Ακολουθήστε μας

Ιστορία - Πολιτισμός

Ἔναρξη τῆς Ἐπανάστασης στή Ρούμελη

Δημοσιεύτηκε στις

Αθανάσιος Διάκος, ο εθνομάρτυρας του 1821

Ἀνατολική Στερεά Ἑλλάδα ἐπαναστάτησε ταυτόχρονα μέ τήν Πελοπόννησο, στά τέλη Μαρτίου τοῦ 1821. Ἡ ἐξέγερση ἔλαβε μέρος κυρίως στή Φωκίδα, τήν Δωρίδα, τήν Λιβαδειά καί τήν Λοκρίδα. Οἱ ψυχομένοι Ρουμελιῶτες κλεφταρματολοί Ὀδυσσέας Ἀνδροῦτσος, Ἀθανάσιος Διάκος, Βασίλης Μποῦσγος, Πανουργιᾶς, Δῆμος Σκαλτσᾶς καί Ἰωάννης Δυοβουνιώτης δέν πτοήθηκαν ἀπό τόν ἰσχυρό τουρκικό στρατό πού ἦταν σταθμευμένος στό Ζητούνι (Λαμία), στά Τρίκαλα καί τή Λάρισα ἀλλά ἄναψαν τή φωτιά στήν Ρούμελη. Εἶχαν φανεῖ ἄλλωστε οἱ προθέσεις τους στή σύσκεψη τῆς Ἁγίας Μαύρας (Φεβρουάριος 1821), ὅπου εἶχαν ἀποφασίσει μέ ἐνθουσιασμό τήν ἐπανάσταση, σέ ἀντίθεση μέ τούς προκρίτους τοῦ Μοριᾶ οἱ ὁποῖοι στή σύσκεψη τῆς Βοστίτσας εἶχαν φανεῖ διστακτικοί καί ἀναβλητικοί.

Ἡ πρώτη πόλη τῆς Ρούμελης πού θά ἐλευθερωνόταν θά ἦταν ἡ πρωτεύουσα τῆς Φωκίδος, τά Σάλωνα (Ἄμφισσα). Στίς 24 Μαρτίου 1821, στό μοναστήρι τοῦ Προφήτη Ἠλία, ὁ ἐπίσκοπος Ἠσαΐας ἀπό κοινοῦ μέ τόν ἀρματολό Πανουργιᾶ καί τούς προεστούς τῶν Σαλώνων Ἀναγνώστη Γιαγτζή, Ρήγα Κοντορήγα καί Ἀναγνώστη Κεχαγιά, συγκέντρωσαν ἑκατοντάδες παλληκάρια, ἔκαναν δοξολογία στή μονή καί ὕψωσαν τή σημαία τῆς Ἐπαναστάσεως.

Πανουργιᾶς εἶχε γεννηθεῖ στό χωριό Δρέμισσα (Πανουργιᾶς Φωκίδας) τό 1767. Ὁ πατέρας τοῦ Πανουργιᾶ λεγόταν Ξηροδημήτρης, ἐπειδή ἦταν ἐξαιρετικά ἀδύνατος. Ἦταν προεστός τοῦ χωριοῦ Δρέμισσα τῆς Παρνασσίδος. Ὅταν o γιός του βαπτιζόταν, ὁ ἀνάδοχός του τόν πέρασε γιά κορίτσι καί τοῦ ἔδωσε τό ὄνομα Πανώρια. Οἱ γονεῖς τοῦ Πανουργιᾶ, πού ἦταν πολύ θεοσεβούμενοι, θεώρησαν ἁμαρτία νά ἀλλάξουν τό ὄνομα πού δόθηκε μέ τό μυστήριο καί ἁπλά τόν φώναζαν Πανουργιᾶ. Τό ὄνομα αὐτό τελικά ἔγινε οἰκογενειακό ὄνομα τῶν Πανουργιάδων.

Ὁ Πανουργιᾶς ὡς νέος διακρινόταν γιά τό ὡραῖο του παρουσιαστικό. Ἡ ἐντυπωσιακή του ἐμφάνιση ἔγινε ἡ αἰτία νά σωθεῖ ἡ ζωή του ὅταν καταδικάστηκε σέ θάνατο γιά κάποια ἀσήμαντη αἰτία. Ἕνας ἰσχυρός Τοῦρκος, ὁ Δελή Ἀχμέτ λυπήθηκε τό νεαρό Πανουργιᾶ καί μεσολάβησε νά τοῦ χαρίσουν τή ζωή. Μάλιστα τόν πῆρε στήν ὑπηρεσία του. Ὅταν πέθανε ὁ Τοῦρκος, ὁ δεκαεξάχρονος Πανουργιᾶς ἔγινε κλέφτης, συνεργάστηκε μέ τόν Ἀνδρέα Ἀνδροῦτσο Βερούση (Ἀνδρίτσο) καί ἔλαβε μέρος στίς ἐπιχειρήσεις τοῦ Λάμπρου Κατσώνη. Μετά τόν θάνατο τοῦ Ἀνδρίτσου ὁ Ἀλή πασᾶς, γιά νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τόν Πανουργιᾶ τόν ἔκανε ἀρματολό. Ἀργότερα ὁ τελευταῖος ἔγινε πάλι κλέφτης, ὅταν ἀντικαταστάθηκε στό ἀρματολίκι ἀπό τόν Λάμπρο Σουλιώτη. Ἐπειδή ἦταν ἀδύνατο νά τόν συλλάβει ὁ Ἀλή πασάς ἔδωσε ἐντολή καί πῆραν τήν οἰκογένειά του στά Ἰωάννινα. Τότε ὁ Πανουργιᾶς ἀναγκάστηκε νά παραδοθεῖ στόν Ὀδυσσέα Ἀνδροῦτσο καί νά ἀποσταλεῖ στόν τύραννό της Ἠπείρου. Ὁ Ἀλή πασᾶς δέν ἔβλαψε τόν Πανουργιᾶ ἀλλά τόν κράτησε κοντά του ἀπό τό 1817 ἕως τό 1820.

Ὅταν ὁ Ἀλή πασᾶς πολιορκήθηκε στά Γιάννενα ὁ Πανουργιᾶς κατόρθωσε νά δραπετεύσει καί νά ἐπιστρέψει στήν ἰδιαίτερη πατρίδα του. Τότε ὀργάνωσε ἕνα πειθαρχημένο σῶμα ἑξῆντα ἀνδρῶν ντυμένων καί ἐξοπλισμένων ὁμοιόμορφα καί διάλεξε γιά πρωτοπαλλήκαρά του τόν Γιάννη Γκούρα, τόν Θανάση Μανίκα καί τόν Παπαντρέα ἀπό τήν Κουκουβίστα. Μόλις σήκωσε τό λάβαρο τῆς ἐπανάστασης στή Μονή τοῦ Προφήτη Ἠλία, ὁ Πανουργιᾶς ἔστειλε τόν Θανάση Μανίκα μαζί μέ τόν Παπανδρέα νά στρατολογήσουν στά Βλαχοχώρια τῆς Δωρίδος ὅσους μποροῦσαν νά φέρουν ὅπλα, τόν δέ ἀνιψιό τοῦ Γιάννη Γκούρα τόν ἔστειλε στό χωριό Ἅι Γιώργης κοντά στά Σάλωνα, γιά νά ἔρθει σέ ἐπαφή μέ τούς Γαλαξειδιῶτες, ζητώντας τή σύμπραξή τους.

Οἱ θαρραλέοι Γαλαξειδιῶτες μέ ἀρχηγούς τόν Γιάννη Μητρόπουλο καί τόν Φούντα δέχτηκαν μέ ἐνθουσιασμό τό κάλεσμα τοῦ Πανουργιᾶ καί κινήθηκαν ἀμέσως πρός τήν Ἄμφισσα. Ἡ συμμετοχή αὐτή τοῦ Γαλαξειδίου εἶχε ἐξαιρετική σημασία διότι τό Γαλαξείδι διέθετε 40 πλοῖα μεγάλα καί πολλά μικρότερα, ἱκανά νά ἐκμηδενίσουν τήν ἀπειλή τῶν τουρκικῶν πλοίων πού βρίσκονταν στό λιμάνι τῆς Ναυπάκτου. Ἐξασφαλιζόταν λοιπόν ἡ ἐλευθερία τοῦ Κορινθιακοῦ κόλπου, ἡ παρεμπόδιση τῶν συγκοινωνιῶν τῶν Τούρκων τῆς περιφέρειας, ἐνῶ διασφαλιζόταν ἡ ἐπικοινωνία μέ τούς Πελοποννησίους ἐπαναστάτες.

