Ακολουθήστε μας

Τουρκία

Τουρκία του Ερντογάν: Ή όλα ή τίποτε

Δημοσιεύτηκε

στις

Του Γιώργου Καραμπελιά από την huffingtonpost.gr

Επί δεκαετίες, τουλάχιστον, όλα έμοιαζαν να λειτουργούν θετικά για την Τουρκία. Η ενίσχυση του ισλαμισμού διεθνώς, η ισχυρή δημογραφία, η αυξανόμενη ισχύς των τουρκικών μειονοτήτων στη Δύση, η υποχώρηση του κουρδικού κινήματος, μετά τη σύλληψη του Οτσαλάν, ο πακτωλός των χρημάτων από τις χώρες του Κόλπου, η βιομηχανία υποκατάστασης εισαγωγών αλλά και οι μεγάλες εξαγωγές οχημάτων –πάνω από 4,5 δισεκατομμύρια δολάρια τον χρόνο–, η συνεχιζόμενη κατοχή της Κύπρου, η κατάρρευση όλων των ισχυρών γειτονικών χωρών, αρχίζοντας από το Ιράν, το 1979, και καταλήγοντας στη Συρία, το 2012, ενώ στο μεταξύ θα έχει διαλυθεί η Σοβιετική Ένωση, θα έχει αποσυντεθεί το Ιράκ, στα Βαλκάνια θα εκλείψει ο ισχυρός γιουγκοσλαβικός πόλος και η Ελλάδα θα εισέλθει στη μακρόχρονη μνημονιακή κρίση. 

Όσο και να φαίνεται παράδοξο σε όσους αντιπαραθέτουν την κοσμική Τουρκία του Κεμάλ με την ισλαμική Τουρκία του Ερντογάν, υπάρχει απόλυτη συνέχεια ανάμεσά τους.

Αποφασιστικό ρόλο διαδραμάτισε η ενίσχυση του Ισλάμ, που αγκάλιασε το σύνολο του μουσουλμανικού κόσμου δίνοντας συχνά την αίσθηση και την ψευδαίσθηση ενός ενιαίου μουσουλμανικού στρατοπέδου ως γεωπολιτικού bloc, ιδιαίτερα στην εγγύς και τη Μέση Ανατολή. Αποφασιστική σημασία για την μεταβολή της μουσουλμανικής θρησκείας σε πολιτική ιδεολογία, θα διαδραματίσουν ένα σύνολο από γεγονότα –η εγκατάσταση του κράτους του Ισραήλ στην Παλαιστίνη, οι αλλεπάλληλοι ισραηλινο-αραβικοί πόλεμοι, η απόρριψη της εκδυτικισμού του Σάχη στο Ιράν, η επέμβαση των Σοβιετικών στο Αφγανιστάν η εισβολή των Αμερικανών σε Ιράκ και Αφγανιστάν.

Η Τουρκία υπήρξε η τελευταία δύναμη, μετά το Ιράν και τη Σαουδική Αραβία, που θα επιχειρήσει να μεταβάλει το κύμα του ισλαμισμού σε όπλο γεωπολιτικής ισχύος: εκπρόσωπος της τελευταίας μουσουλμανικής αυτοκρατορίας, σημαντική γεωπολιτικά, με πρωτοφανή οικονομική ανάπτυξη, και στενές σχέσεις με τη Δύση.

Στα πλαίσια της κατάρρευσης του μονοπολικού δυτικού κόσμου, η Τουρκία πίστεψε πως είχε τις δυνατότητες να αποτελέσει τον πυρήνα ενός παγκόσμιου ισλαμικού πόλου, καθώς ο αραβικός κόσμος είχε υποστεί καθίζηση και η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης είχε «απελευθερώσει» τα δεκάδες εκατομμύρια των τουρκόφωνων της Κεντρικής Ασίας. Το τουρκικό πολιτικό ισλάμ, με εκπροσώπους τον Ερμπακάν, τον Γκιούλ, τον Νταβούτογλου και κατεξοχήν τον Ερντογάν και τον Φετουλάχ Γκιουλέν ως ιδεολογικό του μέντορα, θα επιχειρήσει να εκπροσωπήσει όλους τους μουσουλμάνους. Ο παραδοσιακός εθνοκρατικός κεμαλισμός, αναγκαίος για την ανασυγκρότηση του τουρκισμού, θα δώσει τη θέση του σε μια νέα σύνθεση τουρκισμού, παντουρανισμού, οθωμανισμού και ισλαμισμού, δηλαδή του νεο-οθωμανικού ισλαμοκεμαλισμού.

Εξάλλου, όσο και να φαίνεται παράδοξο σε όσους αντιπαραθέτουν την κοσμική Τουρκία του Κεμάλ με την ισλαμική Τουρκία του Ερντογάνυπάρχει απόλυτη συνέχεια ανάμεσά τους. Απλώς εκπροσωπούν διαφορετικές φάσεις της νεότερης τουρκικής ιστορίας. Η Τουρκία του Κεμάλ επιχείρησε, –μετά την εθνοκάθαρση και την εκδίωξη των χριστιανικών πληθυσμών, Ελλήνων και Αρμενίων–, να ενσωματώσει σε ένα τουρκικό εθνικό κράτος όλους τους μουσουλμανικούς πληθυσμούς, Λαζούς τσερκέζους, Άραβες και προπαντός τους Κούρδους. Και εν μέρει το πέτυχε, καθώς πληθυσμοί χωρίς ισχυρή εθνική συνείδηση ενσωματώθηκαν στον τουρκισμό. Όμως αυτό το εγχείρημα απέτυχε ως προς τη σημαντικότερη ομάδα, τους Κούρδους, οι οποίοι ξεκίνησαν και ένοπλο αγώνα υπό τον Οτσαλάν και το ΡΚΚ. Τότε, το κεμαλικό τουρκικό πολιτικό σύστημα –μετά το πραξικόπημα του στρατηγού Εβρέν το 1980– θα αρχίσει να χρησιμοποιεί το ισλάμ σε μια έσχατη απόπειρα ενσωμάτωσης των Κούρδων και θα δημιουργηθούν μαζικά τα πρώτα ισλαμικά σχολεία. Τον ίδιο δρόμο θα ακολουθήσει και ο Οζάλ και θα τον ολοκληρώσουν ο Ερμπακάν και ο Ερντογάν που θα μεταβάλουν το πολιτικό ισλάμ σε κυρίαρχη δύναμη της Τουρκίας. Καθώς λοιπόν ο ισλαμισμός θα καταστεί παγκόσμιο κίνημα, η τουρκική εκδοχή του Ισλάμ, στηριγμένη στα διεθνή δίκτυα του Φετουλάχ Γκιουλέν, θα καταστεί και «εξαγώγιμο» προϊόν. Και ο Ερντογάν θα επιχειρήσει να μεταβληθεί στον νέο Καλίφη μετά τον σουλτάνο. 

