Ακολουθήστε μας

Ανθρώπινα Δικαιώματα

Ο Λορέν Φαμπιούς και η Δικαιοσύνη

Δημοσιεύτηκε

στις

Ο Πρέσβης της Κίνας παρατηρεί, αιφνιδιασμένος, τον Γάλλο ομόλογό του να συνηγορεί υπέρ της παραπομπής του Άσαντ στο ΔΠΔ.

Τιερί Μεϊσάν        (μτφ. Κριστιάν)
Η πρόταση του Λορέν Φαμπιούς για προσφυγή στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (ΔΠΔ) για εγκλήματα που διαπράχθηκαν στη Συρία απορρίφθηκε από τον ΟΗΕ. Πράγματι, πίσω από την εμφάνιση ως όργανο που αποδίδει δικαιοσύνη, το ΔΠΔ είναι ένα εργαλείο του δυτικού ιμπεριαλισμού. Οι διαδικασίες του είναι τραγελαφικές, δεν διστάζει να εφεύρει φανταστικά εγκλήματα για να καταδικάσει τους κατηγορουμένους του και συμμετέχει στις επιχειρήσεις παραπληροφόρησης του ΝΑΤΟ. Ναι, θέλουμε δικαιοσύνη, και η τελευταία θα πρέπει να ξεκινήσει από τον κ. Φαμπιούς για να τον δικάσει για τα εγκλήματά του στη Συρία.

Με πρωτοβουλία του Γάλλου υπουργού Εξωτερικών Λορέν Φαμπιούς, η Γαλλία κατέθεσε την Πέμπτη το βράδυ στο Συμβούλιο Ασφαλείας σχέδιο ψηφίσματος για προσφυγή στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (ΔΠΔ) για εγκλήματα που διαπράχθηκαν στη Συρία. Ο κ. Φαμπιούς εξήγησε τη χειρονομία του, υποστηριζόμενος από 64 συμμαχικές χώρες, σε ένα άρθρο που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Le Monde [ 1 ]. Σε αυτό το άρθρο τονίζει ότι το προτεινόμενο σχέδιο ψηφίσματος του δεν στρέφεται κατά της κυβέρνησης, αλλά «στοχεύει όλα τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν στη Συρία, ανεξαρτήτως από το ποίος τα διέπραξε».

Θα έπρεπε επομένως όλοι μας να το υποστηρίξουμε.

Ωστόσο, η Ρωσία και η Κίνα αντιτέθηκαν έντονα, χρησιμοποιώντας για τέταρτη φορά το δικαίωμα του βέτο τους σε αυτό το ζήτημα. Ο λόγος είναι ότι αυτά τα δύο κράτη, που δεν είναι μέλη του ΔΠΔ, γνωρίζουν ότι οι ισχυρισμοί του κ. Λορέν Φαμπιούς είναι καθαρή προπαγάνδα. Το ΔΠΔ αποδίδει μια δικαιοσύνη των νικητών και εξυπηρετεί τα συμφέροντα του ιμπεριαλισμού.

Μια Δικαιοσύνη μονόδρομος

Από την ίδρυσή του το 2002, το Δικαστήριο -η αρμοδιότητα του οποίου είναι οικουμενική- άνοιξε είκοσι φακέλους, αλλά δεν έχει επιβάλει ποινές παρά μόνο εις βάρος υπηκόων οκτώ αφρικανικών χωρών (Ουγκάντα, Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, Σουδάν, Δημοκρατία της Κένυα, Λιβύη, Ακτή του Ελεφαντοστού). Και σε αυτές τις οκτώ περιπτώσεις, το Δικαστήριο καταδίκασε μόνο αντίπαλους των μεγάλων δυτικών δυνάμεων. Ως εκ τούτου, είναι σαφές ότι αυτό το σώμα δεν αποδίδει δικαιοσύνη, αλλά την χειραγωγεί.

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον τον Οκτώβριο 2013, η σύνοδος κορυφής της Αφρικανικής Ένωσης αποφάσισε να μην τηρήσει πλέον τις αναληφθείσες δεσμεύσεις της ενώπιον του ΔΠΔ οτάν καταζητεί αρχηγούς κρατών εν ενέργεια.

Τον Αύγουστο 2011, ο εισαγγελέας του ΔΠΔ,
Λουίς Μορένο Οκάμπο, διαβεβαίωνε ότι του είχαν παραδώσει τον Σαΐφ αλ-Ισλάμ
Καντάφι και ότι οργάνωνε τη μεταφορά του στη Χάγη.
 Στην πραγματικότητα, ο τελευταίος διεύθυνε την αντίσταση κατά της επίθεσης
του ΝΑΤΟ.
 Θα συλληφθεί μόνο μετά τη πτώση της Τζαμαχιρίας,
τρεις μήνες αργότερα.

