Ακολουθήστε μας

Ευρωπαϊκή Ένωση

Η Ευρώπη είναι δεσμευμένη υπέρ της Ουκρανίας. Προς το παρόν…

Δημοσιεύτηκε

στις

Για πόσο ακόμα θα στηρίζει η Ε.Ε. την Ουκρανία;

Αυτές τις ημέρες η Ευρώπη μού θυμίζει τις πρώτες εβδομάδες της πανδημίας: Ζούμε με την αίσθηση ότι το τέλος του κόσμου είναι προ των πυλών. Αλλά τη φορά αυτή, το άγχος για τα πυρηνικά όπλα της Ρωσίας έχει αντικαταστήσει τη συζήτηση για τον ιό.

Τα ευρωπαϊκά μέσα ενημέρωσης είναι γεμάτα ζοφερούς τίτλους για ενεργειακές ελλείψεις, διαταραχές παροχής και διακοπές ρεύματος. Οι αναλυτές συμφωνούν ότι ο πληθωρισμός και το κλιμακούμενο κόστος ζωής θα μπορούσαν εύκολα να οδηγήσουν εκατομμύρια ανθρώπους στους δρόμους σε διαμαρτυρίες. Ο αριθμός των μεταναστών που ήρθαν φέτος στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ήδη το ίδιο υψηλός με τον αριθμό εκείνων που ήρθαν από τη Συρία το 2015. Και η πολεμική μηχανή του Κρεμλίνου θα αυξήσει τα μεγέθη, καθώς η καταστροφή των υποδομών της Ουκρανίας αποστερεί ηλεκτρισμό και νερό από τους ανθρώπους εκεί.

Ωστόσο, ο χειμώνας του Βλαντιμίρ Πούτιν είναι απίθανο να δώσει τέλος στη δέσμευση της Ευρώπης απέναντι στην Ουκρανία. Οι συμμαχικές κυβερνήσεις μπορεί να αλλάξουν, αλλά οι κυρώσεις θα παραμείνουν σε ισχύ. Απλώς κοιτάξτε την Ιταλία, όπου η νεοεκλεγείσα ακροδεξιά κυβέρνηση έχει συνυπογράψει την ευρωπαϊκή θέση.

Η πλειονότητα των Ευρωπαίων είναι ηθικά εξοργισμένοι από τη βαρβαρότητα της Ρωσίας. Και οι πρόσφατες επιτυχίες του ουκρανικού στρατού προσθέτουν την ελπίδα στην οργή. Στην πραγματικότητα, καθώς οι Ουκρανοί σημειώνουν πρόοδο στο πεδίο της μάχης αυξάνεται και η υποστήριξη σε αυτούς. Αλλά ο πιο σημαντικός παράγοντας βρίσκεται, στην πραγματικότητα, στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Όταν ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας Βίκτορ Όρμπαν, ο στενότερος σύμμαχος του κ. Πούτιν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, διακήρυξε πρόσφατα ότι “η ελπίδα για την ειρήνη ονομάζεται Ντόναλντ Τραμπ”, εξέφρασε κάτι που όλοι οι σύμμαχοι του κ. Πούτιν στην Ευρώπη έχουν αντιληφθεί: Μόνο μια αλλαγή στην αμερικανική πολιτική μπορεί να αλλάξει τη θέση της Δύσης απέναντι στην Ουκρανία. Η Αμερική και όχι η Ευρώπη είναι ο αδύναμος κρίκος όσον αφορά στη συνέχιση της υποστήριξης στο Κίεβο.

Αλλά ο πόλεμος αυτός δεν θα συνεχιστεί για πάντα. Και είναι στην ειρήνη παρά στις μάχη, που οι εντάσεις στην Ευρώπη θα φανούν ξεκάθαρες.

Υπάρχουν τρία διακριτά στρατόπεδα όσον αφορά στις σκέψεις για το πώς πρέπει να τελειώσει αυτός ο πόλεμος: οι ρεαλιστές, οι αισιόδοξοι και οι ρεβιζιονιστές. Εκπρόσωποι του καθενός εντοπίζονται μεταξύ πολιτικών και ψηφοφόρων σε όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές χώρες, αλλά δεν εκπροσωπούνται εξίσου παντού: Στη Δυτική και τη Νότια Ευρώπη η συζήτηση γίνεται κυρίως μεταξύ ρεαλιστών και αισιόδοξων. Στην Ουκρανία και σε ορισμένες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, είναι ανάμεσα σε αισιόδοξους και ρεβιζιονιστές. Η γεωγραφία και η ιστορία εξηγούν καλύτερα τις διαφορές. Οι Δυτικοευρωπαίοι φοβούνται κυρίως τον πυρηνικό πόλεμο. Οι Ανατολικοευρωπαίοι φοβούνται την επιστροφή της ρωσικής σφαίρας επιρροής στις χώρες τους σε περίπτωση ήττας της Ουκρανίας.

