Ακολουθήστε μας

Γεωοικονομία

Τι επιζητεί πραγματικά η Κίνα; Τίποτε λιγότερο από την παγκόσμια ηγεμονία

Δημοσιεύτηκε

στις

Του Hal Brands

Μπορούμε επιτέλους να επαινέσουμε το ΚΚ Κίνας για το γεγονός ότι εννοεί πραγματικά όσα διακηρύσσει και για το ότι ξέρει τι θέλει; Αυτό πιθανόν να είναι το “κλειδί” για την κατανόηση των στρατηγικών φιλοδοξιών του Πεκίνου για τις ερχόμενες δεκαετίες.

Μια σταθερή αφήγηση στη συζήτηση στις ΗΠΑ σχετικά με αυτό το θέμα είναι ότι η ίδια η Κίνα δεν ξέρει τι επιδιώκει να επιτύχει, δηλαδή ότι οι ηγέτες της δεν έχουν ακόμη υπολογίσει ως πού πρέπει ή θα μπορούσε να φτάσει η επιρροή του Πεκίνου.

Ωστόσο, υπάρχει ένα αυξανόμενο σύνολο αποδεικτικών στοιχείων, τα οποία συγκεντρώνονται και ερμηνεύονται από ταλαντούχους ειδικούς επί ζητημάτων Κίνας, που συντείνουν στο ότι η κινεζική κυβέρνηση στοχεύει πράγματι στην κατοχύρωση στάτους παγκόσμιας δύναμης και ίσως παγκόσμιας κυριαρχίας εντός του χρονικού ορίζοντα της επόμενης γενιάς – ότι επιδιώκει να ανατρέψει το ηγεμονευόμενο από τις ΗΠΑ στάτους κβο και να δημιουργήσει τουλάχιστον μια ανταγωνιστική παγκόσμια τάξη στη βάση των συμφερόντων της.

Δεν χρειάζεται απαράμιλλη δύναμη επαγωγικής σκέψης για να καταλήξει κανείς σε αυτό το συμπέρασμα. Κορυφαίοι Κινέζοι αξιωματούχοι και μέλη της διπλωματικής κοινότητας της χώρας γίνονται όλο και πιο ξεκάθαροι όταν αναφέρονται σε αυτό το ζήτημα.

Το όραμα του Xi

Ο πρόεδρος Xi Jinping εξέθεσε τον συγκεκριμένο στόχο παραπάνω από υπαινικτικά στην ομιλία – ορόσημό του στο 19ο Συνέδριο του κόμματος τον Οκτώβριο του 2017. Η συγκεκριμένη ομιλία αντιπροσωπεύει μία από τις πιο έγκυρες εκθέσεις της πολιτικής και των στόχων του ΚΚ Κίνας. Αντικατοπτρίζει το πώς κατανοεί ο Xi όσα έχει επιτύχει η Κίνα υπό την κομμουνιστική εξουσία και το πώς πρέπει, κατά τον ίδιο, να προχωρήσει στο μέλλον.

Ο Xi διακήρυξε εκεί ότι η Κίνα “ανορθώθηκε, έγινε πλούσια και πλέον γίνεται ισχυρή”, καθώς και ότι “ανοίγει ένα νέο μονοπάτι για άλλες αναπτυσσόμενες χώρες”, προσφέροντας “την κινέζικη γνώση και προσέγγιση για την επίλυση των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα”.

Μέχρι το 2049, ο Xi υποσχέθηκε ότι η Κίνα θα καταστεί “παγκόσμιος ηγέτης όσον αφορά την πολυπαραγοντική εθνική δύναμη και τη διεθνή επιρροή” και θα οικοδομήσει μια “σταθερή διεθνή τάξη”, στο πλαίσιο της οποίας θα μπορούσε να επιτευχθεί πλήρως η “εθνική αναζωογόνηση” της Κίνας.

Τα παραπάνω αποτελούν διακήρυξη ενός ηγέτη ο οποίος βλέπει τη χώρα του να μην συμμετέχει απλώς στις διεθνείς υποθέσεις αλλά να καθορίζει τους όρους υπό τους οποίους αυτές εξελίσσονται και δίνει καθοδηγητικά στοιχεία για δύο κεντρικά ζητήματα της συζήτησης γύρω από την εξωτερική πολιτική της Κίνας.

Ο στόχος για αναδιάταξη του στάτους κβο

Το πρώτο είναι μια βαθιά σκεπτικιστική στάση έναντι του υπάρχοντος διεθνούς συστήματος. Οι Κινέζοι ηγέτες αναγνωρίζουν ότι το υπάρχον παγκόσμιο καθεστώς όσον αφορά το εμπόριο ήταν απαραίτητο για την οικονομική και στρατιωτική άνοδο της χώρας τους.

Ωστόσο, όταν εξετάζουν τα βασικά χαρακτηριστικά του κόσμου που έχουν δημιουργήσει η Ουάσιγκτον και οι σύμμαχοί της, βλέπουν ως επί το πλείστον απειλές κατά της Κίνας.

Κατά την άποψή τους, οι αμερικανικές συμμαχίες δεν έχουν ως κύριο άξονα τη διατήρηση της ειρήνης και της σταθερότητας. Αντίθετα, συμπιέζουν τις δυνατότητες της Κίνας και εμποδίζουν τις χώρες της Ασίας να παράσχουν στο Πεκίνο εκείνα που του οφείλονται.

Υπό αυτό το πρίσμα, η προώθηση της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν είναι ούτε ηθική ούτε καλοπροαίρετη, αλλά μια προπαγανδιστική εκστρατεία στη βάση ενός επικίνδυνου δόγματος, το οποίο απειλεί να απονομιμοποιήσει την κομμουνιστική κυβέρνηση και να ενεργοποιήσει τους εχθρούς της εντός Κίνας.

