Ακολουθήστε μας

Οικονομία & Αγορές

Μαρία Δεληβάνη: Μερικές πικρές αλήθειες για την οικονομία

Δημοσιεύτηκε

στις

Της Μαρίας Νεγρεπόντη-Δελιβάνη

Τον τελευταίο καιρό γίνεται μια συντονισμένη προσπάθεια ωραιοποίησης των εξελίξεων της οικονομίας μας η οποία, όμως ουδόλως ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.

Μία από τις τελευταίες αυτές εντυπωσιακές, αλλά κενού περιεχομένου ανακοινώσεις, αναφέρεται στη δήθεν μείωση του δημοσίου χρέους, ως ποσοστό στο ΑΕΠ, της τάξης του 16% το 2022, σε σχέση με το 2021.

Εύλογα αναρωτήθηκα για το πως ήταν δυνατόν να δικαιολογηθεί αυτή η βελτίωση, και μάλιστα στο χρονικό διάστημα 2021-2022, μέσα στο οποίο η οικονομία μας χρειάστηκε να προσφύγει και σε νέο δανεισμό.

Η αρχική μου υποψία ότι το θριαμβευτικό συμπέρασμα περί της δήθεν μείωσης του χρέους της Κεντρικής Διοίκησης ήταν, πιθανότατα, αποτέλεσμα ανορθόδοξης ανάμιξης σταθερών και τρεχόντων μεγεθών, επιβεβαιώθηκε από τα σχετικά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ. Συγκεκριμένα, η διαπίστωση περί της δήθεν μείωσης του δημοσίου χρέους εξήχθη από τη διαίρεση του πληθωριστικού ΑΕΠ (του οποίου οι όποιες αυξήσεις στερούνται αντικρίσματος στην πραγματική οικονομία) με το δημόσιο χρέος, που αποτελεί σταθερό μέγεθος, μη επηρεαζόμενο δηλαδή από τον πληθωρισμό. Σε αντίθεση, λοιπόν, με τις αισιόδοξες, αλλά αβάσιμες ανακοινώσεις αρμοδίων, περί της δήθεν μείωσης του χρέους μας, αυτό σημειώνει δυστυχώς, και όπως ήταν άλλωστε αναμενόμενο, σημαντική αύξηση. Πράγματι, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, χρησιμοποιώντας το ΑΕΠ ως σταθερό, δηλαδή απαλλαγμένο από πληθωριστική φόρτιση, προκύπτει ότι το χρέος μας, όχι μόνο δεν μειώθηκε, αλλά αντιθέτως αυξήθηκε το 2022, έναντι του 2021, κατά 11,4 δισεκατομμύρια ευρώ (στο τέλος του Δεκεμβρίου 2022, το χρέος εκτοξεύθηκε στο ποσό των 400 δισ. ευρώ, από 388 δις που ήταν τον Δεκέμβριο του 2021).

Όμως, η χωρίς βάση αισιοδοξία των αρμοδίων δεν εξαντλείται στην προσπάθεια ωραιοποίησης των εξελίξεων στο χρέος. Μια άλλη πρόσθετη και επίσημη ανακοίνωση, αναφέρεται στη δήθεν αύξηση του κατώτατου μισθού, που υποτίθεται ότι καταλήγει σε βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων.

Ομιλούμε, φυσικά, για τον πραγματικό και όχι για τον ονομαστικό μισθό. Δηλαδή, για την ποσότητα αγαθών και υπηρεσιών, που μπορεί να αποκτηθεί με τις νομισματικές μονάδες, που απαρτίζουν τον ονομαστικό μισθό.

Σε περιόδους πληθωρισμού είναι αναπότρεπτη η δημιουργία του γνωστού φαύλου κύκλου μισθών και τιμών, καθώς οι αυξήσεις των ονομαστικών μισθών υστερούν αναγκαστικά των αυξήσεων του γενικού επιπέδου των τιμών, έτσι που να μειώνεται συνεχώς ο πραγματικός μισθός. Εξυπακούεται, εξάλλου, ότι τα καλάθια της νοικοκυράς, που όπως είναι γνωστό έχουν, παντού, αποτύχει, αδυνατούν και στην Ελλάδα να μεταβάλουν τις νομοτελειακές, παραπάνω, εξελίξεις.

