Ακολουθήστε μας

Ανθρώπινα Δικαιώματα

Έλληνες υπό διωγμό

Δημοσιεύτηκε

στις


Σε δύο στοιχεία, που τέθηκαν ήδη σε κυκλοφορία, καταγράφονται οι διώξεις που υπέστησαν οι Έλληνες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Η έκδοση των βιβλίων συμπίπτει χρονικά με τα 70 χρόνια από την «Ελληνική Επιχείρηση» το 1939.

ΝΕΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ για τις διώξεις, που υπέστησαν οι Έλληνες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης φέρνει στο φως της δημοσιότητας ο συγγραφέας και ερευνητής Ιβάν Τζούχα, μέσα από δύο νέα βιβλία της σειράς «Ελληνικό Μαρτυρολόγιο». Πρόκειται για τα βιβλία «Ειδικοί Συρμοί με κατεύθυνση Ανατολικά» και «Γράφω με δικά μου λόγια;», που εκδόθηκαν μέσω του προγράμματος «Ιστορική Μνήμη» του Συμβουλίου Απόδημου Ελληνισμού (ΣΑΕ), Περιφέρειας χωρών πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Την πρωτοβουλία είχε ο Συντονιστής της συγκεκριμένης Περιφέρειας, βουλευτής της Ρωσικής Ντούμα, Ιβάν Σαββίδης.Η έκδοση των βιβλίων συμπίπτει χρονικά με τα 70 χρόνια από την «Ελληνική Επιχείρηση» το 1939, στην οποία αναφέρεται εκτενώς ο ερευνητής στο ομώνυμο βιβλίο του, πρώτο της σειράς «Ελληνικό Μαρτυρολόγιο», που εκδόθηκε το 2006. Η σειρά θα ολοκληρωθεί με το «Βιβλίο μνήμης», που θα περιλαμβάνει τα ονόματα όλων των Ελλήνων, οι οποίοι υπέστησαν διώξεις την περίοδο 1920-1950. Τα βιβλία, που κυκλοφόρησαν στα Ρωσικά, αναμένεται να μεταφραστούν στην Ελληνική και ακολούθως στην Αγγλική, Γερμανική και Γαλλική.
«Δεκάδες χιλιάδες Ελληνες, από τους πιο νέους μέχρι και τους υπερήλικες, στάλθηκαν στη Σιβηρία και στο Καζακστάν», τονίζει στον πρόλογο του βιβλίου ο Ιβάν Σαββίδης, χαρακτηρίζοντας τα χρόνια εκείνα ως τις πιο τραγικές σελίδες στην ιστορία των Ελλήνων τής τότε Σοβιετικής Ένωσης. Σημειώνει δε, πως η αδικαιολόγητη τιμωρία που συντελέστηκε, δεν προκάλεσε το μίσος των Ελλήνων, που με στωικότητα αντεπεξήλθαν σε όλες τις αντιξοότητες. Βρήκαν τη δύναμη να σταθούν πάνω από τις περιστάσεις και να συνεχίσουν την ένδοξη ιστορία των προγόνων τους.
Για τα γεγονότα αυτά, ακόμα και σήμερα, λίγα είναι γνωστά. Ο ερευνητής Ιβάν Τζούχα θεωρεί ως προσωπικό χρέος να βρεθούν απαντήσεις στα ερωτήματα, που βασανίζουν ακόμα και σήμερα πολλούς Έλληνες της πρώην ΕΣΣΔ. Τι έγινε με τους δικούς τους ανθρώπους; Ποιες ήταν οι αιτίες και πόσοι δικοί μας χάθηκαν;
«Είναι ένα από τα ηθικά τραύματα που βασανίζουν ακόμα και σήμερα τους ομογενείς. Και όταν απαντήσουμε στα ερωτήματα αυτά, όταν θα έχουμε μάθει την ιστορία μας, τότε δικαίως θα απαιτήσουμε και την αποκατάσταση όλων αυτών των Ελλήνων, όπως έχει γίνει με άλλες εθνικότητες στη Ρωσία. Θα το πετύχουμε όταν γνωρίζουμε και εμπεριστατωμένα αποδείξουμε τι είχε συμβεί», τονίζει σε δηλώσεις του ο Ιβάν Τζούχα και προσθέτει:
«Ο στόχος είναι διαφωτιστικός. Το πρώτο που πρέπει να κάνουμε είναι να εξιστορήσουμε τα γεγονότα σε απλή, πειστική γλώσσα, βάσει ντοκουμέντων. Τα βιβλία μου δεν θα εξαντλήσουν το θέμα, που είναι πολύπλοκο και τεράστιο, ελπίζω όμως να σταθούν αφορμή για πολλές άλλες, ενδελεχείς, έρευνες».
Πέρα από τις πολλές προσωπικές μαρτυρίες, που έχει συλλέξει ο Ιβάν Τζούχα, ο οποίος ασχολείται από το 1977 με τη μελέτη της ιστορίας των Ελλήνων της ΕΣΣΔ, παραθέτει στα βιβλία του ντοκουμέντα από κρατικά αρχεία (Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Ασφάλειας, Υπουργείο Δικαιοσύνης κ.ά.), έχοντας πραγματοποιήσει πολλά ταξίδια στα μέρη όπου μαρτύρησαν ή εκτοπίστηκαν Έλληνες.
Το νέο βιβλίο, «Ειδικοί Συρμοί με κατεύθυνση Ανατολικά», αναφέρεται εκτενώς -μέσα από 600 σελίδες- στις διώξεις των Ελλήνων τη δεκαετία του ΄40, ένα από τα πολλά κύματα διωγμών που υπέστησαν οι ομογενείς μας, με πιο μαζικό αυτό που ξεκίνησε στις 15 Δεκεμβρίου του 1937 (ταυτόχρονα σε όλες τις δημοκρατίες της ΕΣΣΔ), με την ντιρεκτίβα Νο 50215 της ΝΚΒΝΤ, τη μετέπειτα ΚGΒ, υπογεγραμμένη από τον Νικολάι Εζόφ, στενό συνεργάτη του Στάλιν. Ο ερευνητής μιλάει για περίπου 25.000 συλληφθέντες (συνήθως κεφαλή της οικογένειας), από τους οποίους 19.000 εξοντώθηκαν, ενώ οι υπόλοιποι στάλθηκαν σε στρατόπεδα.

