Η γη, σχεδόν άγονη. Το μέσο προσδόκιμο όριο ζωής ήταν ως τα 50 έτη. Το 1836 σημειώθηκε υψηλή θνησιμότητα. Από τις 776 οικογένειες οι 226 πέθαναν.

Αρκετοί εξέφραζαν την επιθυμία γυρίσουν πίσω στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, επειδή έκριναν ότι η κατάσταση εκεί είναι καλύτερη σε σύγκριση με την πείνα, τη φτώχεια και τις δύσκολες συνθήκες ζωής στην Τσάλκα. Άλλοι ήθελαν να μετακινηθούν σε διαφορετικά μέρη της Γεωργίας, όπου η γη ήταν πιο γόνιμη. Το τσαρικό κράτος όμως δεν το επέτρεπε, επειδή το συνέφερε τα σύνορά του με την Οθωμανική Αυτοκρατορία να κατοικούνται από χριστιανικούς πληθυσμούς, παραδοσιακά εχθρικούς ως προς το τουρκικό στοιχείο.

 

Κάτοικοι του Μπεστασέν Τσάλκας (πηγή: Αχιλλεύς Ζαφειρίδης)

 

Εξαιτίας της ανεπάρκειας της καλλιεργήσιμης γης οι κάτοικοι μετακινούνταν συνεχώς από χωριό σε χωριό ή και ίδρυαν άλλα χωριά μέσα στην περιοχή. Την δεκαετία του 1890 οι συνθήκες διαβίωσης συνέχιζαν να είναι δύσκολες. Από τον Νοέμβριο μέχρι τον Φεβρουάριο η θερμοκρασία έφτανε ως και τους -22 βαθμούς. Επικρατούσαν και ψυχροί άνεμοι.

Οι αρρώστιες ήταν σε έξαρση και η παιδική θνησιμότητα αποτελούσε το 60% της συνολικής. Οι άνθρωποι πέθαιναν από τύφο και άλλες ασθένειες.

Η πνευματική κατάσταση των κατοίκων χαρακτηριζόταν από αναλφαβητισμό. Υπήρχαν μόνο τρία εκκλησιαστικά σχολεία. Ελάχιστοι που είχαν την οικονομική δυνατότητα έστελναν τα παιδιά τους σε διτάξια ρωσικά σχολεία σε άλλες κοντινές περιοχές.

 

Εγκαταλειμμένο παλιό ελληνικό σπίτι, φωτογραφία του 2005 (πηγή: П. А. Карагёзов, 2006)

 

Αξίζει να σημειωθεί ότι στα τέλη του 19ου αιώνα οι Έλληνες της Τσάλκας καθώς και όλου του Καυκάσου επιθυμούσαν να μεταναστεύσουν στην Ελλάδα. Τη διετία 1894-1895 σημειώθηκαν πρώτες τέτοιες καταγεγραμμένες απόπειρες, οι οποίες επαναλαμβάνονταν περιοδικά μέχρι και το 1920.

Στον 20ό αιώνα σημαντικό γεγονός ήταν ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος (1914-1918) κατά τον οποίο στρατολογήθηκαν Έλληνες της Τσάλκας που συμμετείχαν στην εισβολή της Ρωσίας στον Ανατολικό Πόντο. Το τέλος του πολέμου ακολούθησε η Οκτωβριανή Επανάσταση (1917), με την επικράτηση του κομμουνισμού.

Αργότερα, το 1938, ξεκίνησε μία νέα περίοδος για τους Έλληνες της Σοβιετικής Ένωσηςη λεγόμενη «Ελληνική Επιχείρηση», με πολιτικές διώξεις και εκτοπισμούς.

Τα θύματα πολιτικών διώξεων στην Τσάλκα ήταν λίγες δεκάδες – δεν γνωρίζουμε σήμερα τον ακριβή τους αριθμό. Κάποιοι κατηγορήθηκαν για αντικομουνιστικές ιδέες, άλλοι επειδή εξέφρασαν δημοσίως δυσαρέσκεια για το κομμουνιστικό καθεστώς. Μερικοί καταδικάστηκαν για «υποκίνηση μετανάστευσης αγροτών στην Ελλάδα».

Η συχνότερη καταδίκη ήταν εκτέλεση και δήμευση περιουσίας. Κοινό χαρακτηριστικό των θυμάτων ήταν το ότι ήταν όλοι άνδρες, εγγράμματοι, με μέσο όρο ηλικίας τα 30. Θύματα υπήρξαν και όσοι ιερείς αρνήθηκαν να ξυριστούν και γίνουν κοσμικοί.

