Ακολουθήστε μας

Ευρωπαϊκή Ένωση

Η παλιά τάξη πεθαίνει – Τι πιστεύουν οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι για τη Ρωσία

Δημοσιεύτηκε

στις

Μια νέα Ευρώπη αναδύεται

Της Kadri Liik

Με τον στρατό του να χάνει έδαφος στην Ουκρανία, ο Πούτιν πιθανότατα ποντάρει τις ελπίδες του στην παγκόσμια δυναμική για να τον οδηγήσει στη νίκη -και τελικά να απομακρύνει από τον δρόμο του τους αδύναμους Ευρωπαίους που έχουν βρει το θάρρος να τον εμποδίσουν. “Η συνεχιζόμενη κατάρρευση της δυτικής ηγεμονίας είναι μη αναστρέψιμη”, ισχυρίζεται. Οι μαλθακοί δυτικοί πληθυσμοί δεν μπορούν να αντέξουν τις κακουχίες της ενεργειακής κρίσης, λέει η λογική του. Έτσι, τα ευρωπαϊκά κράτη σταδιακά θα αποσύρουν την υποστήριξή τους για την Ουκρανία και θα φτάσουν σε συμφωνία με τη Ρωσία. Ο αναδυόμενος πολυπολικός κόσμος θα ικανοποιήσει τις επιθυμίες του Κρεμλίνου. Η απομόνωση την οποία υφίσταται η Ρωσία θα είναι μόνο βραχείας διαρκείας.

Ωστόσο τα ευρήματα μιας έρευνας του ECFR υποδηλώνουν ότι ο Πούτιν δεν θα τα βρει τόσο εύκολα. Η έρευνα σχετικά με τις απόψεις των υπεύθυνων χάραξης πολιτικής από όλη την ΕΕ αποκαλύπτει ότι οι Ευρωπαίοι επιδεικνύουν σημαντική ενότητα απέναντι στην τεράστια πρόκληση. Δεν υπάρχει ωστόσο συναίνεση μεταξύ των ευρωπαϊκών πρωτευουσών για το πώς θα μπορούσε να λήξει ο πόλεμος και τι είδους σχέση θα μπορούσε να οικοδομηθεί με τη Ρωσία στο μέλλον -συμπεριλαμβανομένου του εάν θα ασκηθεί πίεση για αλλαγή καθεστώτος στη Μόσχα. Όμως, παρά αυτή την αβεβαιότητα, οι Ευρωπαίοι δεν είναι πλέον προσκολλημένοι στην παλιά διεθνή τάξη, την οποία κατέστρεψε η εισβολή της Ρωσίας. Δεν έχουν ακόμη όλες τις απαντήσεις, αλλά γνωρίζουν ότι δεν υπάρχει γυρισμός και προσαρμόζονται γρήγορα. Ο πρόεδρος της Ρωσίας, μπορεί στο τέλος να διαπιστώσει ότι έχει βοηθήσει στη δημιουργία ενός τρομερού αντιπάλου.

Σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση, οι κυρώσεις απολαμβάνουν ευρείας υποστήριξης. Οι κυβερνήσεις των περισσότερων χωρών τις θεωρούν απαραίτητες και βιώσιμες, ενώ κάποιες θέλουν να προχωρήσουν ακόμη περισσότερο. Και παρόλο που κάποια ΜΜΕ ακόμη συζητούν εάν οι κυρώσεις έχουν αποτέλεσμα, για τις ελίτ που παίρνουν τις αποφάσεις ανά την ΕΕ αυτό το ερώτημα είναι ελάχιστα σχετικό: ακόμη και εκείνοι που παραδέχονται ότι οι οικονομικοί υπολογισμοί δεν μπορούν πλέον να επηρεάσουν τον Πούτιν, θεωρούν τις κυρώσεις απαραίτητες.

Αυτό έρχεται σε κάποια αντίθεση με την κατάσταση μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία το 2014. Τότε, το ερώτημα της αποτελεσματικότητας των κυρώσεων ήταν σε μεγάλο βαθμό θέμα συζήτησης. Τώρα, ακόμη και χώρες που κάποτε η Ρωσία θεωρούσε φιλικές, όπως η Γερμανία και η Ιταλία, φαίνεται να έχουν ανεβάσει τον πήχη ακόμη και να ξεκινήσει μια συζήτηση για τον τερματισμό τους. Η έρευνα του ECFR υποδηλώνει ότι για κάποιες κυβερνήσεις, μια μερική κατάπαυση του πυρός για παράδειγμα, δεν θα είναι αρκετή για να φέρει μια αλλαγή στην πολιτική κυρώσεων. Η μόνη που διαφωνεί είναι η Ουγγαρία, η οποία είναι εναντίον των μέτρων -αλλά ακόμη και προσωπικότητες στη Βουδαπέστη παραδέχονται ότι τώρα είναι μόνοι τους, με την πρώην εταιρική σχέση της Ουγγαρίας με την Πολωνία να αποδυναμώνεται επίσης εξαιτίας αυτών των διασπάσεων.

