Ακολουθήστε μας

Κρινιώ Καλογερίδου

Προς χάριν των ”ήρεμων νερών” μιας εθνικής αυταπάτης

Δημοσιεύτηκε

στις

”Αντε να περάσει κι αυτή η επετειακή υποχρέωση, για να επανέλθουμε στα νερά μας”, ερμηνεύαμε σημειολογικά κάθε χρόνο την τυπικότητα της περιορισμένης πολιτικής εκπροσώπησης της Ελλάδας στην ιστορική επέτειο της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο (Αττίλας 1&2, Ιούλιος-Αύγουστος 1974).

   Όμως αυτήν τη φορά η στάση των εκπροσώπων της πολιτικής μας σκηνής ήταν κατά τι πιο ”συμμετοχική” στο γενικευμένο κλίμα εθνικής αγανάκτησης Ελλαδιτών και Ελληνοκυπρίων μετά από μισό αιώνα τουρκικής κατοχής της μισής σχεδόν Κύπρου.

   Σημαντικό ρόλο σ’ αυτό έπαιξε προφανώς η παρουσία του Κυριάκου Μητσοτάκη στο τυραννισμένο νησί, η πρώτη Έλληνα πρωθυπουργού σε επετειακές εκδηλώσεις μνήμης. Μια παρουσία της οποίας προηγήθηκε η δήλωσή του ”Η Κύπρος είναι η τελευταία κατεχόμενη και διαιρεμένη ευρωπαϊκή περιοχή” κατά την προσέλευσή του στην 4η Σύνοδο της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Κοινότητας, 18/7/’24), όπως και η παρουσία των Ανδρουλάκη-Κασελάκη απ’ την Αντιπολίτευση, αν και στις επαφές τους με τον Κύπριο Πρόεδρο αμφότεροι δεν έκαναν καμιά αναφορά στις λέξεις ”εισβολή”, ”κατοχή” και ”απελευθέρωση” της Κύπρου…

  Ωστόσο, τόσο η επίσκεψη του Έλληνα πρωθυπουργού στο νησί ανήμερα της επετείου της εισβολής (”απάντηση” στην παρουσία του Τ. Ερντογάν στα Κατεχόμενα [ο οποίος απέρριψε, ήδη, την ομοσπονδιακή λύση στο Κυπριακό] και στην τουρκική φιέστα με 50 πλοία και drones Bayraktar Akinci) εκεί, όσο και στα λόγια του ΥΠΕΘΑ Νίκου Δένδια προ ημερών σε κυπριακό έδαφος (φαρμάκι για την Άγκυρα η αναφορά του σε ”εισβολή” και ”κατοχή”), ήταν ”σημείο αναγνώρισης” του ελληνικού μηνύματος προς την Τουρκία για διαχρονική συμπαράσταση της Ελλάδας στην Κύπρο.

  Συμπαράσταση που αφήνει γλυκόπικρη γεύση στο στόμα, γιατί θα έπρεπε να είναι πιο ουσιώδης και αποτελεσματική στο επίπεδο της Εξωτερικής πολιτικής μας. Κάτι που δε συμβαίνει, ωστόσο, λόγω της ”κατευναστικής” απραξίας προς χάριν των ”ήρεμων νερών” στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

  Προς χάριν των ”ήρεμων νερών” της εθνικής αυταπάτης μας, λόγος για τον οποίο το ελληνικό ΥΠΕΞ έχει αποστασιοποιηθεί πλήρως από την άλλοτε ενιαία γραμμή Ελλάδας-Κύπρου περί διεθνοποίησης του Κυπριακού με βάση την επί μισό αιώνα τουρκική κατοχή στο 37% της Κύπρου (κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αναγνωρισμένου κράτους στον ΟΗΕ, αλλά μη αναγνωρισμένου από την Τουρκία…).

   Και σαν να μην έφτανε αυτή η αποστασιοποίηση (που δίνει μεγάλη χαρά στους γείτονες Τούρκους)  – φρόντισαν οι ιθύνοντες του εν λόγω υπουργείου να απωλέσουμε (για λογαριασμό της Κύπρου) τα πλεονεκτήματα του θύματος έναντι του θύτη-Τουρκία.

   Και τα απωλέσαμε  ξεπλένοντας στην ”κολυμβήθρα του Σιλωάμ” τη λέξη ”εισβολέας” από το μέτωπο της Τουρκίας ανοίγοντας φανερές ή κρυφές συζητήσεις μαζί της, που ξεκίνησαν ως μυστικές συναντήσεις με διαμεσολαβητή τη Γερμανία (βλ. μυστική τριμερής Βερολίνου, 2020 και Βρυξελλών 2022), για να μετεξελιχθούν σε ατέρμονες συζητήσεις χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα (βλ. ΜΟΕ και Διακήρυξη Αθηνών) στο πλαίσιο των… ”μικροελλαδικών” συμφερόντων τα οποία δεν περιλαμβάνουν την Κύπρο.

 Χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα για τα συμφέροντα του Ελληνισμού, αλλά άκρως συμφέροντα για την Τουρκία λόγω σιωπηρής αναγνώρισης εκ μέρους μας κεκτημένων και αιτημάτων της στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο.

   Κεκτημένων που διεκδικούσε (στην περίπτωση της Κύπρου) μέσω του Σχεδίου Ανάν (2004) και των συζητήσεων στο Κραν Μοντανά (2017), τα οποία αποδεικνύουν σήμερα ότι στρατηγική της Άγκυρας είναι να ορίσει την μοίρα όχι μόνο των Κατεχομένων της Κυπριακής Δημοκρατίας στο βόρειο τμήμα της, αλλά και του ελεύθερου και ανεξάρτητου κυπριακού κράτους.

   Ουσιαστικά η Τουρκία επιδιώκει ετσιθελικά να περάσει το σχέδιό της για διχοτόμηση της Μεγαλονήσου, ενώ εργάζεται πυρετωδώς για την αναγνώριση της ”ΤΔΒΚ”. Το πέρασε, άλλωστε, αυτό (ως ψήφισμα της τουρκικής Προεδρίας με αφορμή την 50ή επέτειο του ”Αττίλα” στην Κύπρο), στο Τουρκικό Κοινοβούλιο:

  ”[…] Η θέση που δικαιούται το τουρκοκυπριακό κράτος ως ανεξάρτητο και ισότιμο κυρίαρχο μέλος της διεθνούς κοινότητας δεν μπορεί να αναβληθεί άλλο…”.

   Όπερ σημαίνει ότι, ενώ οι δικοί μας ”καθεύδουν υπό μανδραγόρα” στο Κυπριακό (οι τελευταίες προσπάθειες επαναδιεθνοποίησης του Κυπριακού από τον πρωθυπουργό δεν καλύπτουν την τετράχρονη απραξία της κυβέρνησής του στο θέμα αυτό), οι Τούρκοι – προ των δικών μας υποχωρήσεων – ενισχύουν τη γεωπολιτική τους δύναμη στην Ανατολική Μεσόγειο μεγιστοποιώντας τον κίνδυνο για την Κύπρο.

   Κι αυτό γιατί είναι ηλίου φαεινότερο ότι χωρίς τη στρατιωτική αρωγή της Ελλάδας, η Τουρκία – με δεδομένη την απροθυμία των ξένων για δίκαιη λύση του Κυπριακού λόγω των δικών τους προβλημάτων που αντιμετωπίζουν ατομικά και συλλογικά (ΝΑΤΟ) – θα επιχειρήσει ενδεχομένως και τρίτη εισβολή, αν της δοθεί η παραμικρή αφορμή να το κάνει.

