Ακολουθήστε μας

Ελληνική Επανάσταση 1821

1-2 Απριλίου 1824: Η δίκη τού Καραϊσκάκη

Δημοσιεύτηκε

στις

Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης, κατά τήν διάρκεια τού φθινοπώρου τού 1823, υπέφερε από τό χτικιό καί είχε αποσυρθεί από τήν ενεργό δράση. Προκειμένου νά αποθεραπευθεί πλήρως, εγκατέλειψε τό μοναστήρι τού Προυσσού καί πήγε στήν Κεφαλλονιά όπου διέμεινε μερικούς μήνες.
Στά Επτάνησα εκείνη τήν περίοδο είχαν συρρεύσει χιλιάδες πρόσφυγες από τήν Δυτική Στερεά, κυρίως γυναικόπαιδα, πού ζούσαν στά όρια τής ανέχειας.
Ο “Γιός τής Καλόγριας” είχε αφήσει στή θέση του τόν Αντώνη Ζαραλή γιά νά συντηρεί τά στρατιωτικά του τμήματα μέχρι νά επανέλθει ο ίδιος στήν ενεργό δράση.
Ο Ζαραλής βρισκόταν σέ διαρκή σύγκρουση μέ τόν στρατιωτικό αντίπαλο καί άσπονδο εχθρό τού Καραϊσκάκη, Γιαννάκη Ράγκο, ο οποίος διεκδικούσε καί τελικώς κατάφερε νά λάβει υπό τήν εξουσία του τό αρματολίκι τού ανήμπορου νά αντιδράσει Καραϊσκάκη.

Ο Καραϊσκάκης αναχώρησε από τό Αργοστόλι γιά τήν Ιθάκη προκειμένου νά συναντήσει τήν οικογένειά του. Στό πλοίο είχε συνταξιδιώτη του τόν Άγγλο γιατρό Julius Millingen (Μίλλινγκεν), ο οποίος ταξίδευε γιά τό Μεσολόγγι καί στόν οποίο εκμυστηρεύτηκε τό μίσος του γιά τόν Ράγκο καί όσους καπετάνιους κατέτρεχαν τούς δικούς του ανθρώπους.
Τού είπε ακόμα ότι οι εν λόγω αρματολοί, ενίοτε γίνονταν φίλοι μέ τούς Τουρκαλβανούς, δηλαδή μέ τούς εχθρούς τής πατρίδος του, καί όταν οι τελευταίοι πραγματοποιούσαν εισβολή, οι οπλαρχηγοί αυτοί άφηναν τά περάσματα αφύλακτα.
Ο Καραϊσκάκης δέν έκρυψε καί τήν περιφρόνησή του πρός τήν κυβέρνηση τού Μαυροκορδάτου πού στήριζε όλους αυτούς τούς καπετάνιους, στήν προσπάθειά του νά επιβληθεί σάν πολιτικός αρχηγός στήν Ελλάδα.

Ο Καραϊσκάκης, μόλις συνήλθε από τήν αρρώστεια του, εγκατέλειψε τήν Ιθάκη καί πήγε στό Μεσολόγγι όπου ζήτησε από τόν Μαυροκορδάτο νά διορισθεί αρχηγός τών ελληνικών όπλων τής επαρχίας τών Αγράφων, ενώ τού κατήγγειλε καί τή δολοφονία στρατιωτών του από τούς αντίπαλους οπλαρχηγούς πού είχαν καταπατήσει τό βιλαέτι του.
Ο Μαυροκορδάτος, πού ευνοούσε τόν Ράγκο, όχι μόνο δέν δέχθηκε, αλλά κρυφά καί υποχθόνια οργάνωσε σχέδιο γιά νά μπορέσει νά απαλλαγεί από τόν ενοχλητικό καί απρόβλεπτο Ρουμελιώτη οπλαρχηγό, όπως είχε απαλλαγεί καί από τόν Βαρνακιώτη.

Ο Καραϊσκάκης αντιμετωπίστηκε από τόν Μαυροκορδάτο υποτιμητικά καί έτσι πικραμένος αναχώρησε γιά τό Αιτωλικό, όπου συνάντησε τόν Κίτσο Τζαβέλα, ο οποίος ήταν επίσης δυσαρεστημένος μέ τόν Φαναριώτη πολιτικό.
Ενώ ο Κωνσταντίνος Μεταξάς είχε προσπαθήσει νά συμφιλιώσει τούς οπλαρχηγούς μεταξύ τους, ο Μαυροκορδάτος πού τόν αντικατέστησε, έκανε τό πάν γιά νά τούς διασπείρει τό φθόνο καί τή διχόνοια.
Οι ραδιουργίες του είχαν προκαλέσει τό μίσος ανάμεσα στούς σημαντικότερους οπλαρχηγούς τής Δυτικής Στερεάς.
Σέ μία περίπτωση, ο οξύθυμος Καραϊσκάκης, σύμφωνα μέ τόν Κασομούλη, εξύβρισε άσχημα τόν Νότη Μπότσαρη καί τόν Νικολό Στουρνάρη, όταν τόν συνάντησαν στό Αιτωλικό, επειδή δέχονταν εντολές από “τό τσογλάνι τού Ρεΐζ εφέντη, τόν τεσσαρομάτη Μαυροκορδάτο”.

Εκείνη τήν περίοδο έγιναν ταυτόχρονα στή Ρούμελη δύο πολεμικά γεγονότα.
Ο Ομέρ Βρυώνης κατευθύνθηκε από τά Ιωάννινα στήν Άρτα μέ 3000 άνδρες, ενώ 300 Τούρκοι ιππείς επιχείρησαν νά επιτεθούν από τή Ναύπακτο στό Μεσολόγγι.
Οι Έλληνες όμως πού φύλαγαν τήν Κακιά Σκάλα στήν Κλόκοβα (Παληοβούνα), τούς ανάγκασαν νά υποχωρήσουν.
Η αφορμή δόθηκε στόν Μαυροκορδάτο γιά νά στήσει τό κατηγορητήριο κατά τού Καραϊσκάκη, ο οποίος γινόταν όλο καί περισσότερο ενοχλητικός, αφού πρίν από μερικές ημέρες, ο ορεσίβιος αρματολός είχε περάσει στό Μεσολόγγι μέ μερικούς άνδρες του, είχε καταλάβει τή νησίδα Βασιλάδι καί είχε συλλάβει τρείς Μεσολογγίτες προκρίτους.
Αιτία τής συμπεριφοράς του αυτής ήταν ο άγριος ξυλοδαρμός τού ανηψιού του Ψαρογιαννόπουλου από Μεσολογγίτες κατοίκους.

Ο Μαυροκορδάτος αντέδρασε ταχύτατα. Κάλεσε τούς οπλαρχηγούς Κώστα Μπότσαρη, Νικόλαο Στουρνάρη, Γεώργιο Τσόγκα καί Δημήτριο Μακρή, οι οποίοι μέ 1500 άνδρες έδιωξαν τούς ανθρώπους τού Καραϊσκάκη από τό Μεσολόγγι.
Μέ αυτή τήν πολυάριθμη δύναμη παρά τώ πλευρώ του, ο Μαυροκορδάτος συνέλαβε τόν Καραϊσκάκη κατηγορώντας τόν γιά εσχάτη προδοσία.
Ο “εκλαμπρότατος πρίγκηψ” στήριξε τό κατηγορητήριο στήν κατάθεση τού Κωνσταντίνου Βουλπιώτη, ο οποίος υποστήριξε ότι ο Καραϊσκάκης τόν έστειλε στά Ιωάννινα γιά νά ειδοποιήσει τόν Ομέρ Βρυώνη νά σπεύσει νά καταλάβει τό Μεσολόγγι καί τό Αιτωλικό.
Σημειώνουμε ότι ο Βουλπιώτης ήταν άνθρωπος τού Ράγκου.

Η δίκη.

Η δίκη παρωδία τού Καραϊσκάκη έγινε στήν εκκλησία τής Παναγίας στό Αιτωλικό, τήν 1η Απριλίου 1824 καί κύριο στοιχείο τής κατηγορίας ήταν ότι ο Καραϊσκάκης είχε έρθει σέ συνεννόηση μέ τόν Ομέρ Βρυώνη, προκειμένου νά τόν διευκολύνει νά καταλάβει τό Μεσολόγγι καί τό Αιτωλικό!
Σέ αντάλλαγμα ο Έλληνας οπλαρχηγός θά ελάμβανε τό αρματολίκι τών Αγράφων.
Η αλληλογραφία μεταξύ τού Ομέρ Βρυώνη καί τών Ελλήνων καπεταναίων ήταν ένα συχνό γιά τήν εποχή φαινόμενο, καθώς οι Έλληνες ήλπιζαν σέ πιθανή συνεργασία μέ τόν Αλβανό πασά, ο οποίος είχε ελληνικές ρίζες καί βρισκόταν σέ δυσμένεια από τόν σουλτάνο.
Ένα ελληνοαλβανικό κράτος πού θά προέκυπτε μέ τήν αποτίναξη τής οθωμανικής τυραννίας ήταν ένα σχέδιο πού τό συζητούσαν οι Έλληνες από τήν εποχή τού Αλή πασά.

Ο Μαυροκορδάτος όμως ήθελε από ότι φαίνεται νεκρό τόν Καραϊσκάκη καί μάλιστα πηγές τής εποχής τόν φέρνουν νά έχει πεί:
“Μαθαίνω ότι είναι κακά άρρωστος.
Η φθίσις του έφθασεν ως τόν τρίτον βαθμόν. Ίσως ο Θεός μάς απαλλάξει από αυτόν.”
Ο Δημήτρης Φωτιάδης θά έγραφε γι’ αυτόν ότι ήταν ο πιό διαβολεμένος απ’ όλους τούς Φαναριώτες, πού ήρθανε στήν Ελλάδα.
Τό κακό πού έκανε αυτός ο άνθρωπος δέν λέγεται καί όχι μόνο τό πλήρωσε η γενιά τού Εικοσιένα, αλλά “τό δικό του πνεύμα μέσω τών σύγχρονων πολιτικών κυβερνάει καί δέν μάς αφήνει νά προκόψουμε”.

Στίς 30 Μαρτίου 1824 συστάθηκε τό στρατοδικείο. Ο Μαυροκορδάτος όρισε σάν δημόσιο κατήγορο τόν επίσκοπο Άρτης Πορφύριο, ενώ ανάμεσα στούς δικαστές ήταν οι στρατηγοί Νότης Μπότσαρης, Νικόλαος Στουρνάρης, Γεώργιος Τσόγκας, Δήμος Σκαλτσάς, Αλέξιος Βλαχόπουλος, Δημήτριος Μακρής, Γιαννάκης Γιολδάσης, Γρηγόριος Λιακατάς, Αναγνώστης Καραγιάννης, Γιαννάκης Σουλτάνης, Τάτσης Μαγγίνας, Πάνος Γαλάνης καί Στάθης Κατσαρός.
Το κατηγορητήριο δημοσιεύθηκε στήν εφημερίδα “Ελληνικά Χρονικά”, η οποία ήταν όργανο τού Μαυροκορδάτου.

Ο Καραϊσκάκης αντιμετώπισε ειρωνικά καί μέ αστειολογία τίς κατηγορίες τού δικαστηρίου.

