Ακολουθήστε μας

Κρινιώ Καλογερίδου

Η ελληνική ”αμνησία” θεριεύει τα τουρκικά σχέδια για την Κύπρο

Δημοσιεύτηκε

στις

 Όλο και πληθαίνουν τα δημοσιεύματα πικρής κριτικής για τον Έλληνα πρωθυπουργό από την Κύπρο, τα οποία εκδηλώνουν ουσιαστικά την απόλυτη απόγνωση των Κυπρίων αδελφών μας για το τέλμα στο οποίο βρίσκεται το Κυπριακό με την Ελλάδα επιεικώς αποστασιοποιημένη.

  Δημοσιεύματα έμπλεα από αγωνία για το παρόν και το μέλλον της Κύπρου. Δημοσιεύματα που μέμφονται τον Κυριάκο Μητσοτάκη, γιατί άφησε τον Κυπριακό Ελληνισμό στην τύχη του με την επιλογή του να κάνει πιο εύκολη στον Ερντογάν την ελληνοτουρκική προσέγγιση βγάζοντας απ’ την ατζέντα των συζητήσεων Ελλάδας-Τουρκίας το ”βαρίδι” της Κύπρου.

   Γιατί αυτό συμβαίνει στην πραγματικότητα, άσχετα με το τι λέει ο Έλληνας πρωθυπουργός ή ο ”πειθήνιος” υπουργός Εξωτερικών του, ο οποίος βαδίζει στον ελληνοτουρκικό διάλογο (κατά την πολιτική του κατευνασμού που έχουν χαράξει ΗΠΑ και Γερμανία και εφαρμόζεται με… επιτυχία απ’ το 1996 στη χώρα μας) με στόχο την ελληνοτουρκική προσέγγιση άνευ όρων…

   Ξεχνούν, προφανώς, αμφότεροι (Μητσοτάκης-Γεραπετρίτης) ότι η Ελλάδα – πέρα από ”μητέρα πατρίδα” – είναι εγγυήτρια δύναμη της Κύπρου και, ως εκ τούτου, οι υποχρεώσεις της για επίλυση του Κυπριακού δεν είναι μόνο εθνικές και ηθικές (λόγω των πολιτικών ευθυνών των ελληνικών ηγεσιών της, που οδήγησαν στην κυπριακή τραγωδία), αλλά και νομικές.

   Ξεχνούν ότι το Κυπριακό συνιστά κορυφαίο θέμα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής αδιάλειπτα από το 1955. Συνεπώς δεν μπορεί να το αφήνουμε έξω απ’ τις ελληνοτουρκικές συνομιλίες, γιατί είναι σαν να υποτιμάμε την Κυπριακή Δημοκρατίας δικαιώνοντας τη στάση της Τουρκίας η οποία δεν την έχει αναγνωρίσει ακόμα.

   Δικαιώνοντας και το ΝΑΤΟ που μετέτρεψε την Κύπρο τον Ιούλιο του ’23 (χωρίς να συναντήσει σοβαρές αντιστάσεις από ελληνικής και κυπριακής πλευράς) από χώρα της Ανατολικής Μεσογείου σε… γεωγραφικές συντεταγμένες.

   Με την ποντιπιλατική στάση που κρατάει η Ελλάδα, ουσιαστικά, είναι σαν να βγάζει την ουρά της απέξω τη στιγμή που τη χρειάζεται περισσότερο από ποτέ η Κύπρος. Σαν να μπήγει βαθύτερα το καρφί στην αιμορραγούσα επί μισό αιώνα ανοιχτή πληγή της την οποία εμείς προκαλέσαμε το ’74…

   Και αυτό επιβεβαιώνει, αν μη τι άλλο, τη ρήση του Γερμανού φιλοσόφου Χέγκελ (18ος-19ος αι.) που λέει ότι ”οι λαοί κι οι κυβερνήτες ποτέ δεν έμαθαν τίποτα από την ιστορία”. Ρήση την οποία διατηρούμε εν ισχύ όσο στρουθοκαμηλίζουμε κυβερνητικά, αυταπατώμενοι ότι θα ματαιώσουμε τις ηγεμονικές βλέψεις της Τουρκίας.

   Δεν έχουμε καταλάβει προφανώς ακόμα ότι η ελληνική ”αμνησία” στο Κυπριακό θεριεύει τα τουρκικά σχέδια για την Μεγαλόνησο. Σχέδια που για να τα ματαιώσουμε, απαιτείται να επιδείξουμε σθένος, αποφασιστικότητα, επιχειρησιακή ετοιμότητα και ομοψυχία μεταξύ Ελλαδιτών και Ελληνοκυπρίων, με στόχο τη διασφάλιση της εθνικής ασφάλειας και την υπεράσπιση των εθνικών δικαίων Ελλάδας και Κύπρου.

   Γιατί, αν δεν τα διασφαλίσουμε αυτά και αφήσουμε να διαιωνίζεται η παρουσία του τουρκικού στρατού κατοχής στην Κύπρο – πέραν του ότι θα καταστήσουμε μάταιη κάθε ευοίωνη προοπτική για τη δημόσια πολιτική και οικονομική ζωή σε αμφότερες τις χώρες – θα αποθρασύνουμε εντελώς τον Ταγίπ Ερντογάν.

   Θα τον αποθρασύνουμε στρώνοντας χαλί στις ονειρώξεις του για ”συνεκμετάλλευση” του Αιγαίου και κατάκτηση του ελεύθερου τμήματος της Κύπρου (διακαής και διαχρονικός πόθος της Τουρκίας και λόγος που δεν έχει αναγνωρίσει την Κυπριακή Δημοκρατία ως τώρα)…

   Τα σημάδια των προθέσεών της, άλλωστε, τα εκδήλωσε και τα εκδηλώνει κλιμακωτά κατά την τελευταία πενταετία (για να μην πω δεκαπενταετία) όχι μόνο με τα εθνικιστικά παραληρήματα του Προέδρου της Ταγίπ Ερντογάν, αλλά και με επιχειρησιακές κινήσεις της στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) της Μεγαλονήσου και το υπό κατοχή τμήμα της.

  Απόδειξη οι τουρκικές προκλήσεις στη Δερύνεια και τα Στροβίλια το 2019, την Πύλα και τον Άγιο Δομέτιο το 2023, ο εποικισμός διαρκείας σε Βαρώσια/Αμμόχωστο και τα επεισόδια στην Πράσινη Γραμμή που εκδηλώνονται περιοδικά με σάλπισμα εγερτήριο τη δήλωση Μπαχτσελί τον Αύγουστο του ’23: ”Η Κύπρος είναι τουρκική”

   Όλα αυτά βέβαια εντάσσονται στην προσπάθεια της Άγκυρας να εντείνει τις πιέσεις της – προ ενδεχόμενης σύγκλισης του Συμβουλίου Ασφαλείας για λύση του Κυπριακού – ώστε να περάσει την πρόταση διχοτόμησης της Κύπρου, αν και η ελληνική και κυπριακή πρόταση για Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία (ΔΔΟ) με πολιτική ισότητα (εισηγητική πρόταση του Γ.Γ του ΟΗΕ για το Κυπριακό), πάλι σ’ αυτήν θα καταλήξει με απαρχή την κατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας…

   Δεδομένων αυτών, τα ερωτήματα που προκύπτουν και για την τελευταία είναι πολλά και αφορούν τη διαχρονική νωχέλεια που επιδεικνύει στο θέμα της διπλωματικής κινητοποίησης και της εξοπλιστικής ετοιμότητάς της.

   Αν πάρουμε και εξετάσουμε – στην τελευταία ειδικά περίπτωση, με χρονικό πλαίσιο δεκαπενταετίας – τη δράση των Προέδρων της Κύπρου σε θέματα Άμυνας του νησιού υπό τον φόβο διενέργειας εχθρικών ή κακόβουλων ενεργειών από την Τουρκία, θα οδηγηθούμε σε απογοητευτικές διαπιστώσεις.

