Ακολουθήστε μας

ΙΣΤΟΡΙΚΑ

2 Μαΐου 1919: Ο Ελληνικός Στρατός εισέρχεται στη Σμύρνη

Δημοσιεύτηκε

στις

  • Το «Πατρίς» πλευρίζει και ο κόσμος με βάρκες σπεύδει να προϋπαντήσει τους ελευθερωτές (φωτ.: Μ. Μεγαλοκονόμος / πηγή: aspromavro.net)
Εκείνο το πρωί στην Σμύρνη, την «Γκιαούρ Ισμίρ» που έλεγαν, μαθηταί, φίλοι, πρόσκοποι, Αγιοδημητριώτες και Ταμπαχανιώτες φύγαμε χαράματα για τον Κουκλουντζά, ένα μυροβόλο χωριό της αξέχαστης πολιτείας. Από την συντροφιά εκείνη θυμάμαι τον βαθμούχο πρόσκοπο, Νεοσμυρνιώτη Γιώργο Τσακίρη, τον Γιάννη Αρώνη, τον Αλέξανδρο Καλογερόπουλο, τον Γιάννη Σελλά, τον Πανά και τον Απόστολο Μαρόλο, άλλους που δεν τους θυμάμαι ή δεν υπάρχουν πλέον. Μαθηταί όλοι του Σχολείου της Σταυριάνθης Αναστασιάδη.

Ήταν μια λαμπρή, ολόφωτη μέρα, μ’ εκείνο το φως που μόνο η αιγαιοπελαγίτικη παραλία της Μικράς Ασίας μπορεί να δίνει σε τέτοια έξαρση.