– “Βρέ ηξεύρομεν Καραϊσκάκη, οπού λέγεις όλο λόγια, μά διατί τά λέγης έτσι;”

– “Τό έχω χούι (συνήθεια) κύριε Πάνο.”

– “Μά γιατί νά τό έχης αυτό τό χούι, ενώ είσαι πενήντα χρόνων;”

-“Άμ δέν ημπορώ νά τό κόψω τώρα, κύρ Πάνο. Καί σύ, κύρ Πάνο, είσαι ογδόντα χρονών, μά τό χούι δέν τ’ αφήνεις νά γαμής.”

Η συμπεριφορά τού υπόδικου χαλάρωσε τήν ένταση καί έφερε πολλούς δικαστές μέ τό μέρος του. Οι περισσότεροι κατάλαβαν ότι ο Βουλπιώτης ενεργούσε ως ψευδομάρτυρας.

Ο Κίτσος Τζαβέλας, σηκώθηκε οργισμένος καί φώναξε:
– “Στρατηγοί, βλέπω ότι αδίκως θέλετε νά βάψωμεν τά χέρια μας εις τό αίμα τού αθώου Καραϊσκάκη μέ τίς ψευδείς εξομολογήσεις τού ψευτοβουλπιώτη. Εγώ δέν είμαι σύμφωνος, καί άν εσείς αποφασίσετε τόν θάνατόν του, τό αθώον αίμα του νά πέση εις τά κεφαλάς τών πρωταιτίων καί εις τά τέκνα των.”

Τελικώς η απόφαση ήταν καταδικαστική γιά τόν Καραϊσκάκη, κηρύσσοντάς τον επίβουλο κατά τής πατρίδος καί ένοχο προδοσίας, αλλά λόγω τής παρουσίας πολλών αρματωμένων οπαδών του έξω από τό δικαστήριο, η ποινή δέν ήταν η θανατική όπως ήλπιζε ο Διευθυντής τής Δυτικής Ελλάδος Μαυροκορδάτος, αλλά εξορία από τίς πόλεις τής Αιτωλοακαρνανίας, αφαίρεση όλων τών στρατιωτικών του αξιωμάτων καί υποχρεωτική παραμονή του στά βουνά τών Αγράφων.

Ο ήρωας διατάχθηκε νά αποχωρήσει αμέσως από τό Αιτωλικό, αφού ήδη πλησίαζε καί ο στρατηγός Ανδρέας Ίσκος από τό Βάλτο, ο οποίος υποστήριζε ανοικτά τόν Καραϊσκάκη.

Δίνουν διορία στον ήρωα να εγκαταλείψει το Αιτωλικό μέσα σε 48 ώρες, παρόλο που τους ζήτησε 5-6 μέρες να ετοιμαστεί γιατί ήταν άρρωστος.

Στίς 3 Απριλίου 1824, ο Καραϊσκάκης μέ 80 στρατιώτες του αναχώρησε από τό Αιτωλικό πάνω σέ φορείο πού τό μετέφεραν τέσσερα παλληκάρια του, διότι υπέφερε από τήν φυματίωση καί δέν μπορούσε νά βαδίσει. Περνώντας από τό διευθυντήριο, όπου ήταν συγκεντρωμένοι οι στρατηγοί μέ τόν “τεσσαρομάτη” τούς είπε:

– “Αδελφοί καπεταναίοι. Άν μέ καταδικάσατε δικαίως, ο Θεός νά μού τό στείλει τό βόλι εις τό κεφάλι ευθύς, αυτού οπού εβγαίνω. Kαί άν αδίκως, νά σάς τό πέμψη εις τό ιδικό σας κεφάλι. Εσύ, ορέ Μαυροκορδάτε, τήν προδοσία μου μέ τήν έγραψες εις τό χαρτί καί εγώ γλήγορα ελπίζω νά σού τήν γράψω εις τό μέτωπο σου, διά νά φαvή ποιός είσαι.”

Το εκπληκτικό με τον Καραϊσκάκη που έφυγε κυνηγημένος μόνο με 80 άντρες, είναι ότι παρόλο που τον κυνηγούσαν και Έλληνες και Τούρκοι, από όπου περνούσε χωρικοί έτρεχαν να μπουν στο στρατιωτικό του σώμα και έτσι έφτασε να διαθέτει 1500 ένοπλους όταν συναντήθηκε με άλλους οπλαρχηγούς στο Καρπενήσι που τον δέχτηκαν σαν συμπολεμιστή τους, μετά από 2 μήνες πορεία κυνηγητό και πορεία με το ξυλοκρέβατο στα άγραφα.
Αυτό που ήλπιζε ο Μαυροκορδάτος, να δει τον Καραϊσκάκη να ζητήσει καταφύγιο στους Τούρκους, όπως είχε αναγκάσει να κάνει έναν άλλο ήρωα μας τον Βαρνακιώτη, δεν το κατάφερε και έτσι ο Καραϊσκάκης συνέχισε τα κατορθώματα του που έσωσαν την Ρούμελη και την Επανάσταση.

Η δίκη τού Καραϊσκάκη έγινε στήν εκκλησία τής Παναγίας στό Αιτωλικό

Πηγή: Ελληνική Επανάσταση του 1821

Συνέχεια ανάγνωσης

Ελληνική Επανάσταση 1821

27 Σεπτεμβρίου του 1831: Δολοφονείται ο Ιωάννης Καποδίστριας! Ο ρόλος του ως στρατιωτικού ηγέτη

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Για πολλούς ο Ιωάννης Καποδίστριας είναι ο κορυφαίος Έλληνας πολιτικός που γνώρισε η νεότερη Ελλάδα, που όμοιος του δεν έχει υπάρξει από τότε.

Ο αντικειμενικός σκοπός του Καποδίστρια ήταν να συνεχίσει τον πόλεμο και να εκδιώξει τα εχθρικά στρατεύματα από την ηπειρωτική Ελλάδα, ώστε τα διαπραγματευόμενα σύνορα του νέου κράτους να φτάνουν μέχρι τη γραμμή Άρτας- κόλπου Βόλου, σύνορα που θεωρούσε ότι μπορούσαν να εξασφαλιστούν στρατιωτικά

Του Σπύρου Μουτάφη

Στις 27 Σεπτεμβρίου του 1831 ο Ιωάννης Καποδίστριας δολοφονήθηκε στο Ναύπλιο από μέλη της οικογένειας του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Για πολλούς ο Ιωάννης Καποδίστριας είναι ο κορυφαίος Έλληνας πολιτικός που γνώρισε η νεότερη Ελλάδα, που όμοιος του δεν έχει υπάρξει από τότε. Ο Καποδίστριας δημιούργησε το ελληνικό κράτος εκ του μηδενός και το έργο του αφορούσε το σύνολο των λειτουργιών του νεότευκτου κράτους. Μια ενδιαφέρουσα πτυχή του κυβερνήτη είναι εκείνη του στρατιωτικού ηγέτη, η οποία συνήθως παραγκωνίζεται από τον ρόλο του ως διπλωμάτη και ως κυβερνήτη. Ποιος ήταν, λοιπόν,ο στρατιωτικός ηγέτης Ιωάννης Καποδίστριας;

Η άφιξη του κυβερνήτη και η κατάσταση που υπήρχε

Τον Ιανουάριο του 1828 όταν ο Καποδίστριας έφτασε στην Ελλάδα, έπειτα από την απόφαση της Γ’ Εθνοσυνέλευσης της Τροιζήνας, η κατάσταση που υπήρχε ήταν αποκαρδιωτική. Η επανάσταση βρισκόταν σε δυσμενή κατάσταση, καθώς η πλειοψηφία των περιοχών που είχαν απελευθερωθεί τα πρώτα έτη της Επανάστασης είχαν περιέλθει στα χέρια του εχθρού ή ήταν έρμαιο του. Η εσωτερική κατάσταση ήταν εξίσου απελπιστική, καθώς η προσπάθεια του εχθρού να καταστρέψει τον ελληνικό πληθυσμό και τους οικονομικούς του πόρους του είχε ως συνέπεια σοβαρότατες απώλειες σε έμψυχο και υλικό δυναμικό1.

Η Υψηλή Πύλη θεωρούσε ότι μπορούσε ακόμα να καταπνίξει την Επανάσταση και ο Σουλτάνος Μαχμούτ Β’ συνέχιζε να κρατά μια άτεγκτη στάση μη αποδεχόμενος καμία λύση, παρά τις πιέσεις των Μεγάλων Δυνάμεων2.Γι ‘αυτό το σκοπό, ο Ιμπραήμ λεηλατούσε ανηλεώς την Πελοπόννησο, παράλληλα οι Οθωμανοί είχαν ισχυρά ερείσματα στην Στερεά3.

Η οργάνωση του στρατού από τον Καποδίστρια

Ο αντικειμενικός σκοπός του Καποδίστρια ήταν να συνεχίσει τον πόλεμο και να εκδιώξει τα εχθρικά στρατεύματα από την ηπειρωτική Ελλάδα, ώστε τα διαπραγματευόμενα σύνορα του νέου κράτους να φτάνουν μέχρι τη γραμμή Άρτας- κόλπου Βόλου, σύνορα που θεωρούσε ότι μπορούσαν να εξασφαλιστούν στρατιωτικά4.

Για να το πετύχει αυτό ο Καποδίστριας ανέλαβε ο ίδιος την διοίκηση του στρατού και του στόλου, διόρισε σε μείζονες θέσεις ικανά άτομα που διέθεταν την αποδοχή των υπολοίπων και αντικατέστησε τις παλιές φρουρές με νέα πειθαρχημένα τμήματα5. Έτσι, η Επανάσταση έλαβε νέα δυναμική και αναζωπυρώθηκε. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι την γενική διεύθυνση του πολέμου την ανέλαβε ο ίδιος ο Καποδίστριας6.

Ο Καποδίστριας προχώρησε στην οργάνωση των άτακτων σωμάτων του στρατού ,στην δημιουργία τακτικού στρατού και στην οργάνωση του στόλου, διορίζοντας σε υψηλές ηγετικές θέσεις του στρατού τον Κολοκοτρώνη, τον Δημήτριο Υψηλάντη και τον στρατηγό Τσώρτς, συγχρόνως υψηλές θέσεις στον στόλο ανέλαβαν ο Μιαούλης, ο Σαχτούρης, ο Σαχίνης και ο πλοίαρχος ‘Αστιγξ7. Σε ότι αφορά την οργάνωση τακτικού στρατού Γάλλοι αξιωματικοί ανέλαβαν τον σημαντικό ρόλο να αποτελέσουν τον πυρήνα του τακτικού στρατού8.

Κάτι εξίσου σημαντικό με την αναδιοργάνωση του στρατού ήταν η δημιουργία της σχολής Ευελπίδων9και η ίδρυση στρατιωτικού νοσοκομείου στο Ναύπλιο το καλοκαίρι του 182810.

