Ακολουθήστε μας

Κίνα

Ο άξονας συνεργασίας Κίνας – Ρωσίας

Δημοσιεύτηκε

στις

Η ασιατική προσέγγιση, που θέτει εν κινδύνω τα θεμέλια της Δυτικής αρχιτεκτονικής ασφαλείας

Γιάννης Ευτυχίου

Κατά τις τελευταίες δεκαετίες, οι σχέσεις Κίνας-Ρωσίας έχουν εισέλθει σε ένα πολυεπίπεδο στάδιο επίρρωσης. Ήδη από τα μέσα τις δεκαετίας του 1980 οι δύο χώρες είχαν αρχίσει να έρχονται σε μια συνεννόηση που, ιδιαιτέρως από το 2014 μέχρι και σήμερα, τις έχει φέρει σε στενότατη επαφή. Η συνεργασία τους εκτείνεται σε θέματα που άπτονται πολιτικής, οικονομίας, τεχνολογίας, στρατού και ενέργειας, ενώ το 2019, Πεκίνο και Μόσχα προχώρησαν στην αναβάθμιση των διμερών τους σχέσεων, στο πλαίσιο μιας ‘Περιεκτικής Στρατηγικής Συνεργασίας και Συντονισμού για την Νέα Εποχή’. Η εν λόγω συμφωνία δεσμεύει τα δύο μέρη σε διάφορα ζητήματα διεθνούς φύσεως, όπως επί παραδείγματι άμυνα, ασφάλεια και παγκόσμια διακυβέρνηση. Επιπροσθέτως, οι δύο χώρες έχουν ανανεώσει τον προηγούμενο Ιούνιο τη διμερή ‘Συμφωνία Καλής Γειτονίας και Φιλικής Συνεργασίας’, υπογραφείσα για πρώτη φορά το 2001.

Η προαναφερθείσα σύμπραξη εδράζεται επί μιας κοινής στρατηγικής λογικής: αμφότερες χώρες αντιλαμβάνονται τις ΗΠΑ ως τον κύριό τους αντίπαλο και την πιο σημαντική απειλή για την ασφάλειά τους. Ως εκ τούτου, και οι δύο χώρες έχουν διακηρύξει ανοικτά την εναντίωσή τους προς Δυτική αρχιτεκτονική επί της οποίας έχει οικοδομηθεί το φιλελεύθερο διεθνές σύστημα, και την επιθυμία τους για την εκ βάθρων ανατροπή της. Πέραν τούτων, η Ρωσία και η Κίνα φαίνεται να συμμερίζονται πολλές αξίες, αλλά και αντιλήψεις όσον αφορά ζωτικής σημασίας θέματα, ήτοι την οικονομία, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τον κυβερνοχώρο. Συνεπώς, ο υπό διαμόρφωση Ρωσο-Σινικός άξονας θα μπορούσε να αποτελέσει συν τω χρόνω μια πηγή ανησυχίας για την Ευρώπη, τις ΗΠΑ, και εν γένει για την παρούσα διεθνή τάξη πραγμάτων.

Πολυσχιδής συνεργασία

Οι κυβερνήσεις των δύο χωρών έχουν εντατικοποιήσει κατά τις τελευταίες δεκαετίες τη στρατιωτική τους συνεργασία, ορθώνοντας τοιουτοτρόπως ένα ευδιάκριτο ανάχωμα μπροστά στη Δύση. Συγκεκριμένα, η Ρωσία έχει ήδη καταστεί ο κορυφαίος εξαγωγέας οπλισμού προς την Κίνα, καθώς η τελευταία αντιμετωπίζει σημαντικούς περιορισμούς όσον αφορά την αγορά οπλικών συστημάτων από το εξωτερικό. Ως εκ τούτου, το κινεζικό κράτος βρίσκεται πλέον σε θέση να καλύπτει σημαντικά κενά στο εξοπλιστικό του πρόγραμμα και να αποκτήσει, μέχρι το 2049, μιας πρώτης τάξεως στρατιωτική δύναμη. Αξίζει να υπογραμμιστεί πως ρωσικά στρατιωτικά συστήματα ήδη ενισχύουν την αεράμυνα και τις υποβρύχιες δυνάμεις του κινεζικού στρατού.