Οι διεθνείς θεσμοί υπό την ηγεσία των ΗΠΑ εμφανίζονται ως εργαλεία για την επιβολή της βούλησης της Αμερικής επί των πιο αδύναμων χωρών. Το Κομμουνιστικό Κόμμα αναγνωρίζει ότι η φιλελεύθερη διεθνής τάξη έχει αποφέρει οφέλη, γράφει ο Nadege Rolland, ανώτερος συνεργάτης του Εθνικού Γραφείου Ασιατικών Ερευνών των ΗΠΑ, ωστόσο “το κόμμα απεχθάνεται και τρέμει” τις αρχές επί των οποίων αυτή βασίζεται.

Η ανάγκη υπεράσπισης του πολιτικού αυταρχισμού έναντι της δυτικής δημοκρατίας

Το δεύτερο ζήτημα είναι ότι η διεθνής τάξη πρέπει να αλλάξει – όχι λίγο, αλλά πολύ – ώστε η Κίνα να καταστεί πλήρως ευημερούσα και ασφαλής. Οι Κινέζοι ηγέτες είναι κάπως αόριστοι – κι αυτό είναι κατανοητό – ως προς την περιγραφή του κόσμου που επιθυμούν, ωστόσο το περίγραμμα του οράματός τους γίνεται ολοένα και πιο ευδιάκριτο.

Αν κάποιος μελετήσει τις δηλώσεις του Xi και άλλων ανώτερων Κινέζων αξιωματούχων, συμπεραίνει η ειδικός επί ζητημάτων Κίνας Liza Tobin, εκείνο που προκύπτει είναι ένα όραμα στο οποίο “ένα παγκόσμιο δίκτυο εταιρικών σχέσεων με επίκεντρο την Κίνα θα αντικαταστήσει το αμερικανικό σύστημα στρατηγικών συμμαχιών”, ενώ ο κόσμος θα βλέπει τον κινεζικό πολιτικό αυταρχισμό ως προτιμότερη μορφή διακυβέρνησης σε σχέση με τη δυτική δημοκρατία.

Με βάση μια παρόμοια ανάλυση, ο Rolland συμφωνεί ότι η Κίνα εκδηλώνει “λαχτάρα για μια τουλάχιστον μερική ηγεμονία”, δηλαδή για μια χαλαρή κυριαρχία πάνω σε μεγάλες περιοχές του παγκόσμιου “Νότου”.

Όσον αφορά την παγκόσμια διακυβέρνηση, όπως δείχνουν άλλα στοιχεία, το Πεκίνο επιθυμεί ένα σύστημα στο οποίο οι διεθνείς θεσμοί θα υποστηρίζουν και δεν θα “ραπίζουν” τα αυταρχικά καθεστώτα. Την ίδια ώρα, οι Κινέζοι σχεδιαστές στρατηγικής και ακαδημαϊκοί συζητούν ανοιχτά για την οικοδόμηση μιας “νέας παγκόσμιας οικονομικής τάξης με επίκεντρο την Κίνα”.

Φιλοδοξίες παγκόσμιου και όχι περιφερειακού χαρακτήρα

Υπάρχουν ελάχιστες έως καθόλου ενδείξεις, σε όλα αυτά, ότι ο στρατηγικός ορίζοντας του Πεκίνου περιορίζεται μόνον στον Δυτικό Ειρηνικό ή ακόμη και στην Ασία.

Η επίκληση του Xi για μια “κοινότητα με κοινό μέλλον για την ανθρωπότητα” υποδηλώνει την αίσθηση ενός παγκόσμιου ταμπλό στο οποίο η αύξηση της κινεζικής επιρροής τίθεται ως στόχος. Δεν χρειάζεται να διαβάσει κανείς ανάμεσα στις γραμμές για να καταλάβει ότι αυτή η ατζέντα θα απαιτούσε ουσιαστική αναδιάταξη της τρέχουσας γεωπολιτικής ισορροπίας. Όπως είχε αναφέρει ο Xi πριν από αρκετά χρόνια, η Κίνα πρέπει να εργαστεί αποφασιστικά προς ένα “μέλλον όπου θα κερδίσουμε την πρωτοβουλία και θα έχουμε την κυρίαρχη θέση”.

Προφανώς και δεν είναι ορθό να παίρνουμε τοις μετρητοίς όλα όσα λένε οι εθνικοί ηγέτες, ακόμη και όταν οι θέσεις τους διατυπώνονται σε επίσημες ομιλίες. Ωστόσο, στην περίπτωση του Πεκίνου, οι Κινέζοι ηγέτες λένε στην πραγματικότητα λιγότερα σε σχέση με όσα κάνει η χώρα τους στην πράξη.

Είτε πρόκειται για το ναυπηγικό πρόγραμμα που “γεννά” πλωτά σκάφη με εκπληκτικά ταχύ ρυθμό, την προσπάθεια ελέγχου των υφιστάμενων διεθνών οργανισμών και τη δημιουργία νέων, την προβολή στρατιωτικής δύναμης στην Αρκτική, στον Ινδικό Ωκεανό και σε άλλα σημεία του πλανήτη, την προσπάθεια οικοδόμησης κυριαρχίας στους κλάδους υψηλής τεχνολογίας ανά τον κόσμο, τις ολοένα και πιο συστηματικές προσπάθειες για την υποστήριξη αυταρχικών καθεστώτων και την αποδυνάμωση των δημοκρατικών θεσμών ή την πρωτοβουλία Belt and Road που περιλαμβάνει πολλές ηπείρους, η Κίνα δεν ενεργεί διόλου ως μια χώρα που της λείπει ο στρατηγικός γεωπολιτικός σχεδιασμός μεγάλης κλίμακας.

Όπως συμβαίνει με πάμπολλές πτυχές του ανταγωνισμού ΗΠΑ – Κίνας, είναι δυνατός κάποιου είδους παραλληλισμός με την εποχή του Ψυχρού Πολέμου. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1970, ορισμένοι κορυφαίοι Αμερικανοί σοβιετολόγοι επέμεναν ότι η Μόσχα γινόταν όλο και περισσότερο μια χώρα ικανοποιημένη στο πλαίσιο του στάτους κβο.