Η εμπειρία της Λιβύης

Από την πλευρά μου, η
εμπειρία μου με το Δικαστήριο δεν περιορίζεται στην περίπτωση της Λιβύης.  
Κατόπιν αιτήματος του Συμβουλίου
Ασφαλείας, ο εισαγγελέας είχε αποφασίσει να ασκήσει δίωξη κατά του Μουαμάρ
αλ-Καντάφι, του γιου του Σαΐφ αλ-Ισλάμ και του γαμπρού του Αμπντουλάχ Σενούσι,
κατηγορώντας τους ότι είχαν σφαγιάσει δεκάδες χιλιάδες αντιπάλους τους στη
Βεγγάζη και αλλού. Έχοντας στη διάθεση του τεράστια μέσα, ο εισαγγελέας δήλωσε ότι διέθετε αποδείξεις. Στην πραγματικότητα, βάσιζε τις κατηγορίες
του μόνο… σε μια ανασκόπηση του δυτικού Τύπου. Ωστόσο, ο καθένας με καλή πίστη που ήταν παρόν
στη Λιβύη μπορούσε να διαπιστώσει ότι τα εγκλήματα για τα οποία είχαν
κατηγορηθεί δεν υπήρχαν ποτέ. Ερεύνησα λοιπόν μια μεγάλη γειτονιά της Τρίπολης σε
αναζήτηση των ερείπιων που φέρονταν να είχαν προκληθεί από τους βομβαρδισμούς της
«αεροπορίας του καθεστώτος», χωρίς να βρω κανένα ίχνος καταστροφής. Φανταστικοί
λοιπόν ήταν οι βομβαρδισμοί που είχαν καταδικαστεί έντονα από το Συμβούλιο Ανθρωπίνων
Δικαιωμάτων του ΟΗΕ και είχαν αιτιολογήσει την εντολή επέμβασης που δόθηκε από το
Συμβούλιο Ασφαλείας στο ΝΑΤΟ.

Μετά, ο εισαγγελέας έριξε
την κατηγορία σύμφωνα με την οποία ο Μουαμάρ αλ-Καντάφι είχε διανεμίσει
στους στρατιώτες του χάπια βιάγκρα, έτσι ώστε να βιάζουν τις γυναίκες των
αντιπάλων του. Ο εισαγγελέας έδινε στοιχεία σχετικά με τη ποσότητα αυτών των δισκίων,
χωρίς να προσέξει το γεγονός ότι ήταν πάνω από την παγκόσμια παραγωγή του βιάγκρα.  Στη συνέχεια, λόγω της
απουσίας αναγνωρισμένων θυμάτων, η κατηγόρια για τους μαζικούς βιασμούς απλώς
ακυρώθηκε [ 2 ]. 

Το πιο γελοίο ήρθε κατά τη
κατάληψη της Τρίπολης από το ΝΑΤΟ. Ο εισαγγελέας επιβεβαίωσε στον διεθνή Τύπο, στις 21 Αύγουστο,
ότι ο Σαΐφ αλ-Ισλάμ Καντάφι είχε συλληφθεί και ότι οργάνωνε τη μεταφορά του στη
Χάγη. Αλλά, όπως άκουγα τη δήλωσή του στην
τηλεόραση, ο Σαΐφ αλ-Ισλάμ βρισκόταν στο ξενοδοχείο Rixos στο διπλανό δωμάτιο μου. Ο εισαγγελέας είχε εφεύρει αυτή την
ιστορία, προκειμένου να κάμψει το ηθικό του λιβυκού λαού και να βοηθήσει το
ΝΑΤΟ να κατακτήσει τη χώρα. Τελικά, ο Σαΐφ αλ-Ισλάμ συνελήφθη τρεις μήνες αργότερα,
στις 19 Νοεμβρίου.
 
Πώς μπορούμε να πάρουμε στα σοβαρά ένα
δικαστήριο του οποίου ο εισαγγελέας παίρνει αποφάσεις με μόνη βάση την ανασκόπηση
του δυτικού Τύπου, που δεν διστάζει να κατασκευάσει κατηγορίες για να εντυπωσιάσει
τη κοινή γνώμη, ούτε να ψεύδεται για να επηρεάσει την τύχη μιας εισβολής;

Η γέννηση
του ΔΠΔ

Το Διεθνές Ποινικό
Δικαστήριο βρίσκει τις ρίζες του στο άρθρο 227 της Συνθήκης των Βερσαλλιών
(1919), που σκόπευε να δημιουργήσει ένα διεθνές δικαστήριο για να δικάσει τον νικημένο
Γερμανό αυτοκράτορα Γουλιέλμο Β’, και τη Συμφωνία του Λονδίνου (1945), η οποία
θέσπισε το Δικαστήριο της Νυρεμβέργης για να δικαστούν οι ηγέτες των Ναζί. 

