Ακολουθήστε μας

Ινδία

Στα ύψη το γεωπολιτικό ρίσκο – Σύγκρουση Κίνας – Ινδίας, ένταση στην κορεατική χερσόνησο και τουρκική εισβολή στο Βόρειο Ιράκ

Δημοσιεύτηκε

στις

Αυξάνεται το γεωπολιτικό ρίσκο – Δύο μέτωπα σε Ινδία – Κίνα και κορεατική χερσόνησο
Ανησυχία προκαλεί στους αναλυτές η αύξηση του γεωπολιτικού ρίσκου στον πλανήτη, με φόντο την κλιμάκωση της έντασης μεταξύ Ινδίας και Κίνας, τη νέα κρίση που έχει ξεσπάσει στην κορεατική χερσόνησο και την εισβολή τουρκικών δυνάμεων στο Βόρειο Ιράκ με στόχο Κούρδους αντάρτες. 
Οι δύο χώρες έχουν εγκλωβιστεί σε ένα αδιέξοδο δεκαετιών λόγω των ανταγωνιστικών τους ισχυρισμών για μεγάλα, ακατοίκητα τμήματα της οροσειράς στα σύνορα.
Κίνα και Ινδία ενεπλάκησαν σε πόλεμο στην περιοχή το 1962.
Έκτοτε, οι εντάσεις έχουν εξελιχθεί σε ένοπλες συγκρούσεις αρκετές φορές, όπως συνέβη το 2013 και τέσσερα χρόνια αργότερα.
Την ίδια ώρα, στο άλλο μεγάλο μέτωπο γεωπολιτικής σύγκρουσης στην κορεατική χερσόνησο, η Βόρεια Κορέα απέρριψε την πρόταση της Νότιας Κορέας για ειδικούς απεσταλμένους, προκειμένου να ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις, μετά την ανατίναξη του γραφείου διασύνδεσης των δύο χωρών από την Πιόνγιανγκ.
Στο πολύπαθο Ιράκ, η Τουρκία ανέπτυξε ειδικές δυνάμεις στα βόρεια της χώρας, στο πλαίσιο χερσαίας επιχείρησης εναντίον ανταρτών της αυτονομιστικής οργάνωσης Εργατικό Κόμμα Κουρδιστάν (PKK), με την υποστήριξη της Πολεμικής Αεροπορίας και του Πυροβολικού.

Κίνα και Ινδία συμφώνησαν να κατευνάσουν την ένταση στα σύνορά τους, μετά τη συνδιάλεξη των ΥΠΕΞ τους
Η Κίνα και η Ινδία συμφώνησαν να «κατευνάσουν την ένταση» μετά τις πολύνεκρες συγκρούσεις στη μεθόριο μεταξύ των δύο χωρών, ανακοίνωσε σήμερα 17/6 το Πεκίνο έπειτα από την τηλεφωνική συνδιάλεξη που είχαν οι αντίστοιχοι αρχηγοί της διπλωματίας των δύο κρατών.
Οι χθεσινές συγκρούσεις σε μια κοιλάδα των Ιμαλαΐων, στη διαφιλονικούμενη μεθόριο των δύο χωρών, είχαν ως αποτέλεσμα τουλάχιστον 20 νεκρούς στο στρατόπεδο της Ινδίας, ενώ το Πεκίνο μέχρι στιγμής δεν έχει ανακοινώσει θύματα στις τάξεις του. Πρόκειται για την πρώτη σύγκρουση με νεκρούς ανάμεσα στις δύο χώρες έπειτα από πολλές δεκαετίες.
«Οι δύο πλευρές συμφώνησαν να αντιμετωπίσουν κατά τρόπο ισότιμο τα σοβαρά γεγονότα που προκλήθηκαν από τη σύγκρουση στην κοιλάδα του Γκαλουάν», δήλωσε το υπουργείο Εξωτερικών της Κίνας σε δελτίο Τύπου που εξέδωσε μετά τη συζήτηση που είχαν ο Κινέζος υπουργός Wuangh Yee και ο Ινδός ομόλογός του S. Jaisankar.
Το Πεκίνο και το Νέο Δελχί συμφώνησαν να «σεβασθούν τη συναίνεση που θα επιτευχθεί κατά τη διάρκεια των συναντήσεων των στρατιωτικών από τα δύο μέρη, να κατευνάσουν το συντομότερο δυνατό την κατάσταση στο σημείο και να διατηρήσουν την ειρήνη και την ηρεμία στις παραμεθόριες περιοχές», πρόσθεσε η κινεζική διπλωματία.
Οι δύο χώρες είχαν συγκρουσθεί στρατιωτικά για τα σύνορά τους το 1962.