Γκούρας ἐνθουσιάστηκε τόσο πολύ, πού δέν περίμενε νά συνεννοηθεῖ μέ τόν Πανουργιᾶ. Στάθμευσε μέ τούς 150 μαχητές του τή νύκτα στό χωριό Ἅι Γιώργης καί ἔστειλε γράμμα στόν Πανουργιᾶ, δηλώνοντας τήν ἐπιθυμία του νά “βαρέσει ταχιά τά Σάλωνα”.Πανουργιᾶς, γνωρίζοντας τήν ἀποφασιστικότητά του, ἔσπευσε νά στείλει ἀγγελιοφόρο ζητώντας του νά μήν ἐπιτεθεῖ ἕως ὅτου πάρει νεώτερη διαταγή γιά νά μήν καταστρέψει ἀπό βιασύνη τήν ἐπανάσταση. Εὐτυχῶς ὁ Γκούρας συγκρατήθηκε.

«Στή Ρούμελη οἱ προϋποθέσεις γιά σηκωμό στέκονταν πολύ πιό δύσκολες ἀπό τό Μοριᾶ. Βρισκόταν σιμά σέ τέσσερεις σημαντικές τούρκικες βάσεις: Γιάννενα, Λάρισα, Βόλο, Εὔβοια. Ἦταν εὐτύχημα βέβαια πώς στά Γιάννενα ξακολούθαγε τήν ἀντίστασή του ὁ Ἀλήπασας. Οἱ στρατιωτικές ὅμως δυνάμεις πού τόν πολιορκοῦσαν μποροῦσαν νά στείλουν σημαντικά ἀποσπάσματα νά κτυπήσουν τούς ἐπαναστάτες.

Ἀντιστάθμιζε ὅμως τούτη τή δυσκολία ἡ ὕπαρξη μιᾶς μαχητικῆς ἀπό αἰῶνες παράδοσης – ἡ κλεφτουριά καί τ’ ἀρματολίκια. Ἕνας στρατός σχεδόν ἕτοιμος, μέ θαυμάσια στελέχη γιά τόν ἄτακτο πόλεμο, πού τόσο τόν εὐνοοῦσαν τά βουνά τῆς Ρούμελης.

Ἡ ψυχή τοῦ Πανουργιᾶ ἀνάσαινε ἔλατο, θυμάρι καί λευτεριά. Ἔτσι, ὅταν στίς 24 τοῦ Μάρτη 1821 ἔμαθε τό σηκωμό τῆς Πάτρας, πῆρε τούς λεβέντες του καί τράβηξε γιά τό μοναστήρι τοῦ Προφήτη Ἠλία. Φωνάζει τούς προεστούς καί τούς λέει πώς θ’ ἀνεμίσει τό μπαϊράκι τοῦ σηκωμοῦ καί θά κτυπήσει τούς Τούρκους. Στ’ ἀναμεταξύ ἔφτασαν στά Σάλωνα οἱ Τοῦρκοι τῆς Βοστίτσας, τοῦ Αἰγίου δηλαδή, τρομοκρατημένοι ἀπ’ ὅσα ἔτρεξαν στό Μοριᾶ. Ἡ δύναμη τῶν ντόπιων Τούρκων μαζί μ’ ἐκείνους πού ἦρθαν ἀπό τή Βοστίτσα δέν ἦταν ἀψήφιστη, ἔφτανε τά ἑξακόσια ντουφέκια

Πανουργιᾶς στέλνει στό Γαλαξείδι τόν Γκούρα, τόν γαμπρό του Μανίκα καί τόν Παπαντρέα νά στρατολογήσουν. Οἱ Γαλαξειδιῶτες μέ προθυμία δέχονται ν’ ἀντιβγοῦν στό δυνάστη ὄχι μονάχα στή θάλασσα, παρά καί στή στεριά. Ὅταν κάπως δυνάμωσε ὁ Πανουργιᾶς ἀποφασίζει, ἄν καί τ’ ἀσκέρι του ἦταν πιό ἀδύναμο ἀπό τό τούρκικο τῶν Σαλώνων, νά κτυπήσει, λογαριάζοντας πώς τό χειρότερο ἀπ’ ὅλα θά ἦταν νά χασομερήσει δίνοντας καιρό στούς ἐχθρούς νά συνεφέρουν καί νά ἑτοιμαστοῦν.

Ἐπειδή ὅμως ἔβλεπε πολλούς νά εἶναι διστακτικοί, σκαρφίζεται τοῦτο δῶ τό κόλπο. Ὁρμηνεύει κάποιον τῆς ἐμπιστοσύνης του νά πάει στήν Ἰτέα κι ὅταν γυρίσει νά πεῖ πώς εἶδε τάχα στόν κόρφο τό ρούσικο στόλο. Ὅταν ἦρθε καί ξεφούρνισε τήν ψεύτικη εἴδηση, φωνάζει ὁ Πανουργιᾶς:

– “Ἀδέρφια, τί καρτερᾶμε”;

Ξεχύνονται – ἦταν 27 τοῦ Μάρτη – νά πάρουν τήν πολιτεία. Οἱ Τοῦρκοι, βλέποντας τήν ὁρμή τους, τήν παρατᾶνε κι ἀνεβαίνουν στό φράγκικο κάστρο, πού τά ἐρείπια τοῦ ἴσαμε τίς μέρες μας ὡσάν κορῶνα στέκονται πάνω ἀπό τήν Ἄμφισσα, καθώς λένε τά Σάλωνα τώρα.»

Δημητρίου Φωτιάδη – Ἡ Ἐπανάσταση τοῦ ’21

Στίς 27 Μαρτίου 1821, ξημερώματα, τά Σάλωνα βρέθηκαν σέ κατάσταση πολιορκίας. Στή μία μετά τά μεσάνυχτα δόθηκε τό σύνθημα. Ἡ πρώτη μεγάλη φωτιά φάνηκε στό Παλουμάκι τῆς Δεσφίνας καί ἀκολούθησαν οἱ ἄλλες στό Μετόχι τοῦ Προφήτη Ἠλία, στόν Κόφινα κοντά στά Λιβαδάκια, στόν Ἄϊ Θανάση στό ρέμα τῆς Μηλιᾶς καί στήν Κουτσουρέρα πάνω ἀπό τήν Ἁγία Θυμιά. Τά παλληκάρια συγκεντρώθηκαν ἔξω ἀπό τήν πόλη σέ τρία τμήματα. Τό ἀριστερό διοικοῦσε ὁ Γκούρας, τό δεξιό ὁ Παπαντριᾶς καί ὁ Θανάσης Μανίκας καί τό μεσαῖο ὁ Πανουργιᾶς.

Οἱ Γαλαξειδιῶτες ἔφεραν ψιλά ὅπλα, πολεμοφόδια καί μικρά κανόνια ἀπό τά καράβια τους. Ἀνάμεσά τους διακρινόταν ὁ Ἰωάννης Καραλίβανος, ἀξιωματικός γιά πολλά χρόνια στά τούρκικα πλοῖα, καί οἱ γενναῖοι ὁπλαρχηγοί Γιάννης καί Νικολάκης Μητρόπουλος. Ἡ ἐπίθεση, ἄρτια ὀργανωμένη, κράτησε τέσσερεις ὧρες. Καθώς οἱ Τοῦρκοι ὑποχωροῦσαν γιά νά κλειστοῦν στό κάστρο, ἕνας σκοπευτής τους, ὀχυρωμένος στά τούρκικα λουτρά (χαμάμ) πυροβόλησε καί τό βόλι βρῆκε τόν ἄτυχο Σταμάτη Τράκα στό μέτωπο. Ἦταν ὁ πρῶτος νεκρός στήν πρώτη ἐπίσημη μάχη τῆς ἐπαναστατημένης Ρούμελης. Ὁ πατέρας του Θεόδωρος Τράκας, βλέποντας νεκρό τό παιδί του, ἔσφιξε τήν καρδιά καί εἶπε στούς στρατιῶτες: “Γάμος χωρίς σφαχτά δέν γίνεται”. Οἱ ἐλάχιστοι Τουρκαλβανοί πού ξέμειναν στήν πόλη παραδόθηκαν καί βρῆκαν μαρτυρικό θάνατο. Ὡστόσο, οἱ Σαλωνίτες ἔκρυψαν γιά πολλές ἡμέρες μέσα σέ κάδους καί πιθάρια μερικές τουρκικές οἰκογένειες μέ τίς ὁποῖες συνδέονταν φιλικά.

