Ακολουθήστε μας

Ελληνική Επανάσταση 1821

Ο Σταϊκόπουλος και η Άλωση του Παλαμηδιού

Δημοσιεύτηκε

στις

«… Αυτός ανδραγάθησε σε όσους πολέμους βρέθηκε, αυτός πήρε και το Παλαμήδι …»

Υποναύαρχος (Ο) Δημήτριος Γεωργαντάς ΠΝ ε.α.

Ιωάννα – Θεοδοσία Γεωργαντά, Φοιτήτρια

Αντί Εισαγωγής

Η ελευθερία των Ελλήνων το ‘21 κατακτήθηκε στα πεδία των μαχών, όπου καταγράφηκε η πραγματική ιστορία. Οι μάχες, χάρη στις οποίες οι Έλληνες εξακολούθησαν την ιστορική τους πορεία, πραγματοποιήθηκε από αγωνιστές και «απλούς» πατριώτες με όραμα και πίστη. Κατόρθωσαν να προσφέρουν στις επόμενες γενιές των Ελλήνων την ελευθερία, γεγονός που αποτελεί άξιο θαυμασμού, σεβασμού και ευγνωμοσύνης. Με λίγα οικονομικά μέσα, αλλά ταυτόχρονα με μεγαλοφυείς στρατιωτικούς και πολιτικούς ηγέτες, υλοποιήθηκε το όνειρο της απελευθέρωσης.

Η επέτειος των 200 ετών από την έναρξη του απελευθερωτικού αγώνα των Ελλήνων, είναι ευκαιρία για απολογισμό όσων συνέβησαν στη διαδρομή. Στους Έλληνες ανήκει η υποχρέωση της μνημοσύνης και της τιμής στους πρωτεργάτες της Επανάστασης, όπως στον Στάικο Σταϊκόπουλο και τους άνδρες-του που κατέλαβαν το απόρθητο κάστρο του Παλαμηδιού. Γιατί οι λαοί δεν χάνονται όταν αποδίδουν τιμή και ευγνωμοσύνη στους προγόνους τους, που τους πρόσφεραν την ελευθερία.

Ευτυχώς, για το υπόδουλο έθνος, ήρθε ο Σταϊκόπουλος με τα παλληκάρια του και την ημέρα της εορτής του Αγίου Ανδρέα, πάτησε το Παλαμήδι, με ριψοκίνδυνο ρεσάλτο. Το Ναύπλιο γιορτάζει την ημέρα αυτή ως την αγία ημέρα του Μεγάλου Σηκωμού του Έθνους. Οι ιστορικοί του 1821 σταματούν σε αυτή την ημέρα με ιδιαίτερη χαρά και περιγράφουν τις λαμπρές σελίδες του τολμηρού Σταϊκόπουλου, που η βροχερή ημέρα της 29ης προς 30η Νοεμβρίου 1822, ήταν η μεγάλη στιγμή της μοίρας του.

Μέχρι την Πολιορκία του Παλαμηδίου

Ο ήρωας του Παλαμηδιού γεννήθηκε το 1798 στη Ζάτουνα της Αρκαδίας. Κατά την έναρξη της Επανάστασης ήταν 23 ετών. Ήταν ο τελευταίος γιος του Παναγιώτη και της Ζαχαρούλας Σταϊκόπουλου. Ήταν κοντόσωμος, νευρικός και τολμηρός. «Φουντοθειάφηδες» τους έλεγαν τους Σταϊκόπουλους στη Ζάτουνα. Ο πατέρας του ήταν κρεοπώλης, ενώ ο ίδιος ήταν δερματέμπορας. Ο μεγαλύτερος γιος, ο Κωνσταντής, έσφαξε έναν Τούρκο πάνω σε διαμάχη στη Ζάτουνα. Αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το χωριό του και να διαφύγει στη Βλαχία. Εκεί συμμετείχε στον Ιερό Λόχο του Αλέξανδρου Υψηλάντη και έπεσε στο πεδίο της μάχης.

Έτσι, το 1818 (20 ετών) ο Στάικος έφυγε από τη Ζάτουνα και ήρθε στην Ύδρα, αναλαμβάνοντας την οικογενειακή επιχείρηση επεξεργασίας και εμπορίας δερμάτων. Αμέσως μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον Δημητσανίτη Νικόλαο Σπηλιωτόπουλο, φίλο του Παπαφλέσσα. Στη Μονή Μπίκου ορκίστηκε από τον ηγούμενο Παχούμιο, να μάχεται υπέρ Πίστεως και Πατρίδος. Με τον Σπηλιωτόπουλο, το 1821, μετακινήθηκε στο Άργος από την Ύδρα με αρκετά πολεμοφόδια. Εκεί, δημιούργησε το πρώτο δικό του Στρατιωτικό Σώμα από συμπατριώτες του από τη Ζάτουνα. Μαζί του είχε τον αδελφό του Θανάση και τα ανίψια του: τον Άγγελο (γιο του Θανάση) και τον Γιωργάκη (γιο της αδελφής του Κωνσταντίνας), τον οποίο όρισε σημαιοφόρο του.

Στο Άργος, μαζί με άλλους πρωτεργάτες της Επανάστασης, ίδρυσε την «Καγκελαρία», ένα είδος διοίκησης για την οργάνωση της πολιορκίας του Ναυπλίου. Ο καιρός κυλούσε γρήγορα και ο Σταϊκούλης, που τον αποκαλούσαν λόγω του μικρού του αναστήματος και του πειθαρχημένου σώματός του, λάμβανε μέρος σε όλα τα πεδία των μαχών από τον Αχλαδόκαμπο, το Παρθένι, μέχρι την Τριπολιτσά, πότε μόνος του και πότε δίπλα στον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, προσθέτοντας πληγές στο σώμα του, αντί για παράσημα. Σε όλη τη διάρκεια της Επανάστασης ήταν ο εμψυχωτής των ανδρών του και του καταπιεσμένου λαού. Η απελευθέρωση όμως του Ναυπλίου, αποτέλεσε για τον Σταϊκόπουλο τον κορυφαίο σκοπό της ζωής του.

 

Η Πολιορκία του Παλαμηδιού

Στάϊκος Σταϊκόπουλος…..ξεχασμένοι ήρωες – ΧείλωνΗ πολιορκία του Ναυπλίου άρχισε στις 4 Απριλίου 1821, αλλά το τουρκοκρατούμενο Ανάπλι, οχυρωμένο αριστοτεχνικά από τους Βενετσιάνους από το 1687, με το περίφημο κάστρο του Παλαμηδιού, του Ίτς-Καλέ και του Βαρουσίου, αντιτάσσονταν στην ελληνική ορμή. Ταυτόχρονα, δύο σπετσιώτικα καράβια υπό την Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα και τον Μανώλη Λαζάρου, εισήλθαν στον αργολικό κόλπο και απέκλεισαν το Ναύπλιο από τη θάλασσα. Από την Ερμιονίδα έστειλε ενισχύσεις ο Γκίκας Μπότασης, ο οποίος στις 9 Απριλίου έστειλε και τον γιο του Νικολό με σπετσιώτικο καράβι να βοηθήσει στον αποκλεισμό του Ναυπλίου. Τις επερχόμενες γιορτές όμως οι πολιορκητές διαλύθηκαν για να γιορτάσουν το Πάσχα των Ελλήνων.

Αμέσως μετά το Πάσχα, οι επαναστάτες συγκεντρώθηκαν στο Άργος και με την ενθάρρυνση των Παπαφλέσσα, Σπηλιωτόπουλου και Σταϊκόπουλου δημιούργησαν την «Καγκελαρία» του Άργους, για την οργάνωση της πολιορκίας του Ναυπλίου. Αρχηγός της πολιορκίας ορίστηκε ο Στάικος Σταϊκόπουλος με 900 Αργολιδιώτες. Εν τω μεταξύ κατέφθασε από την Κωνσταντινούπολη ο Αργείτης καπετάνιος Δημήτρης Τσώκρης, ο οποίος ανέλαβε την αρχηγία της αποστολής. Ο Σταϊκόπουλος με 200 άνδρες και δύο πυροβόλα, που πήρε από τα σπετσιώτικα καράβια κοντά στους Μύλους, μετέβη στον Αχλαδόκαμπο και απέκλεισε την κατεύθυνση Τριπολιτσάς και Ναυπλίου.

Ο αποκλεισμός από τη θάλασσα ενισχύθηκε με δύο επιπλέον καράβια. Τέλη Απριλίου 1821 ήρθε από τα Γιάννενα στην Αργολίδα, ο Μουσταφάμπεης ή Κεχαγιάμπεης με 3.500 Αρβανίτες και διέλυσε την πολιορκία. Στη μάχη στον Ξεριά (του Άργους) σκοτώθηκε ο γιος της Μπουμπουλίνας και 700 ακόμη άνδρες. Ο Κεχαγιάμπεης ενίσχυσε με 300 άνδρες τη φρουρά του Ναυπλίου και αφήνοντας τροφές μετακινήθηκε στην Τριπολιτσά, την έδρα του Μοριά. Στο Βαλτέτσι, όμως, ηττήθηκε κατά κράτος από τον Κολοκοτρώνη και αναγκάστηκε να κλειστεί στην πολιορκούμενη Τριπολιτσά.

Αρχίζει η Τρίτη πολιορκία του Ναυπλίου, με αρχηγό τον Νικηταρά, στις 15 Μαΐου 1821. Ο Νικηταράς τοποθέτησε τους καπετάνιους σε καίριες θέσεις και τον Σταϊκόπουλο στη θέση Κατσίγκρι. Οι πολιορκητές ανέρχονταν στους χίλιους, περισφίγγοντας τους Οθωμανούς. Το δεύτερο 15ήμερο Μαΐου συγκεντρώθηκαν οι πρόκριτοι στο μοναστήρι των Καλτεζών και σχημάτισαν την «Πελοποννησιακή Γερουσία» για την διοίκηση του Μοριά. Η Γερουσία αφαίρεσε την αρχηγία από τον Νικηταρά και την ανέθεσε στον μανιάτη Κωνσταντή Μαυρομιχάλη.

Η πείνα ταλαιπωρούσε τους πολιορκημένους Οθωμανούς. Ένα πλοίο με αγγλική σημαία κατόρθωσε και τους εφοδίασε με τροφές. Τα ελληνικά καράβια που βρίσκονταν στον κόλπο του Ναυπλίου ανέρχονταν πλέον σε οκτώ (8). Πάλι ένα πλοίο μαλτέζικο, με αγγλική σημαία κατάφερε να επισιτίσει τους πολιορκημένους με 8.000 κιλά σιτάρι. Παρόλα αυτά η πείνα και οι αρρώστιες θέριζαν τους πολιορκούμενους. Νέος γενικός αρχηγός της πολιορκίας ορίστηκε ο Δημήτριος Υψηλάντης. Ο Γάλλος συνταγματάρχης Βουτιέ απέτυχε σε πολεμική επιχείρηση να καταλάβει το Μπούρτζι. Εν τω μεταξύ πολλοί φιλέλληνες έρχονταν στο Ναύπλιο και την Πελοπόννησο για να ενισχύσουν τους επαναστάτες.

Αντιλαμβανόμενοι οι πολιορκητές ότι ο πρόσφατος επισιτισμός θα ενίσχυε τους Οθωμανούς για πολύ, αποφάσισαν να καταλάβουν το Ναύπλιο με έφοδο. Το σχέδιο ετοίμασε ο Ιταλός φιλέλληνας ίλαρχος Δανία, το οποίο παρουσίασε στους γενικούς αρχηγούς, Δημήτριο Υψηλάντη και Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και οι οποίοι το ενέκριναν. Οι πολιορκητές ενθαρρυμένοι από την άλωση της Τριπολιτσάς (Σεπτέμβριος 1821) ήλπιζαν στην άμεση εκπόρθησή του. Τέσσερις χιλιάδες (4.000) άνδρες συγκεντρώθηκαν έξω από την πόλη, τέλη Νοεμβρίου 1821, καθώς και η αναγκαία ναυτική μοίρα στο μυχό του αργολικού και ετοιμάστηκαν οι απαραίτητες ξύλινες σκάλες. Ο Δημήτριος Υψηλάντης επιθεώρησε τους άνδρες και τους μίλησε για να προλάβει τα ατοπήματα των Ελλήνων στην Τριπολιτσά, που τόσο δυσφήμησαν την Επανάσταση στο εξωτερικό. Το φιλόδοξο αυτό σχέδιο όμως απέτυχε στην εφαρμογή του. Σκοτώθηκαν πολλοί Έλληνες, μεταξύ των οποίων και 17 φιλέλληνες.

Η πολιορκία χαλάρωσε μέχρι τον Μάιο 1822. Οι πολιορκούμενοι αφού εξάντλησαν τις τροφές τους και δεν έβλεπαν βοήθεια από πουθενά, αποφάσισαν να ζητήσουν απευθείας βοήθεια από τον ίδιο τον Σουλτάνο. Επέλεξαν τον συμπολίτη τους Γιουσούφ Τσιάπαρη, ο οποίος αναχώρησε από το Ναύπλιο, για την Κωνσταντινούπολη με μικρό πλοίο. Οι Έλληνες τον συνέλαβαν στην Τήνο και τον έστειλαν στην Κόρινθο, στην έδρα της προσωρινής Κυβέρνησης. Ο Γιουσούφ αντιλαμβανόμενος την υπεροχή των ελληνικών δυνάμεων στη ξηρά και τη θάλασσα, συμπέρανε ότι οι πολιορκούμενοι δεν μπορούσαν να αντιδράσουν. Δέχθηκε και ανέλαβε την μεσολάβηση και έπεισε τους Οθωμανούς να παραδοθούν. Παρέδωσαν το φρούριο, τα όπλα και τα πράγματά τους.

Στις 18 Ιουνίου 1822, υπεγράφη η συνθήκη. Εκατό (100) οπλισμένοι Έλληνες μπήκαν στο Ναύπλιο και οι πενήντα (50) κατέλαβαν το Μπούρτζι. Τότε, όμως, έφτασε στην Πελοπόννησο ο Μαχμούτ Αλή Πασάς Δράμαλης (1770-26 Οκτωβρίου 1822) με 30.000 άνδρες. Έτσι, οι πολιορκούμενοι ακύρωσαν τη συνθήκη και δεν παρέδωσαν τελικά την πόλη τους. Ο Δράμαλης διέλυσε την πολιορκία στις 12 Ιουλίου. Ο φρούραρχος του Ναυπλίου Αλή Πασάς κήρυξε άκυρη τη συμφωνία και η ελληνική Επιτροπή παράδοσης με επικεφαλής τον επίσκοπο Βρεσθένης Θεοδώρητο, φυλακίστηκε. Επακολούθησε, όμως, η καταστροφή του Δράμαλη στα Δερβενάκια και το Αγιονόρι. Έτσι, με περισσότερη ορμή ξανάρχισε η πολιορκία του Ναυπλίου.

