Ακολουθήστε μας

Κίνα

Ρωσική Παιδεία: Το τελευταίο εξαγωγικό προϊόν στην κινεζική αγορά

Δημοσιεύτηκε

στις

Η ρωσική παιδεία αποτελεί ένα πολλά υποσχόμενο και ανταγωνιστικό εξαγωγικό προϊόν

Της Raisa Epikhina

Οι φυσικοί πόροι μπορεί να αποτελούν τον κύριο όγκο των εξαγωγών της Ρωσίας προς την Κίνα, ωστόσο το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο δεν είναι τα μόνο που έχει να προσφέρει η χώρα. Η ρωσική παιδεία αποτελεί ένα πολλά υποσχόμενο και ανταγωνιστικό εξαγωγικό προϊόν, με τα ρωσικά πανεπιστήμια και τα άλλα εκπαιδευτικά ιδρύματα να προσελκύουν σήμερα εκατοντάδες χιλιάδες φοιτητές από τις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες. Το ερώτημα είναι εάν ο εκπαιδευτικός τομέας της Ρωσίας μπορεί να αποτελέσει μέρος της “στροφής προς την Ανατολή”.

Τον Μάιο του 2017, η κυβέρνηση της Ρωσίας έθεσε σε εφαρμογή το project “Εξαγωγή Παιδείας”, κύριος στόχος του οποίου είναι να καταστήσει τη ρωσική παιδεία ελκυστική και ανταγωνιστική διεθνώς. Το project εκτιμά ότι ο αριθμός των ξένων φοιτητών στη Ρωσία θα υπερτριπλασιαστεί έως το 2025, φτάνοντας τους 710.000 φοιτητές διά ζώσης και τα 3,5 εκατομμύρια μέσω διαδικτυακής εκπαίδευσης.

Η Κίνα σίγουρα θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην προσδοκόμενη αυτή αύξηση. Τα τελευταία πέντε χρόνια, ο αριθμός των Κινέζων φοιτητών στα ρωσικά πανεπιστήμια και το ποσοστό τους επί του συνόλου των ξένων φοιτητών αυξάνεται σταθερά, και η Κίνα αποτελεί ήδη μία από τις βασικές αγορές-στόχους για τα ρωσικά εκπαιδευτικά ιδρύματα. Σύμφωνα με το υπουργείο Παιδείας της Ρωσίας, το 10% των 323.000 ξένων φοιτητών που σπουδάζουν επί του παρόντος στη χώρα προέρχεται από την Κίνα.

Το βασικό δέλεαρ για τους Κινέζους είναι το σχετικά χαμηλό κόστος των διδάκτρων στα ρωσικά πανεπιστήμια σε συνδυασμό με το αξιοπρεπές επίπεδο εκπαίδευσης που παρέχουν. Οι ευνοϊκή συναλλαγματική ισοτιμία επιτρέπει στους Κινέζους να πληρώνουν σχετικά λίγα (ειδικά σε σύγκριση με τα στάνταρτς της Δύσης) για τη φοίτηση σε ιδρύματα διεθνώς αναγνωρισμένα. Η δε κινεζική εστίαση στην εκπαίδευση και ο υψηλός ανταγωνισμός για μια θέσει στα κινεζικά εκπαιδευτικά ιδρύματα εντείνουν τη ζήτηση για πανεπιστημιακές σπουδές στο εξωτερικό.

Το κόστος φοίτησης σε ρωσικό πανεπιστήμιο ανέρχεται κατά μέσο όρο στα 3.000 δολάρια ετησίως, συν τις δαπάνες στέγασης και διατροφής ύψους περίπου 150 δολαρίων τον μήνα. Το Κρατικό Πανεπιστήμιο της Μόσχας (MSU), το κορυφαίο πανεπιστημιακό ίδρυμα της Ρωσίας (78ο στον κόσμο με βάση την κατάταξη QS), χρεώνει 5.000-6.000 δολάρια ετησίως. Για λόγους σύγκρισης, σημειώνεται ότι το Πανεπιστήμιο του Ιλινόις Urbana-Champaign (82ο στην ίδια κατάταξη) έχει επταπλάσιο κόστος, της τάξης των 35.000-40.000 δολαρίων.