Το εσωτερικό μέτωπο

Πέρα από τον πόλεμο με τους Οθωμανούς και τους Αιγύπτιους ο κυβερνήτης έπρεπε να αντιμετωπίσει και την πειρατεία στο εσωτερικό, καθώς οι πειρατές λυμαίνονταν εμπορικά πλοία στο Αιγαίο τόσο ελληνικά όσο και Ευρωπαϊκά και πέρα από τις απτές συνέπειες που είχαν στην οικονομία και στην εσωτερική ασφάλεια αμαύρωναν την εικόνα της Ελλάδας στο εξωτερικό και δημιουργούσαν την εκνευρισμό στις Μεγάλες Δυνάμεις.

Η πρώτη αποστολή που ανατέθηκε στον αναδιοργανωμένο ελληνικό στόλο ήταν η πάταξη της πειρατείας στις Βόρειες Σποράδες και τη Γραμβούσα της Κρήτης, όπου οι πειρατές είχαν τις βάσεις τους11.Επικεφαλής της επιχείρησης ορίστηκε ο μπαρουτοκαπνισμένος και ικανότατος Μιαούλης, ο οποίος έφερε εις πέρας την αποστολή που του ανατέθηκε12και εξασφάλισε την ασφαλή διέλευση των πλοίων στο Αιγαίο. Ωστόσο, η εξάλειψη της πειρατείας αποδείχθηκε θνησιγενής επιτυχία καθώς έπειτα από λίγα έτη οι πειρατές επέστρεψαν στα νερά του Αιγαίου και μάλιστα μετά την δολοφονία του κυβερνήτη, υπήρξε έντονη δραστηριότητα των πειρατών, γεγονός που εν μέρει οφειλόταν στις οικονομικές και κοινωνικές παθογένειες του νεοπαγούς κράτος13.

Ευκολότερο ήταν το έργο της εξάλειψης της ληστείας της υπαίθρου, η οποία αντιμετωπίστηκε χάρι στην αναδιοργάνωση του στρατού και συγκεκριμένα των άτακτων στρατευμάτων14. Προς επίρρωση της εσωτερικής ασφάλειας ίδρυσε την Πολιταρχία, την πρώτη Ελληνική Αστυνομία στο Ναύπλιο, η οποία είχε διευρυμένα καθήκοντα και καταπολέμησε τις ασυδοσίες των στρατιωτών εις βάρος του τοπικού πληθυσμού15.

Η στρατιωτική στρατηγική του Καποδίστρια

Κατά την άφιξη του κυβερνήτη η ελεύθερη Ελλάδα αποτελούταν από το Ναύπλιο, μερικές πόλεις της Ανατολικής Πελοποννήσου, τη Μάνη, την περιοχή του Ισθμού μέχρι την Ελευσίνα, μια μικρή έκταση στην Δυτική Στερεά και τα νησιά του Αργοσαρωνικού16.

Ως αντικειμενικό σκοπό ο Καποδίστριας καθόρισε την απελευθέρωση της Στερεάς, διότι γνώριζε ότι η Πελοπόννησος θα ήταν ο πυρήνας του νέου κράτους, οι Μεγάλες Δυνάμεις και συγκεκριμένα η Αγγλία δεν υποστήριζαν τη θέση η Ελλάδα να συμπεριλαμβάνει και τη Στερεά, έτσι ο σκοπός του ήταν να φέρει αντιμέτωπες τις Μεγάλες Δυνάμεις με τετελεσμένα γεγονότα17. Στο διπλωματικό μέτωπο, ως δεινός διπλωμάτης που ήταν άρχισε τις διαπραγματεύσεις για τα σύνορα ζητώντας όσα περισσότερα μπορούσε μεταξύ αυτών την Κρήτη, την Ήπειρο, την Θεσσαλία, την Μακεδονία, την Σάμο και την Χίο18, παρόλο που γνώριζε τη δυσφορία των Μεγάλων Δυνάμεων με το να έχει η Ελλάδα τόσο διευρυμένα σύνορα.

Σε επιχειρησιακό επίπεδο ο στόλος ανέλαβε την κατάληψη της Χίου και τον ναυτικό αποκλεισμό αποκλεισμό της Κρήτης και τα παραλία της Πελοποννήσου ώστε να πλήξουν τον ανεφοδιασμό και γενικά την επιμελητεία του στρατού του Ιμπραήμ19.

Η τακτική του Καποδίστρια δεν ήταν η κατά μέτωπο επίθεση του εχθρού εναντίον του κέντρου βάρους του με σκοπό την εκμηδένιση του αλλά η έμμεση προσέγγιση. Αυτό αφορά την αποκοπή των γραμμών εφοδιασμού του εχθρού, την κατάληψη ασφαλών θέσεων και την επίθεση σε μεμονωμένα τμήματα του αντιπάλου20.

Μια μεταβολή που έγειρε την πλάστιγγα υπέρ της ελληνικής πλευράς ήταν η αλλαγή της συμπεριφοράς του στρατού απέναντι στους εχθρούς, δηλαδή η πολιτισμένη και όχι η απάνθρωπη συμπεριφορά έναντι των αιχμαλώτων και των αμάχων και η τήρηση των συμφωνηθέντων ανάμεσα στους αντιμαχόμενους. Γεγονός που μεσοπρόθεσμα οδηγούσε τους αντίπαλους στρατούς να συνθηκολογούν πιο εύκολα και να παραδίδουν φρούρια, κάτι που ανύψωσε το κύρος της Ελλάδας και εξοικονομούσε δυνάμεις για άλλα μέτωπα21.

Με την έναρξη του πολέμου της Ανδριανουπόλεως (1828-1829) τον Απρίλιο του 1828 ανάμεσα στη Ρωσία και την Οθωμανούς ο Καποδίστριας αξιοποίησε αυτό το γεγονός πείθοντας του Γάλλους να στείλουν στρατό στην Ελλάδα για να εξισορροπήσουν τη ρωσική επιρροή στο ελληνικό ζήτημα22. Η Γαλλία ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση του Καποδίστρια και έστειλε στρατό στην Πελοπόννησο υπό τον στρατηγό Μαιζών με αντικειμενικό σκοπό την εκδίωξη του αιγυπτιακού στρατού από τον Μοριά, η Γαλλία με αυτή την εμπλοκή της θα ανέστηνε το πληγωμένο της κύρος μετά την ήττα της το 1814-1815 και θα επανερχόταν στο προσκήνιο ως η μεγάλη δύναμη της Μεσογείου23.Ο Καποδίστριας πέτυχε τον στόχο του και ο Ιμπραήμ αποχώρησε από την Πελοπόννησο τον Αύγουστο του 1828, μη έχοντας πετύχει τον αντικειμενικό του σκοπό που δεν ήταν άλλος από την κατάπνιξη της Επανάστασης στον Μοριά, ενώ δέκα μήνες αργότερα οι Γάλλοι με τη σειρά τους αποχώρησαν από την Ελλάδα24.

Στο μέτωπο της Στερεάς ο ελληνικός στόλος απέκλεισε τον Αμβρακικό και ο κυβερνήτης συντόνισε τις ενέργειες του στρατού προς κατάληψη των φρουρίων της Ναυπάκτου, του Ρίου και της μαρτυρικής πόλης του Μεσολογγίου. Όσο ο στρατός έδινε μάχες στο πολεμικό πεδίο, ο κυβερνήτης έδινε τις δικές του στο διπλωματικό και μια από αυτές ήταν η άρνηση να διατάξει την αποχώρηση του στρατού από την Στερεά καθ’ υπόδειξη των Άγγλων, αρνούμενος ο Καποδίστριας βρήκε ως συμπαραστάτη τη Γαλλία25. Με την αποχώρηση του Ιμπραήμ από την Πελοπόννησο αποδέσμευσε δυνάμεις από τον Μοριά και τις μετέφερε στο μέτωπο της Στερεάς με αντικειμενικό σκοπό την απελευθέρωση και του υπόλοιπου τμήματος της. Η πλήρης κατάληψη της Στερεάς ολοκληρώθηκε τον Σεπτέμβριο του 1829 με την μάχη της Πέτρας26.

Οι παραπάνω επιτυχίες αναδεικνύουν μια αγνοημένη πτυχή της πληθωρικής προσωπικότητας του κυβερνήτη, εκείνη του στρατιωτικού ηγέτη, ο οποίος ανέτρεψε τα δεδομένα και χάρη στην υψηλή στρατηγική του δημιούργησε τετελεσμένα σε πολεμικό επίπεδο και συνέβαλε τα μάλα, όχι μόνο στην ολοκλήρωση της επανάστασης αλλά κυρίως στην αναζωπύρωση της εναντίον δύο ισχυρών αντιπάλων. Με άλλα λόγια ο συντελέστης που αντέστρεψε τα δεδομένα ήταν η ανάληψη από τον Καποδίστρια της διακυβέρνησης της χώρας και κυρίως η ανάληψη της ηγεσίας της Επαναστάσεως27.

Ο Καποδίστριας ωστόσο δεν επέζησε προκειμένου να δει του κόπους τους δικούς του να ευοδώνονται ,διότι όταν καθορίστηκαν τα σύνορα της Ελλάδας το 1832, τα οποία ταυτίζονταν με εκείνα που είχε θέσει ως στόχο, ήταν ήδη δολοφονημένος.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

  • Αντιπλοίαρχος Πρωτονοτάριος Δημ.ΠΝ, «Ιωάννης Καποδίστριας. Προσωπικότητα Διεθνούς κύρους Κυβερνήτης της Νεώτερης Ελλάδας. Σκιαγράφηση και σχολιασμός πτυχών της δραστηριότητας του σε σχέση με το ευρωπαϊκό/πολιτικό σκηνικό της εποχής εκείνης», στο pn_1821/Ιωάννης%20Καποδίστριας.%20Προοσωπικότητα%20διεθνούς%20κύρους.pdf
  • Δεσποτόπουλος Αλέξανδρος, «ΝΕΑ ΙΣΧΥΡΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΕΩΣ ΚΑΙ ΑΙΣΙΑ ΕΚΒΑΣΗ ΤΗΣ 1828-1830», στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Τόμος 29, Μέρος Γ’σσ.66-124, Εκδοτική Αθηνών, 2021( ειδική έκδοση με την εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ).
  • Διβάνη Λένα, Η ΕΔΑΦΙΚΗ ΟΛΟΚΗΡΩΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ (1830-1947),Αθήνα, Εκδόσεις Καστανιώτη,2000.
  • Gallant W. Thomas , Νεότερη Ελλάδα: Από τον Πόλεμο της Ανεξαρτησίας μέχρι τις μέρες μας, Αθήνα, Πεδίο,2017.
  • Κωνσταντάρας Κωνσταντίνος, ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ: ο ηγέτης, ο κυβερνήτης, ο διπλωμάτης, ο άνθρωπος, Αθήνα, Ήλεκτρον, 2017( ειδική έκδοση για την εφημερίδα ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ).

1Αντιπλοίαρχος Δημ Πρωτονοτάριος ΠΝ, «Ιωάννης Καποδίστριας. Προσωπικότητα Διεθνούς κύρους Κυβερνήτης της Νεώτερης Ελλάδας. Σκιαγράφηση και σχολιασμός πτυχών της δραστηριότητας του σε σχέση με το ευρωπαϊκό/πολιτικό σκηνικό της εποχής εκείνης» ,στο pn_1821/Ιωάννης%20Καποδίστριας.%20Προοσωπικότητα%20διεθνούς%20κύρους.pdf ,σ.176.