   Θα αναρωτηθούμε για τα λάθη και τα ανούσια πεπραγμένα της Κύπρου επί των ημερών των τελευταίων Προέδρων της, βασικά (βλ. Χριστόφια [2008-2013] και Αναστασιάδη [2013-2023]), γιατί η θητεία Χριστοδουλίδη είναι στην αρχή της ακόμα για να κριθεί, αν και ο ίδιος δείχνει να ρέπει σε πολιτικές πρακτικές του προκατόχου του.

   Το λέω αυτό γιατί ο Κύπριος Πρόεδρος – πέραν των αρχικών πρωτοβουλιών του για αφύπνιση και συμμετοχή της Ευρώπης στο ακανθώδες Κυπριακό πρόβλημα, που είναι και ευρωπαϊκό – έδωσε στη συνέχεια δείγματα μάλλον παθητικότητας, τυπικότητας. Δείγματα που συνάδουν με Πρόεδρο-διεκπεραιωτή ο οποίος έχει υιοθετήσει ασκαρδαμυκτί τα ανούσια επικοινωνιακά τερτίπια και ”στρογγυλέματα” της πολιτικής  του Νίκου Αναστασιάδη.

   Της πολιτικής που βάλτωσε περαιτέρω το Κυπριακό, για να μην πω ότι το οδήγησε στα χειρότερά του λόγω αναξιοπιστίας της Κυπριακής Δημοκρατίας μόλις βγήκαν στο φως της δημοσιότητας σκάνδαλα διαφθοράς τα οποία είχαν να κάνουν με ξέπλυμα χρήματος και διαπλοκή με Ρώσους ολιγάρχες στο ανώτατο σύστημα πολιτικής εξουσίας…

   Έτσι, στη δεκαετία της Προεδρίας Αναστασιάδη, η Τουρκία πέτυχε να σβήσει τη στάμπα του εισβολέα Αττίλα το ’74 και, αφού την αντικατέστησε με τον τίτλο του… διαμεσολαβητή στο Ουκρανικό, διεκδικεί παρόμοιο ρόλο και στη Γάζα  κάνοντας γεωπολιτικά άλματα ως ανερχόμενη Περιφερειακή δύναμη με φιλοδοξία να γίνει υπερδύναμη, αφού σχεδιάζει πυρηνικά, καρασκευάζει εξοπλιστικά και επεκτείνεται μεγαλοϊδεατικά σε τρεις ηπείρους, με τον χρόνο να κυλάει υπέρ της στο Κυπριακό, τη στιγμή που η Κύπρος είναι απ’ το εθνικό σημειωτόν ως το σημείο εκκίνησης της εξοπλιστικής αναβάθμισής της.

 Κι αυτό είναι, τουλάχιστον, απαράδεκτο, για να μην πω αυτοκτονικό. Είναι απαράδεκτο να φτάσει μέχρι το ’23 η Κύπρος (ούσα σε έξοπλιστική κατάσταση ”νιρβάνα” ως τότε), για να σκεφτεί την αντικατάσταση και ολοκλήρωση των παμπάλαιων οπλικών συστημάτων της Εθνικής Φρουράς της με όριο πενταετίας…

   Και μόνο το γεγονός ότι η απουσία αποτρεπτικής ικανότητας από θαλάσσης το ’74 – απουσία που έκανε περαιτέρω τρωτή την κυπριακή Άμυνα προς διευκόλυνση της απόβασης των τουρκικών ναυτικών δυνάμεων στο βόρειο έδαφός της – θα έπρεπε να κάνει τις εκάστοτε ηγεσίες της ελεύθερης Κύπρου να έχουν σαν πρώτο τους μέλημα την εξοπλιστική της επάρκεια από ξηράς, θαλάσσης και αέρος και όχι να αρκούνται στα πεπαλαιωμένα (35ετίας και βάλε) που τους δίνει περιοδικά η Ελλάδα ή τα προμηθεύονται από αλλού.

   Έπρεπε ήδη η κυπριακή Προεδρία να έχει εξασφαλίσει πλήρη αυτονομία πλωτών μέσων, για παράδειγμα – αντί να περιορίζεται σε μερική, για την οποία είχε εκδηλώσει τα παράπονά της προ δεκαπενταετίας η Εθνική Φρουρά ζητώντας την αγορά Ταχέων Περιπολικών Σκαφών, για να μπορεί να προχωρά άφοβα σε ελέγχους στα θαλάσσια οικόπεδα της κυπριακής ΑΟΖ προλαμβάνοντας τυχόν εχθρικές ενέργειες σε βάρος των ζωτικών συμφερόντων της Κύπρου.

   Και για να μην μείνουμε μόνο στα της θαλάσσης, η σημερινή Κύπρος είχε μισό αιώνα καιρό μπροστά της για να ενισχύσει αποτελεσματικά τον στρατό ξηράς και την αεροπορία της προ του τουρκικού κινδύνου (σ.σ: 30.000 αριθμεί, πλέον, ο στρατός κατοχής).

   Σήμερα ειδικά, η ένοπλη πτέρυγα της Εθνικής Φρουράς Κύπρου (ΕΦΚ) – που υπάγεται απ’ απευθείας στον Αρχηγό ΓΕΕΦ (Γενικό Επιτελείο Εθνικής Φρουράς – έχει στους ώμους της τη βαριά ευθύνη προάσπισης του εναέριου χώρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, δεδομένου ότι ο λύκος-Τουρκία δεν έπαψε στιγμή να ονειρεύεται την προσάρτηση στην κυριαρχία της όλης της Κύπρου.

   Για τον λόγο αυτό, άλλωστε, έχει κατασκευάσει η Άγκυρα ή ”τρέχει” να ολοκληρώσει την κατασκευή ναυτικών και αεροπορικών βάσεων στα Κατεχόμενα (ναυτική βάση στο Μπογάζι, το Ριζοκάρπασο, αεροπορική βάση UAV στο Λευκόνοικο και παλαιότερη βάση της Τύμπου ανατολικά της βόρειας Λευκωσίας, κοντά στο ομώνυμο χωριό (σ.σ: ”δώρο” των Βρετανών στους Τούρκους το παράνομο αεροδρόμιο Ερτζάν), ενώ ξεφορτώνει σε τακτά διαστήματα βαριά οπλικά συστήματα στο λιμάνι της Αμμοχώστου…

   Με δεδομένα αυτά και άλλα πολλά, αναρωτιέται κανείς αν οι έχοντες και κατέχοντες εξουσία στην Κύπρο (ο ΠτΚΔ Νίκος Χριστοδουλίδης, η Πρόεδρος της Κυπριακής Βουλής Αννίτα Δημητρίου, τα πολιτικά κόμματα και τα κυπριακά ΜΜΕ) έχουν συνειδητοποιήσει ότι ένα κομμάτι ιστορικό και πολύτιμο (βγαλμένο απ’ τα σπλάχνα της τελευταίας κοιτίδας του Ελληνισμού στην Ανατολική Μεσόγειο) τουρκεύει, εκφυλίζεται, εξαγοράζεται, διαπομπεύεται πολιτιστικά, ηθικά, ιστορικά εδώ και μισό αιώνα.

   Το λέω αυτό χτυπώντας καμπάνες αφύπνισης στο δημοσιογραφικό και πολιτικό κατεστημένο της Κύπρου, αλλά και τον καθεύδοντα υπό μανδραγόρα κυπριακό λαό ο οποίος γίνεται καθημερινά μάρτυρας του παραλογισμού στον οποίο συμμετέχει.

   Γίνεται χειροκροτητής των εκλεγμένων πολιτικών εκπροσώπων του, κάποιοι από τους οποίους δείχνουν να νοιάζονται περισσότερο για το Αφγανιστάν και τη Γάζα (χωρίς αυτό να σημαίνει προτροπή εκ μέρους μου προς αποφυγή της ανταπόκρισης σε συνδρομή διεθνούς ανθρωπιστικής βοήθειας), παρά για την διαιωνιζόμενη τραγωδία της χωρισμένης στα δύο Μεγαλονήσου.