   Με ολοένα και πιο πιθανό αυτό το ενδεχόμενο, γεννάται – εν προκειμένω – το ερώτημα:

  Και εμείς ως Ελλάδα και ελληνική κυβέρνηση (απευθύνομαι στον πρωθυπουργό κι όχι τον υπουργό Εξωτερικών, γνωστό για τους τεμενάδες του προς τον Τούρκο Πρόεδρο) δε θα κάνουμε κάτι για να αφυπνίσουμε τη διεθνή κοινή γνώμη (μιλώ για  αφύπνιση διαρκείας, όχι πρόσκαιρη και επικοινωνιακή), ώστε να μην επιτρέψουμε να κατασπαραχθεί από την Τουρκία η Κύπρος για τρίτη φορά;

  Θα εξακολουθούμε να μένουμε βουβοί και αμέτοχοι ακολουθώντας πιστά το δόγμα της σύγχρονης ”Ψωροκώσταινας” (βλ. μινιμαλιστικό ”δόγμα Ροζάκη”, που θεωρεί μαξιμαλισμό και μεγαλοϊδεατισμό κάθε δικαιωματική διεκδίκηση της Ελλάδας – επέκταση ΕΧΥ στα 12 νμ, λ.χ – έστω κι αν χρειαστεί να περιοριστεί σταδιακά στην μικροελλαδική ηπειρωτική της διάσταση);

   Διάσταση που ”υπαγόρευσε” την ελληνική κυβέρνηση να μη στείλει συμβολικά αεροπλάνα και πλοία μας ούτε στα 50 χρόνια από την τουρκική εισβολή και κατοχή στην Κύπρο, ως σήμα συμπαράστασης στην Μεγαλόνησο και προειδοποιητικό για Τουρκία  που θα έδινε ελπίδα ενθάρρυνσης στον κυπριακό λαό την ώρα που το νησί του στα Κατεχόμενα δέχεται απανωτές προκλήσεις.

   Προφανώς αυτό που προέχει για την ελληνική κυβέρνηση είναι η διαφύλαξη των ”ήρεμων νερών” με κάθε κόστος. Η δυσώδης κολόνια του κατευνασμού της υποτέλειας, της ηθελημένης απραξίας και της οσφυοκαμψίας κρατάει χρόνια (βλ. 1996-Ίμια) και δεν αντιμετωπίζεται, θα μου πείτε.  

   Γι’ αυτό φτάσαμε να μας συγκινούν οι αυτονόητες δηλώσεις του ΥΠΕΘΑ κ. Δένδια από την Κύπρο προς αποστόμωση της θρασείας Τουρκίας, την οποία  αποχαλίνωσε η ελληνική Εξωτερική πολιτική. Η πολιτική του κατευνασμού, του εξευμενισμού, που κατέληξε συνώνυμη του εθνικού ευνουχισμού μας.

  Όλα αυτά πού οδηγούν; Οδηγούν στη θλιβερή διαπίστωση πως με την παθητική στάση μας δίνουμε αέρα στα πανιά της Τουρκίας για νέες διεκδικήσεις. Στην περίπτωση ειδικά του Κυπριακού, η προσπάθεια του πρωθυπουργού να βγάλει απ’ το κάδρο των ελληνοτουρκικών συνομιλιών την Κύπρο προς επίτευξη της ελληνοτουρκικής προσέγγισης (ξεχνώντας πως η Ελλάδα είναι εγγυήτρια δύναμη της Κυπριακής Δημοκρατίας), είχε σαν αποτέλεσμα – αντί του περιορισμού – την αύξηση των ορέξεων της Τουρκίας για τα νησιά του Αιγαίου .

   Πέραν αυτού, η αποδοχή του μινιμαλιστικού πνεύματος από την μεριά μας έναντι του μαξιμαλιστικού εκείνης, ανέκοψε την εξοπλιστική ρότα ανταγωνισμού μας για υπερίσχυση της Ελλάδας στο Αιγαίο και άνοιξε δρόμο για οικονομικές πολιτικές με την γείτονα σε επίπεδο τουρισμού κυρίως, όπου η έκδοση βίζας εξπρές 7 ημερών  οδήγησε μαζικά τους Τούρκους στα ελληνικά νησιά με κίνδυνο τη ”σταδιακή και ήπια τουρκοποίησή” τους.

   Τουρκοποίηση την οποία προέβλεπε απ’ το 1988 ο Τούρκος πρωθυπουργός Τουργκούτ Οζάλ, όταν έλεγε ότι δεν χρειαζόταν να γίνει ελληνοτουρκικός πόλεμος. Αρκούσε η μετακίνηση προς τα δυτικά (άρα στα ελληνικά νησιά) μερικών εκατομμυρίων Τούρκων.

   Όλα αυτά και άλλα πολλά αποτελούν δείγματα εθνικής αποδυνάμωσης της Ελλάδας. Και όταν αυτή αποδυναμώνεται εθνικά, αποδυναμώνεται παράλληλα και η Κύπρος, η τελευταία κοιτίδα Ελληνισμού στην Ανατολική Μεσόγειο.

   Η εθνική αποδυνάμωση αμφότερων, ασφαλώς,  είναι από καιρό ορατή λόγω της χαλάρωσης των εθνικών δεσμών Ελλάδας-Κύπρου και της λανθασμένης στρατηγικής μας που υποβαθμίζει συστηματικά την τουρκική εισβολή στην Μεγαλόνησο μετατρέποντας την ελληνική Εξωτερική πολιτική σε αέναο κλαψούρισμα απέναντι στην Τουρκία.

   Με δεδομένα αυτά οδηγηθήκαμε ”σήμερα” (18/7/’24) στο ψήφισμα του τουρκικού Κοινοβουλίου (με αφορμή την πεντηκοστή επέτειο του ”Αττίλα”), που ζητά διεθνή αναγνώριση της ”ΤΔΒΚ”. Ψήφισμα θράσους και ωμότητας της τουρκικής Εθνοσυνέλευσης, το οποίο αποκαλεί ”ειρηνευτική επιχείρηση για απελευθέρωση του τουρκοκυπριακού λαού” την αιματηρή εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο.

   Ψήφισμα που ανέδειξε την 50η επέτειο εισβολής του Αττίλα ως ”σύμβολο της προστασίας των δικαιωμάτων, της κυριαρχίας και της ισότητας των Τουρκοκυπρίων” , ενώ σε ανάλογο πνεύμα ήταν και η ανάρτηση του τουρκικού υπουργείου Άμυνας, η οποία έκλεισε με την εικόνα του Μωάμεθ Β’ του Πορθητή να μπαίνει στην Κωνσταντινούπολη.

   Σε μια αποστροφή μάλιστα του ψηφίσματος, το ΥΠΑΜ της Τουρκίας εκτόξευσε κατά του Ελληνισμού τη γνωστή απειλή ”Μην με καλείς τόσο από καρδίας, μπορεί να έρθω ξαφνικά ένα βράδυ…”, (με αφορμή την 50η επέτειο-σύμβολο από την εισβολή στην Κύπρο).

  Απάντηση σε αυτό και στις προκλήσεις Ερντογάν από τα Κατεχόμενα, έδωσε ο ευρισκόμενος εκεί (στο τμήμα της ελεύθερης Κύπρου) Έλληνας πρωθυπουργός λέγοντας, μεταξύ άλλων, στην ομιλία του (κατά την εκδήλωση μνήμης που διοργάνωσε στο Προεδρικό Μέγαρο ο Κύπριος Πρόεδρος Νίκος Χριστοδουλίδης, επ’ ευκαιρία της συμπλήρωσης 50 ετών από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο) ότι:

   ”Ο Ελληνισμός δε θα πάψει να αγωνίζεται μέχρι να επανενωθεί η Κύπρος”. Λόγος που θα μπορούσε να εκληφθεί σαν όρκος τιμής ο οποίος προϋποθέτει εθνική εγρήγορση και αποφασιστική διεκδίκηση των καταπατημένων δικαίων της Κύπρου, αν δεν ”γρατζούνιζε” τις εθνικές χορδές μας η αποφυγή της φράσης ”τουρκικός στρατός κατοχής” και της λέξης που ονοματίζει τον εισβολέα: Τουρκία!!!