Ειδικότερα, στην Ελλάδα, ο κατώτατος μισθός είναι ο χαμηλότερος, σε σύγκριση με οποιαδήποτε άλλη οικονομία της ΕΕ, ενώ στην αρνητική αυτή πρωτειά προστίθεται και η, πριν μερικές ημέρες, εξαγγελία του ΟΟΣΑ, περί περαιτέρω μείωσης του κατά 7,5%. Να αναφέρω ακόμη ότι, σύμφωνα με την Eurostat, παρότι στην Ελλάδα διαπιστώνεται τάση μείωσης του πληθωρισμού, που υπολογίζεται ότι τρέχει τον Απρίλιο κατά 5,4%, όμως ο πληθωρισμός τροφίμων, κινείται στο 14,1%.

Περιττό να επισημάνω ότι στα χαμηλά εισοδήματα το ποσοστό που διατίθεται για την κάλυψη βασικών προϊόντων διατροφής είναι σημαντικά ανώτερο του αντίστοιχου σε υψηλότερα, έτσι ώστε να φτωχοποιούνται περισσότερο τα νοικοκυριά αυτής της κατηγορίας. Ο πραγματικός μισθός στην Ελλάδα, ροκανίζεται περαιτέρω και από την αύξηση των ενοικίων, που εκτιμάται σε πάνω από 5%, κατά μέσον όρο, αλλά και από την αύξηση των επιτοκίων, που απορροφούν ένα, συνεχώς, μεγαλύτερο μερίδιο των εισοδημάτων των χαμηλόμισθων, πολλοί από τους οποίους είναι και δανειολήπτες. Οι συνέπειες της απομύζησης των μισθωτών, από τους παραπάνω παράγοντες, απεικονίζεται στην ανάγκη μεταβολής των καταναλωτικών τους συνηθειών, με αποτέλεσμα τον περιορισμό της κατανάλωσης, αλλά και τη γενικότερη στροφή προς αγαθά φθηνότερα και κατώτερης ποιότητας.

Συνεπώς, ουδόλως ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα οι σχετικές διαβεβαιώσεις περί των αυξήσεων των μισθών, και περί της βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου των μισθωτών, δεδομένου ότι πρόκειται για το εντελώς αντίθετο: της σημαντικής δηλαδή επιδείνωσης του επιπέδου ζωής τους, εξαιτίας της μείωσης των πραγματικών τους μισθών, που δεν ήταν δυνατόν να εξουδετερωθεί από την πρόσφατη αύξηση του κατώτατου ονομαστικού τους μισθού. Αυτό είναι, δυστυχώς, το αναμφισβήτητο συμπέρασμα, όπως προκύπτει από τη σύγκριση, ανάμεσα στην αύξηση του κατώτατου μισθού, κατά 9,4%, από 1ης Απριλίου του 2023, και της άθροισης των επί μέρους κονδυλίων, που το απομυζούν.

Παράλληλα με τις παραπάνω εξαγγελίες περί δήθεν μείωσης του χρέους και περί δήθεν αύξησης των μισθών, εμφανίζονται ολοένα συχνότερα τον τελευταίο καιρό και ενθουσιώδεις δηλώσεις, για το πόσο καλά πηγαίνει η οικονομία μας, πόσο ικανοποιητικά αναπτύσσεται και πόσο αποτελούν αντικείμενο θαυμασμού, τα δήθεν επιτεύγματα της. Οι δηλώσεις αυτές, εκτός του ότι κινούνται στο χώρο της φαντασίας, καταλήγουν επιπλέον στο να απαλλάσσουν των εγκληματικών ευθυνών τους τα μνημόνια, προσπαθώντας να εμφανίσουν μια καταρρέουσα οικονομία, σε δήθεν ταχέως αναπτυσσόμενη. Και να προσθέσω ότι οι επικλήσεις, περί θαυμασμού των «επιτευγμάτων» της οικονομίας μας αφορούν αποκλειστικά στην ανησυχία/ ικανοποίηση των πιστωτών μας, για το κατά πόσον η χώρα μας θα είναι σε θέση να καταβάλλει κανονικά τις υπέρογκες υποχρεώσεις της. Διότι, αν πράγματι ενδιαφέρονταν οι πιστωτές μας, για τη διάσωση της οικονομίας μας και για το ευ ζην του λαού μας, θα είχαν μεριμνήσει στο να συμπεριλάβουν στα πολυσέλιδα προσβλητικά και απάνθρωπων όρων μνημόνια, την αυταπόδεικτη ανάγκη σύνδεσης της δυνατότητας εξυπηρέτησης του χρέους, με ανάπτυξη.