    Μια τραγωδία που τείνει να ξεχαστεί διεθνώς, γιατί οι ηγέτες της – αντί να επικαιροποιούν σε μόνιμη βάση διεθνώς το δράμα της κατεχόμενης Κύπρου και της εθνοκάθαρσης που συντελέστηκε εκεί το ’74 από την εισβολέα τουρκικό στρατό –  περί άλλων τυρβάζουν (με συνευθύνη και των Ελλήνων ομολόγων τους).

   Κατά τη Θουκυδίδεια φράση ”των οικιών ημών εμπιπραμένων ημείς (Ελλαδίτες και Ελληνοκύπριοι) άδομεν”. Και αυτό την ώρα που κλιμακώνεται ο εποικισμός των κυπριακών εδαφών στα Κατεχόμενα από Τούρκους και ξένους, κάτι που θα μετατρέψει δυστυχώς – σε συντομότερο χρόνο του αναμενομένου, όπως εκτιμώ – τους Ελληνοκύπριους σε μειονότητα στην ίδια τους την πατρίδα…

   Με άλλα λόγια ο κυπριακός λαός γίνεται χειροκροτητής αυτών που – αφού αναδείχθηκαν σε υψηλές  πολιτικές θέσεις με βάση lifestyle κριτήρια – λειτουργούν τώρα ως… ακτιβιστές ή στελέχη Διεθνών Οργανισμών για καταπολέμηση της φτώχειας και της τρομοκρατίας στον κόσμο με την ψευδαίσθηση ότι η ανθρωπιστική πολιτική προς τρίτους θα δώσει… γεωπολιτική υπόσταση στην μεταβληθείσα από χώρα σε στίγμα γεωγραφικών συντεταγμένων στους ΝΑΤΟϊκούς χάρτες Κύπρο.

   Γίνεται χειροκροτητής, τέλος, και των βολεμένων στην Ελλάδα και το εξωτερικό Κυπρίων, οι οποίοι αποφεύγουν τη δριμεία κριτική και ρίχνουν το δημοσιογραφικό, πολιτικό και επιχειρηματικό βάρος τους στην επαγγελματική τους ευδοκίμηση, με αποτέλεσμα να διαιωνίζεται η κυπριακή απραξία και η ελληνική ”αμνησία” αφήνοντας ανεπούλωτες τις πληγές της Κύπρου εδώ και πενήντα χρόνια.

  Ελληνική ”Αμνησία” που έγινε δυσάρεστα αντιληπτή από τον Σεπτέμβριο του ’23, όταν είδαμε τη χλιαρή αντίδραση από ελληνικής πλευράς στη θρασεία υποστήριξη από τον Ταγίπ Ερντογάν (από το βήμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ με αποδέκτη τη διεθνή κοινότητα ) της ”λύσης” των δύο κρατών στην Κύπρο…

 

Κρινιώ Καλογερίδου

Συνέχεια ανάγνωσης

Κρινιώ Καλογερίδου

Λάθη στρατηγικής αλληλένδετα με τον ιδεολογικό αφοπλισμό μας

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

   Γιορτάζουμε καθ’ όλο το τρέχον έτος 2024, επ’ ευκαιρία της συμπλήρωσης 50 ετών απ’ την επάνοδο της Δημοκρατίας στη χώρα μας, τα επιτεύγματα της Μεταπολίτευσης με πρώτο και κύριο τη σταθερότητα προσανατολισμού και στόχων της Ελλάδας, την  ευθυγράμμισή της ουσιαστικά με τις δυτικές αξίες και τη συμμετοχή της στο στόχο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης με ”ομοσπονδιακή λογική”.

   Λογική όπως η ”σταθεροποιητική κατευναστική” της ήπιας διπλωματίας στην εξωτερική πολιτική,  η οποία απ’ το ’96 και εντεύθεν μας ευνουχίζει εθνικά και μας αφοπλίζει ιδεολογικά παραλύοντας τις αντιστάσεις μας και αυγατίζοντας τις στρεβλές εκτιμήσεις μας για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, αφού μας έκανε ήδη να πιστέψουμε ότι – για να εξασφαλίσουμε την μακροβιότητα της ειρήνης – πρέπει να πηγαίνουμε με τα νερά της αναθεωτητικής Τουρκίας, έστω κι αν διολισθαίνουμε στο να γίνουμε γεωπολιτικός δορυφόρος της.

 Γεωπολιτικός δορυφόρος της με βουβή συναίνεση κυβέρνησης και αντιπολίτευσης (σε επίπεδο κομμάτων εξουσίας) λόγω απουσίας εναλλακτικής επιλογής για τη διακυβέρνηση της Ελλάδας και απουσίας ενδιαφέροντος για τα εθνικά θέματα πολυεπίπεδα.

   Κι αυτό το τελευταίο αφορά και τον λαό, δυστυχώς, με αποτέλεσμα να μετεωρίζεται  μεταξύ Σκύλλας και Χάρυβδης κινδυνεύοντας να χάσει – εν μέσω διαιωνιζόμενων μετεμφυλιακή  ερίδων – τον πατριωτισμό του.

 Τον πατριωτισμό τον οποίο απαρνείται διαχρονικά η εθνομηδενιστική Αριστερά και ψελλίζει περιοδικά η πατριωτική Κεντροαριστερά απ’ το 1996 και εντεύθεν μετά την ήττα στα Ίμια (απώλεια εθνικής κυριαρχίας για πρώτη φορά μεταπολεμικά) και τη ”Συμφωνία της Μαδρίτης” που ακολούθησε (1997).

   Συμφωνία εθνικά ζημιογόνα για τον Ελληνισμό, γιατί ”γκρίζαρε” το Αιγαίο αναγνωρίζοντας στην Τουρκία δικαιώματα σε αυτό, με αποτέλεσμα να αμφισβητεί την ελληνική κυριαρχία στα νησιά της ελληνικής νησιωτικής επικράτειας.

   Κι αυτό το ”γκριζάρισμα” επεκτάθηκε με προσάναμμα τον ιδεολογικό αφοπλισμό μας, έστω κι αν ακολούθησε – κατά την τελευταία πενταετία –  σοβαρή εξοπλιστική αποκατάσταση των αμυντικών αναγκών σε όλα τα όπλα μετά από μια μακρά περίοδο αποεπένδυσης λόγω των μνημονίων.

  Το λυπηρό ωστόσο είναι ότι – παρά τον εξοπλιστικό εκσυγχρονισμό μας – η διαφορά δυναμικού ως προς το γεωπολιτικό αποτύπωμα παραμένει ανάμεσα σε Ελλάδα-Τουρκία. Παραμένει και παρουσιάζει την πρώτη υποδεέστερη έναντι της δεύτερης, παρά την αγορά τέταρτης Belh@rra και έξι ακόμα νέα Rafale που δρομολογούνται. Παρά τον anti-drone θόλο στο Αιγαίο που έχουμε στα σκαριά για διασφάλιση των νησιών μας… 

 Οι εντυπώσεις προφανώς δεν διασκεδάζονται όσο διατηρούνται τα λάθη στρατηγικής, αλλά και αυτά που πηγάζουν απ’ τον ιδεολογικό αφοπλισμό μας δια του ”κατευνασμού”  και επεκτείνονται στην απομείωση του εθνικού φρονήματος, τη μείωση στρατιωτικής θητείας, το έλλειμμα σπουδαστών στις στρατιωτικές σχολές, την απουσία εθνικού φρονήματος στην μαθητιώσα νεολαία και την ”αποκαθήλωση” των ιερών συμβόλων της πατρίδας και της θρησκείας μας.

   Πολιτική της Κυβερνώσας Αριστεράς η οποία – αντί να καταργηθεί επί ΝΔ – διαιωνίζεται υποβιβάζοντας την έννοια του εθνικού φρονήματος και τον πατριωτισμό στα σχολεία.

  Τον πατριωτισμό που έχει εντάξει ύπουλα, ιδιοτελώς και πατριδοκαπηλευτικά στη ρητορική της η ελληνική ακροδεξιά μιαίνοντας τον υγιή εθνικισμό με εκείνον των αιμάτων του φασισμού-ναζισμού, των ρατσιστικών στερεοτύπων και των αντιδημοκρατικών ενστίκτων και συμπεριφορών. Ενστίκτων και συμπεριφορών που τα επικαλύπτει η παραληρηματική εθνικιστική ρητορική και η εργαλειοποίηση του πατριωτισμού προς χάριν μιας πλαστής εικόνας εθνικοφροσύνης.

