Ακολουθήστε μας

Ανδρέας Θεοφάνους

Η διεθνής κοινότητα, η κατοχική δύναμη και εμείς

Δημοσιεύτηκε

στις

Ανδρέας Θεοφάνους*

10/9/2023

Η διεθνής κοινότητα, η κατοχική δύναμη και εμείς

Αναμφίβολα τα επεισόδια καθώς και η παραβίαση του status quo στην περιοχή της Πύλας από την κατοχική οντότητα στις 18 Αυγούστου προκάλεσαν την ανησυχία και τον προβληματισμό των Ελληνοκυπρίων. Οι ενέργειες αυτές, για τις οποίες ευθύνη έχει και η Τουρκία, δεν είναι ένα μεμονωμένο γεγονός. Οι εξελίξεις αυτές ενώ μας προβληματίζουν δεν πρέπει να μας εκπλήττουν. Στο κείμενο αυτό αξιολογώ συνοπτικά και ενδεικτικά τα συναφή δεδομένα καθώς και τις προεκτάσεις τους.

Είχαν προ πολλού σημειωθεί παραβιάσεις του status quo στη Δένεια, στην Αυλώνα, στα Στροβίλια και τα τελευταία χρόνια στην περίκλειστη πόλη των Βαρωσίων. Εν πολλοίς η διεθνής κοινότητα ανέχθηκε τις έκνομες ενέργειες της Τουρκίας και της κατοχικής οντότητας. Η κατάσταση αυτή οδήγησε την Άγκυρα και την κατοχική οντότητα σε μια κατάσταση «συνέπειας με την ασυνέπεια και την έλλειψη σεβασμού απέναντι στο διεθνές δίκαιο». Αυτό είναι εν πολλοίς απότοκο και του σοβαρού ανισοζυγίου δυνάμεων που υφίσταται.

Η πρόσφατη (έστω) φραστική διεθνής καταδίκη των τουρκικών ενεργειών στην Πύλα από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ αποτέλεσε θετική εξέλιξη. Όμως δεν αρκεί. Ταυτόχρονα είναι σημαντικό να αξιολογήσουμε πολύ συνοπτικά τις τουρκικές ενέργειες, τη στάση της δικής μας πλευράς καθώς και τις τοποθετήσεις της διεθνούς κοινότητας μετά το 1974.

Αξιολογώντας όλα τα δεδομένα δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι το καλοκαίρι του 1974 οι ενέργειες της Τουρκίας στην Κύπρο έγιναν ανεχτές από τη διεθνή κοινότητα. Ταυτόχρονα το Συμβούλιο Ασφαλείας κάλεσε τα εμπλεκόμενα μέρη σε συνομιλίες μετά τη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός στις 16 Αυγούστου 1974. Η απόφαση αυτή θα παρέπεμπε σε μια ιδιότυπη κατάσταση πραγμάτων όπου σταδιακά η Τουρκία θα μετατρεπόταν σε τρίτο μέρος στη διαμάχη. Το πρόβλημα στην πορεία του χρόνου θα αξιολογείτο ως διακοινοτικό.

Στις 13 Φεβρουαρίου 1975 η τουρκοκυπριακή ηγεσία ανακήρυξε την «Ομόσπονδη Τουρκική Δημοκρατία της Βορείου Κύπρου». Λαός και ηγεσία αντέδρασαν στην ελεύθερη Κύπρο, ενώ η στάση της διεθνούς κοινότητας ήταν χλιαρή. Η ζωή όμως συνεχίστηκε με τα ίδια και τα ίδια. Στις 2 Αυγούστου 1975 υπήρξε η συμφωνία Κληρίδη-Ντενκτάς, γνωστή ως η Τρίτη Βιέννη. Μεταξύ άλλων, η συμφωνία προέβλεπε ότι οι Ελληνοκύπριοι της Καρπασίας θα είχαν το δικαίωμα να ζήσουν στις πατρογονικές τους εστίες και όλοι οι Τουρκοκύπριοι που διαβιούσαν ακόμα στην ελεύθερη Κύπρο να μεταβούν «στο βόρειο τμήμα του νησιού». Οι Τουρκοκύπριοι πήραν ότι ήθελαν αλλά δεν σεβάστηκαν αυτά που συμφώνησαν για τους Ελληνοκύπριους.