(Η Τουρκία) Σταδιακώς, μεταβάλλεται σε μία δύναμη του «ενδιάμεσου χώρου» που χρησιμοποιεί τη στρατηγική γεωπολιτική της θέση για να καθίσταται απαραίτητη σε όλους – μήπως όμως και να τους δυσαρεστεί όλους, μια και μάλλον δεν διαθέτει τα απαραίτητα μεγέθη ώστε να καταστεί η μεγάλη δύναμη που ονειρεύεται;

Αυτή η νέα πορεία, μετά το 2010 και το Μαβί Μαρμαρά, θα οδηγήσει σε μία σειρά από μετατοπίσεις μεγάλης κλίμακας. Κατ’ αρχάς, θα διαρραγεί η στρατηγική συμμαχία με το Ισραήλ ενώ, με την εμπλοκή του στην αραβική Άνοιξη και τη συμμαχία με τους Αδελφούς Μουσουλμάνους, θα έλθει σε αντιπαράθεση με τις σημαντικότερες αραβικές χώρες, Αίγυπτο, Σαουδική Αραβία, Συρία. Την ίδια περίπου εποχή, θα πραγματοποιηθεί η ρήξη με τον Φετουλάχ Γκιουλέν, ο οποίος δεν επεδίωκε την αντιπαράθεση με τη Δύση αλλά τη μεταβολή της Τουρκίας στον προνομιακό συνομιλητή της. Ρήξη που θα οδηγήσει στο πραξικόπημα του 2016, όταν ο Ερντογάν, μαζί με τους Γκρίζους Λύκους και τους ευρασιανιστές στρατηγούς, θα έρθει σε σύγκρουση με τους γκιουλενιστές, τους κεμαλικούς και τις υπηρεσίες… των ΗΠΑ και του Ισραήλ.

Εν συνεχεία, με αφετηρία το κουρδικό ζήτημα στη Συρία και το Ιράκ, θα προσεγγίσει εκών ή άκων τη Ρωσία και το… Ιράν, και την Κίνα στο οικονομικό πεδίο. Απομακρύνεται έτσι όλο και περισσότερο από τη Δύση αναπτύσσοντας μία ευρα σιατική στρατηγική, ενώ συγκρούεται και με τη Γαλλία στην Αφρική. Σταδιακώς, μεταβάλλεται σε μία δύναμη του «ενδιάμεσου χώρου» που χρησιμοποιεί τη στρατηγική γεωπολιτική της θέση για να καθίσταται απαραίτητη σε όλους – μήπως όμως και να τους δυσαρεστεί όλους, μια και μάλλον δεν διαθέτει τα απαραίτητα μεγέθη ώστε να καταστεί η μεγάλη δύναμη που ονειρεύεται;

Η λυδία λίθος που θα καθορίσει το εάν η Τουρκία θα βαδίσει προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση είναι η στάση της απέναντι στην Ελλάδα και την Κύπρο. Διότι μία Τουρκία σε ένοπλη αντιπαράθεση με την Ελλάδα, την Κύπρο, και εμμέσως ή ανοικτά με τη Γαλλία και το Ισραήλ, θα οδηγηθεί σε ρήξη με το δυτικό στρατόπεδο. Όσο και εάν η Γερμανία και η ΗΠΑ, η καθεμιά για τους δικούς της λόγους, δεν επιθυμούν μία ρήξη με την Τουρκία, θα υποχρεωθούν να πάρουν θέση.

Εάν δε η Ευρώπη, σπρωγμένη και από μια τέτοια σύγκρουση, αποκτήσει μία κατ’ ελάχιστον ενιαία στρατιωτική και πολιτική υπόσταση, είναι πιθανό και η Ρωσία να εγκαταλείψει τις ευρασιανικές ονειρώξεις του Ντούγκιν και να στραφεί προς τον φυσικό της ευρωπαϊκό χώρο. Εξάλλου, η ενεργός ανάμιξη της Τουρκίας στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, στο πλευρό των τουρκόφωνων σιιτών Αζέρων, απειλεί να πλήξει τη Ρωσία στο μαλακό της υπογάστριο, του Καυκάσου και των τουρκόφωνων δημοκρατιών της Κεντρικής Ασίας.

Ο χρόνος για πρώτη φορά μετράει αντίστροφα

Παράλληλα, ο χρόνος μοιάζει να δουλεύει, ίσως για πρώτη φορά, εναντίον της. Η οικονομική επέκταση αγκομαχά, το κύμα του ισλαμισμού χάνει την ισχύ του και πληθαίνουν οι αντίπαλοι και οι ανταγωνιστές.