   Με δεδομένα αυτά, οδηγούμαστε λογικά στο καταληκτικό ερώτημα: ”Σ’ αυτές τις κλιμακούμενες τουρκικές προκλήσεις για την Κύπρο – στις οποίες προστίθενται, εντωμεταξύ, και νέες που στοχοποιούν θαλάσσιες ζώνες του Αιγαίου (σ.σ. τουρκική navtex βαφτίζει ”τουρκική υφαλοκρηπίδα” περιοχή νότια της Καρπάθου) – πώς μπορούμε να απαντήσουμε εμείς;

   Θα απαντήσουμε, εύχομαι και ευελπιστώ, με πράξεις εθνικής ευθύνης. Και πράξη εθνικής ευθύνης είναι η στρατηγική αναθεώρηση από μηδενική βάση στο Κυπριακό με οριστική απομάκρυνση Ελλάδας και Κύπρου από τις ”ουρές” που άφησαν πίσω τους η απαράδεκτη ”συνθήκη εγγυήσεων” του 1960 και το Σχέδιο Ανάν του 2004, μια από τις οποίες ”ουρές” (στην τελευταία περίπτωση) είναι η ”Δικοινοτική Διζωνική Ομοσπονδία” με πολιτική ισότητα – λύση τύπου Ανάν και αυτή – Σχέδιο που επανέρχεται καμουφλαρισμένο από το παράθυρο, αν και είχε απορρίψει ο κυπριακός λαός το 2004 με 76% πλειοψηφία επί Προεδρίας του αείμνηστου Τάσσου Παπαδόπουλου.

   Στη θέση αυτού που προτάθηκε μεν από τον ΟΗΕ, αλλά προωθήθηκε σε αυτόν (για να μην πω ”υποδείχθηκε”) από ΗΠΑ και Βρετανία (σχέδιο της οποίας απ’ το 1957 είναι η εν λόγω εισήγηση λύσης την οποία υιοθέτησε ο Γ.Γ του Διεθνούς Οργανισμού Αντόνιο Γκουτέρες), εμείς (Ελλαδίτες και Ελληνοκύπριοι) – οφείλουμε να εκπονήσουμε και να προτείνουμε νέο σχέδιο που να κάνει πράξη για τον κυπριακό λαό αυτό που πιπιλίζουν ως ευχή εδώ και 50 χρόνια οι πολιτικοί σε Ελλάδα και Κύπρο, χωρίς να καταφέρουν να το πραγματοποιήσουν:

  Μια δίκαιη και βιώσιμη λύση που να ενώνει Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους σε μια ενιαία Κύπρο με διαφυλαγμένα όμως ακέραια τον ελληνικό χαρακτήρα της και τον ιστορικό ρόλο της ως τελευταίας κοιτίδας του Ελληνισμού στην Ανατολική Μεσόγειο.

 

Κρινιώ Καλογερίδου

Συνέχεια ανάγνωσης

Κρινιώ Καλογερίδου

Λάθη στρατηγικής αλληλένδετα με τον ιδεολογικό αφοπλισμό μας

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

   Γιορτάζουμε καθ’ όλο το τρέχον έτος 2024, επ’ ευκαιρία της συμπλήρωσης 50 ετών απ’ την επάνοδο της Δημοκρατίας στη χώρα μας, τα επιτεύγματα της Μεταπολίτευσης με πρώτο και κύριο τη σταθερότητα προσανατολισμού και στόχων της Ελλάδας, την  ευθυγράμμισή της ουσιαστικά με τις δυτικές αξίες και τη συμμετοχή της στο στόχο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης με ”ομοσπονδιακή λογική”.

   Λογική όπως η ”σταθεροποιητική κατευναστική” της ήπιας διπλωματίας στην εξωτερική πολιτική,  η οποία απ’ το ’96 και εντεύθεν μας ευνουχίζει εθνικά και μας αφοπλίζει ιδεολογικά παραλύοντας τις αντιστάσεις μας και αυγατίζοντας τις στρεβλές εκτιμήσεις μας για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, αφού μας έκανε ήδη να πιστέψουμε ότι – για να εξασφαλίσουμε την μακροβιότητα της ειρήνης – πρέπει να πηγαίνουμε με τα νερά της αναθεωτητικής Τουρκίας, έστω κι αν διολισθαίνουμε στο να γίνουμε γεωπολιτικός δορυφόρος της.

 Γεωπολιτικός δορυφόρος της με βουβή συναίνεση κυβέρνησης και αντιπολίτευσης (σε επίπεδο κομμάτων εξουσίας) λόγω απουσίας εναλλακτικής επιλογής για τη διακυβέρνηση της Ελλάδας και απουσίας ενδιαφέροντος για τα εθνικά θέματα πολυεπίπεδα.

   Κι αυτό το τελευταίο αφορά και τον λαό, δυστυχώς, με αποτέλεσμα να μετεωρίζεται  μεταξύ Σκύλλας και Χάρυβδης κινδυνεύοντας να χάσει – εν μέσω διαιωνιζόμενων μετεμφυλιακή  ερίδων – τον πατριωτισμό του.

 Τον πατριωτισμό τον οποίο απαρνείται διαχρονικά η εθνομηδενιστική Αριστερά και ψελλίζει περιοδικά η πατριωτική Κεντροαριστερά απ’ το 1996 και εντεύθεν μετά την ήττα στα Ίμια (απώλεια εθνικής κυριαρχίας για πρώτη φορά μεταπολεμικά) και τη ”Συμφωνία της Μαδρίτης” που ακολούθησε (1997).

   Συμφωνία εθνικά ζημιογόνα για τον Ελληνισμό, γιατί ”γκρίζαρε” το Αιγαίο αναγνωρίζοντας στην Τουρκία δικαιώματα σε αυτό, με αποτέλεσμα να αμφισβητεί την ελληνική κυριαρχία στα νησιά της ελληνικής νησιωτικής επικράτειας.

   Κι αυτό το ”γκριζάρισμα” επεκτάθηκε με προσάναμμα τον ιδεολογικό αφοπλισμό μας, έστω κι αν ακολούθησε – κατά την τελευταία πενταετία –  σοβαρή εξοπλιστική αποκατάσταση των αμυντικών αναγκών σε όλα τα όπλα μετά από μια μακρά περίοδο αποεπένδυσης λόγω των μνημονίων.

  Το λυπηρό ωστόσο είναι ότι – παρά τον εξοπλιστικό εκσυγχρονισμό μας – η διαφορά δυναμικού ως προς το γεωπολιτικό αποτύπωμα παραμένει ανάμεσα σε Ελλάδα-Τουρκία. Παραμένει και παρουσιάζει την πρώτη υποδεέστερη έναντι της δεύτερης, παρά την αγορά τέταρτης Belh@rra και έξι ακόμα νέα Rafale που δρομολογούνται. Παρά τον anti-drone θόλο στο Αιγαίο που έχουμε στα σκαριά για διασφάλιση των νησιών μας… 

 Οι εντυπώσεις προφανώς δεν διασκεδάζονται όσο διατηρούνται τα λάθη στρατηγικής, αλλά και αυτά που πηγάζουν απ’ τον ιδεολογικό αφοπλισμό μας δια του ”κατευνασμού”  και επεκτείνονται στην απομείωση του εθνικού φρονήματος, τη μείωση στρατιωτικής θητείας, το έλλειμμα σπουδαστών στις στρατιωτικές σχολές, την απουσία εθνικού φρονήματος στην μαθητιώσα νεολαία και την ”αποκαθήλωση” των ιερών συμβόλων της πατρίδας και της θρησκείας μας.

   Πολιτική της Κυβερνώσας Αριστεράς η οποία – αντί να καταργηθεί επί ΝΔ – διαιωνίζεται υποβιβάζοντας την έννοια του εθνικού φρονήματος και τον πατριωτισμό στα σχολεία.

  Τον πατριωτισμό που έχει εντάξει ύπουλα, ιδιοτελώς και πατριδοκαπηλευτικά στη ρητορική της η ελληνική ακροδεξιά μιαίνοντας τον υγιή εθνικισμό με εκείνον των αιμάτων του φασισμού-ναζισμού, των ρατσιστικών στερεοτύπων και των αντιδημοκρατικών ενστίκτων και συμπεριφορών. Ενστίκτων και συμπεριφορών που τα επικαλύπτει η παραληρηματική εθνικιστική ρητορική και η εργαλειοποίηση του πατριωτισμού προς χάριν μιας πλαστής εικόνας εθνικοφροσύνης.

