Ακολουθήστε μας

Δημήτρης Τσαϊλάς

Δημήτρης Τσαϊλάς: Από τον εξαναγκασμό στη συνθηκολόγηση

Δημοσιεύτηκε

στις

Πώς η Τουρκία μπορεί να κερδίσει χωρίς πόλεμο

Γράφει ο Δημήτρης Τσαϊλάς

Η πολλαπλότητα και η πολυπλοκότητα των προκλήσεων εθνικής κυριαρχίας, που αντιμετωπίζουμε δεν αφήνουν περιθώρια για διπλωματικούς ελιγμούς, λόγω των εκφρασμένων απειλών από την Τουρκία. Αυτό το πολύπλοκο σύνολο αλληλένδετων ζητημάτων (ΑΟΖ, Υφαλοκρηπίδα, Δικαίωμα επέκτασης χωρικών υδάτων, Δικαίωμα προάσπισης νησιών ανατολικού Αιγαίου, Δικαίωμα έρευνας διάσωσης στο FIR, Δυτική Θράκη, Κύπρος) είναι πολύ πολύπλοκο για ακόμη και για πολύ εξειδικευμένους διπλωμάτες να φαντάζονται εύκολες λύσεις. Η κυβέρνηση μας αποφάσισε με μυστική διπλωματία ουσιαστικά, να δώσει προτεραιότητα σε δύο ζητήματα: τον κατευνασμό της Τουρκίας και την ενίσχυση από τους συμμάχους και εταίρους. Δυστυχώς θα μάθουμε πολύ σύντομα, εάν αυτά τα ζητήματα είναι πιθανό να επιλυθούν. 

Η Τουρκία ακολουθεί μια ολοένα και πιο αυτόνομη εξωτερική πολιτική, ενώ εδραιώνει το αυταρχικό σύστημα διακυβέρνησής της. Εν μέσω μιας μεταβαλλόμενης παγκόσμιας τάξης, η Άγκυρα χρειάζεται την Ελλάδα μόνο για να ισορροπήσει τις γεωπολιτικές της φιλοδοξίες με τα βασικά οικονομικά της συμφέροντα και τις σχέσεις της με τη Δύση και όχι για να υπάρξει οποιαδήποτε επίλυση για τις θαλάσσιες ζώνες. 

Ο κόσμος γίνεται μάρτυρας κοσμοϊστορικών γεωπολιτικών αλλαγών στην ηπειρωτική Ευρώπη. Παράλληλα, η μόνιμη απειλή για τον Ελληνισμό, η Τουρκία αναπροσανατολίζει την εξωτερική της πολιτική και επεκτείνει τον περιφερειακό ρόλο της. Η Τουρκία είναι προφανώς ελεύθερη να ακολουθήσει τη δική της πορεία. Αυτό που μένει να δούμε είναι πώς ο Ελληνισμός θα εξισορροπήσει τις περιφερειακές γεωπολιτικές φιλοδοξίες της Τουρκίας με την ευρωπαϊκή γειτονιά της και τα βασικά οικονομικά συμφέροντα και περιορισμούς της. 

Εν μέσω μιας μαζικής αναταραχής στην παγκόσμια γεωπολιτική, έχει καταστεί ζωτικής σημασίας για όλους μας στην Ελλάδα να κάνουμε μια λειτουργική αξιολόγηση της διεθνούς πραγματικότητας με σκοπό να μην επιτρέψουμε να εγείρονται ζητήματα κυριαρχίας. Ο εν εξελίξει αφοπλισμός των νησιών του Αιγαίου, και η επί θύραις θεσμοποίησή του σε αποστρατιωτικοποίηση/ουδετερότητα, (με άλλοθι το σχεδιαζόμενο Ελληνο-Τουρκικό Σύμφωνο Φιλίας και μη -Επίθεσης) πρέπει να σταματήσει!!  Κάθε μέσο νόμιμης δράσης είναι καλό και πρόσφορο για τον σκοπό αυτό. Προέχει η  ενημέρωση των πολιτών για τις συνέπειες που θα έχει ο σχεδιασμός της αποστρατιωτικοποίησης και συναφούς ουδετερότητας στην ασφάλειά τους, στην ίδια τους την ζωή και στο μέλλον των παιδιών τους. Είναι απαραίτητη η διαμόρφωση και οργάνωση του πλαισίου, που θα επιτρέψει στους πολίτες ν` αναλάβουν, με συγκροτημένη δράση, την ευθύνη κάθε ενός και κάθε μίας για την άμυνα της χώρας και των επαπειλούμενων περιοχών της.

Πώς η Τουρκία μπορεί να κερδίσει χωρίς πόλεμο

Υπάρχει ένας εύλογος δρόμος για την Τουρκία να χρησιμοποιήσει εξαναγκασμό σε μαζική κλίμακα για να αναγκάσει την Ελλάδα να αποδεχθεί τις απαιτήσεις της Άγκυρας χωρίς να πυροδοτήσει μεγάλο περιφερειακό πόλεμο και χωρίς να θέσει σε κίνδυνο τους περιφερειακούς υψηλούς-στρατηγικούς στόχους της Τουρκίας.

Πολύ λίγη προσοχή δίνεται στις δυνατότητες εξαναγκασμού της Τουρκίας, ενώ η στρατιωτική ικανότητα της παραμένει στο επίκεντρο των στρατηγικών.

Μια βραχυπρόθεσμη εκστρατεία εξαναγκασμού μπορεί να δημιουργήσει συνθήκες για να παράσχει στη Τουρκία διάφορες οδούς που θα μπορούσαν να μετατρέψουν τις καταναγκαστικές δραστηριότητες της σε πολιτικά αποτελέσματα που θα της επιτρέψουν να αποκτήσει πολιτικό έλεγχο στη γεωπολιτική περιφέρεια.