Νεκροί 20 Ινδοί στρατιώτες σε συγκρούσεις με κινεζικά στρατεύματα
Είκοσι είναι οι Ινδοί στρατιώτες που σκοτώθηκαν σε συγκρούσεις που σημειώθηκαν με κινεζικά στρατεύματα σε διαφιλονικούμενη συνοριακή περιοχή, ανακοίνωσε ο ινδικός στρατός.
Η Κίνα ανέφερε ότι δεν επιθυμεί άλλες συγκρούσεις στα σύνορα με την Ινδία μετά τη βία της Δευτέρας.
 Ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών Zhao Lijian, επανέλαβε ότι δεν πρέπει να κατηγορηθεί η Κίνα για τη σύγκρουση και είπε ότι η συνολική κατάσταση στα σύνορα είναι σταθερή και ελεγχόμενη.
Σύμφωνα με Ινδούς αξιωματούχους, δεν υπήρξαν πυροβολισμοί, αλλά οι στρατιώτες χτυπήθηκαν με πέτρες κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης που ξέσπασε μεταξύ των δύο πλευρών στην απομακρυσμένη κοιλάδα του Galwan.
Το υπουργείο Εξωτερικών της Ινδίας δήλωσε ότι υπήρξαν θύματα και από τις δύο πλευρές, αλλά η Κίνα δεν έχει αποκαλύψει μέχρι τώρα ανθρώπινες απώλειες.
Νωρίτερα, ο στρατός είχε ανακοινώσει πως τρεις Ινδοί -ένας αξιωματικός και δύο στρατιώτες- σκοτώθηκαν σε μια βίαιη αντιπαράθεση με κινεζικά στρατεύματα στις πρώτες απώλειες έπειτα από 53 χρόνια ως αποτέλεσμα μιας σύγκρουσης ανάμεσα στις δύο πυρηνικές δυνάμεις και γειτονικές χώρες.
Στην τελευταία τους ανακοίνωση, οι ινδικές ένοπλες δυνάμεις τόνισαν πως 17 βαριά τραυματισμένοι Ινδοί στρατιώτες υπέκυψαν στα τραύματά τους.
Εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών της Κίνας κατηγόρησε τα ινδικά στρατεύματα ότι «διέσχισαν παράνομα τα σύνορα δύο φορές και πραγματοποίησαν προκλητικές επιθέσεις εναντίον Κινέζων στρατιωτών, με αποτέλεσμα σοβαρές συγκρούσεις».
Image
Κλιμακώνεται η ένταση στην κορεατική χερσόνησο – Η Πιόνγιανγκ απορρίπτει τους ειδικούς απεσταλμένους της Σεούλ
Στην κορεατική χερσόνησο η ένταση κλιμακώνεται, καθώς η Βόρεια Κορέα ανακοίνωσε σήμερα ότι απέρριψε την προσφορά της Νότιας Κορέας για την αποστολή ειδικών απεσταλμένων, ενώ άφησε να εννοηθεί ότι θα προχωρήσει στην επιστροφή των στρατιωτικών δυνάμεών της, στα αποστρατικοποιημένα τμήματα της συνοριακής γραμμής.
Πρόκειται για την τελευταία εξέλιξη, ως προς την επιδίωξη της Πιονγκιάνγκ για την υποβάθμιση των προσπαθειών ειρήνευσης στην Κορεατική Χερσόνησο, όπως μεταδίδει το Reuters.
Η προειδοποίηση έγινε από το κρατικό πρακτορείο ειδήσεων της Βόρειας Κορέας KCNA, μία ημέρα μετά την ανατίναξη από τη Βόρεια Κορέα του γραφείου διασύνδεσης με τη Νότια Κορέα που είχε συγκροτηθεί σε συνοριακή πόλη, στο πλαίσιο συμφωνίας του 2018, μεταξύ των ηγετών των δύο χωρών.
Η κλιμάκωση της έντασης προκλήθηκε με αφορμή προπαγανδιστικά φυλλάδια που εστάλησαν από αποστάτες.
Ο πρόεδρος της Νότιας Κορέας Moon Jae In προσφέρθηκε τη Δευτέρα να στείλει το σύμβουλο του για ζητήματα εθνικής ασφάλειας, μαζί με τον αρχηγό των μυστικών υπηρεσιών της Νότιας Κορέας, ως ειδικούς απεσταλμένους.
Ωστόσο, η Kim Yo Jong, αδερφή του Βορειοκορεάτη ηγέτη Kim Yong Un και ένας υψηλόβαθμος αξιωματούχος στην Πιονγιάνγκ “απέρριψαν ουσιαστικά την αγενή και δόλια πρόταση,” όπως ανέφερε το KCNA.

Τι επιδιώκει η Βόρεια Κορέα; Ο ρόλος της αδερφής του Kim Yong Un
Το μεγάλο ερώτημα ωστόσο είναι γιατί η Πιόνγιανγκ προχώρησε σε αυτή την πράξη και τι σηματοδοτεί για τη συνέχεια η κλιμάκωση της έντασης.
Οι αναλυτές επικεντρώνονται στον ρόλο της Kim Yo Jong, αδερφής του Kim Yong Un, η οποία βγαίνει δυναμικά στο προσκήνιο, εν μέσω των φημών για την υγεία του Βορειοκορεάτη ηγέτη, αλλά και στις σχέσεις του με τον πρόεδρο των ΗΠΑ Donald Trump.
Η ανατίναξη του Γραφείου Διασύνδεσης αποτελεί ένα ηχηρό μήνυμα, καθώς αποτελούσε σύμβολο της ειρηνευτικών συνομιλιών με τη Νότια Κορέα, οι οποίες βέβαια έχουν καταρρεύσει εδώ και 1,5 χρόνο.
Mετά τη συνάντηση του προέδρου των ΗΠΑ Donald Trump με τον ηγέτη της Βόρειας Κορέας Kim Jong-un το 2019, υπήρχε η προσδοκία ότι ο Βορράς θα εγκαταλείψει το πρόγραμμα πυρηνικών όπλων.
Αλλά τίποτα δεν προέκυψε επί της ουσίας από αυτές τις πολυδιαφημισμένες συνόδους κορυφής.
Παράλληλα, τους τελευταίους μήνες υπήρξαν έντονες εικασίες σχετικά με την πραγματική κατάσταση που επικρατεί στη Βόρεια Κορέα, όσον αφορά τον κορωνοϊό, καθώς η  Πιόνγιανγκ ισχυρίζεται ότι δεν έχει κρούσματα.
Οι φήμες περιστρέφονται και γύρω από την υγεία του Kim Jong-un και εάν ετοιμάζεται να αναλάβει την εξουσία η αδερφή του, εφόσον χρειαστεί.
Γιατί λοιπόν ο Βορράς έκανε αυτό το βήμα τώρα και τι σημαίνει;
Το BBC ζήτησε τη γνώμη ειδικών αναλυτών που παρακολουθούν τα τεκταινόμενα στην κορεατική χερσόνησο.
Η Πιονγκγιάνγκ θα μπορούσε να προκαλέσει μία νέα κρίση, σημειώνει ο συγγραφέας Ankit Panda, συγγραφέας του βιβλίου «Kim Jong Un and the Bomb: Survival and Deterrence in North Korea».
Όπως εξηγεί, η ανατίναξη του Γραφείου Διασύνδεσης συνέβη λίγο μετά την 20ή επέτειο της πρώτης διακορεατικής συνόδου κορυφής.
Σίγουρα η καταστροφή του Διακορεατικού Γραφείου Διασύνδεσης είναι μια επιβλητική υπενθύμιση των τρόπων με τους οποίους η διακορεατική συνεργασία έχει πάει στραβά στο παρελθόν.
Η πλευρά της Βόρειας Κορέας είχε στείλει τελεσίγραφο στη Νότια Κορέα, επικαλούμενη τις πρόσφατες δραστηριότητες αντιφρονούντων στη Νότια Κορέα.
Όπως τονίζει ο Panda, ενδέχεται τις επόμενες μέρες να δούμε και άλλες δράσεις από τους Βορειοκορεάτες, τα οποία θα μπορούσαν να κυμαίνονται από προκλητικές στρατιωτικές ασκήσεις, έως βήματα για την ανατροπή των επιτευγμάτων της Συνολικής Στρατιωτικής Συμφωνίας του Σεπτεμβρίου 2018, μεταξύ των δύο χωρών.
Όσον αφορά τον στρατηγικό σκοπό πίσω από αυτές τις προκλήσεις, πολλά στοιχεία παραμένουν ασαφή.
Η Πιονγιάνγκ μπορεί να επιδιώκει να δημιουργήσει μια κρίση για να ενθαρρύνει τον Πρόεδρο της Νότιας Κορέας Moon Jae-in, να προωθήσει τα έργα της Κορεατικής οικονομικής συνεργασίας.
Δεν αποκλείεται όμως να συνδέονται με μια εσωτερική προσπάθεια της Βόρειας Κορέας να νομιμοποιήσει στο εσωτερικό την αδερφή του Kim Jong-un, η οποία βρίσκεται στο προσκήνιο από τότε που ξέσπασε η φημολογία σχετικά με την υγεία του Βορειοκορεάτη ηγέτη.
Σε τελική ανάλυση, ήταν αυτή που ανακοίνωσε την επικείμενη καταστροφή του Διακορεατικού Γραφείου, εξαπολύοντας απειλές κατά της Σεούλ.
Μία άλλη παράμετρο θέτει ο Van Jackson, Αμερικανός πολιτικός επιστήμονας και συγγραφέας του βιβλίου «On the Brink: Trump, Kim, and the Threat of Nuclear War», o οποίος σημειώνει ότι είναι πιθανό ο Kim Yong Un να αισθάνεται προδομένος από τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Donald Trump, μετά τις αποτυχημένες συνόδους τους.
Ο Kim συμμετείχε σε αυτές τις συναντήσεις με την προσδοκία να εξασφαλίσει την άρση των τιμωρητικών οικονομικών κυρώσεων, ωστόσο δεν πήρε τίποτα.
Δεύτερον, η οικονομία της Βόρειας Κορέας βρίσκεται υπό πίεση, καθώς έχει περιοριστεί το εμπόριο με την Κίνα, λόγω της Covid-19 και της κλιμακούμενης πίεσης των ΗΠΑ, καθιστώντας επιτακτική την ανάγκη για χαλάρωση των κυρώσεων.
Τρίτον, η αδερφή του Kim Jong-un πρέπει να δείξει δύναμη και ικανότητα τόσο στις ελίτ όσο και στη στρατιωτική ηλικιωμένη γενιά της Βόρειας Κορέας.
Δεν είναι σαφές εάν η προσπάθεια εντάσσεται στην προτετοιμασία για τη διαδοχή του Kim Jong-un, λόγω της κακής του υγείας.
Η Βόρεια Κορέα στοχεύει στρατηγικά τη Νότια Κορέα, καθώς δεν επιθυμεί να επιτεθεί απευθείας στις ΗΠΑ και επιλέγει έναν πιο ευάλωτο στόχο, για να πετύχει τους σκοπούς της.

