Ακολουθήστε μας

Κίνα

Κίνα και Ρωσία αναβαθμίζουν τις σχέσεις τους με το Αφγανιστάν

Δημοσιεύτηκε

στις

Την ώρα που η Δύση επικεντρώνει στην κατάσταση στην Ουκρανία, η Κίνα και η Ρωσία αναβαθμίζουν τις σχέσεις τους με το Αφγανιστάν

Παρότι μερικά χρόνια πριν δεν θα γινόταν εύκολα πιστευτό, ωστόσο έχουμε φτάσει σε ένα σημείο όπου όχι μόνο το Αφγανιστάν είναι πλέον ξανά υπό τη διακυβέρνηση των Ταλιμπάν, αλλά και αυτό το έχει οδηγήσει μάλλον σε μια συνθήκη σταθερότητας, ύστερα από εσπευσμένη αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων από τη χώρα τον περασμένο Αύγουστο.

Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν πολύ μεγάλα προβλήματα στην περιοχή. Το γεγονός ότι οι ΗΠΑ εξακολουθούν να διακρατούν ένα σημαντικό μέρος πόρων που κανονικά ανήκουν στην Αφγανική κυβέρνηση έχει επιτείνει την ανθρωπιστική κρίση σε μια χώρα όπου παρά τα τεράστια ποσά που ξοδεύτηκαν μετά το 2001 από τη μεριά της «διεθνούς κοινότητας» εξακολουθεί να υπάρχει ένα πραγματικό έλλειμμα ως προς την παραγωγική συγκρότηση και τις υποδομές. Μέχρι τώρα η έκκληση του ΟΗΕ να βρεθούν 4,44 δισεκατομμύρια δολάρια για να χρηματοδοτηθεί το ανθρωπιστικό πρόγραμμα στο Αφγανιστάν και το οποίο αφορά 24 εκατομμύρια ανθρώπους, δεν έχει βρει ανταπόκριση.

Την ίδια ώρα αποφάσεις των ίδιων των Ταλιμπάν, όπως αυτή που (ξανα)έκλεισε τα σχολεία για μαθήτριες, επανέφεραν τις αντιφάσεις ενός κινήματος που είναι την ώρα που επιδιώκει τη διεθνή αναγνώριση παραμένει εξαιρετικά συντηρητικό σε ζητήματα όπως η εκπαίδευση και ευρύτερα τα δικαιώματα των γυναικών.

Το κενό που άφησε η αποχώρηση των Αμερικανών – και μαζί μεγάλου μέρους του υποτιθέμενου κρατικού και πολιτικού μηχανισμού που είχαν στήσει – διαμόρφωσε ένα υπαρκτό ενδεχόμενο αστάθειας που πρώτα και κύρια ανησυχεί τις γειτονικές χώρες. Ας μην ξεχνάμε ότι το Αφγανιστάν υπήρξε μια χώρα στην οποία βρήκαν καταφύγιο κατά καιρούς διάφορα ένοπλα ισλαμιστικά κινήματα που πραγματοποιούσαν επιθέσεις και σε γειτονικές χώρες, από το Ιράν και το Πακιστάν, μέχρι τις τέως σοβιετικές δημοκρατίες της Κεντρικής Ασίας και την Κίνα. Καθόλου τυχαία μια από τις βασικές δεσμεύσεις που ανέλαβαν οι Ταλιμπάν καταλαμβάνοντας την εξουσία ήταν ότι η χώρα τους δεν θα χρησιμοποιείτο ως εφαλτήριο για επιθέσεις σε άλλες χώρες.

Όμως, η σταθερότητα δεν περνάει μόνο μέσα από τις όποιες δεσμεύσεις των Ταλιμπάν αλλά και από το εάν η χώρα μπορεί να ανασυγκροτηθεί οικονομικά και κοινωνικά, κάτι που με τη σειρά του σημαίνει και οικονομική βοήθεια από το εξωτερικό. 