Χρειάζονται, όντως, απεριόριστο θάρρος ή παντελή άγνοια του ορισμού και του περιεχομένου της ανάπτυξης, όσοι κατά καιρούς ισχυρίζονται ότι η οικονομία μας βρίσκεται σε τροχιά ανάπτυξης. Ιδιαίτερα και όταν, προκειμένου να στηριχτεί μια τέτοια δοξασία, υιοθετούνται πληθωριστικές αυξήσεις του ΑΕΠ. Αλλά, πώς και που να σταθούν τόσο αβάσιμες δηλώσεις; Στο ξεπούλημα την δημόσιας περιουσίας, που τρέχει ακάθεκτη τα τελευταία 13 χρόνια και που αλύπητα συνεχίζεται; Στο γεγονός ότι, από πρώτη στο ύψος του κατά κεφαλή εισοδήματος, ανάμεσα στις χώρες των Βαλκανίων, πριν από τα μνημόνια, τώρα η χώρα μας εμφανίζεται προτελευταία, με τελευταία μόνο τη Βουλγαρία; Στον εναγκαλισμό, ως κατάλληλων επενδύσεων, για την Ελλάδα, ηλεκτρικών αυτοκινήτων και ανεμογεννητριών; Στο ξεκλήρισμα της πρωτογενούς μας παραγωγής, μέσω της ΚΑΠ, και της απίσχνασης του δευτερογενούς μας τομέα, που ωστόσο πραγματοποιούσε ταχύτατους ρυθμούς μεγέθυνσης πριν από τα μνημόνια; Στο συνεχώς διευρυνόμενο χάσμα μεταξύ εισαγωγών και εξαγωγών; Στη θεοποίηση του τουρισμού, που και βέβαια πρόκειται για αξιόλογο τομέα παραγωγής, αλλά όχι όταν σχεδόν μόνος αυτός συγκρατεί την ελληνική οικονομία, από μια θανάσιμη πτώση;

Ιδιαίτερα και όταν απειλούνται, όπως τώρα, σοβαρές διεθνείς ανωμαλίες που αναγκαστικά θα τον μηδενίσουν;

Στον ενθουσιασμό για τις δήθεν επενδύσεις, που ονομάζονται έτσι από το ξεπούλημα των πάντων, ή για επενδύσεις που προκύπτουν από την αθρόα και ανεξέλεγκτη πώληση ελληνικών κατοικιών και ελληνικού εδάφους; Αλλά και τι είδους επενδύσεις είναι αυτές, που εκτελούνται χωρίς μακροχρόνιο αναπτυξιακό πρόγραμμα, όπως και όπου λάχει, και συνεπώς αποκλείουν κάθε συνέχειά τους εξαιτίας της έλλειψης πολλαπλασιαστικών αποτελεσμάτων; Που είναι αυτή η πολυπόθητη ανάπτυξη, που τόσο συχνά αναγγέλλεται ως τέτοια, κάθε φορά που στιγμιαία διαπιστώνεται ρυθμός ανάπτυξης ανώτερος του 1%, για να ξαναπέσει σύντομα στον πάγιο, για την ελληνική οικονομία, μακροχρόνιο ρυθμό του 1% (αυτού, δηλαδή που πρόβλεψε το ΔΝΤ);

Και τέλος, ερωτάται αν οι ενθουσιώδεις περί των δήθεν οικονομικών μας επιτευγμάτων, έχουν υπολογίσει πόσα έτη φωτός θα χρειαστεί η Ελλάδα, προκειμένου να αγγίξει το κατά κεφαλήν εισόδημα, που ίσχυε πριν από τα μνημόνια;