Από την πλευρά της, η Ρωσία αντιλαμβάνεται ως ζωτικής σημασίας τα οικονομικά οφέλη που προκύπτουν από τη σύσφιγξη των σχέσεών της με την Κίνα, αφού η τελευταία έχει πλέον καταστεί μια σημαντική πηγή επενδυτικού κεφαλαίου και μια τεραστίων διαστάσεων αγορά για τα ρωσικά οπλικά συστήματα και το σιβηρικό φυσικό αέριο. Όσον αφορά την ενεργειακή διάσταση της συνεργασίας, είναι αξιοσημείωτο το γεγονός πως μέσα στο 2021 ο ρωσικός αγωγός «Power of Siberia» έχει προμηθεύσει το κινεζικό κράτος με περίπου 10 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου, ενώ προβλέπεται πως η εν λόγω ποσότητα θα αυξηθεί στα 38 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα ετησίως από το 2024, επί τη βάσει της συμφωνίας που υπογράφτηκε το 2014 μεταξύ της ρωσικής Gazprom και της Κινεζικής Εθνικής Εταιρείας Πετρελαίου. Συνεπώς, το Κρεμλίνο ευελπιστεί πως η εν λόγω προσέγγιση θα απαλύνει τις ζημιές που έχουν προκαλέσει οι αμερικανικές και ευρωπαϊκές κυρώσεις στη ρωσική οικονομία, ως απόρροια της προσάρτησης της Κριμαϊκής χερσονήσου το 2014.

Πρέπει να σημειωθεί, επίσης, πως εσχάτως έχουν πληθύνει οι από κοινού στρατιωτικές ασκήσεις και περιπολίες, ιδιαιτέρως στη Θάλασσα της Ιαπωνίας, στην Ανατολική Κινεζική Θάλασσα και στην Αρκτική, κινήσεις που αποσκοπούν στην βαθμηδόν απομάκρυνση της αμερικανικής παρουσίας και επιρροής από την ευρύτερη περιοχή. Παράλληλα, Πεκίνο και Μόσχα συνεργάζονται στενά σε θέματα υβριδικού πολέμου, πληροφόρησης και ελέγχου εξοπλισμών.

Πέραν τούτων, οι δύο χώρες έχουν διαμορφώσει ένα κοινό μέτωπο στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, προβάλλοντας προσκόμματα στην υιοθέτηση ψηφισμάτων που αντιτίθενται στα συμφέροντά τους, ενώ έχουν αμφότερες εκφράσει δημοσίως την υποστήριξή τους (ή τουλάχιστον έχουν αποφύγει να σχολιάσουν), σε ευαίσθητα θέματα που τις αφορούν, όπως η Ουκρανία, η Ταϊβάν και οι Ουιγούροι της Xijiang. Εν παραλλήλω, Κίνα και Ρωσία συμμετέχουν σε περιφερειακούς και παγκόσμιους οργανισμούς, όπως στον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάη και στους BRICS, γεγονός που τους προσφέρει την ευκαιρία να ευθυγραμμίσουν τα συμφέροντά τους με μεγαλύτερη ευκρίνεια. Η εν λόγω συνεργασία έχει ήδη εισέλθει στα πεδία της επιστήμης και της τεχνολογίας, αφού μέσα στο 2021, Μόσχα και Πεκίνο ανακοίνωσαν σχέδια για την οικοδόμηση ενός κοινού ερευνητικού σταθμού στη Σελήνη, και για εμβάθυνση των σχέσεών τους ως προς την ανάπτυξη και εκμετάλλευση πυρηνικής ενέργειας. Αξίζει να σημειωθεί, προσέτι, πως η Ρωσία επέτρεψε στον κινεζικό τεχνολογικό γίγαντα Huawei να αναπτύξει τα 5G δίκτυά του στη χώρα, παρά τις όποιες ανησυχίες για λογοκλοπές και παράνομες κινεζικές πρακτικές.