 

Ναός της Αγίας Τριάδας στη Σάντα της Τσάλκας (πηγή: П. А. Карагёзов, 2006)

 

Επόμενο σημείο αναφοράς στην ιστορία της Τσάλκας ήταν ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Με την έναρξή του, πάνω από 5.000 άνδρες κατατάχθηκαν στον σοβιετικό στρατό και οι 1.995 παρασημοφορήθηκαν. Ο αριθμός των πεσόντων και αγνοουμένων υπερβαίνει τους 700.

Μεταπολεμικά οι συνθήκες ζωής βελτιώθηκαν. Μετά την κατασκευή του σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας του Χράμι, από το 1950 όλα τα χωριά είχαν ηλεκτρικό ρεύμα. Η περιοχή είχε συνολικό πληθυσμό 45.600 κατοίκους.

Τη δεκαετία του 1970 ιδρύθηκαν και δύο βιομηχανικές μονάδες. Το 1979 σύμφωνα με την επίσημη απογραφή, η εθνοτική σύνθεση του πληθυσμού της Τσάλκα σε συνόλου πληθυσμού 49.340 ατόμων ήταν: Έλληνες (62,5%), Αρμένιοι (28,4%), Αζέροι (4,5%), Γεωργιανοί (3,5%), Ρώσοι (0,7%), υπόλοιποι (0,4%).

Το 1984 η Τσάλκα αναγορεύτηκε πόλη και ήταν η πόλη με τον μεγαλύτερο ελληνικό πληθυσμό στην ΕΣΣΔ.

Είχε την πρωτιά στη Γεωργία σε απόφοιτους πανεπιστημίων. Από το 1987 στην Τσάλκα πραγματοποιούνταν πανσοβιετικά συνέδρια αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας και πολιτισμού. Την ίδια δεκαετία βελτιώθηκε η τοπική οικονομία χάρη στην παραγωγή της πατάτας η οποία εξαγόταν σε όλη την χώρα.

 

Είσοδος του νοσοκομείου της Τσάλκας. Διακρίνονται κίονες με ιωνικά στοιχεία (πηγή: П. А. Карагёзов, 2006)

 

Στην περιοχή υπήρχαν συνολικά 46 χωριά, από τα οποία τα 27 ήταν ελληνικά, τα 13 αρμενικά, τα πέντε αζερικά και το ένα γεωργιανικό. Ενώ οι Έλληνες στην Τσάλκα ήταν η μεγαλύτερη ελληνική κοινότητα της ΕΣΣΔ, τη δεκαετία του 1990 με την κατάρρευση του κομμουνιστικού καθεστώτος και το άνοιγμα των συνόρων η Τσάλκα ερημώθηκε από τον ελληνικό πληθυσμό.

Το εθνικό κράτος της Γεωργίας εφάρμοσε πολιτική γεωργιανοποίησης, μετονομάζοντας τα τοπωνύμια και εγκαθιστώντας Γεωργιανούς έποικους. Η φτωχοποίηση, η πολιτική αστάθεια και το παλιό όνειρο του νόστου είχε σαν αποτέλεσμα τη μαζική έξοδο των Ελλήνων, πρωτίστως στην Ελλάδα και δευτερευόντως στην Κύπρο και Ρωσία. Σήμερα οι Έλληνες στην Τσάλκα αριθμούν λίγες δεκάδες άτομα, κυρίως ηλικιωμένα που ζουν διάσπαρτα σε λίγα χωριά.

 

Άποψη της Τσάλκας, 2016 (φωτ.: Σπάρτακος Μ. Τανασίδης)

 

Οι Έλληνες που έφυγαν από την Τσάλκα σήμερα ζουν σε Ελλάδα και Κύπρο. Άλλοι έχουν μεταναστεύσει στη Δυτική Ευρώπη και στη Ρωσία για λόγους εργασίας. Επιστρέφουν στην πατρίδα τους περιοδικά, για ολιγοήμερη διαμονή, περιποιούνται τους ναούς και τους τάφους των προγόνων τους.

Η Ελένη Τσαμουρλίδου είναι από τους ελάχιστους Έλληνες που παραμένουν στην Τσάλκα, ιδιοκτήτρια του εκεί εστιατορίου «Πόντια».