Οι πολιορκούμενοι Οθωμανοί συνέχισαν να πεινούν. Η αρμάδα του Μεχμέτ Πασά προσπάθησε την 8 Σεπτεμβρίου να τους εφοδιάσει, αλλά ηττήθηκε από τον Υδροσπετσιώτικο στόλο μεταξύ Ερμιονίδας και Ύδρας. Έτσι, δεν μπόρεσε να εισέλθει τουρκικό καράβι στον Αργολικό κόλπο και να εφοδιάσει με τροφές τους αποκλεισμένους. Οι αποκλεισμένοι έτρωγαν ζώα και όταν αυτά τελείωσαν, άρχισαν να τρώνε πτώματα. Ο Φωτάκος περιγράφει την ανθρωποφαγία που επικρατούσε στο αποκλεισμένο Ναύπλιο. Ο Δράμαλης από την Κόρινθο έστειλε κάποια βοήθεια σε τροφές. Ο Κολοκοτρώνης ενίσχυσε ακόμη περισσότερο την πολιορκία. Οι πολιορκούμενοι ζήτησαν από τους Έλληνες να τους επιτρέψουν να μεταφερθούν με τις οικογένειές τους στην Κόρινθο. Ο Κολοκοτρώνης και η Κυβέρνηση δεν δέχθηκαν την πρότασή τους.

Εκατόν πενήντα (150) οπλισμένοι Τούρκοι με φουστανέλες και μιλώντας Ελληνικά πέρασαν τα Στενά των Δερβενακίων, που φρουρούσαν οι Έλληνες και ήρθαν στην Κόρινθο, όπου ζήτησαν βοήθεια. Στις 28 Νοεμβρίου επτά χιλιάδες (7.000) οπλισμένοι Τούρκοι από την Κόρινθο έφερναν τροφές στο Ναύπλιο. Στον Άγιο Σώστη έγινε φονική συμπλοκή. Τελικά ο ανεφοδιασμός του Ναυπλίου απέτυχε!

Οι Τούρκοι του Ναυπλίου ζήτησαν από τον Σταϊκόπουλο που διηύθυνε πλέον την πολιορκία, να ενημερώσει τον Κολοκοτρώνη και να υπογράψουν συμφωνία άρσης της πολιορκίας. Ο Σταϊκόπουλος τους απάντησε ότι το μόνο που μπορούσαν να κάνουν ήταν να παραδώσουν τα φρούρια, να αφήσουν το βιος τους και να μεταφερθούν με ελληνικά πλοία σε όποιο τόπο ήθελαν.

Οι Τούρκοι στρατιωτικοί αρχηγοί του Ναυπλίου, λαμβάνοντας την απάντηση του Σταϊκόπουλου, κάλεσαν σύσκεψη των ηγετών τους, του Ναυπλίου και του Παλαμηδίου. Ο φρούραρχος του Ναυπλίου, Αλή Πασάς, φοβούμενος την οργή του Σουλτάνου, προσπάθησε να αναβάλλει την παράδοση. Σκέφτηκε ν’  αποσυρθούν στο Παλαμήδι με ανάλογη στρατιωτική δύναμη και να αφήσουν τους κατοίκους της πόλης στο έλεος των πολιορκητών. Φοβόταν να ανακοινώσει το σχέδιό του στους αγάδες του Ναυπλίου, οι οποίοι δεν θα δέχονταν να διακινδυνεύσουν οι οικογένειές τους. Η σύσκεψη των φρουράρχων του Ναυπλίου και των άλλων επιτελών, διήρκεσε μέχρι το βράδυ της 29ης Νοεμβρίου. Απόφαση δεν λήφθηκε. Αποφασίστηκε, οι αγάδες του Παλαμηδίου να διανυκτερεύσουν στην πόλη και το πρωί σε καινούργια σύσκεψη να αποφασίσουν.

Η Άλωση του Παλαμηδιού

Ξημέρωμα 30ης Νοεμβρίου 1822: Ο Δ. Μοσχονησιώτης σκαρφαλώνει με σκάλες και  κυριεύει το ΠαλαμήδιΟι Τούρκοι του Παλαμηδιού ανησύχησαν που οι αγάδες των φρουρίων δεν γύρισαν το βράδυ και κατέβηκαν στην πόλη. Άφησαν μόνο περίπου εκατό (100) άνδρες για την φρούρηση. Από αυτούς οι εβδομήντα (70) ήταν οχυρωμένοι στην «Μπεζιριάν ντάπια»[1], όπου βρίσκονταν για ασφάλεια οι οικογένειες των αξιωματικών του φρουρίου. Οι υπόλοιποι διαμοιράστηκαν  5-10 στις υπόλοιπες ντάπιες. Στην «Γιουρούς ντάπια», που ήταν πιο εκτεθειμένη, τοποθετήθηκαν δώδεκα (12) άνδρες, μεταξύ των οποίων και δύο (2) Αρβανίτες. Οι δύο Αρβανίτες, που φρουρούσαν τη «Γιουρούς ντάπια», είχαν έλθει κρυφά σε συνεννόηση με τον αρχηγό της πολιορκίας, Στάικο Σταϊκόπουλο, που στρατοπέδευε στην Άρια, πριν από 15 ημέρες και του ζήτησαν να αφήσει ελεύθερους όλους τους Αρβανίτες. Βγήκαν πάλι, λίγο πριν τα μεσάνυκτα της 29ης Νοεμβρίου 1822, μαζί με μία γυναίκα, για να μαζέψουν τάχα χόρτα.

Ο Δημήτριος Μοσχονησιώτης, που περιπολούσε έπιασε τους δύο Αρβανίτες και τους οδήγησε στον Σταϊκόπουλο. Ο Σταϊκόπουλος πληροφορήθηκε από αυτούς ότι στο Παλαμήδι έμειναν λίγοι άνδρες και ότι οι αξιωματικοί και οι στρατιώτες είχαν κατέβει στην πόλη και δεν γύρισαν. Ο Μοσχονησιώτης ήταν σίγουρος ότι οι Αρβανίτες έλεγαν την αλήθεια και παρακίνησε τον Σταϊκόπουλο να κάνουν ρεσάλτο. Για να τον πείσει, ότι οι πληροφοριοδότες έλεγαν την αλήθεια, δέχθηκε να ανέβει πρώτος με σκάλα στα τείχη του «Γιουρούς ντάπια» και αν οι στρατιώτες ήταν κοντά και ακούσουν πυροβολισμό, να καταλάβουν ότι σκοτώθηκε. Αν ακούσουν φωνές να συμπεράνουν ότι πιάστηκε αιχμάλωτος, οπότε να φύγουν και να τιμωρήσουν αυστηρά τους δύο Αρβανίτες, που είχαν αιχμαλωτίσει στην Άρια. Στην περίπτωση δε που βρει τον προμαχώνα αφρούρητο θα τους ειδοποιήσει να ανέλθουν και αυτοί τα τείχη. Ο Σταϊκόπουλος δέχθηκε την πρόταση. Πήρε μαζί του τον αδελφό του Αθανάσιο Σταϊκόπουλο, τον Δημήτριο Μοσχονησιώτη[2], τον πατέρα του Νικόλαο Μοσχονησιώτη και  άλλους 350 γεροδεμένους άνδρες, μαζί με λίγους ακόμη φιλέλληνες και ξεκίνησε αθόρυβα από το στρατόπεδο της Άριας, μέσα σε βροχερή νύκτα, με κατεύθυνση το Παλαμήδι. Τον ακολούθησαν ο αγειορίτης μοναχός Παφνούτιος και ο Αργείτης Πορτοκάλης, κουβαλώντας μία 5μετρη ξύλινη σκάλα για αναρρίχηση.

Ο Σταϊκόπουλος με ομιλία του εμψύχωσε τους άνδρες του για το ριψοκίνδυνο εγχείρημά τους. Άφησε ως οπισθοφυλακή τον αδελφό του επικεφαλή 270 ανδρών, μαζί με τον Νικόλαο Μοσχονησιώτη και 80 παλικάρια, προχωρεί στη «Γιουρούς Ντάπια». Τοποθετούν την ξύλινη σκάλα στο χαμηλότερο μέρος του τείχους. Ο Δημήτρης Μοσχονησιώτης κάνει το σημείο του σταυρού και πηδάει μέσα στη ντάπια. Εκεί είδε μόνο ένα Τούρκο. Κρατώντας στο ένα χέρι του το ξίφος και στο άλλο το πιστόλι, έκανε νόημα στον Τούρκο να μην κουνηθεί. Ξαφνιασμένος ο Τούρκος έπεσε στα γόνατά του και ζητούσε να τον λυπηθεί. Ο Δημήτρης Μοσχονησιώτης του έδεσε τα χέρια και του έκλεισε το στόμα. Αμέσως, κάλεσε και τους άλλους άνδρες ν’  ανέβουν στο τείχος άφοβα. Ο Σταϊκόπουλος μαζί με τους 80 άνδρες άρχισαν να ανεβαίνουν τη σκάλα, μαζί και ένας γέροντας κτίστης, ο Μανώλης Σκρεπετός, που είχε δουλέψει στο κτίσιμο του Παλαμηδιού και το γνώριζε πολύ καλά.

Ο Σταϊκόπουλος πήδησε μέσα και τον ακολούθησαν οι 80 άνδρες του. Άνοιξαν τη σιδερένια πόρτα του προμαχώνα. Από αυτή μπήκαν οι υπόλοιποι 270 άνδρες με τον Αθανάσιο Σταϊκόπουλο. Στη συνέχεια ο Δημήτρης Μοσχονησιώτης[3] ανέβηκε με τη σκάλα στη διπλανή «Τοβίλ ντάπια». Με τον ίδιο τρόπο κυρίευσαν και τον προμαχώνα του φρουραρχείου «Τζιδάρ ντάπια». Οι Τούρκοι αντικρίζοντας τους Έλληνες στο Παλαμήδι, κατέβηκαν τρέχοντας τα 999 σκαλιά. Εισήλθαν στην πόλη και ξύπνησαν τους Τούρκους της πόλης. Είχε ξημερώσει 30 Νοεμβρίου 1822!

Οι πορθητές άρχισαν να κανονιοβολούν την πόλη και το  Ίτς-Καλέ. Οι Τούρκοι, που ήταν κλεισμένοι στην «Μπαζιριάν ντάπια», της μόνης από τις οκτώ (8), που δεν κυρίευσαν οι πολιορκητές, σκέπτονταν να βάλουν φωτιά στην πυριτιδαποθήκη και να ανατιναχτούν. Αυτό το πληροφορήθηκε ο Σταϊκόπουλος από τον φρούραρχο Αμπτούλ αγά, που ήταν γνωστός του. Μίλησε με τους Τούρκους και τους έπεισε και κατέβηκαν ανενόχλητοι στην πόλη. Τους είπε μάλιστα να πείσουν και τους κατοίκους της πόλης να παραδοθούν χωρίς όρους.

Ο Σταϊκόπουλος έστειλε καβαλάρηδες ταχυδρόμους στην Κυβέρνηση στην Ερμιόνη και στον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, αναγγέλλοντάς τους τα νέα. Ο Γέρος του Μοριά έτρεξε αμέσως στο Παλαμήδι, νωρίς το πρωί. Διέταξε να πυροβολήσουν την πόλη, για να αναγκάσει τη φρουρά να παραδοθεί γρήγορα.

Παράδοση του Ναυπλίου

Οι Τούρκοι πασάδες με τη μεσολάβηση της Επιτροπής υπό τον επίσκοπο Βρεσθένης Θεοδώρητο, έστειλαν στον Κολοκοτρώνη επιτετραμμένους της πόλης, για να ρυθμίσουν τους όρους παράδοσης. Ο Αρχιστράτηγος τους υποδέχθηκε με ευγένεια και τους είπε ότι τους χαρίζει τη ζωή, να παραδώσουν τα φρούρια και με λίγα πράγματα να οδηγηθούν από τα ελληνικά καράβια σε όποιο τόπο ήθελαν.

Στις 3 Δεκεμβρίου οι Τούρκοι ηγέτες του Ναυπλίου υπέγραψαν τη συνθήκη, εκτός από τους τωρινό φρούραρχο Αλή Πασά και τον πρώην Σελήμ Πασά, που φοβόντουσαν την οργή του Σουλτάνου. Η συνθήκη περιείχε 11 όρους με τις γνωστές προτάσεις του Γέρου. Ο Κολοκοτρώνης έστειλε τον υπασπιστή του Φωτάκο Χρυσανθόπουλο στον Αλή Πασά, ο οποίος του παρέδωσε τα κλειδιά των φρουρίων.

Οι Τούρκοι, περί τα 3.250 άτομα, μετά από 22 ημέρες, επιβιβάστηκαν σε ελληνικά καράβια και μεταφέρθηκαν στη Μ. Ασία. Τα έξοδα της μεταφοράς τους, 110.000 γρόσια, τα πλήρωσε η Επιτροπή στους πλοιοκτήτες σε ασημένια σκεύη από τα λάφυρα της πόλης. Στο μεταξύ, ο Κολοκοτρώνης διέταξε όλα τα κινητά σκεύη και τα πολύτιμα αντικείμενα των Οθωμανών να τοποθετηθούν στο μεγάλο τζαμί της πόλης και να φυλάγονται από τον έμπιστό του αρχιγραμματέα Μιχάλη Οικονόμου. Διαμοίρασε δε τα κινητά αντικείμενα, που σώθηκαν από τη βουλιμία των πλιατσικολόγων, σε 1.000 ίσες μερίδες. Τις 100 μερίδες τις άφησε «για το Έθνος» και τις υπόλοιπες τις μοίρασε στους πολιορκητές.

Το Ναύπλιο στη συνέχεια της Επανάστασης έγινε η έδρα του Αγώνα και ενθάρρυνε τους επαναστάτες για την τελική απελευθέρωσή τους.

Μετά την Εκπόρθηση του Παλαμηδίου

Η Κυβέρνηση προήγαγε τον Σταϊκόπουλο στον βαθμό του Ταξίαρχου, την 12 Μαρτίου 1822. Στον βαθμό του χιλίαρχου προβιβάστηκε στις 13 Οκτωβρίου 1822. Η μεγάλη του ώρα ήταν το Παλαμήδι. Με την άλωση του Παλαμηδιού ονομάστηκε στρατηγός στις 3 Δεκεμβρίου 1822, σε ηλικία μόνο 24 ετών και με το βαθμό αυτό συνέχισε τον Αγώνα του ’21. Λόγω όμως του ευερέθιστου χαρακτήρα του, δεν έγινε ποτέ φρούραρχος του Παλαμηδιού, ούτε του Ίτς-Καλέ, όπως θα ήθελε και είχε μόνιμο οικονομικό πρόβλημα, καθώς και προβλήματα κοινωνικής προσαρμογής.