Σημεία τριβής

Παρά τη στενή συνεργασία που απολαμβάνουν οι δύο χώρες, πρέπει να τονιστεί πως η Σινο-Ρωσική σχέση δεν συνιστά μια ξεκάθαρη συμμαχία, αλλά μια ευθυγράμμιση συμφερόντων. Σημειώνεται πως το ανισοζύγιο ισχύος μεταξύ των δύο οδεύει προς μεγαλύτερη μεγέθυνση, ελέω της αδιάκοπης κινεζικής οικονομικής ανάπτυξης, γεγονός που δεν περνά απαρατήρητο από τη Ρωσία. Την ίδια στιγμή, πληθαίνουν οι φωνές ανησυχίας στη Μόσχα σχετικά με την κινεζική παρουσία σε περιοχές που η ίδια παραδοσιακά αντιλαμβάνεται ως υπό τη δική της σφαίρα επιρροής, ιδιαιτέρως την Αρκτική, την Κεντρική Ασία και τα Βαλκάνια. Περαιτέρω ανησυχία προκαλεί στη Μόσχα η τάση του Πεκίνου να προωθεί τα Μέσα Ενημέρωσής του στο εξωτερικό, περιορίζοντας ταυτοχρόνως την πρόσβαση των αντίστοιχων ρωσικών μέσα στην Κίνα. Η ρωσική δυσαρέσκεια εντείνεται και από την επιθετική στρατολόγηση Ρώσων πολιτών από το Πεκίνο ως κατασκόπων, και την εν παραλλήλω χρησιμοποίηση των Ινστιτούτων «Κομφούκιος» μέσα στο ρωσικό κράτος ως μέσων προπαγάνδας. Συνεπώς, η Ρωσία αντιλαμβάνεται πλήρως τη δυναμική της σχέσης αυτής, και δεν προτίθεται εις ουδεμία των περιπτώσεων να επιτρέψει μια καθ’όλα εξάρτησή της από την Κίνα, αντιλαμβανόμενη τον εαυτό της ως μια παγκόσμια υπερδύναμη που δεν δέχεται διαταγές από άλλους.

Από την πλευρά της, η Κίνα έχει θέσει ως έναν από τους κεντρικούς στρατηγικούς της στόχους την εξάπλωση της επιρροής της στην Κεντρική Ασία, η οποία, όπως ελέχθη, συνιστά έναν παραδοσιακά ρωσικό χώρο επιρροής. Από οικονομικής σκοπιάς, η περιοχή κρίνεται εξέχουσας σημασίας, αφού δι’ αυτής περνά η εν τω γενέσθαι χερσαία διάσταση της κινεζικής γεωοικονομικής πρωτοβουλίας «Μία Ζώνη, ένας Δρόμος», η οποία παρεμπιπτόντως έχει ήδη αρχίσει να επισκιάζει την υπό ρωσική επιρροή «Ευρασιατική Οικονομική Ένωση». Αξίζει, ταυτοχρόνως, να σημειωθεί πως η φύση της κινεζικής επιρροής στην εν λόγω περιοχή δεν είναι μόνο οικονομική, αλλά επίσης στρατιωτική και πολιτισμική. Αφενός, το Πεκίνο προσφέρει ασμένως οπλισμό και στρατιωτική εκπαίδευση στα κράτη της Κεντρικής Ασίας, ενώ έχει επιπροσθέτως οικοδομήσει μια στρατιωτική βάση στο Τατζικιστάν, προκειμένου να προασπίσει τα συμφέροντά του και να επιβάλει με μεγαλύτερη ευκολία την βουλησή του πάνω στην επαρχία της Xinjiang.

Αφετέρου, η Κίνα δεν αγνοεί τη σημασία της ήπιας ισχύος στη διεθνή σκακιέρα και, ως εκ τούτου, έχει επικεντρωθεί στην εξαγωγή της πολιτισμικής της εκπαίδευσης έξω από τη χώρα. Συγκεκριμένα, το Πεκίνο έχει εκκινήσει ένα δεκαετές εκπαιδευτικό πρόγραμμα για τα μέλη του Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης, συμπεριλαμβανομένων τεσσάρων από τα πέντε κράτη της Κεντρικής Ασίας, επί τη βάσει του οποίου προσφέρονται 30.000 κρατικές υποτροφίες, ενώ 10.000 καθηγητές και μαθητές που απασχολούνται στα Ινστιτούτα Κομφούκιος προσκαλούνται για εργασία στην Κίνα. Παρά ταύτα, το γεγονός πως 35% των κατοίκων της Κιργιζίας και 30% των Καζάκων έχουν υιοθετήσει μια αρνητική στάση απέναντι στην Κίνα επιτρέπει στη Ρωσία να διατηρεί ένα σημαντικό βαθμό επιρροής στην περιοχή, την οποία ευελπιστεί πως θα επανενσωματώσει στη δική της πολιτική σφαίρα στο κοντινό μέλλον.