Οι λεγόμενοι ρεαλιστές πιστεύουν ότι στόχος της Ευρώπης πρέπει να είναι να μην κερδίσει η Ρωσία, να μην χάσει η Ουκρανία και να μην διευρυνθεί ο πόλεμος. Δείτε τις δηλώσεις του Προέδρου της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν, για αυτήν τη θέση. Με τη λογική αυτή, η Ουκρανία θα πρέπει να λάβει βοήθεια για να απελευθερώσει όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος του εδάφους της, αλλά μια ουκρανική νίκη θα πρέπει να έχει τα όριά της, γιατί η επιδίωξη αυτού του στόχου θα αύξανε πολύ τον κίνδυνο να χρησιμοποιήσει η Ρωσία τακτικά πυρηνικά όπλα. Το πιο προφανές όριο είναι ότι η Ουκρανία δεν θα πάει τόσο μακριά επιχειρώντας να ανακτήσει την Κριμαία, την οποία η Ρωσία προσάρτησε το 2014.

Οι ρεαλιστές θεωρούν δικαίως την τρέχουσα σύγκρουση ως πιο επικίνδυνη από την αμερικανο-σοβιετική αντιπαράθεση κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, επειδή ο Ψυχρός Πόλεμος ήταν μια σύγκρουση μεταξύ δύο δυνάμεων που και οι δύο πίστευαν ότι η ιστορία ήταν με το μέρος τους. Η Δύση τώρα αντιμετωπίζει έναν ηγέτη με νοοτροπία απόλυτης καταστροφής, στοιχειωμένο από το φάσμα ενός κόσμου χωρίς Ρωσία.

Το δεύτερο στρατόπεδο είναι οι αισιόδοξοι. Βλέπουν το τέλος του πολέμου όχι μόνο ως νίκη της Ουκρανίας αλλά ως το τέλος του Βλαντιμίρ Πούτιν. Υποστηρίζουν ότι η στρατιωτική ήττα της Ρωσίας και οι συνεχιζόμενες επιπτώσεις των κυρώσεων – που θα γίνουν μόνο πιο καταστροφικές – συνιστούν σαφείς ενδείξεις ότι ο χρόνος του Ρώσου προέδρου στην εξουσία είναι μετρημένος και υποστηρίζουν την απροθυμία του Προέδρου Βολοντιμίρ Ζελένσκι να διαπραγματευτεί με τον κ. Πούτιν. Οι θιασώτες αυτής της θέση, συμπεριλαμβανομένων των Γερμανών Πρασίνων και των περισσότερων Ανατολικοευρωπαίων, θεωρούν ότι μόνο η απεριόριστη υποστήριξη στην Ουκρανία μπορεί να επιτύχει μια χρόνια ειρήνευση. Η Ρωσία δεν πρέπει απλώς να αναχαιτισθεί αλλά να ηττηθεί.

Οι ρεβιζιονιστές βλέπουν τον πόλεμο στην Ουκρανία όχι ως πόλεμο του κ. Πούτιν αλλά ως πόλεμο των Ρώσων. Για αυτούς, μόνη εγγύηση για ειρήνη και σταθερότητα στην Ευρώπη μετά το τέλος του πολέμου θα ήταν η μη αναστρέψιμη αποδυνάμωση της Ρωσίας, συμπεριλαμβανομένης της διάλυσης της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Υπερθεματίζουν τη στήριξη στα αυτονομιστικά κινήματα στη χώρα και ζητούν κρατηθούν μακριά από την Ευρώπη οι Ρώσοι, ανεξάρτητα από τις πολιτικές αλλαγές στη χώρα. Κατά την άποψή τους, ο πόλεμος που ξεκίνησε με τον ισχυρισμό του κ. Πούτιν ότι η Ουκρανία δεν υπάρχει πρέπει να τελειώσει με την οριστική διάλυση της ρωσικής αυτοκρατορίας. Η στρατηγική του “Τέλους της Ρωσίας” είναι, χωρίς να συνιστά έκπληξη, η πιο δημοφιλής σε χώρες που έχουν υποφέρει από την κυριαρχία της Μόσχας στο παρελθόν: την Πολωνία, τις δημοκρατίες της Βαλτικής και, φυσικά, την Ουκρανία.

Κάθε μία από αυτές τις σχολές σκέψης έχει τους εύλογους επικριτές της. Οι επικριτές της ρεαλιστικής προσέγγισης δικαίως επιμένουν ότι ο ρεαλισμός έχει ήδη δοκιμαστεί το 2015 μετά την εισβολή της Ρωσίας στην ανατολική Ουκρανία και δεν λειτούργησε. Οι μαγικοί ρεαλιστές υποφέρουν από ένα πλεόνασμα αισιοδοξίας ότι οι μέρες του κ. Πούτιν είναι μετρημένες. Επιπλέον, η αλλαγή καθεστώτος που επιθυμούν οι αισιόδοξοι είναι πιο δύσκολη στην πράξη. Πώς, τελικά, θα μπορούσαν να προχωρήσουν οι διαπραγματεύσεις με βάση τους επιθυμητούς τους στόχους τους; Και οι εκκλήσεις των ρεβιζιονιστών για διάλυση ή παραμόρφωση της Ρωσίας θα μπορούσαν να έχουν το ακούσιο και ανεπιθύμητο αποτέλεσμα να δώσουν στους Ρώσους λόγους να πολεμήσουν σε αυτόν τον πόλεμο, κάτι που ο κ. Πούτιν απέτυχε να κάνει.

