Ακολουθήστε μας

ΙΣΤΟΡΙΚΑ

Ἡ ἑλληνική παιδεία καί ὁ πολιτισμός στό Βυζάντιο

Δημοσιεύτηκε

στις

Ο Γεώργιος Γεμιστός (Πλήθων) 
ἀρχιμ. Κύριλλου Κεφαλόπουλου
Στὴ βυζαντινὴ παιδεία ἡ Ἐκκλησία κατεῖχε σημαντικὸ ρόλο. Τὰ πρῶτα γράμματα τὰ μικρὰ παιδιὰ τὰ μάθαιναν σὲ σχολεῖα ποὺ διατηροῦσε ἡ Ἐκκλησία (ἀνάγνωση, γραφή, γραμματική, ψαλμούς, μουσική, ἱερὰ ἱστορία). Μετὰ τὴ βασικὴ αὐτὴ ἐκπαίδευση ἀκολουθοῦσε ἡ γενικὴ ἐγκύκλιος παιδεία, ὅπου τὰ μεγαλύτερα παιδιὰ διδάσκονταν γραμματική, ρητορική, ποιητική, ἱστορία, φιλοσοφία καὶ μαθηματικά. Ἀπὸ τοὺς ἀρχαίους συγγραφεῖς διδάσκονταν Ὅμηρο, Ἡσίοδο, Πίνδαρο, κείμενα τοῦ Δημοσθένους, τοῦ Λυσίου, βασικὲς φιλοσοφικὲς ἀρχὲς τοῦ Πλάτωνος καὶ τοῦ Ἀριστοτέλους, παράλληλα μὲ κείμενα ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ (Ψαλτήριο, Παροιμίαι Σολομῶντος κ.ἄ.) καὶ τοὺς Πατέρες.

Ὅσοι ἐπιθυμοῦσαν ἀνώτερες σπουδὲς μποροῦσαν νὰ φοιτήσουν σὲ πανεπιστημιακὰ ἱδρύματα ποὺ διατηροῦσαν τὸ κράτος καὶ ἡ Ἐκκλησία. Οἱ αὐτοκράτορες μερίμνησαν ἰδιαιτέρως γιὰ τὶς ἀνώτερες σπουδές. Ἤδη ἀπὸ τὸν Μέγα Κωνσταντῖνο εἶχε ἱδρυθεῖ καὶ λειτουργοῦσε στὴν Κων/πολη ἀνώτερο ἐκπαιδευτήριο, τὸ ὁποῖο ἐπὶ