Επιπρόσθετα, είναι ιδιαίτερα εύκολο να εξασφαλίσει κανείς μια θέση σε ρωσικό πανεπιστήμιο. Οι ξένοι φοιτητές δεν χρειάζεται να ξέρουν καλά ρωσικά όταν υποβάλλουν αίτηση. Φυσικά, δεν επιτυγχάνουν όλοι στις εισαγωγικές εξετάσεις, αλλά, κατά κανόνα, οι περισσότεροι υποψήφιοι τα καταφέρνουν. Αντίθετα, αρκετές εκατοντάδες άτομα μπορεί να διαγκωνιστούν για μία μόνο θέση σε ένα κορυφαίο κινεζικό πανεπιστήμιο. Σημειώνεται ότι μόλις το 2%-3% των υποψηφίων έχουν τη δυνατότητα να φοιτήσουν σε ένα από τα 150 κορυφαία πανεπιστήμια της Κίνας. Τα δυτικά πανεπιστήμια, εν τω μεταξύ, δέχονται μόνο όσους γνωρίζουν απταίστως την αγγλική.

Αν μάλιστα δεν είχε ξεσπάσει η πανδημία του κορονοϊού, ο αριθμός των Κινέζων φοιτητών που σπουδάζουν στη Ρωσία θα είχε συνεχίσει να αυξάνεται. Στις 20 Φεβρουαρίου του 2020, οι ρωσικές αρχές απαγόρευσαν προσωρινά την είσοδο στη χώρα στους περισσότερους Κινέζους υπηκόους, καθώς και στους κατόχους φοιτητικής βίζας, στο πλαίσιο των περιορισμών για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, ορισμένοι υποψήφιοι φοιτητές να μην υποβάλλουν καν αίτηση για εισαγωγή σε ρωσικά εκπαιδευτικά ιδρύματα.

Η απαγόρευση έχει βέβαια πλέον αρθεί, αλλά ορισμένοι φοιτητές εξακολουθούν να μην μπορούν να επισκεφθούν τη Ρωσία και συνεχίζουν να φοιτούν διαδικτυακά. Το 2021, ο αριθμός των νέων Κινέζων φοιτητών στη Ρωσία μειώθηκε για πρώτη φορά τα τελευταία πέντε χρόνια (κατά 3% μετά την αύξηση κατά 25% το προηγούμενο έτος).

Ωστόσο, ο κορονοϊός δεν είναι το μόνο πρόβλημα. Ακόμη και πριν την πανδημία, οι Κινέζοι φοιτητές θεωρούν τις άλλες χώρες πιο ελκυστικές για σπουδές. Σύμφωνα με τα στοιχεία της UNESCO, μόλις το 2,3% των Κινέζων φοιτητών που σπουδάζουν στο εξωτερικό επέλεξαν τη Ρωσία το 2019. Η πλειοψηφία επέλεξε εκπαιδευτικά ιδρύματα της Βόρειας Αμερικής, της Ευρώπης, της Αυστραλίας, του Χονγκ Κονγκ, της Ιαπωνίας και της Σιγκαπούρης.

Οι αδυναμίες της Ρωσίας στον συγκεκριμένο τομέα είναι ανάλογες με αυτές που εμποδίζουν την ανάπτυξη των εξαγωγών και άλλων προϊόντων, που δεν ανήκουν στις πρώτες ύλες. Οι Ρώσοι δεν γνωρίζουν πολλά για την κινεζική εκπαιδευτική αγορά, είναι απρόθυμοι να προσαρμοστούν στις απαιτήσεις τους και έχουν πρόβλημα επικοινωνίας με τους Κινέζους εταίρους τους. Τα παραπάνω, σε συνδυασμό με τη νωθρότητα της χώρας στην εισαγωγή ψηφιακών τεχνολογιών, σημαίνουν ότι δεν έχει καταφέρει να εκμεταλλευτεί πλήρως την κινεζική αγορά.

Υπάρχει επίσης το θέμα της γλωσσικής δυσκολίας. Οι Κινέζοι φοιτητές συχνά δυσκολεύονται να κατανοήσουν τις παραδόσεις στα ρωσικά, ειδικά οι πρωτοετής και οι δευτεροετής. Το ένα έτος που έχουν στη διάθεσή του για να μάθουν ρωσικά (συνήθως από το μηδέν) πριν αρχίσουν να παρακολουθούν πανεπιστημιακά μαθήματα δεν επαρκεί για να εξοικειωθούν με την επιστημονική ορολογία. Ωστόσο, οι ψηφιακές καινοτομίες που “εισήγαγε” η πανδημία θα μπορούσαν να βοηθήσουν ως προς αυτό, καθώς επιτρέπουν στους φοιτητές να αποκτήσουν πρόσβαση σε βιντεοσκοπημένες διαδικτυακές διαλέξεις. Θα ήταν επίσης εύλογο να δημιουργηθεί μια ενοποιημένη βάση δεδομένων, με βιντεοδιαλέξεις που θα συνοδεύονται από υποτίτλους και λεξικά για τα πιο δημοφιλή βασικά μαθήματα.

