Όπως μεταδίδουν τα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης η διαφήμιση των δεκάδων εκατομμυρίων δολαρίων της εκστρατείας Μπάιντεν δεν έχει αλλάξει τα νούμερα στις δημοσκοπήσεις, αλλά ούτε και η ποινική δίκη του Ντόναλντ Τραμπ άλλαξε την τροχιά της κούρσας, με τον Μπάιντεν να συνεχίζει να βρίσκεται πίσω απ’ τον Τραμπ στις αμφίρροπες πολιτείες.

Ο Πρόεδρος Μπάιντεν, υστερώντας στις δημοσκοπήσεις, ελπίζει να ταρακουνήσει τα νερά και να μετριάσει τον πολιτικό κίνδυνο. Από την άλλη πλευρά, ο Ντόναλντ Τραμπ, που ήδη μειώνει τον αντίπαλό του με προσβλητικά σχόλια και αναρτήσεις είναι πρόθυμος να συγκρουστεί επί σκηνής.

Η Αντιπρόεδρος Καμάλα Χάρις έκανε γνωστό ότι συμφώνησε να συμμετέχει επίσης σε ντιμπέιτ με τον μελλοντικό υποψήφιο Αντιπρόεδρο του Ντόναλντ Τραμπ.

Σύμφωνα με τους New York Times, η κίνηση του Μπάιντεν είχε σκοπό να τραβήξει την προσοχή των αναποφάσιστων Αμερικανώ,ν που δείχνουν απογοητευμένοι απο τους υποψηφίους τους. Ο Μπάιντεν προσδοκά να «αναγκάσει» τους Αμερικανούς ψηφοφόρους να δουν τι θα αντιμετωπίσουν στο ενδεχόμενο της επιστροφής του Τραμπ στην εξουσία.

Οι New York Times εστίασαν στα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα των δύο ντιμπέιτ για τους δύο υποψηφίους Προέδρους. Όπως αναφέρουν, υπάρχει κίνδυνος για τον Ντόναλντ Τραμπ, επειδή ο Τζο Μπάιντεν είχε καλές επιδόσεις σε καίριες στιγμές που οι προσδοκίες ήταν χαμηλές για αυτόν, όπως το προεδρικό ντιμπέιτ του 2020 και η πρόσφατη ομιλία του για την Κατάσταση της Έθνους.

Ακολούθως επισημαίνεται ότι με την αποδοχή της συμφωνίας του Μπάιντεν για μόνο δύο ντιμπέιτ, ο Τραμπ έχασε σχεδόν όλη τη δύναμή του να απαιτήσει περισσότερα ντιμπέιτ, διότι ο Αμερικανός Πρόεδρος κατέστησε σαφές ότι θα συμμετέχει μόνο σε δύο τηλεοπτικές αναμετρήσεις.

Ο Μπάιντεν, σύμφωνα με πληροφορίες,προετοιμάζεται να υπενθυμίσει το ιστορικό του Τραμπ όταν ήταν στην εξουσία, ιδιαίτερα σε θέματα όπως η δημοκρατία και ο τερματισμός του συνταγματικού δικαιώματος στην άμβλωση.

O Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος τακτικά αμφισβητεί τη διανοητική ικανότητα του Αμερικανού Προέδρου, «θα επιχειρήσει να τον ταράξει και να τον αποσπάσει από τα θέματα της συζήτησης», ανέφεραν οι υπεύθυνοι στρατηγικού σχεδιασμού του 77χρονου μεγιστάνα.

Πάντως, κορυφαίοι Αμερικανοί πολιτικοί αναλυτές εκτιμούν ότι και για τους δύο υποψηφίους, οι ημερομηνίες των ντιμπέιτ θα τους δώσουν χρόνο για να ανακάμψουν από μια κακή απόδοση.

Από το πρώτο ντιμπέιτ στην ιστορία της αμερικανικής πολιτικής που έγινε στις 26 Σεπτεμβρίου 1960, μεταξύ του τότε νέου γερουσιαστή της Μασαχουσέτης Τζον Κένεντι και του Αντιπροέδρου των ΗΠΑ Ρίτσαρντ Νίξον, οι προεδρικές τηλεμαχίες παραμένουν μοναδικά τηλεοπτικά γεγονότα στην αμερικανική κοινωνία.

Το 2020 περισσότεροι από 73 εκατομμύρια άνθρωποι συντονίστηκαν στο πρώτο ντιμπέιτ Μπάιντεν-Τραμπ, ενώ 84 εκατομμύρια παρακολούθησαν το πρώτο ντιμπέιτ Τραμπ -Χίλαρι Κλίντον το 2016.

Ωστόσο, δεν είναι λίγοι οι επικριτές στην αμερικανική κοινωνία που υποστηρίζουν ότι αυτοί οι τηλεδιαγωνισμοί είναι ρηχοί, κατασκευασμένοι για τηλεόραση που περιλαμβάνουν στημένες ατάκες και προσβολές έτοιμες για αναπαραγωγή την επόμενη μέρα, ενώ δεν δίνονται απαντήσεις σε ουσιαστικά ερωτήματα.

Ο πολιτικός αναλυτής του CNN, Tζούλιαν Ζέλιζερ, τονίζει ότι «δεν είναι κακό για το έθνος να γίνονται ντιμπέιτ. Προς το παρόν, τουλάχιστον, θα δοθούν κρίσιμες πληροφορίες για τους υποψηφίους στους ψηφοφόρους, οι οποίοι δεν θα πρέπει να βασίζονται μόνο στον κόσμο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, των influencers και συγκεκριμένων σχολιαστών για να καταλάβουν τι συμβαίνει», αναφέρει.

KYΠΕ