Ο συγκεκριμένος ισχυρισμός, ωστόσο, απαιτούσε να αγνοηθούν όσα έλεγαν οι Σοβιετικοί ηγέτες για την διεθνή ύφεση και την ειρηνική συνύπαρξη (ότι δηλαδή τα παραπάνω ήταν ένας τρόπος να εξασφαλιστεί ο “θρίαμβος του σοσιαλισμού” χωρίς πόλεμο), καθώς και οι προσπάθειές τους να οικοδομήσουν στρατιωτική ανωτερότητα και θέσεις επιρροής και δύναμης στον Τρίτο Κόσμο. Τα προειδοποιητικά “σήματα” ήταν εμφανή τότε, όπως είναι και σήμερα.

Η Κίνα πιθανότατα δεν έχει μια λίστα “βήμα προς βήμα” για την επίτευξη παγκόσμιας υπεροχής, όπως δεν είχε και η Σοβιετική Ένωση στη δεκαετία του 1970. Οι Κινέζοι ηγέτες δεν αγνοούν το κόστος και τα εμπόδια: ο Xi μπορεί να επαναδιατυπώνει “τελετουργικά” τη σημασία της ενοποίησης του κινεζικού έθνους, ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι είναι προσανατολισμένος σε έναν πόλεμο για την ανάκτηση της Ταϊβάν.

Οι ΗΠΑ δεν πρέπει να υποτιμούν το Πεκίνο

Το Πεκίνο μάλιστα μοιάζει να μην έχει αποφασίσει ποιος από τους δύο δρόμους προς την κατάκτηση παγκόσμιας επιρροής είναι προτιμότερος: η εγκαθίδρυση κυριαρχίας στον Δυτικό Ειρηνικό και στη συνέχεια η περαιτέρω επέκταση ή η υπερφαλάγγιση της θέσης των ΗΠΑ στην περιοχή, με την ενίσχυση των οικονομικών και πολιτικών θέσεων της Κίνας σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο.

Τέλος, η Κίνα ενδέχεται τελικά να μην κατορθώσει να επιτύχει τίποτε απ’ όλα αυτά. Ίσως ο κορονοϊός να αποδυναμώσει τόσο τις ΗΠΑ όσο και τη φιλελεύθερη διεθνή τάξη, που να επιταχύνει σημαντικά την άνοδο της Κίνας. Ή ίσως η Κίνα να αντιμετωπίσει τόσα πολλά εσωτερικά προβλήματα και τόση εξωτερική αντίσταση, που η κίνησή της να “βαλτώσει”.

Ωστόσο, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η συζήτηση για το τι επιζητεί η Κίνα διερύνεται, καθώς οι ηγέτες και η συμπεριφορά του Πεκίνου δίνουν όλο και περισσότερες και πιο σαφείς απαντήσεις σε αυτό το ερώτημα. Όταν ένας υπερήφανος και ισχυρός διεκδικητής της ηγεμονίας αρχίζει να διαφημίζει τις παγκόσμιες φιλοδοξίες του, οι Αμερικανοί θα πρέπει να τείνουν να τον λαμβάνουν στα σοβαρά.

capital.gr

Συνέχεια ανάγνωσης

Γεωοικονομία

Ο κόσμος κάθεται πάνω σε ένα πρόβλημα 91 τρισ. δολαρίων – Και η λύση του κοστίζει

Δημοσιεύτηκε

στις

Το χρέος φουσκώνει και κυρίως γίνεται πιο ακριβό – όσο και εάν οι πολιτικοί επιλέγουν μπροστά στην κάλπη να το αγνοήσουν

Η αξία της παγκόσμιας οικονομίας υπολογίζεται σε 101 τρισ. δολάρια. Και το χρέος με το οποίο βαρύνονται οι κυβερνήσεις (και κατά συνέπεια οι φορολογούμενοι πολίτες) παγκοσμίως ανέρχεται σε 91 τρισ. δολάρια. Πρόκειται για ένα δυσβάσταχτο φορτίο, το οποίο θα επηρεάσει και τις επόμενες γενιές. Και αυτό που πυροδοτεί την μεγαλύτερη ανησυχία είναι πως πρόκειται για ένα πρόβλημα το οποίο δεν έχει ανώδυνες λύσεις.

Με τον μισό πληθυσμού του πλανήτη να οδηγείται φέτος σε κάλπες, οι ηγέτες και οι διεκδικητές της εξουσίας έχουν εν πολλοίς επιλέξει να αγνοήσουν το θέμα του δημοσίου χρέους. Δεν θα ακούσει κανείς για αυτό στις αντιπαραθέσεις Μπάιντεν – Τραμπ στις ΗΠΑ. Δεν άκουσε για αυτό στην γαλλική προεκλογική εκστρατεία, ούτε σε αυτή της Βρετανίας, όπου ανοίγουν αύριο το πρωί οι κάλπες. Δεν ήταν θέμα στην ατζέντα της Ινδίας ή οποιασδήποτε άλλη μεγάλη και μικρή χώρα διενήργησε φέτος εκλογές. Μάλιστα στις περισσότερες περιπτώσεις βλέπουμε να κερδίζουν έδαφος όσοι υπόσχονται φοροελαφρύνσεις και αυξήσεις δαπανών, που θα μπορούσαν (εφόσον γίνουν πράξη) να πυροδοτήσουν ακόμη και νέα χρηματοπιστωτική κρίση.