Στήν οἰκία τοῦ Ἀναγνώστη Κεχαγιά ὑψώθηκε τό λάβαρο τῆς ἐπαναστάσεως. Ἀμέσως συγκροτήθηκε Ἑλληνική Διοίκηση. Τήν ἀποτελοῦσαν οἱ Ἀναγνώστης Κεχαγιάς, Ἀναγνώστης Γιαγτζής, Ρήγας Κοντορήγας, Γιωργάκης Παπαηλιόπουλος, Ἠλίας Κόκκαλης, Εὐστάθιος Μαρκίδης ἤ Μαρκόπουλος, Δεστερλής, Βασίλειος Χαντζάρας, Εὐθύμιος Κρανάκης, Παπαϊωάννης Οἰκονόμος καί Χαρίτος μέ πρόεδρο τόν ἐπίσκοπο Σαλώνων Ἠσαΐα.

Τήν ἴδια ἡμέρα ἄρχισε ἡ πολιορκία τοῦ κάστρου. Τά μπρούτζινα γαλαξειδιώτικα κανόνια στήθηκαν στό σπίτι τοῦ Στράγκα, πού βρισκόταν στό ἄκρο τῆς πόλης. Μέ τούς πρώτους πυροβολισμούς σκοτώθηκαν μία γυναίκα καί δύο παιδιά καί καταστράφηκαν δύο φορτώματα ἄλευρα τῶν Τούρκων. Καθώς ὅμως, οἱ ὑπόλοιποι πυροβολισμοί πήγαιναν χαμένοι, τά κανόνια μεταφέρθηκαν στά μνήματα, πάνω ἀπό τήν συνοικία Χάρμαινα, κοντά στό στρατηγεῖο τοῦ Πανουργιᾶ.

Οἱ Τοῦρκοι ἀρνοῦνταν νά παραδοθοῦν, ἐλπίζοντας σέ ἐνισχύσεις ἀπό Εὔβοια καί Λαμία. Ὁ Πανουργιᾶς κάλεσε τούς ὁπλαρχηγούς σέ συμβούλιο, ἀλλά καμία πρόταση δέν φαινόταν ἀρκετά καλή, μέχρι πού πῆρε τό λόγο ὁ Καραπλής. Ζήτησε μαραγκούς, σανίδια καί πάτερα. Ἦταν πρωταπριλιά, παραμονή τοῦ Λαζάρου. Στό χῶρο κάτω ἀπό τά πηγάδια, ὁ Καραπλής κατασκεύασε σκαλωσιά καί ἀνέβηκε μαζί μέ 30 παλληκάρια, γκρεμίζοντας τήν στό τέλος. “Πῶς θά γυρίσουμε πίσω;” ρώτησε κάποιος. “Ἐδῶ ἤρθαμε γιά νά νικήσουμε ἤ νά σκοτωθοῦμε”, ἀπάντησε ὁ Καραπλής.

Οἱ Ἕλληνες κατέλαβαν τίς πηγές τοῦ νεροῦ καί οἱ ἐχθροί περιῆλθαν σέ δεινή θέση. Ἡ ἀπόπειρά τους νά τίς καταλάβουν ἔληξε ἄδοξα μέ δεκατρεῖς Τούρκους νεκρούς, ἀνάμεσά τους καί τόν ξακουστό Τοῦρκο Χάϊτα. Μή μπορώντας ἄλλο νά ἀντέξουν τή δίψα, οἱ Τοῦρκοι ἔστειλαν τούς μπέηδες νά διαπραγματευτοῦν. Ὁ Πανουργιᾶς τούς ὑποσχέθηκε ἀσφάλεια ζωῆς, τιμῆς καί περιουσίας. Στίς 10 Ἀπριλίου 1821, ἀνήμερα τῆς Λαμπρῆς, ἄνοιξε ἡ πύλη τοῦ κάστρου καί οἱ Τοῦρκοι ἄρχισαν νά βγαίνουν παραδίδοντας τά ὅπλα στόν Πανουργιᾶ, μετά ἀπό δεκατρεῖς ἡμέρες πολιορκίας. Παρά τήν συνθήκη πολλοί Τοῦρκοι δολοφονήθηκαν ἄγρια ἀπό τούς ἐξαγριωμένους Ἕλληνες.

Ἡ κήρυξη τῆς ἐπανάστασης στά Σάλωνα καί ἡ κατάληψη τοῦ κάστρου τῆς πόλης ἔπαιξαν ἀποφασιστικό ρόλο στή μετέπειτα ἐξέλιξη τοῦ Ἀγῶνα. Οἱ Ἕλληνες ὁπλίστηκαν μέ 600 ὅπλα καί ἑκατοντάδες γιαταγάνια ἀπό τούς Τούρκους. Ὁ Παπαηλιόπουλος ἀνέλαβε τό ταμεῖο τῆς ἐπαναστατημένης ἐπαρχίας, φροντίζοντας νά βοηθήσει καί τίς γειτονικές ἐπαρχίες Λιδωρίκι, Ὑπάτη, Καρπενήσι, Ἀταλάντη, Λιβαδειά.

Ὁ ἀρματολός Δῆμος Σκαλτσᾶς καταγόταν ἀπό τήν Ἀρτοτίνα, καί φημιζόταν γιά τή γενναιότητά του, ἐνῶ ἔχαιρε τῆς ἐκτιμήσεως τῶν ὑπόλοιπων ὁπλαρχηγῶν. Εἶχε ὑπηρετήσει καί αὐτός στόν Ἀλή πασά καί τόν εἶχε καταδιώξει γιά νά τόν θανατώσει ὁ φοβερός Μπεχλιβάν ἤ Μπαμπά πασάς, χωρίς εὐτυχῶς νά τά καταφέρει. Στίς 28 Μαρτίου 1821, ὁ Σκαλτσᾶς, ἀμέσως μόλις ἔμαθε γιά τήν μάχη τῆς Ἄμφισσας, συνεννοήθηκε μέ τόν Ἀναγνώστη Λιδωρίκη καί τόν πάπα Γιώργη Πολίτη καί ὕψωσε τήν ἐπαναστατική σημαία. Στή συνέχεια μπῆκε στό Λιδωρίκι, ὅπου οἱ Τοῦρκοι παραδόθηκαν χωρίς ἀντίσταση. Ἀντίθετα, στό γειτονικό Μαλανδρίνο, ὁ ὑπαρχηγός τοῦ Σκαλτσᾶ, Θεόδωρος Χαλβατζής, συνάντησε πεισματική ἀντίσταση. Τελικά τό Μαλανδρίνο ἔπεσε στίς 30 Μαρτίου 1821.

Βορειότερα, ὁ Δυοβουνιώτης προήλασε πρός τή Μενδενίτσα καί τό Τουρκοχώρι τῆς Ἐλάτειας, ὅπου κήρυξε τήν ἐπανάσταση καί κυρίεψε τό βυζαντινό κάστρο τῆς Βοδονίτσας (18 Ἀπριλίου 1821). Ὁ Πανουργιᾶς, μαζί μέ τόν ἐπίσκοπο Ἠσαΐα, κινήθηκαν μέσω Γραβιᾶς, πρός τή Μονή Δαμάστας καί ἀπό ἐκεῖ στό χωριό Μουσταφάμπεη (Ἡράκλεια) τό ὁποῖο καί κατέλαβαν στίς 20 Ἀπριλίου 1821.

«Μαθών καί ὁ ὁπλαρχηγός τῶν ἐπαρχιῶν Ζητουνίου (Λαμίας), Βοδωνίτσης (Μενδενίτσας) καί Τουρκοχωρίου, Γιάννης Δυοβουνιώτης, ὅσα ἐπράχθησαν κατά τάς ἄλλας ἐπαρχίας καί ἔχων 80 συντρόφους ἐστρατολόγησεν ἄλλους 500 ἐκ τῶν κατοίκων τῶν ὑπό τά ὅπλα του ἐπαρχιῶν, ὕψωσε τῆς ἐπαναστάσεως τήν σημαίαν, ἄν καί ὁ υἱός του ἦτον ὑποχείριος του Ἀλῆ, καί τήν 8ην Ἀπριλίου 1821 ἐπολιόρκησεν τό φρούριο τῆς Βοδωνίτσης, ὅπου ἐκλείσθησαν αἱ ἐν αὐτῇ 70 τουρκικαί οἰκογένειαι.