Τρία κύματα διώξεων σ’ ένα μόνο χρόνο
Μόνο το 1942, υπήρξαν τρία κύματα νέων διώξεων κατά των Ελλήνων (το Μάιο, τον Αύγουστο και τον Οκτώβριο). Η συνήθης κατηγορία ήταν συνεργασία με τους Γερμανούς, κάτι που όμως ο κ. Τζούχα αποκρούει κατηγορηματικά, επισημαίνοντας ότι κάτι τέτοιο δεν συνέβη ποτέ, «και γι΄αυτό είμαστε υπερήφανοι». Απεναντίας, πολλοί Έλληνες πολέμησαν στις τάξεις του Κόκκινου Στρατού. Χαρακτηριστικά αναφέρει το παράδειγμα του Κοσμά Τσέλιου, από τη Σεβαστούπολη, που στάλθηκε σε εξορία, αν και από τα έξι του παιδιά είχε χάσει τέσσερα στο μέτωπο, ενώ δύο γιοι του επέστρεψαν με παράσημα ανδρείας.
Ακολούθησαν και άλλες διώξεις το 1944, που ήταν και από τις πιο σκληρές, αλλά και το 1949. Ο κ. Τζούχα συνδέει όλες αυτές τις διώξεις με την πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα, σε καθεμιά από τις προαναφερθείσες χρονικές περιόδους.
«Ο Στάλιν είχε χάσει το παιχνίδι με την Ελλάδα -τονίζει ο κ. Τζούχα- δεν ήθελε, όμως, το καθεστώς να χάσει και τις περιουσίες των Ελλήνων στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας, στην Οδησσό, στον Καύκασο, στην Αμπχαζία, που ήταν ζηλευτές. Υπάρχουν, άλλωστε, έγγραφα που μαρτυρούν ότι όσοι εκδιώχθηκαν από τα σπίτια τους υποχρεώθηκαν βιαίως να υπογράψουν ότι εγκαταλείπουν οικειοθελώς τις περιουσίες τους. Εκεί εγκαταστάθηκαν άνθρωποι της νομενκλατούρας, αγοράζοντάς τα σε τιμές εξευτελιστικές. Οι ομογενείς μεταφέρθηκαν με ειδικούς συρμούς, που αναζητούσαν οι Αρχές απεγνωσμένα, ώστε να τους ”φορτώσουν” όλους. Τελικά πληρώνανε οι ίδιοι οι εκτοπισθέντες τη μεταφορά τους (300 ρούβλια το άτομο, ποσό υπέρογκο για την εποχή εκείνη), και ταξιδεύανε χωρίς συνοδεία γιατρών και ασφάλεια».