Ο δωρεάν δανεισμός τελείωσε

Το ΔΝΤ μόλις την περασμένη εβδομάδα προειδοποίησε ότι τα «χρόνια δημοσιονομικά ελλείμματα» στις ΗΠΑ πρέπει «να αντιμετωπιστούν επειγόντως». Οι επενδυτές μοιράζονται εδώ και καιρό αυτήν την ανησυχία σχετικά με τη μακροπρόθεσμη πορεία του χρέους της ισχυρότερης οικονομίας του πλανήτη. Και τούτο γιατί είναι σαφές πως η εποχή του «δωρεάν» δανεισμού, δηλαδή των μηδενικών επιτοκίων, έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί.

Οι επενδυτές, που πριν από λίγα χρόνια...πλήρωναν χώρες όπως τη Γερμανία για να τη δανείσουν (αγόραζαν τα κρατικά της ομόλογα με αρνητικό επιτόκιο), σήμερα απαιτούν υψηλότερο επιτόκιο για να δανείσουν τις κυβερνήσεις. Και όσο τις βλέπουν να αφήνουν ελλείμματα και χρέη να φουσκώνουν, τόσα περισσότερα θα απαιτούν.

Επιπτώσεις στην τσέπη μας

Οι αποδόσεις έχουν ανέβει τόσο για τα ομόλογα των ΗΠΑ όσο και για εκείνα των χωρών της Ευρωζώνης, με τις πιέσεις να είναι ισχυρότερες σε όσες χώρες δείχνουν δείγματα απειθαρχίας. Το ακριβό κόστος δανεισμού των κυβερνήσεων επηρεάζει άμεσα την τσέπη μας. Γιατί η απάντηση σε αυτό μπορεί κάποια στιγμή να είναι αναγκαστικά η αύξηση των φόρων, η μείωση των δημοσίων δαπανών ή το «κόψιμο» σχεδιαζόμενων μέτρων στήριξης.

Στα δάνειά μας και στην ανάπτυξη

Και ο αντίκτυπος δεν σταματά εκεί. Οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων χρησιμοποιούνται ως «οδηγός» και για το υπόλοιπο χρέος. Οι υψηλότερες αποδόσεις σημαίνουν υψηλότερα επιτόκια δανεισμού για νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Και όταν τα βάρη των χρεών αυξάνονται, το πλήγμα στην οικονομική ανάπτυξη δεν αργεί. Όσο τα επιτόκια ανεβαίνουν, τόσο οι ιδιωτικές επενδύσεις και η κατανάλωση υποχωρούν.

Επώδυνη προσαρμογή

Ο Κένεθ Ρογκόφ, καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, σε δηλώσεις του στο CNN προειδοποιεί ότι οι ΗΠΑ και άλλες χώρες θα χρειαστεί να προβούν σε επώδυνες κινήσεις προσαρμογής. «Στη δεκαετία του 2010 πολλοί ακαδημαϊκοί, πολιτικοί και κεντρικοί τραπεζίτες είχαν την πεποίθηση ότι τα επιτόκια θα παραμείνουν κοντά στο μηδέν για πάντα και άρχιζαν επομένως να σκέφτονται πως το χρέος είναι ένα δωρεάν γεύμα», παρατηρεί. «Αυτό ήταν πάντα μία λάθος σκέψη. Πρέπει να σκεφτόμαστε και το δημόσιο χρέος ως ένα δάνειο κυμαινόμενου επιτοκίου και να αντιλαμβανόμαστε πως εάν ξαφνικά το επιτόκιο ανέβει πολύ, οι πληρωμές των τόκων εκτινάσσονται. Αυτό ακριβώς συνέβη σε ολόκληρο τον κόσμο», εξηγεί.

Η συνωμοσία της σιωπής

Στις ΗΠΑ η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα δαπανήσει 892 δισ. δολάρια το τρέχον δημοσιονομικό έτος σε τόκους – περισσότερα από ότι υπολογίζει να δώσει για άμυνα και περίπου το ποσό, που κατευθύνεται στο Medicare, την ιατροφαρμακευτική κάλυψη για συνταξιούχους και άτομα με αναπηρία. Την επόμενη χρονιά οι πληρωμές των τόκων θα ξεπεράσουν το 1 τρισ. δολάρια επί χρέους άνω των 30 τρισ. δολαρίων. Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου υπολογίζει ότι το δημόσιο χρέος των ΗΠΑ θα σκαρφαλώσει στο 122% του ΑΕΠ σε 10 χρόνια από τώρα, ενώ θα έχει εκτιναχθεί στο 166% του ΑΕΠ το 2054, λειτουργώντας ως βαρίδι στην οικονομική ανάπτυξη. Στην προεκλογική εκστρατεία κανείς δεν λέει τι θα κάνει αυτό. Οι υποψήφιοι αρκούνται σε αλληλοκατηγορίες για το ποιος το προκάλεσε.

Κοινωνική αναταραχή και επιθέσεις των αγορών

Όσο κρύβουμε το πρόβλημα κάτω από το χαλάκι τόσο αυτό λειτουργεί ως φιτίλι, που ανάβει φωτιές και προκαλεί εκρήξεις. Οι πρώτες έρχονται σε κοινωνικό επίπεδο. Η Κένυα είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Οι προτεινόμενες φοροαυξήσεις με στόχο τη μείωση του χρέους πυροδότησαν μαζικές αντικυβερνητικές διαδηλώσεις, οι οποίες πνίγηκαν στο αίμα. Τουλάχιστον 39 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους. Ο πρόεδρος της χώρας, Γουίλιαμ Ρόυτο, ανακοίνωσε την περασμένη εβδομάδα ότι δεν θα υπογράψει το σχέδιο σε νόμο.