Συμπερασματικά, οι διαβεβαιώσεις ανάπτυξης, ενώ αυτή δεν υπάρχει, εκτός του ότι απαλλάσσουν των ευθυνών τους τα μνημόνια, αποκοιμίζουν και τον ελληνικό λαό, που είτε πιστεύει στην ύπαρξή της, είτε πείθεται ότι δεν υπάρχουν ελπίδες βελτίωσης στην ταλαίπωρη χώρα μας. Με τον τρόπο αυτό οι εκάστοτε κυβερνήσεις μας στερούνται των ικανοτήτων και της μαχητικότητας του λαού μας, που θα όφειλαν να αξιοποιηθούν, για την ανατροπή των οικονομικών, και όχι μόνον, αδιεξόδων μας.

ΠΗΓΗ: Newsbreak.gr

Συνέχεια ανάγνωσης

Ελαιοπαραγωγή

Προσδοκίες για μειωμένη τιμή στο ελαιόλαδο λόγω της βελτίωσης της παραγωγής⁸

Σύμφωνα με εκτιμήσεις επαγγελματιών του κλάδου, οι φετινές τιμές παραγωγού θα είναι χαμηλότερες από πέρυσι.

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Καλύτερη σε σχέση με την περυσινή αναμένεται – σύμφωνα με τις πρώτες ενδείξεις – η φετινή παραγωγή ελαιολάδου, καλλιεργώντας προσδοκίες για μειωμένη τιμή στα ράφια του σούπερ μάρκετ, μετά τις εκρηκτικές ανατιμήσεις.

Σε δηλώσεις του στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Γενικός Διευθυντής του ΣΕΒΙΤΕΛ, Γιώργος Οικονόμου, ανέφερε πως «σύμφωνα με εκτιμήσεις η φετινή ελαιοκομική παραγωγή θα ανέλθει μεταξύ 220-230.000 τόνων», κάτι που θα έχει ως αποτέλεσμα την ομαλοποίηση της κατάστασης.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις επαγγελματιών του κλάδου, οι φετινές τιμές παραγωγού θα είναι χαμηλότερες από πέρυσι.

«Πράσινος χρυσός»

Τα τελευταία χρόνια, τόσο ο πόλεμος της Ρωσίας με τη Ουκρανία, που αύξησε τις τιμές σε βασικά προϊόντα και παρέσυρε και το ελαιόλαδο, όσο και οι έντονες κλιματικές συνθήκες που μείωσαν σε ιστορικά χαμηλά τις παραγωγές ελαιολάδου σε όλη τη «Λεκάνη της Μεσογείου», εκτόξευσε τις τιμές για τον καταναλωτή, καθιστώντας τον «πράσινο χρυσό» είδος πολυτελείας. Όπως υπογράμμισεο κ. Οικονόμου, αυτή η εικόνα πρόκειται να αλλάξει, μιας και οι παραγωγές σε όλες τις ελαιοπαραγωγικές χώρες επανέρχονται σε «φυσιολογικά» επίπεδα.

«Θα υποχωρήσουν οι τιμές»

Σύμφωνα με εκτιμήσεις επαγγελματιών του κλάδου, οι φετινές τιμές παραγωγού θα είναι χαμηλότερες από πέρυσι. «Όταν οι ποσότητες είναι σχεδόν διπλάσιες από την περασμένη χρονιά, δεν μπορεί ο παραγωγός να πληρωθεί την ίδια τιμή με πέρυσι» εξηγούν. Ήδη, οι παραγωγοί πληρώνονται περί τα 8 ευρώ το λίτρο, όμως ίδιοι παράγοντες σημειώνουν ότι δεν θα διατηρηθεί αυτό το μομέντουμ.

«Το παιχνίδι έχει έναν ευχαριστημένο και έναν δυσαρεστημένο. Αλλά πρέπει να αρχίσουμε να κοιτάζουμε και τον καταναλωτή, ο οποίος δυσκολεύεται να πληρώσει το λάδι στις σημερινές τιμές», δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Γενικός Διευθυντής του ΣΕΒΙΤΕΛ. Και συνεχίζει: «πρέπει να αφήσουμε την αγορά να παίξει με την προσφορά και τη ζήτηση. Πέρυσι οι τιμές παραγωγού ξεπέρασαν τα 10 ευρώ και αυτή η αύξηση πέρασε και στον τελικό καταναλωτή».