Γεώργιος Παχυμέρης, λόγιος κληρικός, θεολόγος, φιλόσοφος, ἱστορικός καὶ μαθηματικός. 1242-1310
Θεοδοσίου Β’ (425) ἀναδιοργανώθηκε καὶ ἔμελλε νὰ ἀποτελέσει κορυφαῖο ἐκπαιδευτικὸ ἵδρυμα πανεπιστημιακοῦ ἐπιπέδου, γνωστὸ ὡς Πανδιδακτήριον, μὲ συνεχῆ λειτουργία ὣς τὴν Ἅλωση τῆς Πόλεως. Ἀξίζει νὰ σημειωθεῖ ὅτι πρὶν ἀπὸ τὴν ἵδρυση τοῦ Πανδιδακτηρίου ὑπῆρχαν σὲ ἄλλες πόλεις τῆς Αὐτοκρατορίας ἀνώτερες σχολὲς φημισμένες, ὅπως οἱ σχολὲς Φιλοσοφίας καὶ Ρητορικῆς στὴν Ἀθῆνα, τὸ «Μουσεῖον» τῆς Ἀλεξάνδρειας, ἡ Νομικὴ Σχολὴ τῆς Βηρυττοῦ, ἡ Ἀντιόχεια, ὅπου δίδασκε ὁ μέγας διδάσκαλος τῆς ρητορικῆς Λιβάνιος. Διδασκόταν στὸ Πανδιδακτήριον ἑλληνικὴ καὶ λατινικὴ ρητορική, γραμματικὴ καὶ φιλολογία, ἡ νομικὴ ἐπιστήμη καὶ ἡ φιλοσοφία (στὰ πλαίσια τῆς ὁποίας ἐντασσόταν καὶ ἡ ἰατρική, οἱ ἰατροφιλόσοφοι). Ἡ νομοθεσία προέβλεπε κτηριακὴ ὑποδομή, κρατικὴ μισθοδοσία τῶν καθηγητῶν, τίτλους καὶ προνόμια κοινωνικά. Ἡ ἐπιλογὴ τῶν καθηγητῶν γινόταν μὲ αὐστηρὰ κριτήρια ἐπιστημονικῆς γνώσης καὶ ἤθους. Μεγάλες μορφὲς σπούδασαν καὶ ἐδίδαξαν ὡς καθηγητὲς τοῦ Πανδιδακτηρίου, ὅπως ὁ Μέγας Φώτιος, ὁ Λέων ὁ Φιλόσοφος καὶ Μαθηματικὸς (9ος αἰ), ὁ Μιχαὴλ Ψελλός, ὁ μετέπειτα Πατριάρχης Ἰω. Ξιφιλίνος (11ος αἰ), ὁ Εὐστάθιος, μητροπολίτης Θεσσαλονίκης (12ος αἰ), οἱ Γεώργιος ὁ Ἀκροπολίτης καὶ Θεόδωρος Μετοχίτης, ἀμφότεροι Μεγάγοι Λογοθέτες τοῦ κράτους, ὁ Γεώργιος Σχολάριος, γιὰ νὰ ἀναφέρουμε μερικὰ ἀπὸ τὰ πιὸ γνωστὰ ὀνόματα.
Ἡ μέριμνα τῶν αὐτοκρατόρων γιὰ τὴ διαρκῆ ἀναβάθμιση τοῦ Πανδιδακτηρίου, ποὺ μὲ τὴν ἀδιάκοπη λειτουργία του ἀπὸ τὸν 4ο ὣς τὸν 15ο αἰ. ἐλάμπρυνε τὴν πνευματικὴ ζωὴ τοῦ Βυζαντίου, ὑπῆρξε συνεχής. Προστίθενται καὶ νέες ἕδρες. Τὸν 9ο αἰ. τὸ Πανδιδακτήριο μεταφέρεται στὸ ἀνάκτορο τῆς Μαγναύρας καὶ ὑπὸ τὴν ἐποπτεία τοῦ Λέοντος τοῦ Μαθηματικοῦ δίδεται νέα ὤθηση στὴ διδασκαλία τῶν μαθηματικῶν, τῆς γεωμετρίας, τῆς ἀστρονομίας. Τὸν 11ο αἰ. ἱδρύεται ἰδιαίτερη Νομικὴ Σχολὴ στὸ Πανεπιστήμιο τῆς Μαγναύρας. Παράλληλα, μὲ τὴν παρότρυνση καὶ τὴν ἐνίσχυση τῶν αὐτοκρατόρων ἱδρύονται δημόσιες βιβλιοθῆκες στὶς μεγάλες πόλεις τῆς αὐτοκρατορίας.
Τὸ ἐπίπεδο τῆς μόρφωσης στὸ Βυζάντιο παρέμεινε πάντοτε ὑψηλό. Ἡ φήμη τοῦ Πανδιδακτηρίου ὡς ἀνωτέρου μορφωτικοῦ ἱδρύματος ξεπερνοῦσε τὰ ὅρια τῆς αὐτοκρατορίας. Στὴν ὕστερη περίοδο τοῦ Βυζαντίου πολλοὶ Δυτικοευρωπαίοι, κυρίως Ἰταλοί, ἔρχονται στὴν Κων/πολη γιὰ νὰ συμπληρώσουν τὶς σπουδές τους, ἐνῷ πολλοὶ λόγιοι τοῦ Βυζαντίου, καθηγητὲς καὶ δάσκαλοι πανεπιστημιακοί, καταφεύγουν στὴν Δύση καὶ διδάσκουν στὶς ἀκαδημῖες τῆς Ρώμης, τῆς Φλωρεντίας, τῆς Πάδοβας, τοῦ Παρισίου. Ἔτσι, λίγο πρὶν ἀπὸ τὴν Ἅλωση, τὸ Πανδιδακτήριο καθίσταται γέφυρα γνώσεως καὶ ἀνθρωπιστικῆς παιδείας μεταξὺ Δύσεως καὶ Ἀνατολῆς.
Αὐτὴ ἡ γόνιμη σύζευξη ἑλληνισμοῦ καὶ χριστιανισμοῦ ὑπῆρξε μία εὐτυχὴς συνάντηση γιὰ τὸν πολιτισμὸ ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴ διαμόρφωση μίας νέας ἑλληνικότητας τῶν Μέσων Χρόνων. Οἱ Μεγάλοι Καππαδόκες Πατέρες τοῦ 4ου αἰ. εἶχαν φοιτήσει στὶς περίφημες ἐθνικὲς σχολὲς τῶν Ἀθηνῶν καὶ τὰ ἔργα τους εἶναι γεμάτα ἀπὸ παραπομπὲς σὲ κλασσικοὺς συγγραφεῖς. Μάλιστα, ὁ Μέγας Βασίλειος ἔγραψε εἰδικὴ πραγματεία γιὰ τὴν ὠφέλεια τὴν προερχόμενη ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ γραμματεία («Πρὸς τοὺς νέους, ὅπως ἂν ἐξ ἑλληνικῶν ὠφελοῖντο γραμμάτων», P.G. 31, 564-589).
Νικήτας Χωνιάτης ἤ Ἀκομινᾶτος (περ.1155-1216), ἀπὸ τοὺς σημαντικότερους ἱστορικοὺς, ὄντας αὐτόπτης μάρτυρας τῆς κατάληψης τῆς Κωνσταντινούπολης ἀπὸ τοὺς Σταυροφόρους στὶς 13 Ἀπριλίου 1204.
Ἡ ἐκτίμηση τῆς παιδείας καὶ ἡ ἐνασχόληση μὲ αὐτὴν ἦταν φυσικὸ νὰ ὁδηγήσει σὲ μία τεράστια παραγωγὴ ἔργων θεολογικῶν, φιλοσοφικῶν, λογοτεχνικῶν, μὲ πηγὴ ἐμπνεύσεως τὴ χριστιανικὴ διδασκαλία καὶ πρότυπο φιλολογικὸ τὴν ἀρχαιοελληνικὴ γραμματεία. Μπροστὰ στὴν ἀνάγκη τῆς Ἐκκλησίας νὰ ὑπερασπισθεῖ τὴν ὀρθὴ πίστη ἀπὸ τὶς αἱρετικὲς κακοδοξίες καὶ τὶς κατηγορίες τῶν ἐθνικῶν, ἀναπτύχθηκε μία ἐκκλησιαστικὴ γραμματεία ποὺ κάλυπτε πολλοὺς τομεῖς: ἀπολογητική, ἀντιρρητική, ἀντιαιρετική, δογματική, ἑρμηνευτικὴ τῶν Ἁγίων Γραφῶν, ὁμιλητική, κηρυγματική, ρητορική, ὑμνολογία, ποιητική, ἁγιολογική, συναξαριακή, λόγοι ἐπίσημοι, ἐγκωμιαστικοί, πανηγυρικοί, ποιμαντικὲς ἐπιστολὲς κ.ἄ.
Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας εἶχαν εὐρεῖα μόρφωση, θεολογικὴ καὶ φιλοσοφική, εὐρύτερα ἀνθρωπιστική, καὶ αὐτὸ φαίνεται τόσο ἀπὸ τὶς σπουδές τους ὅσο καὶ ἀπὸ τὰ γραφόμενά τους. Εἶναι γνωστὸν π.χ. ὅτι ὁ Μέγας Βασίλειος καὶ ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος εἶχαν φοιτήσει στὴν Ἀθῆνα, καὶ εἶχαν διδάσκαλο τὸν φημισμένο ρήτορα καὶ φιλόσοφο Λιβάνιο, καὶ παράλληλα εἶχαν γνώσεις ἰατρικῆς, ἀστρονομίας, γεωμετρίας. Στὰ κείμενά τους ὑπάρχει πλῆθος παραπομπῶν σὲ ἀρχαίους συγγραφεῖς, ἡ δομή τους θυμίζει ρητορικὰ σχήματα τῶν ρητόρων τῆς ἀρχαιότητας (ὄχι τυχαίως ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἀπεκλήθη ὡς «ὁ χριστιανὸς Δημοσθένης»). Ὁ Μέγας Βασίλειος «Εἰς τὴν Ἑξαήμερον» περιέχει πολλὰ στοιχεῖα ποὺ φανερώνουν βαθειὰ ἐπιστημονικὴ γνώση τῆς κοσμολογίας καὶ τῆς ἀστρονομίας. Ὁ Συνέσιος, ἐπίσκοπος Πτολεμαΐδος τῆς Κυρήνης, βαθὺς γνώστης τῆς πλατωνικῆς φιλοσοφίας, τῆς ἀριθμητικῆς καὶ τῆς γεωμετρίας, διατηροῦσε ἐπαφὴ καὶ ἀντήλλασσε ἀπόψεις μὲ τὴν ἐθνικὴ Ὑπατία, τὴ μεγάλη μαθηματικὸ τῆς Ἀλεξάνδρειας.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνὸς ἔγραψε χιλιάδες στίχους σὲ ἄπταιστη ὁμηρικὴ γλῶσσα καὶ σὲ ὁμηρικὸ δακτυλικὸ ἑξάμετρο, ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης στὰ ἔργα του φανερώνεται βαθὺς γνώστης τῆς φιλοσοφικῆς καὶ ἀνθρωπολογικῆς ὑποστάσεως τῶν ἀνθρώπων. Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας στὰ δογματικὰ καὶ ἑρμηνευτικά του ὑπομνήματα χρησιμοποιεῖ πλῆθος παραπομπῶν σὲ Ἕλληνες συγγραφεῖς.
Μορφωμένοι καὶ λόγιοι ἱεράρχες μερίμνησαν ἰδιαιτέρως γιὰ τὴ διάσωση καὶ τὴ διάδοση τῆς ἑλληνικῆς παιδείας. Μποροῦμε νὰ ἀναφέρουμε τὸν πατριάρχη Μέγα Φώτιο, τὸν πανεπιστήμονα αὐτόν, τὸν βυζαντινὸν Ἀριστοτέλη, ὅπως τὸν ἀποκαλεῖ ὁ Krumbacher, ὁ ὀποῖος μὲ τὴ «Μυριόβιβλό» του διασώζει ἀποσπάσματα ἀπωλεσθέντων ἔργων κλασσικῶν συγγραφέων, ποὺ τὰ παρουσιάζει καὶ τὰ ἀξιολογεῖ φιλολογικά, καὶ μᾶς πληροφορεῖ γιὰ τὸν κάθε συγγραφέα.
Τὸ ἔργο τοῦ Φωτίου συνέχισε ὁ μαθητής του Ἀρέθας, ἐπίσκοπος Καισαρείας (9ος αἰ), ὁ ὁποῖος ὀργάνωσε εἰδικὸ ἐπιτελεῖο καὶ μὲ συνεργάτες του ἐπιδόθηκε στὴ συλλογὴ ἑλληνικῶν χειρογράφων, τὴν ἀντιγραφή τους καὶ παράλληλα τὸν ὑπομνηματισμὸ καὶ τὴν φιλολογικὴ κριτικὴ τῶν κειμένων. Κώδικες μὲ σχόλια τοῦ Ἀρέθα ἀναφερόμενα στὸ σύνολο σχεδὸν τῆς ἑλληνικῆς γραμματείας καὶ οἱ σημειώσεις του στὰ χειρόγραφα ἀποδεικνύουν τὴν εὐρεῖα κλασσικὴ παιδεία καὶ τὸ γνήσιο φιλολογικὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τοὺς ἀρχαίους Ἕλληνες συγγραφεῖς. Τὴν ἴδια ἐποχὴ (9ος αἰ) στὴν Μονὴ Στουδίου ὁ Θεόδωρος ὁ Στουδίτης ὀργανώνει εἰδικὸ ἐργαστήριο περισυλλογῆς καὶ ἀντιγραφῆς ἀρχαίων χειρογράφων (βιβλιοθήκη, scriptorium) καὶ τὸ ἴδιο συμβαίνει σὲ πολλὲς μονὲς (Πάτμου, Ἁγίου Ὄρους, Μετεώρων, Ἁγίας Αἰκατερίνης Σινᾶ, μονὲς ποὺ σήμερα κατέχουν τὶς μεγαλύτερες διασωθεῖσες συλλογὲς ἑλληνικῶν χειρογράφων).
Τὸν 12ο αἰ. δεσπόζει ἡ μορφὴ τοῦ ἁγίου Εὐσταθίου, ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης. Κάτοχος σὲ βάθος τῆς κλασσικῆς παιδείας, συνεχίζει τὴ φιλολογικὴ παράδοση τῶν προκατόχων του λογίων ἱεραρχῶν. Τὰ σχόλιά του, τὰ προλεγόμενα καὶ οἱ παρεκβολές του στὰ ὁμηρικὰ ἔπη διατηροῦν τὴν ἐπιστημονική τους ἀξία ὣς τὶς μέρες μας καὶ μελετῶνται ἀπὸ τοὺς σύγχρονους φιλολόγους, ἐνῷ σημαντικὸ γιὰ φιλολογικὴ ἐπιστήμη εἶναι τὸ λεξικογραφικὸ ἔργο τοῦ Σουΐδα (10ος αἰ). Ἀλλὰ καὶ οἱ μεγάλες πόλεις διαθέτουν δημόσιες βιβλιοθῆκες. Ἡ μεγαλύτερη καὶ πλουσιότερη ἦταν αὐτὴ τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ἀξιόλογες ἀτομικὲς συλλογὲς χειρογράφων διέθεταν καὶ οἱ λόγιοι τῆς ἐποχῆς. Ἀξίζει νὰ σημειωθεῖ ὅτι πολλὰ ἑλληνικὰ χειρόγραφα καταστράφηκαν μὲ τὴν Ἅλωση τῆς Πόλεως ἀπὸ τοὺς Σταυροφόρους (1204).
Ἀλλὰ καὶ ἡ πλειοψηφία τῶν αὐτοκρατόρων τοῦ Βυζαντίου εἶχαν ἀξιόλογη παιδεία καὶ πολλοὶ ἐξ αὐτῶν συνέγραψαν δικά τους ἔργα.