Όταν ο Πρόεδρος Μακάριος αποδέχθηκε τον οδυνηρό συμβιβασμό για μια δικοινοτική ομοσπονδία σε γεωγραφική βάση στις 12 Φεβρουαρίου 1977 είχε λάβει διαβεβαιώσεις ότι η τουρκική πλευρά θα ανταπέδιδε και θα επέρχετο μια διευθέτηση στο Κυπριακό. Αυτό δεν έλαβε χώρα και λίγο πριν πεθάνει ο Μακάριος στην τελευταία του ομιλία διακήρυξε την αναγκαιότητα ενός μακροχρόνιου αγώνα. Ο μακροχρόνιος αγώνας δεν διεξήχθη ποτέ. Αντίθετα υπήρξε μια πολιτική σταδιακών αλλά σταθερών υποχωρήσεων με την πεποίθηση (ψευδαίσθηση θα έλεγα) ότι θα επέρχετο μια υποφερτή συμφωνία.

Στη συμφωνία υψηλού επιπέδου Κυπριανού-Ντενκτάς στις 19 Μαΐου 1979 υπήρχε πρόνοια (παράγραφος 5) ότι θα αντιμετωπίζετο θετικά το ζήτημα της Αμμοχώστου μόλις άρχιζαν εκ νέου οι διακοινοτικές συνομιλίες. Οι Τούρκοι όχι μόνο δεν υλοποίησαν τις δεσμεύσεις τους αλλά αναβάθμισαν ακόμη περισσότερο τις απαιτήσεις τους.

Όταν ανακηρύχθηκε μονομερώς η «ΤΔΒΚ» στις 15 Νοεμβρίου 1983 υπήρξαν τα καταδικαστικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ 541 (18 Νοεμβρίου 1983) και 550 (11 Μαΐου 1984). Παράλληλα η ελληνοκυπριακή ηγεσία διακήρυξε ότι δεν θα συμμετείχε σε διακοινοτικές συνομιλίες χωρίς προηγουμένως την ανάκληση του ψευδοκράτους. Όταν όμως εκδηλώθηκε νέα πρωτοβουλία του ΟΗΕ με τη στήριξη των ΗΠΑ και της Βρετανίας, η ελληνοκυπριακή πλευρά επανήλθε στις συνομιλίες. Στην πορεία ο Πρόεδρος Κυπριανού διαπίστωσε ότι παρά τα καταδικαστικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ το περιεχόμενο της πρότασης του ΓΓ Πέρεζ ντε Κουεγιάρ ικανοποιούσε τα αιτήματα της τουρκικής πλευράς ενώ τα ζητήματα για τα οποία υπήρχε ζωηρό ενδιαφέρον από τους Ελληνοκυπρίους δεν αντιμετωπίζοντο ικανοποιητικά. Η συνέχεια είναι γνωστή.

Τον Αύγουστο του 1996 δύο Ελληνοκύπριοι, ο Τάσος Ισαάκ και ο Σολωμός Σολωμού, δολοφονήθηκαν βάναυσα στα κράσπεδα της Αμμοχώστου από εγκάθετους της κατοχικής οντότητας μπροστά από ειρηνευτές του ΟΗΕ καθώς και κάμερες διεθνών τηλεοπτικών σταθμών. Η αλαζονεία των κατοχικών δυνάμεων ήταν σε έξαρση καθώς υπήρχε η πεποίθηση ότι ανεξάρτητα από τις ενέργειές τους δεν θα υπήρχε κόστος, αλλά ανοχή.

Και όταν κορυφώθηκε η διεθνής πρωτοβουλία για το Κυπριακό λίγο πριν τη διεύρυνση της ΕΕ την 1η Μαΐου 2004, η κατάληξη ήταν το Σχέδιο Ανάν V το οποίο δεν ήταν ισοζυγισμένο. Μετά την απόρριψη του εν λόγω σχεδίου υπήρξαν κατηγορίες εναντίον των Ελληνοκυπρίων ενώ εντάθηκαν η εκμετάλλευση και ο σφετερισμός ελληνοκυπριακών περιουσιών. Στην πορεία του χρόνου θα συνεχίζετο με αμείωτο ρυθμό και ο εποικισμός. Η Τουρκία παρέμεινε στο απυρόβλητο και στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ τον Δεκέμβριο του 2004 εξασφάλισε ημερομηνία έναρξης ενταξιακών συνομιλιών με την Ένωση με μόνη δέσμευση την εφαρμογή του Πρωτοκόλλου της Άγκυρας και για την Κύπρο. Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι οι Τούρκοι δεν τήρησαν ποτέ ούτε και αυτή τη δέσμευσή τους.