Υπάρχουν, πάντως, πολλοί τρόποι για να γίνει το ρωσικό εκπαιδευτικό σύστημα πιο ελκυστικό για τους Κινέζους, για παράδειγμα μέσω της δημιουργίας μιας ενοποιημένης διαδικτυακής πύλης που θα προωθεί εκπαιδευτικές υπηρεσίες από την Ρωσία στην Κίνα. Ένας τέτοιου είδους ιστότοπος -το Studyinrussia.ru- υπάρχει ήδη, αλλά δεν περιλαμβάνει πληροφορίες για τα κορυφαία ρωσικά πανεπιστήμια, όπως τα Κρατικά Πανεπιστήμια της Μόσχας και της Αγίας Πετρούπολης, τα οποία προτιμούν να δικά τους μέσα για την προσέλκυση φοιτητών. Το 2020, μόνο το Κρατικό Πανεπιστήμιο της Μόσχας ενέγραψε περίπου 4.500 φοιτητές από την Κίνα, που αντιστοιχούν στο 15% όλων των Κινέζων φοιτητών στη χώρα. 

Τα ρωσικά πανεπιστήμια θα επωφελούνταν επίσης σημαντικά αναπτύσσοντας παρουσία στο WeChat, το πλέον δημοφιλές μέσο κοινωνικής δικτύωσης στην Κίνα, το οποίο χρησιμοποιούν ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι μηνιαίως. Η συντριπτική πλειοψηφία των ρωσικών πανεπιστημίων δεν έχει παρουσία στο WeChat, ούτε καν διαθέτει προσωπικό που μιλά κινεζικά στα τμήματα που προορίζονται για ξένους φοιτητές. Ορισμένα εκπαιδευτικά ιδρύματα, όπως το Ομοσπονδιακό Πανεπιστήμιο του Καζάν και το Κρατικό Πανεπιστήμιο του Τομσκ, έχουν λογαριασμούς στο Weibo, το κινεζικό αντίστοιχο του Twitter, αλλά έχουν λίγους συνδρομητές. Τα λίγα ρωσικά πανεπιστήμια που διαθέτους λογαριασμούς στο WeChat, τους διαχειρίζονται με τη βοήθεια Κινέζων “μεσαζόντων”. Το Κρατικό Πανεπιστήμιο της Μόσχας άνοιξε τον δικό του επίσημο λογαριασμό στο WeChat μόλις τον Νοέμβριο του 2021, ενώ το Κρατικό Πανεπιστήμιο Vyatka τον Μάιο.

Τα ρωσικά πανεπιστήμια, επίσης, δεν λαμβάνουν υπόψη ότι ορισμένες διαδικτυακές πλατφόρμες δεν είναι διαθέσιμες στην Κίνα. Θα πρέπει, λοιπόν, να διεξάγουν τα ελεύθερα μαθήματά τους σε υπηρεσίες βίντεο που δεν είναι απαγορευμένες από τις κινεζικές ρυθμιστικές αρχές. Επιπρόσθετα, οι εκπρόσωποι των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και τα γραφεία “στρατολόγησης” στην Κίνα πρέπει να επικεντρωθούν περισσότερο στους υποψήφιους σπουδαστές, ειδικά σε εκείνους που μαθαίνουν ρωσικά στο γυμνάσιο.

Αυτήν τη στιγμή, τα εκπαιδευτικά προγράμματα με τη μεγαλύτερη ζήτηση είναι όσα εστιάζουν στην εικόνα της Ρωσίας ως πολιτιστικά πλούσιας χώρας. Για παράδειγμα, οι περισσότεροι σπουδαστές τέχνης στο Κρατικό Πανεπιστήμιο της Μόσχας είναι από την Κίνα (περίπου το 70% όλων των φοιτητών που έγιναν δεκτοί για bachelor και εξειδικευμένα πτυχία το 2020). Θα ήταν λογικό επομένως, να αναπτυχθούν επίσης προγράμματα επιστήμης και τεχνολογίας που θα στοχεύουν σε ξένους φοιτητές.