Υποχώρηση της κατανάλωσης λόγω της εκτόξευσης των τιμών

Αυτό θα βοηθήσει να μπει ξανά το ελληνικό ελαιόλαδο στο τραπέζι των οικογενειών. Λόγω της εκτόξευσης των τιμών πέρυσι πολλά νοικοκυριά επέλεξαν να αντικαταστήσουν το παραδοσιακό παρθένο ελαιόλαδο με φθηνότερα ηλιέλαια, σπορέλαια κ.α. Αυτό μάλιστα δεν είναι ελληνικό φαινόμενο καθώς σε Ισπανία και Ιταλία, καθαρά ελαιοπαραγωγικές χώρες, η κατανάλωση υποχώρησε, όπως και στη χώρα μας, κοντά στο 18% με 20%.

Αυτό, σύμφωνα με τον κ. Οικονόμου «οφείλεται στην αύξηση της τιμής αλλά και στις αλλαγές στις διατροφικές συνήθειες των Ελλήνων καταναλωτών» και πρόσθεσε «θα κάνουμε όλες τις απαραίτητες κινήσεις για να μπει ξανά στο τραπέζι το ελληνικό ελαιόλαδο».

Πώς θα αποκτήσει πάλι αξία το ελαιόλαδο

Προκειμένου να δοθεί επιπλέον αξία στο προϊόν, ο κ. Οικονόμου τόνισε ότι «ο καταναλωτής θα πρέπει να ενημερωθεί για τα οφέλη που έχει το ελαιόλαδο στην υγεία του» Οι έλεγχοι σύμφωνα με τον ίδιο πρέπει να ενταθούν και ο «πράσινος χρυσός» να πωλείται τυποποιημένος και όχι χύμα και ανώνυμα το οποίο σύμφωνα με τον Γενικό Διευθυντή του ΣΕΒΙΤΕΛ «είναι συχνά και νοθευμένο». «Εάν γίνουν όλα αυτά τότε οι όροι του ανταγωνισμού και η αγορά θα δουλέψουν από μόνοι τους» σημείωσε.

«Σίγουρα χρειαζόμαστε μια εθνική στρατηγική, κυρίως για τις εξαγωγές και της ενίσχυσης των δράσεων, προβολής και προώθησης του προϊόντος» συμπλήρωσε για να καταλήξει: «Όλοι πρέπει να συμβάλουμε προς αυτή την κατεύθυνση».

Συνέχεια ανάγνωσης

Video

Ρεκόρ πωλήσεων και υπερτριπλασιασμός κερδών για γαλακτοβιομηχανία από τη Δράμα απ’τις αρχαιότερες στη Βόρειο Ελλάδα!

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Εκρηκτική αύξηση των πωλήσεων αλλά και των καθαρών κερδών κατέγραψε το 2023 η ΝΕΟΓΑΛ, με τη γαλακτοβιομηχανία από τη Δράμα που γιορτάζει φέτος τα 60 χρόνια λειτουργίας της, να επιδιώκει την είσοδό της σε νέες αγορές του εσωτερικού και του εξωτερικού.

ΡΕΠΟΡΤΑΖ: ΔΗΜΗΤΡΑ ΤΑΓΚΑ

Όπως προκύπτει από τα πρόσφατα δημοσιευμένα οικονομικά της στοιχεία, η ΝΕΟΓΑΛ που δραστηριοποιείται στην παραγωγή γαλακτοκομικών προϊόντων έχει σημαντική παρουσία στη διεθνή αγορά καθώς οι εξαγωγές της σε Ευρώπη ξεπέρασαν τις εγχώριες πωλήσεις, σημειώνοντας εντυπωσιακή άνοδο κατά 126,18% σε σύγκριση με το 2022. Ειδικότερα, ο κύκλος εργασιών της ΝΕΟΓΑΛ ανήλθε σε ποσό 31,208 εκατ. ευρώ, αύξηση κατά 39,74% σε σχέση με την προηγούμενη χρήση.