Εκείνη την εποχή, ο Γερμανός Καγκελάριος Ludwig Erhard, ήταν μία από τις λίγες πολιτικές προσωπικότητες που επέκριναν το δικαστήριο της Νυρεμβέργης.  
Υποστήριζε ότι μια δικαστική απόφαση που εκδίδεται από τους νικητές κατά εναγομένων,
όλων  Γερμανών, δεν είχε καμία
αξιοπιστία. Υποστήριζε ότι οι Ναζί έπρεπε να δικαστούν από δικαστές ουδέτερων
χωρών (Ελβετία η Σουηδία), γεγονός το οποίο είναι βέβαιο ότι θα είχε αλλάξει
ριζικά την ετυμηγορία, και με μερικούς Γερμανούς δικαστές. 
Ο Γάλλος νομικός Casamayor, κατήγγειλε μια δικαιοσύνη
των νικητών: τα εγκλήματα των Ναζί μπορούσαν να τιμωρηθούν, όχι όμως και εκείνα
των Συμμάχων. «Από σήμερα, υπάρχουν δύο τύποι διεθνούς δικαίου, ένας
για τους Γερμανούς, ο άλλος για το υπόλοιπο κόσμο», έγραψε. «Αν οι τυφλοί βομβαρδισμοί του Λονδίνου και η χρήση όπλων για αντίποινα,
όπως οι πύραυλοι V1 και V2, δεν συμπεριλαμβάνονται
στο κατηγορητήριο, είναι προφανώς για να μη περιληφθούν οι τυφλοί βομβαρδισμοί αμάχων
από τη RAF, συμπεριλαμβανομένου του φωσφορούχου
βομβαρδισμού της Δρέσδης ο οποίος αποτελεί το αποκορύφωμα του παροξυσμού».
 
Στην περίπτωση των εγκλημάτων που διαπράχθηκαν
στην περιοχή των Μεγάλων Λιμνών, σίγουρα έγιναν από Αφρικανούς ηγέτες, αλλά τα
περισσότερα από αυτά τα εγκλήματα είχαν διαταχθεί από μεγάλες δυτικές δυνάμεις:
το Ηνωμένο Βασίλειο, το Ισραήλ, τις Ηνωμένες Πολιτείες ή τη Γαλλία 


Στην περίπτωση της Λιβύης,
ο Μουαμάρ Καντάφι χρησιμοποίησε σίγουρα τη πολιτική δολοφονία κατά τη διάρκεια
42 χρόνια εξουσίας  -συμπεριλαμβανομένου
του Ιμάμη Μουσά Σαντρ-  αλλά δεν διέπραξε
ποτέ τα εγκλήματα για τα οποία το Δικαστήριο ήθελε να τον δικάσει. Αυτά ήταν
καθαρές εφευρέσεις της δυτικής προπαγάνδας για να δικαιολογήσουν την κατάκτηση
της Λιβύης. Ο καθείς μπορεί εξάλλου να παρατηρήσει ότι, δύο χρόνια
μετά το λιντσάρισμα του από τους Δυτικούς, κανείς πια δεν αναφέρει αυτά τα
φανταστικά εγκλήματα.
Ο Λορέν
Φαμπιούς θα έπρεπε να διωχθεί για εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της
ανθρωπότητας στη Συρία.

Η υπόθεση Λορέν Φαμπιούς

Το 1999, ο Λορέν Φαμπιούς δικάστηκε από το
Δικαστήριο της Γαλλικής Δημοκρατίας για ανθρωποκτονία εξ αμελείας. Είχε
κατηγορηθεί, ενώ ήταν πρωθυπουργός, ότι είχε ευνοείσει τα βιομηχανικά
συμφέροντα μιας φαρμακευτικής εταιρείας, καθυστερώντας τη αχρήστευση εκτός
αγοράς αίματος μολυσμένου με τον ιό HIV. Η διαδικασία
που ακολούθησε το Δικαστήριο στην περίπτωσή του, παραμένει αμφίβολη σχετικά με
την αρχειοθέτηση της υπόθεσης την οποία απολάμβανε [ 3 ]. Ο Φαμπιούς παραδέχθηκε
ότι ευθύνεται για το πολιτικό λάθος, αλλά όχι για το ποινικό αδίκημα. Παραδέχτηκε
δηλαδή, ότι δεν έκανε τη δουλειά του ως πρωθυπουργός και άφηνε τους συμβούλους
του να πάρουν μόνοι τους τις κακές αποφάσεις. Στο
παρελθόν, αυτή η ομολογία θα είχε σημαδέψει την οριστική αποχώρησή του από την
πολιτική ζωή, αλλά τα πράγματα εξελίχτηκαν διαφορετικά.  Θεωρούμενος ως μη ένοχος, αλλά ανεύθυνος, εξελέγη πρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης και παρέμεινε
σε αυτή τη θέση κατά τη διάρκεια και μετά τη δίκη του (1988-1992), παρόλο οι
δικαστές του ήταν βουλευτές [ 4 ]. Ήταν και
πάλι πρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης υπό τον Ζακ Σιράκ (1997-2000), μετά έγινε
Υπουργός Οικονομικών (2000-2002) και Υπουργός Εξωτερικών (από το 2012). 