Στο εσωτερικό συρρικνώνεται η βάση του καθεστώτος: σύγκρουση με τον δημιουργό του τουρκικού ισλαμισμού, τον Φετουλάχ Γκιουλέν, και με τον θεωρητικό του νεο-οθωμανισμού Ντραβούτογλου﮲ αποξένωση από τα δυτικόστροφα μεσαία στρώματα, μετά την εξέγερση στο πάρκο Γκεζί, το 2013﮲ κατάρρευση της τουρκικής λίρας που συρρικνώνει δραματικά τα εισοδήματα﮲ αυξανόμενη αποξένωση των κουρδικών πληθυσμών. Τέλος στερεύουν οι εισροές κεφαλαίων.

Η χρήση του ισλαμισμού καθίσταται μάλλον αντιπαραγωγική, στον βαθμό που η ίδια η πατρίδα του Προφήτη, η Σαουδική Αραβία, η μεγαλύτερη αραβική χώρα, η Αίγυπτος, καθώς και τα υπερεξοπλισμένα Εμιράτα, μεταβάλλονται στον ανοιχτό αντίπαλο της Τουρκίας στο εσωτερικό του μουσουλμανικού κόσμου.

Η αραβοϊσραηλινή προσέγγιση και η άνοδος του Μπάιντεν στον προεδρικό θώκο μπορεί να οδηγήσει τουλάχιστον άμεσα, σε ρεαλιστικότερη πολιτική απέναντι στους Παλαιστίνιους, οπότε θα μειωθεί έτι περαιτέρω η σημασία του πολιτικού ισλάμ.

Καθώς ο αραβικός εθνικισμός επιστρέφει, ο τουρκικός ισλαμισμός οδηγείται σε μια παρά φύση συμμαχία με το… σιιτικό Ιράν προκειμένου να αντιμετωπίσει την κοινή κουρδική απειλή. Με συνέπεια μεγαλύτερες αντίθεσεις με το Ισραήλ, τα Εμιράτα, τη Σαουδική Αραβία και τις ΗΠΑ. Ενώ και στο Αζερμπαϊτζάν η συμμαχία με τους σιίτες Αζέρους εδράζεται αποκλειστικά στην εθνοτική-γλωσσική κοινότητα, καθώς το σιιτικό Ιράν στηρίζει την Αρμενία! Τέλος, η συμμαχία με τη Ρωσία παραπαίει καθώς συγκρούεται μαζί της στη Συρία, τη Λιβύη, ίσως και τον Καύκασο!

Εν τέλει, το ισλάμ της Τουρκίας γίνεται κατεξοχήν τουρκικό, και αντί για στοιχείο ενοποίησης των μουσουλμάνων μετατρέπεται σε στοιχείο διαίρεσης.

Η Τουρκία διατηρεί ακόμα σημαντικές προσβάσεις στους παραδοσιακούς της συμμάχους, το Πακιστάν, τη Μαλαισία, τη μουσουλμανική μειονότητα της Ινδίας, το Μπαγκλαντές, πολλές μουσουλμανικές χώρες της Μαύρης Αφρικής καθώς και στους μουσουλμάνους της Δυτικής Ευρώπης και της Ρωσίας, δημιουργώντας νέους εχθρούς στην Ινδία και τη Γαλλία σε μια φρενιτιώδηυπερεπέκταση.

Γενικότερα, η Τουρκία του Ερντογάν έχει υπερεπεκταθεί σε όλα τα πεδία, στην οικονομία, στις στρατιωτικές δαπάνες, στον ιδεολογικό μπιζιμποντισμό, πολύ περισσότερο από όσο αντέχουν τα πραγματικά μεγέθη και οι δυνατότητές της. 

Και αν κάποιοι θωρήσουν υπερβολή την ανάδειξη της Ελλάδας ως τη λυδία λίθο που θα κρίνει την εξέλιξη της τουρκικής πολιτικής έναντι της Δύσης αλλά και του μέλλοντος της Τουρκίας, ας αναλογιστούν τι συνέβη… διακόσια χρόνια πριν

Πολλοί Τούρκοι εθνικιστές αλλά και δυτικοί, ή και Έλληνες «κατευναστές», αυτό ακριβώς προσάπτουν στον Ερντογάν. Ότι δηλαδή, κρίνει την ταχύτητα επέκτασης της τουρκικής επιρροής με βάση το δικό του προσωπικό «ρολόι» και όχι εκείνο των μακροπρόθεσμων συμφερόντων της Τουρκίας.

Εντούτοις, ο Ερντογάν οδηγήθηκε στη στρατηγική της υπερεπέκτασης σπρωγμένος από μια αδήριτη αλληλουχία γεγονότων. Η κατάρρευση του Ιράκ και της Συρίας ενίσχυσε τα κουρδικά αυτονομιστικά κινήματα ενώ παράλληλα ενισχύθηκε το HDP στο εσωτερικό της Τουρκίας. Σε ένα πλαίσιο παγκόσμιας ενίσχυσης του ισλαμισμού η Τουρκία θα έπρεπε να χρησιμοποιήσει άμεσα όσες ευνοϊκές συγκυρίες διέθετε, ώστε να προλάβει τις μακροπρόθεσμες γεωπολιτικές εξελίξεις. Πάνω από όλα, τη συγκρότηση σε κράτος του κουρδικού έθνους, που ξεπερνάει ήδη τα 35 εκατομμύρια πληθυσμό, την αυξανόμενη ισχύ του αραβικού κόσμου, την ενίσχυση των αντι-ισλαμικών ρευμάτων σε όλη την Ευρώπη, την πιθανή ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας μετά από 10 χρόνια κρίσης. Συνεπώς, η φυγή προς τα μπρος και η επέκταση έμοιαζαν αναπόφευκτες και όχι απλά μία επιλογή ανάμεσα σε άλλες. Αυτό εξάλλου κάνει τόσο επικίνδυνη την Τουρκία, το ότι η επέκταση είναι όρος επιβίωσης γι’ αυτήν. Είτε θα μεταβληθεί σε μεγάλη δύναμη, εδώ και τώρα, είτε θα οδηγηθεί σε κρίση και συρρίκνωση.