Τον Απρίλιο 1823 έλαβε μέρος στη Β΄ Εθνική Συνέλευση του Άστρους. Με διαταγή του Εκτελεστικού, ανέλαβε την πολιορκία του Κάστρου του Ακροκορίνθου. Ήταν το δεύτερο κάστρο που έπεφτε από τον ήρωα. Στις 26 Οκτωβρίου 1823, το κάστρο παραδόθηκε. Ο Σταϊκόπουλος ζήτησε επίμονα από τον Κολοκοτρώνη το μερίδιο των ανδρών του για την άλωση του κάστρου. Ο Γέρος αντέδρασε και ο Σταϊκόπουλος πέταξε στο Γέρο το δακτυλίδι του αρραβώνα που είχε με την ανιψιά του.

Αργότερα, με την προτροπή του φίλου του Σπηλιωτόπουλου, παντρεύτηκε την κόρη του προέδρου της Αλωνίσταινας, Παναγιώτη Δημητρακόπουλου, την Κατερίνα, από την οποία απέκτησε μία κόρη, την οποία ονόμασε Ζαχαρούλα. Αργότερα, η Κυβέρνηση το 1842 την προίκισε με γη αξίας 3.5000 δραχμών.

Στις εμφύλιες ένοπλες διαμάχες που ακολούθησαν, ο Σταϊκόπουλος τάσσονταν πάντοτε στο πλευρό του Κολοκοτρώνη. Συνελήφθη από τους Κυβερνητικούς, μετά από σύντομη μάχη στον Άγιο Σώστη Αρκαδίας (13 Νοεμβρίου 1824) και φυλακίστηκε.

Με την απόβαση του Ιμπραήμ Πασά στην Πελοπόννησο και τον κίνδυνο κατάπνιξης της Επανάστασης, απελευθερώθηκε μαζί με τον Κολοκοτρώνη και τους άλλους φυλακισμένους στρατιωτικούς. Πήρε μέρος σε πολλές πολεμικές επιχειρήσεις εναντίον των αιγυπτιακών στρατευμάτων, όπως στην αποτυχημένη πολιορκία της Τριπολιτσάς (27 Δεκεμβρίου 1825), στην αψιμαχία στο Γεράκι (Σεπτέμβριος 1825) και στη μάχη του Μεχμεταγά (18 Ιουλίου 1826).  

Μετά την απελευθέρωση της χώρας υπήρξε από τους πρώτους αξιωματικούς του τακτικού στρατού, που οργάνωσε η Αντιβασιλεία. Είχε το βαθμό του αντισυνταγματάρχη της Φάλαγγας, όταν πέθανε στις 21 Φεβρουαρίου 1835 στο Ναύπλιο, σε ηλικία 37 ετών.

Το Τέλος του

Ένα περιστατικό θα καθορίσει την μετέπειτα κακή κατάσταση της υγείας του. Με τους άνδρες του είχε στρατοπεδεύσει στην Άρια, έξω από το Άργος.  Ένας στρατιώτης-του έκλεψε ένα ελάφι από παρακείμενο μοναστήρι και ο Σταϊκόπουλος ετοιμαζόταν να του κόψει το κεφάλι. Παρενέβη όμως ένας από τα ανίψια του, λέγοντάς του ψέματα, ότι αυτός σκότωσε το ελάφι, για να σώσει τον υπαίτιο και πιστεύοντας ότι ο θείος του δεν θα τον τιμωρήσει. Ο Σταϊκόπουλος δεν δίστασε! Σκότωσε τον ανιψιό του, χωρίς δίκη, χωρίς καν δεύτερη κουβέντα. Όταν αργότερα αποκαλύφθηκε η αλήθεια, σκότωσε και τον υπαίτιο. Έκτοτε είχε τύψεις που του χειροτέρευαν την ψυχική του υγεία, καθώς δυσκόλευαν τα χρόνια του Αγώνα. Οι σύγχρονοί του διηγούνταν, ότι ξυπνούσε τα βράδια, φορούσε τα άρματά του και μάχονταν με τους τοίχους του δωματίου του. Μετά έπεφτε στο πάτωμα, χτυπούσε το κεφάλι του και έκλεγε. Όταν περνούσε η κρίση του, συνερχόταν.

Μετά το 1825, ζει στην κυριολεξία, χωρίς μισθό και χωρίς σπίτι. Έμεινε μόνος του με τις δάφνες του και τον τίτλο του στρατηγού, χωρίς υλικό αντίκρισμα. Ο ψυχικός του κόσμος ήταν σε βρασμό. Διήγε περιοδικές μανιοκαταθλιπτικές κρίσεις, γεγονός που ανάγκαζε τις αρχές, βάσει των υφιστάμενων θεσμών να περιορίζουν τις κινήσεις του, αλλά και να τον φυλακίζουν. Έτσι, διέκοπταν την «αιχμή» των περιστατικών που προκαλούσε. Διέκοπταν ακόμη και την μισθοδοσία του ή αποβάλλονταν από τον τόπο του της κατοικίας του. Με αυτόν τον τρόπο αντιμετωπίζονταν οι ψυχικά άρρωστοι και ο Σταϊκούλης υφίστατο τις συνέπειες των «κανόνων» που ίσχυαν.

Ο Σταϊκόπουλος διαμένοντας στο Άργος ή στο Ναύπλιο, ασκούσε δριμεία κριτική κατά των κρατούντων και έγινε ιδιαίτερα προκλητικός κατά των Βαυαρών του Όθωνα. Δεν ήθελε να κατανοήσει γιατί οι ελευθερωτές της Πατρίδας έχασαν την πολιτική εξουσία. Την περίοδο του Καποδίστρια ήταν μεταξύ των δυσαρεστημένων άτακτων στρατιωτικών και «φώναζε» εναντίον του Κυβερνήτη. Οι ιθύνοντες έδειχναν επιείκεια, λόγω της αρρώστιάς του. Λόγω της περιοδικής φρενοβλάβειάς του, είχε γίνει επίφοβος και πολλές φορές επικίνδυνος για την κοινωνία. Σκληρότερη ήταν η τύχη του επί Αντιβασιλείας. Αναγνωρίστηκε με τον βαθμό του αντισυνταγματάρχη της Εθνοφυλακής, χωρίς όμως να του δοθεί το επίσημο δίπλωμα. Έπεσε σε δυσμένεια εξαιτίας της αλλοπρόσαλλης συμπεριφοράς του. Το σώμα της Εθνοφυλακής καταργήθηκε το 1835, το έτος θανάτου του ήρωα, χωρίς να έχει εισπράξει τις αποδοχές του βαθμού του, όπως ζητούσε αυτός, μετέπειτα η κόρη του και αργότερα τα εγγόνια του. Αλλά η Αντιβασιλεία, δεν δίστασε, τον έκλεισε στη φυλακή του Λεονάρδου. Έτσι, από την Υψηλή κορυφή του Παλαμηδιού έπεσε στον πάτο της φυλακής του Ναυπλίου. Την εποχή εκείνη, λόγω έλλειψης νοσοκομείων οι πάσχοντες «μανιοκαταθλιπτικοί» κλείνονταν στις φυλακές. Αιτία του θανάτου του ήταν η πλευρίτιδα. Μόλις είχε βγει από τη φυλακή, βρισκόμενος σε ανάρρωση σε σπίτι συγγενή του, καταλήφθηκε από μανία, βγήκε έξω ημίγυμνος και αρρώστησε. Έτσι, ο ηρωικός και τραγικός Σταϊκούλης πέθανε σχεδόν στην «ψάθα» της φυλακής, σε ηλικία 37 ετών!

Τελικά, ο ήρωας του Παλαμηδιού είχε τραγικό τέλος. Αρρώστησε από βαριά μελαγχολία, η οποία το 1833 τον οδήγησε στην «μανιοκατάθλιψη». Η ζωή του έγινε αφόρητη. Για να επιβιώσει, άρχισε να επαιτεί. Επειδή επιπλέον, εκφραζόταν άσχημα κατά των Βαυαρών, τον συνέλαβαν και τον φυλάκισαν στο υπόγειο του Βουλευτικού, με τη δικαιολογία του ταραξία. Οι κακουχίες και η έλλειψη στοιχειώδους μέριμνας, έφθειραν ανεπανόρθωτα την υγεία του και την 21 Φεβρουαρίου 1835 πέθανε, φέροντας τον βαθμό του αντισυνταγματάρχη.

Όντας, πάμφτωχος, φίλοι – συγγενείς έκαναν έρανο για να καλυφθούν τα έξοδα της κηδείας του. Οι Προεστοί, όμως, της πόλης ανέλαβαν κάθε δαπάνη, ώστε ο άτυχος ήρωας να κηδευτεί με μεγαλοπρέπεια, παρουσία των στρατιωτικών και πολιτικών αρχών. Τον αποχαιρέτησε με συγκινητικό λόγο ο διάκονος – λόγιος Ευγένιος Διογενίδης.

Πάρκο Σταϊκόπουλου | Εικονική Περιήγηση στο Ναύπλιο

Η πόλη του Ναυπλίου τον τίμησε με μία κεντρική οδό και πλατεία, στο όνομά του. Στην πλατεία του Σταϊκόπουλου, κάθε έτος, την τελευταία Κυριακή Νοεμβρίου, γίνονται πανηγυρικές εκδηλώσεις προς τιμή του. Στο βάθρο του ήρωα, ο ποιητής Κ. Κωστούρος, έγραψε τους ακόλουθους στίχους:

«Αγέραστος κι αθάνατος, πάντα κοντά μας μένεις

του Εικοσιένα σταυραετέ, της λευτεριάς πουλί.

Ω Πορθητή του πιο τρανού Κάστρου της οικουμένης

που δέχθηκες στο μέτωπο της Δόξας το φιλί».

Στις 14 Αυγούστου 1996 έγινε η αδελφοποίηση του Ναυπλίου και της Ζάτουνας, για να τιμηθεί ο ήρωας και οι αγώνες του για την απελευθέρωση της πόλης του Ναυπλίου. Σήμερα υπάρχουν δύο ανδριάντες του: ο πρώτος κάτω από το κάστρο του Παλαμηδιού, που έγινε το 1966 με δαπάνες της δισέγγονής του, Ζαχαρούλας, που φιλοτέχνησε ο γλύπτης Νικόλας, ο δε δεύτερος στη γενέτειρά του Ζάτουνα, που τα αποκαλυπτήρια έγιναν στις 13 Αυγούστου 1983. Στη Ζάτουνα, στο πατρικό σπίτι του έχει τοποθετηθεί αναμνηστική πλάκα.

 

Επίλογος

Ποια δύναμη όπλισε με κουράγιο και παράτολμο θάρρος τις καρδιές του Σταϊκόπουλου και των ανδρών του, ώστε τη νύχτα της 29ης προς 30η Νοεμβρίου να ξεκινήσουν κάτω από συνεχή βροχή και να κυριεύσουν το Παλαμήδι και να φέρουν στον Αγώνα του ’21 μία περιφανή νίκη, στο αρχικό και δύσκολο ξεκίνημα! Η πόλη του Ναυπλίου, που αποτέλεσε το μοναδικό απόρθητο τμήμα της Πελοποννήσου, στις κατακτητικές επελάσεις του Ιμπραήμ Πασά, μετά το 1825 και υπήρξε η πρώτη έδρα του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους.

Η άλωση του Παλαμηδιού φώτισε σε μία δύσκολη αρχή της Επανάστασης, τη σημασία της προσωπικότητας των ανθρώπων που οδήγησαν την Πατρίδα, βήμα βήμα στην ελευθερία. Ανάμεσά τους ξεχωριστή θέση κατέχει και ο Σταϊκούλης, που αναφέρεται με το χαϊδευτικό του ακόμη και σήμερα, για να τονίσει τη σημαντική θέση στις καρδιές των Ελλήνων. Γόνος ευκατάστατης οικογένειας και γνωστός για τις δεξιότητές του στο εμπόριο, θα μπορούσε να εξελιχθεί σε μεγάλο έμπορο και να αποκομίσει τα οφέλη μιας πλούσιας και ήρεμης ζωής. Αντίθετα, ο Σταϊκόπουλος ήταν κατασκευασμένος από ατόφια υλικά. Από αυτά, που η ιστορία ρίχνει στην ανθρώπινη πάστα, για να δημιουργήσει άτομα ξεχωριστά, που προσανατολίζουν και κατευθύνουν τους λαούς, από τα σκοτάδια στα μεγάλα ξέφωτα. Οι Έλληνες, οι απόγονοι του Σταϊκόπουλου, του «παράφρονα» ήρωα, αντιλαμβάνονται την παρακαταθήκη, που εκείνος τους κληροδότησε!

Στάικος Σταϊκόπουλος – Staikos Staikopoulos – Photos of Greece

Βιβλιογραφικές και Διαδικτυακές Αναφορές

  • Από τα Τελευταία Χρόνια του Στάικου Σταϊκόπουλου, διατίθεται στο διαδικτυακό τόπο: https://www.argolikivivliothiki.gr, 25-11-2021.
  • Βιογραφία Στάικου Σταϊκόπουλου, διατίθεται στο διαδικτυακό τόπο: https://www.sansimera.gr, 25-11-2021.
  • Γιαννόπουλος, Νίκος. (2016). 1821. Οι μάχες των Ελλήνων για την ελευθερία, Αθήνα: Historical Quest.
  • Η Άλωση του Παλαμηδιού και ο Στάικος Σταϊκόπουλος, διατίθεται στο διαδικτυακό τόπο: https://www.argolikivivliothiki.gr, 25-11-2021.
  • Η Άλωση του Παλαμηδιού, διατίθεται στο διαδικτυακό τόπο: https://www.argolikivivliothiki.gr, 25-11-2021.
  • Ιστορία του ελληνικού Έθνους. (1975). Τόμοι ΙΑ’ – ΙΒ’, Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών.
  • Μοσχονησιώτης Δημήτριος–Ο πρωταγωνιστής της άλωσης του Παλαμηδιού, διατίθεται στο διαδικτυακό τόπο: https://www.argolikivivliothiki.gr, 25-11-2021.
  • Οι Ήρωες του 1821, διατίθεται στο διαδικτυακό τόπο: https://hellenic-college.gr, 25-11-2021.
  • Στάικος Σταϊκόπουλος: Ο ήρωας του Παλαμηδιού που τρελάθηκε από μελαγχολία και πέθανε πάμπτωχος την ημέρα που αποφυλακίστηκε, 24 Νοεμβρίου 2017, διατίθεται στο διαδικτυακό τόπο: https:://www.argolikeseidhseis.gr, 25-11-2021.
  • Στάικος Σταϊκόπουλος …. ξεχασμένος ήρωας, διατίθεται στο διαδικτυακό τόπο: https:://www.chilonas.com, 25-11-2021
  • Στάικος Σταϊκόπουλος (1798-1835), διατίθεται στο διαδικτυακό τόπο: https://www.argolikivivliothiki.gr, 25-11-2021.
  • Φιλήμων, Ιωάννης. Δοκίμιον Ιστορικόν περί της Ελληνικής Επαναστάσεως, 1859-1861, τόμος Α’.
  • Φωτιάδης, Δημήτριος. (1971). Η Επανάσταση του ‘21, 2η έκδοση, τόμος Ι’ , Αθήνα: Ν. Βότση.
  • Χατζόπουλος, Γιώργος. (22 Φεβρουαρίου 2011), Στάικος Σταϊκόπουλος, διατίθεται στο διαδικτυακό τόπο: https://www.cityofnafplio.com, 25-11-2021.
  • 18 Ιουλίου 1826: Μάχη του Μεχμεταγά, διατίθεται στο διαδικτυακό τόπο: https://www.infognomon.gr, 25-11-2021.
  • 1821 Στάικος Σταϊκόπουλος. Ο ήρωας πορθητής του Παλαμηδιού κατέληξε επαίτης στην ελεύθερη Ελλάδα. Η κατάθλιψη, η φυλάκιση και το τραγικό του τέλος, διατίθεται στο διαδικτυακό τόπο: https://maixanitouxronou.gr, 25-11-2021.