Διόμισι εκατομμύρια πολίτες στην εξορία
Στο βιβλίο, με τίτλο «Γράφω με δικά μου λόγια;», ο ερευνητής Ιβάν Τζούχα παραθέτει 353 από τις χιλιάδες επιστολές Ελλήνων από τα Γκουλάγκ, που έχει συλλέξει. Έλληνες από πολλά μέρη της αχανούς Σοβιετικής Ένωσης, που σήμερα δεν ζουν, περιγράφουν στα γράμματά τους τα όσα πέρασαν.
Αδιάψευστη μαρτυρία η επιστολή του Λάζαρου Σαϊτανίδη, από τη Σεβαστούπολη, που έστειλε στο γιο του από τα κάτεργα του θανάτου στην περιοχή Κολιμά (Σιβηρία), απ΄όπου δεν επέστρεψε ποτέ. Ο Σαϊτανίδης περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια τις δύσκολες ώρες που περνάει στην εξορία, εκεί όπου είχαν σταλεί συνολικά 2,5 εκατομμύρια Ρώσοι πολίτες από διάφορες εθνικότητες, κατά την περίοδο 1934-1956, για να εργαστούν στα «θανατηφόρα» ορυχεία του χρυσού.
Στα γκουλάγκ της Κολιμά μεταφέρθηκαν και οι περισσότεροι Έλληνες από τους περίπου 3.000, που επέζησαν από την «ελληνική επιχείρηση». Οι κλιματολογικές συνθήκες στην περιοχή (με -50 και -60 βαθμούς Κελσίου το χειμώνα) ήταν αρκετές για να μην επιζήσει κανείς χωρίς θέρμανση και κατάλληλο ρουχισμό, δουλεύοντας στα ορυχεία.
«Απ΄ ότι λένε, δεν άντεξε εκεί κανείς περισσότερο από 3 μήνες», σημειώνει ο κ. Τζούχα.
Ως σήμερα ο Ιβάν Τζούχα έχει συγκεντρώσει τα ονόματα 537 Ελλήνων, που άφησαν την τελευταία τους πνοή στην Κολιμά. Σ΄αυτούς θα αναφερθεί λεπτομερώς στο νέο βιβλίο που ετοιμάζει.
Όπως ανακοίνωσε, φέτος αναμένεται να στηθεί στην Κολιμά και το μνημείο για τους αδικοχαμένους Έλληνες, πλάι σε αυτά των άλλων εθνοτήτων, με πρωτοβουλία της Ομοσπονδίας Ελληνικών Συλλόγων Ρωσίας, υπό την προεδρεία του Ιβάν Σαββίδη.
Ανάμεσα στα γράμματα υπάρχουν και κάποια που απέστειλαν προς την ελληνική πρεσβεία ομογενείς εξόριστοι, ζητώντας βοήθεια που δεν ήρθε ποτέ, άλλα και προς την κεντρική εξουσία της ΕΣΣΔ, ακόμα και προς τον ίδιο τον Στάλιν.
Ο Φεοντόρι Όλεγκ Κονσταντίνοβιτς (Όλεγκ Θεοδωρίδης, του Κωνσταντίνου), από το χωριό Κομάρι της Κριμαίας, γεννηθείς το 1929, γράφει στις 30 Ιουλίου το 1949 γράμμα στον Στάλιν από τα Ουράλια, όπου είχε εξοριστεί, έχοντας περάσει ακόμα και από δίκη, με την κατηγορία για κατασκοπία υπέρ των Γερμανών, κάτι που τελικά δεν αποδείχτηκε.
«Η επιστολή αποτελεί έκφραση λατρείας προς το μεγάλο ηγέτη, καθώς δεν ήθελε ο ομογενής να πιστέψει ότι γνώριζε ο Στάλιν για τα δεινά των Ελλήνων. Η επιστολή, όπως και άλλες παρόμοιες, προφανώς δεν φτάσανε ποτέ στον προορισμό τους», σημειώνει ο κ. Τζούχα. Η επιστολή βρέθηκε στα κρατικά αρχεία της περιοχής Σβερντλόβσκ. Πάντως, η τύχη του Κωνσταντινίδη, που είχε εισαχθεί σε ψυχιατρική κλινική, δεν έχει εξακριβωθεί.
ΣΗΜΕΡΙΝΗ