Ένα θάμβος, μια γλυκεία θαλπωρή, μια μέρα μακάριας γαλήνης… Ήταν σαν δέκα άνοιξες μαζί… Ο αέρας μοσχοβολούσε από τα λουλούδια των γύρω περιβολιών.
Θα ’λεγε κανείς πως η φύση χάριζε την πιο όμορφη Πρωτομαγιά στη Σμύρνη, και στους Έλληνες, για να εορτάσουν, υστέρα από τόσους αιώνες σκλαβιάς, την πιο μεγάλη ημέρα της Ιστορίας των. Με τραγούδια γεμάτα Ελλάδα, και αβάσταχτο πόνο από τη σκλαβιά, τραγουδούσαμε:
Εσείς τον Τούρκον σφάζετε, τον τύραννον σπαράζετε,
να ζήσει το σπαθί μου, ν’ αναστηθεί η Πατρίς μου.
Με χαρές και φαγοπότια περάσαμε την ημέρα και το απόγευμα φορτωμένοι με στεφάνια και τραγουδώντας το «Σμύρνη Πατρίδα μου γλυκιά,/ χαριτωμένη χώρα,/ για να σε βγάλω από το νου/ ποτέ δεν θα ’ρθει ώρα…» και με προσκοπικά εμβατήρια και βήμα γυρνούσαμε στη Σμύρνη. Αλλά τι Σμύρνη ήτανε αυτή, ανάστατη, χαρούμενη, πλημμυρισμένη, θα ’λεγα, σαν μια κυανόλευκη σημαία. Οι καμπάνες των εκκλησιών χτυπούσαν χαρμόσυνα. Κι εμείς πια δεν περπατούσαμε, τρέχαμε, πετούσαμε… Όταν φτάσαμε στους πρώτους μαχαλάδες και στα σοκάκια της Σμύρνης, βλέπομε έναν κόσμο έξαλλο, ανάστατο, να τρέχει πέρα-δώθε, τις γριές με τα θυμιατήρια στις εξώπορτες να θυμιατίζουν και να σταυροκοπιούνται. Όλοι να κλαίνε και να δυσκολεύονται να μας απαντήσουν τι συμβαίνει. Οι άνθρωποι από τους μαχαλάδες του Αγίου Τρύφωνα, από τα Τράσιες, την Μπέλλα-Βίστα, το Παραλλέλι, τις Μεγάλες Ταβέρνες και τον Φραγκομαχαλά τρέχανε στη Μητρόπολη, που ήταν η καρδιά, ο παλμός και η ψυχή της Σμύρνης. Με κομμένη την αναπνοή μας φθάσαμε στο σπίτι. Μια λέξη μπόρεσαν να πουν: ΕΡΧΟΝΤΑΙ. Από τη συγκίνηση δεν μπορούσαν να μας μιλήσουν. Ο Ελληνικός Στρατός, ο Στόλος, ο «Αβέρωφ», ο «Λέων», η «Λήμνος», έρχονται να μας ελευθερώσουν. Κι εσάς, μας λένε, σας ζήτησαν να πάτε αμέσως στην «Ευσέβεια» (μέσα εκεί ήταν το κρυφό κέντρο των προσκόπων). Να φορέσετε φανερά, ελεύθερα, την προσκοπική σας στολή.
Αυτή την προσκοπική «Στολή» κρυφά την φορούσαμε, αλλά πόσο την τιμούσαμε. Την είχαμε φέρει από την Ελλάδα. Έως τώρα θυμάμαι τι μας στοίχισε: 35 δραχμές ή 7 μπαλκανότες. Μεταλίκι-μεταλίκι τα μάζευα για να τα κάνω μελλίτι και ύστερα «μπαλκανότα» για να πάρω τις 35 δραχμές. Ήθελα να την πάρω κρυφά και με δικά μου λεπτά για να με δούνε οι δικοί μου ξαφνικά Έλληνα πρόσκοπο. Όταν την πρωτόβαλα ήμουνα εγώ ολόκληρη η Ελλάδα.
Στην «Ευσέβεια» ο αρχηγός μας, της 4ης ομάδος, κ. Παπαδημητρίου, μας έδωσε οδηγίες. Το πρωί να είμεθα όλοι στο «Και», εμπρός στη Λέσχη των Κυνηγών.
Θα χρησιμοποιηθούμε σαν οδηγοί του Ελληνικού Στρατού. Τώρα κλαίω και λυπάμαι για τη χαμένη μου Σμύρνη, αλλά τότε κρυφοδάκρυζα, από χαρά και υπερηφάνεια. Όπως είμεθα, τρέξαμε στη Μητρόπολη, ούτε καρφίτσα δε χωρούσε στον αυλόγυρο της Αγίας Φωτεινής. Όλος αυτός ο κόσμος, έκλαιγε, γελούσε, ζητωκραύγαζε και ζητούσε να δει τον Μητροπολίτη της, τον Χρυσόστομο.
Και ό,τι που σε λίγο βγαίνει στο μπαλκόνι της Μητροπόλεως ο Σμύρνης Χρυσόστομος, έχοντας δίπλα του τον κυβερνήτη του «Λέοντος» Ηλ. Μαυρουδή, τον «Καθάση» με φουστανέλα και πολλούς δημογέροντες και προκρίτους της Σμύρνης. Στο χέρι του κρατούσε ένα χαρτί, το κουνούσε και το ’δειχνε στον κόσμο. Πέρασαν πάρα πολλά λεπτά για να μπορέσει να μιλήσει… «Νυν απολύεις τον δούλον σου, Δέσποτα… ότι είδον οι οφθαλμοί μου».
Σταμάτησε, δεν μπόρεσε να συνεχίσει… Ο κόσμος βουβός έκλαιγε. Το χαρτί ήταν ένα τηλεγράφημα του πρωθυπουργού Βενιζέλου. Με προσπάθεια μεγάλη και με δάκρυα άρχισε να διαβάζει…
«Το πλήρωμα του χρόνου ήλθεν, ο Θεός μάς λυπήθηκε Χριστιανοί. Στήτε καλώς»… Και συνέχισε με λυγμούς: «Αύριον την πρωίαν 2 Μαΐου ο Ελληνικός Στρατός υπό τον συνταγματάρχην Ζαφειρίου Θα καταλάβει την Σμύρνην…». Ο κόσμος όλος έκλαιγε, έκαναν το σταυρό τους, πέρασε πολλή ώρα για να συνέλθουν. Ύστερα άρχισαν να τρέχουν προς όλους τους μαχαλάδες και τα χωριά, έτσι ακριβώς όπως τρέχουν μετά την Ανάσταση για να μεταφέρουν το άγιο φως…
Για πότε το ’μαθαν τα 15 ελληνοχώρια γύρω από τη Σμύρνη και κατέφθασαν με τα βαποράκια;
Από το Κορδελιό, του Παπά τη Σκάλα, τα Πετρωτά, την Αγία Τριάδα, το Μπαϊρακλί, από την Καραντίνα, το Καρατάσι, το Κοκάρ-Γιαλί και το Γκιος-Τεπέ. Με τα τραμβάλια και τα τοπικά τρένα, από το Βουντζά, το Βουρνά του Παραδείσου, το Σεβδίκιοϊ, τον Κουκλουντζά και το Καζαμίρ. Από τον επάνω Μαχαλά, τον Άγιο Γιάννη, από τον Άγιο Βουκόλο.
Αλλά τα βαποράκια, τα τοπικά τρένα, πώς μπορούσαν να χωρέσουν όλον αυτό τον κόσμο. Ούτε μπορούσαν να περιμένουν, τους εφαίνετο ότι τα τρένα πήγαιναν αργά, γι’ αυτό κατέβαιναν στη Σμύρνη με τα πόδια, τρέχοντας όλη τη νύχτα. Όλων τα μάτια ήταν στραμμένα στο πέλαγος. Περίμεναν πεντακόσια χρόνια και δεν μπορούν να περιμένουν να ξημερώσει… Μαζί με τον κόσμο κι εμείς, τρέξαμε όλοι στην παραλία και περιμέναμε να περάσει η νύχτα, κανείς δεν κοιμήθηκε εκείνο το βράδι.