Με βάση τις γεωγραφικές αγορές, οι πωλήσεις στην εγχώρια αγορά διαμορφώθηκαν στα 13,767 εκατ. ευρώ έναντι 14,260 εκατ. ευρώ, μειωμένες κατά -3,46%. Ωστόσο, η διεθνής αγορά έδωσε ώθηση στις πωλήσεις της ΝΕΟΓΑΛ αφού το 2023 ανήλθαν στα 16,626 εκατ. ευρώ έναντι 7,351 εκατ. ευρώ της προηγούμενης χρήσης του 2022. Σε καλά επίπεδα κινήθηκαν οι πωλήσεις και προς τις αγορές Τρίτων Χωρών, οι οποίες διαμορφώθηκαν στις 814.919,52 ευρώ, αυξημένες κατά 13,03% σε σχέση με το 2022. Οι εξαγωγές μάλιστα της γαλακτοβιομηχανίας αντιπροσωπεύουν το 55,88% του κύκλου εργασιών της.

Παράλληλα, και τα καθαρά της κέρδη εμφάνισαν εκρηκτική άνοδο την περασμένη χρονιά έναντι 552.292 ευρώ το 2022, σύμφωνα με τα οικονομικά της στοιχεία. Ειδικότερα, τα κέρδη μετά φόρων ανήλθαν στο 1,954 εκατ. ευρώ με άνοδο 253,91% σε σχέση με το 2023. Αξίζει ακόμη να επισημανθεί ότι η ΝΕΟΓΑΛ προχώρησε και στην αύξηση του προσωπικού της κατά 10%, το οποίο ανέρχεται πλέον στους 164 εργαζόμενους έναντι 149 το 2022.

Για την τρέχουσα χρονιά κατά την οποία η ΝΕΟΓΑΛ γιορτάζει τη συμπλήρωση των 60 χρόνων από την ημέρα ίδρυσης της (1964), επιδιώκει την είσοδό της σε νέες αγορές του εσωτερικού και του εξωτερικού, τη βελτίωση και επέκταση των παραγωγικών της υποδομών, της ζώνης γάλακτος και της λειτουργίας διάθεσης των προϊόντων της, καθώς την παραγωγή προϊόντων με υψηλή προστιθέμενη αξία, που να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις των καταναλωτών.

Στόχος ακόμη της βιομηχανίας γάλακτος είναι η μείωση κατά 1% της κατανάλωσης νερού, ηλεκτρικής ενέργειας υγραερίου ανά τόνο παραγόμενων προϊόντων αλλά και η αύξηση κατά 1% του ποσοστού συσκευασιών από χαρτί/χαρτόνι που ανακυκλώνονται.

Υπενθυμίζεται ότι η Βιομηχανία Γάλακτος Δράμας Α.Ε με διακριτικό τίτλο «ΝΕΟΓΑΛ» ιδρύθηκε το 1964 στην Δράμα και αποτελεί μία από τις πρώτες γαλακτοβιομηχανίες της Βορείου Ελλάδος. Η εταιρία δραστηριοποιείται στην παραγωγή γαλακτοκομικών προϊόντων με σημαντική παρουσία στην τοπική αγορά και όχι μόνο, ενώ κατέχει το 4,5% περίπου του φρέσκου παστεριωμένου γάλακτος πανελλαδικά με βάση τα σημερινά δεδομένα. Κατέχει ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητα στη Δράμα, 10.354,82 m2 συνολικής επιφάνειας κτισμάτων καθώς επίσης και ακίνητα στη Νεοχωρούδα του Δήμου Ωραιοκάστρου.

ΠΗΓΗ: thesstoday.gr

Συνέχεια ανάγνωσης

Ισραήλ

Το τίμημα του πολέμου! Υποβάθμιση Ισραήλ από Moody’s

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Το ψαλίδισμα κατά δυο βαθμίδες της πιστοληπτικής αξιολόγησης αφήνει τη χώρα τρία σκαλοπάτια πάνω από την κατηγορία «σκουπίδια». Το κόστος των συγκρούσεων υπολογίζεται ότι θα αγγίξει τα 66 δισ. δολ. έως το τέλος του 2025.

Το Ισραήλ υποβαθμίστηκε για δεύτερη φορά φέτος από τη Moody’s Ratings καθώς το οικονομικό κόστος αυξάνεται εδώ και 12 μήνες πολέμου στη Γάζα στη σκιά της κλιμάκωσης της σύγκρουσης με τη Χεζμπολάχ.