2 Thomas W. Gallant, Νεότερη Ελλάδα: Από τον Πόλεμο της Ανεξαρτησίας μέχρι τις μέρες μας, Αθήνα, Πεδίο,2017, σ.103.

3 Κωνσταντίνος Κωνσταντάρας, ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ: ο ηγέτης, ο κυβερνήτης, ο διπλωμάτης, ο άνθρωπος, Αθήνα, Ήλεκτρον, 2017( ειδική έκδοση για την εφημερίδα ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ), σ.51.

4 Αλέξανδρος Δεσποτόπουλος, «ΝΕΑ ΙΣΧΥΡΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΕΩΣ ΚΑΙ ΑΙΣΙΑ ΕΚΒΑΣΗ ΤΗΣ 1828-1830», στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Τόμος 29, Μέρος Γ’, Εκδοτική Αθηνών, 2021( ειδική έκδοση με την εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ), σ,75.

5 Πρωτονοτάριος, «Καποδίστριας»,σ.177.

6 Δεσποτόπουλος, «ΙΣΧΥΡΟΠΟΙΗΣΗ»,σ,75.

7 Κωνσταντάρας, Καποδίστριας, σ,54-55.

8 Gallant, Ελλάδα, σ.104.

9 Κωνσταντάρας, Καποδίστριας, σ.56

10 Ό,π.,.π,σ.133.

11 Δεσποτόπουλος, «ΙΣΧΥΡΟΠΟΙΗΣΗ», σ.77.

12 Ό,π.

13 Κωνσταντάρας, Καποδίστριας,σ,115-117.

14 Δεσποτόπουλος, «ΙΣΧΥΡΟΠΟΙΗΣΗ»,Δσ.77-78.

15 Κωνσταντάρας, Καποδίστριας, σ,107.

16 Ό,π.,σ.53.

17 Δεσποτόπουλος, «ΙΣΧΥΡΟΠΟΙΗΣΗ», σ.90.

18 Λένα Διβάνη, Η ΕΔΑΦΙΚΗ ΟΛΟΚΗΡΩΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ (1830-1947),Αθήνα, Εκδόσεις Καστανιώτη,2000,σ.106.

19 Πρωτονοτάριος, «Καποδίστριας»,σ,176-177.

20 Κωνσταντάρας, Καποδίστριας, σ,54.

21 Δεσποτόπουλος, «ΙΣΧΥΡΟΠΟΙΗΣΗ»,σ,91.

22 Πρωτονοτάριος, «Καποδίστριας», σ,178.

23 Διβάνη, ολοκλήρωση, σ,104.

24 Πρωτονοτάριος, «Καποδίστριας», σ,178.

25 Διβάνη, Ολοκλήρωση, σ,108-109.

26 Πρωτονοτάριος, «Καποδίστριας», σ,178.

27 Δεσποτόπουλος, «ΙΣΧΥΡΟΠΟΙΗΣΗ», σ,66.

Συνέχεια ανάγνωσης

Ελληνική Επανάσταση 1821

23 Σεπτεμβρίου 1821: Η Άλωση της Τριπολιτσάς – Γεια και χαρά σας Μωραΐτες αδελφοί, τη λευτεριά η Ελλάδα μας χρωστά στη λεβεντιά σας

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Η θεμελίωση της Ελληνικής Επανάστασης στον Μοριά.

Του Σπύρου Μουτάφη

Στις 23 Σεπτεμβρίου 1821 η Επανάσταση θα γνωρίσει την μεγαλύτερη έως τότε νίκη της με την άλωση της οθωμανικής πρωτεύουσας του Μοριά και θα θέσει τις βάσεις της πάνω στις οποίες θα πορευτεί στην συνέχεια.

Η Τριπολιτσά κατά την Οθωμανική περίοδο

Η στρατηγική θέση της Τριπολιτσάς

Η πόλη αποτελούσε το μείζον διοικητικό και στρατιωτικό κέντρο όλης της Πελοποννήσου, καθώς εκεί είχε την έδρα του ο στρατιωτικός διοικητής1,ενώ ακόμα ήταν σημαντικό εμπορικό κέντρο σε οχυρή θέση, το οποίο προστατευόταν από τείχος2. Όποιος κατείχε την πόλη μπορούσε να προβάλει ισχύ σε ολόκληρη την περιφέρεια καθώς βρισκόταν στο κέντρο της χερσονήσου3.

Οι πλειοψηφία των κατοίκων ήταν Μουσουλμάνοι, με τους Χριστιανούς να τους ακολουθούν, ενώ στην πόλη είχε αναπτυχθεί μια εβραϊκή κοινότητα και τις προηγούμενες δεκαετίες είχε φτάσει στην πόλη μικρός αριθμός Αλβανών4. Από την στιγμή που ξέσπασε ο αγώνας οι Χριστιανοί άρχισαν να αποχωρούν από την πόλη, ενώ αντίστροφη πορεία είχαν οι Μουσουλμάνοι, οι οποίοι ήθελαν να εξασφαλίσουν την ασφάλεια τους μέσα στα τείχη της πόλης. Ο αριθμός των κατοίκων μετά από αυτές τις ανακατατάξεις βρισκόταν περίπου στις τριάντα πέντε χιλιάδες με μέγιστο αριθμό αυτό των σαράντα χιλιάδων5.

Τις παραμονές της Επανάστασης ο Οθωμανός διοικητής, θορυβούμενος από πληροφορίες για επικείμενη εξέγερση κάλεσε τους προκρίτους και επισκόπους στην πόλη, με πρόφαση μια σύσκεψη, ωστόσο όσοι πήγαν φυλακίστηκαν και κρατήθηκαν ως όμηροι.6

Πόλεμος της Τριπολιτζάς και των πέριξ αυτής χωρίων | Πίνακας του Παναγιώτη Ζωγράφου

Η στρατηγική του Κολοκοτρώνη

Ο Κολοκοτρώνης είχε συνειδητοποιήσει ότι για να απελευθερωθεί η Πελοπόννησος έπρεπε να χτυπήσουν εκεί που βρισκόταν το κέντρο ισχύος του αντιπάλου και μέσω αυτού του αποφασιστικού πλήγματος θα παρέλυε ολόκληρη η οθωμανική διοίκηση της χερσονήσου.

Ωστόσο, οι υπόλοιποι οπλαρχηγοί πρέσβευαν την ιδέα ότι έπρεπε να πολιορκούν ταυτόχρονα τα τοπικά κάστρα, όμως η στρατηγική του Κολοκοτρώνη επικράτησε και τον Απρίλιο άρχισε ο σταδιακός αποκλεισμός της πόλης, με τη δημιουργία στρατοπέδων γύρω από την Τριπολιτσά, με τυπικό αρχιστράτηγο τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, ο οποίος ακολούθησε πιστά την σκέψη του Κολοκοτρώνη7.

Οι επαναστάτες άρχισαν να στρατολογούν άνδρες από τις γύρω περιοχές, με σκοπό την δημιουργία στρατιωτικών σωμάτων, στα οποία τον ρόλο των αξιωματικών θα είχαν οι Μανιάτες8. Απείχαν πάρα πολύ οι επαναστάτες από το να έχουν ένα συγκροτημένο στρατό και ιεραρχημένο, επίσης, ένα ακόμα μειονέκτημα ήταν ότι δεν είχαν και τα μέσα για εκπορθούν οχυρωμένες θέσεις9.

Οι Έλληνες διέκοψαν την υδροδότηση της πόλης, αν και στην πόλη υπήρχαν πηγάδια, όμως με την πάροδο του χρόνου η κατάσταση μέσα στη πόλη χειροτέρευε, ενώ δεν έλειψαν και οι επιδημίες .

Ο Χουρσίτ Πασάς, ο διοικητής της Πελοποννήσου, οποίος είχε εκστρατεύσει κατά του Αλή Πασά, έστειλε τον πιστό του αξιωματικό Μουσταφάμπεη με δύναμη 3.500 Αλβανών προς ενίσχυση της πόλης, ο οποίος εισήλθε στην πόλη10.

Μάχες έξω από την πόλη

Οι Οθωμανοί προσπάθησαν να σπάσουν τον αποκλεισμό από τις ελληνικές δυνάμεις, όμως οι προσπάθειες τους αποκρούστηκαν στο Βαλτέτσι( 12 Μαΐου) και στο χωριό Δολιανά(18 Μαΐου). Στο Βαλτέτσι ο Κολοκοτρώνης κέρδισε το προσωνύμιο «Γέρος του Μοριά» και ο Νικηταράς στο χωριό Δολιανά το προσωνύμιο «Τουρκοφάγος»11. Η νίκη στο Βαλτέτσι ανέβασε το ηθικό των Ελλήνων και επιβεβαίωσε τις δυνατότητες τους στη μάχη, όταν όμως το ζητούμενο ήταν η απόκρουση της επίθεσης του αντιπάλου. Στις δύο μάχες το σκηνικό ήταν πανομοιότυπο, οι Έλληνες δημιουργούσαν κλειστά ταμπούρια και από εκεί μάχονταν12.

Τον Ιούνιο, έπειτα από αυτές τις επιτυχίες ο κλοιός άρχισε να σφίγγει γύρω από την πόλη με τους Έλληνες να προωθούν τις θέσεις τους πιο κοντά στην πόλη, ενώ ο αριθμός των Ελλήνων άρχιζε να αυξάνεται μετά τις επιτυχίες στις μάχες13.

Ο Δημήτριος Υψηλάντης έφτασε τις πρώτες ημέρες του Ιουλίου στο στρατόπεδο των Ελλήνων και αυτό εμψύχωσε τους Έλληνες. Ο Υψηλάντης με επιστολή του ζήτησε την παράδοση της πόλης χωρίς να λάβει απάντηση14.

Μια άλλη μάχη που διεξαγόταν ανάμεσα στις αντιμαχόμενες πλευρές ήταν εκείνης της σοδειάς, με τους Οθωμανούς να βγαίνουν από την πόλη για να θερίσουν και αυτό οδηγούσε σε αψιμαχίες σε καθημερινή βάση15.Αυτή η μάχη είχε λάβει την μορφή πολέμου φθοράς, με απώλειες και για τις δύο πλευρές16.

Οι Οθωμανοί διεξήγαγαν μια επιχείρηση έξω από την ασφάλεια των τειχών, με σκοπό να ανεφοδιαστούν. Ο Γέρος του Μοριά είχε μεριμνήσει και είχε την ιδέα να φτιάξουν μια γράνα (τάφρο) έξω από την πόλη προς αντιμετώπιση του αντίπαλου ιππικού. Κατά την επιστροφή τους από τον ανεφοδιασμό στις 10 Αυγούστου οι Οθωμανοί υπέστησαν βαριά ήττα, η οποία θα ήταν ακόμα μεγαλύτερη αν οι Έλληνες δεν καταπιάνονταν με την λαφυραγωγία17.Χάρι σε αυτή τη σύλληψη του Κολοκοτρώνη η μάχη ονομάστηκε «μάχη της Γράνας»18. Η επιτυχία της μάχης έφερε τους Έλληνες στη πεδιάδα μπροστά από τα τείχη, στην οποία είχαν δημιουργήσει οχυρώσεις, ταμπούρια και χαρακώματα μέσα στα οποία μάχονταν με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση19.