Ο Μανώλης Μεγαλοκονόμος
Όλος ο κόσμος φωνάζει: Μα πότε θα ’ρθουν; Αβάσταχτη αυτή η μεγαλύτερη νύχτα της προσμονής. Τα παράθυρα, τα μπαλκόνια, τα καμπαναριά, τα δέντρα, ακόμα και τα φανάρια, ήταν γεμάτα ανθρώπους. Όλες οι βάρκες γεμάτες κόσμο, πάνε να προϋπαντήσουν το στόλο. Οι καμπάνες και οι καρδιές μας κοντεύουν να σπάσουν.
Όταν έφυγε η πρωινή άχνα φάνηκε στο βάθος ο θρυλικός «Αβέρωφ», ακολουθούσε το «Πατρίς» με το 34ο Ευζωνικό Σύνταγμα.
ΕΡΧΟΝΤΑΙ, ακούστηκε μια μυριόστομη φωνή… Το κλάμα δεν τους άφηνε να δούνε καθαρά… Πρώτος των πρώτων ο Χρυσόστομος με τα χρυσοποίκιλτα άμφιά του, όρθιος πάνω στην «Καρότσα» με το Σταυρό στο χέρι ευλογούσε τα ελληνικά όπλα. Ύστερα κατέβηκε, γονάτισε, και ευχαρίστησε τον Θεό. Αυτή είναι η ευτυχέστερη ημέρα της ζωής του. Δεν είναι ούτε πέντε μήνες που είχε επιστρέψει ο Χρυσόστομος στη Σμύρνη, ύστερα από τετραετή εξορία. Θυμάμαι τότε είχαμε πάει όλα τα σχολεία στο σταθμό του Χανέ για να πάρουμε μέρος στην αποθεωτική υποδοχή που του επιφύλαξαν οι Σμυρναίοι κατά την επάνοδό του από την εξορία. Και δεν ήταν παρά λίγες μέρες που ο πατέρας μου με πήρε από το χέρι και με πήγε για Πάσχα στην «Αγία Φωτεινή», για να δω τον Δεσπότη μας από κοντά. Τον βλέπω εμπρός στην ωραία Πύλη, με δέος και θαυμασμό, ολόχρυσα ντυμένο, με τα κηροπήγια στα χέρια· τον ακούω να ψέλνει: «Κύριε, Κύριε, επίβλεψον εξ ουρανού και ίδε…».[…]
Ο κόσμος άρχισε να φωνάζει: Μα γιατί αργούν;
Χιλιάδες μάτια δακρυσμένα βλέπουν τα πλοία να πλησιάζουν. Καθαρά φαίνονται οι τσολιάδες. Νά και η πολεμική ελληνική σημαία, όλος ο κόσμος μαζί με τον Χρυσόστομο ψέλνουν: «Τη Υπερμάχω Στρατηγώ τα νικητήρια». Τι συγκινητική στιγμή, χιλιάδες μάτια δακρυσμένα βλέπουν για πρώτη φορά ευζώνους και την ένδοξη πολεμική ελληνική σημαία.
Όταν επλεύρισε το «Πατρίς», οι τσολιάδες δεν έβρισκαν πού να πατήσουν. Η ιωνική γη ήταν στρωμένη με χαλιά, μύρτα, δάφνες, μαργαρίτες, μυρτιές, κι έναν κόσμο γεμάτο αγάπη. Οι Σμυρνιωτοπούλες αγκάλιαζαν και φιλούσαν τους ηλιοκαμένους ελευθερωτές, προσφέροντάς τους τριαντάφυλλα, γλυκά, ποτά, αγάπη. Τα παιδιά τούς έραιναν με ροδοπέταλα. Οι Έλληνες στρατιώτες τα είχαν χάσει, αντίκριζαν έναν ενθουσιώδη, γεμάτο ελληνισμό, και μια ωραία πόλη, μεγαλύτερη από την Αθήνα, με ωραία κτήρια, θέατρα, κινηματογράφους, σχολεία, σαν την Ευαγγελική Σχολή, εκκλησίες, νοσοκομεία, ιδρύματα, ένα ωραίο κτήριο –το Κεντρικό Παρθεναγωγείο–, αθλητικούς συλλόγους σαν τον Πανιώνιο, τον Απόλλωνα, τον Πέλοπα, ελληνικές εφημερίδες, έναν ιππόδρομο και τόσα άλλα.
Και νά, κατεβαίνουν οι πρώτοι Έλληνες αξιωματικοί.
«Κατ’ εντολήν της Κυβερνήσεως προβαίνω εις την Στρατιωτικήν Κατάληψιν της Σμύρνης», γράφει στην προκήρυξη εκείνης της ημέρας, 2 Μαΐου 1919, ο μέραρχος συνταγματάρχης Νικόλαος Ζαφειρίου. Αυτή ήταν η Εορτή των Εορτών, όλος ο κόσμος κλαίει από αβάσταχτη χαρά.
Σε μια νύχτα γίναμε από Σκλάβοι Ελεύθεροι, από Ραγιάδες Έλληνες, Χριστιανοί.
  • Απόσπασμα από το Μανώλης Μεγαλοκονόμος, Η Σμύρνη – Από το αρχείο ενός φωτορεπόρτερ, εκδ. Ερμής, 1992.
  • Πηγή: aspromavro.net.