Ο Ελληνισμός είναι πλήρως ικανός να αναπτύξει επαρκή αντίμετρα για να αποτρέψει και να νικήσει μια εκστρατεία εξαναγκασμού της Τουρκίας που στοχεύει την κυριαρχία μας μέσω άμεσης δράσης και στενού συντονισμό;

Ο φόβος ότι η Τουρκία θα προκαλέσει κρίση στην Ελλάδα και θα μας παρασύρει σε έναν μαζικό πόλεμο στο Αιγαίο ώθησε εδώ και πολλά χρόνια την αυξανόμενη εστίαση στην προετοιμασία για σύγκρουση. Η επέκταση των στρατιωτικών δυνατοτήτων της Τουρκίας και οι απειλές της Τουρκίας για ορόσημα όπως του αιώνα της Τουρκίας έχουν εντείνει αυτούς τους φόβους και έχουν πυροδοτήσει έντονες συζητήσεις σχετικά με τον πιθανό ρόλο και την ετοιμότητα του Ελληνισμού να αποτρέψει και να νικήσει σε μια κρίση.

Οι ανησυχίες σχετικά με την ικανότητα του Ελληνισμού να υπερασπιστεί ολιστικά στις θάλασσες του Αιγαίου και της Μεσογείου είναι έγκυρες και σημαντικές επειδή τα ελληνικά συμφέροντα θα πλήττονταν σοβαρά από την ενεργή αμφισβήτηση νήσων. Η θάλασσα είναι στρατηγικά ζωτικής σημασίας για την επιβίωση μας. 

Ωστόσο, ο Ελληνισμός εξακολουθεί να στερείται μιας σαφούς υψηλής στρατηγικής για την υπεράσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων, παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση διατυπώνει όλο και περισσότερο τη σημασία της διατήρησης αυτών. Ακόμη χειρότερα, οι συζητήσεις για την άμυνα της Ελλάδας έχουν επικεντρωθεί σχεδόν αποκλειστικά στην αποτροπή ή την ήττα των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων σε μια πιθανή σύγκρουση ενώ έχουν αγνοήσει σε μεγάλο βαθμό το πιθανότερο σενάριο, στοιχεία του οποίου βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη. Μια εκστρατεία εξαναγκασμού της Τουρκίας που απέχει πολύ από την εισβολή, αλλά φέρνει ωστόσο τον Ελληνισμό υπό τον έλεγχο της Άγκυρας. Η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να πείσει την ηγέτιδα δύναμη της βορειοατλαντικής συμμαχίας ΗΠΑ και τους εταίρους στην ΕΕ να αποχωρήσουν από τη στενότερη εστίαση σε ένα μόνο επικίνδυνο σενάριο για να επανεκτιμήσουν την πλήρη απειλή που θέτει η Τουρκία και να αναπτύξουν ένα συνεκτικό σύνολο στρατηγικών για να νικήσουν όλες τις πτυχές αυτής της απειλής.

Οι στρατηγικές συζητήσεις στα διάφορα φόρα σχετικά με την άμυνα του Ελληνισμού επικεντρώθηκαν σε μεγάλο βαθμό στον τρόπο αποτροπής της σύγκρουσης. Αυτές οι συζητήσεις έχουν γίνει ιδιαίτερα εμφανείς καθώς η τουρκικές διεκδικήσεις αυξάνονται και γίνονται όλο και πιο εμφανής. Η αποφασιστικότητα των πολιτών του Ελληνισμού να διατηρήσει την κυριαρχία του ενθαρρύνει τους ηγέτες της Άγκυρας να επιλέξουν όλο και πιο καταναγκαστικά μονοπάτια για να αποκτήσουν τον έλεγχο, μέχρι και τη σύγκρουση. Σε αυτό το σημείο που έχουμε φτάσει πρέπει σίγουρα να προετοιμαστούμε για την πιθανότητα σύγκρουσης, αλλά πρέπει επίσης να προετοιμαστούμε για εναλλακτικές στρατηγικές υβριδικού πολέμου και εξαναγκασμού της Τουρκίας.

Η στρατηγική σχεδίαση της Τουρκίας, εδώ και καιρό, αναγνώρισε αυτό το σημαντικό κενό στη στρατηγική σκέψη του Ελληνισμού και προσπάθησε να εξετάσει εάν τέτοιες εξαναγκαστικές προσεγγίσεις ακόμη και βραχυπρόθεσμου πολέμου θα μπορούσαν να αναγκάσουν την Ελλάδα να υποχωρήσει στις απαιτήσεις της χωρίς σύγκρουση ή στρατιωτικό αποκλεισμό κάποιων νησιών. Έχουνε αναπτύξει μια ρεαλιστική προσέγγιση που θα μπορούσε να μας εξαναγκάσει σε μια πολιτική διευθέτηση ευνοϊκή για την Τουρκία χωρίς να εισβάλει και να καταλάβει ένα νησί. Αναφέρομαι σε αυτή την ολοκληρωμένη πολιτικο-στρατιωτική εκστρατεία ως τη βραχυπρόθεσμη πορεία εξαναγκασμού.

Η επιτυχία της πορείας δράσεως εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την αποτυχία των στόχων της να αναγνωρίσουν την ύπαρξή της ως συνεκτικό εγχείρημα. Αυξάνοντας συνεχώς την πίεση και εντείνοντας τη βασική καταναγκαστική δραστηριότητα, η Τουρκία στοχεύει να αναβαθμίζει όλο και περισσότερο τις απαιτήσεις έως ότου οι κρίσιμοι τομείς της πολιτικής της Ελλάδας αποδεχτούν μια «ειρηνευτική διαδικασία» που προτείνει η Τουρκία ως προτιμότερη από τη συνεχιζόμενη αντίσταση.

Η πορεία δράσης τους επιτίθεται σε τρία κέντρα βάρους, που παρέχουν επί του παρόντος στην κυβέρνηση της Ελλάδας και στον λαό της τη δύναμη να αντισταθούν στον εξαναγκασμό της Τουρκίας.

