Ακολουθήστε μας

Ανθρώπινα Δικαιώματα

Πολύτιμο εργαλείο για τη μελέτη της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου το αρχείο της εφημερίδας “Εποχή” του εθνομάρτυρα Νίκου Καπετανίδη

Δημοσιεύτηκε

στις

Ένα βιβλίο για τον δημοσιογράφο του Πόντου Νικόλαο Καπετανίδη που εκτελέστηκε από το κεμαλικό καθεστώς

Μιλούν στον «Π.Τ.» ο συγγραφέας του βιβλίου κ. Κ. Καπετανίδης και ο κ. Ν. Γεωργιάδης ο οποίος παρουσίασε το βιβλίο στην εκδήλωση

Του Θανάση Πολυμένη

ΕΝΑ ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ενδιαφέρον βιβλίο με τον κεντρικό τίτλο: «Η Δύση του Ποντιακού Ελληνισμού», παρουσιάστηκε το απόγευμα της Τρίτης 16 Μαΐου, στην αίθουσα του Δημοτικού Ωδείου Δράμας «Αντώνης Παπαδόπουλος».

Η εκδήλωση έγινε στα πλαίσια των εκδηλώσεων για την Γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού, και αφορά στο βιβλίο του Κωνσταντίνου Καπετανίδη, το οποίο αναφέρεται στον αδελφό του παππού του Νικόλαο Καπετανίδη.

Ο Νικόλαος Καπετανίδης, ήταν δημοσιογράφος και από το 1918 μέχρι και το 1921 εξέδιδε την εφημερίδα «Εποχή» στην Τραπεζούντα. Λογοκρίθηκε και κυνηγήθηκε ιδιαίτερα από τον Κεμαλικό καθεστώς, ενώ στο τέλος συνελήφθη και καταδικάστηκε σε θάνατο στην αγχόνη. Τα τελευταία του λόγια κάτω από την αγχόνη ήταν «Ζήτω η Ελλάδα». Χαρακτηριστικό είναι ότι, όταν κατηγορήθηκε από το κεμαλικό καθεστώς ότι επεδίωξε την ανεξαρτησία του Πόντου, εκείνος είπε ότι, ποτέ δεν είχε πει κάτι τέτοιο, αλλά ότι επεδίωκε την ένωση του Πόντου με την Ελλάδα.


Την κεντρική παρουσίαση του βιβλίου έκανε ο συνταξιούχος εκπαιδευτικός και συγγραφέας κ. Νίκος Γεωργιάδης ο οποίος μιλώντας στον «Π.Τ.» σημείωσε μεταξύ άλλων ότι «ο δημοσιογράφος Νίκος Καπετανίδης, γεννήθηκε το 1889 και κατέληξε το 1921 στην αγχόνη με τα δικαστήρια της ανεξαρτησίας. Απ’ ότι φάνηκε από τις καταγραφές ενός

καθολικού ιερέα, στο δικαστήριο κατηγορήθηκε ότι αγωνίζεται για την ανεξαρτησία του Πόντου, ενώ ο Καπετανίδης αντιστρέφοντας την κατηγορία προς τον πρόεδρο, είπε: δεν αγωνίστηκα για την ανεξαρτησία του Πόντου, αγωνίστηκα για την ένωση του Πόντου με την Ελλάδα. Ο λόγος του αυτός τον έστειλε αμέσως στην αγχόνη, όπου οι τελευταίες του λέξεις ήταν: Ζήτω η Ελλάς».