Ούτε οι συνομιλίες Χριστόφια-Ταλάτ και μεταγενέστερα Αναστασιάδη-Ακιντζί οδήγησαν σε μια διευθέτηση. Την τελευταία περίοδο ο εποικισμός, η ισλαμοποίηση των κατεχομένων εδαφών, ο σφετερισμός ελληνοκυπριακών περιουσιών και ο υβριδικός πόλεμος εις βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας πήραν νέες διαστάσεις. Η Τουρκία και η κατοχική οντότητα δεν είχαν κανένα κόστος από τις παράνομες ενέργειές τους. Υπογραμμίζεται συναφώς ότι η αντίδραση της Δύσης έναντι της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία ήταν διαμετρικά αντίθετη σε σχέση με την τουρκική επιδρομή και συνεχιζόμενη κατοχή του βορείου τμήματος της Κύπρου. Παράλληλα, οι Ελληνοκύπριοι οπαδοί της οποιασδήποτε λύσης θεωρούν τους συμπατριώτες τους που αρνούνται να αποδεχθούν και να νομιμοποιήσουν τις τουρκικές απαιτήσεις υπεύθυνους για την υφιστάμενη κατάσταση.

Η πραγματικότητα είναι ότι, όπως είδαμε και με τα πρόσφατα γεγονότα στο Βαρώσι και στην Πύλα, η Τουρκία προσπαθεί να διευρύνει και να εμβαθύνει την κατοχή. Πέραν τούτου, είναι προφανές ότι η τουρκική πλευρά θα είναι θετική σε μια διευθέτηση δια της οποίας η Άγκυρα θα εξασφαλίσει συγκυριαρχία και τον στρατηγικό έλεγχο της Μεγαλονήσου. Λαός και πολιτική ηγεσία θα πρέπει να προβληματισθούν. Ταυτόχρονα η πολιτική ηγεσία θα πρέπει να αντιληφθεί ότι η κατάληξη της οποιασδήποτε πρωτοβουλίας στη σημερινή συγκυρία εξ ορισμού θα καθορισθεί ή τουλάχιστον θα επηρεασθεί σοβαρά από το υφιστάμενο (αν)ισοζύγιο δυνάμεων. Ως εκ τούτου η Κύπρος καλείται να πορευτεί με διεκδικητικό πραγματισμό και χωρίς ψευδαισθήσεις.

 

* Ο Καθηγητής Ανδρέας Θεοφάνους είναι Πρόεδρος του Κυπριακού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων καθώς και του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Διακυβέρνησης του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.

Συνέχεια ανάγνωσης

Ανδρέας Θεοφάνους

Απαιραίτητη η παρουσία της Κύπρου στη διεθνή αγορά προβολής ιδεών

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Ανυπαρξία της Μεταλονήσου στη μη επαρκή κατανόηση του ρόλου των δεξαμενών σκέψης και της συστηματικής παρουσίας στη διεθνή αγορά προβολής και ανταλλαγής ιδεών.

Η Τουρκία δεν αρκείται στη στρατιωτική της ισχύ. Αντιλαμβάνεται τη σημασία της ηθικής υπεροχής και της διακίνησης ιδεών στο διεθνές πεδίο.

Του Ανδρέα Θεοφάνους

Όπως έχει ήδη δημοσιευθεί, η τουρκική κυβέρνηση προχώρησε σε έκδοση νέου βιβλίου στην Αγγλική και την Τουρκική με τίτλο “WHO IS TO BLAME? THE PRESENT CANNOT BE SEPARATED FROM THE PAST”. Το βιβλίο, το οποίο προλογίζει ο ίδιος ο Ταγίπ Ερντογάν, προωθεί το τουρκικό αφήγημα για τα τεκταινόμενα στην Κύπρο καθώς και τους πολιτικούς στόχους της Άγκυρας. Μεταξύ άλλων, η έκδοση αυτή αιτιολογεί την εισβολή, την οποία περιγράφει ως ειρηνευτική επιχείρηση, καθώς και τα κατοχικά δεδομένα. Η συγκεκριμένη έκδοση ενώ δεν διεκδικεί ακαδημαϊκές περγαμηνές, έχει τη δική της πολιτική σημασία καθώς την προλογίζει ο ίδιος ο Πρόεδρος της Τουρκίας Ταγίπ Ερντογάν.