Η ενότητα ωστόσο είναι χωρίς ηγέτη. Εάν η Γερμανία κάποτε διαδραμάτιζε εξέχοντα ρόλο στη διάρκεια των κρίσεων της τελευταίας δεκαετίας, κυρίως στη διαμόρφωση της ευρωπαϊκής απάντησης στη Ρωσία κατά τη διάρκεια και μετά το 2014, τότε σήμερα καμία χώρα δεν μπορεί να βρει άλλες για να σχηματίσει συναίνεση της ΕΕ. Αυτό όμως δεν είναι ένα σημάδι διχασμού. Η δημοφιλής αίσθηση μιας διχασμένης ΕΕ μεταξύ Ανατολής και Δύσης, μεταξύ γερακιών και περιστεριών, δεν αποτυπώνεται στις απόψεις των φορέων χάραξης πολιτικής, που κάνουν λόγο για ευρεία συμφωνία με την πορεία του ταξιδιού της ΕΕ. Οι οποίες διαφορές τείνουν να αφορούν σε τεχνικές λεπτομέρειες και στον ρυθμό κίνησης. Για την ώρα, αυτή η “χωρίς ηγεσία” ενότητα μπορεί να αποδειχθεί ισχυρή, υποχρεώνοντας όλες τις χώρες να εργαστούν προς την κατεύθυνση κοινών λύσεων και να εξασφαλίσουν ισχυρότερη συμμετοχή. Ωστόσο ο κίνδυνος μπορεί να ελλοχεύει στα ρηχά. Η αμερικανική ηγεσία μπορεί να είναι αυτό που ενώνει τους Ευρωπαίους. Οποιαδήποτε δραματική αλλαγή μετά τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ το 2024 θα μπορούσε να εκθέσει βιαίως το πραγματικό βάθος της ανθεκτικότητάς τους.

Πώς θα τελειώσει ο πόλεμος

Δεν υπάρχει αμφιβολία μεταξύ των υπεύθυνων χάραξης πολιτικής ότι η Ρωσία έχει διαπράξει ένα έγκλημα το οποίο δεν μπορούν απλώς να παραβλέψουν. Τα “ρεαλιστικά” επιχειρήματα που εξέφρασαν κάποιοι Αμερικανοί ακαδημαϊκοί -ότι η δυτική πολιτική διεύρυνσης του ΝΑΤΟ έφερε την κρίση- φαίνεται ότι δεν έχει καθόλου οπαδούς στην Ευρώπη, ακόμη και μεταξύ εκείνων που συμφωνούν ότι η Δύση έχει κάνει επίσης κάποια λάθη.

Αλλά η Ευρώπη αυτή τη στιγμή στερείται μιας συμφωνημένης θεωρίας για τη νίκη. Στις περισσότερες πρωτεύουσες, οι υπεύθυνοι λήψης αποφάσεων προβλέπουν έναν παρατεταμένο πόλεμο που τελειώνει με κάποια μορφή αδιεξόδου -και οι όροι οποιασδήποτε μελλοντικής διευθέτησης παραμένουν εντελώς αδιευκρίνιστοι. Οι πολιτικοί κύκλοι διστάζουν να ορίσουν τη νίκη, αφήνοντας το αυτό ως προνόμιο της Ουκρανίας. Ωστόσο, ορισμένες κυβερνήσεις παραμένουν αποφασισμένες ότι το μόνο αποδεκτό αποτέλεσμα είναι να ανακτήσει η Ουκρανία όλο το έδαφος της, ενώ άλλες είναι ανοιχτές σε νέες προσπάθειες ειρήνης μόλις η Ρωσία αποσυρθεί στις γραμμές που είχε πριν από τις 24 Φεβρουαρίου. Δεν υπάρχει επίσης ενότητα για το εάν θα πιέσουν για αλλαγή καθεστώτος στη Ρωσία: οι περισσότερες κυβερνήσεις συμφωνούν ότι αυτό δεν είναι κάτι το οποίο η ΕΕ μπορεί να θέσει ως στόχο της. Συμφωνούν επιπλέον ότι, αν και ο Πούτιν είναι το μυαλό πίσω από τον πόλεμο, ακόμη και εάν έφευγε από το προσκήνιο, άλλες πολιτικές ελίτ στη Ρωσία θα αισθανόταν υποχρεωμένες να διατηρήσουν τουλάχιστον μέρος της κληρονομιάς του.