  Τα δεδομένα αυτά, που αναδεικνύουν την έξωθεν ποδηγέτηση της Ελλάδας στην εξωτερική πολιτική και την πρωτοκαθεδρία του κομματισμού σε αυτήν πάνω από τα συμφέροντα της πατρίδας, εξηγούν γιατί παρεκκλίναμε (ελαφρά τη καρδία) από τις διαπραγματευτικές ”κόκκινες γραμμές” μας με τακτές κινήσεις υποχώρησης, παρά το παράδειγμα προς αποφυγή της ”Συμφωνίας των Πρεσπών”.

   Της ”Συμφωνίας” που ανέδειξε τη διπλωματική αφροσύνη μας και – αν και καταπατείται σκανδαλωδώς απ’ τους Σκοπιανούς – εμείς συνεχίζουμε να την υπερασπιζόμαστε εν γνώσει του ότι – πέρα απ’ το όνομα, τη γλώσσα και την ταυτότητα της Μακεδονίας μας – δώσαμε στους παραχαράκτες της ελληνικής ιστορίας ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα (πρόσβαση μέσω Θερμαϊκού στο Αιγαίο)…

   Φευ! Ποιος έχασε την ντροπή, για να τα βρουν οι δικοί μας διακομματικά και διακυβερνητικά. Οι δικοί μας που υπέγραψαν κι αποδέχτηκαν την λιμνιαία Συμφωνία του ’18 πιπιλίζοντας έκτοτε για παρηγοριά τον παραμυθητικό λόγο ότι η εν λόγω, ”αν και αρχιτεκτονικά ατελής, ενίσχυσε τον περιφερειακό σταθεροποιητικό ρόλο της Ελλάδας”…

   Με τα ίδια μυαλά πάμε να λύσουμε και τα ελληνοτουρκικά σήμερα παρεκκλίνοντας σ’ όλες τις σταθερές και παραβιάζοντας σε μόνιμη βάση τις ”κόκκινες γραμμές” μας, με αποτέλεσμα να μεταγγίσουμε στον λαό μας το πνεύμα υποχώρησης και αδιαφορίας για τα εθνικά θέματα (ήδη αυτοί που τα θέτουν ως πρώτη προτεραιότητα στην άσκηση πολιτικής είναι 3% με  5% στις δημοσκοπήσεις.

   Που πάει να πει ότι οι κυβερνήσεις και οι αθηναϊκές ελίτ, που μας κυβερνούν διαχρονικά μέσω αυτών, πέτυχαν τον σκοπό τους. Πέτυχαν τον σταδιακό αφελληνισμό μας με το να προωθούν το πνεύμα του ατομικισμού-ωφελιμισμού, της ιδιοτέλειας, του ωχαδελφισμού και των μειωμένων εθνικών αντανακλαστικών στην ελληνική κοινωνία.

  Έτσι φτάσαμε στο σημείο να κλείνουμε τα μάτια στις προκλήσεις των Σκοπιανών και τις παραβιάσεις της ”Συμφωνίας των Πρεσπών” που υπέγραψαν το ’18 μαζί μας βρίσκοντας την πολυπόθητη έξοδο στα αλυτρωτικά αδιέξοδά τους…

   Φτάσαμε να επιτρέπουμε και στην Άγκυρα να αλωνίζει ανενόχλητη το Αιγαίο για έρευνες εντός της υφαλοκρηπίδας μας (τρίμηνη παραμονή του Ορούτς Ρέις έξω απ’ το Καστελόριζο, 2020), ενώ τελευταία την καταστήσαμε ελεγκτή ”νομιμότητας” των ναυτικών μας ασκήσεων (θαλάσσια περιοχή μεταξύ Κάσου-Καρπάθου, 2024), για να μην παρεκκλίνουμε απ’ τα 6 μίλια.

   Για να μην παρεκκλίνουμε διεκδικώντας αυτά που νομίμως δικαιούμαστε (επέκταση των ΕΧΥ στα 12 νμ, σύμφωνα με τη Σύμβαση των ΗΕ το 1982 για οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών σύμφωνα με το Δίκαιο της Θάλασσας, Montego Bay – Τζαμάικα, 1982).

  Και δε λογαριάζουμε, να φανταστείτε, στα ως άνω τα χίλια δυο περιστατικά παραβιάσεων των ελληνικών χωρικών υδάτων απ’ τα τουρκικά αλιευτικά ή τα… ”καμουφλαρισμένα” σε αλιευτικά κατασκοπευτικά και υποβρύχια που μας στέλνει η Τουρκία.

   Δε λογαριάζουμε και τις βαριές προσβολές της, που είναι είτε αναδρομικές είτε αναθεωρητικές-διεκδικητικές στην πλειοψηφία τους και ανάγονται από την ήττα του βυζαντινού στρατού στο Ματζικέρτ (1071) μέχρι την Άλωση της Πόλης (1453) κι από εκεί στην Μικρασιατική Καταστροφή (1922), ως υπόμνηση ενισχυτική της απειλής του casus belli (1995 ) σε βάρος μας, ώστε να πατήσει στον φόβο μας η Τουρκία και να προωθήσει τα σχέδιά της για τη ”Γαλάζια Πατρίδα”. Σχέδια στρατιωτικά, γεωπολιτικά και οικονομικά.

 Σ’ αυτό το τελευταίο, ειδικά, η έλλειψη διορατικότητας κυβέρνησης και λαού ανταγωνίζονται βάζοντας ως προτεραιότητα το οικονομικό όφελος για αντιμετώπιση της τουριστικής υστέρησης των ακριτικών νησιών μας (βλ. ”visa express” για Τούρκους τουρίστες σε δέκα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου), χωρίς να διαβλέπουν αμφότεροι τον κίνδυνο εθισμού των κατοίκων στην τουρκική παρουσία εκεί (σ.σ: Σε πολλά ξενοδοχεία – μαζί με την ελληνική σημαία και εκείνην της ΕΕ – κυματίζει και αυτή της Τουρκίας) και την επαύξηση της όρεξης των Τούρκων για εδαφικές διεκδικήσεις από την Ελλάδα…

 

Κρινιώ Καλογερίδου

 

Συνέχεια ανάγνωσης

Κρινιώ Καλογερίδου

Ο Αλέξανδρος στα Γαυγάμηλα απέναντι στους ”χρυσοφόρους Μήδους”

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Με φορτωμένες τις αποσκευές του από την προσφώνηση ”Γιε του Δία” και τον σιβυλλικό χρησμό του ιερέα του Αμμωνείου (όαση Σίβα, Μαντείο Άμμωνα Ρα [Δία]) περί μελλοντικής κυριαρχίας του στον τότε γνωστό κόσμο, επέστρεφε  ο Αλέξανδρος με το εκστρατευτικό σώμα του – Απρίλη μήνα του 331 π Χ – από την Μέμφιδα (Αίγυπτος) στην Τύρο (Λίβανος) μέσω Πηλουσίου (συνοριακού φρουρίου της ΒΑ Αιγύπτου ανατολικά του Νείλου, σημερινό Πὸρτ Σάιντ).

  Εκεί τους περίμενε ο στόλος του για ανεφοδιασμό, έχοντας παραπλεύσει προηγουμένως τη Φοινίκη με κατεύθυνση την Αίγυπτο. Μετά από ένα σύντομο πέρασμα απ’ την  Σαμάρεια της Παλαιστίνης, ο Αλέξανδρος με τον στρατό του πέρασαν από δύσβατες περιοχές στα νότια (σε εποχή συγκομιδής της γεωργικής παραγωγής), για να φτάσουν καθυστερημένα – μέσα Ιουλίου – στην αρχαία πόλη του Λιβάνου.