Το κινεζικό ενδιαφέρον για το Αφγανιστάν

Η Κίνα ήταν μια χώρα που από καιρό δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το Αφγανιστάν. Αυτό δεν αφορά μόνο την αποτροπή να λειτουργήσει η χώρα ως εφαλτήριο ένοπλων ισλαμιστικών επιθέσεων  – θυμίζουμε εδώ ότι η Κίνα αντιμετωπίζει ουσιαστικά ως επιτηρούμενο πληθυσμό τη μουσουλμανική μειονότητα των Ουιγούρων και θεωρεί ότι απειλείται από ο Ισλαμικό Κίνημα του Ανατολικού Τουρκεστάν –, αλλά και τις οικονομικές εφόσον το Αφγανιστάν είναι δυνητικά ένας κρίσιμος κόμβος ως προς τη στρατηγική «Μία ζώνη – ένας δρόμους».

Καθόλου τυχαία έτσι, στις 24 Μαρτίου επισκέφτηκε την Καμπούλ ο ίδιος ο υπουργός Εξωτερικών της Κίνας, Γουάνγκ Γι ο οποίος συναντήθηκε με τον υπουργό Εξωτερικών της προσωρινής κυβέρνησης των Ταλιμπάν Αμίρ Χαν Μουτακί αλλά και τον πρωθυπουργό Μουλά Αμπντούλ Γκάνι Μπαραντάρ, επίσκεψη που οι ίδιοι οι Ταλιμπάν έσπευσαν να χαρακτηρίσουν ως την πιο υψηλόβαθμη επίσκεψη αξιωματούχου που έχει γίνει μέχρι τώρα στην Καμπούλ.

Μάλιστα, ο Γουάνγκ Γι υπογράμμισε ότι η Κίνα είναι έτοιμη να προσπαθήσει να επεκτείνει τον Οικονομικό Διάδρομο Κίνας – Πακιστάν και προς το Αφγανιστάν και να βοηθήσει το τελευταίο να γίνει μια «γέφυρα για την περιφερειακή συνδεσιμότητα». Σημειώνουμε εδώ ότι η Κίνα έχει επενδύσει περίπου 25 δισεκατομμύρια δολάρια σε διάφορα μεγάλα έργα υποδομών στο Πακιστάν. Επιπλέον, ο Κινέζος ΥΠΕΞ δεν παρέλειψε να υπογραμμίσει την αντίθεση της Κίνας «στην πολιτική πίεση και τις οικονομικές κυρώσεις που έχουν επιβάλει στο Αφγανιστάν χώρες που δεν είναι της περιοχής». 

Η Ρωσία οικοδομεί σταδιακά δεσμούς

Όμως, δεσμούς με τη νέα κατάσταση οικοδομεί και η Ρωσία. Και εδώ υπάρχουν ζητήματα ασφάλεια, καθώς η Ρωσία δεν επιθυμεί να λειτουργεί το Αφγανιστάν ως εφαλτήριο για ένοπλες ισλαμικές που θα ήθελαν να δράσουν είτε στο εσωτερικό της Ρωσικής Ομοσπονδίας (ας μην ξεχνάμε το τραύμα της εμπειρίας της Τσετσενίας) είτε στις άλλες χώρες της Κεντρικής Ασίας, την ασφάλεια των οποίων επίσης θέλει να εγγυηθεί η Μόσχα.

Στις 24 Μαρτίου μάλιστα υπήρξε επίσκεψη αντιπροσωπείας της Ρωσίας στην Καμπούλ, παρότι η Ρωσία δεν έχει ακόμη άρει τον χαρακτηρισμό των Ταλιμπάν ως τρομοκρατικής οργάνωσης. Επικεφαλής ήταν ο Ειδικός Αντιπρόσωπος του Ρώσου Προέδρου Ζαμίρ Καμπούλοφ και η συνάντηση έγινε με τον υπουργό Εξωτερικών των Ταλιμπάν  Αμίρ Χαν Μουτακί, το γραφείο του οποίου δήλωσε ότι η συνάντηση επικέντρωσε στην ενίσχυση των πολιτικών, οικονομικών , μεταφορικών και περιφερειακών σχέσεων όπως επίσης και στην καταπολέμηση της διακίνησης ναρκωτικών από το Αφγανιστάν. Μάλιστα, ανακοινώθηκε ότι τον περασμένο μήνα έγιναν δεκτά τα διαπιστευτήρια του πρώτου διπλωμάτη που εκπροσωπεί την κυβέρνηση των Ταλιμπάν στη Μόσχα. 