  Τα δεδομένα αυτά, που αναδεικνύουν την έξωθεν ποδηγέτηση της Ελλάδας στην εξωτερική πολιτική και την πρωτοκαθεδρία του κομματισμού σε αυτήν πάνω από τα συμφέροντα της πατρίδας, εξηγούν γιατί παρεκκλίναμε (ελαφρά τη καρδία) από τις διαπραγματευτικές ”κόκκινες γραμμές” μας με τακτές κινήσεις υποχώρησης, παρά το παράδειγμα προς αποφυγή της ”Συμφωνίας των Πρεσπών”.

   Της ”Συμφωνίας” που ανέδειξε τη διπλωματική αφροσύνη μας και – αν και καταπατείται σκανδαλωδώς απ’ τους Σκοπιανούς – εμείς συνεχίζουμε να την υπερασπιζόμαστε εν γνώσει του ότι – πέρα απ’ το όνομα, τη γλώσσα και την ταυτότητα της Μακεδονίας μας – δώσαμε στους παραχαράκτες της ελληνικής ιστορίας ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα (πρόσβαση μέσω Θερμαϊκού στο Αιγαίο)…

   Φευ! Ποιος έχασε την ντροπή, για να τα βρουν οι δικοί μας διακομματικά και διακυβερνητικά. Οι δικοί μας που υπέγραψαν κι αποδέχτηκαν την λιμνιαία Συμφωνία του ’18 πιπιλίζοντας έκτοτε για παρηγοριά τον παραμυθητικό λόγο ότι η εν λόγω, ”αν και αρχιτεκτονικά ατελής, ενίσχυσε τον περιφερειακό σταθεροποιητικό ρόλο της Ελλάδας”…

   Με τα ίδια μυαλά πάμε να λύσουμε και τα ελληνοτουρκικά σήμερα παρεκκλίνοντας σ’ όλες τις σταθερές και παραβιάζοντας σε μόνιμη βάση τις ”κόκκινες γραμμές” μας, με αποτέλεσμα να μεταγγίσουμε στον λαό μας το πνεύμα υποχώρησης και αδιαφορίας για τα εθνικά θέματα (ήδη αυτοί που τα θέτουν ως πρώτη προτεραιότητα στην άσκηση πολιτικής είναι 3% με  5% στις δημοσκοπήσεις.

   Που πάει να πει ότι οι κυβερνήσεις και οι αθηναϊκές ελίτ, που μας κυβερνούν διαχρονικά μέσω αυτών, πέτυχαν τον σκοπό τους. Πέτυχαν τον σταδιακό αφελληνισμό μας με το να προωθούν το πνεύμα του ατομικισμού-ωφελιμισμού, της ιδιοτέλειας, του ωχαδελφισμού και των μειωμένων εθνικών αντανακλαστικών στην ελληνική κοινωνία.

  Έτσι φτάσαμε στο σημείο να κλείνουμε τα μάτια στις προκλήσεις των Σκοπιανών και τις παραβιάσεις της ”Συμφωνίας των Πρεσπών” που υπέγραψαν το ’18 μαζί μας βρίσκοντας την πολυπόθητη έξοδο στα αλυτρωτικά αδιέξοδά τους…

   Φτάσαμε να επιτρέπουμε και στην Άγκυρα να αλωνίζει ανενόχλητη το Αιγαίο για έρευνες εντός της υφαλοκρηπίδας μας (τρίμηνη παραμονή του Ορούτς Ρέις έξω απ’ το Καστελόριζο, 2020), ενώ τελευταία την καταστήσαμε ελεγκτή ”νομιμότητας” των ναυτικών μας ασκήσεων (θαλάσσια περιοχή μεταξύ Κάσου-Καρπάθου, 2024), για να μην παρεκκλίνουμε απ’ τα 6 μίλια.

   Για να μην παρεκκλίνουμε διεκδικώντας αυτά που νομίμως δικαιούμαστε (επέκταση των ΕΧΥ στα 12 νμ, σύμφωνα με τη Σύμβαση των ΗΕ το 1982 για οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών σύμφωνα με το Δίκαιο της Θάλασσας, Montego Bay – Τζαμάικα, 1982).

  Και δε λογαριάζουμε, να φανταστείτε, στα ως άνω τα χίλια δυο περιστατικά παραβιάσεων των ελληνικών χωρικών υδάτων απ’ τα τουρκικά αλιευτικά ή τα… ”καμουφλαρισμένα” σε αλιευτικά κατασκοπευτικά και υποβρύχια που μας στέλνει η Τουρκία.

   Δε λογαριάζουμε και τις βαριές προσβολές της, που είναι είτε αναδρομικές είτε αναθεωρητικές-διεκδικητικές στην πλειοψηφία τους και ανάγονται από την ήττα του βυζαντινού στρατού στο Ματζικέρτ (1071) μέχρι την Άλωση της Πόλης (1453) κι από εκεί στην Μικρασιατική Καταστροφή (1922), ως υπόμνηση ενισχυτική της απειλής του casus belli (1995 ) σε βάρος μας, ώστε να πατήσει στον φόβο μας η Τουρκία και να προωθήσει τα σχέδιά της για τη ”Γαλάζια Πατρίδα”. Σχέδια στρατιωτικά, γεωπολιτικά και οικονομικά.

 Σ’ αυτό το τελευταίο, ειδικά, η έλλειψη διορατικότητας κυβέρνησης και λαού ανταγωνίζονται βάζοντας ως προτεραιότητα το οικονομικό όφελος για αντιμετώπιση της τουριστικής υστέρησης των ακριτικών νησιών μας (βλ. ”visa express” για Τούρκους τουρίστες σε δέκα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου), χωρίς να διαβλέπουν αμφότεροι τον κίνδυνο εθισμού των κατοίκων στην τουρκική παρουσία εκεί (σ.σ: Σε πολλά ξενοδοχεία – μαζί με την ελληνική σημαία και εκείνην της ΕΕ – κυματίζει και αυτή της Τουρκίας) και την επαύξηση της όρεξης των Τούρκων για εδαφικές διεκδικήσεις από την Ελλάδα…

 

Κρινιώ Καλογερίδου

 

Συνέχεια ανάγνωσης

Κρινιώ Καλογερίδου

Ο Αλέξανδρος στα Γαυγάμηλα απέναντι στους ”χρυσοφόρους Μήδους”

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Με φορτωμένες τις αποσκευές του από την προσφώνηση ”Γιε του Δία” και τον σιβυλλικό χρησμό του ιερέα του Αμμωνείου (όαση Σίβα, Μαντείο Άμμωνα Ρα [Δία]) περί μελλοντικής κυριαρχίας του στον τότε γνωστό κόσμο, επέστρεφε  ο Αλέξανδρος με το εκστρατευτικό σώμα του – Απρίλη μήνα του 331 π Χ – από την Μέμφιδα (Αίγυπτος) στην Τύρο (Λίβανος) μέσω Πηλουσίου (συνοριακού φρουρίου της ΒΑ Αιγύπτου ανατολικά του Νείλου, σημερινό Πὸρτ Σάιντ).

  Εκεί τους περίμενε ο στόλος του για ανεφοδιασμό, έχοντας παραπλεύσει προηγουμένως τη Φοινίκη με κατεύθυνση την Αίγυπτο. Μετά από ένα σύντομο πέρασμα απ’ την  Σαμάρεια της Παλαιστίνης, ο Αλέξανδρος με τον στρατό του πέρασαν από δύσβατες περιοχές στα νότια (σε εποχή συγκομιδής της γεωργικής παραγωγής), για να φτάσουν καθυστερημένα – μέσα Ιουλίου – στην αρχαία πόλη του Λιβάνου.