Το χρονικό
Η Βόρεια Κορέα κατέστρεψε με έκρηξη σήμερα το Γραφείο Διασύνδεσης με τη Νότια Κορέα στην πόλη Καεσόνγκ κοντά στη μεθόριο μεταξύ των δύο χωρών, όπως ανακοίνωσε το υπουργείο Ενοποίησης στη Σεούλ.

Εκπρόσωπος του υπουργείου, δήλωσε ότι η έκρηξη από την οποία καταστράφηκε το γραφείο, σημειώθηκε το απόγευμα (τοπική ώρα), χωρίς ωστόσο να δώσει άλλες διευκρινίσεις.
Νοτιοκορεατικά μέσα ενημέρωσης μετέδωσαν ότι ακούστηκε μία έκρηξη και εμφανίστηκε καπνός πάνω από την Καεσόνγκ, όπως μετέδωσε το Reuters.
Η Βόρεια Κορέα έχει εξαπολύσει αρκετές απειλές εναντίον της Νότιας τις τελευταίες ημέρες, ενώ είχε προειδοποιήσει ότι θα καταστρέψει το γραφείο που δημιουργήθηκε το 2018.
Σε αυτό εργάζονταν δεκάδες αξιωματούχοι και από τις δύο χώρες, όμως παρέμενε κλειστό από τον Ιανουάριο εξαιτίας της πανδημίας του κορωνοϊού.
Η όξυνση των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών ξεκίνησε με αφορμή Βορειοκορεάτες αποστάτες στη Νότια Κορέα οι οποίοι στέλνουν στη χώρα τους προπαγανδιστικό υλικό κατά του καθεστώτος της Πιονγκγιάνγκ και τρόφιμα.
Η Βόρεια Κορέα είχε καταστήσει σαφές την περασμένη εβδομάδα ότι εξοργίστηκε από τους αποστάτες και έκοψε όλους τους διαύλους επικοινωνίας με τη Σεούλ, ενώ είχε απειλήσει να κλείσει και το γραφείο σύνδεσης των δύο χωρών.
Η αδελφή του Βορειοκορεάτη ηγέτη Kim Yong Un, η Kim Yo Jong, είχε απειλήσει ότι η Βόρεια Κορέα θα εκδικηθεί και “σίγουρα θα διακόψει τους δεσμούς της” με τη Νότια, αφού η Πιονγκγιάνγκ κατηγόρησε τη Σεούλ ότι δεν κατάβαλε καμία προσπάθεια για να αντιμετωπίσει αυτή την εκστρατεία “προπαγάνδας” από το έδαφός της.

Εισβολή τουρκικών δυνάμεων στο Βόρειο Ιράκ – Στόχος οι Κούρδοι αντάρτες
Eιδικές δυνάμεις στο βόρειο Ιράκ ανέπτυξε η Τουρκία, στο πλαίσιο χερσαίας επιχείρησης εναντίον ανταρτών της αυτονομιστικής οργάνωσης Εργατικό Κόμμα Κουρδιστάν (PKK), με την υποστήριξη της Πολεμικής Αεροπορίας και του Πυροβολικού, όπως μεταδίδουν τα διεθνή πρακτορεία ειδήσεων.
«Η επιχείρηση “Νύχια της Τίγρης” άρχισε.
Οι ηρωικοί καταδρομείς μας βρίσκονται στη Χαφτάνιν», ανέφερε το υπουργείο Άμυνας της Τουρκίας μέσω Twitter, χωρίς να διευκρινίσει πόσα είναι τα στελέχη των τουρκικών Ειδικών Δυνάμεων που συμμετέχουν σε αυτή την επιχείρηση.
Οι τούρκοι καταδρομείς «υποστηρίζονται από ελικόπτερα, από οπλισμένα και άοπλα τηλεκατευθυνόμενα μη επανδρωμένα αεροσκάφη» και μεταφέρθηκαν από την αεροπορία, συνέχισε.
Το υπουργείο Άμυνας της Τουρκίας δικαιολόγησε την επιχείρηση αυτή επικαλούμενο την πρόσφατη αναζωπύρωση των επιθέσεων ανταρτών εναντίον «αστυνομικών τμημάτων μας και βάσεων» του τουρκικού στρατού κοντά στα σύνορα με το Ιράκ.
Συμπλήρωσε ότι πριν από την ανάπτυξη των καταδρομέων, έγιναν εντατικοί βομβαρδισμοί από το Πυροβολικό.
Η επιχείρηση προεξοφλείται πως θα προκαλέσει εκ νέου τριβές ανάμεσα στην Άγκυρα και τη Βαγδάτη, η οποία κάλεσε την Τρίτη τον τούρκο πρεσβευτή για να του εκφράσει τη διαμαρτυρία της ιρακινής κυβέρνησης για τα πλήγματα που εξαπέλυσε η τουρκική Πολεμική Αεροπορία στην ιρακινή επικράτεια αυτή την εβδομάδα.
Η Άγκυρα ανακοίνωσε ότι διεξήγαγε τη νύχτα της Κυριακής προς Δευτέρα πλήγματα στις ορεινές περιοχές Καντίλ, Σίντζαρ και Χακούρκ, στο βόρειο Ιράκ.
Βάφτισε αυτή την επιχείρηση «Νύχια του Αετού».
Οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις βάζουν συχνά στο στόχαστρο μέλη του εκτός νόμου αυτονομιστικού κινήματος Εργατικό Κόμμα Κουρδιστάν (PKK), τόσο στο νοτιοανατολικό τμήμα της Τουρκίας – όπου το μεγαλύτερο μέρος των κατοίκων ανήκει στην κουρδική μειονότητα – όσο και στο βόρειο Ιράκ, όπου η ένοπλη οργάνωση έχει εγκαταστήσει βάσεις μετόπισθεν.
Η τουρκική κυβέρνηση έχει απειλήσει επανειλημμένα τα τελευταία χρόνια ότι θα εξαπολύσει ευρείας κλίμακας χερσαία εκκαθαριστική επιχείρηση εναντίον βάσεων του PKK στις ορεινές περιοχές Καντίλ και Σίντζαρ.
Το PKK, τρομοκρατική οργάνωση για τις κυβερνήσεις της Τουρκίας, των ΗΠΑ και της ΕΕ, πήρε τα όπλα εναντίον του τουρκικού κράτους το 1984.
Στον πόλεμο χαμηλής έντασης που διεξάγεται έκτοτε, κυρίως σε απομακρυσμένες επαρχίες της νοτιοανατολικής Τουρκίας, έχουν χάσει τη ζωή τους πάνω από 40.000 άνθρωποι.