Όπως σημειώνει ο κ. Γεωργιάδης, «ο δημοσιογράφος Νίκος Καπετανίδης είναι μια πολυσχιδής προσωπικότητα. Η «Εποχή» είναι η δεύτερη εφημερίδα που εκδίδει από τον Οκτώβριο του 1918, μέχρι που κλείνει όταν συλλαμβάνεται στις 10 Μαρτίου 1921. Μέσα από τις στήλες της εφημερίδας του καταγράφει όλα τα διαδραματισθέντα την περίοδο αυτή στην Τραπεζούντα και την ευρύτερη περιοχή. Δέχεται επισκέψεις από τον αιμοσταγή Τοπάλ Οσμάν, απειλές, παρ’ όλα αυτά δεν δειλιάζει μπροστά σε τίποτα. Κρατάει μια ελληνοπρεπή στάση μπροστά σε όλα. Είναι πολιτικά προσανατολισμένος στο βενιζελικό χώρο, όπως πολλές άλλες της εποχής, είναι οπαδός του δημοτικισμού και παρά το γεγονός ότι ζούμε σε μια εποχή που τα μέσα επικοινωνίας δεν είναι τόσο εύχρηστα όπως σήμερα, ο Νίκος Καπετανίδης είναι ενημερωμένος για όλα τα τεκταινόμενα. Τόσο για τις Συνθήκες και τα σαλόνια που λαμβάνονται αποφάσεις στην Ευρώπη, όσο και για τις απόψεις πολλών και διαφόρων μεγάλων ανθρώπων του πνεύματος όπως και πολιτικών, των ηγετών της Αγγλίας, της Γαλλίας, της Αμερικής και άλλων».

Επισημαίνει ακόμα ο κ. Γεωργιάδης, ότι «όλα αυτά τα καταγράφει στην εφημερίδα του, γιατί πιστεύει ότι με τη βοήθεια όλων αυτών, μπορεί πράγματι να φτάσουμε στην απελευθέρωση. Λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει να αναπτυχθεί η εκπαίδευση του λαού. Γι’ αυτό μέσα από την εφημερίδα του, αφιερώνει 44 άρθρα που αφορούν την εκπαίδευση. Για το ποιος είναι ο σκοπός της εκπαίδευσης, με ποιες μεθόδους θα πρέπει να γίνεται η προετοιμασία των νέων παιδιών και άλλα πολλά».

Όπως λέει ο κ. Γεωργιάδης, «ο αδερφός του Κώστας Καπετανίδης, διέσωσε το αρχείο της εφημερίδας, το έφερε στην Ελλάδα και σήμερα το έχουν επεξεργαστεί διάφοροι επιστήμονες από το οποίο έχει καταγραφεί ένα σημαντικό μέρος».

Στον «Π.Τ.» μίλησε επίσης και ο συγγραφέας Κώστας Καπετανίδης, εγγονός του αδερφού του Νικόλαου Καπετανίδη, ο οποίος έγραψε και το σχετικό βιβλίο. Όπως αναφέρει ο κ. Καπετενίδης, «το βιβλίο αυτό είναι καρπός μελέτης 15 χρόνων από το αρχείο της εφημερίδας, στο οποίο ο παππούς μου και αδερφός του Νίκου Καπετανίδη που ήταν και οικονομικός διευθυντής της εφημερίδας, κατάφερε να διασώσει ολόκληρο το αρχείο της “Εποχής” και το έφερε στην Ελλάδα με την ανταλλαγή των πληθυσμών. Οπότε έχουμε ένα πραγματικά πολύτιμο εργαλείο για να μάθουμε μέρα προς μέρα σχεδόν, για το τι συνέβη τα τελευταία 3 χρόνια στον Πόντο και ειδικά στην περιοχή της Τραπεζούντας, όπου εκδιδόταν η εφημερίδα».

Όπως επισημαίνει ο ίδιος, «το 1918 επικρατεί ένας φοβερός άνεμος ελευθερίας και ελπίδας στους Πόντιους, γιατί η μητέρα Ελλάδα είναι με τους νικητές του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Βενιζέλος κυριαρχεί στο πολιτικό παιχνίδι της Ευρώπης και ελπίζουν ότι θα πετύχουν είτε την ανεξαρτησία, είτε την πλήρη ένωση με την Ελλάδα, όπως ήθελε ο Καπετανίδης. Αυτό φαίνεται μέσα από την εφημερίδα σε όλες τις καθημερινές εκφάνσεις. Γινόταν μεγάλη ζύμωση με τον Μητροπολίτη Χρύσανθο και των περί αυτόν, ηγετική φυσιογνωμία του Πόντου. Σταδιακά όμως βλέπουμε και ειδικά το 1920, ότι τα πράγματα δεν πάνε καλά. Είχε ηττηθεί το 1920 ο Βενιζέλος και τα πράγματα άρχισαν να δυσκολεύουν. Εκεί καταλαβαίνουν ότι δύσκολα θα πετύχουν την ανεξαρτησία και προς το τέλος υπάρχει μεγάλη λογοκρισία, όπου βλέπουμε ολόκληρα κομμάτια κομμένα από την εφημερίδα. Ουσιαστικά η εφημερίδα ήταν ξεδοντιασμένη, ενώ ο Καπετανίδης συνέχιζε να γράφει. Τον Μάρτιο του 1921 συνελήφθη οπότε και σταμάτησε η έκδοση της εφημερίδας. Μαζί με άλλους 350 Πόντιους ακόμα, πέρασαν από τα περίφημα δικαστήρια της Αμάσειας όπου οι περισσότεροι καταδικάστηκαν σε θάνατο».