   Καθ’ οδόν προς την Τύρο είχαν κάποιες μέρες ξεκούρασης και θυσιών στον ημίθεο Ηρακλή, αλλά και μια αναπάντεχη επίσκεψη. Ήρθαν να δουν τον γιο του Φιλίππου δυο Αθηναίοι πρέσβεις (ο Διόφαντος και ο Αχιλλέας), για να του μεταφέρουν το αίτημα των συμπολιτών τους για απελευθέρωση των επονείδιστων Αθηναίων που πολέμησαν κατά των Ελλήνων στο πλευρό του Δαρείου στη μάχη της Ισσού (333 π Χ).

  Ο Αλέξανδρος ικανοποίησε το αίτημά τους και εκείνοι τον ευχαρίστησαν πληροφορώντας τον πριν φύγουν ότι είχε εκδηλωθεί αποστασία στην Πελοπόννησο από κάποιους ανυπότακτους Σπαρτιάτες. Ο Μακεδόνας στρατηλάτης έδρασε αστραπιαία στέλνοντας στο πλευρό των Πελοποννήσιων υποστηρικτών του τον Αμφοτερό (Μακεδόνα αξιωματικό, αδερφό του Κρατερού) με 100 φοινικικά και κυπριακά πλοία τα οποία επίταξε.

   Έπειτα από την Τύρο, ο Αλέξανδρος κατευθύνθηκε προς την Μεσοποταμία, τη Δαμασκό και τη Θάμψακο έχοντας σκοπό να φτάσει στην απέναντι όχθη του Ευφράτη (Μέση Ανατολή), ένα ειδικό τμήμα του οποίου είχαν ”δέσει” οι δικοί του υπό τον Ηφαιστίωνα με αλυσίδες-σχεδίες που σχημάτιζαν γέφυρα πάνω στο νερό.

   Ήταν ήδη φθινόπωρο του 331 π Χ, όταν άφησε πίσω του ο Αλέξανδρος τη Θάμψακο και την Νίσιβι (ΒΑ των αρμενικών βουνών, μεταξύ Ευφράτη και Τίγρη) και έφτασε στα σύνορα Ασσυρίας-Μηδίας για να βρει ζωοτροφές (σ.σ: Ο Τίγρης ήταν ελαφρά φρουρούμενος) κάτω από επικίνδυνες συνθήκες.

 Επικίνδυνες γιατί στην περιοχή κινούνταν ένας ορκισμένος εχθρός του: ο ελληνόφων σατράπης της Βαβυλώνας Μαζαίος), που προσπαθούσε να κόψει τις γέφυρες του Ευφράτη για να εγκλωβίσει τον Αλέξανδρο με τον στρατό του και να πάρει εκδίκηση. Για να σιγουρέψει μάλιστα τον εγκλωβισμό του Μακεδόνα στρατηλάτη, είχε ειδοποιήσει τον Δαρείο να έρθει για βοήθεια απ’ τη Βαβυλώνα όπου βρισκόταν.

  Ο στρατός του Δαρείου έφτασε πράγματι εσπευσμένα στην ασσυριακή πεδιάδα των Αρβήλων (όρια Ασσυρίας-Μηδίας, ανατολικά των Γαυγαμήλων) αριθμώντας 250 χιλιάδες στρατιώτες. Με διαταγή του Πέρση βασιλιά, υψώθηκαν  γρήγορα αναχώματα με πασσάλους γύρω απ’ το αχανές στρατόπεδο, για να αποκρούσουν το μακεδονικό και το θεσσαλικό ιππικό κατά την ώρα της επίθεσης των Ελλήνων.

   Οι ανιχνευτές της εμπροσθοφυλακής του ελληνικού στρατού,  ωστόσο, πήραν είδηση έγκαιρα τους 1000 Πέρσες ιππείς στην κοντινή πεδιάδα αριστερά του Τίγρη και ειδοποίησαν τον Αλέξανδρο. Εκείνος έστειλε καταπάνω τους το βασιλικό ιππικό και την ίλη των εταίρων, ενώ ο ίδιος οδηγούσε τη στρατιά με τους Παίονες (σ.σ: βαλκανικό φύλο νότια της Δαρδανίας το οποίο υπέταξε, μαζί με άλλα, ο βασιλιάς της Μακεδονίας) και τους Προδρόμους (ελαφρά οπλισμένους Έλληνες ιππείς με ασπίδες και βοηθητικό υλικό για αναγνωριστικές εφόδους).

   Σαν τους είδαν οι Πέρσες να έρχονται καταπάνω τους, το έβαλαν στα πόδια κατατρομαγμένοι. Οι στρατιώτες του Αλέξανδρου τότε τους κυνήγησαν ανελέητα και, αφού σκότωσαν κάμποσους, έσυραν τους άλλους αιχμάλωτους στο ελληνικό στρατόπεδο.

 Από αυτούς έμαθε, λίγο αργότερα, ο Αλέξανδρος ότι ο περσικός στρατός τούς περίμενε ετοιμοπόλεμος (ένα εκατομμύριο πεζοί και σαράντα χιλιάδες ιππείς του Δαρείου και του Μαζαίου) ανάμεσα στον Βούμηλο και τον Ζαπάτα ποταμό (ποτάμια της Ασσυρίας), όπου απλωνόταν η πεδιάδα των Γαυγαμήλων, στα σύνορα Μυγδονίας-Μηδίας.

   Ας σημειωθεί, εδώ, ότι ο Δαρείος είχε επιλέξει για πεδίο μάχης την μεγάλη πεδιάδα των Γαυγαμήλων (για να αποφύγει τον στενό χώρο όπως στην Ισσό, Νοέμβριο 333 π Χ), αφού προηγουμένως ισοπέδωσε τα γύρω υψώματα και έκοψε τους κορμούς των δέντρων, ώστε να κινούνται ανεμπόδιστα το ιππικό και τα διακόσια περίπου δρεπανηφόρα περσικά άρματα (υπερόπλο της εποχής, με κοφτερές λεπίδες στους άξονες των τροχών τους).

   Έκαψε, τέλος, κάθε εμπόδιο περιμετρικά, έτσι που η μέρα έγινε νύχτα, καλυμμένη καθώς ήταν  από βαρύ πέπλο καπνού. Και σαν να μην έφτανε αυτό, προέβη σε πράξη δολιοφθοράς κατά του ιππικού του αντιπάλου του μπήγοντας σίδερα στην πεδιάδα, προκειμένου να τραυματιστούν τα άλογα των Μακεδόνων και Θεσσαλών ιππέων…

   Κατά το πρώτο βράδυ της διάβασης του Τίγρη από τους Έλληνες στρατιώτες, εντωμεταξύ, είχε συμβεί ένα παράδοξο φυσικό φαινόμενο που κατατρομοκράτησε τους Πέρσες οι οποίοι περίμεναν από ώρα σε ώρα την ελληνική επίθεση ερμηνεύοντας ως προάγγελο του αφανισμού τους την ολική έκλειψη της Σελήνης την νύχτα της 30ης Σεπτεμβρίου.

   Κι αυτό δεν άργησε να επιβεβαιωθεί. Έχοντας πληροφορηθεί ο Αλέξανδρος πως οι Πέρσες τον περίμεναν στις όχθες του Βούμηλου (εξακόσια στάδια μακριά απ’ την πόλη Άρβηλα) ξεκίνησε με τον στρατό του την νύχτα της 29ης προς 30η Σεπτεμβρίου και έφτασε (κοντά χαράματα) έντεκα χιλιόμετρα μακριά από τα Γαυγάμηλα (μικρό χωριό της Ασσυρίας, τότε, 320 χλμ βόρεια της Βαβυλώνας, κοντά στη Μοσούλη του Ιράκ σήμερα).

   Κατά το μεσημέρι, ο Αλέξανδρος διέταξε τους πελταστές (τους ”ψιλούς”, ελαφρά οπλισμένους πολεμιστές) να ανοίξουν βαθιά τάφρο γύρω από το ελληνικό στρατόπεδο, όπου έμειναν για ανάπαυση τέσσερις μέρες, πριν διανύσουν άλλα πέντε χιλιόμετρα ως την πεδιάδα των Γαυγαμήλων που είχε μαυρίσει απ’ τα μιλιούνια των στρατιωτών του Δαρείου.