Εάν η Τουρκία δεν είχε παρέμβει στις εξελίξεις, τότε οι Κούρδοι θα είχαν δημιουργήσει απειλητικές κρατικές ή ημικρατικές οντότητες σε Συρία και Ιράκ, τη στιγμή που σε 10 ή 20 χρόνια ο κουρδικός πληθυσμός της Τουρκίας και του άμεσου περίγυρού της θα ξεπερνά τον τουρκικό πληθυσμό. [Ήδη ο τουρκικός πληθυσμός αποτελεί μόλις το 70% του πληθυσμού ενώ ένα 20%, τουλάχιστον, δηλαδή οι Κούρδοι, έχουν δική τους αυτόνομη εθνική συνείδηση]. Παράλληλα, ο αραβικός κόσμος της Μέσης Ανατολής θα έχει μεταβληθεί σε μία, πληθυσμιακή υπερδύναμη. (Ήδη, η Αίγυπτος αριθμεί 110 εκατομμύρια πληθυσμό, και διαθέτει ισχυρότατο στρατό, η άλλοτε έρημη Αραβική Χερσόνησος φθάνει τα 90 εκατομμυρία, ενώ οι χώρες του Μαγκρέμπ θα φτάσουν σύντομα τα 100 εκατομμύρια, ένας ακόμα λόγος που καθιστούσε «υποχρεωτική» την επέμβαση στη Λιβύη.) Παράλληλα, ο ενοποιητικός ο ρόλος του πολιτικού ισλάμ υποχωρεί –και οι Κούρδοι εξάλλου μουσουλμάνοι είναι.

Κατά συνέπεια, η Τουρκία είτε θα μεταβληθεί σε μία μεγάλη δύναμη που θα ενσωματώσει πληθυσμούς, εδάφη και θάλασσες, είτε θα υποχρεωθεί να μεταβληθεί σε εθνικό κράτος έχοντας απωλέσει σημαντικό κομμάτι εδαφών και κάθε μεγαλοϊδεατικό όνειρο. Εφόσον η προσπάθεια της ένταξης των Κούρδων σε ένα δημοκρατικό ισλαμικό κράτος, που επιχειρήθηκε στη δεκαετία του 2000, θα αποδειχθεί φενάκη, δεν έμενε άλλος δρόμος από τη στρατιωτικοποίηση της αντιπαράθεσης και τη μεταβολή του τουρκικού ισλάμ σε όπλο μιας sui generis τουρκικής «τζιχάντ».

Και μια και τα πράγματα έφτασαν εκεί, δεν υπάρχει άλλος δρόμος παρά η εμμονή σε αυτόν. Διαφορετικά, η Τουρκία θα έπρεπε να εγκαταλείψει τον ισλαμισμό, αποδεχόμενη τον αυξανόμενο ρόλο των αλεβιτών και των κοσμικών τουρκικών πληθυσμών των παραλίων, καθώς και μια μορφή τουρκο-κουρδικής Ομοσπονδίας, που θα οδηγούσε μακροπρόθεσμα στη συγκρότηση ενός ενιαίου κουρδικού κράτους. [Άλλωστε, το γεγονός ότι η Τουρκία δεν είναι μονοεθνικό κράτος καταδεικνύεται από τον υστερικό και ανασφαλή εθνικισμό της και από την επιστράτευση του ισλάμ ως εσωτερικού ενοποιητικού στοιχείου.]

Μόνο μία τέτοια Τουρκία, εντελώς απίθανη σήμερα, θα μπορούσε να εδραιώσει ειρηνικές σχέσεις με όλους τους γείτονές της, και κατεξοχήν τους Έλληνες της Ελλάδας και της Κύπρου. Προοπτική που μοιάζει σήμερα με σενάριο επιστημονικής φαντασίας και η πραγματοποίησή του προϋποθέτει την κατάρρευση του ισλαμοφασισμού και του Ερντογάν που συνδέθηκε άρρηκτα μαζί του.

Για όλους αυτούς τους λόγους, η στάση του Ερντογάν ήταν τόσο παρανοϊκά επιθετική έναντι των Ελλήνων· γι’ αυτό και η ισλαμοποίηση της Αγίας Σοφίας, γι’ αυτό και η ανάμειξη στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, ως μία στρατιωτική φυγή προς τα μπρος, γι’ αυτό εντέλει και acontrario η… πρόσκαιρη διπλωματική αναδίπλωση του Ερντογάν μετά τη σθεναρή ελληνική στάση!