   Καθ’ οδόν προς την Τύρο είχαν κάποιες μέρες ξεκούρασης και θυσιών στον ημίθεο Ηρακλή, αλλά και μια αναπάντεχη επίσκεψη. Ήρθαν να δουν τον γιο του Φιλίππου δυο Αθηναίοι πρέσβεις (ο Διόφαντος και ο Αχιλλέας), για να του μεταφέρουν το αίτημα των συμπολιτών τους για απελευθέρωση των επονείδιστων Αθηναίων που πολέμησαν κατά των Ελλήνων στο πλευρό του Δαρείου στη μάχη της Ισσού (333 π Χ).

  Ο Αλέξανδρος ικανοποίησε το αίτημά τους και εκείνοι τον ευχαρίστησαν πληροφορώντας τον πριν φύγουν ότι είχε εκδηλωθεί αποστασία στην Πελοπόννησο από κάποιους ανυπότακτους Σπαρτιάτες. Ο Μακεδόνας στρατηλάτης έδρασε αστραπιαία στέλνοντας στο πλευρό των Πελοποννήσιων υποστηρικτών του τον Αμφοτερό (Μακεδόνα αξιωματικό, αδερφό του Κρατερού) με 100 φοινικικά και κυπριακά πλοία τα οποία επίταξε.

   Έπειτα από την Τύρο, ο Αλέξανδρος κατευθύνθηκε προς την Μεσοποταμία, τη Δαμασκό και τη Θάμψακο έχοντας σκοπό να φτάσει στην απέναντι όχθη του Ευφράτη (Μέση Ανατολή), ένα ειδικό τμήμα του οποίου είχαν ”δέσει” οι δικοί του υπό τον Ηφαιστίωνα με αλυσίδες-σχεδίες που σχημάτιζαν γέφυρα πάνω στο νερό.

   Ήταν ήδη φθινόπωρο του 331 π Χ, όταν άφησε πίσω του ο Αλέξανδρος τη Θάμψακο και την Νίσιβι (ΒΑ των αρμενικών βουνών, μεταξύ Ευφράτη και Τίγρη) και έφτασε στα σύνορα Ασσυρίας-Μηδίας για να βρει ζωοτροφές (σ.σ: Ο Τίγρης ήταν ελαφρά φρουρούμενος) κάτω από επικίνδυνες συνθήκες.

 Επικίνδυνες γιατί στην περιοχή κινούνταν ένας ορκισμένος εχθρός του: ο ελληνόφων σατράπης της Βαβυλώνας Μαζαίος), που προσπαθούσε να κόψει τις γέφυρες του Ευφράτη για να εγκλωβίσει τον Αλέξανδρο με τον στρατό του και να πάρει εκδίκηση. Για να σιγουρέψει μάλιστα τον εγκλωβισμό του Μακεδόνα στρατηλάτη, είχε ειδοποιήσει τον Δαρείο να έρθει για βοήθεια απ’ τη Βαβυλώνα όπου βρισκόταν.

  Ο στρατός του Δαρείου έφτασε πράγματι εσπευσμένα στην ασσυριακή πεδιάδα των Αρβήλων (όρια Ασσυρίας-Μηδίας, ανατολικά των Γαυγαμήλων) αριθμώντας 250 χιλιάδες στρατιώτες. Με διαταγή του Πέρση βασιλιά, υψώθηκαν  γρήγορα αναχώματα με πασσάλους γύρω απ’ το αχανές στρατόπεδο, για να αποκρούσουν το μακεδονικό και το θεσσαλικό ιππικό κατά την ώρα της επίθεσης των Ελλήνων.

   Οι ανιχνευτές της εμπροσθοφυλακής του ελληνικού στρατού,  ωστόσο, πήραν είδηση έγκαιρα τους 1000 Πέρσες ιππείς στην κοντινή πεδιάδα αριστερά του Τίγρη και ειδοποίησαν τον Αλέξανδρο. Εκείνος έστειλε καταπάνω τους το βασιλικό ιππικό και την ίλη των εταίρων, ενώ ο ίδιος οδηγούσε τη στρατιά με τους Παίονες (σ.σ: βαλκανικό φύλο νότια της Δαρδανίας το οποίο υπέταξε, μαζί με άλλα, ο βασιλιάς της Μακεδονίας) και τους Προδρόμους (ελαφρά οπλισμένους Έλληνες ιππείς με ασπίδες και βοηθητικό υλικό για αναγνωριστικές εφόδους).

   Σαν τους είδαν οι Πέρσες να έρχονται καταπάνω τους, το έβαλαν στα πόδια κατατρομαγμένοι. Οι στρατιώτες του Αλέξανδρου τότε τους κυνήγησαν ανελέητα και, αφού σκότωσαν κάμποσους, έσυραν τους άλλους αιχμάλωτους στο ελληνικό στρατόπεδο.

 Από αυτούς έμαθε, λίγο αργότερα, ο Αλέξανδρος ότι ο περσικός στρατός τούς περίμενε ετοιμοπόλεμος (ένα εκατομμύριο πεζοί και σαράντα χιλιάδες ιππείς του Δαρείου και του Μαζαίου) ανάμεσα στον Βούμηλο και τον Ζαπάτα ποταμό (ποτάμια της Ασσυρίας), όπου απλωνόταν η πεδιάδα των Γαυγαμήλων, στα σύνορα Μυγδονίας-Μηδίας.

   Ας σημειωθεί, εδώ, ότι ο Δαρείος είχε επιλέξει για πεδίο μάχης την μεγάλη πεδιάδα των Γαυγαμήλων (για να αποφύγει τον στενό χώρο όπως στην Ισσό, Νοέμβριο 333 π Χ), αφού προηγουμένως ισοπέδωσε τα γύρω υψώματα και έκοψε τους κορμούς των δέντρων, ώστε να κινούνται ανεμπόδιστα το ιππικό και τα διακόσια περίπου δρεπανηφόρα περσικά άρματα (υπερόπλο της εποχής, με κοφτερές λεπίδες στους άξονες των τροχών τους).

   Έκαψε, τέλος, κάθε εμπόδιο περιμετρικά, έτσι που η μέρα έγινε νύχτα, καλυμμένη καθώς ήταν  από βαρύ πέπλο καπνού. Και σαν να μην έφτανε αυτό, προέβη σε πράξη δολιοφθοράς κατά του ιππικού του αντιπάλου του μπήγοντας σίδερα στην πεδιάδα, προκειμένου να τραυματιστούν τα άλογα των Μακεδόνων και Θεσσαλών ιππέων…

   Κατά το πρώτο βράδυ της διάβασης του Τίγρη από τους Έλληνες στρατιώτες, εντωμεταξύ, είχε συμβεί ένα παράδοξο φυσικό φαινόμενο που κατατρομοκράτησε τους Πέρσες οι οποίοι περίμεναν από ώρα σε ώρα την ελληνική επίθεση ερμηνεύοντας ως προάγγελο του αφανισμού τους την ολική έκλειψη της Σελήνης την νύχτα της 30ης Σεπτεμβρίου.

   Κι αυτό δεν άργησε να επιβεβαιωθεί. Έχοντας πληροφορηθεί ο Αλέξανδρος πως οι Πέρσες τον περίμεναν στις όχθες του Βούμηλου (εξακόσια στάδια μακριά απ’ την πόλη Άρβηλα) ξεκίνησε με τον στρατό του την νύχτα της 29ης προς 30η Σεπτεμβρίου και έφτασε (κοντά χαράματα) έντεκα χιλιόμετρα μακριά από τα Γαυγάμηλα (μικρό χωριό της Ασσυρίας, τότε, 320 χλμ βόρεια της Βαβυλώνας, κοντά στη Μοσούλη του Ιράκ σήμερα).

   Κατά το μεσημέρι, ο Αλέξανδρος διέταξε τους πελταστές (τους ”ψιλούς”, ελαφρά οπλισμένους πολεμιστές) να ανοίξουν βαθιά τάφρο γύρω από το ελληνικό στρατόπεδο, όπου έμειναν για ανάπαυση τέσσερις μέρες, πριν διανύσουν άλλα πέντε χιλιόμετρα ως την πεδιάδα των Γαυγαμήλων που είχε μαυρίσει απ’ τα μιλιούνια των στρατιωτών του Δαρείου.