Ὁ Θεόδωρος Β’ Λάσκαρις, αὐτοκράτωρ τῆς Νικαίας (1254-1258), συνέγραψε θεολογικὲς καὶ φιλοσοφικὲς μελέτες, ἐνῷ τὸ ἀριστούργημά του εἶναι ὁ Μέγας Παρακλητικὸς Κανὼν στὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο. Ὁ Ἰωάννης ΣΤ’ Καντακουζηνὸς (1341-1355) συμμετεῖχε ἐνεργὰ στὴν ἡσυχαστικὴ ἔριδα τῆς ἐποχῆς, στὶς θεολογικὲς συζητήσεις ποὺ ἐγίνοντο, ἐνῷ συνέγραψε πραγματεία ὑπὲρ τῶν ἡσυχαστικῶν ἀπόψεων καὶ κατὰ τῆς κακοδοξίας τοῦ Βαρλαάμ, λόγους ἀντιρρητικοὺς κατὰ Ἰουδαίων καὶ Μωαμεθανῶν, Βυζαντινὴ Ἱστορία σὲ 4 βιβλία. Ἐγκατέλειψε τὸν αὐτοκρατορικὸ μανδύα γιὰ νὰ ἐνδυθεῖ τὸ μοναχικὸ ράσο. Θεωρεῖται ὁ θεολογικότερος τῶν αὐτοκρατόρων. Ὁ Μανουὴλ Β’ Παλαιολόγος (1391-1425) συνέγραψε καὶ αὐτὸς θεολογικὲς πραγματεῖες (Περὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος) καὶ ἀντιρρητικοὺς κατὰ τοῦ μωαμεθανισμοῦ, καθὼς καὶ ὕμνους, τροπάρια, προσευχές. Βλέπουμε λοιπὸν ὅτι στὸ Βυζάντιο ἐπικρατεῖ τὸ πρότυπο τοῦ πεπαιδευμένου βασιλέως, τοῦ αὐτοκράτορος φιλοσόφου, τοῦ ἡγεμόνος ποὺ ἐκτὸς ἀπὸ τὰ διοικητικά του καθήκοντα ἔχει καὶ ἄλλα ἐνδιαφέροντα κοινωνικὰ καὶ ἀνθρωπιστικά. Δίπλα στοὺς αὐτοκράτορες στέκονται ἰσότιμα στὸ πλευρό τους ἀξιόλογες αὐτοκράτειρες μὲ ἀνάλογα πνευματικὰ ἐνδιαφέροντα. Ἀκόμη καὶ λίγα χρόνια πρὶν ἀπὸ τὴν Ἅλωση, ὑπάρχουν αὐτοκράτορες Παλαιολόγοι μὲ ἀνθρωπιστικὰ ἐνδιαφέροντα καὶ θεολογικὲς προσεγγίσεις διαλεγόμενοι μὲ τὴ δυτικὴ σκέψη καὶ τὸ Ἰσλάμ. Τὸ πρότυπο τοῦ ἡγεμόνος ἀνθρωπιστῆ, προστάτη τῶν τεχνῶν καὶ τῶν γραμμάτων, ποὺ θὰ ἐπικρατήσει στὴν Ἰταλικὴ Ἀναγέννηση μὲ τοὺς Μεδίκους, Σφόρτσα κ.ἄ., ἔχει προηγηθεῖ ἱστορικὰ κατὰ πολλοὺς αἰῶνες ἐνσαρκούμενο στοὺς βυζαντινοὺς Ρωμαίους αὐτοκράτορες καὶ μάλιστα σὲ δύσκολες ἱστορικὰ περιόδους.
Νὰ ὑπενθυμίζουμε ἁπλῶς συγκριτικὰ ὅτι στὴ Δύση ἡγεμόνες καὶ βασιλεῖς μεγάλων κρατῶν μετὰ δυσκολίας ἤξεραν πολλὲς φορὲς γραφὴ καὶ ἀνάγνωση. Ὅταν στὴν Ἀνατολὴ ὑπῆρχαν πεπαιδευμένοι λόγιοι αὐτοκράτορες, στὴ Δύση ἐπικρατοῦσε τὸ πυκνὸ σκοτάδι, κοινωνικὸ καὶ πνευματικό, τῶν μαύρων χρόνων τοῦ Μεσαίωνα. Στὴν ἕως τώρα παρουσίαση διαφόρων τομέων τῆς βυζαντινῆς κοινωνίας, διαπιστώσαμε ὅτι αὐτὴ διακρινόταν ἀπὸ ἀξιοζήλευτικη πνευματικὴ καὶ πολιτιστικὴ ζωτικότητα καὶ δημιουργικότητα σὲ ὁλόκληρο τὸ φάσμα της. Ἀκόμη καὶ στὴν ὕστερη φάση τῆς αὐτοκρατορίας, ποὺ ἐδαφικά, οἰκονομικὰ καὶ στρατιωτικὰ ἦταν ἐξασθενημένη, ἐμφάνιζε ἀξιόλογη πνευματικὴ ἰκμάδα, μία τελευταία Παλαιολόγεια ἀναγέννηση. Μὲ τὴν Ἅλωση τῆς Πόλεως (1453), ποὺ σηματοδότησε τὸν θάνατο τῆς Αὐτοκρατορίας, δὲν σήμανε ταυτόχρονα καὶ τὸ τέλος τοῦ πολιτισμοῦ της. Τὸ Πατριαρχεῖο Κων/πόλεως καὶ τὸ Ἅγιον Ὄρος ἀπετέλεσαν τὸ συνεκτικὸ σημεῖο ἀναφορᾶς τῶν ὑπόδουλων , ποὺ μὲ τὸ θρησκευτικό τους κῦρος καὶ τὴν πνευματική τους ἀκτινοβολία ἐξακολουθοῦν νὰ ἐπηρεάζουν τὸν ὀρθόδοξο κόσμο. Τὸ Βυζάντιο ἐξακολούθησε νὰ ὑπάρχει καὶ μετὰ τὴν Ἅλωση ὡς πολιτισμός, ὡς πίστη, ὡς τρόπος ζωῆς, ὥστε δικαίως ὁ Ρουμάνος ἱστορικὸς N. Iorga νὰ μιλάει γιὰ «τὸ Βυζάντιο μετὰ τὸ Βυζάντιο» ( Byzance apres Byzance).
Ἀλλὰ καὶ στὴ Δύση τὸ ὕστερο Βυζάντιο μετέδωσε τὴν τελευταία του πνευματικὴ ἀναλαμπή. Λόγιοι λίγο πρὶν ἀπὸ τὴν Ἅλωση κατέφυγαν φυγάδες στὴ Δύση μεταφέροντας μαζί τους χειρόγραφα μὲ ἀρχαιοελληνικὰ κείμενα, ἀναζωπυρώνοντας τὸ ἐνδιαφέρον τῶν Δυτικῶν γιὰ τὴν μελέτη τῶν κλασσικῶν συγγραφέων τῆς ἑλληνικῆς ἀρχαιότητας στὴν σκέψη τοῦ Πλάτωνος καὶ τὴν ἐκμάθηση τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας. Λόγιοι ὅπως οἱ Μανουὴλ Χρυσολωρᾶς, Πλήθων Γεμιστός, Βησσαρίων, Δήμ. Χαλκοκονδύλης, Ἰω. Ἀργυροπουλος, Ἰανὸς Λάσκαρις, δίδαξαν σὲ Πανεπιστήμια τῆς Ρώμης, τῆς Πάδοβας, τῆς Φλωρεντίας, τοῦ Παρισίου, τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ γλῶσσα καὶ φιλοσοφία, συνέβαλαν στὴν ἵδρυση τῆς Πλατωνικῆς Ἀκαδημίας τῆς Φλωρεντίας, συμμετεῖχαν στὴ συγκέντρωση χειρογράφων, τὴν ἀντιγραφή τους καὶ τὴν μετάφραση σὲ ἄλλες γλῶσσες.
Ἔτσι λοιπὸν οἱ λόγιοι αὐτοὶ «φυγάδες», καθὼς σκορπίσθηκαν στὶς χῶρες τῆς Δύσεως, ἔγιναν οἱ φορεῖς τοῦ ἑλληνικοῦ πνεύματος καὶ οἱ πρόδρομοι τοῦ κοσμοπολίτικου ἰδεώδους. «Στὴν εὐρωπαϊκὴ σύνθεση τὸ Βυζάντιο, πραγματικὴ «Πρωτο-Εὐρώπη», προσέφερε στὴ Δύση μὲ τὸν θάνατό του τὰ ἀνθρωπιστικὰ ἐκεῖνα στοιχεῖα ποὺ διαμόρφωσαν τὰ κύρια χαρακτηριστικὰ τοῦ νεότερου κόσμου (Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους, Ἐκδοτικὴ Ἀθηνῶν, τομ. Ι΄, σελ. 357), βοηθῶντας τὴ Δύση νὰ ἀνακαλύψει ξανὰ τὴν πολιτιστική της ταυτότητα στὴν κληρονομιὰ τοῦ ἀρχαίου ἑλληνικοῦ ἀνθρωπισμοῦ καὶ νὰ προχωρήσει στὴν Ἀναγέννηση τῶν Γραμμάτων καὶ τῶν Τεχνῶν ἀφήνοντας πίσω της τὸν σκοτεινὸ Μεσαίωνα.
Ενωμένη Ρωμηοσύνη
Ἀναδημοσίευση ἀπό 30-1-2017