Επος 40 - Μάχη οχυρών - Μάχη της Κρήτης - Αντίσταση - Κατοχή - Εμφύλιος

D-Day: Η αρχή του τέλους για τους Ναζί «ξεκίνησε» από τις γαλλικές ακτές

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Ο όρος D-Day είναι γνωστός και άρρηκτα συνδεδεμένος με μια από τις πιο ιστορικές ημέρες του 20ου αιώνα, αυτή της απόβασης των Συμμάχων στη Νορμανδία κατά την διάρκεια του Β’ ΠΠ, σαν σήμερα στις 5 Ιουνίου του 1944.

Η απόβαση στη Νορμανδία ανέτρεψε τα δεδομένα στο ευρωπαϊκό θέατρο επιχειρήσεων των Συμμάχων ενάντια στην γερμανική πολεμική μηχανή, που για πολλούς θεωρείται ως η «αρχή του τέλους» για τους Ναζί στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Ποιο το υπόβαθρο πριν την απόβαση

Οι διαφωνίες των Συμμάχων για το αν θα έπρεπε να ασκηθεί πίεση από Νότο προς Βορρά ή να γίνει απόβαση μέσω Μάγχης, προκειμένου να ηττηθεί η Γερμανία, λύθηκαν στη Διάσκεψη της Τεχεράνης (28 Νοεμβρίου – 1 Δεκεμβρίου 1943). Ο Στάλιν, υποστηριζόμενος από τις ΗΠΑ, επέμενε ότι η εισβολή στη Γαλλία ήταν ο μόνος τρόπος να ηττηθεί η Γερμανία.

Τον Ιανουάριο του 1944 άρχισε να προετοιμάζεται η επιχείρηση «Επικυρίαρχος» (Operation Overlord). O αμερικανός στρατηγός Ντουάιτ Αϊζενχάουερ ορίστηκε ανώτατος διοικητής, με βρετανούς διοικητές στο στρατό ξηράς, στο ναυτικό και την αεροπορία.Σύμφωνα με το σχέδιο, η επίθεση θα γινόταν σ’ ένα στενό μέτωπο στη Νορμανδία, στις βόρειες ακτές της Γαλλίας, από πέντε σώματα στρατού.

Για την πραγματοποίησή της, ο Αϊζενχάουερ έπρεπε να συγκροτήσει τον μεγαλύτερο στην ιστορία στόλο που επιχείρησε ποτέ απόβαση.

Τα προβλήματα για τον σχεδιασμό της D-Day

Σε περίπτωση επιτυχίας, η απόβαση θα αποτελούσε την απαρχή προέλασης μεγάλων συμμαχικών δυνάμεων προς Ανατολάς μέσω της Γαλλίας, κατευθείαν στην καρδιά της ναζιστικής Γερμανίας.

Το βασικότερο μέλημα για τους σχεδιαστές της επιχείρησης ήταν να μη μάθουν οι Γερμανοί το σημείο της απόβασης. Έτσι, οι δυνάμεις τους θα ήταν αναγκασμένες να αναπτυχθούν σε ολόκληρη την ακτογραμμή.

Είχε καταρτιστεί εξάλλου σχέδιο παραπλάνησης, η επιχείρηση «Σωματοφύλακας» (Operation Bodygard), που κατόρθωσε πέραν πάσης προσδοκίας να πείσει τον Χίτλερ ότι κύριος στόχος ήταν η περιοχή του Καλέ, αρκετά βορειότερα της Νορμανδίας. Παρότι στη Γαλλία υπήρχαν 58 γερμανικές μεραρχίες, μόνο οι 14 βρίσκονταν στις ακτές της Νορμανδίας.Μεγάλη σημασία είχε και η αξιοποίηση της αεροπορικής υπεροχής των Συμμάχων, ώστε να εξουδετερωθεί η εχθρική πολεμική αεροπορία και να απομονωθεί το συγκοινωνιακό δίκτυο της Βόρειας Γαλλίας.

Ενώ τα σχέδια τής απόβασης καταρτίζονταν από Αμερικανούς και Βρετανούς στρατιωτικούς στην Αγγλία, ο Γερμανός στρατάρχης Έρβιν Ρόμελ – γνωστός ως «αλεπού της ερήμου», από την προηγούμενη θητεία του στο αφρικανικό μέτωπο- επιφορτισμένος με την αναχαίτιση της αναμενόμενης απόβασης, ενίσχυσε τη γερμανική αμυντική οχύρωση κατά μήκος της ακτής της Γαλλίας με υποβρύχια εμπόδια, δεξαμενές καυσίμων, ανθεκτικές στους βομβαρδισμούς, καθώς και με ναρκοπέδια.Το βασικό του πρόβλημα ήταν ότι έπρεπε να περιφρουρεί 3.000 μίλια δυτικοευρωπαϊκής ακτής, από την Ολλανδία έως τα ιταλικά σύνορα.

Η D-Day γίνεται πραγματικότητα

Η απόβαση στη βόρεια Γαλλία από την Αγγλία προγραμματίστηκε τελικά για τις 5 Ιουνίου 1944, αλλά αναβλήθηκε για ένα εικοσιτετράωρο, λόγω της κακοκαιρίας που επικρατούσε στο στενό της Μάγχης.

