Ακολουθήστε μας

Αραβικός Κόσμος

‘Φάκελος Ομάν’: το παράθυρο του Ισραήλ στο Ιράν

Δημοσιεύτηκε

στις

Haaretz Πέμπτη 23.1.2020.
Του Yossi Melman

Για πάνω από μισό αιώνα μια ισχυρή σύγκλιση συμφερόντων έχει ενώσει το Ισραήλ και το Ομάν, την τρίτη αραβική χώρα μετά τον Λίβανο και την Ιορδανία που διατηρούν μυστικούς δεσμούς με τη Μοσάντ. Μέσα από τη στενή του σχέση με τους αξιωματούχους του Ομάν, το Ισραήλ έχει ανοίξει ένα παράθυρο στη σκέψη του Ιράν.

Το Ομάν έσπευσε να πραγματοποιήσει τη στέψη του νέου του ηγέτη μετά τον θάνατο του Σουλτάνου Καμπούς Μπιν Σαΐντ αλ Σαΐντ (Qaboos Bin Said al Said), του ηγέτη του εδώ και πενήντα χρόνια. Ήταν ένα καθαρό σημάδι της αποφασιστικότητας του κράτους του Κόλπου να διασφαλίσει μια μαλακή μεταφορά εξουσίας και της τόνωσης μιας αίσθησης σταθερότητας μετά τον θάνατο του πλέον μακρόχρονου ηγέτη του αραβικού κόσμου. Το μεγάλο ζήτημα για το Ισραήλ είναι αν ο διάδοχος του Καμπούς, ο Χάιθμαν Μπιν Ταρίκ αλ Σαΐντ, 65 ετών και ξάδερφος του εκλιπόντος Σουλτάνου, θα ακολουθήσει τα βήματα του προκατόχου του εν γένει στην εξωτερική πολιτική του Ομάν και πιο συγκεκριμένα με το ίδιο το Ισραήλ.

Αυτές οι σχέσεις που διαμορφώθηκαν μέσα από τον πόλεμο, καλλιεργήθηκαν σε συνθήκες μεγάλης μυστικότητας και επιτεύχθηκαν εδώ και δεκαετίες από την κατασκοπευτική υπηρεσία του Ισραήλ, τη Μοσάντ. Ο Καμπούς είχε καλούς λόγους να εκτιμήσει αυτούς τους δεσμούς: οι ισραηλινές δυνάμεις τον είχαν βοηθήσει να σώσει τη θέση του στο θρόνο. Το Ομάν, με πληθυσμό 4.5 εκατομμύρια ανθρώπους και μια σημαντική έκταση γης – 15 φορές μεγαλύτερη του Ισραήλ – έχει μια κομβική στρατηγική σημασία. Επιτηρεί τα Στενά του Χορμούζ, περιφρουρώντας την είσοδο στον Περσικό Κόλπο, απ’ όπου ρέει το 20% των παγκόσμιων αποθεμάτων πετρελαίου.

Το Ομάν έχει κοινά σύνορα με την Υεμένη, τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και είναι λιγότερα από 200χλμ, μέσα από τον Κόλπο του Ομάν, που χωρίζουν το Μουσκάτ, την πρωτεύουσά του, από την ιρανική ενδοχώρα. Η συγκεκριμένη του θέση και η ιστορία του ήταν μεταξύ των λόγων που οδήγησαν το Ομάν να απευθυνθεί στο Ισραήλ – πίσω στη δεκαετία του 1960. Ο Καμπούς είχε πάρει τότε την εξουσία μέσα από ένα αναίμακτο πραξικόπημα που εκθρόνισε τον πατέρα του Σουλτάνο Σαΐντ Μπιν Ταϊμούρ, με την υποστήριξη της βρετανικής κυβέρνησης.

Ο Καμπούς ήταν απόφοιτος της Βρετανικής Βασιλικής Στρατιωτικής Ακαδημίας στο Σάντχερστ (Sandhurst) και είχε υπηρετήσει στον βρετανικό στρατό.

Η πρώτη σύνδεση που έστρωσε το δρόμο για τις ομανικές-ισραηλινές σχέσεις φτιάχτηκε από μια ομάδα πρώην Βρετανών κατασκόπων και διοικητών των Ειδικών Δυνάμεων – και όλα ξεκίνησαν στην Υεμένη. Το 1963 μια ομάδα αξιωματικών της Υεμένης έριξαν τη μοναρχία της χώρας και ανακήρυξαν τη δημοκρατία της Υεμένης. Τους υποστήριξε ο Αιγύπτιος Πρόεδρος Γκαμάλ Αμπντούλ Νάσερ. Ως εκ τούτου ξέσπασε εμφύλιος πόλεμος και ο αιγυπτιακός στρατός μπήκε στον πόλεμο στο πλευρό των δημοκρατών, χρησιμοποιώντας χημικά όπλα εναντίον των βασιλικών.