Μια νέα Ευρώπη αναδύεται

Παρά την ενότητα, ο δρόμος προς τα εμπρός μοιάζει ζοφερός για τους Ευρωπαίους, και οι υπεύθυνοι για τη χάραξη πολιτικής γνωρίζουν πόσο δύσκολα μπορούν να γίνουν ακόμη τα πράγματα. Οι περισσότεροι έχουν δυσοίωνες προβλέψεις. Ωστόσο, αυτή η κατήφεια δεν μεταφράζεται σε ηττοπάθεια -αντιθέτως τροφοδοτεί μια ξέφρενη δραστηριότητα, με τις κυβερνήσεις να εργάζονται όλο το 24ωρο για να αντιμετωπίσουν πρακτικά ζητήματα. Και το έχουν κάνει με κάποια επιτυχία. Αγοράζοντας γρήγορα φυσικό αέριο για αποθήκευση, επενδύοντας σε διασυνδέσεις και σε τερματικά υγροποιημένου φυσικού αερίου, και προσαρμόζοντας τις δημοσιονομικές διευθετήσεις για να μετριάσουν το πλήγμα στους πληθυσμούς και στις βιομηχανίες. Κατά καιρούς επικρατεί μια άποψη σύγχυσης, με αιχμές και κατηγορίες στο μείγμα. Αλλά επίσης από αυτό προκύπτει μια νέα δημιουργική Ευρώπη της οποίας οι ηγέτες έχουν αναγνωρίσει το οριστικό τέλος του κόσμου που γνώριζαν. Θρηνούν την απώλεια του αλλά ο πόλεμος τους έχει απελευθερώσει να σκέφτονται διαφορετικά: στις σχέσεις τους με τη Ρωσία δεν δεσμεύονται πλέον από το κανονιστικό πλαίσιο που -για χρόνια πριν από τον Φεβρουάριο του 2022- δεν θα μπορούσαν ούτε να εγκαταλείψουν ούτε να το κάνουν να λειτουργήσει.

Και η αλλαγή αυτή είναι μη αναστρέψιμη. Η επανεξέταση φαίνεται να ήταν βαθύτερη στη Γερμανία, της οποίας οι φορείς χάραξης πολιτικής επανεξετάζουν τώρα τα θεμελιώδη στοιχεία της προηγούμενης πολιτικής τους για τη Ρωσία. Αλλά η αλλαγή νοοτροπίας λαμβάνει χώρα στις περισσότερες πρωτεύουσες. Ενώ πολλές χώρες εξακολουθούν να τηρούν την κανονιστική ρητορική στις επίσημες δηλώσεις τους, την αφήνουν πίσω στη συμπεριφορά τους. Ονομαστικά, οι περισσότερες χώρες απαιτούν την αποκατάσταση της μετά-ψυχροπολεμικής διεθνούς τάξης. Στην πραγματικότητα, οι περισσότεροι φορείς χάραξης πολιτικής που μιλούν στο ECFR είναι ξεκάθαροι ότι η σελίδα έχει γυρίσει και το μέλλον θα είναι διαφορετικό από το παρελθόν. Αυτή η αλλαγή μπορεί επίσης να βοηθήσει την Ευρώπη να προετοιμαστεί για μια ζωή σε έναν κόσμο όπου ο σχετικός ρόλος της Δύσης είναι μικρότερος από ό,τι ήταν. Ο Πούτιν μπορεί να είναι προσεκτικός στο τι εύχεται: η Δύση μπορεί πραγματικά να έχει χάσει το καθεστώς του κανονιστικού ηγεμόνα, όπως έχει προβλέψει. Αλλά, αντί να επισπεύσει την αναπόφευκτη δυτική παρακμή, ο Πούτιν μπορεί να έχει υποχρεώσει τους Ευρωπαίους να βρουν μια νέα ευελιξία που τους βοηθάει, αυτούς και τους συμμάχους τους, για να ξεπεράσουν την κρίση.

Μπορείτε να δείτε το κείμενο εδώ

Συνέχεια ανάγνωσης

Ευρωπαϊκή Ένωση

ΕΕ: Η χρηματοδότηση ύψους 1,5 δισ. ευρώ για την Ευρωπαϊκή Αμυντική Βιομηχανία, δεν επαρκεί

Δημοσιεύτηκε

στις

REUTERS/Thomas Peter

Έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου

Δεν ανταποκρίνεται στους στόχους ενίσχυσης της, το πρόγραμμα για την Ευρωπαϊκή Αμυντική Βιομηχανία, ύψους 1,5 δισ. ευρώ, εκτιμά το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο (ΕΕΣ).

Σε έκθεση που δημοσίευσε σήμερα, το ΕΕΣ ζητά αρτιότερο σχεδιασμό του προγράμματος για την ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία (EDIP) και καλύτερη ισορροπία μεταξύ των στόχων πολιτικής, του προτεινόμενου προϋπολογισμού και του χρονοδιαγράμματος. Η διαβούλευση με το ΕΕΣ επί της πρότασης, είναι υποχρεωτική.

Η ΕΕ, αντιμέτωπη με την επανεμφάνιση πολεμικών επιχειρήσεων μεγάλης κλίμακας στην Ευρώπη, έχει θέσει την άμυνα σε πολύ υψηλή θέση στην ατζέντα της. Η πρόταση EDIP προορίζεται ως το πρώτο βήμα για την εφαρμογή της ευρωπαϊκής βιομηχανικής στρατηγικής στον τομέα της άμυνας.