Συγκροτήθηκε ένας τεράστιος στόλος, με επικεφαλής τον άγγλο ναύαρχο Μπέρτραμ Ράμσεϊ, ο οποίος περιλάμβανε 1.200 πολεμικά πλοία, 10.000 αεροπλάνα, 4.126 αποβατικά σκάφη, 804 μεταγωγικά πλοία και εκατοντάδες τεθωρακισμένα άρματα αμφίβιων και άλλων αποστολών. 156.000 άνδρες (73.000 Αμερικανοί και 83.000 Βρετανο-Καναδοί) θα αποβιβάζονταν στη Νορμανδία, από τους οποίους 132.000 θα μεταφέρονταν με πλοία μέσω Μάγχης και 23.500 με αεροπλάνα.Τις χερσαίες δυνάμεις διοικούσε ο άγγλος στρατηγός Μπέρναρντ Μοντγκόμερι, που είχε απέναντί του ένα παλαιό γνώριμό του από τις επιχειρήσεις στην Αφρική, τον γερμανό στρατάρχη Έρβιν Ρόμελ.

Η απόβαση με την κωδική ονομασία «Ποσειδών» (Operation Neptune) άρχισε πριν από την αυγή της 6ης Ιουνίου (D-Day) σε πέντε ακτές κατά μήκος της Νορμανδίας, οι οποίες έφεραν τις κωδικές ονομασίες Utah (Γιούτα), Omaha (Όμαχα), Gold (Χρυσός), Juno (Ήρα) και Sword (Σπαθί).

Οι παραλίες που είχαν επιλεγεί για την απόβαση εκτείνονταν από τον ποταμόκολπο του Ορν ως το νοτιοδυτικό άκρο της χερσονήσου Κοταντέν.

Οι Σύμμαχοι στις ακτές της Νορμανδίας

Την παραμονή της επιχείρησης βρετανικές μονάδες καταδρομέων είχαν πέσει πίσω από της γραμμές του εχθρού, καταλαμβάνοντας γέφυρες – κλειδιά και αχρηστεύοντας τις επικοινωνίες των Γερμανών.

Οι τέσσερις ακτές καταλήφθηκαν εύκολα και γρήγορα από τις συμμαχικές δυνάμεις, ενώ στην πέμπτη, την «Όμαχα», αντιμετώπισαν σκληρή γερμανική αντίσταση.Με το σούρουπο μεγάλα προγεφυρώματα είχαν ήδη δημιουργηθεί και στις πέντε περιοχές της απόβασης και η τελική επιχείρηση για τη συντριβή τής Γερμανίας είχε αρχίσει.

Για την επιτυχία της απόβασης, καθοριστική ήταν η αεροπορική υπεροχή των Συμμάχων. Τα αεροπλάνα τους κατέστρεψαν τις περισσότερες γέφυρες του Σηκουάνα στ’ ανατολικά και του Λίγηρα στα νότια, εμποδίζοντας έτσι τους Γερμανούς να ενισχύσουν έγκαιρα τις προκεχωρημένες μονάδες τους στα προγεφυρώματα των ακτών της Νορμανδίας.

Το σχέδιο των Συμμάχων μετά τη D-Day

Σύμφωνα με το αρχικό σχέδιο, οι Βρετανοί θα καταλάμβαναν τη στρατηγικής σημασίας πόλη Καν την πρώτη ημέρα της απόβασης.

Παρότι εξουδετέρωσαν γρήγορα τη γερμανική άμυνα, εν τούτοις έπρεπε να περιμένουν έως τις 9 Ιουλίου για να εισέλθουν νικηφόρα στην πόλη, εξαιτίας της εμφάνισης μιας μεραρχίας Πάντσερ, που καθήλωσαν τις δυνάμεις τους, αλλά και των διαφωνιών μεταξύ Αϊζενχάουερ και Μοντγκόμερι για θέματα τακτικής.

Στον τομέα τους, οι Αμερικανοί αντιμετώπισαν σοβαρή αντίσταση στη χερσόνησο Κοταντέν, αλλά τελικά κατέλαβαν το ζωτικής σημασίας λιμάνι του Χερβούργου στις 26 Ιουνίου.Οι συνεχείς συγκρούσεις έφθειραν τα γερμανικά στρατεύματα και στις 25 Ιουλίου ο στρατηγός Ομάρ Μπράντλεϊ διέσπασε το δυτικό μέτωπο και μέσα σε λίγες μέρες εξάλειψε κάθε αντίσταση στην πορεία του προς τον Σηκουάνα.

Αντεπίθεση των γερμανικών τεθωρακισμένων στο Μορτέν αποκρούστηκε (7-13 Αυγούστου). Στα τέλη Αυγούστου οι Σύμμαχοι διέσχισαν τον Σηκουάνα και τον Σεπτέμβριο βρίσκονταν μπροστά στα γερμανικά σύνορα.

Δείτε βίντεο:

Πηγή: San Simera            OnAlert

.