Επος 40 - Μάχη οχυρών - Μάχη της Κρήτης - Αντίσταση - Κατοχή - Εμφύλιος

D-Day: Η αρχή του τέλους για τους Ναζί «ξεκίνησε» από τις γαλλικές ακτές

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Ο όρος D-Day είναι γνωστός και άρρηκτα συνδεδεμένος με μια από τις πιο ιστορικές ημέρες του 20ου αιώνα, αυτή της απόβασης των Συμμάχων στη Νορμανδία κατά την διάρκεια του Β’ ΠΠ, σαν σήμερα στις 5 Ιουνίου του 1944.

Η απόβαση στη Νορμανδία ανέτρεψε τα δεδομένα στο ευρωπαϊκό θέατρο επιχειρήσεων των Συμμάχων ενάντια στην γερμανική πολεμική μηχανή, που για πολλούς θεωρείται ως η «αρχή του τέλους» για τους Ναζί στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Ποιο το υπόβαθρο πριν την απόβαση

Οι διαφωνίες των Συμμάχων για το αν θα έπρεπε να ασκηθεί πίεση από Νότο προς Βορρά ή να γίνει απόβαση μέσω Μάγχης, προκειμένου να ηττηθεί η Γερμανία, λύθηκαν στη Διάσκεψη της Τεχεράνης (28 Νοεμβρίου – 1 Δεκεμβρίου 1943). Ο Στάλιν, υποστηριζόμενος από τις ΗΠΑ, επέμενε ότι η εισβολή στη Γαλλία ήταν ο μόνος τρόπος να ηττηθεί η Γερμανία.

Τον Ιανουάριο του 1944 άρχισε να προετοιμάζεται η επιχείρηση «Επικυρίαρχος» (Operation Overlord). O αμερικανός στρατηγός Ντουάιτ Αϊζενχάουερ ορίστηκε ανώτατος διοικητής, με βρετανούς διοικητές στο στρατό ξηράς, στο ναυτικό και την αεροπορία.Σύμφωνα με το σχέδιο, η επίθεση θα γινόταν σ’ ένα στενό μέτωπο στη Νορμανδία, στις βόρειες ακτές της Γαλλίας, από πέντε σώματα στρατού.

Για την πραγματοποίησή της, ο Αϊζενχάουερ έπρεπε να συγκροτήσει τον μεγαλύτερο στην ιστορία στόλο που επιχείρησε ποτέ απόβαση.

Τα προβλήματα για τον σχεδιασμό της D-Day

Σε περίπτωση επιτυχίας, η απόβαση θα αποτελούσε την απαρχή προέλασης μεγάλων συμμαχικών δυνάμεων προς Ανατολάς μέσω της Γαλλίας, κατευθείαν στην καρδιά της ναζιστικής Γερμανίας.

Το βασικότερο μέλημα για τους σχεδιαστές της επιχείρησης ήταν να μη μάθουν οι Γερμανοί το σημείο της απόβασης. Έτσι, οι δυνάμεις τους θα ήταν αναγκασμένες να αναπτυχθούν σε ολόκληρη την ακτογραμμή.

Είχε καταρτιστεί εξάλλου σχέδιο παραπλάνησης, η επιχείρηση «Σωματοφύλακας» (Operation Bodygard), που κατόρθωσε πέραν πάσης προσδοκίας να πείσει τον Χίτλερ ότι κύριος στόχος ήταν η περιοχή του Καλέ, αρκετά βορειότερα της Νορμανδίας. Παρότι στη Γαλλία υπήρχαν 58 γερμανικές μεραρχίες, μόνο οι 14 βρίσκονταν στις ακτές της Νορμανδίας.Μεγάλη σημασία είχε και η αξιοποίηση της αεροπορικής υπεροχής των Συμμάχων, ώστε να εξουδετερωθεί η εχθρική πολεμική αεροπορία και να απομονωθεί το συγκοινωνιακό δίκτυο της Βόρειας Γαλλίας.

Ενώ τα σχέδια τής απόβασης καταρτίζονταν από Αμερικανούς και Βρετανούς στρατιωτικούς στην Αγγλία, ο Γερμανός στρατάρχης Έρβιν Ρόμελ – γνωστός ως «αλεπού της ερήμου», από την προηγούμενη θητεία του στο αφρικανικό μέτωπο- επιφορτισμένος με την αναχαίτιση της αναμενόμενης απόβασης, ενίσχυσε τη γερμανική αμυντική οχύρωση κατά μήκος της ακτής της Γαλλίας με υποβρύχια εμπόδια, δεξαμενές καυσίμων, ανθεκτικές στους βομβαρδισμούς, καθώς και με ναρκοπέδια.Το βασικό του πρόβλημα ήταν ότι έπρεπε να περιφρουρεί 3.000 μίλια δυτικοευρωπαϊκής ακτής, από την Ολλανδία έως τα ιταλικά σύνορα.

Η D-Day γίνεται πραγματικότητα

Η απόβαση στη βόρεια Γαλλία από την Αγγλία προγραμματίστηκε τελικά για τις 5 Ιουνίου 1944, αλλά αναβλήθηκε για ένα εικοσιτετράωρο, λόγω της κακοκαιρίας που επικρατούσε στο στενό της Μάγχης.