Οι βασιλικοί της Υεμένης δέχθηκαν βοήθεια από τη Σαουδική Αραβία και τη βρετανική ομάδα της οποίας ηγούταν ο συνταγματάρχης του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου Ντέϊβιντ Στέρλινγκ (David Sterling), ιδρυτής της μονάδας S.A.S. (Ειδική Υπηρεσία Αέρος, Special Air Service) η οποία υπήρξε πρότυπο για πολλές μονάδες ειδικών δυνάμεων ανά τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης και της Σαγιέρετ Ματκάλ (Sayeret Matkal) του Ισραήλ.

Ο Στέρλινγκ δούλεψε μαζί με τους συνταγματάρχες Τζιμ Τζόνσον (Jim Johnson) και Ντέϊβιντ Σμάϊλι (David Smiley), έναν βετεράνο πολλών μυστικών βρετανικών επιχειρήσεων κατά τον Β’ Π.Π., μεταξύ άλλων στην Παλαιστίνη και τη Συρία. Σε κάποια φάση του εμφυλίου της Υεμένης, ο Τζόνσον ζήτησε από τον Ναχούμ Αντμόνι (Nahum Admoni) – τότε νεαρό πράκτορα της Μοσάντ – και τον τότε διοικητή της ισραηλινής αεροπορίας Έζερ Βάϊζμαν (Ezer Weizman), να προσφέρουν βοήθεια στις βρετανικές πολεμικές προσπάθειες υπέρ των βασιλικών. Και οι δυο τους συμφώνησαν. Ο Αντμόνι αργότερα θα ανέβαινε στην ιεραρχία ως επικεφαλής της Μοσάντ και ο Βάϊζμαν θα γινόταν ο έβδομος πρόεδρος του Ισραήλ. Ο πράκτορας της Μοσάντ και ο σμήναρχος Τσέεβ Λιρόν (Zeev Liron) στάλθηκαν στο αρχηγείο του Σμάϊλι στην Υεμένη για να κάνουν επίγειες αναγνωρίσεις.

Ο Λιρόν ταξίδεψε μέσω αέρος και γης στην Υεμένη με ψεύτικη ταυτότητα – σε ένα κουραστικό ταξίδι που συμπεριλάμβανε να ταξιδέψει και με μουλάρια – και κατά την επιστροφή του, πρότεινε τη συμμετοχή του Ισραήλ στην επιχείρηση. Οι πιλότοι της ισραηλινής αεροπορίας (IAF) πέταξαν σε 14 εξαιρετικά επικίνδυνες αποστολές με ένα μεταγωγικό Μπόινγκ 377 τύπου Stratocruiser και πέταξαν όπλα και σφαίρες από αέρος στις βασιλικές δυνάμεις. Ο εμφύλιος πόλεμος έληξε το 1967 και οι βασιλικοί ηττήθηκαν. Ωστόσο, ο αιγυπτιακός στρατός δεν πανηγύρισε τη νίκη του. Η απόδοσή του στο πεδίο της μάχης, όπως και το ηθικό του, ήταν χαμηλή και το ότι τα πράγματα πήγαν άσχημα στην Υεμένη ήταν μεταξύ των λόγων που το Ισραήλ κέρδισε τον Πόλεμο των Έξι Ημερών τον Ιούνιο του 1967.

Αλλά ο πόλεμος απέδωσε με τους στενότερους δεσμούς ανάμεσα στον Σμάϊλι της Βρετανίας και τον Αντμόνι της Μοσάντ – γεγονός που άνοιξε το δρόμο για το Μουσκάτ. Ο Σμάϊλι ο οποίος είχε υπηρετήσει ως στρατιωτικός σύμβουλος στον Σουλτάνο του Ομάν, συμβούλεψε τον Καμπούς να έρθει σε επαφή με το Ισραήλ. Ο Καμπούς ενδιαφερόταν και πράγματι εκπρόσωποι του Τμήματος Τέβελ της Μοσάντ (δηλαδή του τμήματος που είναι υπεύθυνο για τις υπόγειες σχέσεις με τα αραβικά και ισλαμικά κράτη που δεν έχουν διπλωματικές σχέσεις με το Ισραήλ) θα συναντιούνταν εφεξής περιστασιακά με τους ομολόγους τους στο Ομάν.

Το Ομάν έγινε η τρίτη αραβική χώρα – μετά τον Λίβανο και την Ιορδανία – που δημιούργησε μυστικούς δεσμούς με τη Μοσάντ. Στην Ιορδανία οι δεσμοί αυτοί συνάφθηκαν με τον βασιλιά Χουσείν, στον Λίβανο με τον Πρόεδρο Καμίλ Χαμούν (Camille Chamoun) ο οποίος μάλιστα, κατά τη συνταξιοδότησή του, ζήτησε και πήρε από τις ισραηλινές στρατιωτικές μυστικές υπηρεσίες άδεια κυνηγιού για λόγους διασκέδασης κοντά στα ισραηλινά σύνορα. Το 1975 οι σχέσεις μεταξύ Ισραήλ και Ομάν έφτασαν ένα νέο επίπεδο. Δυνάμεις των ριζοσπαστών σοσιαλιστών της Νότιας Υεμένης εισέβαλαν στην περιοχή Ντοφάρ (Dhofar) του Ομάν, στα νότια του σουλτανάτου προκειμένου να υποστηρίξουν μια τοπική εξέγερση. Η Βρετανία και το Ιράν, που τότε το κυβερνούσε ο Σάχης, προσπάθησαν να καταπνίξουν την εξέγερση αλλά μάταια.