Τήν αὐτήν ἡμέραν ἦλθεν εἰς ἐπικουρίαν καί ὁ Κόμνας Τράκας, σταλείς παρά τοῦ Πανουργιᾶ μετά διακοσίων καί ὁ Διάκος μετά τῶν περί αὐτόν καί ὤρμησαν ὅλοι ἐπί τό φρούριον, ὅπερ ἄν καί μικρόν, δέν ἦτον ἁλώσιμον εἰμή διά τῆς πείνας ἤ τῆς δίψας ὡς κείμενον ἐπί δυνατῆς θέσεως, διά τοῦτο οἱ ρηθέντες ὁπλαρχηγοί, ἀφήσαντες δύναμιν τινά εἰς διατήρησιν τῆς πολιορκίας, ἀνεχώρησαν εἰς Ζητούνι, καί τήν 10ην Ἀπριλίου, ἔφθασαν εἰς τήν ἐπί τοῦ Σπερχειοῦ γέφυραν, ὅπου δευτέρας σκέψεως γενομένης, ἀπεφάσισαν νά μή προχωρήσωσι πρός τό Ζητούνι, πρίν συνεννοηθῶσι καί μετά τοῦ ὁπλαρχηγοῦ τῆς ἐπαρχίας τοῦ Πατρατσικίου (Ὑπάτης) Μίτσου Κοντογιάννη, ἔχοντος καί δύναμιν ἱκανήν καί ἐπιρροήν.

Οἱ ὁπλαρχηγοί ἐκάλεσαν τότε τόν Κοντογιάννην εἰς συνεκστρατείαν, δέν τούς ἤκουσε, τόν ἐκάλεσαν καί ἐκ δευτέρου, οὐδέ καί τότε τούς ἤκουσε. Ἡ παρακοή του, ἀφορμήν ἔχουσαν τό κινδυνῶδες τοῦ ἐπιχειρήματος, δέν ἦταν ἄλογος, ἀλλά ἦτο παράκαιρος καί βλαπτική πρός τούς ἀποστατήσαντας λαούς καί πρός τούς συναδέλφους του ὁπλαρχηγούς, τόν ἐκάλεσαν καί ἐκ τρίτου, ἔστειλαν καί παραινέτας τόν Γεώργην Δεσποτόπουλον καί τούς ἀξιωματικούς του Διάκου, Καλύβαν καί Μπακογιάννην, ἄλλ’ ούτε αὐτοί τόν ἔπεισαν, ὥστε τό ἑλληνικόν στρατόπεδον ἐκάθητο ἀργόν ὀκτώ ἡμέρας.»

Ἑλληνική Ἐπανάστασις, Σπυρίδων Τρικούπης

Λιβαδειά δέν καθυστέρησε νά ξεσηκωθεῖ. Πῶς μποροῦσε ἄλλωστε ἀφοῦ ὑπῆρχαν ἐκεῖ ὁ Βασίλειος Μποῦσγος καί ὁ Ἀθανάσιος Διάκος. Στήν πρωτεύουσα τῆς Βοιωτίας ζοῦσαν λίγοι μουσουλμάνοι, ἐλάχιστοι ἑβραῖοι καί πολλοί Χριστιανοί καί ἔτσι οἱ Ὀθωμανοί τήν ἀποκαλοῦσαν Γκιαούρ – Λιβαδειά. Ἀποτελοῦσε βακούφι τῆς βαλιδέ Σουλτάνας (βασιλικῆς μητέρας) καί εἶχε μεγάλη ἀνάπτυξη σέ σχέση μέ τίς γειτονικές πόλεις ἐνῶ ταυτόχρονα χρησίμευε καί ὡς ὁρμητήριο τῶν κλεφταρματολῶν τῆς Ἀνατολικῆς Στερεᾶς Ἑλλάδος.

Τόσο οἱ πρόκριτοι τῆς πόλεως Νικόλαος Νάκος, Ἰωάννης Λογοθέτης, Ἰωάννης Φίλων, Ἐμμανουήλ Σπυρίδωνος καί Παναγιώτης Λιδωρίκης ὅσο καί οἱ ὁπλαρχηγοί εἶχαν μυηθεῖ στήν Φιλική Ἑταιρεία καί περίμεναν μία σπίθα γιά νά ἁρπάξουν τ’ ἄρματα καί νά κτυπήσουν τόν τύραννο. Μάλιστα οἱ κινήσεις τους ἦταν τόσο ἀπρόσεκτες ὥστε ὁ βοεβόδας Καρά Ἰσμαήλ ἀγάς εἶχε ζητήσει ἀπό τόν διοικητή τῆς Εὔβοιας Γιουσούφ πασά τήν ἄδεια νά τούς θανατώσει ὡς ὑπόπτους ταραχῶν, χωρίς εὐτυχῶς νά τά καταφέρει, διότι οἱ πρόκριτοι πρόλαβαν καί δωροδόκησαν μέ ρουσφέτι (τούρκ. rusvet) τόσο τόν Γιουσούφ πασά ὅσο καί τόν Μαχμούτ Δράμαλη πασά.

Μόλις ἔγιναν γνωστές οἱ ἐξεγέρσεις στά Καλάβρυτα, τήν Πάτρα καί τήν Ἄμφισσα, ὁ Ἀθανάσιος Διάκος ἐπρότεινε νά κινηθοῦν ἀμέσως καί νά κτυπήσουν τούς Τούρκους τῆς Λιβαδειᾶς. Ὁ γέρος Νικόλαος Νάκος ἦταν διστακτικός καί πρότεινε νά στείλουν τόν Βασίλη Μποῦσγο στήν Πάτρα καί συγκεκριμένα στόν πρόξενο τῆς Ρωσίας Ἰωάννη Βλασσόπουλο γιά νά πάρουν ἔγκυρες πληροφορίες.

«Τή 24η Μαρτίου 1821 ἀναχωρήσας ὁ Βοῦσγος, ἔμαθε τήν ἐπιούσαν (ἑπομένη) ἐν τῇ Οἰάνθῃ (Γαλαξείδιον) τήν κίνησιν τῆς Ἀχαΐας, καί αὐθημερόν ἐπανέκαμψεν εἰς τήν ἐπί τοῦ Παρνασσοῦ μεγάλην κωμόπολιν Ἀνεμώρειαν (Ἀράχωβαν). Ἐκεῖ διαβεβαιώσας τούς γέροντας τά τέ ἐν Πελοποννήσῳ γινόμενα καί τάς συμφώνους προθέσεις τῶν Λεβαδειέων, προέτρεψε τούτους, ἴνα καταλάβωσι πάσης τάξεως ἄνθρωπον διαβαίνοντα ἀπό Ἀμφίσσης εἰς Λεβαδείαν καί τανάπαλιν. Καί οὗτοι μέν ἔπραξαν, ὡς ὠδηγήθησαν, διακοπείσης ἔκτοτε πάσης ἀνταποκρίσεως τῶν Τούρκων τῆς Λεβαδείας καί τῆς Ἀμφίσσης. Ὁ δέ Βοῦσγος (Μποῦσγος) καταβαίνων περί τό μεσονύκτιον τῆς 25ης πρός τήν 26η Μαρτίου τό στενόν τοῦ Ζεμενοῦ, ἐφόνευσε τυχόντας ἐν τῷ ἐκεῖ ξενοδοχείω, ἕνα τάταρην τουρκικόν (ταχυδρόμον) καί ἕνα Τουρκαλβανόν, πεμπομένους ἐφίππους παρά τῶν Τούρκων τῆς Ἀμφίσσης εἰς τούς ἐν Λεβαδείᾳ διά τά πράγματα τῆς Πελοποννήσου καί τάς ἐπιτοπίους αὐτῶν ὑπονοίας καί ἀνησυχίας.

Ἀφιχθείς εἰς τήν Λεβαδείαν ἄνευ ἀναβολῆς, ἀνήγγειλε τά πάντα τῷ Διάκῳ καί τοῖς προκρίτοις, οὖς συσκεπτομένους ἤδη περί τοῦ πρακτέου, προσεκάλεσε παρ’ ἐαυτῶ μετά σπουδῆς ὁ βοεβόνδας τῆς Λεβαδείας Χασάν ἀγάς. Ἦτο ἤδη ἡμέρα τῆς 26ης Μαρτίου. Ὁ Διάκος ἐνεθάρρυνε τούτους, φοβηθέντες τότε, καί συνώδευσε μετά τοῦ Βούσγου καί εἴκοσι στρατιωτῶν. Ἅμα δέ παρουσιασθέντας ἠρώτησεν ὁ βοεβόνδας, πώς φέρετε μεθ’ ὑμῶν τόν Μποῦσγον, ἐν ὤ ἐθανάτωσε χθές τόν ταχυδρόμον Τοῦρκον καί ἕναν Ἀλβανόν ἐν τῷ ξενοδοχείῳ τοῦ Ζεμενοῦ;

Ὁ Διάκος κατά πρῶτον μέν ἀνήρεσεν ὡς ψευδῆ τά κατά τοῦ Βούσγου διαθρυλλούμενα, ἔπειτα δέ ἀποταθείς πρός τόν βοεβόνδαν εἶπε:

– “Ξέρεις, ἀγά, ὅτι τόν μουκατά (ὑπό διοίκηση περιοχή) σου δέν θά μπορέσης νά συμμάσης ἐφέτος; Ἔμαθα ὅτι ὁ Δυσσέος εὐγῆκε ζορμπάς (ἀντάρτης) εἰς τόν Μοριά μέ δέκα χιλιάδες καί ἄν κάμη ἐδῶθε, ἀλλοίμονο εἰς τόν κόσμον Τούρκους καί Ρωμιούς!”