   Οι ελληνικές φάλαγγες (που αριθμούσαν, σημειωτέον,  50 χιλιάδες πεζούς και 700 ιππείς) έπιασαν στην αρχή τα υψώματα απέναντι από τον εχθρό, την ίδια στιγμή που οι ιππείς και οι ”ψιλοί” πεζέταιροι κατόπτευαν το πεδίο της μάχης περιμένοντας τις διαταγές των στρατηγών (μεταξύ των οποίων ο Παρμενίων και ο Κλείτος), μετά το πολεμικό συμβούλιο που συγκάλεσε ο Αλέξανδρος.

  Εκείνες τις κρίσιμες ώρες έφτασαν τα νεότερα για τις κινήσεις στο στρατόπεδο του εχθρού από τους Έλληνες πληροφοριοδότες. Ο Δαρείος, λέει, είχε σκοπό να τους πλευροκοπήσει και να τους κυκλώσει  παρατάσσοντας στα δυο άκρα του μετώπου το ιππικό του απ’ τη Βακτριανή (περσική σατραπεία, τότε, μοιρασμένη σήμερα ανάμεσα στο Τατζικιστάν, το Αφγανιστάν, το Ουζμπεκιστάν και το Τουρκμενιστάν).

    Επειδή ήξερε μάλιστα ότι ο Αλέξανδρος πολεμούσε πάντα απ’ τη δεξιά πτέρυγα του παραταγμένου στρατού του, σχεδίαζε να τοποθετήσει απέναντί του μεγάλες δυνάμεις Σκυθών (νομάδων της Κεντρικής Ασίας) και δρεπανηφόρα άρματα.

  Σαν τα άκουσε αυτά ο Παρμενίων, γύρισε και είπε στον Αλέξανδρο θορυβημένος ότι ίσως ήταν καλύτερα να τους αιφνιδιάσουν αυτοί πρώτοι μέσα στην νύχτα, για να προβάλλουν μικρότερες αντιστάσεις (άυπνοι και ταλαιπωρημένοι καθώς θα ήταν) απ’ ό,τι στο πεδίο της μάχης.

  Ο Αλέξανδρος αρνήθηκε και, χαμογελώντας, είπε στον ηλικιωμένο στρατηγό ότι ”δε θα τους αιφνιδιάσει την νύχτα, για να μην πουν ότι τους έκλεψε με δόλο τη νίκη, αλλά θα τους πολεμήσει τη μέρα για να μην έχουν καμιά απολύτως δικαιολογία για την μεγάλη συντριβη τους”…

   Την άλλη μέρα, νωρίς το πρωί της 1ης Οκτωβρίου του 331 π Χ –  πήρε θέση μάχης το ελληνικό στράτευμα απέναντι στα μιλιούνια των διπλά παραταγμένων Περσών του Δαρείου, που ήταν ενισχυμένοι απ’ τους Σκύθες, τους Κάρες, τους Ινδούς, τους Μαρδιανούς κι από ινδικούς ελέφαντες. 

   Πήρε θέση μάχης απέναντι στον ανθό του περσικού πεζικού ο οποίος έδειξε αιφνιδιασμένος απ’ την παράταξη των ελληνικών δυνάμεων (Αρριανός: Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις) :

 Μπροστά, είχε πάρει θέση το ιππικό υπό τις διαταγές του Φιλώτα (γιου του Παρμενίωνα) . Το συγκροτούσαν η βασιλική ίλη με ίλαρχο τον Κλείτο και οι άλλες των Γλαυκία, Αρίστωνα, Σώπολη, Ηρακλείδη, Δημήτριου και Μελέαγρου, καθώς και η βασιλική του Ηγέλοχου.

  Στο κέντρο, ήταν παραταγμένες έξι τάξεις της πεζοπόρου φάλαγγας με αρχηγούς τον Κοίνο, τον Περδίκκα, τον Μελέαγρο, τον Πολυσπέρχοντα, τον Κρατερό (επικεφαλής των σαρισσοφόρων Μακεδόνων) και τον Σιμμία, στη θέση του Αμύντα ο οποίος βρισκόταν στη Μακεδονία για να επιστρατεύσει άνδρες προς ενίσχυση των δυνάμεων του Αλέξανδρου.

   Δεξιά, βρίσκονταν οι υπασπιστές με τον Νικάνορα (τον άλλο γιο του Παρμενίωνα) και στο πλευρό τους οι ίλες των εταίρων, ενώ στο αριστερό κέρας της φάλαγγας ήταν επικεφαλής ο στρατηγός Παρμενίων, ενισχυμένος από πεντακόσιους Νοτιοελλαδίτες και δυόμισι χιλιάδες Θεσσαλούς ιππείς.

 Την εμπροσθοφυλακή του δεξιού κέρατος, σημειωτέον, αποτελούσαν οι διακόσιοι ιππείς του Μενίδα, ενώ στα αριστερά τους βρίσκονταν οι ιππείς του Ανδρόμαχου, οι Κρήτες τοξότες και οι Θράκες ακοντιστές υποστηριζόμενοι από Θράκες και Νοτιοελλαδίτες ιππείς.

  Σημειωτέον, επίσης, ότι υπόλοιποι οπλίτες και πελταστές του στρατού του Αλέξανδρου είχαν παραταχθεί πίσω απ’ την πρώτη γραμμή, ώστε – αν κυκλωνόταν αυτή – να υπήρχε η δυνατότητα να σχηματιστεί νέο μέτωπο (ανάστροφο του αρχικού) με μια απλή μεταβολή.

   Στα άκρα της δεξιάς πτέρυγας βρισκόταν θρονιασμένος στον Βουκεφάλα ο Αλέξανδρος, επικεφαλής της μακεδονικής φάλαγγας, των εταίρων ιππέων και  των ελαφρά οπλισμένων πεζών πιο πίσω, ενώ μπροστά απ’ τις ίλες των εταίρων είχαν παραταχθεί χίλιοι Αγριάνες και ίδιος αριθμός ”ψιλών” τοξοτών και άλλων τόσων ακοντιστών στα δεξιά τους.

  Οι πρόδρομοι και οι Παίονες ιππείς, τέλος, υποστήριζαν τις μονάδες των ”ψιλών” (ελαφρά οπλισμένων), ενώ οι πλαγιοφύλακες – μεταξύ των δύο κύριων γραμμών της μάχης – κάλυπταν αυτούς, τους 500 Νοτιοελλαδίτες ιππείς και τους Αγριάνες.

   Συνολικά, οι ελληνικές δυνάμεις που είχαν παραταχθεί απέναντι στον εχθρό αριθμούσαν σαράντα χιλιάδες πεζούς και εφτά χιλιάδες ιππείς, ενώ τη φύλαξη του ελληνικού στρατοπέδου την είχαν αναλάβει οι πελταστές από τη Θράκη.

   Στην εξέλιξη της μάχης, μετά τις αιματηρές συγκρούσεις σώμα με σώμα, έγινε ολοφάνερο ότι η μακεδονική δύναμη κατόρθωσε να υπερφαλαγγίσει όλο το αριστερό τμήμα του εχθρού, καθώς ο Αλέξανδρος είχε διατάξει την ίλη του Κλείτου να προελάσει απ’ τα δεξιά σε λοξή γραμμή ακολουθούμενος απ’ τους υπασπιστές και τις άλλες τάξεις της φάλαγγας που προωθούνταν κατά κύματα σαρώνοντας τα δρεπανηφόρα και το στρατό του Δαρείου.

  Με μπροστάρη τον Αλέξανδρο, οι λόγχες και οι σάρισσες σκορπούσαν το θάνατο. Ο Μέγας Μακεδόνας στρατηλάτης, αφού αποδεκάτισε  – με τους άνδρες του και πέντε τάξεις της φάλαγγάς του – Πέρσες, Ινδούς και Πάρθους που  του αντιστέκονταν, έσπειρε πανικό στο περσικό κέντρο.