Οι Ισραηλινοί στρατιωτικοί σύμβουλοι, δασκαλεμένοι από τον πράκτορα της Μοσάντ Εφρέμ Χαλεβί (Ephraim Halevy), αργότερα επίσης επικεφαλής της υπηρεσίας, έσπευσαν στο Ομάν για να βοηθήσουν να λήξει η εξέγερση. Το επεισόδιο αυτό ήταν ένα κλασικό και αίσιο παράδειγμα σύγκλισης των εθνικών συμφερόντων μεταξύ Ισραήλ και Ομάν. Το Μουσκάτ έπρεπε να υπερασπιστεί την εδαφική του συνοχή και κυριαρχία. Για το Ισραήλ η Νότια Υεμένη ήταν εχθρικό κράτος και σημαντικός τόπος εκπαίδευσης των Παλαιστίνιων τρομοκρατών, συμπεριλαμβανομένων των αεροπειρατών του Έντεμπε, και πέρασμα μιας σημαντικής διαδρομής πετρελαϊκής ροής προς το Ισραήλ.


Το 1975 οι Ισραηλινοί στρατιωτικοί σύμβουλοι, δασκαλεμένοι από τον πράκτορα της Μοσάντ Εφρέμ Χαλεβί (στη φωτογραφία), αργότερα επίσης επικεφαλής της υπηρεσίας, έσπευσαν στο Ομάν να βοηθήσουν να λήξει μια εξέγερση που υποστήριζε η Νότια Υεμένη (CreditAriel Shalit).

Πέραν του πεδίου της μάχης, η Μοσάντ υπήρξε επίσης σημαντική στη βοήθεια προς το Ομάν ώστε το τελευταίο να βελτιώσει τις υδάτινες πηγές του και να αρδεύσει τη γη του. Το σχέδιο νερού σχεδιάστηκε από τον μηχανικό Χαΐμ Τσαμπάν (Haim Tsaban), αδερφό του Γιαΐρ (Yair), πρώην βουλευτή του Κόμματος Μέρετζ (Meretz). Στις επόμενες δύο δεκαετίες η Μοσάντ συνέχιζε να παίζει έναν ρόλο συντήρησης του Ομανικού «φακέλου». Το 1994 μετά την υπογραφή των Συμφωνιών του Όσλο με την Οργάνωση Απελευθέρωσης της Παλαιστίνης (P.L.O.), που είχε ως αποτέλεσμα την επέκταση των διπλωματικών, στρατιωτικών και οικονομικών σχέσεων του Ισραήλ με τα μη-συμμαχικά κράτη, ο πρωθυπουργός Γιτζάκ Ραμπίν (Yitzhak Rabin), συνοδευόμενος από τον Εφρέμ Χαλεβί, πετάξανε στο Ομάν και συναντήθηκαν με τον Καμπούς.

Ο Ραμπίν πέταξε απευθείας από το Τελ Αβίβ στο Μουσκάτ. Ήταν η πρώτη δημόσια ανακοινωμένη συνάντηση μεταξύ Ισραήλ και Ομάν, τριάντα χρόνια σχεδόν μετά την πρώτη τους μυστική επαφή. Δύο χρόνια αργότερα, ο Σίμον Πέρες που έγινε πρωθυπουργός μετά τη δολοφονία του Ραμπίν, επισκέφτηκε επίσης το Ομάν. Αμέσως μετά τη συνάντησή του με τον Καμπούς, το Ισραήλ άνοιξε γραφείο επίσημης αποστολής στο Μουσκάτ, την πρωτεύουσα του Ομάν. Ακόμα και μετά την ήττα του Πέρες από τον Νετανιάχου στις εκλογές του 1996, το Ομάν συνέχισε να παίζει σημαντικό ρόλο για τη θέση του Ισραήλ – αν όχι την κανονικοποίησή του – στον αραβικό κόσμο.