Σε άλλες περιπτώσεις έχουμε έκρηξη στις αγορές. Ενδεικτική ήταν η περίπτωση της Βρετανίας το 2022, όταν το δημοσιονομικά ακατανόητο πρόγραμμα της Λιζ Τρας, πυροδότησε μία άμεση επίθεση από τις αγορές που παρολίγο να οδηγήσει σε κατάρρευση συνταξιοδοτικά ταμεία της χώρας. Στη Γαλλία οι αποδόσεις εκτινάχθηκαν προς στιγμήν όταν ο Εμανουέλ Μακρόν κήρυξε πρόωρες εκλογές, για να σταθεροποιηθούν ωστόσο στη συνέχεια, εν μέσω εκτιμήσεων ότι ακόμη και εάν ο Ζορντάν Μπαρντελά της Εθνικής Συσπείρωσης είναι ο νέος πρωθυπουργός, δεν θα θελήσει να εκτροχιάσει δημοσιονομικά τη χώρα. Και τούτο γιατί θα υπονόμευε τις πιθανότητες εκλογής της Μαρίν Λε Πεν στην προεδρία το 2027.

Τα πάντα θα κριθούν την ερχόμενη Κυριακή, στον δεύτερο γύρο των εκλογών, όπου όλα τα αποτελέσματα μοιάζουν ανοιχτά. Κανείς δεν μπορεί να πει ποια θα είναι η επόμενη κυβέρνηση της Γαλλίας. Σίγουρα όμως θα πρέπει μεταξύ άλλων να φροντίσει να μαζέψει το διευρυνόμενο δημοσιονομικό έλλειμμα.

Ναυτεμπορική

Συνέχεια ανάγνωσης

Γεωοικονομία

Η κρίση στην Ερυθρά Θάλασσα «ναρκοθετεί» την παγκόσμια οικονομία

Δημοσιεύτηκε

στις

REUTERS/Khaled Abdullah

Η Παγκόσμια Τράπεζα προειδοποιεί για αύξηση των τιμών της ενέργειας, βραδύτερη ανάπτυξη και υψηλότερο πληθωρισμό

Η παρατεταμένη σύγκρουση στην Ερυθρά Θάλασσα και η κλιμάκωση των εντάσεων στη Μέση Ανατολή απειλούν με καταστροφικές επιπτώσεις την παγκόσμια οικονομία, αναζωπυρώνοντας τον πληθωρισμό και  διαταράσσοντας τον ενεργειακό εφοδιασμό, προειδοποιούν ορισμένοι από τους κορυφαίους οικονομολόγους του κόσμου.

Τον κώδωνα του κινδύνουν έκρουσαν οι οικονομολόγοι της Παγκόσμιας Τράπεζας, σημειώνοντας ότι η κρίση απειλεί να οδηγήσει σε υψηλότερα επιτόκια, χαμηλότερη ανάπτυξη, επίμονο πληθωρισμό και μεγαλύτερη γεωπολιτική αβεβαιότητα.

Η κρίση στη Μέση Ανατολή μαζί με τον πόλεμο στην Ουκρανία έχουν δημιουργήσει πραγματικούς κινδύνους στην παγκόσμια οικονομία, προειδοποίησε η Παγκόσμια Τράπεζα στην τελευταία της έκθεση. «Η κλιμάκωση της σύγκρουσης θα μπορούσε να οδηγήσει σε άνοδο των τιμών της ενέργειας, με ευρύτερες επιπτώσεις στην παγκόσμια δραστηριότητα και τον πληθωρισμό», αναφέρεται στην έκθεση. «Άλλοι κίνδυνοι περιλαμβάνουν το οικονομικό άγχος που σχετίζεται με τα πραγματικά επιτόκια, τον επίμονο πληθωρισμό, την ασθενέστερη από την αναμενόμενη ανάπτυξη στην Κίνα, τον περαιτέρω κατακερματισμό του εμπορίου και τις καταστροφές που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή».

«Οι πρόσφατες επιθέσεις σε εμπορικά πλοία που διέρχονται από την Ερυθρά Θάλασσα έχουν ήδη αρχίσει να διαταράσσουν βασικές ναυτιλιακές διαδρομές, περιορίζοντας τη χαλαρότητα στα δίκτυα ανεφοδιασμού και αυξάνοντας την πιθανότητα πληθωριστικών συμφορήσεων. Σε ένα περιβάλλον κλιμακούμενων συγκρούσεων, ο ενεργειακός εφοδιασμός θα μπορούσε επίσης να διαταραχθεί σημαντικά, οδηγώντας σε άνοδο των τιμών της ενέργειας. Αυτό θα είχε σημαντικές επιπτώσεις στις τιμές άλλων εμπορευμάτων και θα ενίσχυε τη γεωπολιτική και οικονομική αβεβαιότητα, η οποία με τη σειρά της θα μπορούσε να περιορίσει τις επενδύσεις και να οδηγήσει σε περαιτέρω αποδυνάμωση της ανάπτυξης», σημειώνεται επίσης.

Αντίστοιχη ήταν η προειδοποίηση του πρώην επικεφαλής οικονομολόγοθ του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), John Llewellyn. «Έχει εξελιχθεί σε σοβαρό πρόβλημα», όπως είπε, θέτοντας την πιθανότητα σοβαρών διαταραχών στο παγκόσμιο εμπόριο στο 30%, από 10% που ήταν πριν από μια εβδομάδα. «Υπάρχει μια φρικτή και αναπόφευκτη εξέλιξη που θα μπορούσε να δει την κατάσταση στην Ερυθρά Θάλασσα να εξαπλώνεται στα στενά του Ορμούζ και στην ευρύτερη Μέση Ανατολή», ανέφερε.

Η σύγκρουση στη Μέση Ανατολή πέρασε σε άλλη φάση την Πέμπτη όταν δεκάδες βρετανικά και αμερικανικά πλήγματα έπληξαν τοποθεσίες των ανταρτών Χούθι στην Υεμένη. Τα χτυπήματα έγιναν ως αντίποινα για τις επιθέσεις τους εναντίον πλοίων στην Ερυθρά Θάλασσα, οι οποίες παρέλυσαν τις θαλάσσιες μεταφορές σε ένα από τα σημαντικότερα θαλάσσια κανάλια του κόσμου.