Η σημασία της Συνόδου στην Τουνσί

Σε αυτό το φόντο αποκτά ιδιαίτερη σημασία η Τρίτη Σύνοδος Υπουργών Εξωτερικών των γειτονικών χωρών του Αφγανιστάν, την οποία φιλοξένησε η Κίνα στην πόλη Τουνσί, στην ανατολική επαρχία Ανσουί και στην οποία συμμετείχαν υπουργοί ή αντιπρόσωποι από το Πακιστάν, το Ιράν, τη Ρωσία, το Τατζικιστάν, το Τουρκμενιστάν και το Ουζμπεκιστάν, ενώ παράλληλα θα πραγματοποιηθεί και συνάντηση του μηχανισμού διαβούλευσης για το Αφγανιστάν ανάμεσα σε Ρωσία, Κίνα και ΗΠΑ.

Στη συνάντηση έστειλε μήνυμα και ο ίδιος ο Σι Τζινπίνγκ υπογραμμίζοντας ότι «το Αφγανιστάν είναι ένας κοινός γείτονας και εταίρος όλων των χωρών που συμμετέχουν και μαζί σχηματίζουμε μια κοινότητα με ένα κοινό μέλλον που συνδέεται με τα ίδια βουνά και ποτάμια» και τονίζοντας ότι «η Κίνα πάντα σέβεται την κυριαρχία, ανεξαρτησία και εδαφική ακεραιότητα του Αφγανιστάν και δεσμεύεται να υποστηρίξει την επιδίωξη της ειρήνης, της σταθερότητας και της ανάπτυξης».

Είναι σαφές ότι ο συνδυασμός ανάμεσα στην αποχώρηση των ΗΠΑ από την περιοχή, αλλά και τις ευρύτερες δυναμικές μιας νέας παγκόσμιας «διαίρεσης», που όμως δεν βιώνεται με τον ίδιο τρόπο σε περιοχές όπως η  Κεντρική Ασία, διαμορφώνει νέας δυναμικές συνεργασίας που παραπέμπουν πολύ περισσότερο σε μια δυνητική «ευρασιατική ολοκλήρωση» παρά σε μια κλασική «παγκοσμιοποίηση».

Ενδεικτικό και το γεγονός ότι η σύνοδος στην Τουνσί έδωσε και την ευκαιρία για την πρώτη διά ζώσης συνάντηση ανάμεσα στον Γουάνγκ Γι και τον Ρώσο ομόλογό του Σεργκέι Λαβρόφ. Και οι δύο πλευρές αποτίμησαν θετικά τη συνάντηση και ο εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών υπογράμμισε ότι «δεν υπάρχουν όρια στη συνεργασία της Κίνας και της Ρωσίας, δεν υπάρχουν όρια στην επιδίωξη της ειρήνης και της διατήρησης της ασφάλειας και δεν υπάρχουν όρια στην αντίθεσή μας στον ηγεμονισμό», ενώ τόνισε ότι η Κίνα και η Ρωσία θα συνεχίσουν να κάνουν πράξη μια πραγματικά πολυμερή εξωτερική πολιτική και να προωθούν έναν πολυπολικό κόσμο.

 

ΠΗΓΗ: In.gr

Συνέχεια ανάγνωσης

Κίνα

Geopolitical Monitor: China-Philippines Tensions Flare in South China Sea

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

After years of relative calm under the pro-China Duterte regime, tensions are mounting between China and the Philippines over the South China Sea. The shift can be attributed in part to the policies of President Ferdinand Romualdez Marcos Jr., who has adopted a more proactive stance against China’s aggressive maneuvers and gray zone tactics in and around Philippines waters. The pivot has brought about a marked warming of US-Philippines relations; for example, the two countries hammered out an agreement to expand US military bases in the Philippines by four in 2023, including in the highly strategic Cagayan province south of Taiwan. Now options like regular US-Philippine joint patrols in the South China Sea are increasingly being considered, suggesting new tactical possibilities for deterrence, but also new ways to trigger unintended escalations.