[1] Ntapya = προπύργιο, προμαχώνας

[2] Ο Δημήτρης Μοσχονησιώτης γεννήθηκε στις Κυδωνιές (Αϊβαλί) της Μ. Ασίας. Στις 2 Ιουνίου 1821, οι Τούρκοι κατέστρεψαν την πόλη του, για εκδίκηση που οι Έλληνες είχαν πυρπολήσει ένα πλοίο τους στην Ερεσό, στις 27 Μαΐου 1821. Μαζί με τον πατέρα του, Νικόλαο Μοσχονησιώτη, κατέφυγαν στο Ναύπλιο, όπου κατατάχθηκαν στις ελληνικές δυνάμεις. Από τις Κυδωνιές ήταν και η παλιά αρχόντισσα Πανωραία Χατζηκώστα, που κατάντησε να την αποκαλούν στο Ναύπλιο, «Ψωροκώσταινα».

[3] Ο Αϊβαλιώτης αγωνιστής επικαλείται σε μετέπειτα έγγραφό του, την δελεαστική πρόταση που του έκανε ο Σταϊκόπουλος, προκειμένου να τολμήσει την ριψοκίνδυνη ενέργειά του. Του έταξε πεντακόσια λάφυρα περισσότερα από αυτά που δικαιούνταν, χίλια γρόσια, αλλά και τα ίδια του τα έρματα και τις πιστόλες του. Ο Σταϊκόπουλος του τα υποσχέθηκε εκείνη τη δραματική και κρίσιμη στιγμή. Δυστυχώς, ο ήρωας δεν μπόρεσε τελικά να εκπληρώσει την υπόσχεσή του!

Συνέχεια ανάγνωσης

Ελληνική Επανάσταση 1821

27 Σεπτεμβρίου του 1831: Δολοφονείται ο Ιωάννης Καποδίστριας! Ο ρόλος του ως στρατιωτικού ηγέτη

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Για πολλούς ο Ιωάννης Καποδίστριας είναι ο κορυφαίος Έλληνας πολιτικός που γνώρισε η νεότερη Ελλάδα, που όμοιος του δεν έχει υπάρξει από τότε.

Ο αντικειμενικός σκοπός του Καποδίστρια ήταν να συνεχίσει τον πόλεμο και να εκδιώξει τα εχθρικά στρατεύματα από την ηπειρωτική Ελλάδα, ώστε τα διαπραγματευόμενα σύνορα του νέου κράτους να φτάνουν μέχρι τη γραμμή Άρτας- κόλπου Βόλου, σύνορα που θεωρούσε ότι μπορούσαν να εξασφαλιστούν στρατιωτικά

Του Σπύρου Μουτάφη

Στις 27 Σεπτεμβρίου του 1831 ο Ιωάννης Καποδίστριας δολοφονήθηκε στο Ναύπλιο από μέλη της οικογένειας του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Για πολλούς ο Ιωάννης Καποδίστριας είναι ο κορυφαίος Έλληνας πολιτικός που γνώρισε η νεότερη Ελλάδα, που όμοιος του δεν έχει υπάρξει από τότε. Ο Καποδίστριας δημιούργησε το ελληνικό κράτος εκ του μηδενός και το έργο του αφορούσε το σύνολο των λειτουργιών του νεότευκτου κράτους. Μια ενδιαφέρουσα πτυχή του κυβερνήτη είναι εκείνη του στρατιωτικού ηγέτη, η οποία συνήθως παραγκωνίζεται από τον ρόλο του ως διπλωμάτη και ως κυβερνήτη. Ποιος ήταν, λοιπόν,ο στρατιωτικός ηγέτης Ιωάννης Καποδίστριας;

Η άφιξη του κυβερνήτη και η κατάσταση που υπήρχε

Τον Ιανουάριο του 1828 όταν ο Καποδίστριας έφτασε στην Ελλάδα, έπειτα από την απόφαση της Γ’ Εθνοσυνέλευσης της Τροιζήνας, η κατάσταση που υπήρχε ήταν αποκαρδιωτική. Η επανάσταση βρισκόταν σε δυσμενή κατάσταση, καθώς η πλειοψηφία των περιοχών που είχαν απελευθερωθεί τα πρώτα έτη της Επανάστασης είχαν περιέλθει στα χέρια του εχθρού ή ήταν έρμαιο του. Η εσωτερική κατάσταση ήταν εξίσου απελπιστική, καθώς η προσπάθεια του εχθρού να καταστρέψει τον ελληνικό πληθυσμό και τους οικονομικούς του πόρους του είχε ως συνέπεια σοβαρότατες απώλειες σε έμψυχο και υλικό δυναμικό1.

Η Υψηλή Πύλη θεωρούσε ότι μπορούσε ακόμα να καταπνίξει την Επανάσταση και ο Σουλτάνος Μαχμούτ Β’ συνέχιζε να κρατά μια άτεγκτη στάση μη αποδεχόμενος καμία λύση, παρά τις πιέσεις των Μεγάλων Δυνάμεων2.Γι ‘αυτό το σκοπό, ο Ιμπραήμ λεηλατούσε ανηλεώς την Πελοπόννησο, παράλληλα οι Οθωμανοί είχαν ισχυρά ερείσματα στην Στερεά3.

Η οργάνωση του στρατού από τον Καποδίστρια

Ο αντικειμενικός σκοπός του Καποδίστρια ήταν να συνεχίσει τον πόλεμο και να εκδιώξει τα εχθρικά στρατεύματα από την ηπειρωτική Ελλάδα, ώστε τα διαπραγματευόμενα σύνορα του νέου κράτους να φτάνουν μέχρι τη γραμμή Άρτας- κόλπου Βόλου, σύνορα που θεωρούσε ότι μπορούσαν να εξασφαλιστούν στρατιωτικά4.

Για να το πετύχει αυτό ο Καποδίστριας ανέλαβε ο ίδιος την διοίκηση του στρατού και του στόλου, διόρισε σε μείζονες θέσεις ικανά άτομα που διέθεταν την αποδοχή των υπολοίπων και αντικατέστησε τις παλιές φρουρές με νέα πειθαρχημένα τμήματα5. Έτσι, η Επανάσταση έλαβε νέα δυναμική και αναζωπυρώθηκε. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι την γενική διεύθυνση του πολέμου την ανέλαβε ο ίδιος ο Καποδίστριας6.

Ο Καποδίστριας προχώρησε στην οργάνωση των άτακτων σωμάτων του στρατού ,στην δημιουργία τακτικού στρατού και στην οργάνωση του στόλου, διορίζοντας σε υψηλές ηγετικές θέσεις του στρατού τον Κολοκοτρώνη, τον Δημήτριο Υψηλάντη και τον στρατηγό Τσώρτς, συγχρόνως υψηλές θέσεις στον στόλο ανέλαβαν ο Μιαούλης, ο Σαχτούρης, ο Σαχίνης και ο πλοίαρχος ‘Αστιγξ7. Σε ότι αφορά την οργάνωση τακτικού στρατού Γάλλοι αξιωματικοί ανέλαβαν τον σημαντικό ρόλο να αποτελέσουν τον πυρήνα του τακτικού στρατού8.

Κάτι εξίσου σημαντικό με την αναδιοργάνωση του στρατού ήταν η δημιουργία της σχολής Ευελπίδων9και η ίδρυση στρατιωτικού νοσοκομείου στο Ναύπλιο το καλοκαίρι του 182810.

Το εσωτερικό μέτωπο

Πέρα από τον πόλεμο με τους Οθωμανούς και τους Αιγύπτιους ο κυβερνήτης έπρεπε να αντιμετωπίσει και την πειρατεία στο εσωτερικό, καθώς οι πειρατές λυμαίνονταν εμπορικά πλοία στο Αιγαίο τόσο ελληνικά όσο και Ευρωπαϊκά και πέρα από τις απτές συνέπειες που είχαν στην οικονομία και στην εσωτερική ασφάλεια αμαύρωναν την εικόνα της Ελλάδας στο εξωτερικό και δημιουργούσαν την εκνευρισμό στις Μεγάλες Δυνάμεις.

Η πρώτη αποστολή που ανατέθηκε στον αναδιοργανωμένο ελληνικό στόλο ήταν η πάταξη της πειρατείας στις Βόρειες Σποράδες και τη Γραμβούσα της Κρήτης, όπου οι πειρατές είχαν τις βάσεις τους11.Επικεφαλής της επιχείρησης ορίστηκε ο μπαρουτοκαπνισμένος και ικανότατος Μιαούλης, ο οποίος έφερε εις πέρας την αποστολή που του ανατέθηκε12και εξασφάλισε την ασφαλή διέλευση των πλοίων στο Αιγαίο. Ωστόσο, η εξάλειψη της πειρατείας αποδείχθηκε θνησιγενής επιτυχία καθώς έπειτα από λίγα έτη οι πειρατές επέστρεψαν στα νερά του Αιγαίου και μάλιστα μετά την δολοφονία του κυβερνήτη, υπήρξε έντονη δραστηριότητα των πειρατών, γεγονός που εν μέρει οφειλόταν στις οικονομικές και κοινωνικές παθογένειες του νεοπαγούς κράτος13.

Ευκολότερο ήταν το έργο της εξάλειψης της ληστείας της υπαίθρου, η οποία αντιμετωπίστηκε χάρι στην αναδιοργάνωση του στρατού και συγκεκριμένα των άτακτων στρατευμάτων14. Προς επίρρωση της εσωτερικής ασφάλειας ίδρυσε την Πολιταρχία, την πρώτη Ελληνική Αστυνομία στο Ναύπλιο, η οποία είχε διευρυμένα καθήκοντα και καταπολέμησε τις ασυδοσίες των στρατιωτών εις βάρος του τοπικού πληθυσμού15.

Η στρατιωτική στρατηγική του Καποδίστρια

Κατά την άφιξη του κυβερνήτη η ελεύθερη Ελλάδα αποτελούταν από το Ναύπλιο, μερικές πόλεις της Ανατολικής Πελοποννήσου, τη Μάνη, την περιοχή του Ισθμού μέχρι την Ελευσίνα, μια μικρή έκταση στην Δυτική Στερεά και τα νησιά του Αργοσαρωνικού16.

Ως αντικειμενικό σκοπό ο Καποδίστριας καθόρισε την απελευθέρωση της Στερεάς, διότι γνώριζε ότι η Πελοπόννησος θα ήταν ο πυρήνας του νέου κράτους, οι Μεγάλες Δυνάμεις και συγκεκριμένα η Αγγλία δεν υποστήριζαν τη θέση η Ελλάδα να συμπεριλαμβάνει και τη Στερεά, έτσι ο σκοπός του ήταν να φέρει αντιμέτωπες τις Μεγάλες Δυνάμεις με τετελεσμένα γεγονότα17. Στο διπλωματικό μέτωπο, ως δεινός διπλωμάτης που ήταν άρχισε τις διαπραγματεύσεις για τα σύνορα ζητώντας όσα περισσότερα μπορούσε μεταξύ αυτών την Κρήτη, την Ήπειρο, την Θεσσαλία, την Μακεδονία, την Σάμο και την Χίο18, παρόλο που γνώριζε τη δυσφορία των Μεγάλων Δυνάμεων με το να έχει η Ελλάδα τόσο διευρυμένα σύνορα.

Σε επιχειρησιακό επίπεδο ο στόλος ανέλαβε την κατάληψη της Χίου και τον ναυτικό αποκλεισμό αποκλεισμό της Κρήτης και τα παραλία της Πελοποννήσου ώστε να πλήξουν τον ανεφοδιασμό και γενικά την επιμελητεία του στρατού του Ιμπραήμ19.

Η τακτική του Καποδίστρια δεν ήταν η κατά μέτωπο επίθεση του εχθρού εναντίον του κέντρου βάρους του με σκοπό την εκμηδένιση του αλλά η έμμεση προσέγγιση. Αυτό αφορά την αποκοπή των γραμμών εφοδιασμού του εχθρού, την κατάληψη ασφαλών θέσεων και την επίθεση σε μεμονωμένα τμήματα του αντιπάλου20.

Μια μεταβολή που έγειρε την πλάστιγγα υπέρ της ελληνικής πλευράς ήταν η αλλαγή της συμπεριφοράς του στρατού απέναντι στους εχθρούς, δηλαδή η πολιτισμένη και όχι η απάνθρωπη συμπεριφορά έναντι των αιχμαλώτων και των αμάχων και η τήρηση των συμφωνηθέντων ανάμεσα στους αντιμαχόμενους. Γεγονός που μεσοπρόθεσμα οδηγούσε τους αντίπαλους στρατούς να συνθηκολογούν πιο εύκολα και να παραδίδουν φρούρια, κάτι που ανύψωσε το κύρος της Ελλάδας και εξοικονομούσε δυνάμεις για άλλα μέτωπα21.

Με την έναρξη του πολέμου της Ανδριανουπόλεως (1828-1829) τον Απρίλιο του 1828 ανάμεσα στη Ρωσία και την Οθωμανούς ο Καποδίστριας αξιοποίησε αυτό το γεγονός πείθοντας του Γάλλους να στείλουν στρατό στην Ελλάδα για να εξισορροπήσουν τη ρωσική επιρροή στο ελληνικό ζήτημα22. Η Γαλλία ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση του Καποδίστρια και έστειλε στρατό στην Πελοπόννησο υπό τον στρατηγό Μαιζών με αντικειμενικό σκοπό την εκδίωξη του αιγυπτιακού στρατού από τον Μοριά, η Γαλλία με αυτή την εμπλοκή της θα ανέστηνε το πληγωμένο της κύρος μετά την ήττα της το 1814-1815 και θα επανερχόταν στο προσκήνιο ως η μεγάλη δύναμη της Μεσογείου23.Ο Καποδίστριας πέτυχε τον στόχο του και ο Ιμπραήμ αποχώρησε από την Πελοπόννησο τον Αύγουστο του 1828, μη έχοντας πετύχει τον αντικειμενικό του σκοπό που δεν ήταν άλλος από την κατάπνιξη της Επανάστασης στον Μοριά, ενώ δέκα μήνες αργότερα οι Γάλλοι με τη σειρά τους αποχώρησαν από την Ελλάδα24.