Ανθρώπινα Δικαιώματα

The Hong Kong Post: Το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας στοχεύει δημοσιογράφους και οικογένειες στο Χονγκ Κονγκ

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Οι δημοσιογράφοι και οι οικογένειές τους στο Χονγκ Κονγκ βιώνουν κλιμακούμενη παρενόχληση και απειλές από το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας, τόσο στο διαδίκτυο όσο και εκτός διαδικτύου. Η συχνότητα και η σοβαρότητα αυτών των περιστατικών έχουν αυξηθεί τους τελευταίους μήνες, όπως δήλωσε η πρόεδρος της Ένωσης Δημοσιογράφων του Χονγκ Κονγκ (HKJA) Selina Cheng κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στις 13 Σεπτεμβρίου.

Μια έρευνα από το HKJA αποκάλυψε ότι η συστηματική παρενόχληση κορυφώθηκε μεταξύ Ιουνίου και Αυγούστου του τρέχοντος έτους, με αξιοσημείωτη αύξηση από τα μέσα έως τα τέλη Αυγούστου. Αυτό το κύμα εκφοβισμού επηρέασε 15 οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένων 13 Μέσων Ενημέρωσης και δύο ιδρυμάτων κατάρτισης δημοσιογραφίας. Μεταξύ των στόχων ήταν το HKJA, το Hong Kong Free Press, το Inmedia και το Hong Kong Feature. Ειδικοί υποστηρίζουν ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας στοχεύει να ασκήσει έλεγχο στο Χονγκ Κονγκ παρόμοιο με τον έλεγχο του στην ηπειρωτική Κίνα. Το ΚΚΚ φέρεται να ανακατεύεται στην ελευθερία του Τύπου στο Χονγκ Κονγκ, καθώς η χώρα επιτρέπει στους δημοσιογράφους να δημοσιεύουν επικριτικά ρεπορτάζ για την Κίνα και την κυβέρνησή της σε διεθνή Μέσα Ενημέρωσης.

Από τον Ιούνιο, ανώνυμα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου παραπόνων από λογαριασμούς Microsoft Outlook, που υποτίθεται ότι προέρχονται από «πατριώτες», έχουν στοχεύσει τουλάχιστον 15 οικογένειες δημοσιογράφων, μαζί με τους εργοδότες ή τους ιδιοκτήτες τους. Αυτά τα μηνύματα, συχνά απειλητικά στη φύση, διέφεραν σε τόνους. Οι μεγαλύτερες οργανώσεις έλαβαν επίσημες καταγγελίες, ενώ τα μικρότερα μέσα αντιμετώπιζαν περισσότερα απειλητικά μηνύματα, μερικές φορές με τη φωτογραφία και το κείμενο του δημοσιογράφου που έμοιαζαν με σημείωμα λύτρων. Πιστεύεται ότι οι πτέρυγες κατασκοπείας του ΚΚΚ, δηλαδή το Υπουργείο Κρατικής Ασφάλειας (MSS) και το Υπουργείο Δημόσιας Ασφάλειας (MPS), ενορχηστρώνουν αυτές τις δραστηριότητες. Στόχος τους είναι να εκφοβίσουν τη δημοσιογραφική κοινότητα είτε να εγκαταλείψει το επάγγελμά της είτε να εγκαταλείψει τη χώρα.