Ο Σουλτάνος αποφάσισε να προσπαθήσει να καταργήσει μάλιστα ένα συγκεκριμένο εμπόδιο: το στάτους εχθρότητας μεταξύ Ισραήλ και Συρίας. Ο Καμπούς έδωσε εντολή στον υπουργό εξωτερικών Γιουσούφ μπιν Αλάουι (Yusuf bin Alawi) να συνάψει μια συμφωνία ειρήνης ανάμεσα στον Πρόεδρο Χαφέζ Άσαντ (Hafez Assad) της Συρίας και τον Νετανιάχου. Ο Ούζι Αράντ (Uzi Arad), ένας πρώην υψηλόβαθμος πράκτορας της Μοσάντ και διπλωματικός σύμβουλος του Νετανιάχου, συναντήθηκε με τον Αλάουι τρεις φορές στην Ευρώπη μεταξύ 1996 και 1998. Δεν έλαβε χώρα καμία συμφωνία ειρήνης με τη Συρία αλλά οι συναντήσεις αντανακλούσαν ένα σημαντικό στοιχείο της εξωτερικής πολιτικής του Ομάν: την εκτόνωση των εντάσεων στη Μέση Ανατολή, είτε ήταν μεταξύ Ιράν και Η.Π.Α. (το Ομάν βοήθησε να συναφθεί η συμφωνία για τα πυρηνικά επί κυβέρνησης Ομπάμα το 2015) είτε μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστίνης.

Το 2000 με το ξέσπασμα της Δεύτερης Ιντιφάντα και των αιματηρών συγκρούσεων μεταξύ του ισραηλινού στρατού και των Παλαιστινίων, το Ομάν – μαζί με άλλες αραβικές χώρες όπως το Κατάρ, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Μαρόκο – έκοψαν κάθε επίσημο δεσμό με το Ισραήλ.


Η τότε υπουργός εξωτερικών του Ισραήλ Τσίπι Λίβνι συναντάται με τον Ομάνι ομόλογό της, Γιουσούφ μπιν Αλάουι στο Κατάρ, στις 14 Απριλίου του 2008 (CreditMoshe Milner / Laam).

Ωστόσο το Ομάν δεν άφησε τις σχέσεις να καταρρεύσουν τελείως. Οι σχέσεις Ισραήλ-Ομάν υπήρχαν και πάλι υπογείως, συντηρούμενες μέσω της Μοσάντ. Οι ανοιχτές σχέσεις των δύο χωρών επανήλθαν το 2008. Εκείνη τη χρονιά ο υπουργός Εξωτερικών του Ομάν Αλάουι συναντήθηκε δημοσίως με την ομόλογό του Τζίπι Λίβνι (Tzipi Livni) στο Κατάρ.


Ο Σουλτάνος Καμπούς του Ομάν συναντιέται με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπένγιαμιν Νετανιάχου στην πρωτεύουσα Μουσκάτ κατά την τελευταία του μη ανακοινωμένη επίσκεψη σε χώρα του Κόλπου στις 26 Οκτωβρίου του 2018 (CreditAFP).

Δέκα χρόνια αργότερα, ο Νετανιάχου, συνοδευόμενος από τον αρχηγό της Μοσάντ Γιόσι Κοέν (Yossi Cohen) πέταξε στο Ομάν μέσω του εναέριου χώρου της Σαουδικής Αραβίας (με μια δίλεπτη «στάση» στο Αμμάν της Ιορδανίας για τα προσχήματα ώστε να αποφύγει η Σαουδική Αραβία την κατηγορία ότι είχε επιτρέψει απευθείας πτήση μέσω του εναέριου της χώρου από το Ισραήλ) και συναντήθηκε με τον Σουλτάνο Καμπούς.

Ο Νετανιάχου και ο Κοέν προσπάθησαν να «πουλήσουν» την επίσκεψη αυτή σαν μοναδικό ιστορικό γεγονός. Αυτή η βολική αφήγηση ξεχνούσε βέβαια ότι άλλοι δύο Ισραηλινοί πρωθυπουργοί είχαν φτάσει μέχρι το Μουσκάτ δεκαετίες νωρίτερα – για να μην πούμε ότι είχαν ταξιδέψει εκεί και όλοι οι επικεφαλής της Μοσάντ από το 1970 κι έπειτα. Για το Ισραήλ υπήρξαν ξεκάθαρα οφέλη μέσα από τους δεσμούς του με το Ομάν – διπλωματικά, στρατηγικά, εμπορικά, αλλά και για τη δημόσια εικόνα του – αλλά ένα από τα πλέον σημαντικά οφέλη είναι το γεγονός ότι το Ομάν έχει επίσης πολύ καλές σχέσεις με το Ιράν, τον πιο άσπονδο εχθρό του Ισραήλ. Στο Ισραήλ μέσω των στενών του επαφών με τους αξιωματούχους του Ομάν έχει ανοιχτεί ένα παράθυρο στη σκέψη του Ιράν.