Ναυτεμπορική

Συνέχεια ανάγνωσης

Γεωοικονομία

Τι κρύβει η λυσσαλέα επίθεση του Bloomberg κατά των BRICS – Φόβος και τρόμος της παγκόσμιας ελίτ απέναντι στη Νέα Τάξη Πραγμάτων

Δημοσιεύτηκε

στις

Τα δημοσιεύματα του πρακτορείου και τα πραγματικά δεδομένα για την αλλαγή των παγκόσμιων ισορροπιών ισχύος

Στο πλαίσιο της παρακμής τής υπό την αμερικανική ηγεσία παγκοσμιοποίησης αναδείχθηκαν οι BRICS, ένας άτυπος όμιλος αναδυόμενων οικονομιών: Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα, Νότια Αφρική.
Παρέχει μια πλατφόρμα στα μέλη του προκειμένου να αμφισβητήσουν την αμερικανική ηγεμονία στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα  σε forum όπως η G7, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και η Παγκόσμια Τράπεζα.
Ο Sarang Shidore (The Nation, 17/8/23), διευθυντής του προγράμματος Global South στο Ινστιτούτο Quincy και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο George Washington, σημειώνει ότι πολλές χώρες του Παγκόσμιου Νότου είναι απογοητευμένες από το de facto καθεστώς του δολαρίου ως αποθεματικού νομίασματος, γιατί αφήνει τους οικονομίες στο έλεος των αμερικανικών επιτοκίων και των κρατικών πολιτικών όπως η ποσοτική χαλάρωση, και επιτρέπει σκληρά καθεστώτα κυρώσεων ώστε να διασφαλίζεται το υπάρχον status quo.
Για τον Παγκόσμιο Νότο, οι εναλλακτικοί δρόμοι τόσο της αναπτυξιακής χρηματοδότησης όσο και των νομισμάτων για τη διενέργεια διεθνών συναλλαγών είναι ελκυστικοί τρόποι για την επίτευξη αυτονομίας, την ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης και τουλάχιστον εν μέρει την προστασία τους από την απειλή των κυρώσεων.

Η κατάκτηση της αυτονομίας

Σχετικά, τα κράτη BRICS φαίνεται να επιδιώκουν το καθένα για τον εαυτό του διπλωματική αυτονομία, παίρνοντας ποικίλες θέσεις για τον πόλεμο στην Ουκρανία που έρχονται σε αντίθεση με την προτιμώμενη άποψη της Ουάσιγκτον (The Nation, 27/6/23) και δεν είναι πάντα σε τέλεια συγχρονισμό με αυτή του «R(ussia)» στα BRICS.
Τον Αύγουστο, η ομάδα των BRICS κάλεσε έξι νέα μέλη να ενταχθούν: Αργεντινή, Αίγυπτος, Αιθιοπία, Ιράν, Σαουδική Αραβία και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Περισσότερες από 40 χώρες εκδήλωσαν ενδιαφέρον να ενταχθούν στους BRICS, ενώ 23 υπέβαλαν επίσημα αίτηση για να γίνουν μέλη του ομίλου (Al Jazeera, 24/8/23).
Η Κίνα είναι…. πολύ μεγάλη;
Η προοπτική μιας ομάδα κρατών σχεδόν εξ ολοκλήρου από τον Παγκόσμιο Νότο να συνεργαστεί για να προωθήσει την ανεξάρτητη ανάπτυξη δήγησαν την υπηρεσία ειδήσεων Bloomberg να πραγματοποιήσει μια άνευ προηγούμενου επίθεση στο διεθνές forum
Το πρατορείο δημοσίευσε ένα άρθρο του Howard Chua-Eoan (8/18/23) με τίτλο «Οι BRICS είναι ένα ετερόκλητο σύνολο και πρέπει να διαλυθούν».
Το επιχείρημά του: Το μεγάλο πρόβλημα με τους BRICS είναι ότι η Κίνα (με την ακόμα τεράστια οικονομική επιρροή της) κυριαρχεί στην ομάδα – και το Πεκίνο θέλει να τη μετατρέψει σε ένα άλλο παγκόσμιο forum για επιλύσει τις αντιθέσεις του με τις ΗΠΑ και την ΕΕ.
Ο ισχυρισμός ότι η Κίνα «εξουσιάζει» τους BRICS είναι παραπλανητικός. Τρεις μελετητές (Conversation, 18/8/23) από το πρόγραμμα Rising Power Alliances του Πανεπιστημίου Tufts, το οποίο μελετά την εξέλιξη των BRICS και τη σχέση τους με τις ΗΠΑ, διαπίστωσαν ότι η απεικόνιση των BRICS ως ομάδας που κυριαρχείται από την Κίνα που επιδιώκει πρωτίστως αντι-αμερικανικές ή αντιδυτικές ατζέντες είναι άστοχη.
Αντίθετα, οι χώρες BRICS συνδέονται γύρω από κοινά αναπτυξιακά συμφέροντα και μια αναζήτηση μιας πολυπολικής παγκόσμιας τάξης στην οποία δεν κυριαρχεί καμία μεμονωμένη δύναμη.
Για παράδειγμα, οι συγγραφείς σημειώνουν:
Η Κίνα δεν μπόρεσε να προωθήσει ορισμένες βασικές προτάσεις πολιτικής.
Για παράδειγμα, από τη σύνοδο κορυφής των BRICS το 2011, η Κίνα προσπάθησε να συνάψει μια συμφωνία ελεύθερου εμπορίου στο πλαίσιο των BRICS, αλλά δεν μπόρεσε να λάβει υποστήριξη από άλλα κράτη.
Ομοίως, ο Shidore (The Nation, 17/8/23) επισημαίνει:
Το 2015, τα πέντε κράτη [BRICS] ίδρυσαν τη Νέα Αναπτυξιακή Τράπεζα, με επίκεντρο τη χρηματοδότηση υποδομών και τη βιώσιμη ανάπτυξη.
Αν και το ΑΕΠ της Κίνας είναι υπερδιπλάσιο από αυτό των υπόλοιπων κρατών BRICS μαζί, συμφώνησε σε μια ισότιμη εταιρική σχέση για τη διακυβέρνηση της τράπεζας και ίσο μερίδιο του εγγεγραμμένου κεφαλαίου 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων το καθένα.
G-7 and BRICS visions of the future: Coercive unipolarity or cooperative  multipolarity - Pearls and Irritations
«Η οικονομική ηγεσία των ΗΠΑ»