Η μεταφορά των Ελλήνων έξω από τα τείχη της πόλης, έπληξε περαιτέρω τους πολιορκούμενους με τους πρόσφυγες και τους φτωχούς να υποφέρουν περισσότερο από όλους και σαν να μην έφτανε αυτό μέσα στην πόλη έκανε την εμφάνιση του και ο τύφος20. Στο τέλος του Αυγούστου οι Οθωμανοί υπέστησαν δεινή ήττα στα Βασιλικά στη Φθιώτιδα και με σοβαρές απώλειες. Αυτό το οθωμανικό στράτευμα προοριζόταν για την Τρίπολη με σκοπό να λύσει την πολιορκία, ωστόσο οι οπλαρχηγοί της Στερεάς στέρησαν την τελευταία ελπίδα των Οθωμανών της Τριπολιτσάς21.

Διαπραγματεύσεις και συμφωνία με Αλβανούς

Οι διαπραγματεύσεις ανάμεσα στις δύο πλευρές για λύση της πολιορκίας και παράδοση της πόλης ναυάγησαν,22οδηγώντας πολλούς Μουσουλμάνους να διαπραγματευθούν την σωτηρία τους μόνοι τους , κάτι που ήταν συχνό φαινόμενο καθ’ όλη τη διάρκεια της πολιορκίας.

Οι Αλβανοί της πόλης ήρθαν σε συνεννόηση με τον ίδιο τον Κολοκοτρώνη με ζητούμενο να αποχωρήσουν αλώβητοι και πέτυχαν την συμφωνία. Οι Αλβανοί θα αποχωρούσαν από την πόλη ενώ ο ίδιος ο Γέρος του Μοριά εγγυήθηκε για αυτό δίνοντας και ως ενέχυρο τον ανιψιό του23. Σημαντικότερο όμως, ίσως ήταν ,ότι έδωσε τον λόγο της τιμής του( έδωσε μπέσα) για να αποχωρήσουν και να πάνε να πολεμήσουν στο πλευρό του Αλή Πασά24. Ενδιαφέρον γεγονός είναι ότι όπως ο Κολοκοτρώνης τίμησε τον λόγο του έτσι και οι Τουρκαλβανοί ως ανταπόδοση έναν χρόνο περίπου αργότερα αποχώρησαν από τον στρατό του Δράμαλη όταν εκείνος έφτασε στην περιοχή του Ισθμού καθώς είχαν δώσει και εκείνη τον λόγο τους ότι δεν θα ξανά πολεμήσουν στην Πελοπόννησο25.Έτσι η πόλη έχασε το πλέον αξιόμαχο μέρος του πληθυσμού της και οι Έλληνες ήταν έτοιμοι να ορμήσουν μέσα στην πόλη.

Η άλωση

Στις 23 Σεπτεμβρίου η πόλη αλώθηκε, καθιστώντας αυτό το γεγονός τη μεγαλύτερη στρατιωτική επιτυχία έως τότε26.Η αντίσταση μέσα στην πόλη ήταν πενιχρή ενώ οι Έλληνες δεν έδειξαν για κανέναν έλεος, στιγματίζονταν αυτή τη σημαντική επιτυχία της Επανάστασης. Παρόλο τις οδηγίες του Υψηλάντη οι Έλληνες κατέσφαξαν τον πληθυσμό της πόλης27, ενώ τα λάφυρα δεν συγκεντρώθηκαν με σκοπό να χρησιμοποιηθούν προκειμένου να δημιουργηθεί μια κεντρική διοίκηση αλλά στην πόλη οι ένοπλοι Έλληνες προχώρησαν σε πλιάτσικο. Από τη σφαγή δεν γλίτωσαν ούτε οι Εβραίοι της πόλης.

Η πόλη μετά την άλωση της έγινε η έδρα του ελεύθερου εδάφους και δημιούργησε τα θεμέλια πάνω στα οποία μπορούσε να θεμελιωθεί το νέο κράτος28.

Πηγές:

  • Μαργαρίτης Γιώργος, Ενάντια σε φρούρια και τείχη: Μια μικρή εισαγωγή για την Ελληνική Επανάσταση, Αθήνα, Διόπτρα, 2020.
  • Μιχαηλίδης Δ. Ιάκωβος , Θεόδωρος Κολοκοτρώνης: Ο στρατιωτικός ηγέτης της Ελληνικής Επανάστασης, Αθήνα, Μεταίχιο,2020.
  • Χαζηαναστασίου Τάσος – Κασιμάτη Μαρία, Πολεμώντας το’ 21: Οι σημαντικότερες συγκρούσεις του Αγώνα της Ανεξαρτησίας στη στεριά και στη θάλασσα μέσα από τις πηγές, Αθήνα, Εναλλακτικές εκδόσεις,2020.
  • https://www.protothema.gr/stories/article/823454/23-septemvriou-1821-i-alosi-tis-tripolitsas/
  • https://www.mixanitouxronou.gr/i-sygklonistiki-perigrafi-tis-alosis-tis-tripolitsas-pos-o-kolokotronis-poliorkise-to-propyrgio-ton-othomanon/

1https://www.mixanitouxronou.gr/i-sygklonistiki-perigrafi-tis-alosis-tis-tripolitsas-pos-o-kolokotronis-poliorkise-to-propyrgio-ton-othomanon/

2Τάσος Χαζηαναστασίου-Μαρία Κασιμάτη, Πολεμώντας το 21: Οι σημαντικότερες συγκρούσεις του Αγώνα της Ανεξαρτησίας στη στεριά και στη θάλασσα μέσα από τις πηγές, Αθήνα, Εναλλακτικές εκδόσεις,2020, σ.73.

3 Γιώργος Μαργαρίτης, Ενάντια σε φρούρια και τείχη: Μια μικρή εισαγωγή για την Ελληνική Επανάσταση, Αθήνα, Διόπτρα, 2020,σ. 231.

4 Χατζηαναστασίου- Κασιμάτη, Πολεμώντας το ‘21,σ.73.

5Ο,π., σ.74

6 Χατζηαναστασίου- Κασιμάτη, Πολεμώντας το ‘21,σ.73

7https://www.mixanitouxronou.gr/i-sygklonistiki-perigrafi-tis-alosis-tis-tripolitsas-pos-o-kolokotronis-poliorkise-to-propyrgio-ton-othomanon/

8 Μαργαρίτης, ενάντια,σ.236.

9 Χατζηαναστασίου- Κασιμάτη, Πολεμώντας,σ.74.

10 https://www.protothema.gr/stories/article/823454/23-septemvriou-1821-i-alosi-tis-tripolitsas/

11 https://www.mixanitouxronou.gr/i-sygklonistiki-perigrafi-tis-alosis-tis-tripolitsas-pos-o-kolokotronis-poliorkise-to-propyrgio-ton-othomanon/

12 Μαργαρίτης, ενάντια, σ. 264.

13 Ό,π

14 Χατζηαναστασίου-Κασιμάτη, Πολεμώντας,σ.81.

15 Χατζηαναστασίου-Κασιμάτη, Πολεμώντας,σ.81.

16 Μαργαρίτης, ενάντια,σ.273.

17 https://www.protothema.gr/stories/article/823454/23-septemvriou-1821-i-alosi-tis-tripolitsas/

18 https://www.mixanitouxronou.gr/i-sygklonistiki-perigrafi-tis-alosis-tis-tripolitsas-pos-o-kolokotronis-poliorkise-to-propyrgio-ton-othomanon/

19Μαργαρίτης, ενάντια,σ.274.

20 Ο.π,σ,276.

21 Χατζηαναστασίου-Κασιμάτη, Πολεμώντας, σ,91.

22 https://www.protothema.gr/stories/article/823454/23-septemvriou-1821-i-alosi-tis-tripolitsas/

23 Ιάκωβος Δ. Μιχαηλίδης, Θεόδωρος Κολοκοτρώνης: Ο στρατιωτικός ηγέτης της Ελληνικής Επανάστασης, Αθήνα, Μεταίχμιο,2020,σ.57.

24 Χατζηαναστασίου- Κασιμάτη, Πολεμώντας, σ,93.

25 https://www.mixanitouxronou.gr/i-sygklonistiki-perigrafi-tis-alosis-tis-tripolitsas-pos-o-kolokotronis-poliorkise-to-propyrgio-ton-othomanon/

26 Μιχαηλίδης, Κολοκοτρώνης,σ,58.

27 Ο.π.

28 Μαργαρίτης, ενάντια, σ,317.

Συνέχεια ανάγνωσης

Ελληνική Επανάσταση 1821

23 Απριλίου 1821: Η μάχη της Αλαμάνας και ο ηρωικός θάνατος του Αθανασίου Διάκου

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

του Χρόνη Βάρσου

Φιλολόγου-Ιστορικού Ερευνητή

      Το 1821 ξεκίνησε με τους καλύτερους οιωνούς για τους Έλληνες στο πολεμικό πεδίο, λόγω της αποστασίας του φιλόδοξου και πολύ ισχυρού Αλή πασά των Ιωαννίνων (1788-1822) εναντίον του σουλτάνου Μαχμούτ Β’ (1808-1839) ήδη από τον Μάιο του 1820. Η ανταρσία αντιμετωπίστηκε άμεσα και από το καλοκαίρι του 1820 πολυάριθμος οθωμανικός στρατός είχε σταλεί υπό τον αρχισερασκέρη Ισμαήλ Πασόμπεη στην Ήπειρο για να υποτάξει τον απείθαρχο Αλβανό πασά. Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα καταλήφθηκε ουσιαστικά όλο το κράτος του Αλή, από το Μεσολόγγι μέχρι το Δυρράχιο ενώ τουλάχιστον 18.000 άνδρες του, υπό τον Ομέρ Βρυώνη, αυτομόλησαν στους σουλτανικούς και ο ίδιος πολιορκούνταν από το φθινόπωρο στο κάστρο των Ιωαννίνων. Παράλληλα οι Σουλιώτες υπό τον Μάρκο Μπότσαρη είχαν ανακαταλάβει από τον Δεκέμβριο του 1820 το Σούλι μετά από 17 χρόνια εξορίας στην Κέρκυρα και διεξήγαγαν επιτυχημένο πόλεμο με τους σουλτανικούς, «συμμαχώντας» εικονικά με τον πρώην αδυσώπητο εχθρό τους, Αλή πασά. 

 

Οι συνθήκες έγιναν ακόμη ευνοϊκότερες για την επιτυχία της ελληνικής επανάστασης, όταν τον Ιανουάριο του 1821 κλήθηκε να ηγηθεί του σουλτανικού στρατού στα Γιάννενα ο Χουρσίτ Αχμέτ πασάς, εμπειρότατος και ικανότατος διοικητής, που μόλις τον Νοέμβριο του 1820 είχε αναλάβει τη διοίκηση της Πελοποννήσου ως Μόρα-βαλεσή. Ο Χουρσίτ, πρώην μεγάλος βεζίρης και νικητής των Σέρβων επαναστατών την περίοδο 1809-1813, θεωρούνταν η καλύτερη επιλογή και τον Μάρτιο αντικατέστησε τον αποτυχημένο Πασόμπεη. Η τουρκική δύναμη στην Πελοπόννησο αποδυναμωνόταν έτσι αισθητά τόσο σε άντρες όσο και από τη φυσική της ηγεσία, μένοντας με τη λανθασμένη εντύπωση ότι οι πληροφορίες για τον ξεσηκωμό των ραγιάδων ήταν απλά φήμες του ραδιούργου Αλή.