Το πρώτο είναι η στρατηγική σχέση ΗΠΑ-Ελλάδας, η οποία περιλαμβάνει ολοκληρωμένη διμερή συνεργασία. Εκτελούν, επιχειρήσεις παραπληροφόρησης και απειλή για στρατιωτική κλιμάκωση για να πείσει τις ΗΠΑ ότι η συνεργασία τους με την Ελλάδα δημιουργεί περαιτέρω κλιμάκωση, ενώ η ειρήνη και η ευημερία είναι προ των πυλών εάν αυτή η εταιρική σχέση σταματήσει.

Το δεύτερο κέντρο βάρους είναι η ικανότητα της Ελληνικής κυβέρνησης να λειτουργεί και να παρέχει βασικές υπηρεσίες. Οικονομικός πόλεμος, κυβερνοπόλεμος, δολιοφθορά, αυστηρές (και ψευδο-νόμιμες) απαιτήσεις της Άγκυρας, ηλεκτρονικός πόλεμος και προπαγάνδα επικριτική για την κακοδιαχείριση της κυβέρνησης επιδιώκουν να μειώσουν δραστικά την αξιοπιστία και να διαβρώσουν τη νομιμότητα της Ελληνικής κυβέρνησης στα μάτια των δικών της ανθρώπων.

Τρίτον, οι εκτεταμένες και επίμονες μελέτες ινστιτούτων στρατηγικής (πχ ΕΛΙΑΜΕΠ) διαμορφώνουν γνωστικές και ψυχολογικές εκστρατείες στοχεύοντας να σπάσουν τη βούληση των Ελλήνων για αντίσταση εκφοβίζοντας τους υποστηρικτές της αντίστασης, σπέρνοντας αμφιβολίες και φόβο στον πληθυσμό και δημιουργώντας αιτήματα για ανταλλαγή πολιτικών παραχωρήσεων για ειρήνη.

Εάν η Άγκυρα επιτεθεί επιτυχώς σε καθένα από αυτά τα κέντρα βάρους, η αίσθηση της εγκατάλειψης μεταξύ του Ελληνικού λαού θα ήταν συντριπτική και η κυβέρνηση θα αναγκαζόταν να εξετάσει ένα νέο παράδειγμα για τις θαλάσσιες ζώνες ως εναλλακτική λύση. 

Πηγή: symmetexw.gr

Αναλύσεις - Γνώμες

Δημήτρης Τσαϊλάς στο Geopolitics.iisca.eu – Στην Ελλάδα χρειαζόμαστε μια πραγματική θαλάσσια στρατηγική

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Η Τουρκία έχει ένα πλεονέκτημα. Έχει μια γνήσια θαλάσσια στρατηγική, ενώ στην Ελλάδα αποκαλούν πολλά έγγραφα θαλάσσιες στρατηγικές, αλλά στην πραγματικότητα δεν έχουμε καμία.

Γράφει ο Δημήτριος Τσαϊλάς*

Μια ερώτηση που ακούω κάθε φορά είναι: Η Ελλάδα ανταγωνίζεται σε μειονεκτική θέση την Τουρκία επειδή δεν έχει θαλάσσια στρατηγική και η Τουρκία έχει; Η πρώτη παρόρμηση είναι να μειδιάσω. Αυτό οφείλεται στο ότι η υπόθεση του ερωτήματος -ότι στην Ελλάδα δεν έχουμε θαλάσσια στρατηγική- είναι εσφαλμένη. Σε τελική ανάλυση, οι ηγεσίες του Πολεμικού Ναυτικού έχουν δημοσιεύσει επανειλλειμένα την ισχύουσα Ναυτική Στρατηγική. Η Ελλάδα δεν βρίσκεται σε μειονεκτική θέση έναντι της Τουρκίας, αλλά βρίθει από θαλάσσιες στρατηγικές. Το αντίκρισμα της φαίνεται στην πληθώρα εξοπλισμών τουλάχιστον σε δηλώσεις και είναι ανυπέρβλητο!

Ή έτσι φαίνεται. Αλλά με δεύτερη σκέψη, η απάντηση στην παραπάνω ερώτηση είναι καταφατική. Ναι, η Τουρκία έχει ένα πλεονέκτημα. Έχει μια γνήσια θαλάσσια στρατηγική, ενώ στην Ελλάδα αποκαλούν πολλά έγγραφα θαλάσσιες στρατηγικές, αλλά στην πραγματικότητα δεν έχουμε καμία. Ο υποψήφιος που ξέρει τι θέλει, συλλαμβάνει μια ξεκάθαρη στρατηγική για να το πετύχει και προσηλώνεται σε αυτή τη στρατηγική με ζήλο, έτσι απολαμβάνει πλεονέκτημα έναντι ενός αντιπάλου που πλέει χωρίς πυξίδα. Αυτό περιγράφει τη σύγχρονη Τουρκία.

Η Θαλάσσια σε σχέση με τη Ναυτική Στρατηγική, μπορεί να ακούγεται σαν μια συζήτηση για τη σημασιολογία, αλλά η σημασιολογία κάνει τη διαφορά σε αυτή την περίπτωση. Θα ήταν πιο ακριβές να επισημάνουμε τα έγγραφα που φέρουν ως θεματολογία τις θαλάσσιες στρατηγικές και τις ναυτικές στρατηγικές. Είναι σταθερά στο σύνολό τους αλλά περιορισμένα σε ισχύ και αντίκτυπο. Εξηγούν τί θα κάνουν οι ναυτικές δυνάμεις με τη συνεργασία της ακτοφυλακής και τις δυνάμεις του στρατού ξηράς που θα δράσουν από τα πλοία και αναγκάζει τις ομάδες στρατηγικής όλων αυτών σε μια ενιαία «Ναυτική Δράση» για να εκπληρώσουν τους στρατηγικούς και πολιτικούς στόχους της Ελλάδας στη σφαίρα της θαλάσσης. Όλα αυτά είναι καλά, αλλά η θαλάσσια στρατηγική περιλαμβάνει περισσότερα από τις ναυτικές ένοπλες υπηρεσίες. Η στρατηγική χρειάζεται να το αναγνωρίζει αυτό, παρατηρώντας ότι οι Θαλάσσιες Υπηρεσίες αποτελούν μόνο μέρος μιας πολύ ευρύτερης στρατιωτικής, κυβερνητικής, βιομηχανικής και κοινωνικής προσπάθειας:

Οι Ναυτικές Δυνάμεις δεν ανταγωνίζονται, δεν αποτρέπουν, ούτε πολεμάνε κατά μόνας. Είναι αναπόσπαστο μέρος μιας Κοινής Δύναμης και συνεργάζονται στενά με συμμάχους, εταίρους και άλλες κυβερνητικές υπηρεσίες. Είναι επίσης μέρος της ευρύτερης θαλάσσιας επιχείρησης του Ελληνισμού, η οποία περιλαμβάνει εμπορικά πλοία, πληρώματα, λιμενικές υποδομές και ναυπηγεία.

Οι διαμορφωτές της στρατηγικής πρέπει να δηλώνουν μια ευρύτερη προοπτική για τις θαλάσσιες υποθέσεις, η οποία περιλαμβάνει τα πάντα, από τη βαρκάδα αναψυχής και το ψάρεμα μέχρι τις μάχες στην ανοιχτή θάλασσα. Και όμως, η στρατηγική των συνεργαζόμενων υπηρεσιών δεν είναι κοινή. Οι ναυτικοί διοικητές -οι κύριοι δρώντες των στρατιωτικών επιχειρήσεων- δεν δεσμεύονται από οδηγίες συνεργασίας που έχουν εκδοθεί από τις Ναυτικές Υπηρεσίες, ούτε ο Στρατός, μήτε η Πολεμική Αεροπορία ή η Ακτοφυλακή. Ούτε οι μη στρατιωτικοί θεσμοί όπως το Υπουργείο Εξωτερικών, ο κύριος εκτελεστής της εξωτερικής πολιτικής, συμπεριλαμβανομένης της εξωτερικής πολιτικής που σχετίζεται με τη θάλασσα.

Κατώτατη γραμμή, η σημασιολογική διάκριση μεταξύ θαλάσσιου και ναυτικού έχει μεγάλη σημασία. Μια πραγματικά θαλάσσια στρατηγική ενορχηστρώνει τις προσπάθειες όλων των κυβερνητικών φορέων που είναι σε θέση να διαμορφώσουν τα γεγονότα στη θάλασσα, όχι μόνο των ιδρυμάτων που εκμεταλλεύονται τα εμπορικά πλοία. Η θαλάσσια στρατηγική συνεπάγεται επομένως εποπτεία από την κορυφή της πολιτικής ιεραρχίας.

Οι ηγέτες της Τουρκίας το καταλαβαίνουν αυτό. Ακολούθησαν μια ολιστική προσέγγιση της κυβέρνησης για την τουρκική επιχείρηση προς τη θάλασσα και το έκαναν με αποφασιστικότητα. Η πολιτική τους ηγεσία, έχει δείξει έντονο προσωπικό ενδιαφέρον για τις ναυτικές και στρατιωτικές υποθέσεις. Επόπτευσε την ανάπτυξη του Τουρκικού Ναυτικού στην πιο πολυάριθμη ναυτική δύναμη μάχης στην περιοχή, ενοποίησε ένα πλήθος ναυτικών υπηρεσιών επιβολής σε ισχυρότερη ακτοφυλακή και επέβλεψε τις προσπάθειες μιας θαλάσσιας πολιτοφυλακής που είναι ενσωματωμένη στον αλιευτικό στόλο της Τουρκίας για να εξαναγκάσει τον Ελληνισμό. Εν τω μεταξύ, η Άγκυρα διεξάγει «τρεις πολέμους», εφαρμόζοντας νομικά, μέσα ενημέρωσης και ψυχολογικά μέτρα για να κάμψει τη γνώμη, συμπεριλαμβανομένης της γνώμης για τις ναυτικές διαμάχες, προς όφελος της Τουρκίας.

Η Τουρκία έχει μια συνεκτική, μεμονωμένη, ολοκληρωμένη θαλάσσια στρατηγική που ενεργοποιείται από κορυφαίους πολιτικούς ηγέτες. Αυτό δεν προκαλεί έκπληξη. Οι Τούρκοι φαίνεται να είναι μανιώδεις σπουδαστές του Πελοποννησιακού Πολέμου του Θουκυδίδη, του νονού της θαλάσσιας στρατηγικής του Ελληνισμού και πιθανώς του κυριότερου υποστηρικτή της ιστορίας του ελέγχου της θάλασσας. Το Μέγα τω της Θαλάσσης Κράτος απεικονίζει τη θαλάσσια στρατηγική ως μια ποικιλία «υψηλής στρατηγικής». Και έχει δίκιο. Η υψηλή στρατηγική είναι η τέχνη και η επιστήμη της χρήσης κάθε εργαλείου στην εργαλειοθήκη πολιτικής για την επίτευξη εθνικών στόχων. Τα εργαλεία που σχετίζονται με τις θαλάσσιες επιχειρήσεις περιλαμβάνουν όχι μόνο τη ναυτική και στρατιωτική ισχύ, αλλά τη διπλωματία, την πληροφόρηση, τον οικονομικό εξαναγκασμό ή τα κίνητρα κ.λπ. Οτιδήποτε βοηθάει στη δημιουργία γεγονότων στη θάλασσα αποτελεί εφαρμογή της θαλάσσιας στρατηγικής.