Στόχος είναι να ενισχυθεί η ευρωπαϊκή βιομηχανική και τεχνολογική βάση στον τομέα της άμυνας (ΕΒΤΒΑ), ειδικότερα δε να διασφαλιστεί η έγκαιρη διαθεσιμότητα και προμήθεια αμυντικών προϊόντων. Παράλληλα επιδιώκεται η συμβολή στην ανάκαμψη, στην ανασυγκρότηση και στον εκσυγχρονισμό της αμυντικής ικανότητας της Ουκρανίας.

«Η νομοθετική πρόταση της ΕΕ για την ενίσχυση της αμυντικής βιομηχανικής ετοιμότητάς της, χρήζει αρτιότερου σχεδιασμού. Αναγκαία είναι επίσης η επίτευξη κατάλληλης ισορροπίας μεταξύ των στόχων πολιτικής, του προτεινόμενου προϋπολογισμού και του σχετικού χρονοδιαγράμματος», δήλωσε ο Marek Opioła, Μέλος του ΕΕΣ και αρμόδιος για τη γνώμη.

Το ΕΕΣ επισημαίνει τον κίνδυνο, το χρηματοδοτικό κονδύλιο που προτείνεται, ύψους 1,5 δισ. ευρώ, να μην ανταποκρίνεται στις φιλοδοξίες του προγράμματος. Τονίζει ότι η Επιτροπή δεν αξιολόγησε το ύψος της ενωσιακής δημοσιονομικής στήριξης που απαιτείται για την υλοποίηση των προτεινόμενων μέσων πολιτικής.

Η στήριξη της Ουκρανίας

Όσον αφορά το μέσο στήριξης της Ουκρανίας, που περιλαμβάνεται στην πρόταση, το ΕΕΣ διαπιστώνει ότι δεν ορίζεται συγκεκριμένο χρηματοδοτικό κονδύλιο. Τα κράτη μέλη συμφώνησαν να χρησιμοποιήσουν τα κέρδη που αποφέρει η επένδυση δεσμευμένων ρωσικών περιουσιακών στοιχείων με σκοπό τη στήριξη της Ουκρανίας · ένα ποσοστό των εσόδων θα μπορούσε να διοχετευθεί στην Ουκρανίας. Ωστόσο, το ΕΕΣ εκτιμά ότι η αδυναμία πρόβλεψης, τόσο του ύψους της χρηματοδότησης από τη συγκεκριμένη πηγή, όσο και της διάρκειάς της, ενέχει κινδύνους.

Πηγή: ΑΜΠΕ

Συνέχεια ανάγνωσης

Ευρωπαϊκή Ένωση

Η συνταγή Ντράγκι για να μην βλέπει η ΕΕ με τα κιάλια ΗΠΑ και Κίνα

Δημοσιεύτηκε

στις

Σωτήριες οι προτάσεις Ντράγκι

Το… κοινό μυστικό εκατομμυρίων Ευρωπαίων έβγαλε σε δημόσια θέα ο πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι, παραδίδοντας την ογκώδη –και πολύ σημαντική- έκθεση που του είχαν ζητήσει η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, για τις ενέργειες που θεωρούνται επείγουσες για να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε ένα περιβάλλον όπου ήδη η Κίνα και οι ΗΠΑ προηγούνται με διαφορά ασφαλείας.

Ο κ. Ντράγκι επέδειξε την ανάγκη που όλες οι κυβερνήσεις και όλα τα όργανα σχεδιασμού πολιτικών και λήψης απόφασης της ΕΕ ήδη γνώριζαν: Η Ένωση χρειάζεται μαζικές και επείγουσες –πρόσθετες- επενδύσεις εκατοντάδων δισεκατομμυρίων για να… πλησιάσει ξανά τις δύο υπερδυνάμεις στην τεχνολογία, την καινοτομία και την έρευνα.

Όπως επισημαίνεται από μεγάλα ευρωπαϊκά πρακτορεία, επί της ουσίας ο Μάριο Ντράγκι προειδοποίησε την Ευρωπαϊκή Ένωση ότι βρίσκεται αντιμέτωπη με «υπαρξιακή πρόκληση» αν δεν στραφεί σε μεγάλες επενδύσεις και αν δεν επαναφέρει και δεν εφαρμόσει τον μοχλό ανάπτυξης μέσω «έκδοσης εργαλείων κοινού χρέους», ομολόγων, κλπ.

Ο κ. Ντράγκι παρέδωσε σε λιτή δημόσια τελετή την έκθεσή του στην πρόεδρο της Κομισιόν την περασμένη Δευτέρα. Σε γενικές γραμμές, επισημαίνει –προειδοποιεί- πως η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται σε οικονομική υστέρηση σε σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες και θα πρέπει να συνεχίσει την κοινή έκδοση χρέους για τη βελτίωση της παραγωγικότητας αλλά και την ενίσχυση της ασφάλειάς της (αμυντικές δαπάνες).

Η Ένωση χρειάζεται κατά τον ίδιο πολύ περισσότερο συντονισμό στη βιομηχανική πολιτική, ταχύτερες αποφάσεις και μαζικές επενδύσεις, αν θέλει να συμβαδίσει στον οικονομικό τομέα με ανταγωνιστές όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα.