Συνέχεια ανάγνωσης

ΙΣΤΟΡΙΚΑ

Απόβαση στη Νορμανδία: Τι συνέβη στις 6 Ιουνίου 1944;

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Μπορεί να συμπληρώθηκαν 80 χρόνια από τη συμμαχική απόβαση στη Νορμανδία, όσοι όμως την έζησαν διατηρούν τις μνήμες τους ζωντανές.

Η 80η επέτειος της απόβασης των συμμάχων στη γαλλική Νορμανδία εορτάζεται με μεγάλες τιμές και με την παρουσία αρχηγών κρατών, με προεξάρχοντες τους προέδρους των ΗΠΑ και της Γαλλίας, αλλά και την βασίλισσα Ελισάβετ της Μεγάλης Βρετανίας.

Τι ακριβώς συνέβη, όμως, στη Νορμανδία τον Ιούνιο του 1944;

Η προετοιμασία της απόβασης

Την περίοδο εκείνη, η πλάστιγγα του πολέμου μεταξύ των ενωμένων εθνών, υπό την γενική καθοδήγηση της Μεγάλης Βρετανίας, της Σοβιετικής Ένωσης και των ΗΠΑ και του φασιστικού Άξονα Γερμανίας – Ιαπωνίας (η Ιταλία είχε συνθηκολογήσει) είχε αρχίσει να γέρνει εις βάρος του δεύτερου, ειδικά στην Ευρώπη.

Οι Σοβιετικοί προέλαυναν στο ανατολικό μέτωπο, στο νότο Βρετανοί και Αμερικάνοι είχαν αποβιβαστεί στην Ιταλία και καταλάμβαναν εδάφη προς το Βορρά. Ο πιο «γρήγορος» δρόμος προς την καρδιά της Γερμανίας ήταν εκείνος μέσω της κατεχόμενης από τους ναζί Γαλλίας.

Όμως, η απόβαση στη Γαλλία ήταν ένα δύσκολο εγχείρημα που απαιτούσε προσεκτικό και λεπτομερή σχεδιασμό, καθώς η οχύρωση της βόρειας Γαλλίας από τους Γερμανούς ήταν άρτια.

Μήνες πριν την απόβαση στη Νορμανδία, οι συμμαχικές δυνάμεις εκτελούσαν πτήσεις στην περιοχή για να την καταγράψουν και να σχεδιάσουν την επιχείρηση.

Ακόμα και το BBC επιστρατεύτηκε, απευθύνοντας δημόσιο κάλεσμα στους ανθρώπους για να στείλουν φωτογραφίες και κάρτποσταλ των ευρωπαϊκών ακτών από τη Νορβηγία μέχρι τα Πυρηναία.

Μυστικές ομάδες ερευνούσαν τις ακτές ώστε να βρουν τις σωστές τοποθεσίες και πήραν μέχρι και δείγματα άμμου για να επιβεβαιώσουν ότι οι παραλίες μπορούσαν να αντέξουν των βάρος των συμμαχικών στρατιωτικών οχημάτων.

Μετεωρολόγοι, μαθηματικοί και επιστήμονες κάθε ειδικότητας επιστρατεύτηκαν για να οριστεί η ημερομηνία της επιχείρησης.

Το διάστημα 5 – 7 Ιουνίου κρίθηκε το καταλληλότερο για την απόβαση, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Βρετανού μαθηματικού Άρθουρ Τόμας, καθώς τότε η παλίρροια ήταν στο χαμηλότερο σημείο της και θα φαίνονταν τα κρυμμένα εμπόδια.

για τη συνέχεια Euronews

 

Συνέχεια ανάγνωσης

ΙΣΤΟΡΙΚΑ

Μακεδονικός Ἀγώνας καί ἐπέτειος θανάτου τοῦ Παύλου Μελᾶ – Λόγος στή μνήμη του

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

 

Του Κώστα Καραΐσκου
Η μεγάλη Ελληνική
Επανάσταση, που είχε τεράστιο αντίκτυπο
και σημασία παγκοσμίως, άρχισε το 1821
και πρακτικά τελείωσε έναν αιώνα μετά,
το 1922 με την Μικρασιατική Καταστροφή.
Συχνά όταν αναφερόμαστε στην απελευθέρωση
των Ελλήνων από τον τουρκικό ζυγό,
μένουμε στο 1830, στην ίδρυση δηλαδή του
νεοελληνικού κράτους, υπό την κηδεμονία
των ξένων δυνάμεων.

Όμως τι γινόταν με τα
εκατομμύρια των Ελλήνων που έμειναν
έξω από εκείνο το φτωχό κρατίδιο, τι
γινόταν στη Μακεδονία, στην Ήπειρο, στη
Θράκη, στην Ιωνία, στον Πόντο, στην Κύπρο,
στην Κρήτη, στα άλλα νησιά; Ο Μακεδονικός
Αγώνας ήταν η ένδοξη εκείνη σελίδα της
ιστορίας μας, όπου ο ελληνισμός κάτω
από την οθωμανική κρατική κυριαρχία
αντιμετώπισε τον βουλγαρικό επεκτατισμό,
κατάφερε να επικρατήσει και να ετοιμάσει
την ώρα της απελευθέρωσης από τον
ελληνικό Στρατό. Στην αρχή αγωνίστηκαν
οι ντόπιοι Έλληνες, μόνοι τους για
χρόνια, κυρίως με τη στήριξη της Εκκλησίας
και απλών ανθρώπων που πάλεψαν ηρωικά,
ενώ από ένα σημείο και πέρα άρχισαν να
φτάνουν εθελοντές από την Ελλάδα και
να παίρνει ένοπλη μορφή η αντίσταση
κατά των Βούλγαρων κομιτατζήδων.