Με άλλα λόγια, η υψηλή στρατηγική βρίσκεται πάνω από τη στρατιωτική στρατηγική, η οποία βρίσκεται πάνω από τη ναυτική στρατηγική. Η ναυτική στρατηγική είναι ένα υποσύνολο της στρατιωτικής στρατηγικής, το οποίο είναι ένα υποσύνολο της υψηλής στρατηγικής.

Είναι σημαντικό, λοιπόν, να διευρυνθεί η εμβέλεια των εγγράφων που περιγράφουν θαλάσσιες στρατηγικές αλλά στην πραγματικότητα είναι ναυτικές στρατηγικές. Το εμπόριο για παράδειγμα, απαιτεί ελευθερία των θαλασσών και ασφάλεια. Επίσης μια θαλάσσια στρατηγική του Θουκυδίδη καλλιεργεί τη βιομηχανική παραγωγή και τη ναυπηγική στο εσωτερικό. Στο εξωτερικό, στοχεύει να ανοίξει εμπορική, διπλωματική και στρατιωτική πρόσβαση -με αυτή τη σειρά προτεραιότητας- σε σημαντικές εμπορικές περιοχές. Η ένοπλη ισχύς, είναι «απλώς εργαλείο για την επιτυχία των άλλων μεγαλύτερων συμφερόντων, οικονομικών και εμπορικών. Ερμηνεύοντας αυτόν τον ενάρετο κύκλο, μπορούμε να δηλώσουμε ότι το εξωτερικό εμπόριο και το θαλάσσιο εμπόριο γεννούν ευημερία, η ευημερία περιορίζει τα φορολογικά έσοδα στο εθνικό ταμείο και η κυβέρνηση επανεπενδύει μέρος αυτών των εσόδων σε ένα ναυτικό για να προστατεύσει τους εμπόρους που μεταφέρουν πρώτες ύλες ή τελικά προϊόντα κατά μήκος των θαλάσσιων διαδρόμων από πωλητές σε αγοραστές. Το θαλάσσιο εμπόριο και το εμπόριο γενικά χρηματοδοτούν τον δικό τους κηδεμόνα. Αυτός ο κύκλος μεταξύ του εμπορίου και της ναυτικής δύναμης ωφέλησε τον αγώνα της παλιγγενεσίας το 1821. Σήμερα ο Ερντογάν και η παρέα του πιστεύουν αληθινά στη φόρμουλα του Θουκυδίδη.

Εάν ο Ελληνισμός χρειάζεται μια θαλάσσια στρατηγική, πώς πρέπει να την επινοήσει; Εάν η θαλάσσια στρατηγική είναι μια υψηλή στρατηγική, τότε εναπόκειται στους διαχειριστές της υψηλής στρατηγικής του Ελληνισμού να αναλάβουν τη θαλάσσια επιχείρηση της χώρας. Ούτε το Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας ούτε το Υπουργείο Εθνικής Αμύνης έχουν την εξουσία να κατευθύνουν συναδέλφους τους στις κυβερνητικές υπηρεσίες. Η ευθύνη, λοιπόν, βαρύνει αυτούς που είναι υπεύθυνοι για την εξωτερική πολιτική της Ελλάδας δηλαδή την Κυβέρνηση και το Κοινοβούλιο. Αυτοί είναι οι θεσμοί που σχεδιάζουν στρατηγικές, μέσα πολιτικής για την υλοποίησή τους και είτε τις διεξάγουν είτε επιβλέπουν αυτούς που το κάνουν. Έτσι μια αληθινή θαλάσσια στρατηγική του Ελληνισμού πρέπει να προέρχεται από την κορυφή, με σκοπό να επιτρέπει να ξεφύγουμε από το ανταγωνιστικό μας μειονέκτημα έναντι της Τουρκίας.

Είναι καιρός, να εκδοθεί μια οδηγία για το σύνολο της κυβέρνησης για να εφαρμοστεί μια στρατηγική για ολόκληρη τη κυβέρνηση. Μια εμπνευσμένη Θουκυδίδειο θαλάσσια στρατηγική της Ελλάδας, ένα ολιστικό σχέδιο εθνικής ασφάλειας.

 

*Ο Δημήτριος Τσαϊλάς είναι απόστρατος Αξιωματικός του ΠΝ, δίδαξε επί σειρά ετών στις έδρες Επιχειρησιακής Σχεδιάσεως καθώς και της Στρατηγικής και Ασφάλειας, σε ανώτερους Αξιωματικούς στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου. Σήμερα είναι συνεργάτης και ερευνητής του Institute for National and International Security(INIS), και του Strategy International (SI). Συγγραφέας του βιβλίου «Ο Σύγχρονος Πόλεμος» Προκλήσεις για την Ελληνική Ασφάλεια. Εκδόσεις Ινφογνώμων.

ΠΗΓΗ: Geopolitics.iisca.eu

Συνέχεια ανάγνωσης

Αιγαίο

Δημήτρης Τσαϊλάς: Από τον εξαναγκασμό στη συνθηκολόγηση

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Η πολλαπλότητα και η πολυπλοκότητα των προκλήσεων εθνικής κυριαρχίας, που αντιμετωπίζουμε δεν αφήνουν περιθώρια για διπλωματικούς ελιγμούς, λόγω των εκφρασμένων απειλών από την Τουρκία. Αυτό το πολύπλοκο σύνολο αλληλένδετων ζητημάτων (ΑΟΖ, Υφαλοκρηπίδα, Δικαίωμα επέκτασης χωρικών υδάτων, Δικαίωμα προάσπισης νησιών ανατολικού Αιγαίου, Δικαίωμα έρευνας διάσωσης στο FIR, Δυτική Θράκη, Κύπρος) είναι πολύ πολύπλοκο για ακόμη και για πολύ εξειδικευμένους διπλωμάτες να φαντάζονται εύκολες λύσεις. Η κυβέρνηση μας αποφάσισε με μυστική διπλωματία ουσιαστικά, να δώσει προτεραιότητα σε δύο ζητήματα: τον κατευνασμό της Τουρκίας και την ενίσχυση από τους συμμάχους και εταίρους. Δυστυχώς θα μάθουμε πολύ σύντομα, εάν αυτά τα ζητήματα είναι πιθανό να επιλυθούν. 