Από τον Αύγουστο, το Facebook έχει δει μια έκρηξη εχθρικών αναρτήσεων που στοχεύουν Μέσα Ενημέρωσης και δημοσιογράφους, χαρακτηρίζοντας τις νόμιμες αναφορές ως παράνομες ή ταραχές. Το HKJA ανακάλυψε ότι τουλάχιστον 36 δημοσιογράφοι από διάφορα Μέσα Ενημέρωσης κατονομάζονταν σε αυτές τις θέσεις. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι παρενοχλητές επεξεργάστηκαν ή δημοσίευσαν απειλητικές καταχωρήσεις στη Wikipedia. Επιπλέον, σε τουλάχιστον τέσσερις περιπτώσεις, παρενοχλητικά μηνύματα στάλθηκαν στους αριθμούς τηλεφώνου της εργασίας ή του σπιτιού των δημοσιογράφων λίγο μετά τη δημοσίευση αυτών των αναρτήσεων.

Ο πρωταρχικός στόχος του ΚΚΚ είναι να εκφοβίσει τους δημοσιογράφους, τις οικογένειές τους ή τους συνεργάτες τους, διαταράσσοντας τις πηγές εισοδήματός τους ή τις κοινωνικές τους σχέσεις. Αυτή η στρατηγική στοχεύει να τους πιέσει, να τους απομονώσει και να τους απειλήσει, αναγκάζοντας τελικά τους δημοσιογράφους να παραιτηθούν από τη δουλειά ή τους συνδικαλιστικούς ρόλους τους. Ο Τσενγκ περιέγραψε αυτές τις επιθέσεις ως «συντονισμένες και συστηματικές», με στόχο τη δημοσιογραφική κοινότητα στο σύνολό της και όχι συγκεκριμένα άτομα. Η HKJA καταδίκασε αυτές τις τακτικές εκφοβισμού και επιβεβαίωσε τη δέσμευσή της να αντισταθεί στις προσπάθειες φίμωσης του Τύπου. Ωστόσο, στις δηλώσεις τους, απέφυγαν να εμπλέξουν άμεσα την κινεζική κομμουνιστική κυβέρνηση.

Ο Τσενγκ συνέκρινε την παρενόχληση με μια «εξόρμηση για ψάρεμα», όπου οι δράστες προχωρούν εάν ο στόχος δεν ανταποκριθεί. Τουλάχιστον τέσσερα θύματα που συμμετείχαν με τους παρενοχλητές αντιμετώπισαν κλιμακούμενες απειλές. Συμβούλεψε τους δημοσιογράφους να αναφέρουν αυτά τα περιστατικά στην αστυνομία, να ενημερώσουν τον Επίτροπο Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων (PCPD) και να αποφύγουν την αλληλεπίδραση με τους παρενοχλητές. Αν και ορισμένα μηνύματα ανέφεραν ζητήματα όπως οι εκλογές στην Ταϊβάν ή η απαγόρευση του Χονγκ Κονγκ για τα ιαπωνικά θαλασσινά, ο Τσενγκ σημείωσε ότι η παρενόχληση δεν φαίνεται να συνδέεται με συγκεκριμένες ιστορίες ή καταστήματα.

Στα τέλη Ιουλίου, ο Τσενγκ και δύο από τα μέλη της οικογένειάς της παρενοχλήθηκαν. Τα email κατηγορούσαν τους συγγενείς της ότι προωθούν «αντικινεζικά αισθήματα» και απείλησαν τους εργοδότες τους, προειδοποιώντας ότι μπορεί να κινδυνεύσουν να παραβιάσουν τον Νόμο Εθνικής Ασφάλειας ή το Άρθρο 23 εάν συνέχιζαν να συνδέονται με τα μέλη της οικογένειας του Τσενγκ.