Η Ρωσία χρειάζεται τους ξένους φοιτητές, και όχι μόνο προκειμένου να διαφοροποιήσει το μείγμα των εξαγωγών της και να προσελκύσει επιπλέον χρηματοδότηση για τα πανεπιστήμιά της. Οι διασυνδέσεις με άτομα που μιλούν τη γλώσσα κρατών εταίρων της και έχουν ζήσει στις χώρες αυτές αποτελούν πολύτιμο πόρο για την προώθηση της συνεργασίας και εργαλείο “ήπιας” ισχύος. Οι στενότεροι δεσμοί μεταξύ των φοιτητών και των ρωσικών πανεπιστημίων, καθώς και οι πιο ενεργές φοιτητικές κοινότητες, θα οδηγήσουν σε πιο ευρείες διασυνοριακές πρωτοβουλίες και κοινά έργα.

Μπορείτε να δείτε το κείμενο εδώ: https://carnegiemoscow.org/commentary/86101

Συνέχεια ανάγνωσης

Κίνα

Geopolitical Monitor: China-Philippines Tensions Flare in South China Sea

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

After years of relative calm under the pro-China Duterte regime, tensions are mounting between China and the Philippines over the South China Sea. The shift can be attributed in part to the policies of President Ferdinand Romualdez Marcos Jr., who has adopted a more proactive stance against China’s aggressive maneuvers and gray zone tactics in and around Philippines waters. The pivot has brought about a marked warming of US-Philippines relations; for example, the two countries hammered out an agreement to expand US military bases in the Philippines by four in 2023, including in the highly strategic Cagayan province south of Taiwan. Now options like regular US-Philippine joint patrols in the South China Sea are increasingly being considered, suggesting new tactical possibilities for deterrence, but also new ways to trigger unintended escalations.

The Philippines’ South China Sea Transparency Initiative

The perception of worsening China-Philippines tensions could be amplified by the fact that much of these gray zone tactics and interdictions once took place behind the scenes, unnoticed or unremarked on by Manila during the Duterte years. This changed in May 2024 with the launch of a ‘transparency initiative’ by the Marcos administration, which intended to monitor and expose China’s aggressive actions near the Second Thomas Shoal (Ayungin in the Philippines) and elsewhere. As others have pointed out, this is not the first time that the Philippines has tried to name and shame Beijing for its actions in the South China Sea. But the initiative is a clear departure from Manila’s recent passivity, and it lays the diplomatic groundwork for increased support from the United States, Australia, and Japan – all of which fall in the Western camp – if not regional allies in ASEAN.

Manila is launching its own foray in a wider information war with the transparency initiative, evident in a recent incident involving a 60 Minutes crew and other journalists. The crew was invited to observe patrols on a Philippine Coast Guard vessel by the Philippines government, and filmed aggressive ramming maneuvers by the Chinese Coast Guard in the waters near the Sabina Shoal in September. Yet before they had even returned to port, China had already disseminated its own narrative of the clash, identifying the Philippines Coast Guard as the aggressor and the 60 Minutes crew as Western propagandists, complete with pictures.

Where the China narrative may have gone unchallenged before, the transparency initiative offers the possibility of an alternative interpretation; however, this doesn’t mean that Manila’s version is reaching and/or convincing the audiences it wants to target.

China Changes Tack at the Second Thomas Shoal

The transparency initiative has failed to defuse tensions at the Second Thomas Shoal. In fact, research from the Asia Maritime Transparency Initiative illustrates a spike in the presence of Chinese vessels from mid-2023, mainly on the back of increased involvement from the People’s Armed Forces Maritime Militia (PAFMM). The researchers also note that PAFMM, Coast Guard, and PLA Navy vessels have been more likely to employ aggressive tactics (ramming, water cannon, boarding) over this span.

The Second Thomas Shoal is the site of the BRP Sierra Madre, a grounded Philippine Navy ship turned impromptu military outpost and sovereignty marker. Tensions at the shoal revolve around Philippine missions to resupply the BRP Sierra Madre and attempts on the Chinese side to interdict new supplies.