The Philippines’ South China Sea Transparency Initiative

The perception of worsening China-Philippines tensions could be amplified by the fact that much of these gray zone tactics and interdictions once took place behind the scenes, unnoticed or unremarked on by Manila during the Duterte years. This changed in May 2024 with the launch of a ‘transparency initiative’ by the Marcos administration, which intended to monitor and expose China’s aggressive actions near the Second Thomas Shoal (Ayungin in the Philippines) and elsewhere. As others have pointed out, this is not the first time that the Philippines has tried to name and shame Beijing for its actions in the South China Sea. But the initiative is a clear departure from Manila’s recent passivity, and it lays the diplomatic groundwork for increased support from the United States, Australia, and Japan – all of which fall in the Western camp – if not regional allies in ASEAN.

Manila is launching its own foray in a wider information war with the transparency initiative, evident in a recent incident involving a 60 Minutes crew and other journalists. The crew was invited to observe patrols on a Philippine Coast Guard vessel by the Philippines government, and filmed aggressive ramming maneuvers by the Chinese Coast Guard in the waters near the Sabina Shoal in September. Yet before they had even returned to port, China had already disseminated its own narrative of the clash, identifying the Philippines Coast Guard as the aggressor and the 60 Minutes crew as Western propagandists, complete with pictures.

Where the China narrative may have gone unchallenged before, the transparency initiative offers the possibility of an alternative interpretation; however, this doesn’t mean that Manila’s version is reaching and/or convincing the audiences it wants to target.

China Changes Tack at the Second Thomas Shoal

The transparency initiative has failed to defuse tensions at the Second Thomas Shoal. In fact, research from the Asia Maritime Transparency Initiative illustrates a spike in the presence of Chinese vessels from mid-2023, mainly on the back of increased involvement from the People’s Armed Forces Maritime Militia (PAFMM). The researchers also note that PAFMM, Coast Guard, and PLA Navy vessels have been more likely to employ aggressive tactics (ramming, water cannon, boarding) over this span.

The Second Thomas Shoal is the site of the BRP Sierra Madre, a grounded Philippine Navy ship turned impromptu military outpost and sovereignty marker. Tensions at the shoal revolve around Philippine missions to resupply the BRP Sierra Madre and attempts on the Chinese side to interdict new supplies.

Source: Geopolitical Monitor

Συνέχεια ανάγνωσης

Κίνα

PhilStar Global: Πράκτορας της Κίνας ομολόγησε ότι διενεργούσε κατασκοπεία στις Φιλιππίνες

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Ο Κινέζος κατάσκοπος She Zhijiang, που κρατείται επί του παρόντος στην Ταϊλάνδη αντιτίθεται στον επαναπατρισμό στην Κίνα, ισχυρίστηκε σε ένα ντοκιμαντέρ του Al Jazeera ότι ξεκίνησε το κατασκοπευτικό έργο του στις Φιλιππίνες το 2016 ενώ απέφευγε τις κινεζικές αρχές που είχαν διατάξει τη σύλληψή του για παράνομο τζόγο.

Είπε ότι ο στρατηλάτης του υποσχέθηκε να κανονίσει την απόσυρση της ποινικής του υπόθεσης εάν αποδεχόταν τις κατηγορίες.

Στο ντοκιμαντέρ, ισχυρίστηκε ότι συνεργάστηκε με την απολυθείσα δήμαρχο της Μπαμπάν Άλις Γκούο για το Υπουργείο Κρατικής Ασφάλειας της Κίνας, την υπηρεσία μυστικής αστυνομίας του κομμουνιστικού κόμματος.

Ο κατάσκοπος ομολόγησε την ιδιότητά του ανάφερει, ότι “η Κίνα δεν μπορεί να είναι αξιόπιστη. Οι δυο μας αφιερώσαμε κάποτε τη ζωή μας στο υπουργείο Κρατικής Ασφάλειας της Κίνας. Δείτε τι μου συνέβη», είπε.