www.bankingnews.gr

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινδία

Tο Πακιστάν χρησιμοποιεί διεθνή βοήθεια για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Κατηγορίες από τον υπουργό Αμύνης της Ινδίας κατά του Πακιστάν, ότι χρησιμοποιεί κονδύλια από διεθνείς χρηματοδοτήσεις για την υποστήριξη της Τρομοκρατίας.

Ο υπουργός Άμυνας της Ινδίας Rajnath Singh δήλωσε την Κυριακή ότι η Ινδία θα ήταν πρόθυμη να παράσχει στο Πακιστάν πακέτο οικονομικής βοήθειας μεγαλύτερο από αυτό που ζητά η χώρα από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), εάν το Ισλαμαμπάντ διατηρούσε φιλικές σχέσεις με το Νέο Δελχί.

Μιλώντας σε εκλογική συγκέντρωση στην περιοχή Bandipora, στο Τζαμού και Κασμίρ, ο Singh δήλωσε: «Ο πρώην πρωθυπουργός Atal Bihari Vajpayee έλεγε ότι μπορείτε να αλλάξετε τους φίλους σας, αλλά όχι τους γείτονές σας. Αν η γειτονική μας χώρα Πακιστάν διατηρούσε καλύτερες σχέσεις μαζί μας, θα είχαμε δώσει στο Πακιστάν περισσότερα κεφάλαια από αυτά που ζήτησαν από το ΔΝΤ».

Ο Σινγκ πρόσθεσε ότι οι εκλογές στο Τζαμού και Κασμίρ είναι μια επίδειξη της δημοκρατίας και της δύναμης της Ινδίας. Εξέφρασε την ελπίδα για την επιστροφή της περιοχής στην ειρήνη και την ανάπτυξη, σύμφωνα με το όραμα του Vajpayee για «Insaniyat (ανθρωπότητα), Jamhooriyat (δημοκρατία) και Kashmiriyat (το πνεύμα του Κασμίρ).»

Ο Ινδός υπουργός Άμυνας τόνισε ένα αναπτυξιακό πακέτο για το Τζαμού και το Κασμίρ, που ανακοινώθηκε από τον πρωθυπουργό Ναρέντρα Μόντι το 2014 και το 2015, το οποίο έκτοτε έχει αυξηθεί για να ξεπεράσει το ποσό που ζητά το Πακιστάν από το ΔΝΤ. «Εάν οι σχέσεις ήταν καλύτερες, θα είχαμε δώσει στο Πακιστάν περισσότερα χρήματα από αυτά που ζητούσαν από το ΔΝΤ», επανέλαβε ο Σινγκ.

Ο Σινγκ κατηγόρησε το Πακιστάν ότι χρησιμοποιεί διεθνή κονδύλια για να υποστηρίξει «εργοστάσια τρομοκρατίας» εντός των συνόρων του, σε αντίθεση με την οικονομική υποστήριξη της Ινδίας για την ανάπτυξη στο Τζαμού και Κασμίρ.

«Όποτε κάναμε έρευνα για την τρομοκρατία, βρήκαμε την εμπλοκή του Πακιστάν. Οι διαδοχικές κυβερνήσεις μας προσπάθησαν να κάνουν το Πακιστάν να καταλάβει ότι πρέπει να σταματήσει τα τρομοκρατικά στρατόπεδα, αλλά χωρίς αποτέλεσμα», είπε ο Σινγκ.

Υποστήριξε ότι η χρήση της τρομοκρατίας από το Πακιστάν ως εργαλείο πολιτικής κατά της Ινδίας οδήγησε στην απομόνωσή του σε διεθνείς πλατφόρμες, με ακόμη και τους παραδοσιακούς συμμάχους να αποστασιοποιούνται.

Ο Σινγκ προειδοποίησε για πιθανά αντίποινα σε περίπτωση τρομοκρατικής επίθεσης σε ινδικό έδαφος. «Εάν συμβεί μια τρομοκρατική επίθεση στην Ινδία, θα εξαπολύσουμε επίσης μια αντεπίθεση, ανεξάρτητα από το πού μπορεί να βρίσκεται ο εχθρός», υποστήριξε.

Ολοκληρώνοντας την ομιλία του, ο Σινγκ τόνισε ότι οι διαδοχικές ινδικές κυβερνήσεις προέτρεψαν το Πακιστάν να διαλύσει τα τρομοκρατικά στρατόπεδα που λειτουργούν στην επικράτειά του. «Το Πακιστάν απέτυχε να το κάνει. Το Πακιστάν δεν πρέπει να ξεχνά ότι αυτή είναι μια νέα Ινδία, έτοιμη να πολεμήσει την τρομοκρατία όχι μόνο από αυτήν την πλευρά αλλά, αν χρειαστεί, και από την άλλη πλευρά των συνόρων», είπε.