Ως Υπουργός Εξωτερικών, ο
Λορέν Φαμπιούς αναβίωσε τον πόλεμο στη Συρία για λογαριασμό του Ισραήλ και μιας
αμερικανικής ομάδας, συμπεριλαμβανομένων της Χίλαρι Κλίντον (Υπουργός
Εξωτερικών), του Στρατηγού Ντέιβιντ Πετρέους (CIA), του Patrick O’Reilly (πυραυλική ασπίδα), και του Ναύαρχου Τζέιμς
Σταυρίδη (ΝΑΤΟ). Οργάνωσε τη διάσκεψη του Παρισιού των Φίλων της Συρίας και τοποθέτησε τον
εγκληματία πολέμου Abu Saleh στο βάθρο μαζί με τον
Πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ κατά τη διάρκεια της ομιλίας του.  Στη συνέχεια, ο κ. Fabius ενέκρινε την οργάνωση της επίθεσης στις 18 Ιουλίου 2012,
η οποία αποκεφάλισε το Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας της Συρίας και αρνήθηκε να την
καταδικάσει, μια επίθεση που στοίχισε τη ζωή μεταξύ άλλων των Στρατηγών Νταούντ Rajha (Υπουργού Άμυνας, Χριστιανού Ορθόδοξου), Assef Shawkat (Αναπληρωτή Υπουργού, Αλαουίτη) και του
Χασάν Turkmani (σύμβουλου εθνικής ασφαλείας, σουνίτη). Στις 17 Αυγ. 2012, δήλωσε, από τη Τουρκία,: «Έχω
πλήρη συνείδηση για αυτό που λέω: ο Μπασάρ αλ-Άσαντ δεν αξίζει να είναι στη Γη»
ενθαρρύνοντας ανοιχτά τη δολοφονία του .
 Όλα αυτά τα γεγονότα και πολλά άλλα υπόκεινται
θεωρητικά στο ΔΠΔ, το οποίο σίγουρα δεν θα παράλειπε να τον καταδικάσει αν απέδινε
Δικαιοσύνη. 

Στο πόλεμο στη Συρία σκοτώθηκαν τουλάχιστον 160.000 άνθρωποι

Θέλουμε δικαιοσύνη!

Ναι, πρέπει να δικαστούν
οι δράστες των εγκλημάτων στη Συρία, αλλά αυτό δεν μπορεί να γίνει από ένα
δικαστήριο στην υπηρεσία εκείνων που επιτίθενται αυτή τη χώρα και βασανίζουν τον
λαό της. 
Οι χρηματοδότες του πόλεμου πρέπει να δικαστούν πρώτα, και βρίσκονται
στην Ουάσιγκτον, το Λονδίνο και το Παρίσι, στην Άγκυρα, στη Ντόχα και το Ριάντ. 
Μερικοί από αυτούς είναι και
χρηματοδότες του ΔΠΔ.
 [ 1 ] «  Ποιος είναι κατά της
δικαιοσύνης στη Συρία;
 » από τον Λορέν Φαμπιούς, Le Monde , στις 22 Μαΐου 2014. 
2 ] «  Προπαγάνδα πολέμου: μαζικοί βιασμοί
στη Λιβύη
», Δίκτυο Βολταίρος, 12 Ιουνίου
2011 
3 ] Οργανικός νόμος n ° 93 – 1252 της 23ης Νοεμβρίου 1993 
4 ] Το Δικαστήριο της Δημοκρατίας αποτελείται από δεκαπέντε
μέλη: δώδεκα εκλεγμένοι βουλευτές, από το σύνολο και σε ίσο αριθμό από την
Εθνοσυνέλευση και τη Γερουσία μετά από κάθε γενική η μερική ανανέωση αυτών των
συνελεύσεων και τρεις δικαστές της έδρας του Αρείου Πάγου. Προεδρεύει ο ένας από τους τρεις
επαγγελματίες δικαστές.
Τιερί Μεϊσάν, Δίκτυο
Βολταίρος, 23 Μάιου 2014

var _wau = _wau || []; _wau.push([“small”, “wvg1ie6mi5ta”, “m3y”]);
(function() {var s=document.createElement(“script”); s.async=true;s.src=”http://widgets.amung.us/small.js”;
document.getElementsByTagName(“head”)[0].appendChild(s);})();

Ανθρώπινα Δικαιώματα

The Hong Kong Post: Το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας στοχεύει δημοσιογράφους και οικογένειες στο Χονγκ Κονγκ

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Οι δημοσιογράφοι και οι οικογένειές τους στο Χονγκ Κονγκ βιώνουν κλιμακούμενη παρενόχληση και απειλές από το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας, τόσο στο διαδίκτυο όσο και εκτός διαδικτύου. Η συχνότητα και η σοβαρότητα αυτών των περιστατικών έχουν αυξηθεί τους τελευταίους μήνες, όπως δήλωσε η πρόεδρος της Ένωσης Δημοσιογράφων του Χονγκ Κονγκ (HKJA) Selina Cheng κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στις 13 Σεπτεμβρίου.