Ο πρόεδρος της Γερουσίας Francis Escudero είπε ότι εναπόκειται στα Υπουργεία Δικαιοσύνης (DOJ) και Εξωτερικών Υποθέσεων (DFA) να συντονιστούν με τις αρχές της Ταϊλάνδης εάν επιθυμούν να εμβαθύνουν στους ισχυρισμούς που εγείρει ο She κατά της Guo.

Ο Escudero είπε ότι το ντοκιμαντέρ του Al Jazeera με θέμα She θα πρέπει να εξεταστεί από τις αρχές για πιθανή κατάθεση υπόθεσης κατασκοπείας εναντίον της Guo.

Ο πρόεδρος της Γερουσίας είπε ότι υπάρχει ανάγκη οι κυβερνητικές υπηρεσίες των Φιλιππίνων να συντονιστούν με την Ταϊλάνδη όπου κρατείται για φερόμενο παράνομο διαδικτυακό τζόγο.

«Δεν μπορώ να πω αν το ντοκιμαντέρ έχει εμπιστοσύνη. Το πρόβλημα είναι ότι η μαρτυρία του που δόθηκε στην Ταϊλάνδη μπορεί να μην χρησιμοποιηθεί στο δικαστήριο επειδή δεν υπάρχει περίπτωση να γίνει αντιπαράθεση εξέτασης. Αυτό εναπόκειται στους εισαγγελείς του DOJ και του DFA να το καθορίσουν. Είναι μια περίπλοκη διαδικασία», είπε ο Escudero σε συνέντευξη στο dwIZ το Σάββατο 28 Σεπτεμβρίου.

«Σε κάθε περίπτωση, το περιστατικό θα μπορούσε να εμπίπτει στις διατάξεις της κατασκοπείας, η οποία είναι κατασκοπεία για μια χώρα ακόμη και χωρίς πόλεμο», πρόσθεσε.

Ο Εσκουντέρο επαίνεσε την έρευνα του Κογκρέσου σχετικά με την Γκούο επειδή χρησιμοποίησε τη δημοσιότητα για τη διάδοση των παράνομων τυχερών παιχνιδιών καθώς και στη συμπαιγνία μεταξύ διεθνών εγκληματικών συνδικάτων και αξιωματούχων της τοπικής κυβέρνησης.

Από την πλευρά του, ο ηγέτης της μειονότητας της Γερουσίας Ακουιλίνο Πιμεντέλ Γ’ είπε, ότι το ντοκιμαντέρ μεταδόθηκε από ένα νόμιμο πρακτορείο ειδήσεων, προειδοποιώντας ότι μπορεί μην τεθεί υπόψιν η μαρτυρία ενός κρατούμενου.

«Ας μην πιστεύουμε εύκολα τα λόγια ενός κρατούμενου. Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που ασκούν πίεση σε έναν κρατούμενο μάρτυρα», είπε ο Πίμεντελ σε ξεχωριστή συνέντευξη στο dwIZ.

Εν τω μεταξύ, ο πρώην γερουσιαστής Πινγκ Λάκσον επαίνεσε την τετραμελή επιτροπή της Βουλής που αντιμετώπισε την Γκούο με το ντοκιμαντέρ και την κατηγόρησε για τους υποτιθέμενους δεσμούς της με το κινεζικό κομμουνιστικό κόμμα.

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινδία

Asian Lite: Σημαντικό οικονομικό κόστος για το Πακιστάν οι επιθέσεις σε Κινέζους υπηκόους

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Το Πεκίνο εκφράζει ολοένα και περισσότερο την απογοήτευσή του για την αποτυχία του Ισλαμαμπάντ να αντιμετωπίσει τις οικονομικές προκλήσεις και τις προκλήσεις ασφαλείας