 Η έναρξη της επανάστασης στην ανατολική Στερεά

 Στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες της Μολδαβίας και Βλαχίας ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, ήδη από τις 22 Φεβρουαρίου, σημείωνε επιτυχίες ενώ στις 25 Μαρτίου είχε φτάσει έξω από το Βουκουρέστι. Στα νησιά η επανάσταση μέσα στο Μάρτιο είχε φουντώσει και ο ελληνικός στόλος κυριαρχούσε πλήρως στη θάλασσα. Στην Πελοπόννησο από τα τέλη Μαρτίου τα κυριότερο κάστρα πολιορκούνταν από τους επαναστάτες, ενώ το κέντρο της οθωμανικής διοίκησης, η Τρίπολη, βρισκόταν, αρχές Απριλίου, αποκλεισμένη όλο και πιο στενά από τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, με την εκεί τουρκική φρουρά να περιμένει απελπισμένα βοήθεια από τον Χουρσίτ στα Γιάννενα.

Οι αποφάσεις για την επανάσταση στη Στερεά πάρθηκαν στις 30 Ιανουαρίου 1821 στη σύσκεψη των αρματολών της Ρούμελης στο νησί της Λευκάδας. Εκεί αποφασίστηκε η επανάσταση να ξεκινήσει στις 25 Μαρτίου και ορίστηκαν υπεύθυνοι για τη δυτική Στερεά, οι Τσόγκας, Βαρνακιώτης και Καραϊσκάκης, ενώ για την ανατολική Στερεά, οι Ανδρούτσος και Πανουργιάς, που από τα τέλη του 1820 είχαν δραπετεύσει από τα Γιάννενα για τη Ρούμελη. Παράλληλα στις 12 Μαρτίου σε συνέλευση στην  Ι.Μ του Οσίου Λουκά Βοιωτίας, παρουσία του επισκόπου Σαλώνων Ησαΐα (1778-1821) και του αρματολού της Λιβαδειάς, Αθανασίου Διάκου (1788-1821), συμφωνήθηκε η συμμετοχή στην επανάσταση. Έτσι στην ανατολική Στερεά (αντίθετα με τη δυτική όπου δεν είχε σημειωθεί ακόμη καμία επαναστατική κίνηση) οι τουρκικές φρουρές εκκαθαρίστηκαν σχετικά γρήγορα το διάστημα 24 Μαρτίου – 13 Απριλίου 1821 από τη συντονισμένη δράση των Ελλήνων οπλαρχηγών (Δερβενοχώρια, Μεγαρίδα, Σάλωνα, Γαλαξίδι, Λιδωρίκι, Μαλανδρίνο, Λιβαδειά, Αταλάντη, Θήβα, Μενδενίτσα, Τουρκοχώρι).

Εξαιρώντας κανείς την περιοχή της Υπάτης (και φυσικά της Λαμίας που αποτελούσε μεγάλο οθωμανικό στρατιωτικό κέντρο, της Αθήνας και της Εύβοιας), όλη η ανατολική Στερεά έως το Σπερχειό ποταμό βρισκόταν πλέον υπό τον έλεγχο των επαναστατών που οχύρωσαν τα στενά των Θερμοπυλών. Ήδη από τις 10 Απριλίου οι Διάκος και Γιάννης Δυοβουνιώτης (1757-1831), αρματολός Ζητουνίου (Λαμίας) και Βοδονίτσας (Μενδενίτσας), ξεκίνησαν στις Κομποτάδες Φθιώτιδας συζητήσεις με τον αρματολό της Υπάτης (Πατραντζίκι), Μήτσο Κοντογιάννη, για να τον πείσουν να συμμετάσχει στην πολιορκία της. Οι δυνατότητες επίθεσης εναντίον του μεγάλου κάστρου της Λαμίας έγιναν αντικείμενο σύσκεψης στις 11 Απριλίου μεταξύ Διάκου και Δυοβουνιώτη στο χάνι της Αλαμάνας.

Στις 14 Απριλίου, 2.000 Έλληνες ένοπλοι υπό τους Διάκο, Δυοβουνιώτη και τον Πανουργιά (1759/67-1834), οπλαρχηγό των Σαλώνων (Άμφισσας), στρατοπέδευσαν στις Κομποτάδες όπου έγινε πολεμικό συμβούλιο (1η σύσκεψη) κάτω από τα αιωνόβια πλατάνια και σχέδια για την επίθεση στην Υπάτη αλλά και την τύχη των 2.000 αιχμαλώτων Τούρκων της ανατολικής Στερεάς. Ταυτόχρονα έγινε και μια αναγνωριστική επίθεση στα Καλύβια Λαμίας από τον Κομνά Τράκα (200 άνδρες) που υποχώρησε στο Μπεκή (Σταυρός Λαμίας) οχυρωμένος στην εκκλησία του χωριού, του Ι.Ν Αγ. Αθανασίου, απέναντι στις πολύ ισχυρές τουρκικές δυνάμεις που βγήκαν από το κάστρο της Λαμίας για να τον αναχαιτίσουν. Μια ευφάνταστη πρωτοβουλία των οπλαρχηγών από τις Κομποτάδες να επιστρατεύσουν όλα τα υποζύγια και να φανούν ως επελαύνουσα «μονάδα ιππικού», απεγκλώβιζε το τμήμα του Κ. Τράκα και οι Τούρκοι εξαπατημένοι, υποχώρησαν.

 Η αντίδραση των Τούρκων

ο Χουρσίτ Αχμέτ πασάς

 Οι ανησυχητικές εξελίξεις στο μέτωπο της ανατολικής Στερεάς και ο κίνδυνος που συνεπαγόταν για την άμυνα της Τρίπολης, που ήδη βρισκόταν υπό ασφυκτικό κλοιό, έγιναν γρήγορα αντιληπτές από τον πολύπειρο Χουρσίτ πασά στα Γιάννενα. Διατηρώντας τους θησαυρούς και το χαρέμι του στην Τρίπολη και μη μπορώντας να επέμβει ο ίδιος προσωπικά για να καταστείλει την επανάσταση, αποφάσισε να δράσει άμεσα. Έτσι στις 3 Απριλίου έφτασαν από τα Γιάννενα στην Πάτρα 600 άνδρες υπό τον Γιουσούφ Σελήμ πασά Σερεσλή (πρώην μπέη των Σερρών) για ενίσχυση της πόλης. Στις 6 Απριλίου, επιπλέον 3.500 Τουρκαλβανοί υπό τον Μουσταφάμπεη, κεχαγιάμπεη του Χουρσίτ, αποβιβάστηκαν στο Ρίο της Πάτρας για να ενισχύσουν την πολιορκημένη Τρίπολη και στις 15 Απριλίου μπήκαν στο Αίγιο.

Παράλληλα στις 9 Απριλίου, ξεκίνησε από τα Γιάννενα άλλο ένα εξαιρετικά ισχυρό στράτευμα από 8.000 πεζούς και 800 ιππείς υπό τον Σεϊτ (Κιοσέ) Μεχμέτ, προσωρινό αναπληρωτή Μόρα Βαλεσή και έμπιστο του Χουρσίτ, και τον Ομέρ Βρυώνη, σαντζάκμπεη του Βερατίου, ικανότατο στρατιωτικό, γνώστη των Ελλήνων οπλαρχηγών της Στερεάς, αλλά διοικητή αμφίβολης αξιοπιστίας (πρώην έμπιστος του Αλή πασά, πρόσφατα αυτομολήσας στο σουλτανικό στρατόπεδο από το καλοκαίρι του 1820). Μαζί με τους δύο πασάδες εξεστράτευσαν οι ικανότατοι Αλβανοί αρχηγοί Τελεχάμπεης, Μουστάμπεης Κιαφεζέζης, Χασάν Τομαρίτσας και Μεχμέτ Τσαπάρης ενώ ο στρατός αποτελούνταν από 4.000 Αλβανούς από το στρατόπεδο του Χουρσίτ πασά καθώς και 5.000 επιστρατευθέντες Κονιάρους της Θεσσαλίας και άτακτους μουσουλμάνους της Μακεδονίας. Σκοπός τους ήταν αρχικά η καταστολή της επανάστασης στην ανατολική Στερεά και στη συνέχεια το πέρασμα του Κιοσέ Μεχμέτ μέσω του ισθμού της Κορίνθου προς Ναύπλιο και του Ομέρ Βρυώνη μέσω Ιτέας στο Αίγιο της Πελοποννήσου για ενίσχυση του κάστρου της Τριπολιτσάς, καθώς και ο παράλληλος συντονισμός της δράσης τους με τον Γιουσούφ πασά της Πάτρας και τον Μουσταφάμπεη στην Τρίπολη. Ο κίνδυνος για την πορεία της επανάστασης ήταν πλέον ορατός.

 Η άφιξη της τουρκικής στρατιάς και η πολιορκία της Υπάτης

ο Ομέρ Βρυώνης

 Οι οπλαρχηγοί στις Κομποτάδες έχοντας ήδη καθυστερήσει υπερβολικά στις επαφές με τον οπλαρχηγό Κοντογιάννη για την επιχείρηση κατάληψης της Υπάτης, έστειλαν το βράδυ 16 Απριλίου τον Κ. Τράκα με 250 άνδρες μέσω του Σταυρού (Μπεκή) Λαμίας, στο Καλαμάκι (Δερβέν Φούρκα) για αναγνώριση. Εκεί ο Τράκας αντιμετώπισε την επομένη το πρωί στις 17 την εμπροσθοφυλακή του τουρκικού στρατού (800 Γκέγκηδες και Τσάμηδες ιππείς υπό τους Τελεχάμπεη και Μουστάμπεη) που προωθούνταν από τον βορρά προς Λαμία. Στη μάχη που διεξήχθη στο χωριό Καλαμάκι, όπου οι Τούρκοι οχυρώθηκαν εντός του Ι.Ν Αγίου Νικολάου, αναμένοντας ενισχύσεις από το υπόλοιπο στράτευμα που πλησίαζε, σκοτώθηκαν 17 Έλληνες και 30 Τούρκοι. Ο Τράκας, μπροστά στον όγκο όμως των τουρκικών δυνάμεων που θα κατέφθαναν σε λίγο, επέστρεψε ξημερώματα 18 Απριλίου στις Κομποτάδες για να ενημερώσει τους οπλαρχηγούς για τις αρνητικές εξελίξεις.