Source: Geopolitical Monitor

Συνέχεια ανάγνωσης

Κίνα

PhilStar Global: Πράκτορας της Κίνας ομολόγησε ότι διενεργούσε κατασκοπεία στις Φιλιππίνες

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Ο Κινέζος κατάσκοπος She Zhijiang, που κρατείται επί του παρόντος στην Ταϊλάνδη αντιτίθεται στον επαναπατρισμό στην Κίνα, ισχυρίστηκε σε ένα ντοκιμαντέρ του Al Jazeera ότι ξεκίνησε το κατασκοπευτικό έργο του στις Φιλιππίνες το 2016 ενώ απέφευγε τις κινεζικές αρχές που είχαν διατάξει τη σύλληψή του για παράνομο τζόγο.

Είπε ότι ο στρατηλάτης του υποσχέθηκε να κανονίσει την απόσυρση της ποινικής του υπόθεσης εάν αποδεχόταν τις κατηγορίες.

Στο ντοκιμαντέρ, ισχυρίστηκε ότι συνεργάστηκε με την απολυθείσα δήμαρχο της Μπαμπάν Άλις Γκούο για το Υπουργείο Κρατικής Ασφάλειας της Κίνας, την υπηρεσία μυστικής αστυνομίας του κομμουνιστικού κόμματος.

Ο κατάσκοπος ομολόγησε την ιδιότητά του ανάφερει, ότι “η Κίνα δεν μπορεί να είναι αξιόπιστη. Οι δυο μας αφιερώσαμε κάποτε τη ζωή μας στο υπουργείο Κρατικής Ασφάλειας της Κίνας. Δείτε τι μου συνέβη», είπε.

Ο πρόεδρος της Γερουσίας Francis Escudero είπε ότι εναπόκειται στα Υπουργεία Δικαιοσύνης (DOJ) και Εξωτερικών Υποθέσεων (DFA) να συντονιστούν με τις αρχές της Ταϊλάνδης εάν επιθυμούν να εμβαθύνουν στους ισχυρισμούς που εγείρει ο She κατά της Guo.

Ο Escudero είπε ότι το ντοκιμαντέρ του Al Jazeera με θέμα She θα πρέπει να εξεταστεί από τις αρχές για πιθανή κατάθεση υπόθεσης κατασκοπείας εναντίον της Guo.

Ο πρόεδρος της Γερουσίας είπε ότι υπάρχει ανάγκη οι κυβερνητικές υπηρεσίες των Φιλιππίνων να συντονιστούν με την Ταϊλάνδη όπου κρατείται για φερόμενο παράνομο διαδικτυακό τζόγο.

«Δεν μπορώ να πω αν το ντοκιμαντέρ έχει εμπιστοσύνη. Το πρόβλημα είναι ότι η μαρτυρία του που δόθηκε στην Ταϊλάνδη μπορεί να μην χρησιμοποιηθεί στο δικαστήριο επειδή δεν υπάρχει περίπτωση να γίνει αντιπαράθεση εξέτασης. Αυτό εναπόκειται στους εισαγγελείς του DOJ και του DFA να το καθορίσουν. Είναι μια περίπλοκη διαδικασία», είπε ο Escudero σε συνέντευξη στο dwIZ το Σάββατο 28 Σεπτεμβρίου.

«Σε κάθε περίπτωση, το περιστατικό θα μπορούσε να εμπίπτει στις διατάξεις της κατασκοπείας, η οποία είναι κατασκοπεία για μια χώρα ακόμη και χωρίς πόλεμο», πρόσθεσε.

Ο Εσκουντέρο επαίνεσε την έρευνα του Κογκρέσου σχετικά με την Γκούο επειδή χρησιμοποίησε τη δημοσιότητα για τη διάδοση των παράνομων τυχερών παιχνιδιών καθώς και στη συμπαιγνία μεταξύ διεθνών εγκληματικών συνδικάτων και αξιωματούχων της τοπικής κυβέρνησης.

Από την πλευρά του, ο ηγέτης της μειονότητας της Γερουσίας Ακουιλίνο Πιμεντέλ Γ’ είπε, ότι το ντοκιμαντέρ μεταδόθηκε από ένα νόμιμο πρακτορείο ειδήσεων, προειδοποιώντας ότι μπορεί μην τεθεί υπόψιν η μαρτυρία ενός κρατούμενου.

«Ας μην πιστεύουμε εύκολα τα λόγια ενός κρατούμενου. Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που ασκούν πίεση σε έναν κρατούμενο μάρτυρα», είπε ο Πίμεντελ σε ξεχωριστή συνέντευξη στο dwIZ.