Η Τουρκία δεν αρκείται στη στρατιωτική της ισχύ. Αντιλαμβάνεται τη σημασία της ηθικής υπεροχής και της διακίνησης ιδεών στο διεθνές πεδίο. Γι΄ αυτό επιθυμεί διακαώς την αιτιολόγηση των ενεργειών της. Διάβασα τη σχετική έκδοση η οποία, μεταξύ άλλων, αποσπασματικά επαναλαμβάνει κάποιες τοποθετήσεις και ισχυρισμούς. Παράλληλα σημειώνω ότι στην έκδοση υπάρχουν, αναφορές οι οποίες δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Οι απόλυτες τοποθετήσεις καθώς και η προβολή της θέσης ότι οι Τουρκοκύπριοι ήταν/είναι τα μόνα θύματα προβληματίζουν. Δεν υπάρχει ούτε μια γραμμή η οποία να αναφέρεται στα εγκλήματα των Τούρκων έναντι των Ελλήνων ή έστω και σε τουρκικά λάθη. Προφανώς η έκδοση αυτή αντικατοπτρίζει και τον τρόπο σκέψης/αξιολόγησης του Κυπριακού από την Τουρκία και το κατοχικό καθεστώς.

Και η Κύπρος; Έχω κατ΄ επανάληψιν εκφράσει την κριτική μου για την εν πολλοίς ανυπαρξία της χώρας μας στον τομέα αυτό και τη μη επαρκή κατανόηση του ρόλου των δεξαμενών σκέψης και της συστηματικής παρουσίας στη διεθνή αγορά προβολής και ανταλλαγής ιδεών. Η θλιβερή αυτή κατάσταση δεν είναι ανεξάρτητη και από τη σύγχυση που παρατηρείται στην κοινωνία και το πολιτικό σύστημα καθώς και από την απουσία ολοκληρωμένης στρατηγικής για το Κυπριακό. Θεωρώ απαραίτητη τη δραστική αλλαγή αυτής της κατάστασης. Πρέπει να κατανοηθεί από την πολιτεία, την επιχειρηματική τάξη και την κοινωνία ότι μια τέτοια αλλαγή είναι απαραίτητη για την ίδια την εθνική μας επιβίωση. 64 χρόνια μετά τη δεσμευμένη ανεξαρτησία, 50 χρόνια μετά την εισβολή και 20 χρόνια μετά την ένταξη στην ΕΕ καμιά κυβέρνηση δεν έδωσε την απαιτούμενη σημασία στα ζητήματα αυτά. Έτσι δεν αποτελεί έκπληξη ότι η Κύπρος δεν έχει παράδοση στα συγκεκριμένα ζητήματα καθώς και επαρκή κατανόηση των συναφών δεδομένων. Το κόστος όμως είναι υψηλό.

Δράττομαι της ευκαιρίας να σημειώσω ότι τους τελευταίους 6 μήνες, ασχολούμαι συστηματικά και με ένα νέο μου βιβλίο στην Αγγλική. Προκαταρκτικός τίτλος είναι “WHAT REALLY HAPPENED TO CYPRUS – A critical assessment and the way forward”. Ομολογουμένως η νέα αυτή εργασία αντλεί από το βιβλίο μου που εκδόθηκε το 2023 με τίτλο «ΑΠΟ ΤΗ ΔΕΣΜΕΥΜΕΝΗ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ ΤΟΥ 1960 ΣΤΙΣ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΣΗΜΕΡΑ – Συνοπτική Αξιολόγηση του Κυπριακού και της Πολιτικής όλων των Προέδρων (Εκδόσεις Hippasus, 2023). Όμως δεν αποτελεί μια απλή μετάφραση καθώς, μεταξύ άλλων, υπάρχουν ουσιαστικές προσθήκες, διαφοροποιήσεις καθώς και αφαιρέσεις.