ΥΓ.Και αν κάποιοι θωρήσουν υπερβολή την ανάδειξη της Ελλάδας ως τη λυδία λίθο που θα κρίνει την εξέλιξη της τουρκικής πολιτικής έναντι της Δύσης αλλά και του μέλλοντος της Τουρκίας, ας αναλογιστούν τι συνέβη… διακόσια χρόνια πριν. Όταν ξέσπασε η Επανάσταση του 1821 όλες οι μεγάλες δυνάμεις την είχαν καταδικάσει και η Αγγλία και η Αυστρία βοηθούσαν ανοιχτά τους Τούρκους. Και επειδή οι Έλληνες συνέχισαν να αντιστέκονται, το 1827 καταβύθισαν τον τουρκοαιγυπτιακό στόλο στο Ναυαρίνο, ενώ το 1828-29 η Ρωσία συνέτριψε τις τουρκικές δυνάμεις υποχρεώνοντας την Τουρκία να αναγνωρίσει την ανεξαρτησία της Ελλάδας. Και έκτοτε άρχισε η αποσύνθεση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ας το σκεφτούν καλά τόσο οι Τούρκοι, όσο και εκείνοι οι Έλληνες που εξακολουθούν ακόμα να θεωρούν ανέφικτη την αντίσταση έναντι της Τουρκίας. Εξάλλου οι τελευταίοι μήνες, από τον Έβρο μέχρι την κρίση στο Ανατολικό Αιγαίο και τη συνέχειά της μάλλον δείχνει κατά που φυσάει ο άνεμος. (Πόσο μάλλον που οι… Αιγύπτιοι κληρονόμοι του Ιμπραήμ θα είναι μάλλον σύμμαχοί μας απέναντι στον φαντασιόπληκτο νεοσουλτάνο.)

www.ardin-rixi.gr

Αιγαίο

“Συμφωνία – ΑΙΧΜΑΛΩΣΙΑΣ – των Αθηνών”!