Πηγές

Πηγή: Σημερινή

Συνέχεια ανάγνωσης

Κίνα

Geopolitical Monitor: China-Philippines Tensions Flare in South China Sea

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

After years of relative calm under the pro-China Duterte regime, tensions are mounting between China and the Philippines over the South China Sea. The shift can be attributed in part to the policies of President Ferdinand Romualdez Marcos Jr., who has adopted a more proactive stance against China’s aggressive maneuvers and gray zone tactics in and around Philippines waters. The pivot has brought about a marked warming of US-Philippines relations; for example, the two countries hammered out an agreement to expand US military bases in the Philippines by four in 2023, including in the highly strategic Cagayan province south of Taiwan. Now options like regular US-Philippine joint patrols in the South China Sea are increasingly being considered, suggesting new tactical possibilities for deterrence, but also new ways to trigger unintended escalations.

The Philippines’ South China Sea Transparency Initiative

The perception of worsening China-Philippines tensions could be amplified by the fact that much of these gray zone tactics and interdictions once took place behind the scenes, unnoticed or unremarked on by Manila during the Duterte years. This changed in May 2024 with the launch of a ‘transparency initiative’ by the Marcos administration, which intended to monitor and expose China’s aggressive actions near the Second Thomas Shoal (Ayungin in the Philippines) and elsewhere. As others have pointed out, this is not the first time that the Philippines has tried to name and shame Beijing for its actions in the South China Sea. But the initiative is a clear departure from Manila’s recent passivity, and it lays the diplomatic groundwork for increased support from the United States, Australia, and Japan – all of which fall in the Western camp – if not regional allies in ASEAN.

Manila is launching its own foray in a wider information war with the transparency initiative, evident in a recent incident involving a 60 Minutes crew and other journalists. The crew was invited to observe patrols on a Philippine Coast Guard vessel by the Philippines government, and filmed aggressive ramming maneuvers by the Chinese Coast Guard in the waters near the Sabina Shoal in September. Yet before they had even returned to port, China had already disseminated its own narrative of the clash, identifying the Philippines Coast Guard as the aggressor and the 60 Minutes crew as Western propagandists, complete with pictures.

Where the China narrative may have gone unchallenged before, the transparency initiative offers the possibility of an alternative interpretation; however, this doesn’t mean that Manila’s version is reaching and/or convincing the audiences it wants to target.

China Changes Tack at the Second Thomas Shoal

The transparency initiative has failed to defuse tensions at the Second Thomas Shoal. In fact, research from the Asia Maritime Transparency Initiative illustrates a spike in the presence of Chinese vessels from mid-2023, mainly on the back of increased involvement from the People’s Armed Forces Maritime Militia (PAFMM). The researchers also note that PAFMM, Coast Guard, and PLA Navy vessels have been more likely to employ aggressive tactics (ramming, water cannon, boarding) over this span.

The Second Thomas Shoal is the site of the BRP Sierra Madre, a grounded Philippine Navy ship turned impromptu military outpost and sovereignty marker. Tensions at the shoal revolve around Philippine missions to resupply the BRP Sierra Madre and attempts on the Chinese side to interdict new supplies.

Source: Geopolitical Monitor

Συνέχεια ανάγνωσης

Κίνα

PhilStar Global: Πράκτορας της Κίνας ομολόγησε ότι διενεργούσε κατασκοπεία στις Φιλιππίνες

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Ο Κινέζος κατάσκοπος She Zhijiang, που κρατείται επί του παρόντος στην Ταϊλάνδη αντιτίθεται στον επαναπατρισμό στην Κίνα, ισχυρίστηκε σε ένα ντοκιμαντέρ του Al Jazeera ότι ξεκίνησε το κατασκοπευτικό έργο του στις Φιλιππίνες το 2016 ενώ απέφευγε τις κινεζικές αρχές που είχαν διατάξει τη σύλληψή του για παράνομο τζόγο.