Μια έρευνα από το HKJA αποκάλυψε ότι η συστηματική παρενόχληση κορυφώθηκε μεταξύ Ιουνίου και Αυγούστου του τρέχοντος έτους, με αξιοσημείωτη αύξηση από τα μέσα έως τα τέλη Αυγούστου. Αυτό το κύμα εκφοβισμού επηρέασε 15 οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένων 13 Μέσων Ενημέρωσης και δύο ιδρυμάτων κατάρτισης δημοσιογραφίας. Μεταξύ των στόχων ήταν το HKJA, το Hong Kong Free Press, το Inmedia και το Hong Kong Feature. Ειδικοί υποστηρίζουν ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας στοχεύει να ασκήσει έλεγχο στο Χονγκ Κονγκ παρόμοιο με τον έλεγχο του στην ηπειρωτική Κίνα. Το ΚΚΚ φέρεται να ανακατεύεται στην ελευθερία του Τύπου στο Χονγκ Κονγκ, καθώς η χώρα επιτρέπει στους δημοσιογράφους να δημοσιεύουν επικριτικά ρεπορτάζ για την Κίνα και την κυβέρνησή της σε διεθνή Μέσα Ενημέρωσης.

Από τον Ιούνιο, ανώνυμα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου παραπόνων από λογαριασμούς Microsoft Outlook, που υποτίθεται ότι προέρχονται από «πατριώτες», έχουν στοχεύσει τουλάχιστον 15 οικογένειες δημοσιογράφων, μαζί με τους εργοδότες ή τους ιδιοκτήτες τους. Αυτά τα μηνύματα, συχνά απειλητικά στη φύση, διέφεραν σε τόνους. Οι μεγαλύτερες οργανώσεις έλαβαν επίσημες καταγγελίες, ενώ τα μικρότερα μέσα αντιμετώπιζαν περισσότερα απειλητικά μηνύματα, μερικές φορές με τη φωτογραφία και το κείμενο του δημοσιογράφου που έμοιαζαν με σημείωμα λύτρων. Πιστεύεται ότι οι πτέρυγες κατασκοπείας του ΚΚΚ, δηλαδή το Υπουργείο Κρατικής Ασφάλειας (MSS) και το Υπουργείο Δημόσιας Ασφάλειας (MPS), ενορχηστρώνουν αυτές τις δραστηριότητες. Στόχος τους είναι να εκφοβίσουν τη δημοσιογραφική κοινότητα είτε να εγκαταλείψει το επάγγελμά της είτε να εγκαταλείψει τη χώρα.

Από τον Αύγουστο, το Facebook έχει δει μια έκρηξη εχθρικών αναρτήσεων που στοχεύουν Μέσα Ενημέρωσης και δημοσιογράφους, χαρακτηρίζοντας τις νόμιμες αναφορές ως παράνομες ή ταραχές. Το HKJA ανακάλυψε ότι τουλάχιστον 36 δημοσιογράφοι από διάφορα Μέσα Ενημέρωσης κατονομάζονταν σε αυτές τις θέσεις. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι παρενοχλητές επεξεργάστηκαν ή δημοσίευσαν απειλητικές καταχωρήσεις στη Wikipedia. Επιπλέον, σε τουλάχιστον τέσσερις περιπτώσεις, παρενοχλητικά μηνύματα στάλθηκαν στους αριθμούς τηλεφώνου της εργασίας ή του σπιτιού των δημοσιογράφων λίγο μετά τη δημοσίευση αυτών των αναρτήσεων.

Ο πρωταρχικός στόχος του ΚΚΚ είναι να εκφοβίσει τους δημοσιογράφους, τις οικογένειές τους ή τους συνεργάτες τους, διαταράσσοντας τις πηγές εισοδήματός τους ή τις κοινωνικές τους σχέσεις. Αυτή η στρατηγική στοχεύει να τους πιέσει, να τους απομονώσει και να τους απειλήσει, αναγκάζοντας τελικά τους δημοσιογράφους να παραιτηθούν από τη δουλειά ή τους συνδικαλιστικούς ρόλους τους. Ο Τσενγκ περιέγραψε αυτές τις επιθέσεις ως «συντονισμένες και συστηματικές», με στόχο τη δημοσιογραφική κοινότητα στο σύνολό της και όχι συγκεκριμένα άτομα. Η HKJA καταδίκασε αυτές τις τακτικές εκφοβισμού και επιβεβαίωσε τη δέσμευσή της να αντισταθεί στις προσπάθειες φίμωσης του Τύπου. Ωστόσο, στις δηλώσεις τους, απέφυγαν να εμπλέξουν άμεσα την κινεζική κομμουνιστική κυβέρνηση.