– “Ἀπρόσβλητος ἄρα ἔσεται παρά σου ὁ Ὀδυσσεύς;”

– “Καί πῶς μπορῶ νά τόν βαρέσω ἀγά, μέ μόνο ἑκατό στρατιώτας πού ἔχω;”

– “Οἱ χωρικοί τῆς ἐπαρχίας ἔχουσιν ὅπλα.”

– “Ἅρματα μπορῶ νά συνάξω, ἀλλά πρέπει νά ‘χω καί μπουγιουρδί (ἐντολή).”»

Δοκίμιον Ἱστορικόν παρά Ἰωάννου Φιλήμονος

Σύμφωνα λοιπόν μέ τή διήγηση τοῦ Φιλήμονα, ὁ Διάκος ἔκανε στρατολογία τῶν Ρωμιῶν μέ διαταγή τοῦ …Τούρκου διοικητῆ, γιά νά κτυπήσει τελικῶς τούς Τούρκους κατοίκους τῆς Λιβαδειᾶς! Μέ τούς πρώτους ὁπλοφόρους πού μάζεψε ὁ Διάκος μετέβη στή Μονή τοῦ Ὁσίου Λουκᾶ ὅπου μαζί μέ τόν ἐπίσκοπο Σαλώνων Ἠσαΐα, τόν ἐπίσκοπο Ἀταλάντης Νεόφυτο καί τόν φιλικό Ἀθανάσιο Ζαρίφη ὕψωσαν τό λάβαρο τῆς ἐπαναστάσεως. Μετά τή δοξολογία, ὁ Διάκος κινήθηκε κατά τῆς Λιβαδειᾶς ὅπου οἱ Τοῦρκοι εἶχαν προλάβει νά κλειστοῦν στό φρούριο τῆς πόλης ἔχοντας πάρει μαζί τους καί σάν ὁμήρους τόν Ἰωάννη Λογοθέτη καί τόν Νικόλαο Νάκο.

Οἱ πιό θαρραλέοι Τοῦρκοι μεταξύ τῶν ὁποίων ἦταν ὁ Σουλεϊμάν Ποταμάς, ὁ Ζαήμ ἀγάς καί ὁ Ἰβραχήμ ἀγάς κλείστηκαν στά κονάκια τους, ἐνῶ ὁ πρώην βοεβόδας Καρά Ἰσμαήλ ταμπουρώθηκε στήν ὀρεινή θέση τῆς Ὥρας.

Ἡ πρώτη ἐνέργεια τοῦ Διάκου ἦταν νά αἰχμαλωτίσει τόν ἀδελφό τοῦ βοεβόδα τῆς Λιβαδειᾶς, ὁ ὁποῖος ἦταν ζαμπίτης (ἀστυνόμος) στό Δίστομο καί νά τόν ἀνταλλάξει μέ τούς προκρίτους πού εἶχε συλλάβει ὁ Χασάν ἀγάς. Ὅσοι Τοῦρκοι ἀπό ἄλλες πόλεις καί κυρίως ἀπό τήν Θήβα βρίσκονταν στήν Λιβαδειά καί δέν πρόλαβαν νά ἀνεβοῦν στό φρούριο, ἐσφάγησαν ἀπό τούς ἐπαναστάτες.

Τά μεσάνυχτα τῆς 30ης Μαρτίου οἱ Ρωμιοί μέ ἐπικεφαλεῖς τούς Διάκο, Μποῦσγο, Σιμαρέση, Λογοθέτη, Φίλωνα καί Νάκο, μπῆκαν στά κυριότερα μέρη τῆς πόλης, κρατώντας τή σημαία τοῦ Ἁγίου Γεωργίου. Ἀμέσως ξεκίνησαν οἱ μάχες μέ ὅσους Τούρκους εἶχαν ὀχυρωθεῖ στά σπίτια τους ἀλλά καί μέ τούς Τούρκους πού βρίσκονταν στό κάστρο τῆς Λιβαδειᾶς. Ὁ ὑπαρχηγός τοῦ Διάκου, Βασίλης Μποῦσγος, ἦταν ἀπό τούς πρώτους πού πληγώθηκε ὅταν ὅρμησε στό σεράϊ τοῦ Σουλεϊμάν Ποταμά, ἐνῶ ὁ Θανάσης Ἀντάρας ἔπεφτε νεκρός. Τή νύκτα, ὁ Τριαντάφυλλος Βουγιουκλῆς καί ὁ Ἀνδριτσάκος Βέργος προσπάθησαν νά ἀνέβουν στό κάστρο, ἀλλά πληγώθηκε σοβαρά ὁ Βουγιουκλῆς καί ἐπανῆλθαν στίς θέσεις τους.

Ἡ ἅλωση τοῦ κάστρου ἦταν δύσκολη ὑπόθεση καί τότε ὁ Διάκος μέ τόν Ἰωάννη Λογοθέτη ἐπικοινώνησαν μέ τούς Ἀλβανούς πού φύλαγαν τό ἐξωτερικό τεῖχος καί τούς πρότειναν νά ἐγκαταλείψουν τή θέση τους μέ τήν ὑπόσχεση ὅτι θά ἦταν ἐλεύθεροι νά φύγουν κρατώντας τά ὅπλα τους. Πράγματι οἱ Ἀλβανοί μαχητές συμφώνησαν καί ὅταν ὁ Χασάν ἀγάς διαπίστωσε ὅτι ἔχανε τό ἐξωτερικό τεῖχος παρέδωσε τό κάστρο τῆς Λιβαδειᾶς στίς 31 Μαρτίου 1821.

«Εἰς τό σεράι τοῦ Μέρ ἀγά ἐξειλίχθησαν δραματικαί σκηναί. Εἶχαν κλεισθῆ ἐκεῖ ἀρκετοί ἔνοπλοι Τοῦρκοι καί ἐπυροβολοῦσαν κατά τῶν τρεχόντων εἰς τούς δρόμους ἐπαναστατῶν. Μεταξύ τῶν πολιορκούντων καί τῶν πολιορκουμένων διημείβοντο ὕβρεις. Ἠκούοντο αἱ θρηνώδεις ἐπικλήσεις τῶν χανουμισσῶν νά σταματήσουν οἱ πυροβολισμοί. Ὁ Διάκος ἔτρεξεν ἐκεῖ. Ἐκάλεσε τούς Τούρκους νά παραδοθοῦν καί ἐκεῖνοι ἀπήντησαν μέ πυροβολισμούς. Τότε διέταξε νά φέρουν φρύγανα καί ἐμπρηστικάς ὕλας. Τό σεράϊ ἐπυρπολήθη καί κανείς ἀπό τούς ἐγκλείστους, πού ἤρχισαν νά πηδοῦν ἀπό τά παράθυρα διά νά σωθοῦν, δέν διέφυγε. Εἰς τό μεγάλο σπίτι τοῦ ἐγκλείστου ἤδη εἰς τό φρούριον βοεβόδα εἶχαν ὀχυρωθῆ ἄλλοι Τοῦρκοι. Ἔγινεν ἕφοδος καί ἐκεῖ, καί οἱ Τοῦρκοι ἐσφάγησαν.

Διάκος ἔγινε κύριος τοῦ φρουρίου τήν 31ην Μαρτίου 1821. Τά ὅπλα τῶν Τούρκων ἐπέρασαν εἰς τάς χείρας τῶν Ἑλλήνων καί διενεμήθησαν μεταξύ τῶν στερουμένων τοιούτων ἀνδρῶν τῶν στρατιωτικῶν σωμάτων. Ὁ Διάκος κατόρθωσε τότε νά σώση ἀρκετούς Τούρκους ἀπό τήν μανίαν τῶν ἐπαναστατῶν.