Οι Ισραηλινοί αξιωματούχοι με μακρά εμπειρία στο ομανικό παιχνίδι τείνουν να σκέφτονται ότι ο νέος Σουλτάνος, ο οποίος θήτευσε υπό τον Αλάουι ως Γενικός Διευθυντής του υπουργείου Εξωτερικών του Ομάν θα διατηρήσει την εδώ και πολλά χρόνια εξωτερική πολιτική και στρατηγική του Ομάν, δηλαδή θα συνεχίσει τη μακρά ιστορία των ανοιχτών όσο και των υπόγειων δεσμών ανάμεσα στο κράτος του Κόλπου και το Ισραήλ.֍ 

Αρχική Πηγή: https://www.haaretz.com/israel-news/.premium-the-oman-file-inside-the-mossad-s-alliance-with-muscat-israel-s-window-into-iran-1.8414861

Δευτερεουσα Πηγή: https://israelstories.wixsite.com/mysite/post/the-oman-file

 

Cohen.gr

Συνέχεια ανάγνωσης

Αίγυπτος

Μέση Ανατολή: Ιράκ, Τουρκία, Αίγυπτος καταδικάζουν τις ισραηλινές επιδρομές – Συγκαλείται σύνοδος αραβικών χωρών

Δημοσιεύτηκε

στις

REUTERS/ Jim Urquhart

«Κατεπείγουσα σύνοδο» των αραβικών χωρών προτάσσει η Βαγδάτη

Το Ιράκ ανακοίνωσε απόψε ότι θέλει να οργανώσει μια «κατεπείγουσα σύνοδο» των αραβικών χωρών, στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών που διεξάγεται αυτήν την εβδομάδα στη Νέα Υόρκη, προκειμένου να συζητηθούν «οι επιπτώσεις από τη σιωνιστική επιθετικότητα» στον Λίβανο και «να εργαστούν από κοινού για να σταματήσει (σ.σ. το Ισραήλ) την εγκληματική συμπεριφορά του».

«Το Ιράκ καλεί και εργάζεται για τη διεξαγωγή μιας κατεπείγουσας συνόδου με τους επικεφαλής των αντιπροσωπειών των αραβικών χωρών που βρίσκονται στη Νέα Υόρκη (…) για να συζητήσουμε τον αντίκτυπο της σιωνιστικής επιθετικότητας (…) στον Λίβανο» ανέφερε η ανακοίνωση του Ιρακινού πρωθυπουργού Μοχάμεντ Σία αλ Σουντάνι, ο οποίος βρίσκεται ήδη στις ΗΠΑ.

Η Αίγυπτος από την πλευρά της ζήτησε να παρέμβει το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ «μετά την επικίνδυνη ισραηλινή κλιμάκωση».

Τα στρατιωτικά πλήγματα του Ισραήλ στον Λίβανο «θα οδηγήσουν την ευρύτερη περιοχή στο χάος», υποστηρίζει η Τουρκία.

Πηγή: ΑΠΕ/ΜΠΕ

Συνέχεια ανάγνωσης

Αραβικός Κόσμος

Σι Τζινπίνγκ: Εισηγείται διευρυμένη σύνοδο ειρήνης για τον πόλεμο στη Γάζα

Δημοσιεύτηκε

στις

Η Κίνα διεκδικεί ρόλο στον Αραβικό κόσμο

Ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ πρότεινε σήμερα να οργανωθεί «μεγάλη και διευρυμένη» σύνοδος ειρήνης για την επίλυση της ένοπλης σύρραξης στη Λωρίδα της Γάζας, κατά την ομιλία με την οποία άνοιξε το φόρουμ στο οποίο συμμετέχουν άραβες ηγέτες και διπλωμάτες στο Πεκίνο.

«Η Εγγύς Ανατολή είναι περιοχή με μεγάλες προοπτικές ανάπτυξης, όμως μαίνεται ακόμη πόλεμος» εκεί, τόνισε, αναφερόμενος στη σύρραξη ανάμεσα στο Ισραήλ και τη Χαμάς, που προσεχώς συμπληρώνει οκτώ μήνες.

«Ο πόλεμος δεν πρέπει να συνεχιστεί επ’ αόριστον. Η δικαιοσύνη δεν γίνεται να είναι πάντα απούσα», πρόσθεσε ο κινέζος πρόεδρος.

Υπενθυμίζοντας την ανάγκη, όπως το βλέπει, να υπάρξει «λύση δυο κρατών», ο Σι Τζινπίνγκ υπογράμμισε πως η Κίνα στηρίζει «σθεναρά τη δημιουργία ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους» και την «πλήρη ένταξη της Παλαιστίνης στον ΟΗΕ».

Ακόμη, κάλεσε να οργανωθεί «διευρυμένη διεθνής ειρηνευτική σύνοδος».

Το φόρουμ Κίνας- Αραβικών χωρών, στο οποίο συμμετέχουν ο πρόεδρος της Αιγύπτου Άμπντελ Φάταχ αλ Σίσι, ο ηγέτης των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων σεΐχης Μοχάμεντ μπιν Ζάγεντ αλ Ναχιάν και ο πρόεδρος της Τυνησίας Κάις Σάγεντ, σκοπό έχει την ενίσχυση των διπλωματικών και οικονομικών δεσμών των δυο πλευρών, καθώς η επιρροή του ασιατικού γίγαντα στη Μέση Ανατολή μεγαλώνει.