Μετά την επιτυχία του ιστορικού σχεδίου ανάκαμψης έπειτα από την πανδημία της Covid, η ΕΕ θα πρέπει «να συνεχίσει την έκδοση εργαλείων κοινού χρέους για την χρηματοδότηση κοινών προγραμμάτων επενδύσεων με στόχο την αύξηση της παραγωγικότητας και της ασφάλειας της ΕΕ», σημειώνει στην εισαγωγή της 400σέλιδης έκθεσης ο πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας και πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, επισημαίνοντας το οικονομικό «χάσμα» που χωρίζει την Ευρώπη από τις ΗΠΑ.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση χρειάζεται επιπλέον επενδύσεις ύψους 750-800 δισεκατομμυρίων ευρώ ετησίως — που αντιστοιχούν στο 5% του ΑΕΠ – , πολύ υψηλότερο του 1%-2% του Σχεδίου Μάρσαλ για την ανοικοδόμηση της Ευρώπης μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπως επισημαίνει το Euronews.

170 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΣΕ 400 ΣΕΛΙΔΕΣ

«Οι ανάγκες για επενδύσεις είναι τεράστιες», προειδοποίησε ο Μάριο Ντράγκι κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στις Βρυξέλλες, παρουσία της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Επιμένοντας ότι υπάρχει ανάγκη «δραστικής αλλαγής» στην ευρωπαϊκή προσέγγιση, παρουσίασε ορισμένες από τις «170 προτάσεις του».

Η ιδέα της έκδοσης κοινού χρέους παραμένει πάντως κόκκινη γραμμή για πολλές χώρες της βόρειας Ευρώπης, με προεξάρχουσα την Γερμανία, που εξακολουθούν να φοβούνται ότι θα υπερχρεωθούν για να καλύψουν τις καθυστερήσεις των χωρών του ευρωπαϊκού νότου. Ήδη, λίγες ώρες μετά τη δημοσιοποίηση της έκθεσης Ντράγκι, ο υπουργός Οικονομίας της Γερμανίας, Κρίστιαν Λίντνερ δήλωσε πως η ΕΕ θα πρέπει να εργαστεί για την κινητοποίηση των αναπτυξιακών δυνάμεων του ιδιωτικού τομέα και όχι για περισσότερο δημόσιο δανεισμό.

“Ωστόσο, ο κοινός δανεισμός της ΕΕ δεν θα λύσει τα διαρθρωτικά προβλήματα”, δήλωσε ο Λίντνερ, προσθέτοντας ότι το κύριο πρόβλημα δεν είναι η έλλειψη επιδοτήσεων, αλλά η γραφειοκρατία.

Ο Μάριο Ντράγκι αναγνωρίζει ότι αυτό το σχέδιο δεν είναι εφικτό, εκτός «αν συντρέξουν οι πολιτικές και θεσμικές συνθήκες», προσθέτει το Euronews.

Επισημαίνει την ανάγκη κινητοποίησης ιδιωτικών κεφαλαίων για την χρηματοδότηση της καινοτομίας, μέσω της δημιουργίας μίας πραγματικής «Ενωσης αγορών κεφαλαίων».

«Το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα ανά κάτοικο έχει αυξηθεί σχεδόν επί δύο φορές στις Ηνωμένες Πολιτείες σε σχέση με την Ευρώπη από το 2000», προειδοποιεί ο πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στην έκθεση αυτή, τη σύνταξη της οποίας υπενθυμίζουμε ζήτησε η πρόεδρος της Κομισιόν και προφανώς κάπως θα πρέπει να την αξιοποιήσει.

Τα πορίσματα της έκθεσης του Μάριο Ντράγκι προορίζονται να γίνουν πηγή έμπνευσης του έργου της νέας Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τα πέντε προσεχή χρόνια.

Symbolbild zum Thema EU-Wirtschaft, Konjunkturrückgang, Rezession in der Eurozone

ΣΤΑΣΙΜΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΥΦΕΣΗ

Η Ευρωπαϊκή Ένωση πλήττεται από οικονομική στασιμότητα εδώ και ενάμισι χρόνο. Οι επιδόσεις της στην υπέρβαση της κρίσης που προκλήθηκε από την πανδημία ήταν χαμηλότερες σε σχέση με τις ΗΠΑ, όπως συνέβη και με τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008.

Η υστέρηση εξηγείται «κυρίως με τη μεγαλύτερη επιβράδυνση της παραγωγικότητας στην Ευρώπη» και αντιπροσωπεύει απειλή για το κοινωνικό της μοντέλο, προειδοποιεί ο Μάριο Ντράγκι.