Γλώσσα

Οι Έλληνες της Τσάλκας μιλούσαν μία ανατολίτικη διάλεκτο της τουρκικής γλώσσας, η οποία μοιάζει πολύ με την τουρκική διάλεκτο που είναι σε χρήση σήμερα στο Ερζερούμ, στην Αργυρούπολη, στο Καρς.

Στα χωριά Σάντα, Νέον Χαραμπά, Ταρσόν και Γκιουμπάτ μιλούσαν την ποντιακή.

Δεν υπήρχε δυσκολία επικοινωνίας μεταξύ των ελληνοφώνων και των τουρκόφωνων, διότι όλοι γνώριζαν εξίσου καλά την τουρκική.

 

Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο γραμμένο στην τουρκική με ελληνικούς χαρακτήρες, ένα από μερικά που φυλάσσονταν στην Τσάλκα (πηγή: П. А. Карагёзов, 2006)

 

Η τουρκική διάλεκτος των Ελλήνων της Τσάλκας λέγεται διάλεκτος των Ουρούμ – Ουρούμ σημαίνει Ρωμιός και με τη λέξη αυτή οι κάτοικοι προσδιόριζαν τους εαυτούς τους. Σε αυτή εντοπίζονται λίγα κατάλοιπα της ελληνικής γλώσσας. Μεγάλη επίδραση υπάρχει από τη ρωσική γλώσσα, με εισαγωγή λέξεων που σχετίζονται με τον σύγχρονο τρόπο ζωής.

Σήμερα η διάλεκτος αυτή σβήνει, καθώς αντικαθίσταται πρωτίστως από τη νεοελληνική γλώσσα και δευτερευόντως από τη ρωσική.

 

Πλατεία Αριστοτέλους στην Τσάλκα (πηγή: προσωπικό αρχείο Ιωάννη Κελεσίδη)

 

Μετά την εγκατάσταση των Ελλήνων στην Τσάλκα έγιναν κάποιες προσπάθειες να διδαχθεί η ελληνική γλώσσα, αλλά ανεπιτυχώς. Η πρόσβαση στην διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας ήταν πολύ δύσκολη· δεν διδάχθηκε ποτέ συστηματικά στα σχολεία των χωριών.

Ειδικά τα χρόνια 1960-1964 η διδασκαλία των ελληνικών έπαψε σε όλη την Σοβιετική Ένωση. Μόνο το 1980 στην Γεωργία επιτράπηκε η διδασκαλία, σε σχολεία περιοχών όπου υπήρχαν Έλληνες.

 

Ελληνική επιγραφή στην εκκλησία του Μπασκόβ (φωτ.: Σπάρτακος Μ. Τανασίδης)

 

Όσον άφορά τις υπόλοιπες γλώσσες, στην Τσάλκα μάθαιναν τη ρωσική στο σχολείο διότι ήταν η επίσημη γλώσσα του κράτους και χρησιμοποιούνταν στις δημόσιες υπηρεσίες. Δεν έμαθαν ποτέ γεωργιανικά, καθώς στην περιοχή υπήρχαν ελάχιστοι μόνο Γεωργιανοί.

Θρησκεία

Στη συνείδησή των Ελλήνων της Τσάλκας η θρησκεία αναπλήρωνε την απώλεια της γλώσσας και γινόταν στοιχείο εθνικού προσδιορισμού. Μέχρι τις αρχές του αιώνα μας στην περιοχή υπήρχαν 29 ορθόδοξες εκκλησίες, με ονομασίες ελληνικές.

Το λατρευτικό λεξιλόγιο περιελάβανε κυρίως φθαρμένες ελληνικές φράσεις.

Στα χρόνια του κομμουνισμού η θρησκευτική λατρεία γινόταν στα κρυφά, μέσα σε σπίτια, από κρυφούς ιερείς. Η θρησκευτική απαγόρευση έπαψε τη δεκαετία του 1980, όταν οι ναοί ξανάνοιξαν.

Τα έθιμα του κύκλου της ζωής και του χρόνου ήταν στενά συνδεδεμένα με την χριστιανική λατρεία. Τα λατρευτικά ήθη και έθιμα  γενικώς δεν διαφέρουν ιδιαίτερα από των υπολοίπων Ελλήνων του Πόντου και του Καυκάσου.