Συγκροτήθηκε ένας τεράστιος στόλος, με επικεφαλής τον άγγλο ναύαρχο Μπέρτραμ Ράμσεϊ, ο οποίος περιλάμβανε 1.200 πολεμικά πλοία, 10.000 αεροπλάνα, 4.126 αποβατικά σκάφη, 804 μεταγωγικά πλοία και εκατοντάδες τεθωρακισμένα άρματα αμφίβιων και άλλων αποστολών. 156.000 άνδρες (73.000 Αμερικανοί και 83.000 Βρετανο-Καναδοί) θα αποβιβάζονταν στη Νορμανδία, από τους οποίους 132.000 θα μεταφέρονταν με πλοία μέσω Μάγχης και 23.500 με αεροπλάνα.Τις χερσαίες δυνάμεις διοικούσε ο άγγλος στρατηγός Μπέρναρντ Μοντγκόμερι, που είχε απέναντί του ένα παλαιό γνώριμό του από τις επιχειρήσεις στην Αφρική, τον γερμανό στρατάρχη Έρβιν Ρόμελ.

Η απόβαση με την κωδική ονομασία «Ποσειδών» (Operation Neptune) άρχισε πριν από την αυγή της 6ης Ιουνίου (D-Day) σε πέντε ακτές κατά μήκος της Νορμανδίας, οι οποίες έφεραν τις κωδικές ονομασίες Utah (Γιούτα), Omaha (Όμαχα), Gold (Χρυσός), Juno (Ήρα) και Sword (Σπαθί).

Οι παραλίες που είχαν επιλεγεί για την απόβαση εκτείνονταν από τον ποταμόκολπο του Ορν ως το νοτιοδυτικό άκρο της χερσονήσου Κοταντέν.

Οι Σύμμαχοι στις ακτές της Νορμανδίας

Την παραμονή της επιχείρησης βρετανικές μονάδες καταδρομέων είχαν πέσει πίσω από της γραμμές του εχθρού, καταλαμβάνοντας γέφυρες – κλειδιά και αχρηστεύοντας τις επικοινωνίες των Γερμανών.

Οι τέσσερις ακτές καταλήφθηκαν εύκολα και γρήγορα από τις συμμαχικές δυνάμεις, ενώ στην πέμπτη, την «Όμαχα», αντιμετώπισαν σκληρή γερμανική αντίσταση.Με το σούρουπο μεγάλα προγεφυρώματα είχαν ήδη δημιουργηθεί και στις πέντε περιοχές της απόβασης και η τελική επιχείρηση για τη συντριβή τής Γερμανίας είχε αρχίσει.

Για την επιτυχία της απόβασης, καθοριστική ήταν η αεροπορική υπεροχή των Συμμάχων. Τα αεροπλάνα τους κατέστρεψαν τις περισσότερες γέφυρες του Σηκουάνα στ’ ανατολικά και του Λίγηρα στα νότια, εμποδίζοντας έτσι τους Γερμανούς να ενισχύσουν έγκαιρα τις προκεχωρημένες μονάδες τους στα προγεφυρώματα των ακτών της Νορμανδίας.

Το σχέδιο των Συμμάχων μετά τη D-Day

Σύμφωνα με το αρχικό σχέδιο, οι Βρετανοί θα καταλάμβαναν τη στρατηγικής σημασίας πόλη Καν την πρώτη ημέρα της απόβασης.

Παρότι εξουδετέρωσαν γρήγορα τη γερμανική άμυνα, εν τούτοις έπρεπε να περιμένουν έως τις 9 Ιουλίου για να εισέλθουν νικηφόρα στην πόλη, εξαιτίας της εμφάνισης μιας μεραρχίας Πάντσερ, που καθήλωσαν τις δυνάμεις τους, αλλά και των διαφωνιών μεταξύ Αϊζενχάουερ και Μοντγκόμερι για θέματα τακτικής.

Στον τομέα τους, οι Αμερικανοί αντιμετώπισαν σοβαρή αντίσταση στη χερσόνησο Κοταντέν, αλλά τελικά κατέλαβαν το ζωτικής σημασίας λιμάνι του Χερβούργου στις 26 Ιουνίου.Οι συνεχείς συγκρούσεις έφθειραν τα γερμανικά στρατεύματα και στις 25 Ιουλίου ο στρατηγός Ομάρ Μπράντλεϊ διέσπασε το δυτικό μέτωπο και μέσα σε λίγες μέρες εξάλειψε κάθε αντίσταση στην πορεία του προς τον Σηκουάνα.

Αντεπίθεση των γερμανικών τεθωρακισμένων στο Μορτέν αποκρούστηκε (7-13 Αυγούστου). Στα τέλη Αυγούστου οι Σύμμαχοι διέσχισαν τον Σηκουάνα και τον Σεπτέμβριο βρίσκονταν μπροστά στα γερμανικά σύνορα.

Δείτε βίντεο:

Πηγή: San Simera            OnAlert

.

Συνέχεια ανάγνωσης

ΙΣΤΟΡΙΚΑ

Απόβαση στη Νορμανδία: Τι συνέβη στις 6 Ιουνίου 1944;

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Μπορεί να συμπληρώθηκαν 80 χρόνια από τη συμμαχική απόβαση στη Νορμανδία, όσοι όμως την έζησαν διατηρούν τις μνήμες τους ζωντανές.

Η 80η επέτειος της απόβασης των συμμάχων στη γαλλική Νορμανδία εορτάζεται με μεγάλες τιμές και με την παρουσία αρχηγών κρατών, με προεξάρχοντες τους προέδρους των ΗΠΑ και της Γαλλίας, αλλά και την βασίλισσα Ελισάβετ της Μεγάλης Βρετανίας.

Τι ακριβώς συνέβη, όμως, στη Νορμανδία τον Ιούνιο του 1944;

Η προετοιμασία της απόβασης

Την περίοδο εκείνη, η πλάστιγγα του πολέμου μεταξύ των ενωμένων εθνών, υπό την γενική καθοδήγηση της Μεγάλης Βρετανίας, της Σοβιετικής Ένωσης και των ΗΠΑ και του φασιστικού Άξονα Γερμανίας – Ιαπωνίας (η Ιταλία είχε συνθηκολογήσει) είχε αρχίσει να γέρνει εις βάρος του δεύτερου, ειδικά στην Ευρώπη.

Οι Σοβιετικοί προέλαυναν στο ανατολικό μέτωπο, στο νότο Βρετανοί και Αμερικάνοι είχαν αποβιβαστεί στην Ιταλία και καταλάμβαναν εδάφη προς το Βορρά. Ο πιο «γρήγορος» δρόμος προς την καρδιά της Γερμανίας ήταν εκείνος μέσω της κατεχόμενης από τους ναζί Γαλλίας.