Οι σχέσεις Κίνας-Πακιστάν έχουν μια πτωτική πορεία εν μέσω αυξανόμενων διαφορών για πολλά διμερή ζητήματα. Το Πεκίνο γίνεται ανυπόμονο για την αποτυχία του Ισλαμαμπάντ να αποπληρώσει τα χρέη και να παρέχει επαρκή ασφάλεια στους Κινέζους υπηκόους στο Πακιστάν. Παρά την εξωτερική χρηματοδότηση από παγκόσμιους θεσμούς και την οικονομική στήριξη της Κίνας, το Πακιστάν δεν κατάφερε να σταθεροποιήσει την οικονομία. Κατά συνέπεια, ο Οικονομικός Διάδρομος της Κίνας-Πακιστάν (CPEC) επιβραδύνεται εν μέσω αναφορών για πολλά έργα που αντιμετωπίζουν καθυστερήσεις ή πιθανές διακοπές λειτουργίας. Ενώ το Πεκίνο προσπαθεί με κάποιο τρόπο να σώσει το CPEC και άλλα έργα, το Ισλαμαμπάντ ενδιαφέρεται περισσότερο για τη διμερή συνεργασία στον τομέα της άμυνας και της ασφάλειας, κυρίως κατά της Ινδίας.

Σύμφωνα με αναφορές, το Πακιστάν πιέζει την Κίνα να πραγματοποιήσει ασκήσεις κατά της τρομοκρατίας σε περιοχές κατά μήκος των συνόρων Ινδίας-Πακιστάν. Η Κίνα φέρεται να έχει δείξει απροθυμία στην πρόταση του Πακιστάν, η οποία μπορεί να προκαλέσει άσκοπα εντάσεις με την Ινδία. Αυτό δείχνει ότι το Ισλαμαμπάντ δεν ενδιαφέρεται σοβαρά για τη διασφάλιση της ασφάλειας και της ασφάλειας των Κινέζων πολιτών στο Πακιστάν, αλλά θέλει να χρησιμοποιήσει διμερείς και πολυμερείς στρατιωτικές ασκήσεις για να προκαλέσει την Ινδία και να κρύψει τις αντιτρομοκρατικές αποτυχίες του.

Από την έναρξη της νέας στρατιωτικής επιχείρησης, Azm-i-Istehkam (Αποφασιστικότητα για σταθερότητα), στις 22 Ιουνίου, οι τρομοκρατικές επιθέσεις στο Πακιστάν έχουν αυξηθεί σημαντικά. Σύμφωνα με έκθεση του Πακιστανικού Ινστιτούτου Μελετών Συγκρούσεων και Ασφάλειας (PICSS), τουλάχιστον 254 άνθρωποι, μεταξύ των οποίων 92 πολίτες και 54 μέλη του προσωπικού ασφαλείας, σκοτώθηκαν σε επιθέσεις μαχητών και βομβαρδισμούς τον Αύγουστο, καθιστώντας τον τον πιο θανατηφόρο μήνα για το Πακιστάν τα τελευταία έξι χρόνια. Πιο ανησυχητικό είναι ότι η πλειονότητα αυτών των επιθέσεων σημειώθηκαν στο Βελουχιστάν και στο Χάιμπερ Παχτούνχβα, περιοχές που φιλοξενούν πολλά έργα που χρηματοδοτούνται από την Κίνα. Το Βελουχιστάν σημείωσε απότομη αύξηση της βίας, με τουλάχιστον 125 νεκρούς, μεταξύ των οποίων 80 πολίτες, 22 μέλη του προσωπικού ασφαλείας και 23 μαχητές. Τα τελευταία χρόνια, Κινέζοι υπήκοοι έχουν γίνει συχνά στόχοι φονικών επιθέσεων σε αυτές τις επαρχίες. Στις 26 Μαρτίου, μια βομβιστική επίθεση αυτοκτονίας στοίχισε τη ζωή σε πέντε Κινέζους μηχανικούς που εργάζονταν στο έργο του φράγματος Dasu στην περιοχή Shangla, στην επαρχία Khyber Pakhtunkhwa.