Στο μέτωπο της Στερεάς ο ελληνικός στόλος απέκλεισε τον Αμβρακικό και ο κυβερνήτης συντόνισε τις ενέργειες του στρατού προς κατάληψη των φρουρίων της Ναυπάκτου, του Ρίου και της μαρτυρικής πόλης του Μεσολογγίου. Όσο ο στρατός έδινε μάχες στο πολεμικό πεδίο, ο κυβερνήτης έδινε τις δικές του στο διπλωματικό και μια από αυτές ήταν η άρνηση να διατάξει την αποχώρηση του στρατού από την Στερεά καθ’ υπόδειξη των Άγγλων, αρνούμενος ο Καποδίστριας βρήκε ως συμπαραστάτη τη Γαλλία25. Με την αποχώρηση του Ιμπραήμ από την Πελοπόννησο αποδέσμευσε δυνάμεις από τον Μοριά και τις μετέφερε στο μέτωπο της Στερεάς με αντικειμενικό σκοπό την απελευθέρωση και του υπόλοιπου τμήματος της. Η πλήρης κατάληψη της Στερεάς ολοκληρώθηκε τον Σεπτέμβριο του 1829 με την μάχη της Πέτρας26.

Οι παραπάνω επιτυχίες αναδεικνύουν μια αγνοημένη πτυχή της πληθωρικής προσωπικότητας του κυβερνήτη, εκείνη του στρατιωτικού ηγέτη, ο οποίος ανέτρεψε τα δεδομένα και χάρη στην υψηλή στρατηγική του δημιούργησε τετελεσμένα σε πολεμικό επίπεδο και συνέβαλε τα μάλα, όχι μόνο στην ολοκλήρωση της επανάστασης αλλά κυρίως στην αναζωπύρωση της εναντίον δύο ισχυρών αντιπάλων. Με άλλα λόγια ο συντελέστης που αντέστρεψε τα δεδομένα ήταν η ανάληψη από τον Καποδίστρια της διακυβέρνησης της χώρας και κυρίως η ανάληψη της ηγεσίας της Επαναστάσεως27.

Ο Καποδίστριας ωστόσο δεν επέζησε προκειμένου να δει του κόπους τους δικούς του να ευοδώνονται ,διότι όταν καθορίστηκαν τα σύνορα της Ελλάδας το 1832, τα οποία ταυτίζονταν με εκείνα που είχε θέσει ως στόχο, ήταν ήδη δολοφονημένος.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

  • Αντιπλοίαρχος Πρωτονοτάριος Δημ.ΠΝ, «Ιωάννης Καποδίστριας. Προσωπικότητα Διεθνούς κύρους Κυβερνήτης της Νεώτερης Ελλάδας. Σκιαγράφηση και σχολιασμός πτυχών της δραστηριότητας του σε σχέση με το ευρωπαϊκό/πολιτικό σκηνικό της εποχής εκείνης», στο pn_1821/Ιωάννης%20Καποδίστριας.%20Προοσωπικότητα%20διεθνούς%20κύρους.pdf
  • Δεσποτόπουλος Αλέξανδρος, «ΝΕΑ ΙΣΧΥΡΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΕΩΣ ΚΑΙ ΑΙΣΙΑ ΕΚΒΑΣΗ ΤΗΣ 1828-1830», στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Τόμος 29, Μέρος Γ’σσ.66-124, Εκδοτική Αθηνών, 2021( ειδική έκδοση με την εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ).
  • Διβάνη Λένα, Η ΕΔΑΦΙΚΗ ΟΛΟΚΗΡΩΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ (1830-1947),Αθήνα, Εκδόσεις Καστανιώτη,2000.
  • Gallant W. Thomas , Νεότερη Ελλάδα: Από τον Πόλεμο της Ανεξαρτησίας μέχρι τις μέρες μας, Αθήνα, Πεδίο,2017.
  • Κωνσταντάρας Κωνσταντίνος, ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ: ο ηγέτης, ο κυβερνήτης, ο διπλωμάτης, ο άνθρωπος, Αθήνα, Ήλεκτρον, 2017( ειδική έκδοση για την εφημερίδα ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ).

1Αντιπλοίαρχος Δημ Πρωτονοτάριος ΠΝ, «Ιωάννης Καποδίστριας. Προσωπικότητα Διεθνούς κύρους Κυβερνήτης της Νεώτερης Ελλάδας. Σκιαγράφηση και σχολιασμός πτυχών της δραστηριότητας του σε σχέση με το ευρωπαϊκό/πολιτικό σκηνικό της εποχής εκείνης» ,στο pn_1821/Ιωάννης%20Καποδίστριας.%20Προοσωπικότητα%20διεθνούς%20κύρους.pdf ,σ.176.

2 Thomas W. Gallant, Νεότερη Ελλάδα: Από τον Πόλεμο της Ανεξαρτησίας μέχρι τις μέρες μας, Αθήνα, Πεδίο,2017, σ.103.

3 Κωνσταντίνος Κωνσταντάρας, ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ: ο ηγέτης, ο κυβερνήτης, ο διπλωμάτης, ο άνθρωπος, Αθήνα, Ήλεκτρον, 2017( ειδική έκδοση για την εφημερίδα ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ), σ.51.

4 Αλέξανδρος Δεσποτόπουλος, «ΝΕΑ ΙΣΧΥΡΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΕΩΣ ΚΑΙ ΑΙΣΙΑ ΕΚΒΑΣΗ ΤΗΣ 1828-1830», στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Τόμος 29, Μέρος Γ’, Εκδοτική Αθηνών, 2021( ειδική έκδοση με την εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ), σ,75.

5 Πρωτονοτάριος, «Καποδίστριας»,σ.177.

6 Δεσποτόπουλος, «ΙΣΧΥΡΟΠΟΙΗΣΗ»,σ,75.

7 Κωνσταντάρας, Καποδίστριας, σ,54-55.

8 Gallant, Ελλάδα, σ.104.

9 Κωνσταντάρας, Καποδίστριας, σ.56

10 Ό,π.,.π,σ.133.

11 Δεσποτόπουλος, «ΙΣΧΥΡΟΠΟΙΗΣΗ», σ.77.

12 Ό,π.

13 Κωνσταντάρας, Καποδίστριας,σ,115-117.

14 Δεσποτόπουλος, «ΙΣΧΥΡΟΠΟΙΗΣΗ»,Δσ.77-78.

15 Κωνσταντάρας, Καποδίστριας, σ,107.

16 Ό,π.,σ.53.

17 Δεσποτόπουλος, «ΙΣΧΥΡΟΠΟΙΗΣΗ», σ.90.

18 Λένα Διβάνη, Η ΕΔΑΦΙΚΗ ΟΛΟΚΗΡΩΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ (1830-1947),Αθήνα, Εκδόσεις Καστανιώτη,2000,σ.106.

19 Πρωτονοτάριος, «Καποδίστριας»,σ,176-177.

20 Κωνσταντάρας, Καποδίστριας, σ,54.

21 Δεσποτόπουλος, «ΙΣΧΥΡΟΠΟΙΗΣΗ»,σ,91.

22 Πρωτονοτάριος, «Καποδίστριας», σ,178.

23 Διβάνη, ολοκλήρωση, σ,104.

24 Πρωτονοτάριος, «Καποδίστριας», σ,178.

25 Διβάνη, Ολοκλήρωση, σ,108-109.

26 Πρωτονοτάριος, «Καποδίστριας», σ,178.

27 Δεσποτόπουλος, «ΙΣΧΥΡΟΠΟΙΗΣΗ», σ,66.

Συνέχεια ανάγνωσης

Ελληνική Επανάσταση 1821

23 Σεπτεμβρίου 1821: Η Άλωση της Τριπολιτσάς – Γεια και χαρά σας Μωραΐτες αδελφοί, τη λευτεριά η Ελλάδα μας χρωστά στη λεβεντιά σας

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Η θεμελίωση της Ελληνικής Επανάστασης στον Μοριά.

Του Σπύρου Μουτάφη

Στις 23 Σεπτεμβρίου 1821 η Επανάσταση θα γνωρίσει την μεγαλύτερη έως τότε νίκη της με την άλωση της οθωμανικής πρωτεύουσας του Μοριά και θα θέσει τις βάσεις της πάνω στις οποίες θα πορευτεί στην συνέχεια.

Η Τριπολιτσά κατά την Οθωμανική περίοδο

Η στρατηγική θέση της Τριπολιτσάς

Η πόλη αποτελούσε το μείζον διοικητικό και στρατιωτικό κέντρο όλης της Πελοποννήσου, καθώς εκεί είχε την έδρα του ο στρατιωτικός διοικητής1,ενώ ακόμα ήταν σημαντικό εμπορικό κέντρο σε οχυρή θέση, το οποίο προστατευόταν από τείχος2. Όποιος κατείχε την πόλη μπορούσε να προβάλει ισχύ σε ολόκληρη την περιφέρεια καθώς βρισκόταν στο κέντρο της χερσονήσου3.

Οι πλειοψηφία των κατοίκων ήταν Μουσουλμάνοι, με τους Χριστιανούς να τους ακολουθούν, ενώ στην πόλη είχε αναπτυχθεί μια εβραϊκή κοινότητα και τις προηγούμενες δεκαετίες είχε φτάσει στην πόλη μικρός αριθμός Αλβανών4. Από την στιγμή που ξέσπασε ο αγώνας οι Χριστιανοί άρχισαν να αποχωρούν από την πόλη, ενώ αντίστροφη πορεία είχαν οι Μουσουλμάνοι, οι οποίοι ήθελαν να εξασφαλίσουν την ασφάλεια τους μέσα στα τείχη της πόλης. Ο αριθμός των κατοίκων μετά από αυτές τις ανακατατάξεις βρισκόταν περίπου στις τριάντα πέντε χιλιάδες με μέγιστο αριθμό αυτό των σαράντα χιλιάδων5.

Τις παραμονές της Επανάστασης ο Οθωμανός διοικητής, θορυβούμενος από πληροφορίες για επικείμενη εξέγερση κάλεσε τους προκρίτους και επισκόπους στην πόλη, με πρόφαση μια σύσκεψη, ωστόσο όσοι πήγαν φυλακίστηκαν και κρατήθηκαν ως όμηροι.6

Πόλεμος της Τριπολιτζάς και των πέριξ αυτής χωρίων | Πίνακας του Παναγιώτη Ζωγράφου

Η στρατηγική του Κολοκοτρώνη

Ο Κολοκοτρώνης είχε συνειδητοποιήσει ότι για να απελευθερωθεί η Πελοπόννησος έπρεπε να χτυπήσουν εκεί που βρισκόταν το κέντρο ισχύος του αντιπάλου και μέσω αυτού του αποφασιστικού πλήγματος θα παρέλυε ολόκληρη η οθωμανική διοίκηση της χερσονήσου.

Ωστόσο, οι υπόλοιποι οπλαρχηγοί πρέσβευαν την ιδέα ότι έπρεπε να πολιορκούν ταυτόχρονα τα τοπικά κάστρα, όμως η στρατηγική του Κολοκοτρώνη επικράτησε και τον Απρίλιο άρχισε ο σταδιακός αποκλεισμός της πόλης, με τη δημιουργία στρατοπέδων γύρω από την Τριπολιτσά, με τυπικό αρχιστράτηγο τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, ο οποίος ακολούθησε πιστά την σκέψη του Κολοκοτρώνη7.

Οι επαναστάτες άρχισαν να στρατολογούν άνδρες από τις γύρω περιοχές, με σκοπό την δημιουργία στρατιωτικών σωμάτων, στα οποία τον ρόλο των αξιωματικών θα είχαν οι Μανιάτες8. Απείχαν πάρα πολύ οι επαναστάτες από το να έχουν ένα συγκροτημένο στρατό και ιεραρχημένο, επίσης, ένα ακόμα μειονέκτημα ήταν ότι δεν είχαν και τα μέσα για εκπορθούν οχυρωμένες θέσεις9.

Οι Έλληνες διέκοψαν την υδροδότηση της πόλης, αν και στην πόλη υπήρχαν πηγάδια, όμως με την πάροδο του χρόνου η κατάσταση μέσα στη πόλη χειροτέρευε, ενώ δεν έλειψαν και οι επιδημίες .

Ο Χουρσίτ Πασάς, ο διοικητής της Πελοποννήσου, οποίος είχε εκστρατεύσει κατά του Αλή Πασά, έστειλε τον πιστό του αξιωματικό Μουσταφάμπεη με δύναμη 3.500 Αλβανών προς ενίσχυση της πόλης, ο οποίος εισήλθε στην πόλη10.

Μάχες έξω από την πόλη

Οι Οθωμανοί προσπάθησαν να σπάσουν τον αποκλεισμό από τις ελληνικές δυνάμεις, όμως οι προσπάθειες τους αποκρούστηκαν στο Βαλτέτσι( 12 Μαΐου) και στο χωριό Δολιανά(18 Μαΐου). Στο Βαλτέτσι ο Κολοκοτρώνης κέρδισε το προσωνύμιο «Γέρος του Μοριά» και ο Νικηταράς στο χωριό Δολιανά το προσωνύμιο «Τουρκοφάγος»11. Η νίκη στο Βαλτέτσι ανέβασε το ηθικό των Ελλήνων και επιβεβαίωσε τις δυνατότητες τους στη μάχη, όταν όμως το ζητούμενο ήταν η απόκρουση της επίθεσης του αντιπάλου. Στις δύο μάχες το σκηνικό ήταν πανομοιότυπο, οι Έλληνες δημιουργούσαν κλειστά ταμπούρια και από εκεί μάχονταν12.

Τον Ιούνιο, έπειτα από αυτές τις επιτυχίες ο κλοιός άρχισε να σφίγγει γύρω από την πόλη με τους Έλληνες να προωθούν τις θέσεις τους πιο κοντά στην πόλη, ενώ ο αριθμός των Ελλήνων άρχιζε να αυξάνεται μετά τις επιτυχίες στις μάχες13.

Ο Δημήτριος Υψηλάντης έφτασε τις πρώτες ημέρες του Ιουλίου στο στρατόπεδο των Ελλήνων και αυτό εμψύχωσε τους Έλληνες. Ο Υψηλάντης με επιστολή του ζήτησε την παράδοση της πόλης χωρίς να λάβει απάντηση14.

Μια άλλη μάχη που διεξαγόταν ανάμεσα στις αντιμαχόμενες πλευρές ήταν εκείνης της σοδειάς, με τους Οθωμανούς να βγαίνουν από την πόλη για να θερίσουν και αυτό οδηγούσε σε αψιμαχίες σε καθημερινή βάση15.Αυτή η μάχη είχε λάβει την μορφή πολέμου φθοράς, με απώλειες και για τις δύο πλευρές16.