Όμως, η απόβαση στη Γαλλία ήταν ένα δύσκολο εγχείρημα που απαιτούσε προσεκτικό και λεπτομερή σχεδιασμό, καθώς η οχύρωση της βόρειας Γαλλίας από τους Γερμανούς ήταν άρτια.

Μήνες πριν την απόβαση στη Νορμανδία, οι συμμαχικές δυνάμεις εκτελούσαν πτήσεις στην περιοχή για να την καταγράψουν και να σχεδιάσουν την επιχείρηση.

Ακόμα και το BBC επιστρατεύτηκε, απευθύνοντας δημόσιο κάλεσμα στους ανθρώπους για να στείλουν φωτογραφίες και κάρτποσταλ των ευρωπαϊκών ακτών από τη Νορβηγία μέχρι τα Πυρηναία.

Μυστικές ομάδες ερευνούσαν τις ακτές ώστε να βρουν τις σωστές τοποθεσίες και πήραν μέχρι και δείγματα άμμου για να επιβεβαιώσουν ότι οι παραλίες μπορούσαν να αντέξουν των βάρος των συμμαχικών στρατιωτικών οχημάτων.

Μετεωρολόγοι, μαθηματικοί και επιστήμονες κάθε ειδικότητας επιστρατεύτηκαν για να οριστεί η ημερομηνία της επιχείρησης.

Το διάστημα 5 – 7 Ιουνίου κρίθηκε το καταλληλότερο για την απόβαση, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Βρετανού μαθηματικού Άρθουρ Τόμας, καθώς τότε η παλίρροια ήταν στο χαμηλότερο σημείο της και θα φαίνονταν τα κρυμμένα εμπόδια.

για τη συνέχεια Euronews

 

Συνέχεια ανάγνωσης

ΙΣΤΟΡΙΚΑ

Μακεδονικός Ἀγώνας καί ἐπέτειος θανάτου τοῦ Παύλου Μελᾶ – Λόγος στή μνήμη του

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

 

Του Κώστα Καραΐσκου
Η μεγάλη Ελληνική
Επανάσταση, που είχε τεράστιο αντίκτυπο
και σημασία παγκοσμίως, άρχισε το 1821
και πρακτικά τελείωσε έναν αιώνα μετά,
το 1922 με την Μικρασιατική Καταστροφή.
Συχνά όταν αναφερόμαστε στην απελευθέρωση
των Ελλήνων από τον τουρκικό ζυγό,
μένουμε στο 1830, στην ίδρυση δηλαδή του
νεοελληνικού κράτους, υπό την κηδεμονία
των ξένων δυνάμεων.

Όμως τι γινόταν με τα
εκατομμύρια των Ελλήνων που έμειναν
έξω από εκείνο το φτωχό κρατίδιο, τι
γινόταν στη Μακεδονία, στην Ήπειρο, στη
Θράκη, στην Ιωνία, στον Πόντο, στην Κύπρο,
στην Κρήτη, στα άλλα νησιά; Ο Μακεδονικός
Αγώνας ήταν η ένδοξη εκείνη σελίδα της
ιστορίας μας, όπου ο ελληνισμός κάτω
από την οθωμανική κρατική κυριαρχία
αντιμετώπισε τον βουλγαρικό επεκτατισμό,
κατάφερε να επικρατήσει και να ετοιμάσει
την ώρα της απελευθέρωσης από τον
ελληνικό Στρατό. Στην αρχή αγωνίστηκαν
οι ντόπιοι Έλληνες, μόνοι τους για
χρόνια, κυρίως με τη στήριξη της Εκκλησίας
και απλών ανθρώπων που πάλεψαν ηρωικά,
ενώ από ένα σημείο και πέρα άρχισαν να
φτάνουν εθελοντές από την Ελλάδα και
να παίρνει ένοπλη μορφή η αντίσταση
κατά των Βούλγαρων κομιτατζήδων.