Είπε ότι ο στρατηλάτης του υποσχέθηκε να κανονίσει την απόσυρση της ποινικής του υπόθεσης εάν αποδεχόταν τις κατηγορίες.

Στο ντοκιμαντέρ, ισχυρίστηκε ότι συνεργάστηκε με την απολυθείσα δήμαρχο της Μπαμπάν Άλις Γκούο για το Υπουργείο Κρατικής Ασφάλειας της Κίνας, την υπηρεσία μυστικής αστυνομίας του κομμουνιστικού κόμματος.

Ο κατάσκοπος ομολόγησε την ιδιότητά του ανάφερει, ότι “η Κίνα δεν μπορεί να είναι αξιόπιστη. Οι δυο μας αφιερώσαμε κάποτε τη ζωή μας στο υπουργείο Κρατικής Ασφάλειας της Κίνας. Δείτε τι μου συνέβη», είπε.

Ο πρόεδρος της Γερουσίας Francis Escudero είπε ότι εναπόκειται στα Υπουργεία Δικαιοσύνης (DOJ) και Εξωτερικών Υποθέσεων (DFA) να συντονιστούν με τις αρχές της Ταϊλάνδης εάν επιθυμούν να εμβαθύνουν στους ισχυρισμούς που εγείρει ο She κατά της Guo.

Ο Escudero είπε ότι το ντοκιμαντέρ του Al Jazeera με θέμα She θα πρέπει να εξεταστεί από τις αρχές για πιθανή κατάθεση υπόθεσης κατασκοπείας εναντίον της Guo.

Ο πρόεδρος της Γερουσίας είπε ότι υπάρχει ανάγκη οι κυβερνητικές υπηρεσίες των Φιλιππίνων να συντονιστούν με την Ταϊλάνδη όπου κρατείται για φερόμενο παράνομο διαδικτυακό τζόγο.

«Δεν μπορώ να πω αν το ντοκιμαντέρ έχει εμπιστοσύνη. Το πρόβλημα είναι ότι η μαρτυρία του που δόθηκε στην Ταϊλάνδη μπορεί να μην χρησιμοποιηθεί στο δικαστήριο επειδή δεν υπάρχει περίπτωση να γίνει αντιπαράθεση εξέτασης. Αυτό εναπόκειται στους εισαγγελείς του DOJ και του DFA να το καθορίσουν. Είναι μια περίπλοκη διαδικασία», είπε ο Escudero σε συνέντευξη στο dwIZ το Σάββατο 28 Σεπτεμβρίου.

«Σε κάθε περίπτωση, το περιστατικό θα μπορούσε να εμπίπτει στις διατάξεις της κατασκοπείας, η οποία είναι κατασκοπεία για μια χώρα ακόμη και χωρίς πόλεμο», πρόσθεσε.

Ο Εσκουντέρο επαίνεσε την έρευνα του Κογκρέσου σχετικά με την Γκούο επειδή χρησιμοποίησε τη δημοσιότητα για τη διάδοση των παράνομων τυχερών παιχνιδιών καθώς και στη συμπαιγνία μεταξύ διεθνών εγκληματικών συνδικάτων και αξιωματούχων της τοπικής κυβέρνησης.

Από την πλευρά του, ο ηγέτης της μειονότητας της Γερουσίας Ακουιλίνο Πιμεντέλ Γ’ είπε, ότι το ντοκιμαντέρ μεταδόθηκε από ένα νόμιμο πρακτορείο ειδήσεων, προειδοποιώντας ότι μπορεί μην τεθεί υπόψιν η μαρτυρία ενός κρατούμενου.

«Ας μην πιστεύουμε εύκολα τα λόγια ενός κρατούμενου. Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που ασκούν πίεση σε έναν κρατούμενο μάρτυρα», είπε ο Πίμεντελ σε ξεχωριστή συνέντευξη στο dwIZ.

Εν τω μεταξύ, ο πρώην γερουσιαστής Πινγκ Λάκσον επαίνεσε την τετραμελή επιτροπή της Βουλής που αντιμετώπισε την Γκούο με το ντοκιμαντέρ και την κατηγόρησε για τους υποτιθέμενους δεσμούς της με το κινεζικό κομμουνιστικό κόμμα.