   Έσπειρε πανικό στους ”χρυσοφόρους Μήδους” (βλ. επίγραμμα Σιμωνίδη του Κείου για τους Αθηναίους Μαραθωνομάχους) και τον ίδιο τον Δαρείο Γ’ Κοδομανό αναγκάζοντάς τον να χτυπάει αλαλιασμένος με το καμτσίκι του τα καπούλια του αλόγου του δίνοντας το σύνθημα στους δικούς του για άτακτη υποχώρηση και φυγή με τρελό καλπασμό προς τα Άρβηλα.

   Μόλις τον είδε ο Αλέξανδρος να χιμάει για να γλιτώσει προς την ανοιχτή πεδιάδα με κατεύθυνση τον ποταμό Λύκο, όρμησε ξοπίσω του αφήνοντας στη θέση του (για να αποτελειώσει τους Πέρσες στα Γαυγάμηλα) τον στρατηγό Παρμενίωνα.

   Ο ίδιος με το ιππικό του, βλέποντας πως ο Δαρείος του ξέφυγε κρυμμένος στις κλεισούρες των λόγγων και των βουνών, σταμάτησε για λίγο στις Ράγες (κοντά στην Τεχεράνη) κι ύστερα έσπευσε να περικυκλώσει το περσικό στρατόπεδο στον Βούμωδο ποταμό (παραπόταμο του Λύκου) παίρνοντας μαζί του πλήθος αιχμαλώτων, αλλά και ελέφαντες, καμήλες, άμαξες και πάμπολλες άλλες αποσκευές και μεταγωγικά, τα οποία άφησαν οι εχθροί στο φευγιό τους σαν λάφυρα.

   Ώρες αργότερα ο Αλέξανδρος, φανερά ταλαιπωρημένος και με το άτι του να βγάζει αφρούς απ’ τη δίψα και την κούραση, σταμάτησε την καταδίωξη του Δαρείου και γυρνώντας πίσω έσμιξε με το νικηφόρο του στράτευμα, για να μπει αργότερα θριαμβευτής στην καρδιά της Περσίας, τη Βαβυλώνα!

Βιβλιογραφία

 

  1. Αρριανός: Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις
  2. DonaldWEngels: Ο Μέγας Αλέξανδρος και η διοικητική μέριμνα του μακεδονικού στρατού.
  3. Βούλα Ηλιάδου; Καλπάζοντας στον άνεμο (μυθιστόρημα), εκδ. Λιβάνης.
Συνέχεια ανάγνωσης

Κρινιώ Καλογερίδου

”Ήρεμα” και ”ταραγμένα νερά” για Αιγαίο και Κύπρο

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Tα θετικά δεν είναι ικανά να καθαρίσουν το σύννεφο στα ελληνοτουρκικά με διακύβευμα το Αιγαίο

 Όποιος άκουσε πρόσφατα τον Νίκο Δένδια να υπεραμύνεται εμφατικά (παρουσία του Αρχηγού ΓΕΕΘΑ στρατηγού Δ. Χούπη και του αρχηγού ΓΕΣ αντιστράτηγου Γ. Κωστίδη) του δικαιώματος της Ελλάδας στα 12 μίλια και των Δωδεκανήσων σε υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ (με αφορμή τις εκδηλώσεις μνήμης στην Λέρο για την 81η επέτειο από τη βύθιση του αντιτορπιλικού ”Βασίλισσα Όλγα” από γερμανικά βομβαρδιστικά στις 26 Σεπτεμβρίου 1943), θα συνειδητοποίησε σίγουρα δύο πράγματα:

   Πρώτον, ότι ο ΥΠΑΜ μιλούσε με αποφασιστικότητα και ύφος επιβλητικό, που έκρυβε συγκαλυμμένη προειδοποίηση με  αποδέκτη όχι μόνο στον Τούρκο απέναντι (βλ. Ταγίπ Ερντογάν), αλλά και τον πρωθυπουργό συνομιλητή του.

  Δεύτερον, ότι διακατέχεται από κρυφή αγωνία  (όπως και οι περισσότεροι Έλληνες) στη σκέψη ότι απ’ τα τραγικά Ίμια και έκτοτε η Ελλάδα μετατρέπεται αργά αλλά σταθερά σε χώρα με γκριζοποιημένα από την Τουρκία τμήματα της νησιωτικής της επικράτειας. 

   Με γκριζοποιημένες θαλάσσιες ζώνες της εθνικής κυριαρχίας της (μεταξύ 28ου-32ου μεσημβρινού) και περιορισμένα κυριαρχικά δικαιώματα, δηλαδή δικαιώματα των οποίων η κυρίαρχη άσκηση εξαρτάται από τη βούληση της Τουρκίας.

  Το 1996 η πατρίδα μας έχασε, πράγματι (για πρώτη φορά στην μεταπολεμική ιστορία της), εδαφική κυριαρχία (σ.σ: στην Κάσο δεν έγινε αυτό, αλλά απεμπολήσαμε – με την ανοχή μας στον ελεγκτικό ρόλο της Τουρκίας στα όρια των 6 νμ – το κυριαρχικό μας δικαίωμα για επέκταση των ΕΧΥ στα 12 προς χάριν των ”ήρεμων νερών” και μιας εκβιαστικής ειρήνης [βλ. casus belli]).

  Και την έχασε αυτήν την κυριαρχία αποδεχόμενη (με την παθητική στάση της) ως ουδέτερο έδαφος το σύμπλεγμα των Ιμίων (των δύο μικρών ακατοίκητων νησίδων ανατολικά της Καλύμνου των Δωδεκανήσων), τα οποία απέχουν 3,6 νμ από τα τουρκικά παράλια.

   Αυτό σηματοδότησε άρδην την αλλαγή στην Εξωτερική πολιτική μας (υιοθέτηση της ”πολιτικής του κατευνασμού” κατά τα αποτυχημένα βρετανικά πρότυπα της δεκαετίας του ’30 απέναντι στην ναζιστική Γερμανία του Χίτλερ), σε βαθμό να διολισθήσουμε στο σημείο να γίνουμε ημιπαράλυτη χώρα, ηττοπαθής και αντιφατική, ένα βήμα πριν καταλήξουμε σε γεωπολιτικό δορυφόρο της Τουρκίας.

 Χώρα που ξεκίνησε να εκλιπαρεί τους Αμερικανούς για διαμεσολάβηση το ’96 εμπεδώνοντας στους επόμενους την πίστη ότι η ήπια, κατευναστική διπλωματία των εθνικών υποχωρήσεων και των παραχωρήσεων (με υποβολείς τις ΗΠΑ και Ευρωπαίους εταίρους [βλ. Γερμανία]) είναι η… εθνοσωτήριος λύση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, για να μην οδηγηθούμε στον πάτο του Αιγαίου όπως μας απειλεί συχνά-πυκνά ο ακροδεξιός εταίρος του Ταγίπ Ερντογάν Ντεβλέτ Μπαχτσελί των ”Γκρίζων Λύκων”.

   Τρομακτική επιλογή η λύση αυτή, γιατί μας οδηγεί σταδιακά – όπως απέδειξαν η πρόσφατη σχετικά και η σύγχρονη ιστορία μας – σε απώλεια εθνικής κυριαρχίας και κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας. Λύση αφόρητη και σκληρή σαν την αλήθεια στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

 Σχέσεις καμουφλαρισμένες απ’ το παραμύθι της ”ελληνοτουρκικής φιλίας”, που αυγατίζει τις ψευδαισθήσεις των κυβερνώντων και κάνει να φαντάζει στα μάτια μας ως ηράκλειος άθλος η αποτροπή της ενδεδυμένης με προβιά προβάτου Τουρκίας.

   Της Τουρκίας των παράνομων και μονομερών διεκδικήσεων, που εγείρει αξιώσεις για Θράκη, Αιγαίο και Κύπρο. Της Τουρκίας του πανούργου Ταγίπ Ερντογάν ο οποίος, με τη στολή του ”ειρηνοποιού” που του επέτρεψε να έχει η διεθνής συγκυρία, αποκάλεσε (από το βήμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, 24/9/’24, 79η Σύνοδος) ”ειρηνευτική επιχείρηση” την τουρκική εισβολή του ’74 στην Κύπρο (Αττίλας 1&2) και ζήτησε αναγνώριση του τουρκοκυπριακού ψευδοκράτους.