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Η Τoυρκία κατήγγειλε την Ελλάδα για την πρόθεση της Αθήνας να ανακηρύξει δύο θαλάσσια πάρκα (ανεμογεννητριών)!
Και φτάσαμε στο σημείο η Τουρκία να κατηγορεί την Ελλάδα, ότι προσπαθεί να δημιουργήσει «τετελεσμένα» – η Ελλάδα! – σε θαλάσσιες περιοχές που αποτελούν «ανοιχτές διαφορές» μεταξύ των δύο κρατών…
Να σημειωθεί ότι από τα δύο αυτά πάρκα το ένα βρίσκεται στο… Ιόνιο (όπου δεν υπάρχει, ούτε μπορεί να υπάρξει οποιαδήποτε «ανοιχτή διαφορά» με την Τουρκία), ενώ το άλλο βρίσκεται στο Αιγαίο, και εκτείνεται από δυτικά της Μήλου ως τη Νίσυρο, δηλαδή εντεύθεν της μέσης γραμμής του Αιγαίου!
Κι όλα αυτά, ενώ έχουμε υπογράψει, πριν τέσσερις μήνες υποτίθεται, «Συμφωνία περί Φιλίας» με την Τουρκία, την περιβόητη η «Συμφωνία των Αθηνών»!
Την οποία τώρα μας καταγγέλλουν ότι την «παραβιάζουμε», λέει!
Πώς είναι δυνατόν να “παραβιάζουμε” μια Συμφωνία που ΔΕΝ είναι “δεσμευτική”; Για τίποτα και κανένα από τα δύο μέρη;
* Πρώτον να σημειώσουμε ότι «τετελεσμένα» (fait accompli, στη διπλωματική γλώσσα) ονομάζονται πρωτοβουλίες ενός κράτους που ξεπερνούν τα όρια δικαιοδοσίας της κυριαρχίας του ή των κυριαρχικών του δικαιωμάτων, και επιβάλλονται χωρίς προηγούμενες διαπραγματεύσεις με άλλα «ενδιαφερόμενα» κράτη…
Η δημιουργία αιολικών πάρκων μέσα στην ελληνική αιγιαλίτιδα ζώνη ή μέσα σε θαλάσσιες ζώνες ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων – και μάλιστα σε περιοχές στις οποίες κανένα άλλο κράτος δεν μπορεί να διεκδικήσει κυριαρχικά δικαιώματα – ΔΕΝ είναι πολιτική “επιβολής τετελεσμένων»!
Είναι άσκηση κυριαρχίας ή άσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Για την οποία δεν οφείλει να διαβουλευτεί με κανένα άλλο κράτος…
Αντίθετα, «τετελεσμένα» έχουμε όταν η Τουρκία κηρύσσει την «Γαλάζια Πατρίδα» και καταπατά κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας σε συμφωνία με την «κυβέρνηση» της Λιβύης (Τουρκολυβικό μνημόνιο) παραβιάζοντας το Δίκαιο της Θάλασσας. Και μάλιστα με τρόπο ώστε τελικά, τη “Συμφωνία” αυτή, ΔΕΝ την αναγνωρίζει κανένα άλλο κράτος!
ΟΥΤΕ καν το Κοινοβούλιο της Λιβύης!
ΟΥΤΕ το Ανώτατο Δικαστήριο της Λιβύης…
Έχουμε λοιπόν, μια χώρα – την Τουρκία – που επιβάλλει η ίδια «τετελεσμένα» σε βάρος μας, να κατηγορεί… εμάς, ότι εμείς προσπαθούμε, λέει, να επιβάλλουμε “τετελεσμένα” σε περιοχές που έτσι κι αλλιώς είναι δικές μας ή δικής μας δικαιοδοσίας…
Και πάντως, περιοχές όπου εκείνοι δεν έχουν κανένα λόγο.
* Αυτά παθαίνουν όσοι υπογράφουν «Συμφωνίες περί Φιλίας» με γείτονες τους που επιβάλλουν τετελεσμένα σε βάρος τους. Τελικά έρχονται οι… «φίλοι» μας και κατηγορούν εμάς ότι εμείς επιβάλλουμε τετελεσμένα σε βάρος τους, πάνω στα δικά μας!
Εκεί που μας χρώσταγαν μας παίρνουν και το βόδι…
Αυτά παθαίνουν όσοι βιάζονται να υπογράψουν «Συμφωνίας περι Φιλίας» χωρίς προηγουμένως να απαιτήσουν την άρση των τετελεσμένων του αντιπάλου.
Ουσιαστικά έρχονται οι Τούρκοι και ασκούν βέτο σε οποιαδήποτε ελληνική απόφαση στις θαλάσσιες περιοχές της Ελλάδας. Παντού!
* Στην αρχή με τη λεγόμενη “Συμφωνία των Αθηνών” “ξεπλύναμε” την Τουρκία – αφού η διεθνής κοινότητα διαπίστωσε ότι διακηρύσσουμε τη «φιλία» μας με χώρα που δημιουργεί τετελεσμένα σε βάρος μας! Άρα διαμηνύσαμε στη διεθνή κοινότητα, να ΜΗ αντιμετωπίζει την Τουρκία ως “αναθεωρητική δύναμη” ή ως “επιθετική χώρα”!
Και τώρα διαπιστώνουμε ότι η ΜΗ δεσμευτική αυτή Συμφωνία μας δένει τα χέρια παντού (κατά της ερμηνεία της Άγκυρας), ακόμα και πάνω στις ζώνες των αδιαμφισβήτητα δικών μας κυριαρχικών δικαιωμάτων!
Αν αυτό δεν είναι ΑΠΟΤΥΧΙΑ εξωτερικής Πολιτικής, τι είναι;
* Υπάρχει και συνέχεια όμως: Η Ελλάδα «απάντησε» εμμέσως ότι το θέμα δεν είναι «διμερές», είναι… “Ευρωπαϊκό”, λέει, αφού με τα Αιολικά θαλάσσια πάρκα (τα οποία θα χρηματοδοτήσει το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης) η Ελλάδα εφαρμόζει την Ευρωπαϊκή Περιβαλλοντική Πολιτική για την «Πράσινη Μετάβαση».
Η αλλιώς: Τρία πουλάκια κάθονταν και μάσαγαν τομπάκο!
— Πρώτον η υπεράσπιση της εθνικής κυριαρχίας και των εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων είναι ΠΡΩΤΙΣΤΩΣ εθνικό θέμα για κάθε χώρα μέλος της Ένωσης.
Οι θεσμοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΔΕΝ έχουν «υποχρέωση» ΟΥΤΕ «αυτόματη δικαιοδοσία» να υπερασπιστούν την κυριαρχία ή τα κυριαρχικά δικαιώματα ενός κράτους-μέλους, όταν απειλούνται από ένα γειτονικό ΜΗ μέλος της Ένωσης.
Αν, όμως, η χώρα-μέλος που θίγεται διαμαρτυρηθεί και αντιδράσει στα «τετελεσμένα» του «καταπατητή», τότε η Ενωμένη Ευρώπη έχει την υποχρέωση να συμπαρασταθεί στο κράτος-μέλος. Και η «συμπαράσταση» αυτή δεν είναι «αυτόματη», είναι συνήθως κατόπιν πολλών «διαβουλεύσεων» μεταξύ των υπολοίπων κρατών-μελών, και πάντως πουθενά δεν προβλέπεται έμπρακτη ή, πολύ περισσότερο, στρατιωτική συμπαράσταση.
Όπως στην περίπτωση του Τουρκολυβικού μνημονίου – που θίγει ανοιχτά την Ελλάδα – η Ευρωπαϊκή Ένωση δήλωσε τελικά ότι ΔΕΝ το θεωρεί «νόμιμο» (γιατί δεν είναι), αλλά πέραν αυτού ΔΕΝ έκανε τίποτα για να το ακυρώσει.
Και στους δύο κύκλους διεθνών διαπραγματεύσεων για το Λιβυκό, η Τουρκία κλήθηκε να συμμετάσχει, ενώ την Ελλάδα, που ευθέως θίγεται από το Τουρκολυβικό Μνημόνιο οι ευρωπαίοι εταίροι ΔΕΝ την προσκάλεσαν καν…
Συνεπώς, όταν θίγονται τα κυριαρχικά μας δικαιώματα, το πρόβλημα είναι πρωτίστως ΔΙΚΟ μας! Κι αν αντιδράσουμε σοβαρά, ίσως μπορούμε να περιμένουμε κάποιου είδους «συμπεράσταση» από τους εταίρους μας. Αλλά, αν δεν αντιδράσουμε και απλώς “μεταθέσουμε την ευθύνη” στους εταίρους μας, αυτοί ΔΕΝ πρόκεται να αντιδράσουν!
Όπως φαίνεται, έχουμε βρει ένα τρόπο, ευσχήμως, να απεμπολήσουμε τα κυριαρχικά μας δικαιώματα.
— Όσον αφορά την «Πράσινη Μετάβαση», οι Τούρκοι δεν λένε να ΜΗ γίνουν αιολικά πάρκα. Απλώς επιμένουν ότι θα πρέπει η Ελλάδα να διαπραγματευθεί προηγουμένως μαζί τους το ποιός θα έχει την εκμετάλλευσή τους, ακόμα κι αν ανήκουν σε περιοχές (δυτικά της Μήλου – στη Φαλκονέρα – δηλαδή απέναντι από τις ακτές της Πελοποννήσου) όπου ουδείς αμφισβήτησε ποτέ την Ελληνική δικαιοδοσία.
Και δημιουργούν προηγούμενο, για να τους “χρωστάμε”!
Δηλαδή για να μας πούν αύριο, ότι εντάξει, δεχθήκαμε να ασκήσετε τα δικά σας κυριαρχικά δικαιώματα… έξω από τις ακτές της Πελοποννήσου, τώρα κι εσείς πρέπει να δεχθείτε ότι κι εμείς θα ασκήσουμε κυριαχικά δικαιώματα (που το Διεθνές Δίκαιο ΔΕΝ τους τα αναγνωρίζει) γύρω από τα Ελληνικά νησιά στο Ανατολικό Αιγαίο, ή ανατολικά της Κρήτης ή νοτίως του Καστελλόριζου. Όπου όλοι οι διεθνείς Χάρτες οι οποίοι αποτυπώνουν το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας προβλέπουν ότι ισχύει η Ελληνική Δικαιοδοσία.
Μ’ άλλα λόγια, μας λένε να μοιράσουν μαζί μας… τα δικά μας! Να μας αφήσουν κάποιο μέρος των δικών μας, κι ύστερα εμείς να δεχθούμε να καταπατήσουν όλα τα υπόλοιπα – επίσης ΔΙΚΑ μας!
Εκεί οδηγεί, μεταξύ πολλών άλλων, και η «Συμφωνία των Αθηνών», που μόλις προ τετραμήνου υπογράψαμε!
Αυτό ΔΕΝ ονομάζεται «Πολιτική αρχών». Αυτό ονομάζεται ΜΗ Πολιτική!
Ή ΠΑΡΑΙΤΗΣΗ από την (Εξωτερική) Πολιτική…
Η Πολιτική δεν αφορά ποιες «αρχές» θα διακηρύσσουμε διεθνώς. Αλλά πώς προασπιζόμαστε τα εθνικά μας συμφέροντα.
Αν υποστηρίζουμε τις σωστές «αρχές», αλλά όταν απειλούμαστε μεταθέτουμε την ευθύνη σε άλλους, τότε απλώς ΔΕΝ έχουμε Πολιτική…