Ένας βασικός στόχος του καινούριου βιβλίου είναι η προβολή της ιστορικής αλήθειας διεθνώς καθώς και η κατάθεση ενός αφηγήματος για την Κύπρο. Εκ των πραγμάτων τοποθετούμαι και σε σχέση με τις θέσεις και ισχυρισμούς άλλων πλευρών, περιλαμβανομένης και της τουρκικής. Λαμβάνοντας υπ΄ όψιν την πορεία και τους στόχους του Κυπριακού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων θεωρώ την εργασία αυτή ως υποχρέωση. Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι μια προσεγμένη και τεκμηριωμένη εργασία είναι δυνατό να έχει θετικές προεκτάσεις σε διάφορα επίπεδα, περιλαμβανομένου και τον επηρεασμό διαφόρων κέντρων αποφάσεων.

* Ο Καθηγητής Ανδρέας Θεοφάνους είναι Πρόεδρος του Κυπριακού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων καθώς και του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Διακυβέρνησης του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.

Συνέχεια ανάγνωσης

Ανδρέας Θεοφάνους

50 ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ: Μια αποτίμηση της περιόδου και η επόμενη μέρα

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Το καλοκαίρι του 1974 υπήρξαν συγκλονιστικά γεγονότα τα οποία διαφοροποίησαν δραστικά την ιστορική πορεία της Κύπρου. Έκτοτε τα κατοχικά δεδομένα εδραιώνονται και εμβαθύνονται, ενώ παράλληλα διαφαίνεται ότι η Τουρκία δεν αρκείται στη διχοτόμηση. Η πολιτική που έχει ακολουθηθεί τα τελευταία 50 χρόνια δεν ήταν αποτελεσματική. Αντίθετα, είναι προφανές ότι απέτυχε.

Η κρίση του 1974

Το πραξικόπημα της Χούντας εναντίον του Προέδρου Μακαρίου στις 15 Ιουλίου 1974 έδωσε μοναδική ευκαιρία στην Τουρκία να εισβάλει στην Κύπρο 5 μέρες αργότερα, στις 20 Ιουλίου. Αξιολογώντας τα ιστορικά δεδομένα είναι προφανές ότι αφ’ ενός η Κύπρος προδόθηκε και αφ’ ετέρου υπήρξε ανοχή έναντι της τουρκικής επιδρομής. Οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να αποτρέψουν το χουντικό πραξικόπημα αλλά δεν το έπραξαν. Και όταν η Τουρκία εισέβαλε στην Κύπρο, ο στόχος του Κίσσινγκερ ήταν η αποτροπή ενός ελληνοτουρκικού πολέμου.

Με την αποκατάσταση της δημοκρατίας στην Ελλάδα, η προτεραιότητα της κυβέρνησης Καραμανλή ήταν η σταθερότητα και η ανόρθωση της χώρας. Θεωρήθηκε επίσης ότι η Ελλάδα δεν μπορούσε να εμπλακεί σε πόλεμο με την Τουρκία. Πέραν τούτου, το γεγονός της μη αντίδρασης της Αθήνας διευκόλυνε τα τουρκικά σχέδια. Ούτε η Βρετανία αντέδρασε. Το Λονδίνο θεωρούσε ότι μια δυναμική αντίδραση μπορούσε να λάβει χώρα μόνο σε συνεργασία με τις ΗΠΑ. Θα ήταν δυνατό όπως η Ελλάδα και η Βρετανία ως εγγυήτριες δυνάμεις να ενεργούσαν από μόνες τους για να προστατεύσουν την Κυπριακή Δημοκρατία. Δεν το έπραξαν όμως.

Η Σοβιετική Ένωση είχε καταδικάσει έντονα το πραξικόπημα της Χούντας εναντίον του Μακαρίου. Όμως η αντίδρασή της έναντι της τουρκικής επιδρομής δεν ήταν ανάλογη της στάσης που επέδειξε στην κρίση του 1964. Δεν είναι υπερβολή να λεχθεί ότι και η στάση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ έναντι της τουρκικής επιδρομής ήταν χλιαρή. Μέχρι σήμερα, δεν χρησιμοποιήθηκαν οι όροι εισβολή και κατοχή. Πάνω από όλα το Κυπριακό αξιολογείται ως ένα διακοινοτικό πρόβλημα και η Τουρκία εν πολλοίς θεωρείται τρίτο μέρος. Η ανοχή που επιδεικνύεται έναντι του τουρκικού σωβινισμού είναι πρωτοφανής. Ενδεικτικό του γεγονότος αυτού είναι οι ίσες αποστάσεις «για τα δυο μέρη στην Κύπρο» όπως αποτυπώνονται στις συναφείς Εκθέσεις του ΓΓ του ΟΗΕ.