Εν τω μεταξύ, ο πρώην γερουσιαστής Πινγκ Λάκσον επαίνεσε την τετραμελή επιτροπή της Βουλής που αντιμετώπισε την Γκούο με το ντοκιμαντέρ και την κατηγόρησε για τους υποτιθέμενους δεσμούς της με το κινεζικό κομμουνιστικό κόμμα.

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινδία

Asian Lite: Σημαντικό οικονομικό κόστος για το Πακιστάν οι επιθέσεις σε Κινέζους υπηκόους

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Το Πεκίνο εκφράζει ολοένα και περισσότερο την απογοήτευσή του για την αποτυχία του Ισλαμαμπάντ να αντιμετωπίσει τις οικονομικές προκλήσεις και τις προκλήσεις ασφαλείας

Οι σχέσεις Κίνας-Πακιστάν έχουν μια πτωτική πορεία εν μέσω αυξανόμενων διαφορών για πολλά διμερή ζητήματα. Το Πεκίνο γίνεται ανυπόμονο για την αποτυχία του Ισλαμαμπάντ να αποπληρώσει τα χρέη και να παρέχει επαρκή ασφάλεια στους Κινέζους υπηκόους στο Πακιστάν. Παρά την εξωτερική χρηματοδότηση από παγκόσμιους θεσμούς και την οικονομική στήριξη της Κίνας, το Πακιστάν δεν κατάφερε να σταθεροποιήσει την οικονομία. Κατά συνέπεια, ο Οικονομικός Διάδρομος της Κίνας-Πακιστάν (CPEC) επιβραδύνεται εν μέσω αναφορών για πολλά έργα που αντιμετωπίζουν καθυστερήσεις ή πιθανές διακοπές λειτουργίας. Ενώ το Πεκίνο προσπαθεί με κάποιο τρόπο να σώσει το CPEC και άλλα έργα, το Ισλαμαμπάντ ενδιαφέρεται περισσότερο για τη διμερή συνεργασία στον τομέα της άμυνας και της ασφάλειας, κυρίως κατά της Ινδίας.

Σύμφωνα με αναφορές, το Πακιστάν πιέζει την Κίνα να πραγματοποιήσει ασκήσεις κατά της τρομοκρατίας σε περιοχές κατά μήκος των συνόρων Ινδίας-Πακιστάν. Η Κίνα φέρεται να έχει δείξει απροθυμία στην πρόταση του Πακιστάν, η οποία μπορεί να προκαλέσει άσκοπα εντάσεις με την Ινδία. Αυτό δείχνει ότι το Ισλαμαμπάντ δεν ενδιαφέρεται σοβαρά για τη διασφάλιση της ασφάλειας και της ασφάλειας των Κινέζων πολιτών στο Πακιστάν, αλλά θέλει να χρησιμοποιήσει διμερείς και πολυμερείς στρατιωτικές ασκήσεις για να προκαλέσει την Ινδία και να κρύψει τις αντιτρομοκρατικές αποτυχίες του.

Από την έναρξη της νέας στρατιωτικής επιχείρησης, Azm-i-Istehkam (Αποφασιστικότητα για σταθερότητα), στις 22 Ιουνίου, οι τρομοκρατικές επιθέσεις στο Πακιστάν έχουν αυξηθεί σημαντικά. Σύμφωνα με έκθεση του Πακιστανικού Ινστιτούτου Μελετών Συγκρούσεων και Ασφάλειας (PICSS), τουλάχιστον 254 άνθρωποι, μεταξύ των οποίων 92 πολίτες και 54 μέλη του προσωπικού ασφαλείας, σκοτώθηκαν σε επιθέσεις μαχητών και βομβαρδισμούς τον Αύγουστο, καθιστώντας τον τον πιο θανατηφόρο μήνα για το Πακιστάν τα τελευταία έξι χρόνια. Πιο ανησυχητικό είναι ότι η πλειονότητα αυτών των επιθέσεων σημειώθηκαν στο Βελουχιστάν και στο Χάιμπερ Παχτούνχβα, περιοχές που φιλοξενούν πολλά έργα που χρηματοδοτούνται από την Κίνα. Το Βελουχιστάν σημείωσε απότομη αύξηση της βίας, με τουλάχιστον 125 νεκρούς, μεταξύ των οποίων 80 πολίτες, 22 μέλη του προσωπικού ασφαλείας και 23 μαχητές. Τα τελευταία χρόνια, Κινέζοι υπήκοοι έχουν γίνει συχνά στόχοι φονικών επιθέσεων σε αυτές τις επαρχίες. Στις 26 Μαρτίου, μια βομβιστική επίθεση αυτοκτονίας στοίχισε τη ζωή σε πέντε Κινέζους μηχανικούς που εργάζονταν στο έργο του φράγματος Dasu στην περιοχή Shangla, στην επαρχία Khyber Pakhtunkhwa.