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινδία

Το “Μεγάλο Μπαγκλαντές” προκαλεί ανησυχία για την ασφάλεια στη νότια Ασία

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Οι ριζοσπαστικές ισλαμιστικές ομάδες έχουν εκφράσει ανοιχτά την επιθυμία τους να ιδρύσουν ένα «Μεγάλο Μπαγκλαντές», ένα έδαφος που θα περικλείει τμήματα της βορειοανατολικής περιοχής της Ινδίας.

 

Η πολιτική αναταραχή στο Μπαγκλαντές, με αποκορύφωμα την απομάκρυνση της εκλεγμένης πρωθυπουργού Σεΐχη Χασίνα, έχει αναζωπυρώσει τις ανησυχίες για τις επεκτατικές φιλοδοξίες της χώρας. Οι ριζοσπαστικές ισλαμιστικές ομάδες, τώρα στην εξουσία, έχουν εκφράσει ανοιχτά την επιθυμία τους να ιδρύσουν ένα «Μεγάλο Μπαγκλαντές», ένα έδαφος που θα περικλείει τμήματα της βορειοανατολικής περιοχής της Ινδίας.

Το προτεινόμενο «Μεγάλο Μπαγκλαντές» θα περιλαμβάνει τη Δυτική Βεγγάλη, το Μπιχάρ, την Οντίσα, το Τζαρκάντ, το Σικίμ, το Αρουνάτσαλ Πραντές, το Ασάμ, τη Μεγκαλάγια, την Τριπούρα, τη Μιζοράμ, τη Μανιπούρ και τη Ναγκαλάντ και τμήματα της Μιανμάρ.

Ενώ το Μπαγκλαντές δεν διαθέτει τη στρατιωτική δύναμη ή τους πόρους για να εισβάλει απευθείας στην Ινδία, ο καθαρός πληθυσμός του άνω των 171,2 εκατομμυρίων – σημαντικά μεγαλύτερος από αυτόν ολόκληρης της βορειοανατολικής περιοχής – αποτελεί σημαντική δημογραφική απειλή.

Η ιστορία της διείσδυσης από το Μπαγκλαντές στην Ινδία χρονολογείται δεκαετίες πίσω. Τα πορώδη σύνορα και η γοητεία των οικονομικών ευκαιριών έχουν διευκολύνει την εισροή εκατομμυρίων Μπαγκλαντεσιανών πολλοί από τους οποίους έχουν εγκατασταθεί παράνομα. Οι κοσμικές πολιτικές των προηγούμενων ινδικών κυβερνήσεων ενθάρρυναν άθελά τους αυτή την εισροή. Η πλειοψηφία των εισβολέων ήταν μουσουλμάνοι. Το ζήτημα δεν είναι απλώς ένα ζήτημα της μετανάστευσης, αλλά ένα θέμα των δημογραφικών αλλαγών που έχουν τη δυνατότητα να επηρεάσουν το κοινωνικοπολιτικό τοπίο των συνοριακών κρατών της Ινδίας. Οι παράνομοι μετανάστες από το Μπαγκλαντές έχουν βρει πολιτικές και οικονομικές ευκαιρίες στην Ινδία, λαμβάνοντας συχνά υποστήριξη από ορισμένα πολιτικά κόμματα που επιδιώκουν να διευρύνουν τη βάση ψήφων τους.

Η άνοδος των ισλαμιστικών δυνάμεων στο Μπαγκλαντές, σε συνδυασμό με αυτή την ιστορική διείσδυση, αποτελεί σημαντική πρόκληση για την εσωτερική ασφάλεια της Ινδίας. Η έννοια του «Μεγάλου Μπαγκλαντές» μπορεί να φαίνεται τραβηγμένη στρατιωτικά, αλλά χρησιμεύει ως ιδεολογικό σημείο συγκέντρωσης ριζοσπαστικών στοιχείων στην περιοχή. Η πυκνότητα του πληθυσμού του Μπαγκλαντές, σε συνδυασμό με τα πορώδη σύνορα που μοιράζεται με την Ινδία, παρέχει ένα γόνιμο έδαφος για δημογραφική και πολιτιστική επιρροή στα συνορεύοντα ινδικά κράτη.

Τα βορειοανατολικά κράτη, ήδη ευάλωτα λόγω εξεγέρσεων, εθνοτικών εντάσεων και υπανάπτυξης, θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν πρόσθετες πιέσεις εάν η επεκτατική ρητορική του Μπαγκλαντές κερδίσει έλξη. Κράτη όπως το Assam και η Tripura έχουν ήδη δει σημαντικές δημογραφικές αλλαγές λόγω της παράνομης μετανάστευσης, η οποία έχει συχνά οδηγήσει σε εθνοτικές και κοινοτικές εντάσεις.

Επιπλέον, οι φιλοδοξίες του Μπαγκλαντές θα μπορούσαν επίσης να έχουν ευρύτερες περιφερειακές επιπτώσεις. Η Δυτική Βεγγάλη, το Μπιχάρ και η Οντίσα είναι ζωτικής σημασίας για την οικονομική και στρατηγική ασφάλεια της Ινδίας, με την Καλκούτα να λειτουργεί ως σημαντικό λιμάνι και τη βορειοανατολική περιοχή να λειτουργεί ως πύλη προς τη Νοτιοανατολική Ασία. Οποιαδήποτε αποσταθεροποίηση σε αυτή την περιοχή θα μπορούσε να έχει σοβαρές οικονομικές συνέπειες και συνέπειες για την ασφάλεια.

Καθώς ο Ινδο-Ειρηνικός αποκτά αυξημένη γεωστρατηγική σημασία, το Μπαγκλαντές έχει γίνει μια σημαντική χώρα και ένας πολυπόθητος σύμμαχος στην περιοχή για διάφορους λόγους. Πρώτιστο είναι η τοποθεσία του στα βόρεια του κόλπου της Βεγγάλης και κοντά στη συμβολή του Ινδικού και του Ειρηνικού Ωκεανού, που μαζί σχηματίζουν τον Ινδο-Ειρηνικό.

Το Μπαγκλαντές βρίσκεται σε στρατηγική θέση για χώρες που αναζητούν ερείσματα στον κόλπο και την ευρύτερη περιοχή Ινδο-Ειρηνικού. Γεωγραφικά, το Μπαγκλαντές βρίσκεται επίσης σε ιδανική τοποθεσία για να παρέχει στην ενδοχώρα του (που περιλαμβάνει τα βορειοανατολικά της Ινδίας και τα βασίλεια των Ιμαλαΐων του Νεπάλ και του Μπουτάν) και τις γειτονικές χώρες όπως η Κίνα με εύκολη πρόσβαση στη θάλασσα να παραβλέψουμε σημαντικά σημεία πνιγμού και ναυτιλιακές διαδρομές μέσω των οποίων οι εισαγωγές ζωτικής σημασίας ενέργειας και άλλοι πόροι διασχίζουν τον Κόλπο της Βεγγάλης και τη Θάλασσα Ανταμάν πριν εισέλθουν στο στενό της Μαλάκα.