Η Τουρκία ακολουθεί μια ολοένα και πιο αυτόνομη εξωτερική πολιτική, ενώ εδραιώνει το αυταρχικό σύστημα διακυβέρνησής της. Εν μέσω μιας μεταβαλλόμενης παγκόσμιας τάξης, η Άγκυρα χρειάζεται την Ελλάδα μόνο για να ισορροπήσει τις γεωπολιτικές της φιλοδοξίες με τα βασικά οικονομικά της συμφέροντα και τις σχέσεις της με τη Δύση και όχι για να υπάρξει οποιαδήποτε επίλυση για τις θαλάσσιες ζώνες. 

Ο κόσμος γίνεται μάρτυρας κοσμοϊστορικών γεωπολιτικών αλλαγών στην ηπειρωτική Ευρώπη. Παράλληλα, η μόνιμη απειλή για τον Ελληνισμό, η Τουρκία αναπροσανατολίζει την εξωτερική της πολιτική και επεκτείνει τον περιφερειακό ρόλο της. Η Τουρκία είναι προφανώς ελεύθερη να ακολουθήσει τη δική της πορεία. Αυτό που μένει να δούμε είναι πώς ο Ελληνισμός θα εξισορροπήσει τις περιφερειακές γεωπολιτικές φιλοδοξίες της Τουρκίας με την ευρωπαϊκή γειτονιά της και τα βασικά οικονομικά συμφέροντα και περιορισμούς της. 

Εν μέσω μιας μαζικής αναταραχής στην παγκόσμια γεωπολιτική, έχει καταστεί ζωτικής σημασίας για όλους μας στην Ελλάδα να κάνουμε μια λειτουργική αξιολόγηση της διεθνούς πραγματικότητας με σκοπό να μην επιτρέψουμε να εγείρονται ζητήματα κυριαρχίας. Ο εν εξελίξει αφοπλισμός των νησιών του Αιγαίου, και η επί θύραις θεσμοποίησή του σε αποστρατιωτικοποίηση/ουδετερότητα, (με άλλοθι το σχεδιαζόμενο Ελληνο-Τουρκικό Σύμφωνο Φιλίας και μη -Επίθεσης) πρέπει να σταματήσει!!  Κάθε μέσο νόμιμης δράσης είναι καλό και πρόσφορο για τον σκοπό αυτό. Προέχει η  ενημέρωση των πολιτών για τις συνέπειες που θα έχει ο σχεδιασμός της αποστρατιωτικοποίησης και συναφούς ουδετερότητας στην ασφάλειά τους, στην ίδια τους την ζωή και στο μέλλον των παιδιών τους. Είναι απαραίτητη η διαμόρφωση και οργάνωση του πλαισίου, που θα επιτρέψει στους πολίτες ν` αναλάβουν, με συγκροτημένη δράση, την ευθύνη κάθε ενός και κάθε μίας για την άμυνα της χώρας και των επαπειλούμενων περιοχών της.

Πώς η Τουρκία μπορεί να κερδίσει χωρίς πόλεμο

Υπάρχει ένας εύλογος δρόμος για την Τουρκία να χρησιμοποιήσει εξαναγκασμό σε μαζική κλίμακα για να αναγκάσει την Ελλάδα να αποδεχθεί τις απαιτήσεις της Άγκυρας χωρίς να πυροδοτήσει μεγάλο περιφερειακό πόλεμο και χωρίς να θέσει σε κίνδυνο τους περιφερειακούς υψηλούς-στρατηγικούς στόχους της Τουρκίας.

Πολύ λίγη προσοχή δίνεται στις δυνατότητες εξαναγκασμού της Τουρκίας, ενώ η στρατιωτική ικανότητα της παραμένει στο επίκεντρο των στρατηγικών.

Μια βραχυπρόθεσμη εκστρατεία εξαναγκασμού μπορεί να δημιουργήσει συνθήκες για να παράσχει στη Τουρκία διάφορες οδούς που θα μπορούσαν να μετατρέψουν τις καταναγκαστικές δραστηριότητες της σε πολιτικά αποτελέσματα που θα της επιτρέψουν να αποκτήσει πολιτικό έλεγχο στη γεωπολιτική περιφέρεια.

Ο Ελληνισμός είναι πλήρως ικανός να αναπτύξει επαρκή αντίμετρα για να αποτρέψει και να νικήσει μια εκστρατεία εξαναγκασμού της Τουρκίας που στοχεύει την κυριαρχία μας μέσω άμεσης δράσης και στενού συντονισμό;

Ο φόβος ότι η Τουρκία θα προκαλέσει κρίση στην Ελλάδα και θα μας παρασύρει σε έναν μαζικό πόλεμο στο Αιγαίο ώθησε εδώ και πολλά χρόνια την αυξανόμενη εστίαση στην προετοιμασία για σύγκρουση. Η επέκταση των στρατιωτικών δυνατοτήτων της Τουρκίας και οι απειλές της Τουρκίας για ορόσημα όπως του αιώνα της Τουρκίας έχουν εντείνει αυτούς τους φόβους και έχουν πυροδοτήσει έντονες συζητήσεις σχετικά με τον πιθανό ρόλο και την ετοιμότητα του Ελληνισμού να αποτρέψει και να νικήσει σε μια κρίση.

Οι ανησυχίες σχετικά με την ικανότητα του Ελληνισμού να υπερασπιστεί ολιστικά στις θάλασσες του Αιγαίου και της Μεσογείου είναι έγκυρες και σημαντικές επειδή τα ελληνικά συμφέροντα θα πλήττονταν σοβαρά από την ενεργή αμφισβήτηση νήσων. Η θάλασσα είναι στρατηγικά ζωτικής σημασίας για την επιβίωση μας. 