Όταν τα ρωσικά στρατεύματα βρίσκονταν στα περίχωρα του Κιέβου, οι διαφορές μεταξύ ρεαλιστών, αισιόδοξων και ρεβιζιονιστών δεν ήταν κρίσιμες. Ο μόνος στόχος ήταν να αποτραπεί η κατάρρευση της Ουκρανίας και να μην κατακτήσει ο κ. Πούτιν μία νίκη. Αλλά οι θρίαμβοι του ουκρανικού στρατού τους τελευταίους μήνες έχουν φέρει αυτές τις διαφορές πιο κοντά στο επίκεντρο της ευρωπαϊκής συζήτησης. Οι αποκλίνουσες απόψεις για το πώς πρέπει να τελειώσει ο πόλεμος είναι ο πραγματικός κίνδυνος για την ευρωπαϊκή ενότητα και όχι οι απειλές του κ. Πούτιν. Αυτό θα το νιώσουμε ήδη από τον χειμώνα, όταν θα αυξηθεί η λαϊκή πίεση για έναρξη διαπραγματεύσεων με τη Μόσχα.

Οι αποκλίνουσες αφηγήσεις και οράματα για το επιθυμητό τέλος του πολέμου είναι τόσο φορτισμένα συναισθηματικά και ηθικά που οποιαδήποτε συμφωνία θα είναι οδυνηρά περίπλοκη. Αλλά χρειάζεται επειγόντως κάποιο κοινό πλαίσιο για μια επίλυση του ζητήματος του πολέμου. Χωρίς αυτό, ο φόβος των Ουκρανών ότι θα προδοθούν από τη Δύση και ο φόβος του κ. Πούτιν ότι η Ρωσία θα ταπεινωθεί στρατιωτικά τροφοδοτούν την ακραία κλιμάκωση.

* Ο Ivan Krastev είναι πρόεδρος του Κέντρου Φιλελεύθερων Στρατηγικών, μόνιμος συνεργάτης στο Ινστιτούτο Ανθρωπιστικών Επιστημών της Βιέννης και συγγραφέας του “Is It Tomorrow Yet? Paradoxes of the Pandemic”.

© 2022 Διατίθεται από το “The New York Times Licensing Group”

Αναδημοσίευση από το capital.gr
Συνέχεια ανάγνωσης

Ευρωπαϊκή Ένωση

ΕΕ: Η χρηματοδότηση ύψους 1,5 δισ. ευρώ για την Ευρωπαϊκή Αμυντική Βιομηχανία, δεν επαρκεί

Δημοσιεύτηκε

στις

REUTERS/Thomas Peter

Έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου

Δεν ανταποκρίνεται στους στόχους ενίσχυσης της, το πρόγραμμα για την Ευρωπαϊκή Αμυντική Βιομηχανία, ύψους 1,5 δισ. ευρώ, εκτιμά το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο (ΕΕΣ).

Σε έκθεση που δημοσίευσε σήμερα, το ΕΕΣ ζητά αρτιότερο σχεδιασμό του προγράμματος για την ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία (EDIP) και καλύτερη ισορροπία μεταξύ των στόχων πολιτικής, του προτεινόμενου προϋπολογισμού και του χρονοδιαγράμματος. Η διαβούλευση με το ΕΕΣ επί της πρότασης, είναι υποχρεωτική.

Η ΕΕ, αντιμέτωπη με την επανεμφάνιση πολεμικών επιχειρήσεων μεγάλης κλίμακας στην Ευρώπη, έχει θέσει την άμυνα σε πολύ υψηλή θέση στην ατζέντα της. Η πρόταση EDIP προορίζεται ως το πρώτο βήμα για την εφαρμογή της ευρωπαϊκής βιομηχανικής στρατηγικής στον τομέα της άμυνας.

Στόχος είναι να ενισχυθεί η ευρωπαϊκή βιομηχανική και τεχνολογική βάση στον τομέα της άμυνας (ΕΒΤΒΑ), ειδικότερα δε να διασφαλιστεί η έγκαιρη διαθεσιμότητα και προμήθεια αμυντικών προϊόντων. Παράλληλα επιδιώκεται η συμβολή στην ανάκαμψη, στην ανασυγκρότηση και στον εκσυγχρονισμό της αμυντικής ικανότητας της Ουκρανίας.