Η HKJA, μαζί με τουλάχιστον τρεις δημοσιογράφους, έχει αναφέρει αυτά τα περιστατικά στην αστυνομία. Η HKJA κατήγγειλε αυτές τις ενέργειες ως εκφοβισμό και σοβαρή παραβίαση της ελευθερίας του Τύπου στο Χονγκ Κονγκ. Οι παρενοχλητές χρησιμοποίησαν τακτικές δυσφήμισης και εκφοβισμού για να εμποδίσουν τους δημοσιογράφους να εργάζονται ελεύθερα. Η Ένωση έχει επίσης προσεγγίσει πλατφόρμες όπως το Meta και η Wikipedia. Σε απάντηση, η Wikipedia απαγόρευσε έναν χρήστη που δημοσίευσε προσωπικά στοιχεία δημοσιογράφων. Επιπλέον, η HKJA κινεί νομικές ενέργειες και έχει υποβάλει καταγγελίες στον Επίτροπο Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων (PCPD).

Επιπλέον, τρία θύματα ανέφεραν ότι οι αποσκευές τους ερευνήθηκαν από το τελωνείο κατά την επανείσοδό τους στο Χονγκ Κονγκ και δύο από αυτά έλαβαν απειλητικά μηνύματα WhatsApp λίγο μετά την άφιξή τους. Η HKJA εξέφρασε ανησυχίες για πιθανές διαρροές κυβερνητικών δεδομένων, καθώς οι παρενοχλητές είχαν πρόσβαση σε προσωπικές πληροφορίες που δεν θα έπρεπε να είναι διαθέσιμες στο κοινό. Αν και δεν υπάρχουν άμεσες αποδείξεις που να συνδέουν την παρενόχληση με κυβερνητικές υπηρεσίες, η HKJA ζήτησε τη διεξαγωγή έρευνας και προέτρεψε τις αρχές να προστατεύσουν το απόρρητο των δημοσιογράφων.

Το HKJA ενθαρρύνει τους δημοσιογράφους και τις οικογένειές τους που υφίστανται παρενόχληση να αναζητήσουν επαγγελματική υποστήριξη, είτε μέσω του HKJA είτε μέσω των υπηρεσιών ψυχικής υγείας. Ο Σύλλογος έχει δημιουργήσει υπηρεσίες συναισθηματικής συμβουλευτικής για να βοηθήσει όσους επηρεάζονται από αυτά τα περιστατικά. Συμβουλεύει επίσης τους δημοσιογράφους να προστατεύουν τα προσωπικά τους στοιχεία αποφεύγοντας την κοινή χρήση οικογενειακών φωτογραφιών στο διαδίκτυο και χρησιμοποιώντας ισχυρούς, μοναδικούς κωδικούς πρόσβασης με επαλήθευση σε δύο βήματα για τους λογαριασμούς τους.

Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με αυτό το θέμα στην εβδομαδιαία συνέντευξη Τύπου του στις 17 Σεπτεμβρίου, ο Διευθύνων Σύμβουλος του Χονγκ Κονγκ Τζον Λι δήλωσε ότι όποιος χρειάζεται βοήθεια από τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου μπορεί να αναφερθεί στην αστυνομία ή σε αρμόδια τμήματα όπως το Τμήμα Μετανάστευσης ή τα Τελωνεία και Τμήμα ειδικών φόρων κατανάλωσης. «Οι αρχές επιβολής του νόμου θα χειριστούν τις υποθέσεις αμερόληπτα», διαβεβαίωσε.

ΠΗΓΗ: The Hong Kong Post

Συνέχεια ανάγνωσης

Ανθρώπινα Δικαιώματα

Καναδός που κρατήθηκε για 1000 ημέρες στην Κίνα για κατασκοπεία περιγράφει την οδυνηρή εμπειρία του

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Τον ανέκριναν για 6 έως 9 ώρες καθημερινά, τον έκλειναν σε μια καρέκλα για ώρες και τον αναγκάζανε να επιβιώνει με τρία μπολ με ρύζι την ημέρα.

Ένας Καναδός πολίτης που πέρασε 1.000 ημέρες στην κινεζική κράτηση αποκάλεσε την εμπειρία τίποτα λιγότερο από ψυχολογικά βασανιστήρια που δεν θα ξεχάσει. Το θύμα κρατήθηκε με κατηγορίες κατασκοπείας από τις κινεζικές αρχές και επέστρεψε στην πατρίδα του το 2021, σύμφωνα με ρεπορτάζ του CNN.