Έκρηξη λεωφορείου Dasu

Επιπλέον, μόλις μια εβδομάδα πριν από την επίθεση αυτοκτονίας, οι αντάρτες των Μπαλόχ στόχευσαν κινεζικά συμφέροντα εισβάλλοντας στο συγκρότημα Gwadar Port Authority (GPA) και στη ναυτική βάση Turbat κοντά στο λιμάνι Gwadar που διοικείται από την Κίνα, το οποίο είναι βασικό συστατικό του CPEC, στην επαρχία Βελουχιστάν. Αυτά τα περιστατικά ανανέωσαν τις σοβαρές ανησυχίες για την ασφάλεια του κινεζικού προσωπικού και έργων στο Πακιστάν. Μόλις δύο ημέρες μετά τη βομβιστική επίθεση στο Dasu, μια κινεζική εταιρεία ανέστειλε τα έργα πολιτικού έργου στο Tarbela 5th Extension Hydropower Project και απέλυσε περισσότερους από 2.000 εργαζομένους για «λόγους ασφαλείας». Το 2021, οι πακιστανικές αρχές είχαν αναθέσει σύμβαση 355 εκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ στην Power Construction Corporation of China Ltd για έργα. Το φράγμα Tarbela των 1.530 MW είχε προγραμματιστεί να ξεκινήσει την παραγωγή ενέργειας πριν από το 2026.

Οι επιθέσεις σε Κινέζους υπηκόους έχουν σημαντικό οικονομικό κόστος για το Πακιστάν, το οποίο ήδη αντιμετωπίζει μια σοβαρή οικονομική κρίση. Το Πεκίνο εκφράζει όλο και πιο έντονα την απογοήτευσή του για την αποτυχία του Ισλαμαμπάντ να αντιμετωπίσει τις οικονομικές προκλήσεις και τις προκλήσεις ασφάλειας. Τον Ιούνιο, ο Κινέζος Πρόεδρος Xi Jinping προειδοποίησε τον Πακιστανό πρωθυπουργό Shehbaz Sharif ότι ενώ η Κίνα ήταν ανοιχτή στην επέκταση και την αναβάθμιση των οικονομικών δεσμών, το Ισλαμαμπάντ έπρεπε πρώτα να δημιουργήσει ένα «ασφαλές, σταθερό και προβλέψιμο» επιχειρηματικό περιβάλλον για τις κινεζικές εταιρείες και το προσωπικό.

Ομοίως, ο Liu Jianchao, Υπουργός του Τμήματος Διεθνών Συνδέσμων του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας – υπεύθυνος για τη διαχείριση των σχέσεων της Κίνας με πολιτικούς οργανισμούς παγκοσμίως – τόνισε το «έλλειμμα εσωτερικής ασφάλειας» του Πακιστάν ως σημαντικό παράγοντα που διαβρώνει την εμπιστοσύνη των Κινέζων επενδυτών. Δήλωσε ότι «οι απειλές για την ασφάλεια είναι οι κύριοι κίνδυνοι για τη συνεργασία της CPEC». Ο Λιου επεσήμανε επίσης τη συνεχιζόμενη πολιτική αστάθεια του Πακιστάν ως βασικό λόγο για τις οικονομικές του αποτυχίες, προτρέποντας τους Πακιστανούς πολιτικούς να ενωθούν και να αντιμετωπίσουν τις περίπλοκες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα.