«Η νομοθετική πρόταση της ΕΕ για την ενίσχυση της αμυντικής βιομηχανικής ετοιμότητάς της, χρήζει αρτιότερου σχεδιασμού. Αναγκαία είναι επίσης η επίτευξη κατάλληλης ισορροπίας μεταξύ των στόχων πολιτικής, του προτεινόμενου προϋπολογισμού και του σχετικού χρονοδιαγράμματος», δήλωσε ο Marek Opioła, Μέλος του ΕΕΣ και αρμόδιος για τη γνώμη.

Το ΕΕΣ επισημαίνει τον κίνδυνο, το χρηματοδοτικό κονδύλιο που προτείνεται, ύψους 1,5 δισ. ευρώ, να μην ανταποκρίνεται στις φιλοδοξίες του προγράμματος. Τονίζει ότι η Επιτροπή δεν αξιολόγησε το ύψος της ενωσιακής δημοσιονομικής στήριξης που απαιτείται για την υλοποίηση των προτεινόμενων μέσων πολιτικής.

Η στήριξη της Ουκρανίας

Όσον αφορά το μέσο στήριξης της Ουκρανίας, που περιλαμβάνεται στην πρόταση, το ΕΕΣ διαπιστώνει ότι δεν ορίζεται συγκεκριμένο χρηματοδοτικό κονδύλιο. Τα κράτη μέλη συμφώνησαν να χρησιμοποιήσουν τα κέρδη που αποφέρει η επένδυση δεσμευμένων ρωσικών περιουσιακών στοιχείων με σκοπό τη στήριξη της Ουκρανίας · ένα ποσοστό των εσόδων θα μπορούσε να διοχετευθεί στην Ουκρανίας. Ωστόσο, το ΕΕΣ εκτιμά ότι η αδυναμία πρόβλεψης, τόσο του ύψους της χρηματοδότησης από τη συγκεκριμένη πηγή, όσο και της διάρκειάς της, ενέχει κινδύνους.

Πηγή: ΑΜΠΕ

Συνέχεια ανάγνωσης

Ευρωπαϊκή Ένωση

Η συνταγή Ντράγκι για να μην βλέπει η ΕΕ με τα κιάλια ΗΠΑ και Κίνα

Δημοσιεύτηκε

στις

Σωτήριες οι προτάσεις Ντράγκι

Το… κοινό μυστικό εκατομμυρίων Ευρωπαίων έβγαλε σε δημόσια θέα ο πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι, παραδίδοντας την ογκώδη –και πολύ σημαντική- έκθεση που του είχαν ζητήσει η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, για τις ενέργειες που θεωρούνται επείγουσες για να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε ένα περιβάλλον όπου ήδη η Κίνα και οι ΗΠΑ προηγούνται με διαφορά ασφαλείας.

Ο κ. Ντράγκι επέδειξε την ανάγκη που όλες οι κυβερνήσεις και όλα τα όργανα σχεδιασμού πολιτικών και λήψης απόφασης της ΕΕ ήδη γνώριζαν: Η Ένωση χρειάζεται μαζικές και επείγουσες –πρόσθετες- επενδύσεις εκατοντάδων δισεκατομμυρίων για να… πλησιάσει ξανά τις δύο υπερδυνάμεις στην τεχνολογία, την καινοτομία και την έρευνα.

Όπως επισημαίνεται από μεγάλα ευρωπαϊκά πρακτορεία, επί της ουσίας ο Μάριο Ντράγκι προειδοποίησε την Ευρωπαϊκή Ένωση ότι βρίσκεται αντιμέτωπη με «υπαρξιακή πρόκληση» αν δεν στραφεί σε μεγάλες επενδύσεις και αν δεν επαναφέρει και δεν εφαρμόσει τον μοχλό ανάπτυξης μέσω «έκδοσης εργαλείων κοινού χρέους», ομολόγων, κλπ.

Ο κ. Ντράγκι παρέδωσε σε λιτή δημόσια τελετή την έκθεσή του στην πρόεδρο της Κομισιόν την περασμένη Δευτέρα. Σε γενικές γραμμές, επισημαίνει –προειδοποιεί- πως η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται σε οικονομική υστέρηση σε σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες και θα πρέπει να συνεχίσει την κοινή έκδοση χρέους για τη βελτίωση της παραγωγικότητας αλλά και την ενίσχυση της ασφάλειάς της (αμυντικές δαπάνες).

Η Ένωση χρειάζεται κατά τον ίδιο πολύ περισσότερο συντονισμό στη βιομηχανική πολιτική, ταχύτερες αποφάσεις και μαζικές επενδύσεις, αν θέλει να συμβαδίσει στον οικονομικό τομέα με ανταγωνιστές όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα.