   Οι ελληνικές φάλαγγες (που αριθμούσαν, σημειωτέον,  50 χιλιάδες πεζούς και 700 ιππείς) έπιασαν στην αρχή τα υψώματα απέναντι από τον εχθρό, την ίδια στιγμή που οι ιππείς και οι ”ψιλοί” πεζέταιροι κατόπτευαν το πεδίο της μάχης περιμένοντας τις διαταγές των στρατηγών (μεταξύ των οποίων ο Παρμενίων και ο Κλείτος), μετά το πολεμικό συμβούλιο που συγκάλεσε ο Αλέξανδρος.

  Εκείνες τις κρίσιμες ώρες έφτασαν τα νεότερα για τις κινήσεις στο στρατόπεδο του εχθρού από τους Έλληνες πληροφοριοδότες. Ο Δαρείος, λέει, είχε σκοπό να τους πλευροκοπήσει και να τους κυκλώσει  παρατάσσοντας στα δυο άκρα του μετώπου το ιππικό του απ’ τη Βακτριανή (περσική σατραπεία, τότε, μοιρασμένη σήμερα ανάμεσα στο Τατζικιστάν, το Αφγανιστάν, το Ουζμπεκιστάν και το Τουρκμενιστάν).

    Επειδή ήξερε μάλιστα ότι ο Αλέξανδρος πολεμούσε πάντα απ’ τη δεξιά πτέρυγα του παραταγμένου στρατού του, σχεδίαζε να τοποθετήσει απέναντί του μεγάλες δυνάμεις Σκυθών (νομάδων της Κεντρικής Ασίας) και δρεπανηφόρα άρματα.

  Σαν τα άκουσε αυτά ο Παρμενίων, γύρισε και είπε στον Αλέξανδρο θορυβημένος ότι ίσως ήταν καλύτερα να τους αιφνιδιάσουν αυτοί πρώτοι μέσα στην νύχτα, για να προβάλλουν μικρότερες αντιστάσεις (άυπνοι και ταλαιπωρημένοι καθώς θα ήταν) απ’ ό,τι στο πεδίο της μάχης.

  Ο Αλέξανδρος αρνήθηκε και, χαμογελώντας, είπε στον ηλικιωμένο στρατηγό ότι ”δε θα τους αιφνιδιάσει την νύχτα, για να μην πουν ότι τους έκλεψε με δόλο τη νίκη, αλλά θα τους πολεμήσει τη μέρα για να μην έχουν καμιά απολύτως δικαιολογία για την μεγάλη συντριβη τους”…

   Την άλλη μέρα, νωρίς το πρωί της 1ης Οκτωβρίου του 331 π Χ –  πήρε θέση μάχης το ελληνικό στράτευμα απέναντι στα μιλιούνια των διπλά παραταγμένων Περσών του Δαρείου, που ήταν ενισχυμένοι απ’ τους Σκύθες, τους Κάρες, τους Ινδούς, τους Μαρδιανούς κι από ινδικούς ελέφαντες. 

   Πήρε θέση μάχης απέναντι στον ανθό του περσικού πεζικού ο οποίος έδειξε αιφνιδιασμένος απ’ την παράταξη των ελληνικών δυνάμεων (Αρριανός: Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις) :

 Μπροστά, είχε πάρει θέση το ιππικό υπό τις διαταγές του Φιλώτα (γιου του Παρμενίωνα) . Το συγκροτούσαν η βασιλική ίλη με ίλαρχο τον Κλείτο και οι άλλες των Γλαυκία, Αρίστωνα, Σώπολη, Ηρακλείδη, Δημήτριου και Μελέαγρου, καθώς και η βασιλική του Ηγέλοχου.

  Στο κέντρο, ήταν παραταγμένες έξι τάξεις της πεζοπόρου φάλαγγας με αρχηγούς τον Κοίνο, τον Περδίκκα, τον Μελέαγρο, τον Πολυσπέρχοντα, τον Κρατερό (επικεφαλής των σαρισσοφόρων Μακεδόνων) και τον Σιμμία, στη θέση του Αμύντα ο οποίος βρισκόταν στη Μακεδονία για να επιστρατεύσει άνδρες προς ενίσχυση των δυνάμεων του Αλέξανδρου.

   Δεξιά, βρίσκονταν οι υπασπιστές με τον Νικάνορα (τον άλλο γιο του Παρμενίωνα) και στο πλευρό τους οι ίλες των εταίρων, ενώ στο αριστερό κέρας της φάλαγγας ήταν επικεφαλής ο στρατηγός Παρμενίων, ενισχυμένος από πεντακόσιους Νοτιοελλαδίτες και δυόμισι χιλιάδες Θεσσαλούς ιππείς.

 Την εμπροσθοφυλακή του δεξιού κέρατος, σημειωτέον, αποτελούσαν οι διακόσιοι ιππείς του Μενίδα, ενώ στα αριστερά τους βρίσκονταν οι ιππείς του Ανδρόμαχου, οι Κρήτες τοξότες και οι Θράκες ακοντιστές υποστηριζόμενοι από Θράκες και Νοτιοελλαδίτες ιππείς.

  Σημειωτέον, επίσης, ότι υπόλοιποι οπλίτες και πελταστές του στρατού του Αλέξανδρου είχαν παραταχθεί πίσω απ’ την πρώτη γραμμή, ώστε – αν κυκλωνόταν αυτή – να υπήρχε η δυνατότητα να σχηματιστεί νέο μέτωπο (ανάστροφο του αρχικού) με μια απλή μεταβολή.

   Στα άκρα της δεξιάς πτέρυγας βρισκόταν θρονιασμένος στον Βουκεφάλα ο Αλέξανδρος, επικεφαλής της μακεδονικής φάλαγγας, των εταίρων ιππέων και  των ελαφρά οπλισμένων πεζών πιο πίσω, ενώ μπροστά απ’ τις ίλες των εταίρων είχαν παραταχθεί χίλιοι Αγριάνες και ίδιος αριθμός ”ψιλών” τοξοτών και άλλων τόσων ακοντιστών στα δεξιά τους.

  Οι πρόδρομοι και οι Παίονες ιππείς, τέλος, υποστήριζαν τις μονάδες των ”ψιλών” (ελαφρά οπλισμένων), ενώ οι πλαγιοφύλακες – μεταξύ των δύο κύριων γραμμών της μάχης – κάλυπταν αυτούς, τους 500 Νοτιοελλαδίτες ιππείς και τους Αγριάνες.

   Συνολικά, οι ελληνικές δυνάμεις που είχαν παραταχθεί απέναντι στον εχθρό αριθμούσαν σαράντα χιλιάδες πεζούς και εφτά χιλιάδες ιππείς, ενώ τη φύλαξη του ελληνικού στρατοπέδου την είχαν αναλάβει οι πελταστές από τη Θράκη.

   Στην εξέλιξη της μάχης, μετά τις αιματηρές συγκρούσεις σώμα με σώμα, έγινε ολοφάνερο ότι η μακεδονική δύναμη κατόρθωσε να υπερφαλαγγίσει όλο το αριστερό τμήμα του εχθρού, καθώς ο Αλέξανδρος είχε διατάξει την ίλη του Κλείτου να προελάσει απ’ τα δεξιά σε λοξή γραμμή ακολουθούμενος απ’ τους υπασπιστές και τις άλλες τάξεις της φάλαγγας που προωθούνταν κατά κύματα σαρώνοντας τα δρεπανηφόρα και το στρατό του Δαρείου.

  Με μπροστάρη τον Αλέξανδρο, οι λόγχες και οι σάρισσες σκορπούσαν το θάνατο. Ο Μέγας Μακεδόνας στρατηλάτης, αφού αποδεκάτισε  – με τους άνδρες του και πέντε τάξεις της φάλαγγάς του – Πέρσες, Ινδούς και Πάρθους που  του αντιστέκονταν, έσπειρε πανικό στο περσικό κέντρο.