Έκρηξη λεωφορείου Dasu

Επιπλέον, μόλις μια εβδομάδα πριν από την επίθεση αυτοκτονίας, οι αντάρτες των Μπαλόχ στόχευσαν κινεζικά συμφέροντα εισβάλλοντας στο συγκρότημα Gwadar Port Authority (GPA) και στη ναυτική βάση Turbat κοντά στο λιμάνι Gwadar που διοικείται από την Κίνα, το οποίο είναι βασικό συστατικό του CPEC, στην επαρχία Βελουχιστάν. Αυτά τα περιστατικά ανανέωσαν τις σοβαρές ανησυχίες για την ασφάλεια του κινεζικού προσωπικού και έργων στο Πακιστάν. Μόλις δύο ημέρες μετά τη βομβιστική επίθεση στο Dasu, μια κινεζική εταιρεία ανέστειλε τα έργα πολιτικού έργου στο Tarbela 5th Extension Hydropower Project και απέλυσε περισσότερους από 2.000 εργαζομένους για «λόγους ασφαλείας». Το 2021, οι πακιστανικές αρχές είχαν αναθέσει σύμβαση 355 εκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ στην Power Construction Corporation of China Ltd για έργα. Το φράγμα Tarbela των 1.530 MW είχε προγραμματιστεί να ξεκινήσει την παραγωγή ενέργειας πριν από το 2026.

Οι επιθέσεις σε Κινέζους υπηκόους έχουν σημαντικό οικονομικό κόστος για το Πακιστάν, το οποίο ήδη αντιμετωπίζει μια σοβαρή οικονομική κρίση. Το Πεκίνο εκφράζει όλο και πιο έντονα την απογοήτευσή του για την αποτυχία του Ισλαμαμπάντ να αντιμετωπίσει τις οικονομικές προκλήσεις και τις προκλήσεις ασφάλειας. Τον Ιούνιο, ο Κινέζος Πρόεδρος Xi Jinping προειδοποίησε τον Πακιστανό πρωθυπουργό Shehbaz Sharif ότι ενώ η Κίνα ήταν ανοιχτή στην επέκταση και την αναβάθμιση των οικονομικών δεσμών, το Ισλαμαμπάντ έπρεπε πρώτα να δημιουργήσει ένα «ασφαλές, σταθερό και προβλέψιμο» επιχειρηματικό περιβάλλον για τις κινεζικές εταιρείες και το προσωπικό.

Ομοίως, ο Liu Jianchao, Υπουργός του Τμήματος Διεθνών Συνδέσμων του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας – υπεύθυνος για τη διαχείριση των σχέσεων της Κίνας με πολιτικούς οργανισμούς παγκοσμίως – τόνισε το «έλλειμμα εσωτερικής ασφάλειας» του Πακιστάν ως σημαντικό παράγοντα που διαβρώνει την εμπιστοσύνη των Κινέζων επενδυτών. Δήλωσε ότι «οι απειλές για την ασφάλεια είναι οι κύριοι κίνδυνοι για τη συνεργασία της CPEC». Ο Λιου επεσήμανε επίσης τη συνεχιζόμενη πολιτική αστάθεια του Πακιστάν ως βασικό λόγο για τις οικονομικές του αποτυχίες, προτρέποντας τους Πακιστανούς πολιτικούς να ενωθούν και να αντιμετωπίσουν τις περίπλοκες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα.

Shehbaz Sharif και Xi Jinping

Ο πρωθυπουργός του Πακιστάν, Shehbaz Sharif, επισκέφθηκε την Κίνα από τις 4-8 Ιουνίου με μια μεγάλη υπουργική αντιπροσωπεία, συμπεριλαμβανομένου του αρχηγού του πακιστανικού στρατού, στρατηγό Syed Asim Munir, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να αναζωογονήσει τους διμερείς δεσμούς με τον σύμμαχό τους «παντός καιρού». Ήταν η πρώτη εκτεταμένη επίσκεψη του Σαρίφ στην Κίνα αφότου έγινε πρωθυπουργός τον Μάρτιο. Κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του, ο Σαρίφ φέρεται να αναζήτησε νέα δάνεια από το Πεκίνο και ζήτησε περισσότερο χρόνο για την αποπληρωμή των εκκρεμών χρεών. Ωστόσο, δεν πήρε τίποτα ουσιαστικό σε αντάλλαγμα πέρα ​​από ελάχιστα Μνημόνια Συνεννόησης και πολλές προειδοποιήσεις από την κινεζική πλευρά. Τον Αύγουστο, ο Σαρίφ είχε γράψει μια επιστολή στην κινεζική κυβέρνηση ζητώντας επαναπρογραμματισμό του χρέους για το Πακιστάν σε μια προφανή προσπάθεια να εξασφαλίσει την έγκριση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για οικονομική διάσωση 7 δισεκατομμυρίων δολαρίων μέχρι τον επόμενο μήνα.