Ο λόγος για τον Michael Kovrig, είναι ένας από τους δύο Καναδούς πολίτες που κρατήθηκαν από την Κίνα για περισσότερες από 1.000 ημέρες για καταγγελίες κατασκοπείας, τέθηκε σε απομόνωση για έξι μήνες και υποβλήθηκε σε συνεχείς ανακρίσεις, κάτι που σύμφωνα με τον ίδιο ήταν ψυχολογικά βασανιστήρια.

«Ήταν ψυχολογικά, απολύτως, το πιο εξαντλητικό, οδυνηρό πράγμα που έχω ζήσει ποτέ», είπε ο Κόβριγκ στις πρώτες του δηλώσεις που έδωσε σε καναδικό ειδησεογραφικό οργανισμό CBC μετά την απελευθέρωση από την κινεζική φυλακή πριν από τρία χρόνια.

«Προσπαθούν να εκφοβίσουν, να βασανίσουν, να τρομοκρατήσουν και να σας εξαναγκάσουν να αποδεχτείτε την ψεύτικη εκδοχή της πραγματικότητας», είπε ο Κόβριγκ.

Ο Καναδός πολίτης είχε εμπλακεί σε μια τριετή διπλωματική διαμάχη που ξεκίνησε το 2021 όταν οι καναδικές αρχές συνέλαβαν την Meng Wanzhou, την οικονομική διευθύντρια του κινεζικού τεχνολογικού κολοσσού Huawei, στο Βανκούβερ με την κατηγορία της απάτης. Ο Κόβριγκ αφέθηκε ελεύθερος μόνο αφού οι εισαγγελείς των ΗΠΑ απέρριψαν το αίτημα έκδοσης και συμφώνησαν να αφήσουν ελεύθερο τον Μενγκ, σχεδόν δύο χρόνια αργότερα.

Ο Kovrig, ο οποίος ήταν πρώην διπλωμάτης, εργαζόταν ως ανώτερος σύμβουλος για το think tank International Crisis Group. Σύμφωνα με πληροφορίες, επέστρεφε στο σπίτι με τη σύντροφό του μετά το δείπνο στο Πεκίνο στις 10 Δεκεμβρίου 2018. Η σύντροφός του εκείνη την εποχή ήταν έξι μηνών έγκυος όταν συνελήφθη από τις κινεζικές αρχές.

«Ανεβήκαμε μια σπειροειδή σκάλα ακριβώς μπροστά από την πλατεία μπροστά από την πολυκατοικία μου και μπουμ. Υπήρχαν δώδεκα άντρες στα μαύρα με κάμερες πάνω τους γύρω μας, που φώναζαν στα κινέζικα, «Αυτός είναι», θυμάται ο Κόβριγκ.

Το ειδησεογραφικό ρεπορτάζ της Canadian Broadcasting Corporation (CBC) αναφέρθηκε στο ρεπορτάζ του CNN για τον Κόβριγκ, στο οποίο είχε πει ότι κατά τη σύλληψή του του πέρασαν χειροπέδες, του έδεσαν τα μάτια και τον πέταξαν σε ένα μαύρο SUV και στη συνέχεια τον πήγαν σε ένα κελί με επένδυση που θα ήταν το σπίτι του για τους επόμενους έξι μήνες.

Συνέχεια ανάγνωσης

Ανθρώπινα Δικαιώματα

Απαγωγές φοιτητών στο Βελουχιστάν από το πακιστανικό καθεστώς!

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Η πακιστανική κυβέρνηση κλείνει συνεχώς τα μάτια στις κραυγές για δικαιοσύνη στο Βελουχιστάν.

Το Πακιστάν έχει μακρά ιστορία αναγκαστικών εξαφανίσεων και εξωδικαστικών δολοφονιών, με στόχο ιδιαίτερα υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ακτιβιστές μειονοτήτων που επικρίνουν την κυβέρνηση και τον στρατό, καθώς και άτομα που είναι ύποπτα για εμπλοκή με την αντιπολίτευση.