Οι Οθωμανοί διεξήγαγαν μια επιχείρηση έξω από την ασφάλεια των τειχών, με σκοπό να ανεφοδιαστούν. Ο Γέρος του Μοριά είχε μεριμνήσει και είχε την ιδέα να φτιάξουν μια γράνα (τάφρο) έξω από την πόλη προς αντιμετώπιση του αντίπαλου ιππικού. Κατά την επιστροφή τους από τον ανεφοδιασμό στις 10 Αυγούστου οι Οθωμανοί υπέστησαν βαριά ήττα, η οποία θα ήταν ακόμα μεγαλύτερη αν οι Έλληνες δεν καταπιάνονταν με την λαφυραγωγία17.Χάρι σε αυτή τη σύλληψη του Κολοκοτρώνη η μάχη ονομάστηκε «μάχη της Γράνας»18. Η επιτυχία της μάχης έφερε τους Έλληνες στη πεδιάδα μπροστά από τα τείχη, στην οποία είχαν δημιουργήσει οχυρώσεις, ταμπούρια και χαρακώματα μέσα στα οποία μάχονταν με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση19.

Η μεταφορά των Ελλήνων έξω από τα τείχη της πόλης, έπληξε περαιτέρω τους πολιορκούμενους με τους πρόσφυγες και τους φτωχούς να υποφέρουν περισσότερο από όλους και σαν να μην έφτανε αυτό μέσα στην πόλη έκανε την εμφάνιση του και ο τύφος20. Στο τέλος του Αυγούστου οι Οθωμανοί υπέστησαν δεινή ήττα στα Βασιλικά στη Φθιώτιδα και με σοβαρές απώλειες. Αυτό το οθωμανικό στράτευμα προοριζόταν για την Τρίπολη με σκοπό να λύσει την πολιορκία, ωστόσο οι οπλαρχηγοί της Στερεάς στέρησαν την τελευταία ελπίδα των Οθωμανών της Τριπολιτσάς21.

Διαπραγματεύσεις και συμφωνία με Αλβανούς

Οι διαπραγματεύσεις ανάμεσα στις δύο πλευρές για λύση της πολιορκίας και παράδοση της πόλης ναυάγησαν,22οδηγώντας πολλούς Μουσουλμάνους να διαπραγματευθούν την σωτηρία τους μόνοι τους , κάτι που ήταν συχνό φαινόμενο καθ’ όλη τη διάρκεια της πολιορκίας.

Οι Αλβανοί της πόλης ήρθαν σε συνεννόηση με τον ίδιο τον Κολοκοτρώνη με ζητούμενο να αποχωρήσουν αλώβητοι και πέτυχαν την συμφωνία. Οι Αλβανοί θα αποχωρούσαν από την πόλη ενώ ο ίδιος ο Γέρος του Μοριά εγγυήθηκε για αυτό δίνοντας και ως ενέχυρο τον ανιψιό του23. Σημαντικότερο όμως, ίσως ήταν ,ότι έδωσε τον λόγο της τιμής του( έδωσε μπέσα) για να αποχωρήσουν και να πάνε να πολεμήσουν στο πλευρό του Αλή Πασά24. Ενδιαφέρον γεγονός είναι ότι όπως ο Κολοκοτρώνης τίμησε τον λόγο του έτσι και οι Τουρκαλβανοί ως ανταπόδοση έναν χρόνο περίπου αργότερα αποχώρησαν από τον στρατό του Δράμαλη όταν εκείνος έφτασε στην περιοχή του Ισθμού καθώς είχαν δώσει και εκείνη τον λόγο τους ότι δεν θα ξανά πολεμήσουν στην Πελοπόννησο25.Έτσι η πόλη έχασε το πλέον αξιόμαχο μέρος του πληθυσμού της και οι Έλληνες ήταν έτοιμοι να ορμήσουν μέσα στην πόλη.

Η άλωση

Στις 23 Σεπτεμβρίου η πόλη αλώθηκε, καθιστώντας αυτό το γεγονός τη μεγαλύτερη στρατιωτική επιτυχία έως τότε26.Η αντίσταση μέσα στην πόλη ήταν πενιχρή ενώ οι Έλληνες δεν έδειξαν για κανέναν έλεος, στιγματίζονταν αυτή τη σημαντική επιτυχία της Επανάστασης. Παρόλο τις οδηγίες του Υψηλάντη οι Έλληνες κατέσφαξαν τον πληθυσμό της πόλης27, ενώ τα λάφυρα δεν συγκεντρώθηκαν με σκοπό να χρησιμοποιηθούν προκειμένου να δημιουργηθεί μια κεντρική διοίκηση αλλά στην πόλη οι ένοπλοι Έλληνες προχώρησαν σε πλιάτσικο. Από τη σφαγή δεν γλίτωσαν ούτε οι Εβραίοι της πόλης.

Η πόλη μετά την άλωση της έγινε η έδρα του ελεύθερου εδάφους και δημιούργησε τα θεμέλια πάνω στα οποία μπορούσε να θεμελιωθεί το νέο κράτος28.

Πηγές:

  • Μαργαρίτης Γιώργος, Ενάντια σε φρούρια και τείχη: Μια μικρή εισαγωγή για την Ελληνική Επανάσταση, Αθήνα, Διόπτρα, 2020.
  • Μιχαηλίδης Δ. Ιάκωβος , Θεόδωρος Κολοκοτρώνης: Ο στρατιωτικός ηγέτης της Ελληνικής Επανάστασης, Αθήνα, Μεταίχιο,2020.
  • Χαζηαναστασίου Τάσος – Κασιμάτη Μαρία, Πολεμώντας το’ 21: Οι σημαντικότερες συγκρούσεις του Αγώνα της Ανεξαρτησίας στη στεριά και στη θάλασσα μέσα από τις πηγές, Αθήνα, Εναλλακτικές εκδόσεις,2020.
  • https://www.protothema.gr/stories/article/823454/23-septemvriou-1821-i-alosi-tis-tripolitsas/
  • https://www.mixanitouxronou.gr/i-sygklonistiki-perigrafi-tis-alosis-tis-tripolitsas-pos-o-kolokotronis-poliorkise-to-propyrgio-ton-othomanon/

1https://www.mixanitouxronou.gr/i-sygklonistiki-perigrafi-tis-alosis-tis-tripolitsas-pos-o-kolokotronis-poliorkise-to-propyrgio-ton-othomanon/

2Τάσος Χαζηαναστασίου-Μαρία Κασιμάτη, Πολεμώντας το 21: Οι σημαντικότερες συγκρούσεις του Αγώνα της Ανεξαρτησίας στη στεριά και στη θάλασσα μέσα από τις πηγές, Αθήνα, Εναλλακτικές εκδόσεις,2020, σ.73.

3 Γιώργος Μαργαρίτης, Ενάντια σε φρούρια και τείχη: Μια μικρή εισαγωγή για την Ελληνική Επανάσταση, Αθήνα, Διόπτρα, 2020,σ. 231.

4 Χατζηαναστασίου- Κασιμάτη, Πολεμώντας το ‘21,σ.73.

5Ο,π., σ.74

6 Χατζηαναστασίου- Κασιμάτη, Πολεμώντας το ‘21,σ.73

7https://www.mixanitouxronou.gr/i-sygklonistiki-perigrafi-tis-alosis-tis-tripolitsas-pos-o-kolokotronis-poliorkise-to-propyrgio-ton-othomanon/

8 Μαργαρίτης, ενάντια,σ.236.

9 Χατζηαναστασίου- Κασιμάτη, Πολεμώντας,σ.74.

10 https://www.protothema.gr/stories/article/823454/23-septemvriou-1821-i-alosi-tis-tripolitsas/

11 https://www.mixanitouxronou.gr/i-sygklonistiki-perigrafi-tis-alosis-tis-tripolitsas-pos-o-kolokotronis-poliorkise-to-propyrgio-ton-othomanon/

12 Μαργαρίτης, ενάντια, σ. 264.

13 Ό,π

14 Χατζηαναστασίου-Κασιμάτη, Πολεμώντας,σ.81.

15 Χατζηαναστασίου-Κασιμάτη, Πολεμώντας,σ.81.

16 Μαργαρίτης, ενάντια,σ.273.

17 https://www.protothema.gr/stories/article/823454/23-septemvriou-1821-i-alosi-tis-tripolitsas/

18 https://www.mixanitouxronou.gr/i-sygklonistiki-perigrafi-tis-alosis-tis-tripolitsas-pos-o-kolokotronis-poliorkise-to-propyrgio-ton-othomanon/

19Μαργαρίτης, ενάντια,σ.274.

20 Ο.π,σ,276.

21 Χατζηαναστασίου-Κασιμάτη, Πολεμώντας, σ,91.

22 https://www.protothema.gr/stories/article/823454/23-septemvriou-1821-i-alosi-tis-tripolitsas/

23 Ιάκωβος Δ. Μιχαηλίδης, Θεόδωρος Κολοκοτρώνης: Ο στρατιωτικός ηγέτης της Ελληνικής Επανάστασης, Αθήνα, Μεταίχμιο,2020,σ.57.

24 Χατζηαναστασίου- Κασιμάτη, Πολεμώντας, σ,93.

25 https://www.mixanitouxronou.gr/i-sygklonistiki-perigrafi-tis-alosis-tis-tripolitsas-pos-o-kolokotronis-poliorkise-to-propyrgio-ton-othomanon/

26 Μιχαηλίδης, Κολοκοτρώνης,σ,58.

27 Ο.π.

28 Μαργαρίτης, ενάντια, σ,317.

Συνέχεια ανάγνωσης

Ελληνική Επανάσταση 1821

23 Απριλίου 1821: Η μάχη της Αλαμάνας και ο ηρωικός θάνατος του Αθανασίου Διάκου

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

του Χρόνη Βάρσου

Φιλολόγου-Ιστορικού Ερευνητή

      Το 1821 ξεκίνησε με τους καλύτερους οιωνούς για τους Έλληνες στο πολεμικό πεδίο, λόγω της αποστασίας του φιλόδοξου και πολύ ισχυρού Αλή πασά των Ιωαννίνων (1788-1822) εναντίον του σουλτάνου Μαχμούτ Β’ (1808-1839) ήδη από τον Μάιο του 1820. Η ανταρσία αντιμετωπίστηκε άμεσα και από το καλοκαίρι του 1820 πολυάριθμος οθωμανικός στρατός είχε σταλεί υπό τον αρχισερασκέρη Ισμαήλ Πασόμπεη στην Ήπειρο για να υποτάξει τον απείθαρχο Αλβανό πασά. Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα καταλήφθηκε ουσιαστικά όλο το κράτος του Αλή, από το Μεσολόγγι μέχρι το Δυρράχιο ενώ τουλάχιστον 18.000 άνδρες του, υπό τον Ομέρ Βρυώνη, αυτομόλησαν στους σουλτανικούς και ο ίδιος πολιορκούνταν από το φθινόπωρο στο κάστρο των Ιωαννίνων. Παράλληλα οι Σουλιώτες υπό τον Μάρκο Μπότσαρη είχαν ανακαταλάβει από τον Δεκέμβριο του 1820 το Σούλι μετά από 17 χρόνια εξορίας στην Κέρκυρα και διεξήγαγαν επιτυχημένο πόλεμο με τους σουλτανικούς, «συμμαχώντας» εικονικά με τον πρώην αδυσώπητο εχθρό τους, Αλή πασά. 

 

Οι συνθήκες έγιναν ακόμη ευνοϊκότερες για την επιτυχία της ελληνικής επανάστασης, όταν τον Ιανουάριο του 1821 κλήθηκε να ηγηθεί του σουλτανικού στρατού στα Γιάννενα ο Χουρσίτ Αχμέτ πασάς, εμπειρότατος και ικανότατος διοικητής, που μόλις τον Νοέμβριο του 1820 είχε αναλάβει τη διοίκηση της Πελοποννήσου ως Μόρα-βαλεσή. Ο Χουρσίτ, πρώην μεγάλος βεζίρης και νικητής των Σέρβων επαναστατών την περίοδο 1809-1813, θεωρούνταν η καλύτερη επιλογή και τον Μάρτιο αντικατέστησε τον αποτυχημένο Πασόμπεη. Η τουρκική δύναμη στην Πελοπόννησο αποδυναμωνόταν έτσι αισθητά τόσο σε άντρες όσο και από τη φυσική της ηγεσία, μένοντας με τη λανθασμένη εντύπωση ότι οι πληροφορίες για τον ξεσηκωμό των ραγιάδων ήταν απλά φήμες του ραδιούργου Αλή.

 Η έναρξη της επανάστασης στην ανατολική Στερεά

 Στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες της Μολδαβίας και Βλαχίας ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, ήδη από τις 22 Φεβρουαρίου, σημείωνε επιτυχίες ενώ στις 25 Μαρτίου είχε φτάσει έξω από το Βουκουρέστι. Στα νησιά η επανάσταση μέσα στο Μάρτιο είχε φουντώσει και ο ελληνικός στόλος κυριαρχούσε πλήρως στη θάλασσα. Στην Πελοπόννησο από τα τέλη Μαρτίου τα κυριότερο κάστρα πολιορκούνταν από τους επαναστάτες, ενώ το κέντρο της οθωμανικής διοίκησης, η Τρίπολη, βρισκόταν, αρχές Απριλίου, αποκλεισμένη όλο και πιο στενά από τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, με την εκεί τουρκική φρουρά να περιμένει απελπισμένα βοήθεια από τον Χουρσίτ στα Γιάννενα.

Οι αποφάσεις για την επανάσταση στη Στερεά πάρθηκαν στις 30 Ιανουαρίου 1821 στη σύσκεψη των αρματολών της Ρούμελης στο νησί της Λευκάδας. Εκεί αποφασίστηκε η επανάσταση να ξεκινήσει στις 25 Μαρτίου και ορίστηκαν υπεύθυνοι για τη δυτική Στερεά, οι Τσόγκας, Βαρνακιώτης και Καραϊσκάκης, ενώ για την ανατολική Στερεά, οι Ανδρούτσος και Πανουργιάς, που από τα τέλη του 1820 είχαν δραπετεύσει από τα Γιάννενα για τη Ρούμελη. Παράλληλα στις 12 Μαρτίου σε συνέλευση στην  Ι.Μ του Οσίου Λουκά Βοιωτίας, παρουσία του επισκόπου Σαλώνων Ησαΐα (1778-1821) και του αρματολού της Λιβαδειάς, Αθανασίου Διάκου (1788-1821), συμφωνήθηκε η συμμετοχή στην επανάσταση. Έτσι στην ανατολική Στερεά (αντίθετα με τη δυτική όπου δεν είχε σημειωθεί ακόμη καμία επαναστατική κίνηση) οι τουρκικές φρουρές εκκαθαρίστηκαν σχετικά γρήγορα το διάστημα 24 Μαρτίου – 13 Απριλίου 1821 από τη συντονισμένη δράση των Ελλήνων οπλαρχηγών (Δερβενοχώρια, Μεγαρίδα, Σάλωνα, Γαλαξίδι, Λιδωρίκι, Μαλανδρίνο, Λιβαδειά, Αταλάντη, Θήβα, Μενδενίτσα, Τουρκοχώρι).