Το Bloomberg (29/8/23) αποδίδει την άνοδο των BRICS στο πλαίσιο των νέων γεωπολιτικών ισορροπιών ισχύος στην «αποστροφή έναντι της οικονομικής ηγεσίας των ΗΠΑ».
Σε άλλο άρθρο, η συντακτική επιτροπή του Bloomberg (29/8/23) ανησύχησε ότι η επέκταση των BRICS «θα μπορούσε να αποδυναμώσει τα υπάρχοντα κανάλια διεθνούς συνεργασίας σε μια εποχή που η συλλογική δράση για τις παγκόσμιες απειλές δεν ήταν ποτέ πιο επείγουσα πραγματικότητα».
Σύμφωνα με τους συγγραφείς του άρθρου, οι χώρες BRICS «παραμερίζουν τους υπάρχοντες θεσμούς» της «παγκόσμιας διακυβέρνησης», καθιστώντας έτσι την «πραγματικά πολυμερή συνεργασία πιο δύσκολη».
Η ανησυχία που διατυπώνεται αφορά τηνανάπτυξη της διεθνούς «συνεργασίας» ή της «συλλογικής δράσης για τις παγκόσμιες απειλές».
Το ενδιαφέρον που απηχεί ο εν λόγω προβληματισμός είναι η διατήρηση του σημερινού παγκόσμιου συστήματος.
Η ρίζα της απειλής για το status quo, σύμφωνα με το άρθρο, ήταν η έλλειψη ηγεσίας των ΗΠΑ:
Δεν είναι τυχαίο ότι οι BRICS  έρχονται μετά την απομάκρυνση των ΗΠΑ από την οικονομική ηγεσία – επιταχύνθηκε από την κυβέρνηση του Donald Trump και επιβεβαιώθηκε από τον Joe Biden.
Το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα είναι ολοένα και πλέον  χωρίς πηδάλιο.
Ο ΠΟΕ είναι σχεδόν ανύπαρκτος, τόσο καλός όσο έκλεισε λόγω παρεμπόδισης των ΗΠΑ.
Η οργανωτική αρχή της πολιτικής των ΗΠΑ δεν είναι πλέον η παγκόσμια ευημερία αλλά το «Made in America».
Οι αναδυόμενες οικονομίες αναζητούν εναλλακτικές λύσεις σε μια παγκόσμια τάξη πραγμάτων που φαίνεται να τις τοποθετεί στον πάτο.. της τροφικής αλυσίδας.

Η χειρότερη δυνατή συγκυρία

Ο χρόνος αυτής της μεταστροφής των συσχετισμών ισχύος δεν θα μπορούσε να είναι χειρότερος.
Τα υψηλότερα επιτόκια προσθέτουν στις οικονομικές πιέσεις που αντιμετωπίζουν πολλές χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος.
Εάν μια νέα παγκόσμια κρίση χρέους βρίσκεται μπροστά μας, η ζημιά δεν θα περιοριστεί.
Το  κόστος της κλιματικής αλλαγής αυξάνεται και οι προσπάθειες των άBRICS για τον περιορισμό τους θα είναι καθοριστικές.
Αυτές οι προκλήσεις είναι αναπόφευκτα παγκόσμιες και απαιτούν μια συνεργατική παγκόσμια απάντηση.
Όλα αυτά καθιστούν τη διάσπαση της πολυμερούς τάξης πραγματικά επικίνδυνη.
Υποκινούμενοι από τη διεύρυνση των BRICS, οι ΗΠΑ και οι εταίροι τους θα πρέπει να εργαστούν επειγόντως για να την ανατάξουν .
Οι συντάκτες παρερμηνεύουν την έκκληση των BRICS.
Όπως το έθεσε ο Martin Wolf στους Financial Times (23/5/23), «Αυτό που φέρνει κοντά τα μέλη του είναι η επιθυμία να μην εξαρτώνται από τις ιδιοτροπίες των ΗΠΑ και των στενών συμμάχων τους, που κυριαρχούν στη παγκόσμια σκηνή δύο αιώνες».
Ομοίως, ο Shidore (The Nation, 17/8/23) έγραψε:
Οι πολλαπλές αποτυχίες της παγκόσμιας τάξης υπό την ηγεσία των ΗΠΑ να υποστηρίξει ουσιαστικά δύο βασικές απαιτήσεις των κρατών του Παγκόσμιου Νότου – την οικονομική ανάπτυξη και τη διαφύλαξη της κυριαρχίας- δημιουργούν μια ζήτηση για εναλλακτικές δομές για την διεθνή τάξη.
Η διεθνολόγος Astrid Prange έκανε παρόμοια πρατήρηση στη Deutsche Welle (4/10/23):
Το 2014, με 50 δισεκατομμύρια δολάρια (περίπου 46 δισεκατομμύρια ευρώ) σε χρήμα εκκίνησης, τα κράτη BRICS εγκαινίασαν τη Νέα Τράπεζα Ανάπτυξης ως εναλλακτική λύση έναντι της Παγκόσμιας Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Επιπλέον, δημιούργησαν έναν μηχανισμό ρευστότητας που ονομάζεται Contingent Reserve Arrangement για να υποστηρίξουν τα μέλη της ομάδας που αντιμετωπίζουν προβλήματα ρευστότητας.
Αυτές οι εναλλακτικές λύσεις δεν ήταν ελκυστικές μόνο για τα ίδια τα κράτη BRICS, αλλά και για πολλές άλλες αναπτυσσόμενες και αναδυόμενες οικονομίες που είχαν οδυνηρές εμπειρίες με τα προγράμματα διαρθρωτικής προσαρμογής και τα μέτρα λιτότητας του ΔΝΤ.
Αυτός είναι ο λόγος που πολλά κράτη δήλωσαν ότι μπορεί να ενδιαφέρονται να ενταχθούν στην ομάδα BRICS.
Σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς του αρθρογράφου του Bloomberg, δεν είναι η λεγόμενη «απομάκρυνση από την οικονομική ηγεσία» των ΗΠΑ ή η παράλυση του ΔΝΤ, της Παγκόσμιας Τράπεζας και του ΠΟΕ, που κάνουν την ομάδα των BRICS ελκυστική.
Είναι ακριβώς ότι η «πολυμερής τάξη» στην οποία αναφέρεται το Bloomberg είναι υπό την ηγεσία των ΗΠΑ και ότι οι ΗΠΑ έχουν χρησιμοποιήσει τον ασφυκτικό τους έλεγχο σε αυτούς τους θεσμούς για να εκμεταλλευτούν και να ελέγξουν τα φτωχότερα έθνη.
Στιγμιότυπο_οθόνης_2023-09-16_152001.png
Το… δημοκρατικό πρόβλημα