Ο πόλεμος στη Γάζα αποδυναμώνει την οικονομία του Ισραήλ. Η Moody’s μείωσε την πιστοληπτική αξιολόγηση του Ισραήλ κατά δύο βαθμίδες σε Baa1 από το A2, ανέφερε ο οίκος, αφήνοντας τη χώρα τρία σκαλοπάτια πάνω από τη μη επενδυτική βαθμίδα, κατηγορία «σκουπίδια».

Οι προοπτικές παραμένουν «αρνητικές».

Γεωπολιτικός κίνδυνος

Ο «γεωπολιτικός κίνδυνος έχει ενταθεί σημαντικά περαιτέρω, σε πολύ υψηλά επίπεδα, με σημαντικές αρνητικές συνέπειες για την πιστοληπτική ικανότητα του Ισραήλ τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα», ανέφερε η Moody’s σε απρογραμμάτιστη ανακοίνωση. «Η ένταση της σύγκρουσης μεταξύ Ισραήλ και Χεζμπολάχ έχει αυξηθεί σημαντικά τις τελευταίες ημέρες».

Υπάρχουν ελάχιστα σημάδια ότι ο πόλεμος κατά της Χαμάς φτάνει στο τέλος του, ακόμα κι αν η ένταση των μαχών έχει εκτονωθεί. Το Ισραήλ έχει εντείνει σημαντικά τις εχθροπραξίες κατά της Χεζμπολάχ, τις τελευταίες δύο εβδομάδες και εντείνονται οι φόβοι για πιθανή χερσαία εισβολή και περιφερειακή σύγκρουση στη Μέση Ανατολή.

Οι ΗΠΑ, η Γαλλία και τα αραβικά κράτη εντείνουν μανιωδώς τις διπλωματικές προσπάθειες για να αποφύγουν αυτό το σενάριο.

Ο Γιάλι Ρότενμπεργκ, Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Οικονομικών, χαρακτήρισε την υποβάθμιση «υπερβολική και αδικαιολόγητη».

«Η ένταση της δράσης αξιολόγησης που ελήφθη δεν ταιριάζει με τα δημοσιονομικά και μακροοικονομικά δεδομένα της ισραηλινής οικονομίας», είπε. «Είναι σαφές ότι ο πόλεμος στα διάφορα μέτωπα έχει τίμημα στην ισραηλινή οικονομία, αλλά δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για την απόφαση της εταιρείας αξιολόγησης».

Η απόφαση του Moody’s ελήφθη ακόμη και πριν το Ισραήλ χτυπήσει την έδρα της Χεζμπολάχ στη νότια Βηρυτό την Παρασκευή, στη σκληρότερη επίθεση στην πρωτεύουσα του Λιβάνου εδώ και σχεδόν δύο δεκαετίες. Η εξέλιξη, μια μεγάλη κλιμάκωση των εχθροπραξιών, θα μπορούσε να εντείνει περαιτέρω τη μαινόμενη πολυμέτωπη σύγκρουση στη Μέση Ανατολή, τουλάχιστον προσωρινά.

Οι συγκρούσεις αποδείχθηκαν οικονομικά δαπανηρές για το Ισραήλ. Οι κρατικές δαπάνες και το δημοσιονομικό έλλειμμα εκτινάσσονται στα ύψη, ενώ κλάδοι όπως ο τουρισμός, η γεωργία και οι κατασκευές έχουν υποχωρήσει.

Ισραηλινοί αξιωματούχοι υπολόγισαν ότι το κόστος των συγκρούσεων μέχρι το τέλος του επόμενου έτους θα ανέλθει σε περίπου 66 δισ. δολ., ή περισσότερο από το 12% του ΑΕΠ. Αυτός ο αριθμός βασίστηκε στο ότι οι μάχες με τη Χεζμπολάχ δεν κλιμακώθηκαν σε μια πλήρη σύγκρουση.

ΠΗΓΗ: Euro2day

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινφογνώμων

Infognomon Logo

Περιηγηθείτε στα κορυφαία βιβλία του βιβλιοπωλείου μας

Προβολή όλων

Δημοφιλή