Η Κίνα ανησυχεί όλο και περισσότερο για τις χρηματοοικονομικές επενδύσεις της στο Πακιστάν, φοβούμενη ότι ενδέχεται να μην αποφέρουν θετικές αποδόσεις στο μέλλον. Συγκεκριμένα, το ένα τρίτο του συνολικού εξωτερικού χρέους του Πακιστάν οφείλεται στην Κίνα. Ωστόσο, το Ισλαμαμπάντ φαίνεται πιο επικεντρωμένο στη χρήση πολυμερών και περιφερειακών πλατφορμών όπως τα Ηνωμένα Έθνη ή ο Οργανισμός Συνεργασίας της Σαγκάης (SCO) για να στοχεύσει την Ινδία. Το Πεκίνο απογοητεύεται με τις προσπάθειες του Πακιστάν να το χρησιμοποιήσει ως εργαλείο για την προώθηση της αντι-ινδικής ατζέντας του. Αντί να αντιμετωπίσει τις εικαζόμενες διασυνοριακές τρομοκρατικές επιθέσεις από το Αφγανιστάν και το Ιράν, ο στρατός του Πακιστάν θέλει να διεξάγει περισσότερες αντιτρομοκρατικές ασκήσεις με την Κίνα σε περιοχές κοντά στα σύνορα με την Ινδία. Οι αναφορές αναφέρουν ότι οι αντάρτες Μπαλόχ και οι Τεχρίκ-ι-Ταλιμπάν βρίσκονται πίσω από πολλές επιθέσεις που στοχεύουν Κινέζους υπηκόους στο Πακιστάν, με ομάδες να έχουν αναφερθεί παρουσία στους δυτικούς γείτονες του Πακιστάν. Ωστόσο, ο στρατός του Πακιστάν εξακολουθεί να διστάζει να πραγματοποιήσει κοινές αντιτρομοκρατικές ασκήσεις με την Κίνα είτε στο Μπαλουχιστάν είτε στο Khyber Pakhtunkhwa, δείχνοντας τη διπροσωπία του Πακιστάν όσον αφορά την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας.

Παρά τις ψευδείς διαβεβαιώσεις του Πακιστάν για ενίσχυση της ασφάλειας κατόπιν επανειλημμένου αιτήματος της Κίνας, συμπεριλαμβανομένης μιας νέας αντιτρομοκρατικής επιχείρησης, η κατάσταση συνεχίζει να επιδεινώνεται, με αυξανόμενες αναταραχές και βία που στοχεύουν βασικά κινεζικά έργα στο πλαίσιο της Πρωτοβουλίας Belt and Road. Η συνεχιζόμενη αστάθεια παρουσιάζει άνευ προηγουμένου προκλήσεις για το λιμάνι του Γκουαντάρ, το CPEC και την «παντός καιρού» συνεργασία της Κίνας με το Πακιστάν. Τελικά, η ευθύνη για αυτές τις οπισθοδρομήσεις βαρύνει την ανικανότητα, τη διττή συμπεριφορά του Πακιστάν και τις συνεχείς προσπάθειές του να χρησιμοποιήσει τη σχέση του με την Κίνα εναντίον της Ινδίας.

 

ΠΗΓΗ: Asian Lite

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινφογνώμων

Infognomon Logo

Περιηγηθείτε στα κορυφαία βιβλία του βιβλιοπωλείου μας

Προβολή όλων

Δημοφιλή