Ωστόσο, ο Ελληνισμός εξακολουθεί να στερείται μιας σαφούς υψηλής στρατηγικής για την υπεράσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων, παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση διατυπώνει όλο και περισσότερο τη σημασία της διατήρησης αυτών. Ακόμη χειρότερα, οι συζητήσεις για την άμυνα της Ελλάδας έχουν επικεντρωθεί σχεδόν αποκλειστικά στην αποτροπή ή την ήττα των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων σε μια πιθανή σύγκρουση ενώ έχουν αγνοήσει σε μεγάλο βαθμό το πιθανότερο σενάριο, στοιχεία του οποίου βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη. Μια εκστρατεία εξαναγκασμού της Τουρκίας που απέχει πολύ από την εισβολή, αλλά φέρνει ωστόσο τον Ελληνισμό υπό τον έλεγχο της Άγκυρας. Η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να πείσει την ηγέτιδα δύναμη της βορειοατλαντικής συμμαχίας ΗΠΑ και τους εταίρους στην ΕΕ να αποχωρήσουν από τη στενότερη εστίαση σε ένα μόνο επικίνδυνο σενάριο για να επανεκτιμήσουν την πλήρη απειλή που θέτει η Τουρκία και να αναπτύξουν ένα συνεκτικό σύνολο στρατηγικών για να νικήσουν όλες τις πτυχές αυτής της απειλής.

Οι στρατηγικές συζητήσεις στα διάφορα φόρα σχετικά με την άμυνα του Ελληνισμού επικεντρώθηκαν σε μεγάλο βαθμό στον τρόπο αποτροπής της σύγκρουσης. Αυτές οι συζητήσεις έχουν γίνει ιδιαίτερα εμφανείς καθώς η τουρκικές διεκδικήσεις αυξάνονται και γίνονται όλο και πιο εμφανής. Η αποφασιστικότητα των πολιτών του Ελληνισμού να διατηρήσει την κυριαρχία του ενθαρρύνει τους ηγέτες της Άγκυρας να επιλέξουν όλο και πιο καταναγκαστικά μονοπάτια για να αποκτήσουν τον έλεγχο, μέχρι και τη σύγκρουση. Σε αυτό το σημείο που έχουμε φτάσει πρέπει σίγουρα να προετοιμαστούμε για την πιθανότητα σύγκρουσης, αλλά πρέπει επίσης να προετοιμαστούμε για εναλλακτικές στρατηγικές υβριδικού πολέμου και εξαναγκασμού της Τουρκίας.

Η στρατηγική σχεδίαση της Τουρκίας, εδώ και καιρό, αναγνώρισε αυτό το σημαντικό κενό στη στρατηγική σκέψη του Ελληνισμού και προσπάθησε να εξετάσει εάν τέτοιες εξαναγκαστικές προσεγγίσεις ακόμη και βραχυπρόθεσμου πολέμου θα μπορούσαν να αναγκάσουν την Ελλάδα να υποχωρήσει στις απαιτήσεις της χωρίς σύγκρουση ή στρατιωτικό αποκλεισμό κάποιων νησιών. Έχουνε αναπτύξει μια ρεαλιστική προσέγγιση που θα μπορούσε να μας εξαναγκάσει σε μια πολιτική διευθέτηση ευνοϊκή για την Τουρκία χωρίς να εισβάλει και να καταλάβει ένα νησί. Αναφέρομαι σε αυτή την ολοκληρωμένη πολιτικο-στρατιωτική εκστρατεία ως τη βραχυπρόθεσμη πορεία εξαναγκασμού.

Η επιτυχία της πορείας δράσεως εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την αποτυχία των στόχων της να αναγνωρίσουν την ύπαρξή της ως συνεκτικό εγχείρημα. Αυξάνοντας συνεχώς την πίεση και εντείνοντας τη βασική καταναγκαστική δραστηριότητα, η Τουρκία στοχεύει να αναβαθμίζει όλο και περισσότερο τις απαιτήσεις έως ότου οι κρίσιμοι τομείς της πολιτικής της Ελλάδας αποδεχτούν μια «ειρηνευτική διαδικασία» που προτείνει η Τουρκία ως προτιμότερη από τη συνεχιζόμενη αντίσταση.

Η πορεία δράσης τους επιτίθεται σε τρία κέντρα βάρους, που παρέχουν επί του παρόντος στην κυβέρνηση της Ελλάδας και στον λαό της τη δύναμη να αντισταθούν στον εξαναγκασμό της Τουρκίας.

Το πρώτο είναι η στρατηγική σχέση ΗΠΑ-Ελλάδας, η οποία περιλαμβάνει ολοκληρωμένη διμερή συνεργασία. Εκτελούν, επιχειρήσεις παραπληροφόρησης και απειλή για στρατιωτική κλιμάκωση για να πείσει τις ΗΠΑ ότι η συνεργασία τους με την Ελλάδα δημιουργεί περαιτέρω κλιμάκωση, ενώ η ειρήνη και η ευημερία είναι προ των πυλών εάν αυτή η εταιρική σχέση σταματήσει.

Το δεύτερο κέντρο βάρους είναι η ικανότητα της Ελληνικής κυβέρνησης να λειτουργεί και να παρέχει βασικές υπηρεσίες. Οικονομικός πόλεμος, κυβερνοπόλεμος, δολιοφθορά, αυστηρές (και ψευδο-νόμιμες) απαιτήσεις της Άγκυρας, ηλεκτρονικός πόλεμος και προπαγάνδα επικριτική για την κακοδιαχείριση της κυβέρνησης επιδιώκουν να μειώσουν δραστικά την αξιοπιστία και να διαβρώσουν τη νομιμότητα της Ελληνικής κυβέρνησης στα μάτια των δικών της ανθρώπων.