   Ζήτησε να τερματιστεί η απομόνωση τής (υπό 50ετή τουρκική κατοχή) ”Βόρειας Κύπρου” με παραχώρηση σε αυτήν κυριαρχικής ισότητας και ισοτιμίας, ώστε να μπορεί να συνάψει διεθνώς διπλωματικές, πολιτικές και οικονομικές σχέσεις η ”ΤΔΒΚ”.

  Αιτιάσεις ανιστόρητες, άδικες και παράνομες, στις οποίες απάντησε ήδη κατηγορηματικά από το βήμα του ΟΗΕ ο Κυριάκος Μητσοτάκης:

  ”Καμιά λύση δύο κρατών στην Κύπρο” ξεκαθάρισε προτείνοντας ως λύση του Κυπριακού – αντί της διχοτόμησης –  την (αμφιλεγόμενης ωφελιμότητας, βέβαια) προτεινόμενη απ’ τον ΓΓ του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες  ΔΔΟ.

  Τη Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία, δηλαδή, με πολιτική ισότητα (σ.σ: Η Τουρκία διεκδικεί, σημειωτέον, πολιτική και στρατιωτική ισότητα των Τουρκοκυπρίων σε ανεξάρτητο ”κράτος της Βόρειας Κύπρου”).

   Συνεπώς, το ”Ούτε λέξη για την Κύπρο” που ακούγεται από Μέσα ως μομφή για τον πρωθυπουργό στο θέμα αυτό, δεν ισχύει (στην κυριολεξία τουλάχιστον), αφού έγινε ήδη επιγραμματική αναφορά απ’ αυτόν στο μείζον ζητούμενο επίλυσης του Κυπριακού με την απόρριψη της τουρκικής πρότασης για διχοτόμηση του νησιού και την υπενθύμιση της ελληνικής και κυπριακής θέσης.

  Ισχύει όμως το ότι δεν είπε λέξη για το Αιγαίο στην ομιλία του, σε αντίθεση με τον Τούρκο Πρόεδρο ο οποίος έκανε εμμέσως πλην σαφώς αναφορά στην ατζέντα διεκδικήσεων της Τουρκίας (βλ. ”Συμφωνία Μαδρίτης”, 1997, η οποία αναγνώρισε ως νόμιμα και ζωτικά τα συμφέροντα αμφότερων των χωρών στο Αιγαίο) με έμφαση στο Κυπριακό, τις θέσεις για το οποίο ο Ερντογάν φρόντισε να ξεκαθαρίσει).

 Ναι, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν είπε λέξη για τις ελληνοτουρκικές διαφορές με επίκεντρο το Αιγαίο. Προς έκπληξη μάλιστα όλων, έστρεψε το διεθνές ενδιαφέρον σε απόψεις γύρω από όρους εμπέδωσης της παγκοσμιοποίησης, όπως ”παγκόσμια συναίνεση”, ”παγκόσμιο συμφέρον” και ”παγκόσμια διακυβέρνηση”.

 

  Η δική μου εκτίμηση για την μη αναφορά Μητσοτάκη στο Αιγαίο και τις ελληνοτουρκικές διαφορές εδράζεται στον υπαινικτικό λόγο του γύρω απ’ το θέμα αυτό, που έχει διττή σημασία. Η πρώτη ερμηνεία που δίνω είναι ότι εκκολάπτεται λύση ”Πρεσπών” του Αιγαίου, εξ ου και η αναφορά του στον ΟΗΕ ”Δεν έχουμε μπορέσει να διευθετήσουμε αυτή τη διαφορά (ΑΟΖ/υφαλοκρηπίδας) επί περισσότερα από 40 χρόνια, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είναι μοιραίο να παραμείνει άλυτη…”.

   Η δεύτερη έχει να κάνει με την ουσία της πολιτικής οπτικής του στα ελληνοτουρκικά. Ο Έλληνας πρωθυπουργός επενδύει με πίστη και αισιοδοξία, η οποία ενέχει ενδεχομένως εθνικούς κινδύνους, για διασφάλιση ”ήρεμων νερών” στο Αιγαίο, προκειμένου να διασφαλίσει την μακροβιότητα της ειρήνης στην περιοχή και όχι μόνο αυτήν.

 Τα ”ταραγμένα” νερά, προφανώς, μάς γονατίζουν οικονομικά ψαλιδίζοντας το ΑΕΠ μας (ήδη εξοπλιζόμαστε γενναία στην Άμυνα μετά από μακρά περίοδο στασιμότητας λόγω μνημονίων), καθώς δεν φροντίσαμε έγκαιρα να αναπτύξουμε αμυντική βιομηχανία ανταγωνιστική της Τουρκίας.

  Επενδύει, λοιπόν, στα ”ήρεμα νερά” του Αιγαίου όχι μόνο για χάρη των αγαθών της ειρήνης για τους Ελλαδίτες (τα οποία δεν μπορούν να τα απολαύσουν οι Ελληνοκύπριοι στον βαθμό που επιθυμούν με ημικατεχόμενη επί μισό αιώνα την Κύπρο), αλλά και για τα συμφέροντα της ελληνικής μειονότητας σε τουρκικό έδαφος, τα οποία γίνονται όλο και πιο ευκρινή την τελευταία δεκαετία.

   Απόδειξη, οι κινήσεις προεργασίας κατά την τρέχουσα περίοδο για άνοιγμα της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης και η αχτίδα Ελληνισμού στην αλησμόνητη Ίμβρο (σ.σ: Στην Τένεδο – που έχει εξελιχθεί σε τουριστικό προορισμό των εύπορων Τούρκων – μοιάζει μη αναστρέψιμη η εξαΰλωση του Ελληνισμού. δεδομένου ότι έμειναν στο νησί μόνο οκτώ Έλληνες) .

   Αχτίδα που άρχισε να αχνοφέγγει το 2014 και έγινε φωτεινότερη τα τελευταία χρόνια με την αύξηση των μονίμων κατοίκων ελληνικής καταγωγής (έφτασαν, ήδη, τους 600), η οποία συνοδεύεται απ’ το ξαναζωντάνεμα παλιών, ερειπωμένων σπιτιών και την επαναλειτουργία ελληνικών σχολείων στην Ίμβρο (με ενεργό συμβολή του Ιμβριώτη Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου, κεντρικού ομιλητή στο Πανιμβριακό Συνέδριο της Αθήνας [Κέντρο Πολιτισμού ”Ελληνικός Κόσμος” του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού] με θέμα ”Ίμβρος και Τένεδος Νόστος και Προοπτική”).

  Αυτά τα θετικά, ωστόσο, δεν είναι ικανά να καθαρίσουν το σύννεφο στα ελληνοτουρκικά με διακύβευμα το Αιγαίο, έστω κι αν ο Ταγίπ Ερντογάν ”χάιδεψε” αυτιά στον ΟΗΕ (προς μεγάλη ικανοποίηση των Συμμάχων του ΝΑΤΟ) μιλώντας για περαιτέρω μελλοντική προσέγγιση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και ”εποικοδομητική συνεργασία” ενόψει και της νέας συνάντησης του Ανώτου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας-Τουρκίας στις αρχές του 2025. 

   ”Εποικοδομητική συνεργασία” σε όλα τα θέματα, ”ιδίως στον τομέα της ενέργειας και του περιβάλλοντος”, χωρίς να παραλείψει να αναφέρει ωστόσο με νόημα ότι η χώρα του ”έχει την μεγαλύτερη ακτογραμμή στην Ανατολική Μεσόγειο”, άρα έχει δικαιώματα στο Αιγαίο…

 

Κρινιώ Καλογερίδου

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινφογνώμων

Infognomon Logo

Περιηγηθείτε στα κορυφαία βιβλία του βιβλιοπωλείου μας

Προβολή όλων

Δημοφιλή