Όπως εξηγεί ο κ. Καπετανίδης, «ο Νίκος Καπετανίδης είχε αποφασίσει πλέον ότι δεν θα κάνει πίσω, διατηρούσε μια αξιοσημείωτη ψυχραιμία και όταν ήρθε η σειρά του να δικαστεί και άκουσε το κατηγορητήριο ότι αγωνίζεται για την ανεξαρτησία του Πόντου, εκείνος απάντησε ότι αυτό ήταν λάθος και ότι προσπαθεί για την πλήρη ένωση του Πόντου με την Ελλάδα. Όταν οδηγήθηκε αναπόφευκτα στην αγχόνη, πέταξε την κουκούλα και φώναξε ζήτω η Ελλάδα».

 

ΠΗΓΗ: Πρωινός Τύπος

Συνέχεια ανάγνωσης

Ανθρώπινα Δικαιώματα

The Hong Kong Post: Το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας στοχεύει δημοσιογράφους και οικογένειες στο Χονγκ Κονγκ

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Οι δημοσιογράφοι και οι οικογένειές τους στο Χονγκ Κονγκ βιώνουν κλιμακούμενη παρενόχληση και απειλές από το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας, τόσο στο διαδίκτυο όσο και εκτός διαδικτύου. Η συχνότητα και η σοβαρότητα αυτών των περιστατικών έχουν αυξηθεί τους τελευταίους μήνες, όπως δήλωσε η πρόεδρος της Ένωσης Δημοσιογράφων του Χονγκ Κονγκ (HKJA) Selina Cheng κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στις 13 Σεπτεμβρίου.

Μια έρευνα από το HKJA αποκάλυψε ότι η συστηματική παρενόχληση κορυφώθηκε μεταξύ Ιουνίου και Αυγούστου του τρέχοντος έτους, με αξιοσημείωτη αύξηση από τα μέσα έως τα τέλη Αυγούστου. Αυτό το κύμα εκφοβισμού επηρέασε 15 οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένων 13 Μέσων Ενημέρωσης και δύο ιδρυμάτων κατάρτισης δημοσιογραφίας. Μεταξύ των στόχων ήταν το HKJA, το Hong Kong Free Press, το Inmedia και το Hong Kong Feature. Ειδικοί υποστηρίζουν ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας στοχεύει να ασκήσει έλεγχο στο Χονγκ Κονγκ παρόμοιο με τον έλεγχο του στην ηπειρωτική Κίνα. Το ΚΚΚ φέρεται να ανακατεύεται στην ελευθερία του Τύπου στο Χονγκ Κονγκ, καθώς η χώρα επιτρέπει στους δημοσιογράφους να δημοσιεύουν επικριτικά ρεπορτάζ για την Κίνα και την κυβέρνησή της σε διεθνή Μέσα Ενημέρωσης.

Από τον Ιούνιο, ανώνυμα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου παραπόνων από λογαριασμούς Microsoft Outlook, που υποτίθεται ότι προέρχονται από «πατριώτες», έχουν στοχεύσει τουλάχιστον 15 οικογένειες δημοσιογράφων, μαζί με τους εργοδότες ή τους ιδιοκτήτες τους. Αυτά τα μηνύματα, συχνά απειλητικά στη φύση, διέφεραν σε τόνους. Οι μεγαλύτερες οργανώσεις έλαβαν επίσημες καταγγελίες, ενώ τα μικρότερα μέσα αντιμετώπιζαν περισσότερα απειλητικά μηνύματα, μερικές φορές με τη φωτογραφία και το κείμενο του δημοσιογράφου που έμοιαζαν με σημείωμα λύτρων. Πιστεύεται ότι οι πτέρυγες κατασκοπείας του ΚΚΚ, δηλαδή το Υπουργείο Κρατικής Ασφάλειας (MSS) και το Υπουργείο Δημόσιας Ασφάλειας (MPS), ενορχηστρώνουν αυτές τις δραστηριότητες. Στόχος τους είναι να εκφοβίσουν τη δημοσιογραφική κοινότητα είτε να εγκαταλείψει το επάγγελμά της είτε να εγκαταλείψει τη χώρα.