«Αν η Ευρώπη δεν καταφέρει να γίνει παραγωγικότερη, θα είμαστε αναγκασμένοι να κάνουμε επιλογές. Δεν θα μπορούμε ταυτόχρονα να έχουμε ηγετική θέση στον τομέα των νέων τεχνολογιών, να είμαστε υπόδειγμα κλιματικής υπευθυνότητας και ανεξάρτητος παράγοντας στην διεθνή σκηνή. Δεν θα μπορούμε να χρηματοδοτήσουμε το κοινωνικό μας μοντέλο. Θα πρέπει να αναθεωρήσουμε προς τα κάτω ορισμένες έως και το σύνολο των φιλοδοξιών μας. Πρόκειται για μία υπαρξιακή πρόκληση».

ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΠΥΛΩΝΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ ΝΤΡΑΓΚΙ

Οι προτάσεις τις οποίες καταγράφει στην έκθεσή του ο πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες: την τόνωση της καινοτομίας και την κάλυψη του χάσματος που υπάρχει αυτή τη στιγμή με τις ΗΠΑ, τον συνδυασμό της απανθρακοποίησης της οικονομίας με την ανταγωνιστικότητα, και την αύξηση της ασφάλειας και τη μείωση των εξαρτήσεων.

Ειδικά για τη διασύνδεση της ανταγωνιστικότητας με την πράσινη μετάβαση, ο κ. Ντράγκι επεσήμανε πως η αγορά ενέργειας της ΕΕ λειτουργεί βάσει ενός σχεδιασμού (Target Model) από την εποχή όπου στο ενεργειακό μείγμα κυριαρχούσαν το φυσικό αέριο και τα ορυκτά καύσιμα, κάτι που δεν ισχύει σήμερα, ενώ στην αγορά κυριαρχούν εδραιωμένα συμφέροντα, με αποτέλεσμα να μην αξιοποιούνται τα οφέλη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μεταξύ άλλων για μείωση των τιμών ενέργειας.

Τα κύρια ερωτήματα, κατά τον Μάριο Ντράγκι, είναι πώς θα χρηματοδοτηθούν οι τεράστιες επενδύσεις που χρειάζονται και πώς θα μπορέσουν οι 27 να συντονίσουν τις πολιτικές τους.

Όπως σημείωσε ο κ. Ντράγκι, η στρατηγική περιέχει 170 αναλυτικές προτάσεις, οι οποίες είναι αμέσως εφαρμόσιμες χάρη στο προβάδισμα της Ευρώπης όσον αφορά την ποιότητα της εκπαίδευσης, των συστημάτων υγείας και των συστημάτων κοινωνικής ευημερίας.

The flags of China and the European Union waving. International relations and diplomacy.

ΤΟ ΧΑΣΜΑ ΣΤΗΝ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ ΕΝΑΝΤΙ ΤΩΝ ΗΠΑ

Όσον αφορά τους πυλώνες της στρατηγικής που προτείνει, ο κ. Ντράγκι σημείωσε κατ’ αρχήν πως πρέπει να κλείσει το χάσμα στην καινοτομία με τις ΗΠΑ, καθώς η Ευρώπη βρίσκεται σε μια «στατική βιομηχανική δομή» με εταιρίες μεσαίου μεγέθους στους ίδιους τομείς όπως πριν 20 χρόνια, τη στιγμή που οι ΗΠΑ έχουν μεταβεί στην ψηφιακή εποχή.

Υπενθύμισε πως από το 2008, το 30% των εταιριών με αξία πέραν του 1 δις ευρώ εγκατέλειψαν την ΕΕ, με τις πλείστες να πηγαίνουν στις ΗΠΑ. Η αδυναμία στον τομέα της τεχνολογίας, όπως είπε, περιορίζει παράλληλα και την καινοτομία σε παραδοσιακούς τομείς.

Σε σχέση με τον δεύτερο πυλώνα, τον συνδυασμό της ανταγωνιστικότητας με την πράσινη μετάβαση, ο κ. Ντράγκι σημείωσε πως η αγορά ενέργειας της ΕΕ σήμερα «είναι ακόμα σχεδιασμένη για μια εποχή όταν το φυσικό αέριο και τα ορυκτά καύσιμα ήταν τα σημαντικά στοιχεία του ενεργειακού μείγματος».

Το 2020, συνέχισε, το φυσικό αέριο καθόριζε τις τιμές της ενέργειας κατά το 60%, παρά το ότι αποτελούσε μόλις 20% του μείγματος, ενώ στην αγορά κυριαρχούν «εδραιωμένα συμφέροντα» και η ενέργεια αποτελούσε μηχανή εσόδων για τους εθνικούς προϋπολογισμούς.

Το αποτέλεσμα, πρόσθεσε, είναι πως δεν μπορούμε να αξιοποιήσουμε τα οφέλη των ανανεώσιμων για τους καταναλωτές, και για αυτό «πρέπει να στοχεύσουμε στην αποσύνδεση» ώστε οι πολίτες να δουν τη διαφορά στους λογαριασμούς.

Σε αυτό το πλαίσιο, ο πρώην επικεφαλής της ΕΚΤ υπογράμμισε την ανάγκη καθαρών τεχνολογιών και την αύξηση της παροχής πράσινης ενέργειας, κάτι που κάνουν με κίνητρα οι ΗΠΑ, τη στιγμή που η Κίνα ανταγωνίζεται την ΕΕ στην παραγωγή αυτών των τεχνολογιών.