Η βουλγαρική προσπάθεια
κατά της Μακεδονίας ξεκίνησε με την
απόσχιση της Εκκλησίας τους, τη λεγόμενη
Εξαρχία, το 1870. Άρχισε ένας πόλεμος
προπαγάνδας, πιέσεων αλλά και ωμής βίας,
προκειμένου να γράφονται οι κάτοικοι
της οθωμανικής ακόμη Μακεδονίας σε
βουλγάρικα σχολεία και να καλούν
Βούλγαρους ιερείς. Αντιστάθηκαν σ΄ αυτό
όχι μόνο οι ελληνόφωνοι ή οι βλαχόφωνοι
κάτοικοι της Μακεδονίας αλλά και πολλοί
σλαβόφωνοι, οι λεγόμενοι «γραικομάνοι»
που έμεναν πιστοί στο Πατριαρχείο της
Κωνσταντινούπολης. Έτσι αυτό που
παρουσιαζόταν ως αντίθεση θρησκευτικής
μορφής ήταν στην πραγματικότητα εθνικής:
όποιος πήγαινε με τους Εξαρχικούς
γινόταν Βούλγαρος, ενώ Πατριαρχικοί
ήταν οι Έλληνες. Δάσκαλοι και κληρικοί
ηγήθηκαν της αντίστασης τις πρώτες
δεκαετίες, περιορίζοντας την βουλγαρική
προπαγάνδα και τρομοκρατία που ήρθε να
προστεθεί στην καταπίεση των Οθωμανών.
Κορυφαία μορφή του αγώνα αναδείχθηκε
ο μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός
Καραβαγγέλης, που κυκλοφορούσε – κι
ενίοτε λειτουργούσε – με την πιστόλα
κάτω από το ράσο ή πάνω στην Αγία Τράπεζα.
Κάποια στιγμή οι
Βούλγαροι διαπίστωσαν ότι δεν μπορούσαν
να επιβληθούν δίχως όπλα. Το 1893 ιδρύθηκε
από τον Γκότσε Ντέλτσεφ και άλλους
Βούλγαρους στη Θεσσαλονίκη η Εσωτερική
Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση
(VMRΟ), υποτίθεται για την απελευθέρωση
των χριστιανικών πληθυσμών της Μακεδονίας
από τους Οθωμανούς οι οποίοι κατέρρεαν.
Στο εσωτερικό της οργάνωσης αναπτύχθηκαν
δύο τάσεις: οι ενωτικοί ήθελαν άμεση
ένωση με τη Βουλγαρία, ενώ οι αυτονομιστές
μιλούσαν για «μακεδονικό» κράτος, πάντα
ενάντια στο ελληνικό στοιχείο της
περιοχής. Μετά το 1895 αγρίεψαν οι
συγκρούσεις και αναδείχθηκαν ηρωικές
μακεδονικές μορφές σαν τον καπετάν
Κώττα Χρήστου, τον καπετάν Λούκα, τον
καπετάν Ζέρβα, τον Χρήστο Αργυράκο, τον
Ηλία Κούνδουρο…
Το 1903 γίνεται στο
Μοναστήρι (Μπίτολα) η λεγόμενη εξέγερση
του Ίλιντεν, με σκοπό να φανεί στην
Ευρώπη ότι οι Βούλγαροι ξεσηκώνονται
κατά των Τούρκων για την απελευθέρωση
της Μακεδονίας. Όμως σε 10 μέρες οι Τούρκοι
καταπνίγουν την εξέγερση και ξεσπούν
κυρίως σε βάρος των Ελληνόβλαχων κατοίκων
της περιοχής που χτυπήθηκαν άγρια και
από τους Βούλγαρους. Λίγες μέρες μετά
έσβησε και η ταυτόχρονη εξέγερση των
Βουλγάρων στην Στράντζα της Αδριανούπολης.
Η επίσημη Ελλάδα μέχρι
τότε μόνο παρακολουθούσε, παρότι οι
Έλληνες πατριώτες ζητούσαν επέμβαση
υπέρ των μαχόμενων Μακεδόνων και οι
εθελοντές μαχητές πλήθαιναν. Το 1904 πήγε
μυστικά στη Μακεδονία, ως ζωέμπορος
υποτίθεται, ο αξιωματικός του ελληνικού
Στρατού και μέλος της ανώτερης κοινωνικής
τάξης, Παύλος Μελάς. Ο θάνατός του στη
Στάτιστα, στις 13 Οκτωβρίου 1904, τον
ανέδειξε ως ήρωα και κινητοποίησε όλες
τις εθνικές δυνάμεις, ντόπιες και μη.
Ήταν το αίμα που πότισε το δέντρο της
μακεδονικής ελευθερίας. Ακολούθησαν
6.000 εθελοντές που πολέμησαν μέχρι το
1908 στη Μακεδονία, οι μισοί από τους
οποίους ήταν Κρητικοί – υπήρξαν επίσης
πολλοί Μανιάτες αλλά και από άλλα μέρη
της χώρας. Και οι δύο Γενικοί Αρχηγοί
του Μακεδονικού Αγώνα, μετά τον Παύλο
Μελά, ήταν Κρητικοί, ο Γεώργιος Κατεχάκης
από το Ηράκλειο και ο Σφακιανός Γεώργιος
Τσόντος. Αξίζει να θυμίσουμε εδώ ότι
ακόμα η Κρήτη δεν ήταν καν μέρος του
ελληνικού κράτους! Η μάχη στη βαλτολίμνη
των Γιαννιτσών ήταν το διάσημο σκηνικό
πολέμου των αντίπαλων ανταρτικών ομάδων,
όπως το περιέγραψε η Πηνελόπη Δέλτα στα
«Μυστικά του Βάλτου». Αυτές οι αντάρτικες
ομάδες έλαβαν μέρος στους πολέμους που
ακολούθησαν, τόσο στο ελληνικό στρατόπεδο
όσο και οι αντίπαλες στο βουλγαρικό.
Κορυφαίας σημασίας
ήταν η δράση Ελλήνων διπλωματών, όπως
του Ίωνα Δραγούμη που ως διπλωμάτης στο
Μοναστήρι οργάνωσε την Μακεδονική
Άμυνα, με επιτροπές σε πόλεις και χωριά
της Δυτικής Μακεδονίας, ή του Πρόξενου
της Ελλάδος στη Θεσσαλονίκη, Λάμπρου
Κορομηλά, ο οποίος συντόνιζε τις
αντάρτικες ελληνικές ομάδες. Από τους
κληρικούς, εκτός του Γερμανού Καραβαγγέλη,
ξεχώρισε ο μητροπολίτης Δράμας Χρυσόστομος
Καλαφάτης, που μαρτύρησε το 1922 στη
Σμύρνη, ο εθνομάρτυρας Αιμιλιανός,
μητροπολίτης Γρεβενών που θανατώθηκε
βασανιστικά το 1910 κ.ά. Οι εκπαιδευτικοί
σαν τις δολοφονημένες νεαρές δασκάλες
Αικατερίνη Χατζηγεωργίου και Βελίκα
Τράικου κράτησαν όρθιο το ελληνικό
φρόνημα σε 1.000 περίπου σχολεία για 70.000
μαθητές.
Το 1908 η επανάσταση των
Νεοτούρκων έδωσε αμνηστεία στους
εμπόλεμους και υποσχέθηκε ισονομία και
ισοπολιτεία για όλους, όμως σύντομα
αποκαλύφθηκε η απάτη. Έπρεπε να
μεσολαβήσουν δύο βαλκανικοί πόλεμοι
και ένας παγκόσμιος για να απαλλαχθεί
η Μακεδονία και από την τουρκική κυριαρχία
και από την βουλγαρική επιβουλή, μάλιστα
αυτή η τελευταία εκδηλώθηκε και πάλι
κατά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, με την
βουλγαρική Κατοχή της Ανατολικής
Μακεδονίας και Θράκης. Το 1944 λοιπόν
εξέλιπε ο κίνδυνος για τη Μακεδονία από
την πλευρά των «ενωτικών» Βουλγάρων. Η
απειλή των «αυτονομιστών», παρότι πολύ
ασθενέστερη, έμελλε να επιβιώσει στα
πλαίσια της Γιουγκοσλαβίας του Τίτο με
κέντρο τα Σκόπια και να αναβιώσει το
1991 με την ανεξαρτητοποίηση της λεγόμενης
«Δημοκρατίας της Μακεδονίας» ώς τις
μέρες μας.
Κλείνουμε με το γνωστό
«τιμούμε τη μνήμη των ηρώων που θυσιάστηκαν
για την ελευθερία» κτλ.
Τι σημαίνει όμως αυτό;
Ξέρουμε για ποιους μιλάμε, τι συνέβη
και γιατί; Ή τα θεωρούμε όλα παρελθόν
χωρίς νόημα στη σημερινή εποχή; Όποιος
νόμιζε κάτι τέτοιο, μόλις πέρυσι στις
Πρέσπες αποδείχθηκε ότι είναι πέρα για
πέρα λάθος. Το παρελθόν καθορίζει ό,τι
ζούμε σήμερα και το ξαναβρίσκουμε
διαρκώς μπροστά μας. Τιμούμε λοιπόν τον
Μακεδονικό Αγώνα όταν έχουμε την γνώση
και την αρετή που διδάσκει το ελληνικό
σχολείο, αυτό που στήριξε την κρίσιμη
ώρα την μία και μοναδική ελληνική
Μακεδονία!
ΠΗΓΗ: antibaro.gr

 

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινφογνώμων

Infognomon Logo

Περιηγηθείτε στα κορυφαία βιβλία του βιβλιοπωλείου μας

Προβολή όλων

Δημοφιλή