Στο μέτωπο της Υπάτης ξεκίνησε στις 18 του μήνα έστω και με καθυστέρηση η επίθεση από 1.200 Έλληνες υπό τον Κοντογιάννη, που μεταπείστηκε τελικά να συμμετάσχει, και 2.000 ενόπλους υπό τους Διάκο, Πανουργιά, Δυοβουνιώτη, Γκούρα και Σαφάκα. Αφού απωθήθηκαν οι Τούρκοι από το Αργυροχώρι (Βογομίλ), η Υπάτη πολιορκήθηκε πιο στενά και άρχισαν μάχες εντός της κωμόπολης. Η τουρκική φρουρά από 800 ενόπλους, ετοιμαζόταν να συνθηκολογήσει και να μετακινηθεί την επομένη μέρα στη Λαμία, αλλά το απόγευμα έφτασε η στρατιά του Ομέρ Βρυώνη (4.000 πεζοί και 800 ιππείς στο Λιανοκλάδι) και του Κιοσέ Μεχμέτ (4.000 πεζοί στη Λαμία). Οι οπλαρχηγοί από την Υπάτη βλέποντας τη δύσκολη θέση στην οποία βρίσκονταν, διέλυσαν την πολιορκία και έφυγαν το βράδυ της 18ης Απριλίου για τις Κομποτάδες, ενώ ο Κοντογιάννης υποχώρησε προς την ορεινή Ι.Μ Αγάθωνος για να προφυλαχθεί.

 Το σχέδιο των οπλαρχηγών

ο Αθανάσιος Διάκος

        Το βράδυ της 19ης Απριλίου έγινε μια καταδρομική επιχείρηση κατασκοπείας στο τουρκικό στρατόπεδο ώστε να εκτιμηθεί η πραγματική δύναμη του εκστρατευτικού σώματος. Στις 20 Απριλίου έγινε συμβούλιο των τριών οπλαρχηγών στις Κομποτάδες (2η σύσκεψη) όπου αποφασίστηκε, με δεδομένη την ισχύ και την επικινδυνότητα της τουρκικής προέλασης, να μετακινηθούν οι άμαχοι και τα γυναικόπαιδα σε ορεινές απρόσιτες τοποθεσίες για προστασία. Παράλληλα πάρθηκε και η απόφαση γενικής σφαγής των 2.000 Τούρκων αιχμαλώτων της ανατολικής Στερεάς υπό τον φόβο αυτομόλησης στους επελαύνοντες πασάδες αλλά και της κατασκοπείας. Για την υλοποίηση αυτής της σκληρής απόφασης εστάλη στα Σάλωνα ο Γκούρας.

 Την άλλη μέρα (21 Απριλίου) έγινε νέα σύσκεψη στη Χαλκωμάτα (μεταξύ Ι.Μ Δαμάστας και Ασωπού) για το σχέδιο αντιμετώπισης της τουρκικής στρατιάς. Η πρόταση του Δυοβουνιώτη, λόγω των ολιγάριθμων ελληνικών δυνάμεων (μόλις 1.500 άνδρες), για κατάληψη οχυρών θέσεων μόνο στην περιοχή Γοργοποτάμου – Αλεπόσπιτων, με δυνατότητα υποχώρησης στην Οίτη, απορρίφθηκε, αφού σύμφωνα με τους Διάκο και Πανουργιά έπρεπε να καταληφθούν οι δρόμοι που οδηγούσαν σε Βοιωτία και Σάλωνα ώστε να εμποδιστεί η κάθοδος του τουρκικού στρατού προς νότο. Έτσι αποφασίστηκε να τοποθετηθούν διάσπαρτες δυνάμεις σε όλο το μήκος του Σπερχειού νότια της Λαμίας. Περίπου 400 άνδρες υπό τον Δυοβουνιώτη οχυρώθηκαν σε Γοργοπόταμο – Αλεπόσπιτα – γέφυρα Φραντζή και την ορεινή θέση «Δέμα», θέτοντας φραγμό στη δίοδο προς Δωρίδα. Άλλοι 400 υπό τους Πανουργιά και επίσκοπο Σαλώνων Ησαΐα πήραν θέσεις άμυνας στη Χαλκωμάτα, και 200 υπό τον Κ. Τράκα και τον παπα-Ανδρέα από την Καλοσκοπή (Κουκουβίστα) Φωκίδας εντός του χωριού Ηράκλεια (Μουσταφάμπεη), προστατεύοντας τον δρόμο προς Σάλωνα. Ο Διάκος θα κάλυπτε με 200 άνδρες τη γέφυρα της Αλαμάνας (Καλύβας – Μπακογιάννης) και με 300 των οποίων ηγούνταν ο ίδιος, τις υπώρειες του Καλλιδρόμου στη θέση «Ποριά» κοντά στην Ι.Μ Δαμάστας, κλείνοντας το δρόμο προς Βοιωτία. Συνεπώς οι λιγοστές δυνάμεις των Ελλήνων κλήθηκαν να καλύψουν ένα εκτεταμένο μέτωπο μήκους σχεδόν 12 χλμ χωρίς σύνδεση, εφεδρείες και αλληλοϋποστήριξη μεταξύ τους, υπερασπιζόμενες 5 συνολικά τοποθεσίες απέναντι στον 6πλάσιο όγκο του οθωμανικού στρατού που θα εκκινούσε από Λιανοκλάδι και Λαμία.

 Η μάχη της Αλαμάνας

 

το πεδίο της μάχης

Παρά τις διαφορετικές προσεγγίσεις για την ακριβή ημέρα διεξαγωγής της μάχης, η 23η Απριλίου, προκρίνεται ως η πιο σωστή ημερομηνία, σύμφωνα με τους Απ. Βακαλόπουλο, Δ. Κόκκινο και Ιω. Φιλήμονα. Οι Ν. Σπηλιάδης και Χρ. Περραιβός την τοποθετούν στις 14 Απριλίου, ενώ κατά τους Σπ. Τρικούπη, Γ. Κρέμο, Κων. Παπαρηγόπουλο και Λ. Κουτσονίκα υποστηρίζεται η 22α Απριλίου.

Το πρωί της 23ης ο Ομέρ Βρυώνης με 4.000 πεζούς και 800 ιππείς ξεκίνησε από το Λιανοκλάδι και από δυτικά διέβη τον πλημμυρισμένο Σπερχειό και επιτέθηκε αρχικά στις θέσεις των 400 ανδρών του Δυοβουνιώτη σε Γοργοπόταμο – Αλεπόσπιτα. Ο Δυοβουνιώτης μη αντέχοντας την πίεση των 12πλασιων εχθρικών δυνάμεων, υποχώρησε στην ορεινή θέση «Δέμα» προς τα Δυό Βουνά. Στη συνέχεια οι Τούρκοι απερίσπαστοι προσέβαλαν ταυτόχρονα τις θέσεις των 400 ανδρών του Πανουργιά στη Χαλκωμάτα και των 200 του Τράκα που αμύνονταν οχυρωμένοι εντός της Ηράκλειας σε σπίτια, τον μύλο και την εκκλησία του Ι.Ν Ζωοδόχου Πηγής. Η ηρωική αντίσταση του Πανουργιά κάμφθηκε γρήγορα και όταν ο ίδιος μεταφέρθηκε τραυματισμένος στην Ι.Μ Δαμάστας, η άμυνα κατέρρευσε. Ο 43χρονος επίσκοπος Σαλώνων Ησαϊας έπεσε ηρωικά στην υποχώρηση μαζί με τον αδελφό του, ιερομόναχο παπα-Γιάννη και 30 μοναχούς της Ι.Μ Προφήτη Ηλία μαζί με δεκάδες άλλους, ενώ οι υπόλοιποι μαζί με τον Πανουργιά υποχώρησαν προς το Καλλίδρομο. Ο Ομέρ Βρυώνης αφού άφησε λίγες δυνάμεις υπό τους Χασάν Τομαρίτσα και Μεχμέτ Τσαπάρη για την πολιορκία του Τράκα στην Ηράκλεια, στράφηκε ανατολικά με τον κύριο όγκο του στρατού του εναντίον των θέσεων του Διάκου προς Αλαμάνα – Ποριά – Ι.Μ Δαμάστας. Παράλληλα ο Κιοσέ Μεχμέτ, προελαύνοντας από τη Λαμία προς την Αλαμάνα, προσέβαλε κι αυτός ταυτόχρονα από βορρά με 4.000 στρατό τους 500 άνδρες του Διάκου.

Ήταν φανερό ότι καμιά πιθανότητα νίκης δεν υπήρχε. Πλέον ο Διάκος δεχόταν επίθεση από δυτικά και βόρεια από συντριπτικά υπέρτερες δυνάμεις, τουλάχιστον 18πλάσιες. Οι αμυνόμενοι στη γέφυρα της Αλαμάνας περικυκλώθηκαν ενώ οι αξιωματικοί του Διάκου, Καλύβας και Μπακογιάννης, προσπάθησαν να κάνουν αντιπερισπασμό οχυρωμένοι σε ένα χάνι δίπλα στη γέφυρα μαζί με ελάχιστους πολεμιστές (4 ή 10). Ο Διάκος βρισκόταν μπροστά στο δίλημμα της ηρωικής θυσίας ή της διαφυγής μέσω Καλλιδρόμου. Υποχώρησε λοιπόν από τα «Ποριά» στην πιο ορεινή θέση «Μανδροστάματα» κοντά στην Ι.Μ Δαμάστας όπου συνέχισε την αντίσταση, αρνούμενος πρόταση (μάλλον του Βασίλη Μπούσγου) να φύγει με το άλογο που έφερε ο ιπποκόμος του Μπισπιρίγκος με τη φράση: «ο Διάκος δεν φεύγει. Δεν αφήνει τους συντρόφους του». Ο αδελφός του Κωνσταντίνος σκοτώθηκε και το σώμα του χρησιμοποιήθηκε από τον Διάκο ως πρόχωμα. Επιπλέον τραυματίστηκε στο δεξί του χέρι από σφαίρα και το σπαθί του έσπασε. Του έμεναν πια ελάχιστοι άνδρες – λιγότεροι από 30-40 (ή 48). Ανάμεσα στους νεκρούς κείτονταν και ο Ηγούμενος του μοναστηριού, Νεόφυτος, μαζί με ένοπλους καλόγερους. Του έμεναν πια μόνο 10 άνδρες και τραυματισμένος όπως ήταν ο Διάκος και περικυκλωμένος από παντού, έπεσε αιχμάλωτος στα χέρια των αντιπάλων του. Η τραγική συνέχεια είναι λίγο πολύ γνωστή. Οι Καλύβας και Μπακογιάννης έκαναν απελπισμένη έξοδο από το χάνι για να σώσουν τον αρχηγό τους και βρήκαν ένδοξο θάνατο. Παρά τον ηρωισμό των υπερασπιστών, η μάχη είχε χαθεί και σύμφωνα με τον Ιω. Φιλήμονα πάνω από 200 Έλληνες ήταν νεκροί (ο Χρ. Περραιβός αναφέρει 87 νεκρούς, ο Ν. Σπηλιάδης 100, οι Σπ. Τρικούπης και Δ. Κόκκινος 300). Οι τουρκικές απώλειες περιορίζονταν σε 150 νεκρούς σύμφωνα με τον Φιλήμονα, 600 κατά τον Πουκεβίλ ή 500 κατά τον Μακρυγιάννη.