Αυτοί οι υποστηρικτές πιστεύουν ότι καθώς το Μπαγκλαντές βρίσκεται στη συμβολή της Νότιας και της Νοτιοανατολικής Ασίας, η χώρα μπορεί να ξεφύγει από το καλούπι της Νότιας Ασίας και να γίνει πιο παγκόσμια δύναμη, επεκτείνοντας προς τη Νοτιοανατολική Ασία, στη Μιανμάρ, ιδιαίτερα επεκτείνοντας την επικράτεια των Ροχίνγκια.

Με ακτογραμμή 580 χιλιομέτρων, το Μπαγκλαντές θεωρεί τον Κόλπο της Βεγγάλης εκτεταμένη επικράτειά του. Διαθέτει σημαντικά ανεξερεύνητα αποθέματα φυσικού αερίου στον κόλπο και περισσότερο από το 90 τοις εκατό του διεθνούς εμπορίου της πραγματοποιείται μέσω της θάλασσας. Οι υποστηρικτές της ιδέας του «Μεγάλου Μπαγκλαντές» επιθυμούν να αξιοποιήσουν στο έπακρο τη γεωστρατηγική τοποθέτηση της χώρας.

Παρόλο που το Μπαγκλαντές φιλοξενεί εκατομμύρια μουσουλμάνους Ροχίνγκια, υπάρχουν υποστηρικτές στην προσωρινή κυβέρνηση και τα ισλαμιστικά κόμματα που πιστεύουν ότι η Ντάκα δεν πρέπει να ενεργεί απλώς για ανθρωπιστικούς λόγους, αλλά ως στρατηγικός παράγοντας που σταθμίζει τα υπέρ και τα κατά των προσφυγικών πολιτικών της. Το Cox’s Bazar, στο νοτιοανατολικό Μπαγκλαντές, φιλοξενεί σχεδόν ένα εκατομμύριο πρόσφυγες Ροχίνγκια και ισλαμιστές ριζοσπάστες είναι πιθανό να χρησιμοποιήσουν αυτή τη δύναμη εναντίον της Μιανμάρ για να εξαπολύσουν επιθέσεις στα σύνορα και πέρα ​​από αυτήν. Το ριζοσπαστικό ισλαμικό στρατιωτικό συγκρότημα Arakan Rohingya Salvation Army (ARSA), το οποίο έχει λάβει εκπαίδευση από το Jama’atul Mujahideen Bangladesh (JMB) με έδρα το Μπαγκλαντές και έχει δεσμούς με το Jamaat-e-Islami, εμπλέκεται σε δολοφονίες στην περιοχή Rakhine και μέλη του αυτό το ρούχο χρησιμοποιεί τακτικά τις συνοριακές περιοχές Μπαγκλαντές-Μυανμάρ και διαπράττει μια σειρά εγκλημάτων ενώ διαχειρίζεται επίσης διακίνηση ναρκωτικών, εμπορία όπλων, εμπορία ανθρώπων και απαγωγές. Κάθε λίγες μέρες, γίνονται ανελέητοι διασυνοριακοί πυροβολισμοί και βομβαρδισμοί μεταξύ του στρατού του Μπαγκλαντές και της Μιανμάρ. Οι κοινοτικές εντάσεις πυροδοτούνται από το Μπαγκλαντές, και αυτό έχει σοβαρές επιπτώσεις για τη Μιανμάρ συνολικά. Η κυβέρνηση αντιμετωπίζει μια τεράστια πρόκληση όσον αφορά τη βαθμονόμηση και την ενσωμάτωση των πολιτικών, πολιτικών και ασφαλών απαντήσεων της για να διασφαλίσει ότι η βία στα σύνορα και το Ραχίν δεν θα κλιμακωθεί και οι διακοινοτικές εντάσεις θα διατηρούνται υπό έλεγχο.

Ενώ το Μπαγκλαντές μπορεί να μην έχει τις στρατιωτικές δυνατότητες για να επεκτείνει φυσικά τα σύνορά του, οι δημογραφικές πιέσεις που μπορεί να ασκήσει στην Ινδία και τη Μιανμάρ είναι πραγματικές και ανησυχητικές. Η ανάληψη της εξουσίας από τους ριζοσπαστικούς ισλαμιστές στο Μπαγκλαντές και η αναβίωση της ιδέας του «Μεγάλου Μπαγκλαντές» θα πρέπει να χρησιμεύσει ως αφύπνιση για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής στη Μιανμάρ και την Ινδία. Από την πολιτική αναταραχή στο Μπαγκλαντές υπήρξε μια μετανάστευση ανθρώπων στη Μιανμάρ από το Μπαγκλαντές. Ένας αυξανόμενος αριθμός ανθρώπων φθάνει στα σύνορα της Μιανμάρ καθώς οι φρικαλεότητες σε μειονότητες στο Μπαγκλαντές συνεχίζουν να απωθούν τους ανθρώπους από τις πόλεις τους.

Ο πιθανός διευρυμένος ρόλος του στρατού σε μια τάξη μετά τη Χασίνα δεν μπορεί να παραβλεφθεί δεδομένης της ιστορίας του Μπαγκλαντές με στρατιωτικά πραξικοπήματα και την κυριαρχία του στρατού. Η εφημερίδα του Μπαγκλαντές Prothom Alo ανέφερε ότι κορυφαία στελέχη του στρατού και της αστυνομίας έπαιξαν κρίσιμο ρόλο στο να πείσουν τον κοσμικό ηγέτη Σέιχ Χασίνα να παραιτηθεί, ανοίγοντας το δρόμο για να αναλάβει μια φιλο-ισλαμιστική κυβέρνηση. Υπάρχει ήδη ένας πιο πολεμικός τόνος στη στάση των ενόπλων δυνάμεων του Μπαγκλαντές έναντι της Ινδίας και της Μιανμάρ.

Η ιδέα ενός Μεγάλου Μπαγκλαντές προωθείται επίσης μέσω της προπαγάνδας μέσω της οποίας οι ισλαμιστές προβάλλουν το Μπαγκλαντές ως προστάτη της κουλτούρας της Βεγγάλης και τη γη των πραγματικών Μπενγκαλέζων, ενώ η Ινδία υπό την τρέχουσα απαλλαγή προβάλλεται ως το ηγεμονικό κράτος των Χίντι που πρόκειται να καταστρέψει τη γλώσσα της Βεγγάλης. Προκειμένου να σώσουν τη βεγγαλική τους ταυτότητα, ο απώτερος στόχος των Μπενγκάλων της Δυτικής Βεγγάλης θα πρέπει να είναι η απόσχιση από την Ινδία και η συγχώνευση με το Μπαγκλαντές. Επομένως, είναι μια πραγματική μάχη προβολής στην οποία προωθείται αθόρυβα η ιδέα μιας ενωμένης και μεγαλύτερης Βεγγάλης. Οι ισλαμιστές στο Μπαγκλαντές βρίσκονται ήδη σε σύγκρουση με εγχώριους ισλαμιστές ριζοσπάστες στη Δυτική Βεγγάλη, για να δημιουργήσουν μια υπαρξιακή κρίση στην Ινδία.