Ο πόλεμος ξέσπασε την 7η Οκτωβρίου, με έναυσμα την έφοδο άνευ προηγουμένου επίθεση στο νότιο Ισραήλ της εγκληματικής οργάνωσης, που άφησε πίσω 1.189 νεκρούς, στην πλειονότητά τους αμάχους, σύμφωνα με καταμέτρηση του Γαλλικού Πρακτορείου βασισμένη στα πιο πρόσφατα διαθέσιμα επίσημα ισραηλινά δεδομένα.

Παρότι η Κίνα διατηρεί καλές σχέσεις με το Ισραήλ, υποστηρίζει για δεκαετίες την παλαιστινιακή υπόθεση.

Κατά τη διάρκεια συνάντησής του χθες Τετάρτη με τον Αιγύπτιο πρόεδρο Σίσι, ο Σι Τζινπίνγκ είπε ότι η Κίνα είναι «βαθιά θλιμμένη» για την «εξαιρετικά σοβαρή» ανθρωπιστική κατάσταση στη Λωρίδα της Γάζας.

«Η απόλυτη προτεραιότητα πλέον είναι να τεθεί σε εφαρμογή άμεση κατάπαυση του πυρός, προκειμένου να αποφευχθεί η εξάπλωση του πολέμου, ο αντίκτυπος στην περιφερειακή ειρήνη και ασφάλεια και ακόμη πιο σοβαρή ανθρωπιστική κρίση», επέμεινε.

Η Αίγυπτος, το Κατάρ και οι ΗΠΑ μεσολαβούν στις έμμεσες διαπραγματεύσεις που διεξάγονται εδώ και μήνες με την ελπίδα να συμφωνηθεί κατάπαυση του πυρός μεγάλης διάρκειας που θα συνοδευτεί από την απελευθέρωση ομήρων που κρατά η Χαμάς.

«Η Κίνα εκτιμά τον σημαντικό ρόλο που διαδραματίζει η Αίγυπτος» στην προσπάθεια αποκλιμάκωσης και στην παράδοση ανθρωπιστικής βοήθειας, σημείωσε ο Σι Τζινπίνγκ, προσθέτοντας πως το Πεκίνο είναι έτοιμο να «υποστηρίξει ταχεία, συνολική, δίκαιη και διαρκή λύση της παλαιστινιακής υπόθεσης».

Η κινεζική κυβέρνηση ενίσχυσε τα τελευταία χρόνια τις εμπορικές και διπλωματικές σχέσεις της με τη Μέση Ανατολή, μεγάλο μέρος της οποίας θεωρείται παραδοσιακά πως ανήκει στην αμερικανική σφαίρα επιρροής.

Η Κίνα διευκόλυνε τη θεαματική διπλωματική επαναπροσέγγιση πέρυσι των δυο μεγάλων αντιπάλων στην περιοχή, του Ιράν και της Σαουδικής Αραβίας.

Η κινεζική διπλωματία ανέφερε πως το φόρουμ θα επιτρέψει να ακουστεί η «κοινή» σινοαραβική προσέγγιση στο παλαιστινιακό ζήτημα.

Σύμφωνα με δυτικούς αναλυτές, το Πεκίνο θέλει να αξιοποιήσει τη δέσμευσή του στο ζήτημα για να ενισχύσει περαιτέρω τη θέση του στην περιφέρεια, ιδίως προβάλλοντας τις προσπάθειες που καταβάλλει αυτό και αντιπαραβάλλοντάς με την υποτιθέμενη απραξία των ΗΠΑ.

Ακόμη, στην ομιλία του, ο Σι Τζινπίνγκ κάλεσε να ενισχυθεί η συνεργασία Κίνας-αραβικών χωρών ως προς την ενέργεια.

«Η Κίνα θα ενισχύσει περαιτέρω τη στρατηγική συνεργασία με την αραβική πλευρά για το πετρέλαιο και το αέριο» και «είναι έτοιμη να συνεργαστεί με την αραβική πλευρά στην έρευνα για την ανάπτυξη νέων ενεργειακών τεχνολογιών και στην παραγωγή εξοπλισμών», διαβεβαίωσε.

Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ, liberal.gr

Συνέχεια ανάγνωσης

Αραβικός Κόσμος

Γιατί οι Άραβες ηγέτες δεν βοηθούν ουσιαστικά τους Παλαιστίνιους

Δημοσιεύτηκε

στις

REUTERS/Mohammed Salem

Την ώρα που οι καταγγελίες για το αιματοκύλισμα των αμάχων δυναμώνουν, ισχυρές αραβικές κυβερνήσεις να παρακολουθούν σχεδόν αμέτοχες

«Παρά τη δημόσια υποστήριξη για τα δικαιώματα των Παλαιστινίων, στην πραγματικότητα σχεδόν κάθε αραβικό κράτος αντιμετωπίζει από καιρό τους Παλαιστίνιους με “φόβο και απέχθεια”», έχει δηλώσει στο Politico, ο επί σχεδόν 4 δεκαετίες πρέσβης των ΗΠΑ  σε πολλές Αραβικές χώρες, Ράιαν Κρόκερ (γνωστός και ως «Ο Λόρενς της Αραβίας της Αμερικής»)

Εν μέσω του αποτρόπαιου πολέμου στη Γάζα, τα πάθη είναι έντονα σε ολόκληρο τον αραβικό κόσμο. Τεράστιες διαδηλώσεις αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη έχουν λάβει χώρα σε όλη την περιοχή. Και αυτό φαίνεται να τρομάζει πολλές άρχουσες ελίτ. Η τακτική τους στέλνει μάλιστα μήνυμα στον Νετανιάχου, ότι το Ισραήλ είναι ελεύθερο να εκδιώξει με κάθε τρόπο την Χαμάς, αδιαφορώντας για το αιματοκύλισμα των αμάχων.

Η αντίδρασή τους είναι χαρακτηριστική. Εκτός από την Ιορδανία, η οποία αναγκάστηκε λόγω μεγάλου τμήματος του παλαιστινιακού πληθυσμού που τώρα έχει ιορδανική υπηκοότητα,αραβικά κράτη  δεν έχουν ανακαλέσει καν τους πρεσβευτές τους από το Ισραήλ ως απάντηση στην «σφαγή» των αμάχων της Ράφας.

 Γιατί τέτοια απροθυμία να στηρίξουν το παλαιστινιακό; Σύμφωνα με τους αναλυτέςτο θεωρούν ζήτημα  επικίνδυνα αποσταθεροποιητικό.Ήδη κάποια αραβικά κράτη, συμπεριλαμβανομένης της Αιγύπτου, της Ιορδανίας και της Σαουδικής Αραβίας, να έχουν αρχίσει να περιορίζουν τον φιλοπαλαιστινιακό ακτιβισμό στις χώρες τους.

«Διαπραγματευτικό χαρτί» με ΗΠΑ-ΕΕ

Από την άλλη, κανένα αραβικό κράτος δεν θέλει στην πραγματικότητα να έρθει σε αντιπαράθεση με το Ισραήλ.

«Τα περισσότερα αραβικά καθεστώτα εμπλέκονται θεμελιωδώς στην προσπάθεια να κατασταλεί η παλαιστινιακή επιδίωξη για ελευθερία, και να κανονικοποιηθεί η ισραηλινή κατοχή της Παλαιστίνης, την οποία χρησιμοποιούν εδώ και καιρό ως διαπραγματευτικό χαρτί για να επιτύχουν παραχωρήσεις από το Ισραήλ και ιδιαίτερα από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τις ευρωπαϊκές χώρες σε τομείς όπως η ασφάλεια, η ενέργεια και οι εμπορικές συμφωνίες» δήλωσε η Μαρίνα Καλκούλι, ερευνήτρια του Πανεπιστημίου Columbia στο Τμήμα Μέσης Ανατολής, Νότιας Ασίας και Αφρικανικών Σπουδών, σε συνέντευξή της στον ιστότοπο  του think tank  Quincy Institute for Responsible Statecraft .

«Τα αραβικά κράτη σήμερα δεν συμπαθούν τον παλαιστινιακό εθνικισμό επειδή ο παλαιστινιακός εθνικισμός αποτελεί πηγή λαϊκής κινητοποίησης στον αραβικό κόσμο» εξηγεί  από την πλευρά του ο  Ράμι Τζορτζ Κουρί, συνεργάτης στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο της Βηρυτού.

Οι ρίζες του «προβλήματος»

Πόσο πίσω πηγαίνει αυτή η ιστορία της αραβικής αντιπάθειας προς τους Παλαιστίνιους; Εάν οι Παλαιστίνιοι αναγκάζονταν να φύγουν από τη Γάζα, θα τους δεχόταν κανείς;

Συνοπτικά,  η γένεση του παλαιστινιακού «προβλήματος» ιστορικά σχετίζεται με δύο κρίσιμα ορόσημα.

Το πρώτο είναι ο σχηματισμός του Ισραήλ και ο εκτοπισμός του παλαιστινιακού πληθυσμού το 1948 και το δεύτερο είναι η Σύγκρουση των Έξι Ημερών του 1967.

Και στις δύο αυτές συγκρούσεις, ο παλαιστινιακός πληθυσμός έπρεπε να μετακινηθεί μαζικά από την πατρίδα του σε άλλα έθνη.

Ο Πόλεμος των Έξι Ημερών, έσπασε επίσης τον μύθο ότι το Ισραήλ θα μπορούσε να διαλυθεί ή να εξαλειφθεί.

Μέχρι τότε, ήταν κοινή πεποίθηση μεταξύ των αραβικών εθνών ότι θα μπορούσαν να ανακαταλάβουν τα χαμένα εδάφη και να τερματίσουν την ύπαρξη του Εβραϊκού κράτους. Κατά την διάρκεια .