Από τον Αύγουστο, το Facebook έχει δει μια έκρηξη εχθρικών αναρτήσεων που στοχεύουν Μέσα Ενημέρωσης και δημοσιογράφους, χαρακτηρίζοντας τις νόμιμες αναφορές ως παράνομες ή ταραχές. Το HKJA ανακάλυψε ότι τουλάχιστον 36 δημοσιογράφοι από διάφορα Μέσα Ενημέρωσης κατονομάζονταν σε αυτές τις θέσεις. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι παρενοχλητές επεξεργάστηκαν ή δημοσίευσαν απειλητικές καταχωρήσεις στη Wikipedia. Επιπλέον, σε τουλάχιστον τέσσερις περιπτώσεις, παρενοχλητικά μηνύματα στάλθηκαν στους αριθμούς τηλεφώνου της εργασίας ή του σπιτιού των δημοσιογράφων λίγο μετά τη δημοσίευση αυτών των αναρτήσεων.

Ο πρωταρχικός στόχος του ΚΚΚ είναι να εκφοβίσει τους δημοσιογράφους, τις οικογένειές τους ή τους συνεργάτες τους, διαταράσσοντας τις πηγές εισοδήματός τους ή τις κοινωνικές τους σχέσεις. Αυτή η στρατηγική στοχεύει να τους πιέσει, να τους απομονώσει και να τους απειλήσει, αναγκάζοντας τελικά τους δημοσιογράφους να παραιτηθούν από τη δουλειά ή τους συνδικαλιστικούς ρόλους τους. Ο Τσενγκ περιέγραψε αυτές τις επιθέσεις ως «συντονισμένες και συστηματικές», με στόχο τη δημοσιογραφική κοινότητα στο σύνολό της και όχι συγκεκριμένα άτομα. Η HKJA καταδίκασε αυτές τις τακτικές εκφοβισμού και επιβεβαίωσε τη δέσμευσή της να αντισταθεί στις προσπάθειες φίμωσης του Τύπου. Ωστόσο, στις δηλώσεις τους, απέφυγαν να εμπλέξουν άμεσα την κινεζική κομμουνιστική κυβέρνηση.

Ο Τσενγκ συνέκρινε την παρενόχληση με μια «εξόρμηση για ψάρεμα», όπου οι δράστες προχωρούν εάν ο στόχος δεν ανταποκριθεί. Τουλάχιστον τέσσερα θύματα που συμμετείχαν με τους παρενοχλητές αντιμετώπισαν κλιμακούμενες απειλές. Συμβούλεψε τους δημοσιογράφους να αναφέρουν αυτά τα περιστατικά στην αστυνομία, να ενημερώσουν τον Επίτροπο Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων (PCPD) και να αποφύγουν την αλληλεπίδραση με τους παρενοχλητές. Αν και ορισμένα μηνύματα ανέφεραν ζητήματα όπως οι εκλογές στην Ταϊβάν ή η απαγόρευση του Χονγκ Κονγκ για τα ιαπωνικά θαλασσινά, ο Τσενγκ σημείωσε ότι η παρενόχληση δεν φαίνεται να συνδέεται με συγκεκριμένες ιστορίες ή καταστήματα.

Στα τέλη Ιουλίου, ο Τσενγκ και δύο από τα μέλη της οικογένειάς της παρενοχλήθηκαν. Τα email κατηγορούσαν τους συγγενείς της ότι προωθούν «αντικινεζικά αισθήματα» και απείλησαν τους εργοδότες τους, προειδοποιώντας ότι μπορεί να κινδυνεύσουν να παραβιάσουν τον Νόμο Εθνικής Ασφάλειας ή το Άρθρο 23 εάν συνέχιζαν να συνδέονται με τα μέλη της οικογένειας του Τσενγκ.