Η Ινδία πρέπει να ενισχύσει την ασφάλεια των συνόρων της, να καταστείλει την παράνομη μετανάστευση και να συνεργαστεί διπλωματικά με το Μπαγκλαντές για να διασφαλίσει ότι αυτές οι επεκτατικές φαντασιώσεις δεν θα κλιμακωθούν σε πραγματικές απειλές για την εδαφική ακεραιότητα της Ινδίας. Ταυτόχρονα, η περιφερειακή συνεργασία πρέπει να ενισχυθεί για να διασφαλιστεί ότι οι ριζοσπαστικές ιδεολογίες δεν αποσταθεροποιούν την ευαίσθητη ισορροπία στη Νότια Ασία.

 

ΠΗΓΗ: Mekong News

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινδία

Asian Lite: Σημαντικό οικονομικό κόστος για το Πακιστάν οι επιθέσεις σε Κινέζους υπηκόους

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Το Πεκίνο εκφράζει ολοένα και περισσότερο την απογοήτευσή του για την αποτυχία του Ισλαμαμπάντ να αντιμετωπίσει τις οικονομικές προκλήσεις και τις προκλήσεις ασφαλείας

Οι σχέσεις Κίνας-Πακιστάν έχουν μια πτωτική πορεία εν μέσω αυξανόμενων διαφορών για πολλά διμερή ζητήματα. Το Πεκίνο γίνεται ανυπόμονο για την αποτυχία του Ισλαμαμπάντ να αποπληρώσει τα χρέη και να παρέχει επαρκή ασφάλεια στους Κινέζους υπηκόους στο Πακιστάν. Παρά την εξωτερική χρηματοδότηση από παγκόσμιους θεσμούς και την οικονομική στήριξη της Κίνας, το Πακιστάν δεν κατάφερε να σταθεροποιήσει την οικονομία. Κατά συνέπεια, ο Οικονομικός Διάδρομος της Κίνας-Πακιστάν (CPEC) επιβραδύνεται εν μέσω αναφορών για πολλά έργα που αντιμετωπίζουν καθυστερήσεις ή πιθανές διακοπές λειτουργίας. Ενώ το Πεκίνο προσπαθεί με κάποιο τρόπο να σώσει το CPEC και άλλα έργα, το Ισλαμαμπάντ ενδιαφέρεται περισσότερο για τη διμερή συνεργασία στον τομέα της άμυνας και της ασφάλειας, κυρίως κατά της Ινδίας.

Σύμφωνα με αναφορές, το Πακιστάν πιέζει την Κίνα να πραγματοποιήσει ασκήσεις κατά της τρομοκρατίας σε περιοχές κατά μήκος των συνόρων Ινδίας-Πακιστάν. Η Κίνα φέρεται να έχει δείξει απροθυμία στην πρόταση του Πακιστάν, η οποία μπορεί να προκαλέσει άσκοπα εντάσεις με την Ινδία. Αυτό δείχνει ότι το Ισλαμαμπάντ δεν ενδιαφέρεται σοβαρά για τη διασφάλιση της ασφάλειας και της ασφάλειας των Κινέζων πολιτών στο Πακιστάν, αλλά θέλει να χρησιμοποιήσει διμερείς και πολυμερείς στρατιωτικές ασκήσεις για να προκαλέσει την Ινδία και να κρύψει τις αντιτρομοκρατικές αποτυχίες του.

Από την έναρξη της νέας στρατιωτικής επιχείρησης, Azm-i-Istehkam (Αποφασιστικότητα για σταθερότητα), στις 22 Ιουνίου, οι τρομοκρατικές επιθέσεις στο Πακιστάν έχουν αυξηθεί σημαντικά. Σύμφωνα με έκθεση του Πακιστανικού Ινστιτούτου Μελετών Συγκρούσεων και Ασφάλειας (PICSS), τουλάχιστον 254 άνθρωποι, μεταξύ των οποίων 92 πολίτες και 54 μέλη του προσωπικού ασφαλείας, σκοτώθηκαν σε επιθέσεις μαχητών και βομβαρδισμούς τον Αύγουστο, καθιστώντας τον τον πιο θανατηφόρο μήνα για το Πακιστάν τα τελευταία έξι χρόνια. Πιο ανησυχητικό είναι ότι η πλειονότητα αυτών των επιθέσεων σημειώθηκαν στο Βελουχιστάν και στο Χάιμπερ Παχτούνχβα, περιοχές που φιλοξενούν πολλά έργα που χρηματοδοτούνται από την Κίνα. Το Βελουχιστάν σημείωσε απότομη αύξηση της βίας, με τουλάχιστον 125 νεκρούς, μεταξύ των οποίων 80 πολίτες, 22 μέλη του προσωπικού ασφαλείας και 23 μαχητές. Τα τελευταία χρόνια, Κινέζοι υπήκοοι έχουν γίνει συχνά στόχοι φονικών επιθέσεων σε αυτές τις επαρχίες. Στις 26 Μαρτίου, μια βομβιστική επίθεση αυτοκτονίας στοίχισε τη ζωή σε πέντε Κινέζους μηχανικούς που εργάζονταν στο έργο του φράγματος Dasu στην περιοχή Shangla, στην επαρχία Khyber Pakhtunkhwa.

Έκρηξη λεωφορείου Dasu

Επιπλέον, μόλις μια εβδομάδα πριν από την επίθεση αυτοκτονίας, οι αντάρτες των Μπαλόχ στόχευσαν κινεζικά συμφέροντα εισβάλλοντας στο συγκρότημα Gwadar Port Authority (GPA) και στη ναυτική βάση Turbat κοντά στο λιμάνι Gwadar που διοικείται από την Κίνα, το οποίο είναι βασικό συστατικό του CPEC, στην επαρχία Βελουχιστάν. Αυτά τα περιστατικά ανανέωσαν τις σοβαρές ανησυχίες για την ασφάλεια του κινεζικού προσωπικού και έργων στο Πακιστάν. Μόλις δύο ημέρες μετά τη βομβιστική επίθεση στο Dasu, μια κινεζική εταιρεία ανέστειλε τα έργα πολιτικού έργου στο Tarbela 5th Extension Hydropower Project και απέλυσε περισσότερους από 2.000 εργαζομένους για «λόγους ασφαλείας». Το 2021, οι πακιστανικές αρχές είχαν αναθέσει σύμβαση 355 εκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ στην Power Construction Corporation of China Ltd για έργα. Το φράγμα Tarbela των 1.530 MW είχε προγραμματιστεί να ξεκινήσει την παραγωγή ενέργειας πριν από το 2026.