Ως γνωστόν, με ευχές και με “αρχές”… δεν βάφονται αυγά!

* Κάποιοι δικοί μας μιλούν για “αποκλιμάκωση” ως μόνιμη επιδίωξη της Εξωτερικής μας Πολιτικής.
Η “αποκλιμάκωση” είναι ένας στιγμιαίος χειρισμός, σε μια κρίσιμη στιγμή. ΔΕΝ είναι “Πολιτική”.
Αν διακηρύσσεις ότι επιδιώκεις μονίμως την “αποκλιμάκωση”, ουσιαστικά παρακινείς τους απέναντι να κλιμακώνουν συνεχώς εναντίον σου, ώστε εσύ να “αποκλιμακώνεις” υποχωρώντας – κι έτσι να κερδίζουν σε βάρος σου χωρίς να ρίχνουν σφαίρα και χωρίς να διακινδυνεύουν το παραμικρό! Με διαρκείς εκφοβισμούς σε βάρος σου, χωρίς ρίσκο (by fright, not by fight).
* Οι δικοί μας μιλάνε ακόμα για “εξομάλυνση” των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Ως μόνιμη πολιτική επιδίωξη.
Μπορεί να υπάρχει “εξομάλυνση” με μια Τουρκία που διεκδικεί όλο και περισσότερο και συνεχώς κλιμακώνει τις έμπρακτες προκλήσεις της και τα τετελεσμένα της σε βάρος μας;
Το ζητούμενο της Ελληνικής Εξωτερικής Πολιτικής είναι ΠΩΣ θα εξουδετερώσουμε την τουρκική προκλητικότητα και τον τουρκικό αναθεωρητισμό, όχι πώς θα… “εξομαλύνουμε” τις σχέσεις μας με τον τουρκικό “αναθεωρητισμό”.
* Και το πιο γελοίο απ’ όλα είναι όταν προσπαθούμε εμείς, εδώ, στην Ελλάδα, να “δικαιολογήσουμε” τις τωρινές τουρκικές προκλήσεις, αποδίδοντάς τις στους εσωτερικούς πολιτικούς ανταγωνισμούς μέσα στην Τουρκία.
Δηλαδή, λένε κάποιοι δικοί μας, μη δίνετε σημασία και μη “τσιμπάτε”, δεν τα εννοούν αυτά οι Τούρκοι. Τα λένε μόνο για εσωτερική κατανάλωση…
— Πριν τις πρόσφατες αυτοδιοικητικές εκλογές, μας έλεγαν ότι οι ΝΟΤΑΜ που έβγαιναν για την αποστρατιωτκοποίηση των νησιών μας ήταν προεκλογικό πυροτέχνημα γιατί ανέβαινε η υποψηφιότητα Ιμάμογλου…
— Μετά τις εκλογές, μας λένε πως οι ενστάσεις της Τουρκίας για τα αιολικά πάρκα έξω από τη Μήλο, οφείλονται στο ότι έχασε ο Ερντογάν τις αυτοδιοικητικές εκλογές (τις οποίες είχε χάσει και πριν τέσσερα χρόνια, επίσης)…
Γενικώς αν τους πιστέψουμε, τίποτα απ’ όλα αυτά δεν τα “εννοεί” η Τουρκία. Όλα τα κάνει για “εσωτερικούς λόγους”, λέει…
Εκείνο που τους διαφεύγει είναι ότι και το βασικό κόμμα της Αντιπολίτευσης στην Τουρκία, το Ρεπουμπλικανικό, είναι εξ ίσου προκλητικό και επιθετικό έναντι της Ελλάδας. Όπως και το άλλο κόμμα της Αντιπολίτευσης, το λεγόμενο “Καλό Κόμμα”…
Συνεπώς η επιθετικότητα κατά της Ελλάδας είναι ΚΟΙΝΟ σημείο σύγκλισης ανάμεσα στην κυβέρνηση Ερντογάν και στην Αντιπολίτευσή του.
Κι εμείς εδώ καθησυχάζουμε εαυτούς και αλλήλους, ότι όλες αυτές οι δηλώσεις γίνονται “για εσωτερικούς λόγους”, λέει, και να μην τις παίρνουμε στα σοβαρά…
Οι επιθετικές δηλώσεις κατά της Ελλάδας, απ’ ΟΛΟΚΛΗΡΗ την πολιτική ηγεσία της χώρας, διαμορφώνουν τις προσδοκίες του Τουρκικού λαού και την μακροχρόνια Πολιτική της χώρας απέναντί μας.
Αντίθετα η υποβάθμιση και η αγνόησή τους, εκ μέρους της δικής μας ηγεσίας, απλώς δείχνει ότι εμείς ΔΕΝ έχουμε καμία απολύτως πολιτική απέναντι στην Τουρκία.
Τώρα μάλιστα συρόμαστε και στην αιχμαλωσία.
Διότι όταν εν ονόματι μιας ΜΗ δεσμευτικής “Συμφωνίας περί Φιλίας”, η Τουρκία διατυπώνει ενστάσεις για αιολικά πάρκα έξω από τις ακτές της Πελοποννήσου, αυτό σημαίνει ότι έχουμε σιωπηλώς αποδεχθεί να ΜΗΝ κάνουμε απολύτως τίποτα, οπουδήποτε, αν δεν τους ρωτήσουμε. Αν δεν πάρουμε την άδειά τους.
Για να εκμεταλλευτούμε τα δικά μας πρέπει να τους παραχωρήσουμε κάποια άλλα – επίσης δικά μας – κάπου αλλού.
Αυτό δεν είναι Συμφωνία περί Φιλίας. Είναι εύσχημη Συνθηκολόγηση.
Αυτό δεν είναι “Συμφωνία των Αθηνών”.
Είναι μάλλον, Συμφωνία ΑΙΧΜΑΛΩΣΙΑΣ των Αθηνών…
Συνέχεια ανάγνωσης