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινδία

Asian Lite: Σημαντικό οικονομικό κόστος για το Πακιστάν οι επιθέσεις σε Κινέζους υπηκόους

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Το Πεκίνο εκφράζει ολοένα και περισσότερο την απογοήτευσή του για την αποτυχία του Ισλαμαμπάντ να αντιμετωπίσει τις οικονομικές προκλήσεις και τις προκλήσεις ασφαλείας

Οι σχέσεις Κίνας-Πακιστάν έχουν μια πτωτική πορεία εν μέσω αυξανόμενων διαφορών για πολλά διμερή ζητήματα. Το Πεκίνο γίνεται ανυπόμονο για την αποτυχία του Ισλαμαμπάντ να αποπληρώσει τα χρέη και να παρέχει επαρκή ασφάλεια στους Κινέζους υπηκόους στο Πακιστάν. Παρά την εξωτερική χρηματοδότηση από παγκόσμιους θεσμούς και την οικονομική στήριξη της Κίνας, το Πακιστάν δεν κατάφερε να σταθεροποιήσει την οικονομία. Κατά συνέπεια, ο Οικονομικός Διάδρομος της Κίνας-Πακιστάν (CPEC) επιβραδύνεται εν μέσω αναφορών για πολλά έργα που αντιμετωπίζουν καθυστερήσεις ή πιθανές διακοπές λειτουργίας. Ενώ το Πεκίνο προσπαθεί με κάποιο τρόπο να σώσει το CPEC και άλλα έργα, το Ισλαμαμπάντ ενδιαφέρεται περισσότερο για τη διμερή συνεργασία στον τομέα της άμυνας και της ασφάλειας, κυρίως κατά της Ινδίας.

Σύμφωνα με αναφορές, το Πακιστάν πιέζει την Κίνα να πραγματοποιήσει ασκήσεις κατά της τρομοκρατίας σε περιοχές κατά μήκος των συνόρων Ινδίας-Πακιστάν. Η Κίνα φέρεται να έχει δείξει απροθυμία στην πρόταση του Πακιστάν, η οποία μπορεί να προκαλέσει άσκοπα εντάσεις με την Ινδία. Αυτό δείχνει ότι το Ισλαμαμπάντ δεν ενδιαφέρεται σοβαρά για τη διασφάλιση της ασφάλειας και της ασφάλειας των Κινέζων πολιτών στο Πακιστάν, αλλά θέλει να χρησιμοποιήσει διμερείς και πολυμερείς στρατιωτικές ασκήσεις για να προκαλέσει την Ινδία και να κρύψει τις αντιτρομοκρατικές αποτυχίες του.

Από την έναρξη της νέας στρατιωτικής επιχείρησης, Azm-i-Istehkam (Αποφασιστικότητα για σταθερότητα), στις 22 Ιουνίου, οι τρομοκρατικές επιθέσεις στο Πακιστάν έχουν αυξηθεί σημαντικά. Σύμφωνα με έκθεση του Πακιστανικού Ινστιτούτου Μελετών Συγκρούσεων και Ασφάλειας (PICSS), τουλάχιστον 254 άνθρωποι, μεταξύ των οποίων 92 πολίτες και 54 μέλη του προσωπικού ασφαλείας, σκοτώθηκαν σε επιθέσεις μαχητών και βομβαρδισμούς τον Αύγουστο, καθιστώντας τον τον πιο θανατηφόρο μήνα για το Πακιστάν τα τελευταία έξι χρόνια. Πιο ανησυχητικό είναι ότι η πλειονότητα αυτών των επιθέσεων σημειώθηκαν στο Βελουχιστάν και στο Χάιμπερ Παχτούνχβα, περιοχές που φιλοξενούν πολλά έργα που χρηματοδοτούνται από την Κίνα. Το Βελουχιστάν σημείωσε απότομη αύξηση της βίας, με τουλάχιστον 125 νεκρούς, μεταξύ των οποίων 80 πολίτες, 22 μέλη του προσωπικού ασφαλείας και 23 μαχητές. Τα τελευταία χρόνια, Κινέζοι υπήκοοι έχουν γίνει συχνά στόχοι φονικών επιθέσεων σε αυτές τις επαρχίες. Στις 26 Μαρτίου, μια βομβιστική επίθεση αυτοκτονίας στοίχισε τη ζωή σε πέντε Κινέζους μηχανικούς που εργάζονταν στο έργο του φράγματος Dasu στην περιοχή Shangla, στην επαρχία Khyber Pakhtunkhwa.