Τήν 1η Ἀπριλίου 1821, ἡ ἑλληνική σημαία ὑψώθη ἐπί τοῦ φρουρίου καί ἀμέσως μετά τοῦτο ὁ Διάκος ὠμίλησεν εἰς τούς ἐλευθερωτάς τῆς Λειβαδιᾶς καί τόν λαόν ἀπό τόν ἐξώστην τῆς μητροπόλεως. Εἶπεν ὅτι δέν εἶχεν ἀμφιβολίαν διά τή νίκην καί ὅτι τό Γένος θ’ ἀπελευθεροῦτο τελικῶς. Ἐπρόσθεσε ὅτι ὁ ἀγών μόλις ἤρχισε καί ἔπρεπε νά ἑτοιμασθοῦν γιά μεγάλας θυσίας. Ὡμίλησε περί τῆς ἐλευθερίας καί ἐτελείωσε τόν λόγον του μέ τούς στίχους τοῦ Ρήγα: “Καλύτερα μιᾶς ὥρας ἐλεύθερη ζωή, παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά καί φυλακή.“»

Ἑλληνική Ἐπανάστασις – Διονύσιος Κόκκινος

Τόν πρῶτο μήνα τῆς ἐπανάστασης, οἱ κυριώτερες πόλεις πού εἶχαν ἀποτινάξει τόν κατακτητή ἀπό πάνω τους, ἦταν τά Σάλωνα (Ἄμφισσα), ἡ Λιβαδειά, ἡ Θήβα, τό Ταλάντι (Ἀταλάντη), τό Λιδωρίκι, ἡ Μενδενίτσα καί τό Πατρατζίκι (Ὑπάτη).

Ἀνατολική Στερεά μέ τήν ἐξέγερση ἔκλεινε τούς δρόμους πού θά ἔφερναν ἐνισχύσεις στούς Τούρκους τοῦ Μοριά ἀπό τά ἰσχυρά στρατιωτικά κέντρα τῆς Λάρισας, τῶν Τρικάλων καί τῆς Λαμίας. Οἱ ἐπαναστάτες τῆς Πελοποννήσου ἤθελαν κλειστούς αὐτούς τούς δρόμους γιά νά προλάβουν νά πάρουν τά κάστρα πού ἦταν ἀκόμα στά χέρια τῶν Ὀθωμανῶν.

Αποσπάσματα από το τετράτομο έργο του Γωτίου Σταυρίδη “1821 – Η Απάντηση στην Τηλεόραση”

Ο Σταύρος Καλεντερίδης, ξεκίνησε τις σπουδές του στην Αθήνα, σπουδάζοντας Πολιτική Επιστήμη στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Έπειτα από τέσσερα χρόνια συμμετοχής στα φοιτητικά όργανα συνδιοίκησης της σχολής του και σε διάφορες οργανώσεις νέων, αποφάσισε να συνεχίσει τις σπουδές του στο εξωτερικό. Στη Βοστόνη των Η.Π.Α. ολοκλήρωσε δύο μεταπτυχιακά προγράμματα, στις Διεθνείς Σχέσεις (Αμερικανική εξωτερική πολιτική) και στην Επικοινωνία (Πολιτική Επικοινωνία), ενώ παράλληλα εργάστηκε στο Ελληνικό Προξενείο της Βοστόνης, στη σχολή του ως βοηθός έρευνας και σε δύο πολιτικές καμπάνιες Αμερικανών πολιτικών (Δημοκρατικών – Ρεπουμπλικάνων). Μετά από τρία χρόνια στις Η.Π.Α., άκουσε το κάλεσμα της πατρίδας του και επέστρεψε πίσω με μεγάλο πόθο για προσφορά στην Ελλάδα. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος δύο κοινωφελών οργανισμών, του δέλτα – πολιτική επανάσταση (πολιτικός οργανισμός) και της Λεοντίδας (ίδρυμα προώθησης θεμάτων ιστορίας, πολιτισμού και δημοκρατίας). Σήμερα ζει και εργάζεται στην Αθήνα, ασχολείται με διάφορα εγχειρήματα πολιτικής διπλωματίας και δημοκρατίας, γράφει πολιτικά άρθρα, σχολιάζει την επικαιρότητα και συνεχίζει την προσωπική του μελέτη στην ιστορία και την πολιτική φιλοσοφία.

Συνέχεια ανάγνωσης

Αναλύσεις

Μοναδικό γεγονός στην παγκόσμια ιστορία η Ελληνική Επανάσταση!

Ομιλία του Ιωάννη Παπαδόπουλου στις 9 Απριλίου 2025, στη Θεσσαλονίκη

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 είναι ένα αυτόνομο ιστορικό γεγονός, μοναδικό στην παγκόσμια ιστορία, που προήλθε μέσα από τα σπλάχνα της υπόδουλης Ελλάδας. Δεν έχει καμία σχέση με τη γαλλική επανάσταση, ούτε προήλθε από αυτήν.

Ομιλία του Ιωάννη Παπαδόπουλου στις 9 Απριλίου 2025, στη Θεσσαλονίκη

Συνέχεια ανάγνωσης

Αναλύσεις

Το θαύμα ενός συγχρόνου Αγίου! Αφύπνιση των Ελλήνων μέσω μίας τηλεοπτικής σειράς

Φώς ανατροπής του νοσηρού υπάρχοντος κλίματος αλλά και στηρίξεως στους αντιστεκομένους στην εγκαθίδρυση της παράνοιας.

Δημοσιεύτηκε

στις

Γράφει η Μαρία Γιαλαμά

Η Κυριακή των Βαϊων του 2025, σηματοδότησε την εκκίνηση μίας νέας Άνοιξης στις ψυχές των Νεοελλήνων, μίας Άνοιξης φωτός. Μία ολοζώντανη μεταστροφή των βυθισμένων στον ύπνο της θλίψεως Ελλήνων που στα πολυπληθή Μέσα Κοινωνικής Δικτυώσεως, εκδηλώνουν την ευγνωμοσύνη τους και τον θαυμασμό τους για την εξαιρετικού περιεχομένου τηλεοπτική σειρά με τίτλο, «Άγιος Παϊσιος, από τα Φάρασα στον ουρανό». Μία τηλεοπτική παραγωγή, που ξεκίνησε με περιορισμένες προσδοκίες και ολοκληρώθηκε με ύμνους και διθυράμβους από τους τηλεθεατές, που σε κάθε επεισόδιό της ανεγνώριζαν εικόνες από τις οικογενειακές και πνευματικές τους μνήμες. Μία αναδρομή, σ’ έναν ακόμη ξεριζωμό των Ελλήνων από την πατρώα γή της Καππαδοκίας με καταγραφή των μεγάλων ταλαιπωριών που υπέστησαν, μέχρι να βρεθεί τόπος φιλόξενος γι αυτούς στην ελεύθερη πατρίδα, για να εγκατασταθούν. Μία σειρά εικόνων πόνου, θλίψεως του αποχωρισμού της πατρώας γής και καταγραφή της μεγάλης, δύσβατης πορείας και διαδοχικής εγκαταστάσεως σε μέρη αφιλόξενα, όλων των Ελλήνων προσφύγων των αδούλωτων Πατρίδων. Μέχρι τον τελικό προορισμό, στα φιλόξενα βουνά της Ηπείρου και δή στην περιοχή της πολύπαθης Κόνιτσας. Σ’όλη αυτή την διαδρομή, πολύτιμα κειμήλια είχαν λίγα ρούχα, πολλή πίστη στους αγίους τις εικόνες των οποίων πήραν μαζί τους και εμπιστοσύνη στη βοήθεια της μάνας Παναγιάς και στις ικανότητές τους. Τα ελάχιστα φερόμενα αγαθά, ήταν αυτά που ένωσαν πνευματικά τον τόπο γεννήτορα με την νέα πατρίδα.

Εικοσιτέσσερα επεισόδια μίας σειράς, που απεικόνισαν την πορεία του διωχθέντος Ελληνισμού στον εικοστό αιώνα

Τον διαρκή του Γολγοθά και την αναμενόμενη Ανάσταση. Τον δρόμο της τελειώσεως που οφείλει να ακολουθεί ο κάθε Ορθόδοξος Χριστιανός, μέσα από δύσβατες πνευματικές διαδρομές .Το αίσιο κι ευλογημένο τέλος ,μετά από τις τεράστιες δυσκολίες. Την αγιότητα, που αναδύθηκε μέσα από την απεριόριστη αγάπη για τον άνθρωπο, τον πλησίον, τον άγνωστο και γνωστό, την ταπεινότητα μπροστά στο Θείο των δωρεών του Υψίστου και το φιλότιμο. Αυτό το τόσο Ελληνικό σύνθετο χαρακτηριστικό, ταυτόσημο με την Ελληνικότητά μας, που στην πορεία του Έθνους, πολλοί το εγκατέλειψαν, το απαρνήθηκαν, ακολουθώντας τον ατομισμό. Ήταν η εποχή της «πτώσεως». Έφθασε αυτή η σύντομη σειρά ολιγόωρων επεισοδίων, να θέσει για εκατομμύρια τηλεθεατές τον δάκτυλον επί των τύπων των ήλων και να αφυπνίσει συνειδήσεις, κοιμισμένες ευαισθησίες, ψήγματα πίστεως στον τριαδικό θεό και το φιλότιμο, αυτό το ξεχασμένο Ελληνικό χαρακτηριστικό, που δεν μεταφράζεται σε άλλη γλώσσα και που περικλείει, όλη την αγάπη, την ανθρωπιά, την ψυχική δύναμη και την διάθεση αλληλεγγύης στον συνάνθρωπο και όχι μόνον. Το φιλότιμο που ανεβάζει την δημιουργική διάθεση και αποτελεσματικότητα κάθε ομάδος μέσω της προσφοράς ενός εκάστου και δείχνει τον δρόμο πνευματικής ενηλικιώσεως. Τί άλλο θα μπορούσε να είναι αυτή η πολύτιμη λέξη με τις σπουδαίες έννοιες που κουβαλά στην σύνθεσή της; Διαρκής εκδήλωση αγάπης από τον φέροντα αυτήν ως χαρακτηριστικό, στον άνθρωπο, στο γένος. Αγάπης άδολης, πηγαίας, που αναβλύζει από την ψυχή και δίδεται απλόχερα σ’ όποιον έχει ανάγκη να δροσισθεί απ’αυτήν, με την ταπεινότητα δίπλα της, να φωτίζει το ιερό της καθαρότητος της σκέψης και της καρδιάς.