   Έσπειρε πανικό στους ”χρυσοφόρους Μήδους” (βλ. επίγραμμα Σιμωνίδη του Κείου για τους Αθηναίους Μαραθωνομάχους) και τον ίδιο τον Δαρείο Γ’ Κοδομανό αναγκάζοντάς τον να χτυπάει αλαλιασμένος με το καμτσίκι του τα καπούλια του αλόγου του δίνοντας το σύνθημα στους δικούς του για άτακτη υποχώρηση και φυγή με τρελό καλπασμό προς τα Άρβηλα.

   Μόλις τον είδε ο Αλέξανδρος να χιμάει για να γλιτώσει προς την ανοιχτή πεδιάδα με κατεύθυνση τον ποταμό Λύκο, όρμησε ξοπίσω του αφήνοντας στη θέση του (για να αποτελειώσει τους Πέρσες στα Γαυγάμηλα) τον στρατηγό Παρμενίωνα.

   Ο ίδιος με το ιππικό του, βλέποντας πως ο Δαρείος του ξέφυγε κρυμμένος στις κλεισούρες των λόγγων και των βουνών, σταμάτησε για λίγο στις Ράγες (κοντά στην Τεχεράνη) κι ύστερα έσπευσε να περικυκλώσει το περσικό στρατόπεδο στον Βούμωδο ποταμό (παραπόταμο του Λύκου) παίρνοντας μαζί του πλήθος αιχμαλώτων, αλλά και ελέφαντες, καμήλες, άμαξες και πάμπολλες άλλες αποσκευές και μεταγωγικά, τα οποία άφησαν οι εχθροί στο φευγιό τους σαν λάφυρα.

   Ώρες αργότερα ο Αλέξανδρος, φανερά ταλαιπωρημένος και με το άτι του να βγάζει αφρούς απ’ τη δίψα και την κούραση, σταμάτησε την καταδίωξη του Δαρείου και γυρνώντας πίσω έσμιξε με το νικηφόρο του στράτευμα, για να μπει αργότερα θριαμβευτής στην καρδιά της Περσίας, τη Βαβυλώνα!

Βιβλιογραφία

 

  1. Αρριανός: Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις
  2. DonaldWEngels: Ο Μέγας Αλέξανδρος και η διοικητική μέριμνα του μακεδονικού στρατού.
  3. Βούλα Ηλιάδου; Καλπάζοντας στον άνεμο (μυθιστόρημα), εκδ. Λιβάνης.
Συνέχεια ανάγνωσης

Κρινιώ Καλογερίδου

”Ήρεμα” και ”ταραγμένα νερά” για Αιγαίο και Κύπρο

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Tα θετικά δεν είναι ικανά να καθαρίσουν το σύννεφο στα ελληνοτουρκικά με διακύβευμα το Αιγαίο

 Όποιος άκουσε πρόσφατα τον Νίκο Δένδια να υπεραμύνεται εμφατικά (παρουσία του Αρχηγού ΓΕΕΘΑ στρατηγού Δ. Χούπη και του αρχηγού ΓΕΣ αντιστράτηγου Γ. Κωστίδη) του δικαιώματος της Ελλάδας στα 12 μίλια και των Δωδεκανήσων σε υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ (με αφορμή τις εκδηλώσεις μνήμης στην Λέρο για την 81η επέτειο από τη βύθιση του αντιτορπιλικού ”Βασίλισσα Όλγα” από γερμανικά βομβαρδιστικά στις 26 Σεπτεμβρίου 1943), θα συνειδητοποίησε σίγουρα δύο πράγματα:

   Πρώτον, ότι ο ΥΠΑΜ μιλούσε με αποφασιστικότητα και ύφος επιβλητικό, που έκρυβε συγκαλυμμένη προειδοποίηση με  αποδέκτη όχι μόνο στον Τούρκο απέναντι (βλ. Ταγίπ Ερντογάν), αλλά και τον πρωθυπουργό συνομιλητή του.

  Δεύτερον, ότι διακατέχεται από κρυφή αγωνία  (όπως και οι περισσότεροι Έλληνες) στη σκέψη ότι απ’ τα τραγικά Ίμια και έκτοτε η Ελλάδα μετατρέπεται αργά αλλά σταθερά σε χώρα με γκριζοποιημένα από την Τουρκία τμήματα της νησιωτικής της επικράτειας. 

   Με γκριζοποιημένες θαλάσσιες ζώνες της εθνικής κυριαρχίας της (μεταξύ 28ου-32ου μεσημβρινού) και περιορισμένα κυριαρχικά δικαιώματα, δηλαδή δικαιώματα των οποίων η κυρίαρχη άσκηση εξαρτάται από τη βούληση της Τουρκίας.

  Το 1996 η πατρίδα μας έχασε, πράγματι (για πρώτη φορά στην μεταπολεμική ιστορία της), εδαφική κυριαρχία (σ.σ: στην Κάσο δεν έγινε αυτό, αλλά απεμπολήσαμε – με την ανοχή μας στον ελεγκτικό ρόλο της Τουρκίας στα όρια των 6 νμ – το κυριαρχικό μας δικαίωμα για επέκταση των ΕΧΥ στα 12 προς χάριν των ”ήρεμων νερών” και μιας εκβιαστικής ειρήνης [βλ. casus belli]).

  Και την έχασε αυτήν την κυριαρχία αποδεχόμενη (με την παθητική στάση της) ως ουδέτερο έδαφος το σύμπλεγμα των Ιμίων (των δύο μικρών ακατοίκητων νησίδων ανατολικά της Καλύμνου των Δωδεκανήσων), τα οποία απέχουν 3,6 νμ από τα τουρκικά παράλια.

   Αυτό σηματοδότησε άρδην την αλλαγή στην Εξωτερική πολιτική μας (υιοθέτηση της ”πολιτικής του κατευνασμού” κατά τα αποτυχημένα βρετανικά πρότυπα της δεκαετίας του ’30 απέναντι στην ναζιστική Γερμανία του Χίτλερ), σε βαθμό να διολισθήσουμε στο σημείο να γίνουμε ημιπαράλυτη χώρα, ηττοπαθής και αντιφατική, ένα βήμα πριν καταλήξουμε σε γεωπολιτικό δορυφόρο της Τουρκίας.

 Χώρα που ξεκίνησε να εκλιπαρεί τους Αμερικανούς για διαμεσολάβηση το ’96 εμπεδώνοντας στους επόμενους την πίστη ότι η ήπια, κατευναστική διπλωματία των εθνικών υποχωρήσεων και των παραχωρήσεων (με υποβολείς τις ΗΠΑ και Ευρωπαίους εταίρους [βλ. Γερμανία]) είναι η… εθνοσωτήριος λύση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, για να μην οδηγηθούμε στον πάτο του Αιγαίου όπως μας απειλεί συχνά-πυκνά ο ακροδεξιός εταίρος του Ταγίπ Ερντογάν Ντεβλέτ Μπαχτσελί των ”Γκρίζων Λύκων”.

   Τρομακτική επιλογή η λύση αυτή, γιατί μας οδηγεί σταδιακά – όπως απέδειξαν η πρόσφατη σχετικά και η σύγχρονη ιστορία μας – σε απώλεια εθνικής κυριαρχίας και κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας. Λύση αφόρητη και σκληρή σαν την αλήθεια στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

 Σχέσεις καμουφλαρισμένες απ’ το παραμύθι της ”ελληνοτουρκικής φιλίας”, που αυγατίζει τις ψευδαισθήσεις των κυβερνώντων και κάνει να φαντάζει στα μάτια μας ως ηράκλειος άθλος η αποτροπή της ενδεδυμένης με προβιά προβάτου Τουρκίας.

   Της Τουρκίας των παράνομων και μονομερών διεκδικήσεων, που εγείρει αξιώσεις για Θράκη, Αιγαίο και Κύπρο. Της Τουρκίας του πανούργου Ταγίπ Ερντογάν ο οποίος, με τη στολή του ”ειρηνοποιού” που του επέτρεψε να έχει η διεθνής συγκυρία, αποκάλεσε (από το βήμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, 24/9/’24, 79η Σύνοδος) ”ειρηνευτική επιχείρηση” την τουρκική εισβολή του ’74 στην Κύπρο (Αττίλας 1&2) και ζήτησε αναγνώριση του τουρκοκυπριακού ψευδοκράτους.