Η βουλγαρική προσπάθεια
κατά της Μακεδονίας ξεκίνησε με την
απόσχιση της Εκκλησίας τους, τη λεγόμενη
Εξαρχία, το 1870. Άρχισε ένας πόλεμος
προπαγάνδας, πιέσεων αλλά και ωμής βίας,
προκειμένου να γράφονται οι κάτοικοι
της οθωμανικής ακόμη Μακεδονίας σε
βουλγάρικα σχολεία και να καλούν
Βούλγαρους ιερείς. Αντιστάθηκαν σ΄ αυτό
όχι μόνο οι ελληνόφωνοι ή οι βλαχόφωνοι
κάτοικοι της Μακεδονίας αλλά και πολλοί
σλαβόφωνοι, οι λεγόμενοι «γραικομάνοι»
που έμεναν πιστοί στο Πατριαρχείο της
Κωνσταντινούπολης. Έτσι αυτό που
παρουσιαζόταν ως αντίθεση θρησκευτικής
μορφής ήταν στην πραγματικότητα εθνικής:
όποιος πήγαινε με τους Εξαρχικούς
γινόταν Βούλγαρος, ενώ Πατριαρχικοί
ήταν οι Έλληνες. Δάσκαλοι και κληρικοί
ηγήθηκαν της αντίστασης τις πρώτες
δεκαετίες, περιορίζοντας την βουλγαρική
προπαγάνδα και τρομοκρατία που ήρθε να
προστεθεί στην καταπίεση των Οθωμανών.
Κορυφαία μορφή του αγώνα αναδείχθηκε
ο μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός
Καραβαγγέλης, που κυκλοφορούσε – κι
ενίοτε λειτουργούσε – με την πιστόλα
κάτω από το ράσο ή πάνω στην Αγία Τράπεζα.
Κάποια στιγμή οι
Βούλγαροι διαπίστωσαν ότι δεν μπορούσαν
να επιβληθούν δίχως όπλα. Το 1893 ιδρύθηκε
από τον Γκότσε Ντέλτσεφ και άλλους
Βούλγαρους στη Θεσσαλονίκη η Εσωτερική
Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση
(VMRΟ), υποτίθεται για την απελευθέρωση
των χριστιανικών πληθυσμών της Μακεδονίας
από τους Οθωμανούς οι οποίοι κατέρρεαν.
Στο εσωτερικό της οργάνωσης αναπτύχθηκαν
δύο τάσεις: οι ενωτικοί ήθελαν άμεση
ένωση με τη Βουλγαρία, ενώ οι αυτονομιστές
μιλούσαν για «μακεδονικό» κράτος, πάντα
ενάντια στο ελληνικό στοιχείο της
περιοχής. Μετά το 1895 αγρίεψαν οι
συγκρούσεις και αναδείχθηκαν ηρωικές
μακεδονικές μορφές σαν τον καπετάν
Κώττα Χρήστου, τον καπετάν Λούκα, τον
καπετάν Ζέρβα, τον Χρήστο Αργυράκο, τον
Ηλία Κούνδουρο…
Το 1903 γίνεται στο
Μοναστήρι (Μπίτολα) η λεγόμενη εξέγερση
του Ίλιντεν, με σκοπό να φανεί στην
Ευρώπη ότι οι Βούλγαροι ξεσηκώνονται
κατά των Τούρκων για την απελευθέρωση
της Μακεδονίας. Όμως σε 10 μέρες οι Τούρκοι
καταπνίγουν την εξέγερση και ξεσπούν
κυρίως σε βάρος των Ελληνόβλαχων κατοίκων
της περιοχής που χτυπήθηκαν άγρια και
από τους Βούλγαρους. Λίγες μέρες μετά
έσβησε και η ταυτόχρονη εξέγερση των
Βουλγάρων στην Στράντζα της Αδριανούπολης.
Η επίσημη Ελλάδα μέχρι
τότε μόνο παρακολουθούσε, παρότι οι
Έλληνες πατριώτες ζητούσαν επέμβαση
υπέρ των μαχόμενων Μακεδόνων και οι
εθελοντές μαχητές πλήθαιναν. Το 1904 πήγε
μυστικά στη Μακεδονία, ως ζωέμπορος
υποτίθεται, ο αξιωματικός του ελληνικού
Στρατού και μέλος της ανώτερης κοινωνικής
τάξης, Παύλος Μελάς. Ο θάνατός του στη
Στάτιστα, στις 13 Οκτωβρίου 1904, τον
ανέδειξε ως ήρωα και κινητοποίησε όλες
τις εθνικές δυνάμεις, ντόπιες και μη.
Ήταν το αίμα που πότισε το δέντρο της
μακεδονικής ελευθερίας. Ακολούθησαν
6.000 εθελοντές που πολέμησαν μέχρι το
1908 στη Μακεδονία, οι μισοί από τους
οποίους ήταν Κρητικοί – υπήρξαν επίσης