Η HKJA, μαζί με τουλάχιστον τρεις δημοσιογράφους, έχει αναφέρει αυτά τα περιστατικά στην αστυνομία. Η HKJA κατήγγειλε αυτές τις ενέργειες ως εκφοβισμό και σοβαρή παραβίαση της ελευθερίας του Τύπου στο Χονγκ Κονγκ. Οι παρενοχλητές χρησιμοποίησαν τακτικές δυσφήμισης και εκφοβισμού για να εμποδίσουν τους δημοσιογράφους να εργάζονται ελεύθερα. Η Ένωση έχει επίσης προσεγγίσει πλατφόρμες όπως το Meta και η Wikipedia. Σε απάντηση, η Wikipedia απαγόρευσε έναν χρήστη που δημοσίευσε προσωπικά στοιχεία δημοσιογράφων. Επιπλέον, η HKJA κινεί νομικές ενέργειες και έχει υποβάλει καταγγελίες στον Επίτροπο Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων (PCPD).

Επιπλέον, τρία θύματα ανέφεραν ότι οι αποσκευές τους ερευνήθηκαν από το τελωνείο κατά την επανείσοδό τους στο Χονγκ Κονγκ και δύο από αυτά έλαβαν απειλητικά μηνύματα WhatsApp λίγο μετά την άφιξή τους. Η HKJA εξέφρασε ανησυχίες για πιθανές διαρροές κυβερνητικών δεδομένων, καθώς οι παρενοχλητές είχαν πρόσβαση σε προσωπικές πληροφορίες που δεν θα έπρεπε να είναι διαθέσιμες στο κοινό. Αν και δεν υπάρχουν άμεσες αποδείξεις που να συνδέουν την παρενόχληση με κυβερνητικές υπηρεσίες, η HKJA ζήτησε τη διεξαγωγή έρευνας και προέτρεψε τις αρχές να προστατεύσουν το απόρρητο των δημοσιογράφων.

Το HKJA ενθαρρύνει τους δημοσιογράφους και τις οικογένειές τους που υφίστανται παρενόχληση να αναζητήσουν επαγγελματική υποστήριξη, είτε μέσω του HKJA είτε μέσω των υπηρεσιών ψυχικής υγείας. Ο Σύλλογος έχει δημιουργήσει υπηρεσίες συναισθηματικής συμβουλευτικής για να βοηθήσει όσους επηρεάζονται από αυτά τα περιστατικά. Συμβουλεύει επίσης τους δημοσιογράφους να προστατεύουν τα προσωπικά τους στοιχεία αποφεύγοντας την κοινή χρήση οικογενειακών φωτογραφιών στο διαδίκτυο και χρησιμοποιώντας ισχυρούς, μοναδικούς κωδικούς πρόσβασης με επαλήθευση σε δύο βήματα για τους λογαριασμούς τους.

Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με αυτό το θέμα στην εβδομαδιαία συνέντευξη Τύπου του στις 17 Σεπτεμβρίου, ο Διευθύνων Σύμβουλος του Χονγκ Κονγκ Τζον Λι δήλωσε ότι όποιος χρειάζεται βοήθεια από τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου μπορεί να αναφερθεί στην αστυνομία ή σε αρμόδια τμήματα όπως το Τμήμα Μετανάστευσης ή τα Τελωνεία και Τμήμα ειδικών φόρων κατανάλωσης. «Οι αρχές επιβολής του νόμου θα χειριστούν τις υποθέσεις αμερόληπτα», διαβεβαίωσε.

ΠΗΓΗ: The Hong Kong Post

Συνέχεια ανάγνωσης

Ανθρώπινα Δικαιώματα

Καναδός που κρατήθηκε για 1000 ημέρες στην Κίνα για κατασκοπεία περιγράφει την οδυνηρή εμπειρία του

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Τον ανέκριναν για 6 έως 9 ώρες καθημερινά, τον έκλειναν σε μια καρέκλα για ώρες και τον αναγκάζανε να επιβιώνει με τρία μπολ με ρύζι την ημέρα.