Άγγελος Χωριανόπουλος

Future Warfare: Πρώτη πτήση του Τουρκικού ΑΝΚΑ-3 ετοιμάζεται στα τέλη του έτους

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Η Turkish Aerospace Industries (TAI) ετοιμάζεται για την πρώτη πτήση του τελευταίου της Μη Επανδρωμένου Αεροσκάφους μάχης Anka-3, μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους. Με μια σχεδιαστική φιλοσοφία που κληρονομεί από την καταγωγή του ANKA, το Anka-3 εξελίσσεται ως ένα μη επανδρωμένο εναέριο όχημα μάχης (UCAV) που διαθέτει αρκετά χαμηλό ηλεκτρομαγνητικό αποτύπωμα σύμφωνα με την εταιρεία.

Ο σχεδιασμός του δεν περιλαμβάνει συμβατική ουρά στο οπίσθιο μέρος με σκοπό να μειώσει το πιθανό ηλεκτρομαγνητικό και οπτικό αποτύπωμα. Η ικανότητα του μη επανδρωμένου αεροσκάφους να κινητοποιείται γρήγορα και να διατηρεί μεγάλους χρόνους πτήσης σε μεγάλα ύψη υπογραμμίζει τη στρατηγική χρησιμότητά του σε πολλαπλά προφίλ αποστολών.

Να σημειωθεί πως η τουρκική αμυντική βιομηχανία προετοιμάζει τα αεροσκάφη ANKA-3 και KAAN για τις πρώτες τους πτήσεις στα τέλη του Δεκεμβρίου. Το ANKA-3, το οποίο θα λειτουργεί συνεργατικά με το μαχητικό KAAN, χαρακτηρίζεται από χαμηλή ορατότητα, υψηλή ταχύτητα και αυξημένο ωφέλιμο φορτίο χάρης τα υλικά RAM που χρησιμοποιεί.

Το ANKA-3, μετά από δομικές και υποσυστημικές βελτιώσεις, θα πραγματοποιήσει την παρθενική του πτήση πριν από το τέλος του έτους. Τα πρωτότυπα ANKA-3 και KAAN θα πραγματοποιήσουν τις πρώτες τους πτήσεις (χωρίς την επιχειρησιακή/επίσημη βαφή), όπως ακριβώς και τα HÜRJET.

Συνέχεια ανάγνωσης

Συρία

Πώς προχωρά η τουρκο-συριακή επανασυμφιλίωση

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Του Κώστα Ράπτη

Το 2022 έληξε με έναν διπλωματικό σεισμό – που με τη σειρά του ολοκληρώνει έναν μεγαλύτερο χρονικό κύκλο δέκα ετών: η επανασυμφιλίωση της Τουρκίας του Ταγίπ Ερντογάν με τη Συρία του Μπασάρ αλ Άσαντ αποδεικνύεται ότι προχωρά, χάρη στη ρωσική διαμεσολάβηση, με ρυθμούς ταχύτερους του αρχικώς αναμενόμενου.

Οι αρχηγοί των μυστικών υπηρεσιών της Τουρκίας και της Συρίας είχαν κάνει την προεργασία τους πολύ διακριτικά. Και την περασμένη Τετάρτη συνόδευσαν στη Μόσχα τους υπουργούς Άμυνας των χωρών τους για την πρώτη πολιτική επαφή των δύο πλευρών μετά το ξέσπασμα της λεγόμενης “Αραβικής Άνοιξης” το 2011 και τη διακοπή των τουρκοσυριακών διπλωματικών σχέσεων το επόμενο έτος.

Το ότι εν μέσω της ουκρανικής περιπέτειας ο Ρώσος υπουργός Άμυνας Σεργκέι Σοϊγκού είχε το περιθώριο να φιλοξενήσει μια τέτοια συνάντηση δείχνει πόση σημασία εξακολουθεί να αποδίδει η Μόσχα στο συριακό μέτωπο (όπου εμπλέκεται στρατιωτικά από το 2015), αλλά και πόση σημασία αποδίδουν στον ρόλο της οι συνομιλητές της στην περιοχή.

Για τη συνέχεια Capital

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινφογνώμων

Infognomon Logo

Περιηγηθείτε στα κορυφαία βιβλία του βιβλιοπωλείου μας

Προβολή όλων

Δημοφιλή