Κατά την διάρκεια της παλαιστινιακής μετανάστευσης, έγινε φανερό ότι καμία χώρα στη Μέση Ανατολή δεν ήταν πρόθυμη να δεχτεί τον παλαιστινιακό λαό στα εδάφη της.

Ωστόσο, αυτή η απροθυμία δεν ήταν πολύ ισχυρή. Η Ιορδανία και ο Λίβανος αποδέχθηκαν τους Παλαιστίνιους και τους επέτρεψαν να εγκατασταθούν. Ανάμεσά τους και μέλη της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PLO)

Το «πρόβλημα» της PLO – Ο Μαύρος Σεπτέμβρης

H εμπλοκή της PLO που ήθελε να επεκτείνει την εμβέλειά της, στα εσωτερικά των χωρών υποδοχής, δημιούργησε προβλήματα. Στην Ιορδανία, οργάνωσε πραξικόπημα για να εκθρονίσει τον βασιλιά τον Σεπτέμβριο του 1970. Το πραξικόπημα απέτυχε εξαιτίας των ιορδανικών ενόπλων δυνάμεων, οι οποίες εξαπέλυσαν ολοκληρωτική επίθεση. Τα ένοπλα τμήματα της PLO εκδιώχθηκαν από τις πόλεις. Αργότερα τους επετράπη να μετακινηθούν στον Λίβανο μέσω της Συρίας.

Η σύγκρουση αυτή έμεινε γνωστή ως Μαύρος Σεπτέμβρης. Το κομμάτι της PLO, το οποίο μετακινήθηκε στο νότιο Λίβανο, άρχισε να δημιουργεί ζητήματα κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου του 1975. Η PLO ήλεγχε το νότιο και το δυτικό τμήμα του Λιβάνου. Ήταν ένας από τους κύριους λόγους για την ανάφλεξη του λιβανέζικου εμφυλίου πολέμου. Συνεργάστηκαν με το αριστερό αραβικό κίνημα για να πολεμήσουν τους χριστιανούς εθνικιστές Μαρωνίτες. Ο εμφύλιος πόλεμος κατέστρεψε τον Λίβανο. Διήρκεσε 20 χρόνια και άφησε πίσω του ερείπια.

Η Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης δεν είχε καλές σχέσεις ούτε με τη Συρία, καθώς ο ηγέτης της Γιάσερ Αραφάτ και ο Σύρος πρόεδρος Χαφέζ Άσαντ δεν εμπιστεύονταν ο ένας τον άλλον. Οι Σύριοι ήταν πάντα καχύποπτοι απέναντι στους Παλαιστίνιους πρόσφυγες στη Συρία. Στον εμφύλιο πόλεμο της Συρίας, οι συριακές δυνάμεις τους έβαλαν στο στόχαστρο.

Αργότερα, το 2011, η Χαμάς υποστήριξε τη συριακή εμφύλια εξέγερση κατά του προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ, βαθαίνοντας έτσι ακόμη περισσότερο το χάσμα.

 Η Αίγυπτος

Η Αίγυπτος υπήρξε υποστηρικτής της παλαιστινιακής υπόθεσης από την αρχή της δημιουργίας του Ισραήλ.

Παρείχε ηθική και πολιτική υποστήριξη και ήταν η πρώτη που αναγνώρισε την Παλαιστίνη ως ανεξάρτητο κράτος το 1988. Ωστόσο, δεν ήταν ποτέ πρόθυμη να επιτρέψει οποιονδήποτε Παλαιστίνιο πρόσφυγα στο έδαφός της .

Το επιχείρημά της ήταν ήταν ήδη πλήρης με μετανάστες από άλλες μουσουλμανικές χώρες και δεν μπορούσε να σηκώσει το βάρος  επιπλέον εισροών στη χώρα.

Και μετά ήρθε η Χαμάς

Όταν στη Λωρίδα της Γάζας διεξήχθησαν εκλογές το 2007 και η Χαμάς ανέβηκε στην εξουσία με συντριπτική πλειοψηφία, άλλαξε η εξίσωση για κάθε μουσουλμανικό έθνος στην περιοχή.  Η Χαμάς είναι πρώτα μια μαχητική οργάνωση και μετά μια πολιτική. Όλες οι γειτονικές χώρες το κατάλαβαν και  της γύρισαν την πλάτη. Όλες οι έρευνες από το 2002 έως το 2014 δείχνουν ότι η Χαμάς ήταν αντιδημοφιλής στα γειτονικά μουσουλμανικά κράτη. Ο παλαιστινιακός λαός, έμεινε μόνος…

Ναυτεμπορική

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινφογνώμων

Infognomon Logo

Περιηγηθείτε στα κορυφαία βιβλία του βιβλιοπωλείου μας

Προβολή όλων

Δημοφιλή