Ένας Καναδός πολίτης που πέρασε 1.000 ημέρες στην κινεζική κράτηση αποκάλεσε την εμπειρία τίποτα λιγότερο από ψυχολογικά βασανιστήρια που δεν θα ξεχάσει. Το θύμα κρατήθηκε με κατηγορίες κατασκοπείας από τις κινεζικές αρχές και επέστρεψε στην πατρίδα του το 2021, σύμφωνα με ρεπορτάζ του CNN.

Ο λόγος για τον Michael Kovrig, είναι ένας από τους δύο Καναδούς πολίτες που κρατήθηκαν από την Κίνα για περισσότερες από 1.000 ημέρες για καταγγελίες κατασκοπείας, τέθηκε σε απομόνωση για έξι μήνες και υποβλήθηκε σε συνεχείς ανακρίσεις, κάτι που σύμφωνα με τον ίδιο ήταν ψυχολογικά βασανιστήρια.

«Ήταν ψυχολογικά, απολύτως, το πιο εξαντλητικό, οδυνηρό πράγμα που έχω ζήσει ποτέ», είπε ο Κόβριγκ στις πρώτες του δηλώσεις που έδωσε σε καναδικό ειδησεογραφικό οργανισμό CBC μετά την απελευθέρωση από την κινεζική φυλακή πριν από τρία χρόνια.

«Προσπαθούν να εκφοβίσουν, να βασανίσουν, να τρομοκρατήσουν και να σας εξαναγκάσουν να αποδεχτείτε την ψεύτικη εκδοχή της πραγματικότητας», είπε ο Κόβριγκ.

Ο Καναδός πολίτης είχε εμπλακεί σε μια τριετή διπλωματική διαμάχη που ξεκίνησε το 2021 όταν οι καναδικές αρχές συνέλαβαν την Meng Wanzhou, την οικονομική διευθύντρια του κινεζικού τεχνολογικού κολοσσού Huawei, στο Βανκούβερ με την κατηγορία της απάτης. Ο Κόβριγκ αφέθηκε ελεύθερος μόνο αφού οι εισαγγελείς των ΗΠΑ απέρριψαν το αίτημα έκδοσης και συμφώνησαν να αφήσουν ελεύθερο τον Μενγκ, σχεδόν δύο χρόνια αργότερα.

Ο Kovrig, ο οποίος ήταν πρώην διπλωμάτης, εργαζόταν ως ανώτερος σύμβουλος για το think tank International Crisis Group. Σύμφωνα με πληροφορίες, επέστρεφε στο σπίτι με τη σύντροφό του μετά το δείπνο στο Πεκίνο στις 10 Δεκεμβρίου 2018. Η σύντροφός του εκείνη την εποχή ήταν έξι μηνών έγκυος όταν συνελήφθη από τις κινεζικές αρχές.

«Ανεβήκαμε μια σπειροειδή σκάλα ακριβώς μπροστά από την πλατεία μπροστά από την πολυκατοικία μου και μπουμ. Υπήρχαν δώδεκα άντρες στα μαύρα με κάμερες πάνω τους γύρω μας, που φώναζαν στα κινέζικα, «Αυτός είναι», θυμάται ο Κόβριγκ.

Το ειδησεογραφικό ρεπορτάζ της Canadian Broadcasting Corporation (CBC) αναφέρθηκε στο ρεπορτάζ του CNN για τον Κόβριγκ, στο οποίο είχε πει ότι κατά τη σύλληψή του του πέρασαν χειροπέδες, του έδεσαν τα μάτια και τον πέταξαν σε ένα μαύρο SUV και στη συνέχεια τον πήγαν σε ένα κελί με επένδυση που θα ήταν το σπίτι του για τους επόμενους έξι μήνες.

Συνέχεια ανάγνωσης

Ανθρώπινα Δικαιώματα

Απαγωγές φοιτητών στο Βελουχιστάν από το πακιστανικό καθεστώς!

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Η πακιστανική κυβέρνηση κλείνει συνεχώς τα μάτια στις κραυγές για δικαιοσύνη στο Βελουχιστάν.

Το Πακιστάν έχει μακρά ιστορία αναγκαστικών εξαφανίσεων και εξωδικαστικών δολοφονιών, με στόχο ιδιαίτερα υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ακτιβιστές μειονοτήτων που επικρίνουν την κυβέρνηση και τον στρατό, καθώς και άτομα που είναι ύποπτα για εμπλοκή με την αντιπολίτευση.