Έκρηξη λεωφορείου Dasu

Επιπλέον, μόλις μια εβδομάδα πριν από την επίθεση αυτοκτονίας, οι αντάρτες των Μπαλόχ στόχευσαν κινεζικά συμφέροντα εισβάλλοντας στο συγκρότημα Gwadar Port Authority (GPA) και στη ναυτική βάση Turbat κοντά στο λιμάνι Gwadar που διοικείται από την Κίνα, το οποίο είναι βασικό συστατικό του CPEC, στην επαρχία Βελουχιστάν. Αυτά τα περιστατικά ανανέωσαν τις σοβαρές ανησυχίες για την ασφάλεια του κινεζικού προσωπικού και έργων στο Πακιστάν. Μόλις δύο ημέρες μετά τη βομβιστική επίθεση στο Dasu, μια κινεζική εταιρεία ανέστειλε τα έργα πολιτικού έργου στο Tarbela 5th Extension Hydropower Project και απέλυσε περισσότερους από 2.000 εργαζομένους για «λόγους ασφαλείας». Το 2021, οι πακιστανικές αρχές είχαν αναθέσει σύμβαση 355 εκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ στην Power Construction Corporation of China Ltd για έργα. Το φράγμα Tarbela των 1.530 MW είχε προγραμματιστεί να ξεκινήσει την παραγωγή ενέργειας πριν από το 2026.

Οι επιθέσεις σε Κινέζους υπηκόους έχουν σημαντικό οικονομικό κόστος για το Πακιστάν, το οποίο ήδη αντιμετωπίζει μια σοβαρή οικονομική κρίση. Το Πεκίνο εκφράζει όλο και πιο έντονα την απογοήτευσή του για την αποτυχία του Ισλαμαμπάντ να αντιμετωπίσει τις οικονομικές προκλήσεις και τις προκλήσεις ασφάλειας. Τον Ιούνιο, ο Κινέζος Πρόεδρος Xi Jinping προειδοποίησε τον Πακιστανό πρωθυπουργό Shehbaz Sharif ότι ενώ η Κίνα ήταν ανοιχτή στην επέκταση και την αναβάθμιση των οικονομικών δεσμών, το Ισλαμαμπάντ έπρεπε πρώτα να δημιουργήσει ένα «ασφαλές, σταθερό και προβλέψιμο» επιχειρηματικό περιβάλλον για τις κινεζικές εταιρείες και το προσωπικό.

Ομοίως, ο Liu Jianchao, Υπουργός του Τμήματος Διεθνών Συνδέσμων του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας – υπεύθυνος για τη διαχείριση των σχέσεων της Κίνας με πολιτικούς οργανισμούς παγκοσμίως – τόνισε το «έλλειμμα εσωτερικής ασφάλειας» του Πακιστάν ως σημαντικό παράγοντα που διαβρώνει την εμπιστοσύνη των Κινέζων επενδυτών. Δήλωσε ότι «οι απειλές για την ασφάλεια είναι οι κύριοι κίνδυνοι για τη συνεργασία της CPEC». Ο Λιου επεσήμανε επίσης τη συνεχιζόμενη πολιτική αστάθεια του Πακιστάν ως βασικό λόγο για τις οικονομικές του αποτυχίες, προτρέποντας τους Πακιστανούς πολιτικούς να ενωθούν και να αντιμετωπίσουν τις περίπλοκες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα.