   Ζήτησε να τερματιστεί η απομόνωση τής (υπό 50ετή τουρκική κατοχή) ”Βόρειας Κύπρου” με παραχώρηση σε αυτήν κυριαρχικής ισότητας και ισοτιμίας, ώστε να μπορεί να συνάψει διεθνώς διπλωματικές, πολιτικές και οικονομικές σχέσεις η ”ΤΔΒΚ”.

  Αιτιάσεις ανιστόρητες, άδικες και παράνομες, στις οποίες απάντησε ήδη κατηγορηματικά από το βήμα του ΟΗΕ ο Κυριάκος Μητσοτάκης:

  ”Καμιά λύση δύο κρατών στην Κύπρο” ξεκαθάρισε προτείνοντας ως λύση του Κυπριακού – αντί της διχοτόμησης –  την (αμφιλεγόμενης ωφελιμότητας, βέβαια) προτεινόμενη απ’ τον ΓΓ του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες  ΔΔΟ.

  Τη Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία, δηλαδή, με πολιτική ισότητα (σ.σ: Η Τουρκία διεκδικεί, σημειωτέον, πολιτική και στρατιωτική ισότητα των Τουρκοκυπρίων σε ανεξάρτητο ”κράτος της Βόρειας Κύπρου”).

   Συνεπώς, το ”Ούτε λέξη για την Κύπρο” που ακούγεται από Μέσα ως μομφή για τον πρωθυπουργό στο θέμα αυτό, δεν ισχύει (στην κυριολεξία τουλάχιστον), αφού έγινε ήδη επιγραμματική αναφορά απ’ αυτόν στο μείζον ζητούμενο επίλυσης του Κυπριακού με την απόρριψη της τουρκικής πρότασης για διχοτόμηση του νησιού και την υπενθύμιση της ελληνικής και κυπριακής θέσης.

  Ισχύει όμως το ότι δεν είπε λέξη για το Αιγαίο στην ομιλία του, σε αντίθεση με τον Τούρκο Πρόεδρο ο οποίος έκανε εμμέσως πλην σαφώς αναφορά στην ατζέντα διεκδικήσεων της Τουρκίας (βλ. ”Συμφωνία Μαδρίτης”, 1997, η οποία αναγνώρισε ως νόμιμα και ζωτικά τα συμφέροντα αμφότερων των χωρών στο Αιγαίο) με έμφαση στο Κυπριακό, τις θέσεις για το οποίο ο Ερντογάν φρόντισε να ξεκαθαρίσει).

 Ναι, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν είπε λέξη για τις ελληνοτουρκικές διαφορές με επίκεντρο το Αιγαίο. Προς έκπληξη μάλιστα όλων, έστρεψε το διεθνές ενδιαφέρον σε απόψεις γύρω από όρους εμπέδωσης της παγκοσμιοποίησης, όπως ”παγκόσμια συναίνεση”, ”παγκόσμιο συμφέρον” και ”παγκόσμια διακυβέρνηση”.

 

  Η δική μου εκτίμηση για την μη αναφορά Μητσοτάκη στο Αιγαίο και τις ελληνοτουρκικές διαφορές εδράζεται στον υπαινικτικό λόγο του γύρω απ’ το θέμα αυτό, που έχει διττή σημασία. Η πρώτη ερμηνεία που δίνω είναι ότι εκκολάπτεται λύση ”Πρεσπών” του Αιγαίου, εξ ου και η αναφορά του στον ΟΗΕ ”Δεν έχουμε μπορέσει να διευθετήσουμε αυτή τη διαφορά (ΑΟΖ/υφαλοκρηπίδας) επί περισσότερα από 40 χρόνια, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είναι μοιραίο να παραμείνει άλυτη…”.

   Η δεύτερη έχει να κάνει με την ουσία της πολιτικής οπτικής του στα ελληνοτουρκικά. Ο Έλληνας πρωθυπουργός επενδύει με πίστη και αισιοδοξία, η οποία ενέχει ενδεχομένως εθνικούς κινδύνους, για διασφάλιση ”ήρεμων νερών” στο Αιγαίο, προκειμένου να διασφαλίσει την μακροβιότητα της ειρήνης στην περιοχή και όχι μόνο αυτήν.

 Τα ”ταραγμένα” νερά, προφανώς, μάς γονατίζουν οικονομικά ψαλιδίζοντας το ΑΕΠ μας (ήδη εξοπλιζόμαστε γενναία στην Άμυνα μετά από μακρά περίοδο στασιμότητας λόγω μνημονίων), καθώς δεν φροντίσαμε έγκαιρα να αναπτύξουμε αμυντική βιομηχανία ανταγωνιστική της Τουρκίας.

  Επενδύει, λοιπόν, στα ”ήρεμα νερά” του Αιγαίου όχι μόνο για χάρη των αγαθών της ειρήνης για τους Ελλαδίτες (τα οποία δεν μπορούν να τα απολαύσουν οι Ελληνοκύπριοι στον βαθμό που επιθυμούν με ημικατεχόμενη επί μισό αιώνα την Κύπρο), αλλά και για τα συμφέροντα της ελληνικής μειονότητας σε τουρκικό έδαφος, τα οποία γίνονται όλο και πιο ευκρινή την τελευταία δεκαετία.

   Απόδειξη, οι κινήσεις προεργασίας κατά την τρέχουσα περίοδο για άνοιγμα της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης και η αχτίδα Ελληνισμού στην αλησμόνητη Ίμβρο (σ.σ: Στην Τένεδο – που έχει εξελιχθεί σε τουριστικό προορισμό των εύπορων Τούρκων – μοιάζει μη αναστρέψιμη η εξαΰλωση του Ελληνισμού. δεδομένου ότι έμειναν στο νησί μόνο οκτώ Έλληνες) .

   Αχτίδα που άρχισε να αχνοφέγγει το 2014 και έγινε φωτεινότερη τα τελευταία χρόνια με την αύξηση των μονίμων κατοίκων ελληνικής καταγωγής (έφτασαν, ήδη, τους 600), η οποία συνοδεύεται απ’ το ξαναζωντάνεμα παλιών, ερειπωμένων σπιτιών και την επαναλειτουργία ελληνικών σχολείων στην Ίμβρο (με ενεργό συμβολή του Ιμβριώτη Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου, κεντρικού ομιλητή στο Πανιμβριακό Συνέδριο της Αθήνας [Κέντρο Πολιτισμού ”Ελληνικός Κόσμος” του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού] με θέμα ”Ίμβρος και Τένεδος Νόστος και Προοπτική”).

  Αυτά τα θετικά, ωστόσο, δεν είναι ικανά να καθαρίσουν το σύννεφο στα ελληνοτουρκικά με διακύβευμα το Αιγαίο, έστω κι αν ο Ταγίπ Ερντογάν ”χάιδεψε” αυτιά στον ΟΗΕ (προς μεγάλη ικανοποίηση των Συμμάχων του ΝΑΤΟ) μιλώντας για περαιτέρω μελλοντική προσέγγιση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και ”εποικοδομητική συνεργασία” ενόψει και της νέας συνάντησης του Ανώτου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας-Τουρκίας στις αρχές του 2025. 

   ”Εποικοδομητική συνεργασία” σε όλα τα θέματα, ”ιδίως στον τομέα της ενέργειας και του περιβάλλοντος”, χωρίς να παραλείψει να αναφέρει ωστόσο με νόημα ότι η χώρα του ”έχει την μεγαλύτερη ακτογραμμή στην Ανατολική Μεσόγειο”, άρα έχει δικαιώματα στο Αιγαίο…

 

Κρινιώ Καλογερίδου

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινφογνώμων

Infognomon Logo

Περιηγηθείτε στα κορυφαία βιβλία του βιβλιοπωλείου μας

Προβολή όλων

Δημοφιλή