Shehbaz Sharif και Xi Jinping

Ο πρωθυπουργός του Πακιστάν, Shehbaz Sharif, επισκέφθηκε την Κίνα από τις 4-8 Ιουνίου με μια μεγάλη υπουργική αντιπροσωπεία, συμπεριλαμβανομένου του αρχηγού του πακιστανικού στρατού, στρατηγό Syed Asim Munir, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να αναζωογονήσει τους διμερείς δεσμούς με τον σύμμαχό τους «παντός καιρού». Ήταν η πρώτη εκτεταμένη επίσκεψη του Σαρίφ στην Κίνα αφότου έγινε πρωθυπουργός τον Μάρτιο. Κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του, ο Σαρίφ φέρεται να αναζήτησε νέα δάνεια από το Πεκίνο και ζήτησε περισσότερο χρόνο για την αποπληρωμή των εκκρεμών χρεών. Ωστόσο, δεν πήρε τίποτα ουσιαστικό σε αντάλλαγμα πέρα ​​από ελάχιστα Μνημόνια Συνεννόησης και πολλές προειδοποιήσεις από την κινεζική πλευρά. Τον Αύγουστο, ο Σαρίφ είχε γράψει μια επιστολή στην κινεζική κυβέρνηση ζητώντας επαναπρογραμματισμό του χρέους για το Πακιστάν σε μια προφανή προσπάθεια να εξασφαλίσει την έγκριση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για οικονομική διάσωση 7 δισεκατομμυρίων δολαρίων μέχρι τον επόμενο μήνα.

Η Κίνα ανησυχεί όλο και περισσότερο για τις χρηματοοικονομικές επενδύσεις της στο Πακιστάν, φοβούμενη ότι ενδέχεται να μην αποφέρουν θετικές αποδόσεις στο μέλλον. Συγκεκριμένα, το ένα τρίτο του συνολικού εξωτερικού χρέους του Πακιστάν οφείλεται στην Κίνα. Ωστόσο, το Ισλαμαμπάντ φαίνεται πιο επικεντρωμένο στη χρήση πολυμερών και περιφερειακών πλατφορμών όπως τα Ηνωμένα Έθνη ή ο Οργανισμός Συνεργασίας της Σαγκάης (SCO) για να στοχεύσει την Ινδία. Το Πεκίνο απογοητεύεται με τις προσπάθειες του Πακιστάν να το χρησιμοποιήσει ως εργαλείο για την προώθηση της αντι-ινδικής ατζέντας του. Αντί να αντιμετωπίσει τις εικαζόμενες διασυνοριακές τρομοκρατικές επιθέσεις από το Αφγανιστάν και το Ιράν, ο στρατός του Πακιστάν θέλει να διεξάγει περισσότερες αντιτρομοκρατικές ασκήσεις με την Κίνα σε περιοχές κοντά στα σύνορα με την Ινδία. Οι αναφορές αναφέρουν ότι οι αντάρτες Μπαλόχ και οι Τεχρίκ-ι-Ταλιμπάν βρίσκονται πίσω από πολλές επιθέσεις που στοχεύουν Κινέζους υπηκόους στο Πακιστάν, με ομάδες να έχουν αναφερθεί παρουσία στους δυτικούς γείτονες του Πακιστάν. Ωστόσο, ο στρατός του Πακιστάν εξακολουθεί να διστάζει να πραγματοποιήσει κοινές αντιτρομοκρατικές ασκήσεις με την Κίνα είτε στο Μπαλουχιστάν είτε στο Khyber Pakhtunkhwa, δείχνοντας τη διπροσωπία του Πακιστάν όσον αφορά την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας.

Παρά τις ψευδείς διαβεβαιώσεις του Πακιστάν για ενίσχυση της ασφάλειας κατόπιν επανειλημμένου αιτήματος της Κίνας, συμπεριλαμβανομένης μιας νέας αντιτρομοκρατικής επιχείρησης, η κατάσταση συνεχίζει να επιδεινώνεται, με αυξανόμενες αναταραχές και βία που στοχεύουν βασικά κινεζικά έργα στο πλαίσιο της Πρωτοβουλίας Belt and Road. Η συνεχιζόμενη αστάθεια παρουσιάζει άνευ προηγουμένου προκλήσεις για το λιμάνι του Γκουαντάρ, το CPEC και την «παντός καιρού» συνεργασία της Κίνας με το Πακιστάν. Τελικά, η ευθύνη για αυτές τις οπισθοδρομήσεις βαρύνει την ανικανότητα, τη διττή συμπεριφορά του Πακιστάν και τις συνεχείς προσπάθειές του να χρησιμοποιήσει τη σχέση του με την Κίνα εναντίον της Ινδίας.

 

ΠΗΓΗ: Asian Lite

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινφογνώμων

Infognomon Logo

Περιηγηθείτε στα κορυφαία βιβλία του βιβλιοπωλείου μας

Προβολή όλων

Δημοφιλή