Μετά την επιτυχία του ιστορικού σχεδίου ανάκαμψης έπειτα από την πανδημία της Covid, η ΕΕ θα πρέπει «να συνεχίσει την έκδοση εργαλείων κοινού χρέους για την χρηματοδότηση κοινών προγραμμάτων επενδύσεων με στόχο την αύξηση της παραγωγικότητας και της ασφάλειας της ΕΕ», σημειώνει στην εισαγωγή της 400σέλιδης έκθεσης ο πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας και πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, επισημαίνοντας το οικονομικό «χάσμα» που χωρίζει την Ευρώπη από τις ΗΠΑ.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση χρειάζεται επιπλέον επενδύσεις ύψους 750-800 δισεκατομμυρίων ευρώ ετησίως — που αντιστοιχούν στο 5% του ΑΕΠ – , πολύ υψηλότερο του 1%-2% του Σχεδίου Μάρσαλ για την ανοικοδόμηση της Ευρώπης μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπως επισημαίνει το Euronews.

170 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΣΕ 400 ΣΕΛΙΔΕΣ

«Οι ανάγκες για επενδύσεις είναι τεράστιες», προειδοποίησε ο Μάριο Ντράγκι κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στις Βρυξέλλες, παρουσία της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Επιμένοντας ότι υπάρχει ανάγκη «δραστικής αλλαγής» στην ευρωπαϊκή προσέγγιση, παρουσίασε ορισμένες από τις «170 προτάσεις του».

Η ιδέα της έκδοσης κοινού χρέους παραμένει πάντως κόκκινη γραμμή για πολλές χώρες της βόρειας Ευρώπης, με προεξάρχουσα την Γερμανία, που εξακολουθούν να φοβούνται ότι θα υπερχρεωθούν για να καλύψουν τις καθυστερήσεις των χωρών του ευρωπαϊκού νότου. Ήδη, λίγες ώρες μετά τη δημοσιοποίηση της έκθεσης Ντράγκι, ο υπουργός Οικονομίας της Γερμανίας, Κρίστιαν Λίντνερ δήλωσε πως η ΕΕ θα πρέπει να εργαστεί για την κινητοποίηση των αναπτυξιακών δυνάμεων του ιδιωτικού τομέα και όχι για περισσότερο δημόσιο δανεισμό.

“Ωστόσο, ο κοινός δανεισμός της ΕΕ δεν θα λύσει τα διαρθρωτικά προβλήματα”, δήλωσε ο Λίντνερ, προσθέτοντας ότι το κύριο πρόβλημα δεν είναι η έλλειψη επιδοτήσεων, αλλά η γραφειοκρατία.

Ο Μάριο Ντράγκι αναγνωρίζει ότι αυτό το σχέδιο δεν είναι εφικτό, εκτός «αν συντρέξουν οι πολιτικές και θεσμικές συνθήκες», προσθέτει το Euronews.

Επισημαίνει την ανάγκη κινητοποίησης ιδιωτικών κεφαλαίων για την χρηματοδότηση της καινοτομίας, μέσω της δημιουργίας μίας πραγματικής «Ενωσης αγορών κεφαλαίων».

«Το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα ανά κάτοικο έχει αυξηθεί σχεδόν επί δύο φορές στις Ηνωμένες Πολιτείες σε σχέση με την Ευρώπη από το 2000», προειδοποιεί ο πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στην έκθεση αυτή, τη σύνταξη της οποίας υπενθυμίζουμε ζήτησε η πρόεδρος της Κομισιόν και προφανώς κάπως θα πρέπει να την αξιοποιήσει.

Τα πορίσματα της έκθεσης του Μάριο Ντράγκι προορίζονται να γίνουν πηγή έμπνευσης του έργου της νέας Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τα πέντε προσεχή χρόνια.

Symbolbild zum Thema EU-Wirtschaft, Konjunkturrückgang, Rezession in der Eurozone

ΣΤΑΣΙΜΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΥΦΕΣΗ

Η Ευρωπαϊκή Ένωση πλήττεται από οικονομική στασιμότητα εδώ και ενάμισι χρόνο. Οι επιδόσεις της στην υπέρβαση της κρίσης που προκλήθηκε από την πανδημία ήταν χαμηλότερες σε σχέση με τις ΗΠΑ, όπως συνέβη και με τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008.

Η υστέρηση εξηγείται «κυρίως με τη μεγαλύτερη επιβράδυνση της παραγωγικότητας στην Ευρώπη» και αντιπροσωπεύει απειλή για το κοινωνικό της μοντέλο, προειδοποιεί ο Μάριο Ντράγκι.

«Αν η Ευρώπη δεν καταφέρει να γίνει παραγωγικότερη, θα είμαστε αναγκασμένοι να κάνουμε επιλογές. Δεν θα μπορούμε ταυτόχρονα να έχουμε ηγετική θέση στον τομέα των νέων τεχνολογιών, να είμαστε υπόδειγμα κλιματικής υπευθυνότητας και ανεξάρτητος παράγοντας στην διεθνή σκηνή. Δεν θα μπορούμε να χρηματοδοτήσουμε το κοινωνικό μας μοντέλο. Θα πρέπει να αναθεωρήσουμε προς τα κάτω ορισμένες έως και το σύνολο των φιλοδοξιών μας. Πρόκειται για μία υπαρξιακή πρόκληση».

ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΠΥΛΩΝΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ ΝΤΡΑΓΚΙ

Οι προτάσεις τις οποίες καταγράφει στην έκθεσή του ο πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες: την τόνωση της καινοτομίας και την κάλυψη του χάσματος που υπάρχει αυτή τη στιγμή με τις ΗΠΑ, τον συνδυασμό της απανθρακοποίησης της οικονομίας με την ανταγωνιστικότητα, και την αύξηση της ασφάλειας και τη μείωση των εξαρτήσεων.

Ειδικά για τη διασύνδεση της ανταγωνιστικότητας με την πράσινη μετάβαση, ο κ. Ντράγκι επεσήμανε πως η αγορά ενέργειας της ΕΕ λειτουργεί βάσει ενός σχεδιασμού (Target Model) από την εποχή όπου στο ενεργειακό μείγμα κυριαρχούσαν το φυσικό αέριο και τα ορυκτά καύσιμα, κάτι που δεν ισχύει σήμερα, ενώ στην αγορά κυριαρχούν εδραιωμένα συμφέροντα, με αποτέλεσμα να μην αξιοποιούνται τα οφέλη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μεταξύ άλλων για μείωση των τιμών ενέργειας.

Τα κύρια ερωτήματα, κατά τον Μάριο Ντράγκι, είναι πώς θα χρηματοδοτηθούν οι τεράστιες επενδύσεις που χρειάζονται και πώς θα μπορέσουν οι 27 να συντονίσουν τις πολιτικές τους.

Όπως σημείωσε ο κ. Ντράγκι, η στρατηγική περιέχει 170 αναλυτικές προτάσεις, οι οποίες είναι αμέσως εφαρμόσιμες χάρη στο προβάδισμα της Ευρώπης όσον αφορά την ποιότητα της εκπαίδευσης, των συστημάτων υγείας και των συστημάτων κοινωνικής ευημερίας.

The flags of China and the European Union waving. International relations and diplomacy.

ΤΟ ΧΑΣΜΑ ΣΤΗΝ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ ΕΝΑΝΤΙ ΤΩΝ ΗΠΑ

Όσον αφορά τους πυλώνες της στρατηγικής που προτείνει, ο κ. Ντράγκι σημείωσε κατ’ αρχήν πως πρέπει να κλείσει το χάσμα στην καινοτομία με τις ΗΠΑ, καθώς η Ευρώπη βρίσκεται σε μια «στατική βιομηχανική δομή» με εταιρίες μεσαίου μεγέθους στους ίδιους τομείς όπως πριν 20 χρόνια, τη στιγμή που οι ΗΠΑ έχουν μεταβεί στην ψηφιακή εποχή.

Υπενθύμισε πως από το 2008, το 30% των εταιριών με αξία πέραν του 1 δις ευρώ εγκατέλειψαν την ΕΕ, με τις πλείστες να πηγαίνουν στις ΗΠΑ. Η αδυναμία στον τομέα της τεχνολογίας, όπως είπε, περιορίζει παράλληλα και την καινοτομία σε παραδοσιακούς τομείς.

Σε σχέση με τον δεύτερο πυλώνα, τον συνδυασμό της ανταγωνιστικότητας με την πράσινη μετάβαση, ο κ. Ντράγκι σημείωσε πως η αγορά ενέργειας της ΕΕ σήμερα «είναι ακόμα σχεδιασμένη για μια εποχή όταν το φυσικό αέριο και τα ορυκτά καύσιμα ήταν τα σημαντικά στοιχεία του ενεργειακού μείγματος».

Το 2020, συνέχισε, το φυσικό αέριο καθόριζε τις τιμές της ενέργειας κατά το 60%, παρά το ότι αποτελούσε μόλις 20% του μείγματος, ενώ στην αγορά κυριαρχούν «εδραιωμένα συμφέροντα» και η ενέργεια αποτελούσε μηχανή εσόδων για τους εθνικούς προϋπολογισμούς.

Το αποτέλεσμα, πρόσθεσε, είναι πως δεν μπορούμε να αξιοποιήσουμε τα οφέλη των ανανεώσιμων για τους καταναλωτές, και για αυτό «πρέπει να στοχεύσουμε στην αποσύνδεση» ώστε οι πολίτες να δουν τη διαφορά στους λογαριασμούς.

Σε αυτό το πλαίσιο, ο πρώην επικεφαλής της ΕΚΤ υπογράμμισε την ανάγκη καθαρών τεχνολογιών και την αύξηση της παροχής πράσινης ενέργειας, κάτι που κάνουν με κίνητρα οι ΗΠΑ, τη στιγμή που η Κίνα ανταγωνίζεται την ΕΕ στην παραγωγή αυτών των τεχνολογιών.