Εν μέσω συνεχιζόμενων εξαφανίσεων και εξωδικαστικών δολοφονιών στο Μπαλουχιστάν, δύο νεαροί άνδρες, ο Akhtar Shah και ο Sahaj Mengal, απήχθησαν βίαια από τα σπίτια τους από τις ένοπλες δυνάμεις του Πακιστάν στην περιοχή Killi Pandrani, όπως αναφέρει η “Balochistan Post“.

Στις 23 Σεπτεμβρίου, μεγάλος αριθμός πακιστανικών δυνάμεων περικύκλωσε την Killi Pandrani και πραγματοποίησαν επιδρομές σε σπίτια.

Κατά τη διάρκεια αυτής της επιχείρησης, συνέλαβαν τους δύο νεαρούς, τους έδεσαν τα μάτια και τους τοποθέτησαν με τη βία στα οχήματά τους. Προς το παρόν, δεν υπάρχουν πληροφορίες για το πού βρίσκονται, ενώ οι αρχές της περιοχής δεν έχουν ακόμη δηλώσει το περιστατικό.

 

 

«Ανησυχούμε βαθιά για την εξαναγκαστική εξαφάνιση δύο μαθητών, του Musa Khaliqdad και του Sameer Majeed. Στις 22 Σεπτεμβρίου και οι δύο βρίσκονταν βίαια από τον στρατό του Πακιστάν στο Dasht Doro, ένα στρατιωτικό σημείο ελέγχου ενώ ταξίδευαν από το Gwadar στο Kapkapar. Προτρέπουμε τις πακιστανικές αρχές να αποκαλύψουν αμέσως πού βρίσκονται και να διασφαλίσουν την ασφαλή επιστροφή τους», δήλωσε το Pank (Τμήμα Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Εθνικού Κινήματος Baloch) στο X.

Σύμφωνα με τη “Balochistan Post”, 37 άνθρωποι εξαφανίστηκαν βίαια σε όλο το Βελουχιστάν μόνο τον Αύγουστο, ενώ 9 άτομα εξακολουθούν να αγνοούνται, ενώ βρέθηκαν 6 σοροί. Παρά τις πολυετείς διαμαρτυρίες, τις συγκεντρώσεις και την αυξανόμενη διεθνή ευαισθητοποίηση, η πακιστανική κυβέρνηση κλείνει συνεχώς τα μάτια στις κραυγές για δικαιοσύνη στο Βελουχιστάν.

Το Πακιστάν έχει μακρά ιστορία αναγκαστικών εξαφανίσεων και εξωδικαστικών δολοφονιών, με στόχο ιδιαίτερα υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ακτιβιστές μειονοτήτων που επικρίνουν την κυβέρνηση και τον στρατό, καθώς και άτομα που είναι ύποπτα για εμπλοκή με την αντιπολίτευση. Η ανεξέλεγκτη ισχύς του στρατού, σε συνδυασμό με μια συνένοχη κυβέρνηση, έχει δημιουργήσει ένα περιβάλλον φόβου και καταστολής.

Η εμμονή των εξαναγκαστικών εξαφανίσεων στο Μπαγκλαντές παραμένει μια κρίσιμη ανησυχία για τα ανθρώπινα δικαιώματα, με ουσιαστικά στοιχεία που δείχνουν εκτεταμένες και συστηματικές καταχρήσεις από τις πακιστανικές δυνάμεις ασφαλείας. Ο λαός του ΒΕλουχιστάν καλεί επειγόντως για διεθνή προσοχή και παρέμβαση για την αντιμετώπιση αυτών των σοβαρών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Η αυξανόμενη συχνότητα εξαναγκαστικών εξαφανίσεων όχι μόνο παραβιάζει τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά υπογραμμίζει επίσης τις βάναυσες τακτικές που εφαρμόζει ο Πακιστανικός Στρατός για να φιμώσει τα αιτήματα του λαού των Μπαλώχ για αξιοπρέπεια και δικαιοσύνη.

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινφογνώμων

Infognomon Logo

Περιηγηθείτε στα κορυφαία βιβλία του βιβλιοπωλείου μας

Προβολή όλων

Δημοφιλή