Τρίτον, οι εκτεταμένες και επίμονες μελέτες ινστιτούτων στρατηγικής (πχ ΕΛΙΑΜΕΠ) διαμορφώνουν γνωστικές και ψυχολογικές εκστρατείες στοχεύοντας να σπάσουν τη βούληση των Ελλήνων για αντίσταση εκφοβίζοντας τους υποστηρικτές της αντίστασης, σπέρνοντας αμφιβολίες και φόβο στον πληθυσμό και δημιουργώντας αιτήματα για ανταλλαγή πολιτικών παραχωρήσεων για ειρήνη.

Εάν η Άγκυρα επιτεθεί επιτυχώς σε καθένα από αυτά τα κέντρα βάρους, η αίσθηση της εγκατάλειψης μεταξύ του Ελληνικού λαού θα ήταν συντριπτική και η κυβέρνηση θα αναγκαζόταν να εξετάσει ένα νέο παράδειγμα για τις θαλάσσιες ζώνες ως εναλλακτική λύση. 

Πηγή: Militaire

Συνέχεια ανάγνωσης

Δημήτρης Τσαϊλάς

Πώς είναι δυνατόν να ωφελήσει την Ελλάδα η ελληνορωσική προσέγγιση;

Δημοσιεύτηκε

στις

Η Ελληνορωσική προσέγγιση είναι δυνατόν να ωφελήσει την Ελλάδα με τη στήριξη της θαλάσσιας ισχύος

του Δημήτρη Τσαϊλά*

Η Τουρκία, εκτιμάται ότι υποστηρίζει την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας και της πουλά UAV και πλοία, ελπίζοντας να αγοράσει κινητήρες αεροσκαφών, αφού η διεθνής αγορά της έκλεισε τις πόρτες. Ωστόσο, το εμπόριο συνεχίζεται με τα κατεχόμενα από τη Ρωσία εδάφη της Αμπχαζίας και της Κριμαίας. Επιτρέποντας αυτό το παράνομο εμπόριο, η Τουρκία υπονομεύει τόσο τη δική της αξιοπιστία όσο και την ασφάλεια των εμπορικών εταίρων της. Τα μεταφερόμενα αγαθά όχι μόνο βοηθούν στη σύνδεση των κατεχόμενων ζωνών με τη Ρωσία, αλλά το εμπόριο φέρνει επίσης οφέλη σε αυτές τις ζώνες, οι οποίες βρίσκονται εκτός του διεθνούς τραπεζικού συστήματος.

Γιατί λοιπόν η Τουρκία βοηθά τη Ρωσία να εδραιώσει την παράνομη κατοχή της, ενώ στηρίζει και τις Ουκρανικές θέσεις; Τα βραχυπρόθεσμα κέρδη που αποκόμισαν οι τουρκικές εταιρείες από αυτό το εμπόριο πρέπει να εξεταστούν στο ευρύτερο πλαίσιο του Ευξείνου Πόντου. Η Ρωσία έχει εισβάλει και στρατιωτικοποιήσει αυτές τις ζώνες, αναπτύσσοντας παράκτια άμυνα με οπλικά συστήματα K-300P Bastion-P οπλισμένα με πυραύλους επιφανείας P-800 Oniks. Αυτό δημιουργεί μια Α2/ΑD ( Anti-Access Area Denial) περιοχή.

Ενώ η Ρωσία είναι απίθανο να επιστρέψει στα αρχικά της σύνορα ή να αποδεχθεί την ανεξαρτησία των κατεχόμενων χωρών, το να επιτραπεί η κατοχή της να γίνει μόνιμη αλλάζει τη στρατιωτική και εμπορική ισορροπία στον Εύξεινο Πόντο για τις επόμενες δεκαετίες. Τέλος η χώρα με τις μεγαλύτερες απώλειες από αυτό είναι η Τουρκία.

Όλες οι χώρες του Ευξείνου Πόντου, ειδικότερα η Ουκρανία και η Γεωργία, θα χρειαστούν προστασία από την αυξανόμενη στρατιωτική ενίσχυση της Ρωσίας. Οι ενέργειες της Ρωσίας αποτελούν απειλή τόσο για τις υποδομές της Ουκρανίας στην Αζοφική Θάλασσα και τη λεκάνη του Ευξείνου Πόντου όσο και για τις εμπορικές οδούς στα διεθνή ύδατα. Η μείωση αυτής της απειλής και η αποκατάσταση του δικαιώματος στην ελεύθερη θαλάσσια ναυσιπλοΐα είναι προς το συμφέρον της Ουκρανίας και άλλων χωρών του Ευξείνου Πόντου, όπως η Βουλγαρία, η Γεωργία, η Ρουμανία και η Τουρκία.

Σήμερα, μια καταιγίδα ξεσπά πάνω από τον Εύξεινο Πόντο και σε αυτό το σημείο, το μόνο ερώτημα είναι πόσο δυνατή θα είναι. Η Τουρκία έχει χαρακτηρισθεί αναξιόπιστη, καθώς οι πολιτικοί της δεν έχουν καταφέρει να ευθυγραμμίσουν τα πολιτικά και οικονομικά της συμφέροντα. Ενώ η Τουρκία να προσπαθεί να πατάει σε δύο βάρκες και να κερδίσει γρήγορα χρήματα επιτρέποντας την παράνομη ναυτιλία, εμείς σε αυτή τη συγκυρία πρέπει να δράσουμε και να υποστηρίξουμε μια μόνιμη ναυτική δύναμη του ΝΑΤΟ και την αεροπορική αστυνόμευση παρόμοια με τις χώρες της Βαλτικής σε συνεργασία με τη Ρωσία.

*Υποναύαρχος ε.α.
Πηγή: Ανιχνεύσεις
Συνέχεια ανάγνωσης

Ινφογνώμων

Infognomon Logo

Περιηγηθείτε στα κορυφαία βιβλία του βιβλιοπωλείου μας

Προβολή όλων

Δημοφιλή