Η απλότητα των λόγων του γέροντος και η διαρκής προσευχή, τροφός πνευματικότητος

Τόσο το κείμενο των διαλόγων, όσο και η σκηνοθεσία, στηρίχθηκαν σε μαρτυρίες, ανθρώπων που είχαν την ευλογία να γνωρίσουν τον Άγιο Παϊσιο, να συμπορευθούν για κάποιο χρονικό διάστημα μαζί του και να έχουν καταγεγραμμένες στη μνήμη τους, σπουδαίες στην απλότητά τους στιγμές της αγιότητός του. Είναι αυτές οι στιγμές, που άγγιξαν τις ψυχές των τηλεθεατών και μέσω της απλότητός τους έδωσαν πολύτιμα για την ζωή τους διδάγματα. Είναι όμως και η εξαιρετική ερμηνεία των ρόλων και δή αυτή του προσώπου του Αγίου Παϊσίου που αβίαστα οδήγησαν στην πληρότητα της σκέψεως από την αγιότητά του.

Αλήθεια, αγάπη ανεξάντλητη και πηγαία, μαζί με την ταπείνωση της άδολης προσφοράς, υπήρξαν τα πνευματικά εισητήρια για τους ορθοδόξους που ετοιμάζονταν να ακολουθήσουν την διαδρομή του Κυρίου μας την Μεγάλη Εβδομάδα. Ανάσες πνευματικότητος για τους έχοντες αμφιβολίες, τους είρωνες αθέους αλλά και τους πτωχούς τω πνεύματι, προκειμένου να ταξειδέψουν στα ιερά μονοπάτια της Χριστιανοσύνης.

Η κορύφωση του Θείου δράματος, προσεγγίζεται μόνον με βαθειά πίστη και προσευχή, μόνον με ανοιχτές τις καρδιές αφού έχουν δωρίσει την άφθορη συγχώρεση, με αμόλυντες σκέψεις

Ή σύντομη βιογραφία ενός μοναχού ,συγχρόνου ,που εκοιμήθη μόλις πριν τριάντα χρόνια ,έχοντας διανύσει μία ενδιαφέρουσα, δύσκολη πορεία ζωής ως βρέφος από τα Φάρασα της Καππαδοκίας και ως ενήλικας και δή μοναχός από την Κόνιτσα και την Ι.Μ.Στομίου, κέντρισε το ενδιαφέρον όλων, προσφέροντάς τους τροφή για σκέψη. Μία σκέψη που συστηματικά τα τελευταία χρόνια βιάζεται άλογα, προκειμένου να αποδεχθεί τα παρά φύση και κατά φύση ,ως απολύτως λογικά. Μία βαριά τραυματισμένη από την επιβολή του δικαιωματισμού σκέψη, που οδηγήθηκε σε ατραπούς παράνοιας από διαταραγμένα άτομα.

Ήλθε λοιπόν ο προσφάτως αγιοποιηθείς γέροντας, με την διαρκή ζώσα παρουσία και προσέφερε φώς ανατροπής του νοσηρού υπάρχοντος κλίματος αλλά και στηρίξεως στους αντιστεκομένους στην εγκαθίδρυση της παράνοιας. Ήλθε φέροντας την ελπίδα για την επιστροφή στις αδούλωτες Πατρίδες με την ευλογία του ιδίου και του Αγίου Αρσενίου. Πότισε τις άγονες καρδιές και τις ετοίμασε να δεχθούν την εορτή των εορτών, την Ανάσταση του Κυρίου, της αγάπης και της ελπίδος.

Χριστός Ανέστη.

Συνέχεια ανάγνωσης

Αναλύσεις

Γενεύη Αύγουστος 1974: Ο Κίσινγκερ, ο Ετσεβίτ και οι άλλοι πρωταγωνιστές

Άπταιστος συγχρονισμός στον καθορισμό της τελικής γραμμής Αττίλα.

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Γράφει ο Θεόδωρος Χαραλάμπους *

Ο Κίσινγκερ, τις κρίσιμες μέρες της διάσκεψης της Γενεύης, τον Αύγουστο του 1974, βρισκόταν σε άμεση και συνεχή επαφή με τον Πρωθυπουργό της Τουρκίας Μπουλέντ Ετζεβίτ. Με τις ευλογίες του αφέθηκε η Τουρκία να υλοποιήσει, την προγραμματισμένη δεύτερη φάση, της βάρβαρης Τούρκικης επιχείρησης εναντίον της Κύπρου. Ο Ετζεβίτ, μέσω του πρέσβη των ΗΠΑ στην Άγκυρα, ενημέρωσε λεπτομερειακά τον Κίσινγκερ, για την τελική γραμμή Αττίλα

Παρουσιάζουμε στην συνέχεια, αποσπάσματα από αποχαρακτηρισμένα τηλεγραφήματα και πρακτικά συνεδριάσεων από το αρχείο του Κίσινγκερ και της Αμερικανικής Κυβέρνησης. Αυτά, την κρίσιμη περίοδο, λίγο πριν και αμέσως μετά το ναυάγιο της διάσκεψης της Γενεύης (βράδυ 13ης προς 14η Αυγούστου 1974).

Μέσα από τα κείμενα που παρατίθενται διαφαίνεται η σαφής πολιτική θέση του Κίσινγκερ να διευκολύνει τους σχεδιασμούς της Τουρκίας. Αδίσταχτα, χωρίς ίχνος πολιτικής ηθικής και ανθρώπινης ευαισθησίας.

Πρακτικά συνεδρίας στο Λευκό Οίκο, Τρίτη 13 Αυγούστου 1974, 9.00 π.μ., ώρα Ουάσιγκτον, (4.00 μ.μ. ώρα Κύπρου).

Συμμετείχαν ο Προέδρος των ΗΠΑ Τζέραλντ Φορντ, ο Υπουργός Εξωτερικών Χένρι Κίσινγκερ και ο Στρατηγός Βρεντ Σκοουκροφτ. Κίσινγκερ: Το πρόβλημα στη Γενεύη είναι ότι οι Τούρκοι βλέπουν ότι όσο παρατείνεται η διαπραγμάτευση τόσο πιο δύσκολη γίνεται η μονομερής στρατιωτική επιχείρηση. Οι Έλληνες καθυστερούν, θέλουν αναστολή των διαπραγματεύσεων για 36 ώρες. Οι Τούρκοι μέχρι στιγμής έχουν αρνηθεί να χορηγήσουν την αναστολή των 36 ωρών, γιατί θα δυσκολεύονταν στην ανάληψη μονομερούς δράσης. Πρόεδρος Φόρντ: Τι θα κάνουμε αν οι Τούρκοι προχωρήσουν; Κίσινγκερ: Θα πρέπει να τους καταψηφίσουμε στο Συμβούλιο Ασφαλείας. Έτσι έχουμε άλλοθι για να μην πάνε οι Έλληνες σε πόλεμο. Οι Τούρκοι αυτή τη στιγμή είναι εξαιρετικά εθνικιστές. Εδώ και μερικά χρόνια, η Τουρκική τακτική είναι σωστή. Αρπάζουν ότι θέλουν και μετά διαπραγματεύονται με βάση την κατοχή. Σίγουρα δεν θέλουμε έναν πόλεμο μεταξύ των δύο, αλλά αν συνέβαινε, η Τουρκία είναι πιο σημαντική για μας.

Τηλεγράφημα του Κίσινγκερ προς τον Πρέσβη των ΗΠΑ στην Άγκυρα, Γουίλιαμ Μακόμπερ, 15 Αυγούστου 1974, ώρα 01.50 π.μ. Ζ (Απόρρητο 178616).