Οι επιθέσεις σε Κινέζους υπηκόους έχουν σημαντικό οικονομικό κόστος για το Πακιστάν, το οποίο ήδη αντιμετωπίζει μια σοβαρή οικονομική κρίση. Το Πεκίνο εκφράζει όλο και πιο έντονα την απογοήτευσή του για την αποτυχία του Ισλαμαμπάντ να αντιμετωπίσει τις οικονομικές προκλήσεις και τις προκλήσεις ασφάλειας. Τον Ιούνιο, ο Κινέζος Πρόεδρος Xi Jinping προειδοποίησε τον Πακιστανό πρωθυπουργό Shehbaz Sharif ότι ενώ η Κίνα ήταν ανοιχτή στην επέκταση και την αναβάθμιση των οικονομικών δεσμών, το Ισλαμαμπάντ έπρεπε πρώτα να δημιουργήσει ένα «ασφαλές, σταθερό και προβλέψιμο» επιχειρηματικό περιβάλλον για τις κινεζικές εταιρείες και το προσωπικό.

Ομοίως, ο Liu Jianchao, Υπουργός του Τμήματος Διεθνών Συνδέσμων του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας – υπεύθυνος για τη διαχείριση των σχέσεων της Κίνας με πολιτικούς οργανισμούς παγκοσμίως – τόνισε το «έλλειμμα εσωτερικής ασφάλειας» του Πακιστάν ως σημαντικό παράγοντα που διαβρώνει την εμπιστοσύνη των Κινέζων επενδυτών. Δήλωσε ότι «οι απειλές για την ασφάλεια είναι οι κύριοι κίνδυνοι για τη συνεργασία της CPEC». Ο Λιου επεσήμανε επίσης τη συνεχιζόμενη πολιτική αστάθεια του Πακιστάν ως βασικό λόγο για τις οικονομικές του αποτυχίες, προτρέποντας τους Πακιστανούς πολιτικούς να ενωθούν και να αντιμετωπίσουν τις περίπλοκες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα.

Shehbaz Sharif και Xi Jinping

Ο πρωθυπουργός του Πακιστάν, Shehbaz Sharif, επισκέφθηκε την Κίνα από τις 4-8 Ιουνίου με μια μεγάλη υπουργική αντιπροσωπεία, συμπεριλαμβανομένου του αρχηγού του πακιστανικού στρατού, στρατηγό Syed Asim Munir, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να αναζωογονήσει τους διμερείς δεσμούς με τον σύμμαχό τους «παντός καιρού». Ήταν η πρώτη εκτεταμένη επίσκεψη του Σαρίφ στην Κίνα αφότου έγινε πρωθυπουργός τον Μάρτιο. Κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του, ο Σαρίφ φέρεται να αναζήτησε νέα δάνεια από το Πεκίνο και ζήτησε περισσότερο χρόνο για την αποπληρωμή των εκκρεμών χρεών. Ωστόσο, δεν πήρε τίποτα ουσιαστικό σε αντάλλαγμα πέρα ​​από ελάχιστα Μνημόνια Συνεννόησης και πολλές προειδοποιήσεις από την κινεζική πλευρά. Τον Αύγουστο, ο Σαρίφ είχε γράψει μια επιστολή στην κινεζική κυβέρνηση ζητώντας επαναπρογραμματισμό του χρέους για το Πακιστάν σε μια προφανή προσπάθεια να εξασφαλίσει την έγκριση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για οικονομική διάσωση 7 δισεκατομμυρίων δολαρίων μέχρι τον επόμενο μήνα.

Η Κίνα ανησυχεί όλο και περισσότερο για τις χρηματοοικονομικές επενδύσεις της στο Πακιστάν, φοβούμενη ότι ενδέχεται να μην αποφέρουν θετικές αποδόσεις στο μέλλον. Συγκεκριμένα, το ένα τρίτο του συνολικού εξωτερικού χρέους του Πακιστάν οφείλεται στην Κίνα. Ωστόσο, το Ισλαμαμπάντ φαίνεται πιο επικεντρωμένο στη χρήση πολυμερών και περιφερειακών πλατφορμών όπως τα Ηνωμένα Έθνη ή ο Οργανισμός Συνεργασίας της Σαγκάης (SCO) για να στοχεύσει την Ινδία. Το Πεκίνο απογοητεύεται με τις προσπάθειες του Πακιστάν να το χρησιμοποιήσει ως εργαλείο για την προώθηση της αντι-ινδικής ατζέντας του. Αντί να αντιμετωπίσει τις εικαζόμενες διασυνοριακές τρομοκρατικές επιθέσεις από το Αφγανιστάν και το Ιράν, ο στρατός του Πακιστάν θέλει να διεξάγει περισσότερες αντιτρομοκρατικές ασκήσεις με την Κίνα σε περιοχές κοντά στα σύνορα με την Ινδία. Οι αναφορές αναφέρουν ότι οι αντάρτες Μπαλόχ και οι Τεχρίκ-ι-Ταλιμπάν βρίσκονται πίσω από πολλές επιθέσεις που στοχεύουν Κινέζους υπηκόους στο Πακιστάν, με ομάδες να έχουν αναφερθεί παρουσία στους δυτικούς γείτονες του Πακιστάν. Ωστόσο, ο στρατός του Πακιστάν εξακολουθεί να διστάζει να πραγματοποιήσει κοινές αντιτρομοκρατικές ασκήσεις με την Κίνα είτε στο Μπαλουχιστάν είτε στο Khyber Pakhtunkhwa, δείχνοντας τη διπροσωπία του Πακιστάν όσον αφορά την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας.

Παρά τις ψευδείς διαβεβαιώσεις του Πακιστάν για ενίσχυση της ασφάλειας κατόπιν επανειλημμένου αιτήματος της Κίνας, συμπεριλαμβανομένης μιας νέας αντιτρομοκρατικής επιχείρησης, η κατάσταση συνεχίζει να επιδεινώνεται, με αυξανόμενες αναταραχές και βία που στοχεύουν βασικά κινεζικά έργα στο πλαίσιο της Πρωτοβουλίας Belt and Road. Η συνεχιζόμενη αστάθεια παρουσιάζει άνευ προηγουμένου προκλήσεις για το λιμάνι του Γκουαντάρ, το CPEC και την «παντός καιρού» συνεργασία της Κίνας με το Πακιστάν. Τελικά, η ευθύνη για αυτές τις οπισθοδρομήσεις βαρύνει την ανικανότητα, τη διττή συμπεριφορά του Πακιστάν και τις συνεχείς προσπάθειές του να χρησιμοποιήσει τη σχέση του με την Κίνα εναντίον της Ινδίας.

 

ΠΗΓΗ: Asian Lite

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινφογνώμων

Infognomon Logo

Περιηγηθείτε στα κορυφαία βιβλία του βιβλιοπωλείου μας

Προβολή όλων

Δημοφιλή