 

Μητροπολιτικός ναός της Τσάλκας αφιερωμένος στη Γέννηση της Θεοτόκου (πηγή: προσωπικό αρχείο Ιωάννη Κελεσίδη)

 

Ιδιαιτερότητα μπορεί να θεωρηθεί η θυσία ζώων σε αγίους, πρακτική μη αποδεκτή από την επίσημη Εκκλησία αλλά πολύ διαδεδομένη στο λαό, μέχρι και τις μέρες μας. Γίνεται στο χώρο κάποιου ναού, κυρίως την ήμερα του Αγίου Γεωργίου, ή και άλλη μέρα. Με τη θυσία ο πιστός ζητά κάτι ή ευγνωμονεί για κάτι τον άγιο.

Τα ζώα θυσίας είναι ταύροι, κόκορες, αρνιά τις περισσότερες φορές. Το κρέας βράζεται επιτόπου σκέτο και καταναλώνεται από τους παρευρισκόμενους. Τα καλύτερα κομμάτια μοιράζονται στους αρρώστους. Το κρέας αυτό θεωρείται ιερό και καταναλώνεται σε μικρές ποσότητες, για να προσφέρει ευλογία και όχι για τροφή.

 

Ο Άγιος Γεώργιος του χωριού Χαραμπά Τσάλκας, έτος ανέγερσης 1894 (πηγή: П. А. Карагёзов, 2006)

 

Κατοικία

Το πρώτο είδος κατοικίας στην Τσάλκα  ήταν το χαμόσπιτο. Ήταν κυκλικό θολωτό κτίσμα οπό ξύλο, χώμα, λάσπη και πέτρα. Είχε μία χαμηλή είσοδο και μία τρύπα στην κορυφή που χρησίμευε ταυτόχρονα να μπαίνει ο φυσικό φωτισμός και για να φεύγει ο καπνός της εστίας.

Κάτω από την ίδια στέγη τους χειμερινούς μήνες οι άνθρωποι ζούσαν μαζί με τα ζώα, για καλύτερη θέρμανση. Ο χώρος των ανθρώπων καταλάμβανε το ⅓ του σπιτιού και το υπόλοιπο ήταν χώρος των ζώων. Στην κατοικία αυτή ζούσε όλη η οικογένεια, η οποία είχε την μορφή εκτεταμένης πατριαρχικής οικογένειας.

 

Εγκαταλειμμένο χαμόσπιτο στην Τσάλκα, 1999 (πηγή: Σακάλογλου, 2000: 1)

 

Οι φτωχές δασικές εκτάσεις της περιοχής δεν επέτρεπαν την υλοτομία. Για καύσιμη ύλη μέσα στα χωματένια σπίτια χρησιμοποιούσαν το τεζέκ, πλάκες από κοπριά αγελάδων, την οποία έπλαθαν και ξέραιναν στον ήλιο.

Από τη δεκαετία 1930 αυτή η μορφή κατοικίας άρχισε να εγκαταλείπεται και σταδιακά οι άνθρωποι στα χωριά κατοίκησαν ευρωπαϊκού τύπου σπίτια από έναν μέχρι δύο ορόφους.

 

Σύγχρονα σπίτια στα χωριά της Τσάλκας, 2016 (φωτ.: Σπάρτακος Μ. Τανασίδης)

 

Διατροφή και ενδυμασία

Όσον αφορά τη διατροφή, ήταν πολύ απλή, αποτελούμενη από φυτικά και γαλακτοκομικά προϊόντα. Ιδιαίτερα διαδεδομένες ήταν οι σούπες. Από το καθημερινό τραπέζι δεν έλειπαν πολλά και διάφορα είδη τουρσιών.

Η παραδοσιακή ενδυμασία ήταν προσαρμοσμένη στις συνθήκες του γεωργοκτηνοτροφικού βίου και του κρύου κλίματος της Τσάλκας.

Οι άνδρες φορούσαν απλά βαμβακερά και μάλλινα ρούχα. Πολύ διαδεδομένο ήταν το μάλλινο χιτώνιο με ή και χωρίς μανίκια. Τα χειμερινά πανωφόρια ήταν από προβιά. Στο κεφάλι φορούσαν αυτοσχέδια καπέλα από προβιά ή και γούνα. Στα πόδια φορούσαν τσαρούχια από αγελαδινό δέρμα και μάλλινες κάλτσες.