Αναφέρει στο τηλεγράφημα του ο Κίσινγκερ : Θα πρέπει να δείτε τον Ετζεβίτ το συντομότερο δυνατό για να του δώσετε το ακόλουθο προφορικό μήνυμα (να μην αφήσετε τίποτα γραπτώς). Θα πρέπει να γνωρίζει ότι οι Έλληνες έχουν ζητήσει από τη Βρετανική Κυβέρνηση να παράσχει αεροπορική κάλυψη για τη μεταφορά Ελληνικής Μεραρχίας από την Κρήτη στην Κύπρο. Αποθαρρύνουμε έντονα τους Βρετανούς να το κάνουν. Θα ενίσχυε, ωστόσο την θέση μας εάν ο Ετσεβίτ μπορούσε να μας διαβεβαιώσει ότι οι Τουρκικές δυνάμεις δεν θα κινηθούν νότια της γραμμής που ο Ετσεβίτ μας περιέγραψε νωρίτερα αυτή την εβδομάδα, ως την βασική ζώνη. Συνεχίζει και διαβεβαιώνει ο Κίσινγκερ τον Ετσεβίτ: We are trying to be helpful to the Turkish Government….. We are sympathetic to the Turkish position”.

Τηλεγράφημα από τον Πρέσβη των ΗΠΑ στην Άγκυρα, Γουίλιαμ Μακόμπερ, προς τον Κίσινγκερ, 15 Αυγούστου 1974, ώρα 10.20 π.μ. Ζ.

Αναφέρει στο τηλεγράφημα του ο Πρέσβης: Αναφορικά με το δεύτερο σας μήνυμά ρώτησα τον Πρωθυπουργό Ετζεβίτ αν μπορούσε να δώσει διαβεβαίωσή ότι οι Τουρκικές δυνάμεις δεν θα κινηθούν νότια της γραμμής που μας περιέγραψε νωρίτερα, ως το νότιο άκρο της «βασικής ζώνης» του. Για να μην υπάρξει παρεξήγηση, έφερα μαζί μου τον χάρτη που μου είχε δώσει νωρίτερα ο Πρωθυπουργός και στον οποίο είχε χαράξει τις Τουρκικές προτεινόμενες γραμμές.

Ο Ετζεβίτ μου έδειξε την δεύτερη γραμμή. Αυτή ξεκινά από το ίδιο σημείο στη Λευκωσία και συνεχίζει σε ευθεία προς την Τύμπου, όπου υπάρχει ένα μικρό αεροδρόμιο. Ο Ετζεβίτ ισχυρίστηκε ότι οι Τούρκοι το έχουν ήδη καταλάβει. Η γραμμή πηγαίνει απευθείας στην Αμμόχωστο, μπαίνοντας στην Αμμόχωστο στο ίδιο σημείο όπως πριν. Η τελευταία επισήμανσή του ήταν ότι όταν η Τουρκική επιχείρηση ολοκληρωθεί η Τουρκία θα ήταν διατεθειμένη να κάνει παραχωρήσεις στους Έλληνες. Ρώτησα εάν αυτές θα περιλαμβάνουν και εδαφικές παραχωρήσεις. Είπε ναι.

Πρακτικά συνεδρίας στο Υπουργείο Εξωτερικών στη Ουάσιγκτον 15 Αυγούστου 1974, 4.30 μ.μ. Ζ. Με την συμμετοχή των Χένρι Κίσινγκερ, Τζόζεφ Σίσκο και άλλων αξιωματούχων του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ. Ακολουθεί μέρος των πρακτικών. Κίσινγκερ: Οι Έλληνες πήγαν στη Γενεύη με την ιδέα ότι θα τους στήριζε η Βρετανία και ότι θα μπορούσαν να βασιστούν στους Βρετανούς. Το να φτάσουν σε αδιέξοδο σε 48 ώρες μετά τη σύγκληση της διάσκεψης είναι ένδειξη ανικανότητας. Αν ο Κάλαχαν ενεθάρρυνε τον Κληρίδη να υποβάλει κάτι, τότε θα μπορούσε να χτίσει πάνω σε αυτό. Χάρτμαν*: Ο Κληρίδης είχε συνεννοηθεί με τον Καραμανλή ότι όταν ο Κληρίδης του έλεγε ποια είναι η ελάχιστη θέση του ο Καραμανλής θα τον υποστήριζε. Κίσινγκερ: Γιατί δεν το έκανε; Μπάφουμ*: Δεν έχει εμπειρία. Αντιμετώπιζε αυτές τις διαπραγματεύσεις σαν να ήταν συνδικαλιστική συνάντηση. Κίσινγκερ: Του τηλεφώνησα και δεν ήξερε τι επρόκειτο να προτείνει…. Ο Καραμαλής θεωρείται ότι ξεπουλά Ελληνικά συμφέροντα έναντι των Βρετανών. Αυτή την στρατηγική δεν την συζήτησε ποτέ μαζί μας…..Ο Κάλαχαν πίεζε για συνάντηση στις 8 Αυγούστου, οι Τούρκοι ήθελαν την 12η ή την 14η. Αν είχε λογική, όσο αργότερο τόσο το καλύτερο. Επικεντρώθηκε σε μικρό-παραβιάσεις της κατάπαυσης του πυρός.

(*Arthur Hartman, Assistant Secretary EUR, William Buffum, Assistant Secretary IO)

Ο Κάλαχαν  γνώριζε για τις Τουρκικές προετοιμασίες για την δεύτερη εισβολή, από τις 9  Αυγούστου 1974. Τον ενημέρωσαν τα Βρετανικά επιτελεία και οι μυστικές του υπηρεσίες και με την σειρά του ενημέρωσε τον Κίσινγκερ. Οι πρέσβεις των ΗΠΑ και Η.Β. στην Άγκυρα συναντώνται, ενημερώνονται και ανταλλάσσουν πληροφορίες. Σημαντική η αναφορά του Γουίλιαμ Μακόμπερ προς τον Βρεττανό συνάδελφο του (όπως καταγράφετε σε απόρρητο τηλεγράφημα του προς τον Κίσινγκερ (15 Αυγούστου 1974, 08.52 π.μ.) Αναφέρει: “ I said that with the fall of Famagusta, I expected Turkish intention might now turn westward. But the purport of the Prime Minister’s (Ecevit) conversation with me was westward not southward.”

Καταλήγοντας κάνω έκκληση όπως ανατεθεί, η εξέταση του Φακέλου Κύπρου σε έγκριτους ιστορικούς (όχι σε πολιτικούς και κομματικούς).Το πόρισμα της Βουλής των Αντιπροσώπων βρίθει ιστορικών ανακριβειών, περιέχει χαλκευμένα έγγραφα, αναληθείς “μαρτυρίες” και αναφορές. Ακόμη πρέπει να μελετηθούν τα νέα στοιχεία, τα αποδεσμευμένα έγγραφα αλλά και μαρτυρίες που αγνοήθηκαν η αφέθηκαν στο περιθώριο. Το οφείλουμε στις νέες γενιές. Η ιστορική αλήθεια δεν καταγράφετε με την απλή πλειοψηφία των κομμάτων στη Βουλή.

*Καθηγητής Πανεπιστημίου

Συνέχεια ανάγνωσης

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Αναλύσεις15 λεπτά πριν

Εκεί θα κριθούν όλα!

Παρέμβαση του αντιστράτηγου ε.α. Ιωάννη Μπαλτζώη στην τηλεόραση "Βεργίνα"

Διεθνή45 λεπτά πριν

Economist: Η ασιατική στροφή του Χριστιανισμού

Η καθαίρεση του πρώην προέδρου Γιουν Σουκ Γέολ αποκάλυψε πολλές ρωγμές στην κοινωνική συνοχή της Νότιας Κορέας. Μία από τις...

Διεθνή59 λεπτά πριν

Αποκάλυψη στου New York Times! Νέα γκάφα Χέγκσεθ με διαρροή απόρρητων πληροφοριών στο Signal

Ο υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, Πιτ Χέγκσεθ, φέρεται να έστειλε ευαίσθητες πληροφορίες σχετικά με τις επιθέσεις στην Υεμένη σε μια...

Αναλύσεις1 ώρα πριν

Η ολιστική στρατηγική του Τραμπ!

Παρέμβαση του οικονομολόγου-οικονομέτρη Γιώργου Αδαλή στον Real FM

Διεθνή1 ώρα πριν

Τραμπ σε Ουκρανία – Ρωσία: «Αν τα βρείτε θα βγάλετε μια περιουσία από τις ΗΠΑ»

 Την ελπίδα να υπάρξει «εντός της εβδομάδας» μια συμφωνία μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, εξέφρασε σε ένα σύντομο μήνυμά του στην...

Δημοφιλή