Εξαιρώντας κανείς την περιοχή της Υπάτης (και φυσικά της Λαμίας που αποτελούσε μεγάλο οθωμανικό στρατιωτικό κέντρο, της Αθήνας και της Εύβοιας), όλη η ανατολική Στερεά έως το Σπερχειό ποταμό βρισκόταν πλέον υπό τον έλεγχο των επαναστατών που οχύρωσαν τα στενά των Θερμοπυλών. Ήδη από τις 10 Απριλίου οι Διάκος και Γιάννης Δυοβουνιώτης (1757-1831), αρματολός Ζητουνίου (Λαμίας) και Βοδονίτσας (Μενδενίτσας), ξεκίνησαν στις Κομποτάδες Φθιώτιδας συζητήσεις με τον αρματολό της Υπάτης (Πατραντζίκι), Μήτσο Κοντογιάννη, για να τον πείσουν να συμμετάσχει στην πολιορκία της. Οι δυνατότητες επίθεσης εναντίον του μεγάλου κάστρου της Λαμίας έγιναν αντικείμενο σύσκεψης στις 11 Απριλίου μεταξύ Διάκου και Δυοβουνιώτη στο χάνι της Αλαμάνας.

Στις 14 Απριλίου, 2.000 Έλληνες ένοπλοι υπό τους Διάκο, Δυοβουνιώτη και τον Πανουργιά (1759/67-1834), οπλαρχηγό των Σαλώνων (Άμφισσας), στρατοπέδευσαν στις Κομποτάδες όπου έγινε πολεμικό συμβούλιο (1η σύσκεψη) κάτω από τα αιωνόβια πλατάνια και σχέδια για την επίθεση στην Υπάτη αλλά και την τύχη των 2.000 αιχμαλώτων Τούρκων της ανατολικής Στερεάς. Ταυτόχρονα έγινε και μια αναγνωριστική επίθεση στα Καλύβια Λαμίας από τον Κομνά Τράκα (200 άνδρες) που υποχώρησε στο Μπεκή (Σταυρός Λαμίας) οχυρωμένος στην εκκλησία του χωριού, του Ι.Ν Αγ. Αθανασίου, απέναντι στις πολύ ισχυρές τουρκικές δυνάμεις που βγήκαν από το κάστρο της Λαμίας για να τον αναχαιτίσουν. Μια ευφάνταστη πρωτοβουλία των οπλαρχηγών από τις Κομποτάδες να επιστρατεύσουν όλα τα υποζύγια και να φανούν ως επελαύνουσα «μονάδα ιππικού», απεγκλώβιζε το τμήμα του Κ. Τράκα και οι Τούρκοι εξαπατημένοι, υποχώρησαν.

 Η αντίδραση των Τούρκων

ο Χουρσίτ Αχμέτ πασάς

 Οι ανησυχητικές εξελίξεις στο μέτωπο της ανατολικής Στερεάς και ο κίνδυνος που συνεπαγόταν για την άμυνα της Τρίπολης, που ήδη βρισκόταν υπό ασφυκτικό κλοιό, έγιναν γρήγορα αντιληπτές από τον πολύπειρο Χουρσίτ πασά στα Γιάννενα. Διατηρώντας τους θησαυρούς και το χαρέμι του στην Τρίπολη και μη μπορώντας να επέμβει ο ίδιος προσωπικά για να καταστείλει την επανάσταση, αποφάσισε να δράσει άμεσα. Έτσι στις 3 Απριλίου έφτασαν από τα Γιάννενα στην Πάτρα 600 άνδρες υπό τον Γιουσούφ Σελήμ πασά Σερεσλή (πρώην μπέη των Σερρών) για ενίσχυση της πόλης. Στις 6 Απριλίου, επιπλέον 3.500 Τουρκαλβανοί υπό τον Μουσταφάμπεη, κεχαγιάμπεη του Χουρσίτ, αποβιβάστηκαν στο Ρίο της Πάτρας για να ενισχύσουν την πολιορκημένη Τρίπολη και στις 15 Απριλίου μπήκαν στο Αίγιο.

Παράλληλα στις 9 Απριλίου, ξεκίνησε από τα Γιάννενα άλλο ένα εξαιρετικά ισχυρό στράτευμα από 8.000 πεζούς και 800 ιππείς υπό τον Σεϊτ (Κιοσέ) Μεχμέτ, προσωρινό αναπληρωτή Μόρα Βαλεσή και έμπιστο του Χουρσίτ, και τον Ομέρ Βρυώνη, σαντζάκμπεη του Βερατίου, ικανότατο στρατιωτικό, γνώστη των Ελλήνων οπλαρχηγών της Στερεάς, αλλά διοικητή αμφίβολης αξιοπιστίας (πρώην έμπιστος του Αλή πασά, πρόσφατα αυτομολήσας στο σουλτανικό στρατόπεδο από το καλοκαίρι του 1820). Μαζί με τους δύο πασάδες εξεστράτευσαν οι ικανότατοι Αλβανοί αρχηγοί Τελεχάμπεης, Μουστάμπεης Κιαφεζέζης, Χασάν Τομαρίτσας και Μεχμέτ Τσαπάρης ενώ ο στρατός αποτελούνταν από 4.000 Αλβανούς από το στρατόπεδο του Χουρσίτ πασά καθώς και 5.000 επιστρατευθέντες Κονιάρους της Θεσσαλίας και άτακτους μουσουλμάνους της Μακεδονίας. Σκοπός τους ήταν αρχικά η καταστολή της επανάστασης στην ανατολική Στερεά και στη συνέχεια το πέρασμα του Κιοσέ Μεχμέτ μέσω του ισθμού της Κορίνθου προς Ναύπλιο και του Ομέρ Βρυώνη μέσω Ιτέας στο Αίγιο της Πελοποννήσου για ενίσχυση του κάστρου της Τριπολιτσάς, καθώς και ο παράλληλος συντονισμός της δράσης τους με τον Γιουσούφ πασά της Πάτρας και τον Μουσταφάμπεη στην Τρίπολη. Ο κίνδυνος για την πορεία της επανάστασης ήταν πλέον ορατός.

 Η άφιξη της τουρκικής στρατιάς και η πολιορκία της Υπάτης

ο Ομέρ Βρυώνης

 Οι οπλαρχηγοί στις Κομποτάδες έχοντας ήδη καθυστερήσει υπερβολικά στις επαφές με τον οπλαρχηγό Κοντογιάννη για την επιχείρηση κατάληψης της Υπάτης, έστειλαν το βράδυ 16 Απριλίου τον Κ. Τράκα με 250 άνδρες μέσω του Σταυρού (Μπεκή) Λαμίας, στο Καλαμάκι (Δερβέν Φούρκα) για αναγνώριση. Εκεί ο Τράκας αντιμετώπισε την επομένη το πρωί στις 17 την εμπροσθοφυλακή του τουρκικού στρατού (800 Γκέγκηδες και Τσάμηδες ιππείς υπό τους Τελεχάμπεη και Μουστάμπεη) που προωθούνταν από τον βορρά προς Λαμία. Στη μάχη που διεξήχθη στο χωριό Καλαμάκι, όπου οι Τούρκοι οχυρώθηκαν εντός του Ι.Ν Αγίου Νικολάου, αναμένοντας ενισχύσεις από το υπόλοιπο στράτευμα που πλησίαζε, σκοτώθηκαν 17 Έλληνες και 30 Τούρκοι. Ο Τράκας, μπροστά στον όγκο όμως των τουρκικών δυνάμεων που θα κατέφθαναν σε λίγο, επέστρεψε ξημερώματα 18 Απριλίου στις Κομποτάδες για να ενημερώσει τους οπλαρχηγούς για τις αρνητικές εξελίξεις.

Στο μέτωπο της Υπάτης ξεκίνησε στις 18 του μήνα έστω και με καθυστέρηση η επίθεση από 1.200 Έλληνες υπό τον Κοντογιάννη, που μεταπείστηκε τελικά να συμμετάσχει, και 2.000 ενόπλους υπό τους Διάκο, Πανουργιά, Δυοβουνιώτη, Γκούρα και Σαφάκα. Αφού απωθήθηκαν οι Τούρκοι από το Αργυροχώρι (Βογομίλ), η Υπάτη πολιορκήθηκε πιο στενά και άρχισαν μάχες εντός της κωμόπολης. Η τουρκική φρουρά από 800 ενόπλους, ετοιμαζόταν να συνθηκολογήσει και να μετακινηθεί την επομένη μέρα στη Λαμία, αλλά το απόγευμα έφτασε η στρατιά του Ομέρ Βρυώνη (4.000 πεζοί και 800 ιππείς στο Λιανοκλάδι) και του Κιοσέ Μεχμέτ (4.000 πεζοί στη Λαμία). Οι οπλαρχηγοί από την Υπάτη βλέποντας τη δύσκολη θέση στην οποία βρίσκονταν, διέλυσαν την πολιορκία και έφυγαν το βράδυ της 18ης Απριλίου για τις Κομποτάδες, ενώ ο Κοντογιάννης υποχώρησε προς την ορεινή Ι.Μ Αγάθωνος για να προφυλαχθεί.

 Το σχέδιο των οπλαρχηγών

ο Αθανάσιος Διάκος

        Το βράδυ της 19ης Απριλίου έγινε μια καταδρομική επιχείρηση κατασκοπείας στο τουρκικό στρατόπεδο ώστε να εκτιμηθεί η πραγματική δύναμη του εκστρατευτικού σώματος. Στις 20 Απριλίου έγινε συμβούλιο των τριών οπλαρχηγών στις Κομποτάδες (2η σύσκεψη) όπου αποφασίστηκε, με δεδομένη την ισχύ και την επικινδυνότητα της τουρκικής προέλασης, να μετακινηθούν οι άμαχοι και τα γυναικόπαιδα σε ορεινές απρόσιτες τοποθεσίες για προστασία. Παράλληλα πάρθηκε και η απόφαση γενικής σφαγής των 2.000 Τούρκων αιχμαλώτων της ανατολικής Στερεάς υπό τον φόβο αυτομόλησης στους επελαύνοντες πασάδες αλλά και της κατασκοπείας. Για την υλοποίηση αυτής της σκληρής απόφασης εστάλη στα Σάλωνα ο Γκούρας.

 Την άλλη μέρα (21 Απριλίου) έγινε νέα σύσκεψη στη Χαλκωμάτα (μεταξύ Ι.Μ Δαμάστας και Ασωπού) για το σχέδιο αντιμετώπισης της τουρκικής στρατιάς. Η πρόταση του Δυοβουνιώτη, λόγω των ολιγάριθμων ελληνικών δυνάμεων (μόλις 1.500 άνδρες), για κατάληψη οχυρών θέσεων μόνο στην περιοχή Γοργοποτάμου – Αλεπόσπιτων, με δυνατότητα υποχώρησης στην Οίτη, απορρίφθηκε, αφού σύμφωνα με τους Διάκο και Πανουργιά έπρεπε να καταληφθούν οι δρόμοι που οδηγούσαν σε Βοιωτία και Σάλωνα ώστε να εμποδιστεί η κάθοδος του τουρκικού στρατού προς νότο. Έτσι αποφασίστηκε να τοποθετηθούν διάσπαρτες δυνάμεις σε όλο το μήκος του Σπερχειού νότια της Λαμίας. Περίπου 400 άνδρες υπό τον Δυοβουνιώτη οχυρώθηκαν σε Γοργοπόταμο – Αλεπόσπιτα – γέφυρα Φραντζή και την ορεινή θέση «Δέμα», θέτοντας φραγμό στη δίοδο προς Δωρίδα. Άλλοι 400 υπό τους Πανουργιά και επίσκοπο Σαλώνων Ησαΐα πήραν θέσεις άμυνας στη Χαλκωμάτα, και 200 υπό τον Κ. Τράκα και τον παπα-Ανδρέα από την Καλοσκοπή (Κουκουβίστα) Φωκίδας εντός του χωριού Ηράκλεια (Μουσταφάμπεη), προστατεύοντας τον δρόμο προς Σάλωνα. Ο Διάκος θα κάλυπτε με 200 άνδρες τη γέφυρα της Αλαμάνας (Καλύβας – Μπακογιάννης) και με 300 των οποίων ηγούνταν ο ίδιος, τις υπώρειες του Καλλιδρόμου στη θέση «Ποριά» κοντά στην Ι.Μ Δαμάστας, κλείνοντας το δρόμο προς Βοιωτία. Συνεπώς οι λιγοστές δυνάμεις των Ελλήνων κλήθηκαν να καλύψουν ένα εκτεταμένο μέτωπο μήκους σχεδόν 12 χλμ χωρίς σύνδεση, εφεδρείες και αλληλοϋποστήριξη μεταξύ τους, υπερασπιζόμενες 5 συνολικά τοποθεσίες απέναντι στον 6πλάσιο όγκο του οθωμανικού στρατού που θα εκκινούσε από Λιανοκλάδι και Λαμία.

 Η μάχη της Αλαμάνας

 

το πεδίο της μάχης

Παρά τις διαφορετικές προσεγγίσεις για την ακριβή ημέρα διεξαγωγής της μάχης, η 23η Απριλίου, προκρίνεται ως η πιο σωστή ημερομηνία, σύμφωνα με τους Απ. Βακαλόπουλο, Δ. Κόκκινο και Ιω. Φιλήμονα. Οι Ν. Σπηλιάδης και Χρ. Περραιβός την τοποθετούν στις 14 Απριλίου, ενώ κατά τους Σπ. Τρικούπη, Γ. Κρέμο, Κων. Παπαρηγόπουλο και Λ. Κουτσονίκα υποστηρίζεται η 22α Απριλίου.

Το πρωί της 23ης ο Ομέρ Βρυώνης με 4.000 πεζούς και 800 ιππείς ξεκίνησε από το Λιανοκλάδι και από δυτικά διέβη τον πλημμυρισμένο Σπερχειό και επιτέθηκε αρχικά στις θέσεις των 400 ανδρών του Δυοβουνιώτη σε Γοργοπόταμο – Αλεπόσπιτα. Ο Δυοβουνιώτης μη αντέχοντας την πίεση των 12πλασιων εχθρικών δυνάμεων, υποχώρησε στην ορεινή θέση «Δέμα» προς τα Δυό Βουνά. Στη συνέχεια οι Τούρκοι απερίσπαστοι προσέβαλαν ταυτόχρονα τις θέσεις των 400 ανδρών του Πανουργιά στη Χαλκωμάτα και των 200 του Τράκα που αμύνονταν οχυρωμένοι εντός της Ηράκλειας σε σπίτια, τον μύλο και την εκκλησία του Ι.Ν Ζωοδόχου Πηγής. Η ηρωική αντίσταση του Πανουργιά κάμφθηκε γρήγορα και όταν ο ίδιος μεταφέρθηκε τραυματισμένος στην Ι.Μ Δαμάστας, η άμυνα κατέρρευσε. Ο 43χρονος επίσκοπος Σαλώνων Ησαϊας έπεσε ηρωικά στην υποχώρηση μαζί με τον αδελφό του, ιερομόναχο παπα-Γιάννη και 30 μοναχούς της Ι.Μ Προφήτη Ηλία μαζί με δεκάδες άλλους, ενώ οι υπόλοιποι μαζί με τον Πανουργιά υποχώρησαν προς το Καλλίδρομο. Ο Ομέρ Βρυώνης αφού άφησε λίγες δυνάμεις υπό τους Χασάν Τομαρίτσα και Μεχμέτ Τσαπάρη για την πολιορκία του Τράκα στην Ηράκλεια, στράφηκε ανατολικά με τον κύριο όγκο του στρατού του εναντίον των θέσεων του Διάκου προς Αλαμάνα – Ποριά – Ι.Μ Δαμάστας. Παράλληλα ο Κιοσέ Μεχμέτ, προελαύνοντας από τη Λαμία προς την Αλαμάνα, προσέβαλε κι αυτός ταυτόχρονα από βορρά με 4.000 στρατό τους 500 άνδρες του Διάκου.