πολλοί Μανιάτες αλλά και από άλλα μέρη
της χώρας. Και οι δύο Γενικοί Αρχηγοί
του Μακεδονικού Αγώνα, μετά τον Παύλο
Μελά, ήταν Κρητικοί, ο Γεώργιος Κατεχάκης
από το Ηράκλειο και ο Σφακιανός Γεώργιος
Τσόντος. Αξίζει να θυμίσουμε εδώ ότι
ακόμα η Κρήτη δεν ήταν καν μέρος του
ελληνικού κράτους! Η μάχη στη βαλτολίμνη
των Γιαννιτσών ήταν το διάσημο σκηνικό
πολέμου των αντίπαλων ανταρτικών ομάδων,
όπως το περιέγραψε η Πηνελόπη Δέλτα στα
«Μυστικά του Βάλτου». Αυτές οι αντάρτικες
ομάδες έλαβαν μέρος στους πολέμους που
ακολούθησαν, τόσο στο ελληνικό στρατόπεδο
όσο και οι αντίπαλες στο βουλγαρικό.
Κορυφαίας σημασίας
ήταν η δράση Ελλήνων διπλωματών, όπως
του Ίωνα Δραγούμη που ως διπλωμάτης στο
Μοναστήρι οργάνωσε την Μακεδονική
Άμυνα, με επιτροπές σε πόλεις και χωριά
της Δυτικής Μακεδονίας, ή του Πρόξενου
της Ελλάδος στη Θεσσαλονίκη, Λάμπρου
Κορομηλά, ο οποίος συντόνιζε τις
αντάρτικες ελληνικές ομάδες. Από τους
κληρικούς, εκτός του Γερμανού Καραβαγγέλη,
ξεχώρισε ο μητροπολίτης Δράμας Χρυσόστομος
Καλαφάτης, που μαρτύρησε το 1922 στη
Σμύρνη, ο εθνομάρτυρας Αιμιλιανός,
μητροπολίτης Γρεβενών που θανατώθηκε
βασανιστικά το 1910 κ.ά. Οι εκπαιδευτικοί
σαν τις δολοφονημένες νεαρές δασκάλες
Αικατερίνη Χατζηγεωργίου και Βελίκα
Τράικου κράτησαν όρθιο το ελληνικό
φρόνημα σε 1.000 περίπου σχολεία για 70.000
μαθητές.
Το 1908 η επανάσταση των
Νεοτούρκων έδωσε αμνηστεία στους
εμπόλεμους και υποσχέθηκε ισονομία και
ισοπολιτεία για όλους, όμως σύντομα
αποκαλύφθηκε η απάτη. Έπρεπε να
μεσολαβήσουν δύο βαλκανικοί πόλεμοι
και ένας παγκόσμιος για να απαλλαχθεί
η Μακεδονία και από την τουρκική κυριαρχία
και από την βουλγαρική επιβουλή, μάλιστα
αυτή η τελευταία εκδηλώθηκε και πάλι
κατά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, με την
βουλγαρική Κατοχή της Ανατολικής
Μακεδονίας και Θράκης. Το 1944 λοιπόν
εξέλιπε ο κίνδυνος για τη Μακεδονία από
την πλευρά των «ενωτικών» Βουλγάρων. Η
απειλή των «αυτονομιστών», παρότι πολύ
ασθενέστερη, έμελλε να επιβιώσει στα
πλαίσια της Γιουγκοσλαβίας του Τίτο με
κέντρο τα Σκόπια και να αναβιώσει το
1991 με την ανεξαρτητοποίηση της λεγόμενης
«Δημοκρατίας της Μακεδονίας» ώς τις
μέρες μας.
Κλείνουμε με το γνωστό
«τιμούμε τη μνήμη των ηρώων που θυσιάστηκαν
για την ελευθερία» κτλ.
Τι σημαίνει όμως αυτό;
Ξέρουμε για ποιους μιλάμε, τι συνέβη
και γιατί; Ή τα θεωρούμε όλα παρελθόν
χωρίς νόημα στη σημερινή εποχή; Όποιος
νόμιζε κάτι τέτοιο, μόλις πέρυσι στις
Πρέσπες αποδείχθηκε ότι είναι πέρα για
πέρα λάθος. Το παρελθόν καθορίζει ό,τι
ζούμε σήμερα και το ξαναβρίσκουμε
διαρκώς μπροστά μας. Τιμούμε λοιπόν τον
Μακεδονικό Αγώνα όταν έχουμε την γνώση
και την αρετή που διδάσκει το ελληνικό
σχολείο, αυτό που στήριξε την κρίσιμη
ώρα την μία και μοναδική ελληνική
Μακεδονία!
ΠΗΓΗ: antibaro.gr

 

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινφογνώμων

Infognomon Logo

Περιηγηθείτε στα κορυφαία βιβλία του βιβλιοπωλείου μας

Προβολή όλων

Δημοφιλή