Στα χρόνια της επικράτησης του κομμουνισμού ξεκίνησε η αστικοποίηση της ανδρικής ενδυμασίας, με την εμφάνιση παντελονιών ευρωπαϊκού τύπου, στενότερων πουκαμίσων, σακακιών, μποτών, κ.ά.

 

Χωρικοί της Τσάλκας (αρχείο Λένας Καρατσαουσίδου)

 

Η γυναικεία φορεσιά (ζουμπούν), κύριο κομμάτι της οποίας ήταν βαμβακερό φόρεμα, με φαρδιά μανίκια και φαρδύ κατώτερο μέρος, ήταν όμοια με τη ζουπούνα που φορούσαν οι υπόλοιπες Ελληνίδες στον Πόντο. Στα πόδια φορούσαν μάλλινες κάλτσες μέχρι το γόνατο και τσαρούχια ίδια με των ανδρών.

Η γυναικεία φορεσιά αντιστάθηκε για πολλά χρόνια στη σοβιετοποίηση. Χαρακτηριστικό της είναι το ιδιαίτερο κάλυμμα κεφαλής κοτίκ, δηλ. η διαδεδομένη στους Πόντιους τάπλα. Στα σοβιετικά χρόνια αυτό συνδυαζόταν με σύγχρονα ρούχα. Είναι γεγονός ότι οι γυναίκες της Τσάλκας συνέχιζαν φορούν την τάπλα μέχρι τα μέσα του 20ού αιώνα.

 

«Γυναίκα της Τσάλκας». Πίνακας του Αντών Κουτσουρίδη (παραχωρήθηκε για δημοσίευση στον Σπάρτακο Μ. Τανασίδη)

 

Επαγγέλματα

Ως προς τα επαγγέλματα, υπήρχαν καλοί τεχνίτες πέτρας και σιδηρουργοί. Όμως στην Τσάλκα ήταν περισσότερο αναπτυγμένη η κτηνοτροφία. Ιδιαιτερότητα της κτηνοτροφικής ζωής ήταν η περιοδική διαμονή ολόκληρων οικογενειών κατά τους καλοκαιρινούς μήνες στα βοσκοτόπια, στη γιαϊλά (δηλ. παρχάρι), όπου υπήρχε αρκετό γρασίδι για βοσκή των κοπαδιών τους.

Όσον αφορά τη λαογραφία γενικότερα, τα ήθη και τα έθιμα της Τσάλκας δεν έχουν μελετηθεί σε ικανοποιητικό βαθμό.

Ελάχιστες έρευνες έχουν γίνει από τους Σοβιετικούς ερευνητές και αφορούσαν κυρίως τη γλώσσα και όχι τόσο τα υπόλοιπα πολιτισμικά στοιχεία. Εξαιτίας της διασποράς των Ελλήνων από την Τσάλκα στην Ευρώπη και Ρωσία, η σύγχρονη έρευνα είναι ιδιαίτερα δύσκολη, λόγω του ότι αυτοί πλέον επηρεάζονται από τα σύγχρονα αστικά περιβάλλοντα, εγκαταλείπουν τα έθιμά τους και τα αντικαθιστούν με τα επικρατέστερα ποντιακά.

Εδώ ανοίγει ένα ανεξερεύνητο πεδίο από ανθρωπολογική σκοπιά, δηλαδή για το πώς τα έθιμα των Ελλήνων της Τσάλκας διαμορφώνονται σήμερα, επηρεαζόμενα από τη σύγχρονη κυρίαρχη λαογραφία του ευρύτερου ποντιακού ελληνισμού.

 

Οδός Άντριου Άθενς στην Τσάλκα, 2016 (φωτ.: Σπάρτακος Μ. Τανασίδης)

 

 

Εγκαταλειμμένο παλιό ελληνικό σπίτι στην Τσάλκα. Ακόμα πωλείται… (φωτ.: Σπάρτακος Μ. Τανασίδης)

 

Σπάρτακος Μ. Τανασίδης,
υποψήφιος διδάκτορας του ΔΠΘ, συγγραφέας του Τσάλκα. Στοιχεία ιστορίας και λαογραφίας των τουρκοφώνων Ποντίων του Καυκάσου. Στο Αρχείον Πόντου – Παράρτημα 42. Αθήνα: Επιτροπή Ποντιακών Μελετών (2021).

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινφογνώμων

Infognomon Logo

Περιηγηθείτε στα κορυφαία βιβλία του βιβλιοπωλείου μας

Προβολή όλων

Δημοφιλή