 Ο μαρτυρικός θάνατος του Διάκου στη Λαμία

 Ο Διάκος οδηγήθηκε σιδηροδέσμιος στη Λαμία. Του έγιναν προτάσεις από τους δύο πασάδες για «προσκύνημα» και εξισλαμισμό που απορρίφθηκαν με περιφρόνηση και γενναιότητα. Ο Ομέρ Βρυώνης γνωρίζοντάς τον προσωπικά από την αυλή του Αλή πασά στα Γιάννενα, ήθελε να τον σώσει προτείνοντάς του συνεργασία με στόχο την κάθοδό του στο Μοριά με συνοδεία προσκυνημένων οπλαρχηγών, αλλά ο διοικητής της Λαμίας, Χαλήλμπεης, απαιτούσε την παραδειγματική του τιμωρία. Έτσι ο ήρωας της Αλαμάνας βρήκε φρικτό μαρτυρικό θάνατο: εκτελέστηκε την επομένη ημέρα 24 Απριλίου με την απάνθρωπη μέθοδο του ανασκολοπισμού στη Λαμία, κοντά στην πλατεία Λαού, όπου και το σημερινό κενοτάφιο, πιθανός τόπος του μαρτυρίου. Γύρω του οι Τούρκοι έστησαν σε πασσάλους τα κομμένα κεφάλια των παλικαριών του, πεσόντων στη μάχη εκ των οποίων και το κεφάλι του Επισκόπου Ησαΐα και του αδελφού του Κωνσταντίνου. Σύμφωνα με οθωμανικά έγγραφα, όπως αναφέρεται στο βιβλίο “Η οργή του σουλτάνου. Αυτόγραφα διατάγματα του Μαχμούτ Β’ το 1821” (σελ. 77), το κεφάλι του και οι σημαίες των επαναστατών στάλθηκαν από τον Κιοσέ Μεχμέτ στην Κωνσταντινούπολη και στις 2/14 Μαΐου εκτέθηκαν στην εξωτερική πύλη του παλατιού.

 Συμπεράσματα-εκτιμήσεις

 Η συντριπτική ήττα και ο βάναυσος τρόπος θανάτου του Διάκου στα χέρια των Τούρκων, τρομοκράτησαν αρχικά το λαό της Ρούμελης, αλλά η ηρωική αντίσταση στην Αλαμάνα, κοντά στις αρχαίες Θερμοπύλες, τον μετέτρεψε στον κατεξοχήν αναγνωρίσιμο μάρτυρα για τον απελευθερωτικό σκοπό, ταυτίζοντάς τον με τον Σπαρτιάτη βασιλιά Λεωνίδα, διάσημο ήρωα της μάχης εναντίον των Περσών το 480 π.Χ. Η μάχη της Αλαμάνας σώθηκε και στη λαϊκή παράδοση με το γνωστό δημοτικό τραγούδι:

Τρία πουλάκια κάθουνταν ψηλά στη Χαλκωμάτα

το ‘να τηράει τη Λειβαδιά και τ΄ άλλο το Ζητούνι

το τρίτο το καλύτερο μοιριολογάει και λέει:

‘’Πολλή μαυρίλα πλάκωσε, μαύρη σαν καλιακούδα.

μην ο Καλύβας έρχεται, μην ο Λεβεντογιάννης;

ουδ΄ ο Καλύβας έρχεται ουδ΄ο Λεβεντογιάννης

Ομέρ Βρυώνης πλάκωσε με δεκαοχτώ χιλιάδες’’

Ο Διάκος σαν τ΄ αγρίκησε, πολύ του κακοφάνη,

ψιλή φωνή εσήκωσε, τον πρώτο του φωνάζει:

‘’Τον ταιφά μου σύναξε, μάσε τα παλικάρια,

δωσ’ τους μπαρούτι περισσή και βόλια με τις χούφτες,

γλήγορα και να πιάσουμε κάτω στην Αλαμάνα,

που ναι ταμπούρια δυνατά κι΄ όμορφα μετερίζια’’.

Παίρνουνε τ΄ αλαφρά σπαθιά και τα βαριά τουφέκια,

στην Αλαμάνα φτάνουνε και πιάνουν τα ταμπούρια,

‘’Καρδιά, παιδιά μου, φώναξε, παιδιά, μη φοβηθείτε,

Σταθήτε αντρειά σαν Έλληνες και σα Γραικοί σταθήτε΄΄

Ψιλή βροχούλα έπιασε κ’ ένα κομμάτι αντάρα,

τρία γιουρούσια έκαμαν τα τρία αράδα αράδα,

έμεινε ο Διάκος στη φωτιά με δεκαοχτώ λεβέντες.

τρεις ώρες επολέμαε με δεκαοχτώ χιλιάδες.

βουλώσαν τα κουμπούρια του κι΄ ανάψαν τα τουφέκια,

κι ο Διάκος εξεσπάθωσε και στη φωτιά χουμάει,

ξήντα ταμπούρια χάλασε κι εφτά μπουλουκμπασήδες

και το σπαθί του κόπηκε ανάμεσα απ΄ τη χούφτα

και ζωντανό τον έπιασαν και στον πασά τον πάνε,

χίλιοι τον παν΄ από μπροστά και χίλιοι από κατόπι

Κι ο Ομέρ Βρυώνης μυστικά στον δρόμο τον ερώτα:

‘’Γίνεσαι Τούρκος Διάκο μου, την πίστη σου ν΄ αλλάξεις,

Να προσκυνήσεις στο τζαμί, την εκκλησία ν΄ αφήσεις;’’

Κ’ εκείνος τ’ αποκρίθηκε και στρίφτει το μουστάκι:

‘’Πάτε κ’ εσείς κ΄ η πίστη σας, μουρτάτες να χαθείτε,

εγώ Γραικός γεννήθηκα Γραικός θε ν΄ αποθάνω.

‘’Αν θέλετε χίλια φλουριά και χίλιους μαχμουτιέδες,

μόνο εφτά μερών ζωή θέλω να μου χαρίστε,

όσο να φτάσει ο Οδυσσεύς και ο Θανάσης Βάγιας’’.

Σαν τ’ άκουσ’ ο Χαλήλμπεης αφρίζει και φωνάζει:

-Χίλια πουγκιά σας δίνω ’γω κι’ ακόμα πεντακόσια,

το Διάκο να χαλάσετε, το φοβερό τον κλέφτη,

γιατί θα σβήσει την Τουρκιά και όλο μας το ντοβλέτι.

Το Διάκο τότε παίρνουνε και στο σουβλί τον βάζουν,

ολόρθο τον εστήσανε, κι’ αυτός χαμογελούσε.

την πίστη τους τους έβριζε, τους έλεγε μουρτάτες.

’’Σκυλιά κι ά με σουβλίσετε, ένας Γραικός εχάθη

ας είν’ καλά ο Οδυσσεύς κι’ ο καπετάν Νικήτας,

που θα σας σβήσουν την Τουρκιά κι’ όλο σας το ντοβλέτι. 

  Αποτιμώντας κανείς την αξία της θυσίας του Διάκου και των συντρόφων του σε μια υποθετικά «χαμένη», όπως φάνηκε μάχη, συμπεραίνει αβίαστα ότι η υπόθεση της επανάστασης ωφελήθηκε πολύπλευρα. Σε τακτικό επίπεδο, η αντίσταση στην Αλαμάνα, σ’ αυτή την πρώτη μεγάλη μάχη εκ παρατάξεως της επανάστασης, καθυστέρησε 15 επιπλέον μέρες την τουρκική στρατιά που επέστρεψε στη Λαμία για ανάπαυση και ανεφοδιασμό και έδωσε έτσι πολύτιμο χρόνο στον Κολοκοτρώνη να οργανώσει καλύτερα την πολιορκία της Τρίπολης. Οι νικηφόρες μάχες στη συνέχεια, της Γραβιάς (8 Μαΐου) και των Βασιλικών (26 Αυγούστου), κατέδειξαν ότι η ενίσχυση της Τρίπολης διαμέσου της Στερεάς δεν ήταν εφικτή και όπως ήταν αναμενόμενο η πόλη έπεσε στις 23 Σεπτεμβρίου. Επιπλέον ο σουλτάνος και οι ευρωπαϊκές αυλές κατάλαβαν ότι η καταστολή της επανάστασης δεν ήταν εύκολη υπόθεση απέναντι σε έναν λαό αποφασισμένο να διεκδικήσει με κάθε τίμημα την ελευθερία του. Σε ηθικό επίπεδο, η θυσία του Διάκου κατέστη αιώνιο σύμβολο αντίστασης ενάντια στην τυραννία και φάρος του Αγώνα της Εθνικής Παλιγγενεσίας. Η επανάσταση και ιδίως η ανατολική Στερεά, μπορεί να έχασε πολύ νωρίς έναν άξιο και γενναίο αρχηγό, αλλά όπως είπε και ο ίδιος στους δημίους του «η Ελλάδα έχει πολλούς Διάκους».

το άγαλμα του Διάκου στη Λαμία

** όλες οι ημερομηνίες που αναφέρονται αφορούν το παλαιό ιουλιανό ημερολόγιο

 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος ΙΒ, εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1979.

Βακαλόπουλος Απόστολος Ε., Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, τόμοι Ε-Η, εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1980-88.

Κόκκινος Διονύσιος Α., Η Ελληνική Επανάστασις, εκδόσεις Μέλισσα, Αθήνα 1957.

Κολοβός Ηλίας, Σουκρού Ιλιτζάκ, Μοχαμάντ Σχαριάτ-Παναχί, Η οργή του σουλτάνου. Αυτόγραφα διατάγματα του Μαχμούτ Β΄ το 1821, εκδόσεις ΕΑΠ, Αθήνα 2021.

Κουτσονίκας Λάμπρος, Γενική Ιστορία της ελληνικής Επαναστάσεως, Αθήνα 1863.

Κρέμος Γεώργιος Π., Νεωτάτη Γενική Ιστορία. Ως τέταρτος τόμος συμπληρωματικός της Γενικής Ιστορίας του Αναστασίου Πολυζωίδου, εκδότης Σ. Κ. Βλαστός, Αθήνα 1890.

Λάππας Τάκης, Θανάσης Διάκος, Αθήνα 1949.

Πανουργιάς Πανουργιάς, Πανουργιάδες, εκδόσεις Ίκαρος, Αθήνα 2012.

Παπαρρηγόπουλος Κωνσταντίνος, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, εκδόσεις Φάρος, Αθήνα 1984.

Περραιβός Χριστόφορος, Απομνημονεύματα πολεμικά 1820-1829, Αθήνα 1836.

Σπηλιάδης Νικόλαος, Απομνημονεύματα, εκδόσεις Χ. Ν. Φιλαδέλφεως, Αθήνα 1851.

Τρικούπης Σπυρίδων, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, τόμος Α΄, εκδόσεις Λιβάνης, Αθήνα 1993.

Φιλήμων Ιωάννης, Δοκίμιον ιστορικόν περί της Ελληνικής Επαναστάσεως, Αθήνα 1859.

Φόρτης Σπυρίδων, Βιογραφία Αθανασίου Διάκου, Αθήνα 1874.

 

ΠΗΓΗ: varsos1821.gr

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινφογνώμων

Infognomon Logo

Περιηγηθείτε στα κορυφαία βιβλία του βιβλιοπωλείου μας

Προβολή όλων

Δημοφιλή