Shehbaz Sharif και Xi Jinping

Ο πρωθυπουργός του Πακιστάν, Shehbaz Sharif, επισκέφθηκε την Κίνα από τις 4-8 Ιουνίου με μια μεγάλη υπουργική αντιπροσωπεία, συμπεριλαμβανομένου του αρχηγού του πακιστανικού στρατού, στρατηγό Syed Asim Munir, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να αναζωογονήσει τους διμερείς δεσμούς με τον σύμμαχό τους «παντός καιρού». Ήταν η πρώτη εκτεταμένη επίσκεψη του Σαρίφ στην Κίνα αφότου έγινε πρωθυπουργός τον Μάρτιο. Κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του, ο Σαρίφ φέρεται να αναζήτησε νέα δάνεια από το Πεκίνο και ζήτησε περισσότερο χρόνο για την αποπληρωμή των εκκρεμών χρεών. Ωστόσο, δεν πήρε τίποτα ουσιαστικό σε αντάλλαγμα πέρα ​​από ελάχιστα Μνημόνια Συνεννόησης και πολλές προειδοποιήσεις από την κινεζική πλευρά. Τον Αύγουστο, ο Σαρίφ είχε γράψει μια επιστολή στην κινεζική κυβέρνηση ζητώντας επαναπρογραμματισμό του χρέους για το Πακιστάν σε μια προφανή προσπάθεια να εξασφαλίσει την έγκριση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για οικονομική διάσωση 7 δισεκατομμυρίων δολαρίων μέχρι τον επόμενο μήνα.

Η Κίνα ανησυχεί όλο και περισσότερο για τις χρηματοοικονομικές επενδύσεις της στο Πακιστάν, φοβούμενη ότι ενδέχεται να μην αποφέρουν θετικές αποδόσεις στο μέλλον. Συγκεκριμένα, το ένα τρίτο του συνολικού εξωτερικού χρέους του Πακιστάν οφείλεται στην Κίνα. Ωστόσο, το Ισλαμαμπάντ φαίνεται πιο επικεντρωμένο στη χρήση πολυμερών και περιφερειακών πλατφορμών όπως τα Ηνωμένα Έθνη ή ο Οργανισμός Συνεργασίας της Σαγκάης (SCO) για να στοχεύσει την Ινδία. Το Πεκίνο απογοητεύεται με τις προσπάθειες του Πακιστάν να το χρησιμοποιήσει ως εργαλείο για την προώθηση της αντι-ινδικής ατζέντας του. Αντί να αντιμετωπίσει τις εικαζόμενες διασυνοριακές τρομοκρατικές επιθέσεις από το Αφγανιστάν και το Ιράν, ο στρατός του Πακιστάν θέλει να διεξάγει περισσότερες αντιτρομοκρατικές ασκήσεις με την Κίνα σε περιοχές κοντά στα σύνορα με την Ινδία. Οι αναφορές αναφέρουν ότι οι αντάρτες Μπαλόχ και οι Τεχρίκ-ι-Ταλιμπάν βρίσκονται πίσω από πολλές επιθέσεις που στοχεύουν Κινέζους υπηκόους στο Πακιστάν, με ομάδες να έχουν αναφερθεί παρουσία στους δυτικούς γείτονες του Πακιστάν. Ωστόσο, ο στρατός του Πακιστάν εξακολουθεί να διστάζει να πραγματοποιήσει κοινές αντιτρομοκρατικές ασκήσεις με την Κίνα είτε στο Μπαλουχιστάν είτε στο Khyber Pakhtunkhwa, δείχνοντας τη διπροσωπία του Πακιστάν όσον αφορά την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας.

Παρά τις ψευδείς διαβεβαιώσεις του Πακιστάν για ενίσχυση της ασφάλειας κατόπιν επανειλημμένου αιτήματος της Κίνας, συμπεριλαμβανομένης μιας νέας αντιτρομοκρατικής επιχείρησης, η κατάσταση συνεχίζει να επιδεινώνεται, με αυξανόμενες αναταραχές και βία που στοχεύουν βασικά κινεζικά έργα στο πλαίσιο της Πρωτοβουλίας Belt and Road. Η συνεχιζόμενη αστάθεια παρουσιάζει άνευ προηγουμένου προκλήσεις για το λιμάνι του Γκουαντάρ, το CPEC και την «παντός καιρού» συνεργασία της Κίνας με το Πακιστάν. Τελικά, η ευθύνη για αυτές τις οπισθοδρομήσεις βαρύνει την ανικανότητα, τη διττή συμπεριφορά του Πακιστάν και τις συνεχείς προσπάθειές του να χρησιμοποιήσει τη σχέση του με την Κίνα εναντίον της Ινδίας.

 

ΠΗΓΗ: Asian Lite

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινφογνώμων

Infognomon Logo

Περιηγηθείτε στα κορυφαία βιβλία του βιβλιοπωλείου μας

Προβολή όλων

Δημοφιλή