Ο Τσενγκ συνέκρινε την παρενόχληση με μια «εξόρμηση για ψάρεμα», όπου οι δράστες προχωρούν εάν ο στόχος δεν ανταποκριθεί. Τουλάχιστον τέσσερα θύματα που συμμετείχαν με τους παρενοχλητές αντιμετώπισαν κλιμακούμενες απειλές. Συμβούλεψε τους δημοσιογράφους να αναφέρουν αυτά τα περιστατικά στην αστυνομία, να ενημερώσουν τον Επίτροπο Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων (PCPD) και να αποφύγουν την αλληλεπίδραση με τους παρενοχλητές. Αν και ορισμένα μηνύματα ανέφεραν ζητήματα όπως οι εκλογές στην Ταϊβάν ή η απαγόρευση του Χονγκ Κονγκ για τα ιαπωνικά θαλασσινά, ο Τσενγκ σημείωσε ότι η παρενόχληση δεν φαίνεται να συνδέεται με συγκεκριμένες ιστορίες ή καταστήματα.

Στα τέλη Ιουλίου, ο Τσενγκ και δύο από τα μέλη της οικογένειάς της παρενοχλήθηκαν. Τα email κατηγορούσαν τους συγγενείς της ότι προωθούν «αντικινεζικά αισθήματα» και απείλησαν τους εργοδότες τους, προειδοποιώντας ότι μπορεί να κινδυνεύσουν να παραβιάσουν τον Νόμο Εθνικής Ασφάλειας ή το Άρθρο 23 εάν συνέχιζαν να συνδέονται με τα μέλη της οικογένειας του Τσενγκ.

Η HKJA, μαζί με τουλάχιστον τρεις δημοσιογράφους, έχει αναφέρει αυτά τα περιστατικά στην αστυνομία. Η HKJA κατήγγειλε αυτές τις ενέργειες ως εκφοβισμό και σοβαρή παραβίαση της ελευθερίας του Τύπου στο Χονγκ Κονγκ. Οι παρενοχλητές χρησιμοποίησαν τακτικές δυσφήμισης και εκφοβισμού για να εμποδίσουν τους δημοσιογράφους να εργάζονται ελεύθερα. Η Ένωση έχει επίσης προσεγγίσει πλατφόρμες όπως το Meta και η Wikipedia. Σε απάντηση, η Wikipedia απαγόρευσε έναν χρήστη που δημοσίευσε προσωπικά στοιχεία δημοσιογράφων. Επιπλέον, η HKJA κινεί νομικές ενέργειες και έχει υποβάλει καταγγελίες στον Επίτροπο Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων (PCPD).

Επιπλέον, τρία θύματα ανέφεραν ότι οι αποσκευές τους ερευνήθηκαν από το τελωνείο κατά την επανείσοδό τους στο Χονγκ Κονγκ και δύο από αυτά έλαβαν απειλητικά μηνύματα WhatsApp λίγο μετά την άφιξή τους. Η HKJA εξέφρασε ανησυχίες για πιθανές διαρροές κυβερνητικών δεδομένων, καθώς οι παρενοχλητές είχαν πρόσβαση σε προσωπικές πληροφορίες που δεν θα έπρεπε να είναι διαθέσιμες στο κοινό. Αν και δεν υπάρχουν άμεσες αποδείξεις που να συνδέουν την παρενόχληση με κυβερνητικές υπηρεσίες, η HKJA ζήτησε τη διεξαγωγή έρευνας και προέτρεψε τις αρχές να προστατεύσουν το απόρρητο των δημοσιογράφων.

Το HKJA ενθαρρύνει τους δημοσιογράφους και τις οικογένειές τους που υφίστανται παρενόχληση να αναζητήσουν επαγγελματική υποστήριξη, είτε μέσω του HKJA είτε μέσω των υπηρεσιών ψυχικής υγείας. Ο Σύλλογος έχει δημιουργήσει υπηρεσίες συναισθηματικής συμβουλευτικής για να βοηθήσει όσους επηρεάζονται από αυτά τα περιστατικά. Συμβουλεύει επίσης τους δημοσιογράφους να προστατεύουν τα προσωπικά τους στοιχεία αποφεύγοντας την κοινή χρήση οικογενειακών φωτογραφιών στο διαδίκτυο και χρησιμοποιώντας ισχυρούς, μοναδικούς κωδικούς πρόσβασης με επαλήθευση σε δύο βήματα για τους λογαριασμούς τους.

Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με αυτό το θέμα στην εβδομαδιαία συνέντευξη Τύπου του στις 17 Σεπτεμβρίου, ο Διευθύνων Σύμβουλος του Χονγκ Κονγκ Τζον Λι δήλωσε ότι όποιος χρειάζεται βοήθεια από τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου μπορεί να αναφερθεί στην αστυνομία ή σε αρμόδια τμήματα όπως το Τμήμα Μετανάστευσης ή τα Τελωνεία και Τμήμα ειδικών φόρων κατανάλωσης. «Οι αρχές επιβολής του νόμου θα χειριστούν τις υποθέσεις αμερόληπτα», διαβεβαίωσε.

ΠΗΓΗ: The Hong Kong Post

Συνέχεια ανάγνωσης

Ανθρώπινα Δικαιώματα

Καναδός που κρατήθηκε για 1000 ημέρες στην Κίνα για κατασκοπεία περιγράφει την οδυνηρή εμπειρία του

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Τον ανέκριναν για 6 έως 9 ώρες καθημερινά, τον έκλειναν σε μια καρέκλα για ώρες και τον αναγκάζανε να επιβιώνει με τρία μπολ με ρύζι την ημέρα.

Ένας Καναδός πολίτης που πέρασε 1.000 ημέρες στην κινεζική κράτηση αποκάλεσε την εμπειρία τίποτα λιγότερο από ψυχολογικά βασανιστήρια που δεν θα ξεχάσει. Το θύμα κρατήθηκε με κατηγορίες κατασκοπείας από τις κινεζικές αρχές και επέστρεψε στην πατρίδα του το 2021, σύμφωνα με ρεπορτάζ του CNN.

Ο λόγος για τον Michael Kovrig, είναι ένας από τους δύο Καναδούς πολίτες που κρατήθηκαν από την Κίνα για περισσότερες από 1.000 ημέρες για καταγγελίες κατασκοπείας, τέθηκε σε απομόνωση για έξι μήνες και υποβλήθηκε σε συνεχείς ανακρίσεις, κάτι που σύμφωνα με τον ίδιο ήταν ψυχολογικά βασανιστήρια.

«Ήταν ψυχολογικά, απολύτως, το πιο εξαντλητικό, οδυνηρό πράγμα που έχω ζήσει ποτέ», είπε ο Κόβριγκ στις πρώτες του δηλώσεις που έδωσε σε καναδικό ειδησεογραφικό οργανισμό CBC μετά την απελευθέρωση από την κινεζική φυλακή πριν από τρία χρόνια.

«Προσπαθούν να εκφοβίσουν, να βασανίσουν, να τρομοκρατήσουν και να σας εξαναγκάσουν να αποδεχτείτε την ψεύτικη εκδοχή της πραγματικότητας», είπε ο Κόβριγκ.

Ο Καναδός πολίτης είχε εμπλακεί σε μια τριετή διπλωματική διαμάχη που ξεκίνησε το 2021 όταν οι καναδικές αρχές συνέλαβαν την Meng Wanzhou, την οικονομική διευθύντρια του κινεζικού τεχνολογικού κολοσσού Huawei, στο Βανκούβερ με την κατηγορία της απάτης. Ο Κόβριγκ αφέθηκε ελεύθερος μόνο αφού οι εισαγγελείς των ΗΠΑ απέρριψαν το αίτημα έκδοσης και συμφώνησαν να αφήσουν ελεύθερο τον Μενγκ, σχεδόν δύο χρόνια αργότερα.

Ο Kovrig, ο οποίος ήταν πρώην διπλωμάτης, εργαζόταν ως ανώτερος σύμβουλος για το think tank International Crisis Group. Σύμφωνα με πληροφορίες, επέστρεφε στο σπίτι με τη σύντροφό του μετά το δείπνο στο Πεκίνο στις 10 Δεκεμβρίου 2018. Η σύντροφός του εκείνη την εποχή ήταν έξι μηνών έγκυος όταν συνελήφθη από τις κινεζικές αρχές.

«Ανεβήκαμε μια σπειροειδή σκάλα ακριβώς μπροστά από την πλατεία μπροστά από την πολυκατοικία μου και μπουμ. Υπήρχαν δώδεκα άντρες στα μαύρα με κάμερες πάνω τους γύρω μας, που φώναζαν στα κινέζικα, «Αυτός είναι», θυμάται ο Κόβριγκ.

Το ειδησεογραφικό ρεπορτάζ της Canadian Broadcasting Corporation (CBC) αναφέρθηκε στο ρεπορτάζ του CNN για τον Κόβριγκ, στο οποίο είχε πει ότι κατά τη σύλληψή του του πέρασαν χειροπέδες, του έδεσαν τα μάτια και τον πέταξαν σε ένα μαύρο SUV και στη συνέχεια τον πήγαν σε ένα κελί με επένδυση που θα ήταν το σπίτι του για τους επόμενους έξι μήνες.