Τρίτον, ο κ. Ντράγκι αναφέρθηκε στον πυλώνα των προτάσεων που αφορούν την αύξηση της ασφάλειας και τη μείωση των των εξαρτήσεων, μεταξύ άλλων μέσω εξωτερικής οικονομικής πολιτικής, συμφωνίες με χώρες κλειδιά και οικοδόμηση των δυνατοτήτων της αμυντικής βιομηχανίας.

ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΕΔΡΟΥ

Μιλώντας στο πλαίσιο της συνέντευξης Τύπου, η κ. Φον ντερ Λάιεν υπογράμμισε πως από τότε που ζήτησε τη συγκεκριμένη έκθεση από τον κ. Ντράγκι, πριν έναν χρόνο, το θέμα της ανταγωνιστικότητας έχει κερδίσει δυναμική στις συζητήσεις των κρατών μελών, με την ίδια να το αναδεικνύει στις πολιτικές κατευθυντήριες γραμμές για τη δεύτερη θητεία της τις οποίες δημοσίευσε τον Ιούλιο ενόψει της έγκρισης της υποψηφιότητας της από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Στην παρέμβασή της, η κ. Φον ντερ Λάιεν εστίασε σε τρεις εισηγήσεις της έκθεσης που θεώρησε σημαντικές: την ανάγκη να προχωρήσουν η ψηφιακή και η πράσινη μετάβαση – καθώς οι βάσεις έχουν μπει – μέσω της στήριξης στη βιομηχανία, την ανάγκη για ενίσχυση των δεξιοτήτων των εργαζομένων που θα παράγουν και θα χειρίζονται νέες τεχνολογίες, και την ανάγκη η ΕΕ να είναι ανθεκτική ώστε να καταστεί ανταγωνιστική εστιάζοντας σε ζητήματα όπως την πρόσβαση σε κρίσιμες πρώτες ύλες, απαραίτητα εξαρτήματα ή διασύνδεση στον τομέα της ενέργειας.

Εξηγώντας τη φιλοσοφία της ογκώδους έκθεσης, ο κ. Ντράγκι σημείωσε πως αν και έχει ειπωθεί πολλές φορές πως η ανάπτυξη στην ΕΕ επιβραδύνεται, έως και πριν δύο χρόνια δεν θα γινόταν η σημερινή συζήτηση. Ωστόσο σήμερα, επεσήμανε, το παγκόσμιο εμπόριο έχει επίσης επιβραδυνθεί, η αγορά της Κίνας είναι λιγότερη ανοιχτή και μάλιστα ανταγωνίζεται την ΕΕ, η Ευρώπη έχει χάσει τη Ρωσία ως κύρια πηγή φτηνής ενέργειας, και πλέον πρέπει να επενδύσει στην άμυνα της για πρώτη φορά από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Στο παρελθόν, σημείωσε, η Ευρώπη μπορούσε να επενδύει στην αύξηση του πληθυσμού, ο οποίος αναμένεται να μειωθεί σταδιακά την επόμενη δεκαετία, τη στιγμή που η παραγωγικότητα παραμένει αδύναμη και οι φιλοδοξίες αυξάνονται, τόσο στον τομέα της κλιματικής αλλαγής όσο και στην άμυνα, παράλληλα με την ανάγκη να διατηρηθεί το μοντέλο κοινωνικής πρόνοιας της ηπείρου.

«Οι επενδύσεις που προϋποθέτουν όλα αυτά είναι τεράστιες» τόνισε, κάνοντας λόγο για ανάγκη αύξησης των επενδύσεων κατά 5% του ΑΕΠ, στα επίπεδα που καταγράφηκαν τελευταία φορά τις δεκαετίες του 1960 και του 1970. Η ανάπτυξη, συνέχισε, είναι κρίσιμης σημασίας ώστε η ΕΕ να μπορεί να διασφαλίσει τις ιδρυτικές αξίες της ευημερίας, της ισότητας, της ελευθερίας και της δημοκρατίας.

ΒΑΡΟΥΦΑΚΗΣ ΚΑΙ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΗ ΑΠΕΡΓΙΑ

Τον Μάρτιο του 2024, όταν οι Βρυξέλλες και άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και πόλεις συγκλονίζονταν από τον ξεσηκωμό των οργανωμένων γεωργοκτηνοτρόφων, απαιτώντας αλλαγές στις πολιτικές της ΕΕ για την πράσινη μετάβαση και την προστασία του περιβάλλοντος και τη διαφύλαξη των συμφερόντων των αγροτών έναντι του αθέμιτου ανταγωνισμού που υφίστανται από συναδέλφους τους σε τρίτες χώρες, όπου δεν εφαρμόζονται τα αυστηρά και δαπανηρά κριτήρια καταλληλότητας προϊόντων που επιβάλλονται στην ΕΕ, ο οικονομολόγος Γιάνης Βαρουφάκης είχε δημοσιεύσει ένα άρθρο στον ευρωπαϊκό Τύπο, το οποίο άγγιζε κάποια από τα θέματα που αγγίζει σήμερα και η έκθεση Ντράγκι.