Ήταν φανερό ότι καμιά πιθανότητα νίκης δεν υπήρχε. Πλέον ο Διάκος δεχόταν επίθεση από δυτικά και βόρεια από συντριπτικά υπέρτερες δυνάμεις, τουλάχιστον 18πλάσιες. Οι αμυνόμενοι στη γέφυρα της Αλαμάνας περικυκλώθηκαν ενώ οι αξιωματικοί του Διάκου, Καλύβας και Μπακογιάννης, προσπάθησαν να κάνουν αντιπερισπασμό οχυρωμένοι σε ένα χάνι δίπλα στη γέφυρα μαζί με ελάχιστους πολεμιστές (4 ή 10). Ο Διάκος βρισκόταν μπροστά στο δίλημμα της ηρωικής θυσίας ή της διαφυγής μέσω Καλλιδρόμου. Υποχώρησε λοιπόν από τα «Ποριά» στην πιο ορεινή θέση «Μανδροστάματα» κοντά στην Ι.Μ Δαμάστας όπου συνέχισε την αντίσταση, αρνούμενος πρόταση (μάλλον του Βασίλη Μπούσγου) να φύγει με το άλογο που έφερε ο ιπποκόμος του Μπισπιρίγκος με τη φράση: «ο Διάκος δεν φεύγει. Δεν αφήνει τους συντρόφους του». Ο αδελφός του Κωνσταντίνος σκοτώθηκε και το σώμα του χρησιμοποιήθηκε από τον Διάκο ως πρόχωμα. Επιπλέον τραυματίστηκε στο δεξί του χέρι από σφαίρα και το σπαθί του έσπασε. Του έμεναν πια ελάχιστοι άνδρες – λιγότεροι από 30-40 (ή 48). Ανάμεσα στους νεκρούς κείτονταν και ο Ηγούμενος του μοναστηριού, Νεόφυτος, μαζί με ένοπλους καλόγερους. Του έμεναν πια μόνο 10 άνδρες και τραυματισμένος όπως ήταν ο Διάκος και περικυκλωμένος από παντού, έπεσε αιχμάλωτος στα χέρια των αντιπάλων του. Η τραγική συνέχεια είναι λίγο πολύ γνωστή. Οι Καλύβας και Μπακογιάννης έκαναν απελπισμένη έξοδο από το χάνι για να σώσουν τον αρχηγό τους και βρήκαν ένδοξο θάνατο. Παρά τον ηρωισμό των υπερασπιστών, η μάχη είχε χαθεί και σύμφωνα με τον Ιω. Φιλήμονα πάνω από 200 Έλληνες ήταν νεκροί (ο Χρ. Περραιβός αναφέρει 87 νεκρούς, ο Ν. Σπηλιάδης 100, οι Σπ. Τρικούπης και Δ. Κόκκινος 300). Οι τουρκικές απώλειες περιορίζονταν σε 150 νεκρούς σύμφωνα με τον Φιλήμονα, 600 κατά τον Πουκεβίλ ή 500 κατά τον Μακρυγιάννη.

 Ο μαρτυρικός θάνατος του Διάκου στη Λαμία

 Ο Διάκος οδηγήθηκε σιδηροδέσμιος στη Λαμία. Του έγιναν προτάσεις από τους δύο πασάδες για «προσκύνημα» και εξισλαμισμό που απορρίφθηκαν με περιφρόνηση και γενναιότητα. Ο Ομέρ Βρυώνης γνωρίζοντάς τον προσωπικά από την αυλή του Αλή πασά στα Γιάννενα, ήθελε να τον σώσει προτείνοντάς του συνεργασία με στόχο την κάθοδό του στο Μοριά με συνοδεία προσκυνημένων οπλαρχηγών, αλλά ο διοικητής της Λαμίας, Χαλήλμπεης, απαιτούσε την παραδειγματική του τιμωρία. Έτσι ο ήρωας της Αλαμάνας βρήκε φρικτό μαρτυρικό θάνατο: εκτελέστηκε την επομένη ημέρα 24 Απριλίου με την απάνθρωπη μέθοδο του ανασκολοπισμού στη Λαμία, κοντά στην πλατεία Λαού, όπου και το σημερινό κενοτάφιο, πιθανός τόπος του μαρτυρίου. Γύρω του οι Τούρκοι έστησαν σε πασσάλους τα κομμένα κεφάλια των παλικαριών του, πεσόντων στη μάχη εκ των οποίων και το κεφάλι του Επισκόπου Ησαΐα και του αδελφού του Κωνσταντίνου. Σύμφωνα με οθωμανικά έγγραφα, όπως αναφέρεται στο βιβλίο “Η οργή του σουλτάνου. Αυτόγραφα διατάγματα του Μαχμούτ Β’ το 1821” (σελ. 77), το κεφάλι του και οι σημαίες των επαναστατών στάλθηκαν από τον Κιοσέ Μεχμέτ στην Κωνσταντινούπολη και στις 2/14 Μαΐου εκτέθηκαν στην εξωτερική πύλη του παλατιού.

 Συμπεράσματα-εκτιμήσεις

 Η συντριπτική ήττα και ο βάναυσος τρόπος θανάτου του Διάκου στα χέρια των Τούρκων, τρομοκράτησαν αρχικά το λαό της Ρούμελης, αλλά η ηρωική αντίσταση στην Αλαμάνα, κοντά στις αρχαίες Θερμοπύλες, τον μετέτρεψε στον κατεξοχήν αναγνωρίσιμο μάρτυρα για τον απελευθερωτικό σκοπό, ταυτίζοντάς τον με τον Σπαρτιάτη βασιλιά Λεωνίδα, διάσημο ήρωα της μάχης εναντίον των Περσών το 480 π.Χ. Η μάχη της Αλαμάνας σώθηκε και στη λαϊκή παράδοση με το γνωστό δημοτικό τραγούδι:

Τρία πουλάκια κάθουνταν ψηλά στη Χαλκωμάτα

το ‘να τηράει τη Λειβαδιά και τ΄ άλλο το Ζητούνι

το τρίτο το καλύτερο μοιριολογάει και λέει:

‘’Πολλή μαυρίλα πλάκωσε, μαύρη σαν καλιακούδα.

μην ο Καλύβας έρχεται, μην ο Λεβεντογιάννης;

ουδ΄ ο Καλύβας έρχεται ουδ΄ο Λεβεντογιάννης

Ομέρ Βρυώνης πλάκωσε με δεκαοχτώ χιλιάδες’’

Ο Διάκος σαν τ΄ αγρίκησε, πολύ του κακοφάνη,

ψιλή φωνή εσήκωσε, τον πρώτο του φωνάζει:

‘’Τον ταιφά μου σύναξε, μάσε τα παλικάρια,

δωσ’ τους μπαρούτι περισσή και βόλια με τις χούφτες,

γλήγορα και να πιάσουμε κάτω στην Αλαμάνα,

που ναι ταμπούρια δυνατά κι΄ όμορφα μετερίζια’’.

Παίρνουνε τ΄ αλαφρά σπαθιά και τα βαριά τουφέκια,

στην Αλαμάνα φτάνουνε και πιάνουν τα ταμπούρια,

‘’Καρδιά, παιδιά μου, φώναξε, παιδιά, μη φοβηθείτε,

Σταθήτε αντρειά σαν Έλληνες και σα Γραικοί σταθήτε΄΄

Ψιλή βροχούλα έπιασε κ’ ένα κομμάτι αντάρα,

τρία γιουρούσια έκαμαν τα τρία αράδα αράδα,

έμεινε ο Διάκος στη φωτιά με δεκαοχτώ λεβέντες.

τρεις ώρες επολέμαε με δεκαοχτώ χιλιάδες.

βουλώσαν τα κουμπούρια του κι΄ ανάψαν τα τουφέκια,

κι ο Διάκος εξεσπάθωσε και στη φωτιά χουμάει,

ξήντα ταμπούρια χάλασε κι εφτά μπουλουκμπασήδες

και το σπαθί του κόπηκε ανάμεσα απ΄ τη χούφτα

και ζωντανό τον έπιασαν και στον πασά τον πάνε,

χίλιοι τον παν΄ από μπροστά και χίλιοι από κατόπι

Κι ο Ομέρ Βρυώνης μυστικά στον δρόμο τον ερώτα:

‘’Γίνεσαι Τούρκος Διάκο μου, την πίστη σου ν΄ αλλάξεις,

Να προσκυνήσεις στο τζαμί, την εκκλησία ν΄ αφήσεις;’’

Κ’ εκείνος τ’ αποκρίθηκε και στρίφτει το μουστάκι:

‘’Πάτε κ’ εσείς κ΄ η πίστη σας, μουρτάτες να χαθείτε,

εγώ Γραικός γεννήθηκα Γραικός θε ν΄ αποθάνω.

‘’Αν θέλετε χίλια φλουριά και χίλιους μαχμουτιέδες,

μόνο εφτά μερών ζωή θέλω να μου χαρίστε,

όσο να φτάσει ο Οδυσσεύς και ο Θανάσης Βάγιας’’.

Σαν τ’ άκουσ’ ο Χαλήλμπεης αφρίζει και φωνάζει:

-Χίλια πουγκιά σας δίνω ’γω κι’ ακόμα πεντακόσια,

το Διάκο να χαλάσετε, το φοβερό τον κλέφτη,

γιατί θα σβήσει την Τουρκιά και όλο μας το ντοβλέτι.

Το Διάκο τότε παίρνουνε και στο σουβλί τον βάζουν,

ολόρθο τον εστήσανε, κι’ αυτός χαμογελούσε.

την πίστη τους τους έβριζε, τους έλεγε μουρτάτες.

’’Σκυλιά κι ά με σουβλίσετε, ένας Γραικός εχάθη

ας είν’ καλά ο Οδυσσεύς κι’ ο καπετάν Νικήτας,

που θα σας σβήσουν την Τουρκιά κι’ όλο σας το ντοβλέτι. 

  Αποτιμώντας κανείς την αξία της θυσίας του Διάκου και των συντρόφων του σε μια υποθετικά «χαμένη», όπως φάνηκε μάχη, συμπεραίνει αβίαστα ότι η υπόθεση της επανάστασης ωφελήθηκε πολύπλευρα. Σε τακτικό επίπεδο, η αντίσταση στην Αλαμάνα, σ’ αυτή την πρώτη μεγάλη μάχη εκ παρατάξεως της επανάστασης, καθυστέρησε 15 επιπλέον μέρες την τουρκική στρατιά που επέστρεψε στη Λαμία για ανάπαυση και ανεφοδιασμό και έδωσε έτσι πολύτιμο χρόνο στον Κολοκοτρώνη να οργανώσει καλύτερα την πολιορκία της Τρίπολης. Οι νικηφόρες μάχες στη συνέχεια, της Γραβιάς (8 Μαΐου) και των Βασιλικών (26 Αυγούστου), κατέδειξαν ότι η ενίσχυση της Τρίπολης διαμέσου της Στερεάς δεν ήταν εφικτή και όπως ήταν αναμενόμενο η πόλη έπεσε στις 23 Σεπτεμβρίου. Επιπλέον ο σουλτάνος και οι ευρωπαϊκές αυλές κατάλαβαν ότι η καταστολή της επανάστασης δεν ήταν εύκολη υπόθεση απέναντι σε έναν λαό αποφασισμένο να διεκδικήσει με κάθε τίμημα την ελευθερία του. Σε ηθικό επίπεδο, η θυσία του Διάκου κατέστη αιώνιο σύμβολο αντίστασης ενάντια στην τυραννία και φάρος του Αγώνα της Εθνικής Παλιγγενεσίας. Η επανάσταση και ιδίως η ανατολική Στερεά, μπορεί να έχασε πολύ νωρίς έναν άξιο και γενναίο αρχηγό, αλλά όπως είπε και ο ίδιος στους δημίους του «η Ελλάδα έχει πολλούς Διάκους».

το άγαλμα του Διάκου στη Λαμία

** όλες οι ημερομηνίες που αναφέρονται αφορούν το παλαιό ιουλιανό ημερολόγιο

 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος ΙΒ, εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1979.

Βακαλόπουλος Απόστολος Ε., Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, τόμοι Ε-Η, εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1980-88.

Κόκκινος Διονύσιος Α., Η Ελληνική Επανάστασις, εκδόσεις Μέλισσα, Αθήνα 1957.

Κολοβός Ηλίας, Σουκρού Ιλιτζάκ, Μοχαμάντ Σχαριάτ-Παναχί, Η οργή του σουλτάνου. Αυτόγραφα διατάγματα του Μαχμούτ Β΄ το 1821, εκδόσεις ΕΑΠ, Αθήνα 2021.

Κουτσονίκας Λάμπρος, Γενική Ιστορία της ελληνικής Επαναστάσεως, Αθήνα 1863.

Κρέμος Γεώργιος Π., Νεωτάτη Γενική Ιστορία. Ως τέταρτος τόμος συμπληρωματικός της Γενικής Ιστορίας του Αναστασίου Πολυζωίδου, εκδότης Σ. Κ. Βλαστός, Αθήνα 1890.

Λάππας Τάκης, Θανάσης Διάκος, Αθήνα 1949.

Πανουργιάς Πανουργιάς, Πανουργιάδες, εκδόσεις Ίκαρος, Αθήνα 2012.

Παπαρρηγόπουλος Κωνσταντίνος, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, εκδόσεις Φάρος, Αθήνα 1984.

Περραιβός Χριστόφορος, Απομνημονεύματα πολεμικά 1820-1829, Αθήνα 1836.

Σπηλιάδης Νικόλαος, Απομνημονεύματα, εκδόσεις Χ. Ν. Φιλαδέλφεως, Αθήνα 1851.

Τρικούπης Σπυρίδων, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, τόμος Α΄, εκδόσεις Λιβάνης, Αθήνα 1993.

Φιλήμων Ιωάννης, Δοκίμιον ιστορικόν περί της Ελληνικής Επαναστάσεως, Αθήνα 1859.

Φόρτης Σπυρίδων, Βιογραφία Αθανασίου Διάκου, Αθήνα 1874.

 

ΠΗΓΗ: varsos1821.gr

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινφογνώμων

Infognomon Logo

Περιηγηθείτε στα κορυφαία βιβλία του βιβλιοπωλείου μας

Προβολή όλων

Δημοφιλή