Συνέχεια ανάγνωσης

Ανθρώπινα Δικαιώματα

Απαγωγές φοιτητών στο Βελουχιστάν από το πακιστανικό καθεστώς!

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Η πακιστανική κυβέρνηση κλείνει συνεχώς τα μάτια στις κραυγές για δικαιοσύνη στο Βελουχιστάν.

Το Πακιστάν έχει μακρά ιστορία αναγκαστικών εξαφανίσεων και εξωδικαστικών δολοφονιών, με στόχο ιδιαίτερα υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ακτιβιστές μειονοτήτων που επικρίνουν την κυβέρνηση και τον στρατό, καθώς και άτομα που είναι ύποπτα για εμπλοκή με την αντιπολίτευση.

Εν μέσω συνεχιζόμενων εξαφανίσεων και εξωδικαστικών δολοφονιών στο Μπαλουχιστάν, δύο νεαροί άνδρες, ο Akhtar Shah και ο Sahaj Mengal, απήχθησαν βίαια από τα σπίτια τους από τις ένοπλες δυνάμεις του Πακιστάν στην περιοχή Killi Pandrani, όπως αναφέρει η “Balochistan Post“.

Στις 23 Σεπτεμβρίου, μεγάλος αριθμός πακιστανικών δυνάμεων περικύκλωσε την Killi Pandrani και πραγματοποίησαν επιδρομές σε σπίτια.

Κατά τη διάρκεια αυτής της επιχείρησης, συνέλαβαν τους δύο νεαρούς, τους έδεσαν τα μάτια και τους τοποθέτησαν με τη βία στα οχήματά τους. Προς το παρόν, δεν υπάρχουν πληροφορίες για το πού βρίσκονται, ενώ οι αρχές της περιοχής δεν έχουν ακόμη δηλώσει το περιστατικό.

 

 

«Ανησυχούμε βαθιά για την εξαναγκαστική εξαφάνιση δύο μαθητών, του Musa Khaliqdad και του Sameer Majeed. Στις 22 Σεπτεμβρίου και οι δύο βρίσκονταν βίαια από τον στρατό του Πακιστάν στο Dasht Doro, ένα στρατιωτικό σημείο ελέγχου ενώ ταξίδευαν από το Gwadar στο Kapkapar. Προτρέπουμε τις πακιστανικές αρχές να αποκαλύψουν αμέσως πού βρίσκονται και να διασφαλίσουν την ασφαλή επιστροφή τους», δήλωσε το Pank (Τμήμα Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Εθνικού Κινήματος Baloch) στο X.

Σύμφωνα με τη “Balochistan Post”, 37 άνθρωποι εξαφανίστηκαν βίαια σε όλο το Βελουχιστάν μόνο τον Αύγουστο, ενώ 9 άτομα εξακολουθούν να αγνοούνται, ενώ βρέθηκαν 6 σοροί. Παρά τις πολυετείς διαμαρτυρίες, τις συγκεντρώσεις και την αυξανόμενη διεθνή ευαισθητοποίηση, η πακιστανική κυβέρνηση κλείνει συνεχώς τα μάτια στις κραυγές για δικαιοσύνη στο Βελουχιστάν.

Το Πακιστάν έχει μακρά ιστορία αναγκαστικών εξαφανίσεων και εξωδικαστικών δολοφονιών, με στόχο ιδιαίτερα υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ακτιβιστές μειονοτήτων που επικρίνουν την κυβέρνηση και τον στρατό, καθώς και άτομα που είναι ύποπτα για εμπλοκή με την αντιπολίτευση. Η ανεξέλεγκτη ισχύς του στρατού, σε συνδυασμό με μια συνένοχη κυβέρνηση, έχει δημιουργήσει ένα περιβάλλον φόβου και καταστολής.

Η εμμονή των εξαναγκαστικών εξαφανίσεων στο Μπαγκλαντές παραμένει μια κρίσιμη ανησυχία για τα ανθρώπινα δικαιώματα, με ουσιαστικά στοιχεία που δείχνουν εκτεταμένες και συστηματικές καταχρήσεις από τις πακιστανικές δυνάμεις ασφαλείας. Ο λαός του ΒΕλουχιστάν καλεί επειγόντως για διεθνή προσοχή και παρέμβαση για την αντιμετώπιση αυτών των σοβαρών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Η αυξανόμενη συχνότητα εξαναγκαστικών εξαφανίσεων όχι μόνο παραβιάζει τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά υπογραμμίζει επίσης τις βάναυσες τακτικές που εφαρμόζει ο Πακιστανικός Στρατός για να φιμώσει τα αιτήματα του λαού των Μπαλώχ για αξιοπρέπεια και δικαιοσύνη.

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινφογνώμων

Infognomon Logo

Περιηγηθείτε στα κορυφαία βιβλία του βιβλιοπωλείου μας

Προβολή όλων

Δημοφιλή