Ο κ. Βαρουφάκης είχε γράψει μεταξύ άλλων σε εκείνο το άρθρο: «Επί πλέον, υπάρχουν δύο πρόσθετα προβλήματα που αγνοούνται εσκεμμένα. Το ένα είναι η Πράσινη Συμφωνία της ΕΕ, που οι Βρυξέλλες διατυμπανίζουν αλλά δεν έχουν τη δυνατότητα να χρηματοδοτήσουν. Παραδείγματος χάριν, στην Ολλανδία το κορυφαίο οικολογικό πρόβλημα είναι τα νιτρικά άλατα που δηλητηριάζουν δεκαετίες τώρα τον υδροφόρο ορίζοντα. Μετά από δεκαετίες που η κυβέρνηση έκανε τα στραβά μάτια, ξάφνου – υπό την πίεση των Βρυξελλών – απαίτησε από τους Ολλανδούς αγρότες να λύσουν το πρόβλημα με δικό τους κόστος, μεταξύ άλλων μέτρων, “θυσιάζοντας” μία στις τρεις αγελάδες.

Ακόμα πιο δυσεπίλυτο είναι το δεύτερο πρόβλημα που προκάλεσε η 15ετής οικονομική ύφεση που ακολούθησε το τραπεζικό Κραχ του 2008. Το αποτέλεσμα των πανευρωπαϊκών πολιτικών λιτότητας, που ήταν η βασική πολιτική αντιμετώπισης της κρίσης αυτής, ήταν η κατάρρευση των επενδύσεων.

Τα αποτελέσματα αυτής της επιλογής είναι καταιγιστικά: Η επενδυτική απεργία ευθύνεται για τη σημερινή αποβιομηχάνιση της Γερμανίας και της Βόρειας Ιταλίας ταυτόχρονα.

Ολόκληρο το βιομηχανικό καρτέλ της Βόρειας και Κεντρικής Ευρώπης αποδομείται και, έτσι, αδυνατεί να χρηματοδοτεί την Κοινή Αγροτική Πολιτική, όπως είχε συμφωνηθεί με τους τσιφλικάδες του Βορρά από την δεκαετία του ’50.

Παράλληλα, μένει με άδεια τα ταμεία η Πράσινη Συμφωνία της ΕΕ, με τα βάρη της να πέφτουν δυσανάλογα στους ώμους των αγροτών και των λαϊκών τάξεων.

Με άλλα λόγια», επισήμανε ο κ. Βαρουφάκης, «για τον ξεσηκωμό ακόμα και των πλουσιότερων Γερμανών και Ολλανδών μεγαλοαγροτών, που για πρώτη φορά συναγωνίζονται τους Έλληνες, Γάλλους και Ισπανούς συναδέλφους τους στις κινητοποιήσεις και στα μπλόκα, ευθύνεται ο ανόητος χειρισμός της αναπόφευκτης κρίσης του ευρώ».

Από το περιοδικό Insider

Συνέχεια ανάγνωσης

Ευρωπαϊκή Ένωση

Χαμενεΐ: «Να εξαφανιστεί από εδώ» η Δύση

Δημοσιεύτηκε

στις

Αλί Χαμενεΐ. Φωτ. Office of the Iranian Supreme Leader/WANA (West Asia News Agency) via REUTERS

Ανέφερε ότι «θρηνεί» για τον θάνατο του ηγέτη της Χεζμπολάχ Χασάν Νασράλα

Τις «ΗΠΑ και ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες» που «ψευδώς υποστηρίζουν ότι φέρνουν ειρήνη και ηρεμία στην περιοχή» κατηγόρησε ο ανώτατος ηγέτης του Ιράν, Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ, για τις περιφερειακές εντάσεις στη Μέση Ανατολή, στις πρώτες του δηλώσεις μετά την πυραυλική επίθεση στο Ισραήλ.

Είπε ότι πρέπει να «χαθούν» από την περιοχή, ώστε οι χώρες της περιοχής να ζήσουν ειρηνικά.

Ανέφερε επίσης ότι «θρηνεί» για τον θάνατο του ηγέτη της Χεζμπολάχ Χασάν Νασράλα, αλλά δεν ανέβαλε το πρόγραμμά του επειδή το πένθος του Ιράν είναι μια «αναζωογονητική και κινητήρια δύναμη».

Η εντολή εκτόξευσης πυραύλων στο Ισραήλ την Τρίτη δόθηκε από τον ανώτατο ηγέτη της χώρας – ο οποίος παραμένει σε ασφαλή τοποθεσία, δήλωσε ανώτερος Ιρανός αξιωματούχος στο πρακτορείο ειδήσεων Reuters.

Ναυτεμπορική

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινφογνώμων

Infognomon Logo

Περιηγηθείτε στα κορυφαία βιβλία του βιβλιοπωλείου μας

Προβολή όλων

Δημοφιλή