Το Bloomberg (28/8/23) επικρίνει τους BRICS για έλλειψη δημοκρατικών θεσμών.
Εν τω μεταξύ, στο ΔΝΤ, οι χώρες με το 14% του παγκόσμιου πληθυσμού λαμβάνουν το 59% των ψήφων.
Το Bloomberg (28/8/23) δημοσίευσε επίσης ένα άρθρο του Giovanni Salzano, με τίτλο «Η διεύρυνση των BRICS πρόκειται να επιδεινώσει το δημοκρατικό πρόβλημα της ομάδας».
Το άρθρο σχολιάζει ότι, από τα έξι κράτη που προσκλήθηκαν να συμμετάσχουν στις BRICS, μόνο η Αργεντινή μπορεί να θεωρηθεί δημοκρατία —αν και ελαττωματική.
Αυτό σημαίνει ότι η διεύρυνση θα αφήσει την ομάδα να κυριαρχείται από μη δημοκρατικές χώρες, με επτά από αυτές έχουν ημιαυταρχικά ή αυταρχικά καθεστώτα.
Αφήνοντας κατά μέρος το «πρόβλημα της δημοκρατίας» των κρατών που βρίσκονται στον Salzano του παγκόσμιου συστήματος υπό την ηγεσία των ΗΠΑ —όπως ο Καναδάς και οι ίδιες οι ΗΠΑ— ο Salzano περιγράφει μια… υπερβολικά στενή αντίληψη της δημοκρατίας.
Εστιάζει αποκλειστικά στα εσωτερικά πολιτικά συστήματα των εθνών BRICS, αγνοώντας εάν οι BRICS θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση της έλλειψης δημοκρατικών διαδικασιών στους υπάρχοντες διεθνείς οργανισμούς.
Για παράδειγμα, όπως τόνισε το Al Jazeera (22/8/23):
Τα πέντε κράτη BRICS έχουν τώρα ένα συνδυασμένο ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ) μεγαλύτερο από αυτό της G7 σε όρους μονάδων αγοραστικής δύναμης.
Σε ονομαστικούς όρους, οι χώρες BRICS παράγουν για το 26% του παγκόσμιου ΑΕΠ.
Παρόλα αυτά, έχουν μόνο το 15% της δύναμης ψήφου στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ).
Τα κράτη της ομάδας των BRICS αντιπροσωπεύουν περίπου το 40% του παγκόσμιου πληθυσμού (Reuters, 24/8/23) ενώ η G7 φιλοξενεί μόλις το 10% (FT, 23/5/23).
Ο Jason Hickel (Al Jazeera, 26/11/20) καθηγητής στο London School of Economics παρατήρησε:
Οι ηγέτες της Παγκόσμιας Τράπεζας και του ΔΝΤ δεν εκλέγονται, αλλά ορίζονται από τις ΗΠΑ και την Ευρώπη…
Οι ΗΠΑ έχουν de facto δικαίωμα veto σε όλες τις σημαντικές αποφάσεις και μαζί με την υπόλοιπη G7 και την Ευρωπαϊκή Ένωση ελέγχουν πάνω από το ήμισυ των ψήφων και σου
Αν δούμε τις κατανομές ψήφων σε όρους κατά κεφαλήν κατανομής με βάση τον πληθυσμό, οι ανισότητες αποκαλύπτονται ότι είναι πραγματικά ακραίες.
Για κάθε ψήφο που έχει ο μέσος άνθρωπος στον Βορρά, ο μέσος άνθρωπος στον Παγκόσμιο Νότο έχει μόνο το ένα όγδοο της ψήφου (και ο μέσος Νοτιοασιάτης έχει μόνο το ένα εικοστό της ψήφου).
Είναι πολύ νωρίς για να πούμε εάν οι BRICS θα βοηθήσουν τις χώρες στον Παγκόσμιο Νότο να αναπτυχθούν με τους δικούς τους όρους.
Αλλά η επίθεση του Bloomberg στην ομάδα είναι πιθανώς … καλό σημάδι για την αναδιάταξη των γεωπολιτικών συσχετισμών ισχύος εις βάρος της Δύσης.
Στιγμιότυπο_οθόνης_2023-09-16_160235.pngΣτιγμιότυπο_οθόνης_2023-09-16_160041.png

Στιγμιότυπο_οθόνης_2023-09-16_160333.png
www.bankingnews.gr

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινφογνώμων

Infognomon Logo

Περιηγηθείτε στα κορυφαία βιβλία του βιβλιοπωλείου μας

Προβολή όλων

Δημοφιλή