Εν μέσω συνεχιζόμενων εξαφανίσεων και εξωδικαστικών δολοφονιών στο Μπαλουχιστάν, δύο νεαροί άνδρες, ο Akhtar Shah και ο Sahaj Mengal, απήχθησαν βίαια από τα σπίτια τους από τις ένοπλες δυνάμεις του Πακιστάν στην περιοχή Killi Pandrani, όπως αναφέρει η “Balochistan Post“.

Στις 23 Σεπτεμβρίου, μεγάλος αριθμός πακιστανικών δυνάμεων περικύκλωσε την Killi Pandrani και πραγματοποίησαν επιδρομές σε σπίτια.

Κατά τη διάρκεια αυτής της επιχείρησης, συνέλαβαν τους δύο νεαρούς, τους έδεσαν τα μάτια και τους τοποθέτησαν με τη βία στα οχήματά τους. Προς το παρόν, δεν υπάρχουν πληροφορίες για το πού βρίσκονται, ενώ οι αρχές της περιοχής δεν έχουν ακόμη δηλώσει το περιστατικό.

 

 

«Ανησυχούμε βαθιά για την εξαναγκαστική εξαφάνιση δύο μαθητών, του Musa Khaliqdad και του Sameer Majeed. Στις 22 Σεπτεμβρίου και οι δύο βρίσκονταν βίαια από τον στρατό του Πακιστάν στο Dasht Doro, ένα στρατιωτικό σημείο ελέγχου ενώ ταξίδευαν από το Gwadar στο Kapkapar. Προτρέπουμε τις πακιστανικές αρχές να αποκαλύψουν αμέσως πού βρίσκονται και να διασφαλίσουν την ασφαλή επιστροφή τους», δήλωσε το Pank (Τμήμα Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Εθνικού Κινήματος Baloch) στο X.

Σύμφωνα με τη “Balochistan Post”, 37 άνθρωποι εξαφανίστηκαν βίαια σε όλο το Βελουχιστάν μόνο τον Αύγουστο, ενώ 9 άτομα εξακολουθούν να αγνοούνται, ενώ βρέθηκαν 6 σοροί. Παρά τις πολυετείς διαμαρτυρίες, τις συγκεντρώσεις και την αυξανόμενη διεθνή ευαισθητοποίηση, η πακιστανική κυβέρνηση κλείνει συνεχώς τα μάτια στις κραυγές για δικαιοσύνη στο Βελουχιστάν.

Το Πακιστάν έχει μακρά ιστορία αναγκαστικών εξαφανίσεων και εξωδικαστικών δολοφονιών, με στόχο ιδιαίτερα υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ακτιβιστές μειονοτήτων που επικρίνουν την κυβέρνηση και τον στρατό, καθώς και άτομα που είναι ύποπτα για εμπλοκή με την αντιπολίτευση. Η ανεξέλεγκτη ισχύς του στρατού, σε συνδυασμό με μια συνένοχη κυβέρνηση, έχει δημιουργήσει ένα περιβάλλον φόβου και καταστολής.

Η εμμονή των εξαναγκαστικών εξαφανίσεων στο Μπαγκλαντές παραμένει μια κρίσιμη ανησυχία για τα ανθρώπινα δικαιώματα, με ουσιαστικά στοιχεία που δείχνουν εκτεταμένες και συστηματικές καταχρήσεις από τις πακιστανικές δυνάμεις ασφαλείας. Ο λαός του ΒΕλουχιστάν καλεί επειγόντως για διεθνή προσοχή και παρέμβαση για την αντιμετώπιση αυτών των σοβαρών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Η αυξανόμενη συχνότητα εξαναγκαστικών εξαφανίσεων όχι μόνο παραβιάζει τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά υπογραμμίζει επίσης τις βάναυσες τακτικές που εφαρμόζει ο Πακιστανικός Στρατός για να φιμώσει τα αιτήματα του λαού των Μπαλώχ για αξιοπρέπεια και δικαιοσύνη.

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινφογνώμων

Infognomon Logo

Περιηγηθείτε στα κορυφαία βιβλία του βιβλιοπωλείου μας

Προβολή όλων

Δημοφιλή