Τρίτον, ο κ. Ντράγκι αναφέρθηκε στον πυλώνα των προτάσεων που αφορούν την αύξηση της ασφάλειας και τη μείωση των των εξαρτήσεων, μεταξύ άλλων μέσω εξωτερικής οικονομικής πολιτικής, συμφωνίες με χώρες κλειδιά και οικοδόμηση των δυνατοτήτων της αμυντικής βιομηχανίας.

ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΕΔΡΟΥ

Μιλώντας στο πλαίσιο της συνέντευξης Τύπου, η κ. Φον ντερ Λάιεν υπογράμμισε πως από τότε που ζήτησε τη συγκεκριμένη έκθεση από τον κ. Ντράγκι, πριν έναν χρόνο, το θέμα της ανταγωνιστικότητας έχει κερδίσει δυναμική στις συζητήσεις των κρατών μελών, με την ίδια να το αναδεικνύει στις πολιτικές κατευθυντήριες γραμμές για τη δεύτερη θητεία της τις οποίες δημοσίευσε τον Ιούλιο ενόψει της έγκρισης της υποψηφιότητας της από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Στην παρέμβασή της, η κ. Φον ντερ Λάιεν εστίασε σε τρεις εισηγήσεις της έκθεσης που θεώρησε σημαντικές: την ανάγκη να προχωρήσουν η ψηφιακή και η πράσινη μετάβαση – καθώς οι βάσεις έχουν μπει – μέσω της στήριξης στη βιομηχανία, την ανάγκη για ενίσχυση των δεξιοτήτων των εργαζομένων που θα παράγουν και θα χειρίζονται νέες τεχνολογίες, και την ανάγκη η ΕΕ να είναι ανθεκτική ώστε να καταστεί ανταγωνιστική εστιάζοντας σε ζητήματα όπως την πρόσβαση σε κρίσιμες πρώτες ύλες, απαραίτητα εξαρτήματα ή διασύνδεση στον τομέα της ενέργειας.

Εξηγώντας τη φιλοσοφία της ογκώδους έκθεσης, ο κ. Ντράγκι σημείωσε πως αν και έχει ειπωθεί πολλές φορές πως η ανάπτυξη στην ΕΕ επιβραδύνεται, έως και πριν δύο χρόνια δεν θα γινόταν η σημερινή συζήτηση. Ωστόσο σήμερα, επεσήμανε, το παγκόσμιο εμπόριο έχει επίσης επιβραδυνθεί, η αγορά της Κίνας είναι λιγότερη ανοιχτή και μάλιστα ανταγωνίζεται την ΕΕ, η Ευρώπη έχει χάσει τη Ρωσία ως κύρια πηγή φτηνής ενέργειας, και πλέον πρέπει να επενδύσει στην άμυνα της για πρώτη φορά από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Στο παρελθόν, σημείωσε, η Ευρώπη μπορούσε να επενδύει στην αύξηση του πληθυσμού, ο οποίος αναμένεται να μειωθεί σταδιακά την επόμενη δεκαετία, τη στιγμή που η παραγωγικότητα παραμένει αδύναμη και οι φιλοδοξίες αυξάνονται, τόσο στον τομέα της κλιματικής αλλαγής όσο και στην άμυνα, παράλληλα με την ανάγκη να διατηρηθεί το μοντέλο κοινωνικής πρόνοιας της ηπείρου.

«Οι επενδύσεις που προϋποθέτουν όλα αυτά είναι τεράστιες» τόνισε, κάνοντας λόγο για ανάγκη αύξησης των επενδύσεων κατά 5% του ΑΕΠ, στα επίπεδα που καταγράφηκαν τελευταία φορά τις δεκαετίες του 1960 και του 1970. Η ανάπτυξη, συνέχισε, είναι κρίσιμης σημασίας ώστε η ΕΕ να μπορεί να διασφαλίσει τις ιδρυτικές αξίες της ευημερίας, της ισότητας, της ελευθερίας και της δημοκρατίας.

ΒΑΡΟΥΦΑΚΗΣ ΚΑΙ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΗ ΑΠΕΡΓΙΑ

Τον Μάρτιο του 2024, όταν οι Βρυξέλλες και άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και πόλεις συγκλονίζονταν από τον ξεσηκωμό των οργανωμένων γεωργοκτηνοτρόφων, απαιτώντας αλλαγές στις πολιτικές της ΕΕ για την πράσινη μετάβαση και την προστασία του περιβάλλοντος και τη διαφύλαξη των συμφερόντων των αγροτών έναντι του αθέμιτου ανταγωνισμού που υφίστανται από συναδέλφους τους σε τρίτες χώρες, όπου δεν εφαρμόζονται τα αυστηρά και δαπανηρά κριτήρια καταλληλότητας προϊόντων που επιβάλλονται στην ΕΕ, ο οικονομολόγος Γιάνης Βαρουφάκης είχε δημοσιεύσει ένα άρθρο στον ευρωπαϊκό Τύπο, το οποίο άγγιζε κάποια από τα θέματα που αγγίζει σήμερα και η έκθεση Ντράγκι.

Ο κ. Βαρουφάκης είχε γράψει μεταξύ άλλων σε εκείνο το άρθρο: «Επί πλέον, υπάρχουν δύο πρόσθετα προβλήματα που αγνοούνται εσκεμμένα. Το ένα είναι η Πράσινη Συμφωνία της ΕΕ, που οι Βρυξέλλες διατυμπανίζουν αλλά δεν έχουν τη δυνατότητα να χρηματοδοτήσουν. Παραδείγματος χάριν, στην Ολλανδία το κορυφαίο οικολογικό πρόβλημα είναι τα νιτρικά άλατα που δηλητηριάζουν δεκαετίες τώρα τον υδροφόρο ορίζοντα. Μετά από δεκαετίες που η κυβέρνηση έκανε τα στραβά μάτια, ξάφνου – υπό την πίεση των Βρυξελλών – απαίτησε από τους Ολλανδούς αγρότες να λύσουν το πρόβλημα με δικό τους κόστος, μεταξύ άλλων μέτρων, “θυσιάζοντας” μία στις τρεις αγελάδες.

Ακόμα πιο δυσεπίλυτο είναι το δεύτερο πρόβλημα που προκάλεσε η 15ετής οικονομική ύφεση που ακολούθησε το τραπεζικό Κραχ του 2008. Το αποτέλεσμα των πανευρωπαϊκών πολιτικών λιτότητας, που ήταν η βασική πολιτική αντιμετώπισης της κρίσης αυτής, ήταν η κατάρρευση των επενδύσεων.

Τα αποτελέσματα αυτής της επιλογής είναι καταιγιστικά: Η επενδυτική απεργία ευθύνεται για τη σημερινή αποβιομηχάνιση της Γερμανίας και της Βόρειας Ιταλίας ταυτόχρονα.

Ολόκληρο το βιομηχανικό καρτέλ της Βόρειας και Κεντρικής Ευρώπης αποδομείται και, έτσι, αδυνατεί να χρηματοδοτεί την Κοινή Αγροτική Πολιτική, όπως είχε συμφωνηθεί με τους τσιφλικάδες του Βορρά από την δεκαετία του ’50.

Παράλληλα, μένει με άδεια τα ταμεία η Πράσινη Συμφωνία της ΕΕ, με τα βάρη της να πέφτουν δυσανάλογα στους ώμους των αγροτών και των λαϊκών τάξεων.

Με άλλα λόγια», επισήμανε ο κ. Βαρουφάκης, «για τον ξεσηκωμό ακόμα και των πλουσιότερων Γερμανών και Ολλανδών μεγαλοαγροτών, που για πρώτη φορά συναγωνίζονται τους Έλληνες, Γάλλους και Ισπανούς συναδέλφους τους στις κινητοποιήσεις και στα μπλόκα, ευθύνεται ο ανόητος χειρισμός της αναπόφευκτης κρίσης του ευρώ».

Από το περιοδικό Insider

Συνέχεια ανάγνωσης

Ευρωπαϊκή Ένωση

Χαμενεΐ: «Να εξαφανιστεί από εδώ» η Δύση

Δημοσιεύτηκε

στις

Αλί Χαμενεΐ. Φωτ. Office of the Iranian Supreme Leader/WANA (West Asia News Agency) via REUTERS

Ανέφερε ότι «θρηνεί» για τον θάνατο του ηγέτη της Χεζμπολάχ Χασάν Νασράλα

Τις «ΗΠΑ και ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες» που «ψευδώς υποστηρίζουν ότι φέρνουν ειρήνη και ηρεμία στην περιοχή» κατηγόρησε ο ανώτατος ηγέτης του Ιράν, Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ, για τις περιφερειακές εντάσεις στη Μέση Ανατολή, στις πρώτες του δηλώσεις μετά την πυραυλική επίθεση στο Ισραήλ.

Είπε ότι πρέπει να «χαθούν» από την περιοχή, ώστε οι χώρες της περιοχής να ζήσουν ειρηνικά.

Ανέφερε επίσης ότι «θρηνεί» για τον θάνατο του ηγέτη της Χεζμπολάχ Χασάν Νασράλα, αλλά δεν ανέβαλε το πρόγραμμά του επειδή το πένθος του Ιράν είναι μια «αναζωογονητική και κινητήρια δύναμη».

Η εντολή εκτόξευσης πυραύλων στο Ισραήλ την Τρίτη δόθηκε από τον ανώτατο ηγέτη της χώρας – ο οποίος παραμένει σε ασφαλή τοποθεσία, δήλωσε ανώτερος Ιρανός αξιωματούχος στο πρακτορείο ειδήσεων Reuters.

Ναυτεμπορική

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινφογνώμων

Infognomon Logo

Περιηγηθείτε στα κορυφαία βιβλία του βιβλιοπωλείου μας

Προβολή όλων

Δημοφιλή