Η καταστροφή που υπέστη η Κύπρος ήταν βιβλικών διαστάσεων. Η Τουρκία κατέλαβε το 37% του εδάφους της χώρας και προέβη σε εθνικό ξεκαθάρισμα. Χιλιάδες οι πρόσφυγες, οι νεκροί, οι τραυματίες και οι αγνοούμενοι. Ένα μεγάλο μέρος των υποδομών καθώς και της οικονομικής δραστηριότητας λάμβαναν χώρα στα εδάφη που καταλήφθηκαν. Υπήρχε επίσης ανασφάλεια, ανεργία και ως εκ τούτου χιλιάδες Έλληνες Κύπριοι ήταν σε αναζήτηση προοπτικής σε άλλες χώρες. Παρά την τουρκική επιδρομή και τις πολλαπλές αντιξοότητες, η Κυπριακή Δημοκρατία επιβίωσε. Μέχρι και σήμερα, η Τουρκία θεωρεί την Κυπριακή Δημοκρατία ως «εκλιπούσα» και προσπαθεί να την καταστρέψει.

Η αποδοχή της oμοσπονδίας και ο μακροχρόνιος αγώνας

Αρχές Νοεμβρίου του 1974, σε ομιλία του στην Γκαλερί Αργώ, ο Προεδρεύων Γλαύκος Κληρίδης τόνισε ότι υπό τις περιστάσεις, η μόνη εφικτή λύση ήταν η διπεριφερειακή δικοινοτική ομοσπονδία. Η τοποθέτηση αυτή ήταν εν πολλοίς αποτέλεσμα των παραινέσεων των ΗΠΑ, της Βρετανίας, της Γερμανίας και της Ελλάδας.

Στις 30 Νοεμβρίου και 1 Δεκεμβρίου 1974 σε σύσκεψη της ελλαδικής και κυπριακής ηγεσίας στην Αθήνα, εν πολλοίς έγινε αποδεκτή η ομοσπονδία ως βάση για τη διευθέτηση του Κυπριακού. Και τούτο χωρίς μελέτη και επαρκή κατανόηση του τι συνεπαγόταν. Ο Μακάριος είχε πολλούς ενδοιασμούς. Κάποια στιγμή όμως δήλωσε ότι μια πολυπεριφερειακή δικοινοτική ομοσπονδία θα ήταν ανεκτή. Στις 12 Φεβρουαρίου 1977 υπήρξε η συμφωνία υψηλού επιπέδου Μακαρίου-Ντενκτάς. Ο Πόλυς Πολυβίου άσκησε κριτική τόσο στον Μακάριο όσο και στον Κληρίδη για την αποδοχή της ομοσπονδίας.

Ο Μακάριος θεωρούσε την αποδοχή της ομοσπονδίας και την κατάθεση χάρτη με δυο περιφέρειες ως τις ύστατες οδυνηρές υποχωρήσεις. Πρέπει να σημειωθεί ότι είχε λάβει υποσχέσεις από διάφορες χώρες, κυρίως από τις ΗΠΑ, ότι με αυτές τις γενναίες υποχωρήσεις θα άνοιγε ο δρόμος για οριστική διευθέτηση του Κυπριακού. Η τουρκική πλευρά όμως δεν ανταποκρίθηκε. Η απογοήτευση του Μακαρίου ήταν μεγάλη και στην τελευταία του ομιλία στις 20 Ιουλίου 1977 διακήρυξε ότι η απάντηση στην τουρκική αδιαλλαξία ήταν ο μακροχρόνιος αγώνας.

Η συνέχιση της πολιτικής του ιστορικού συμβιβασμού και το εσωτερικό μέτωπο

Ο Σπύρος Κυπριανού που διαδέχθηκε τον Μακάριο διακήρυξε ότι θα συνέχιζε την πολιτική του προκατόχου του. Ήταν όμως την πολιτική του ιστορικού συμβιβασμού που θα ακολουθούσε με συνέπεια και όχι εκείνη του μακροχρόνιου αγώνα που διακήρυξε ο Μακάριος λίγο πριν τον θάνατό του.

Στις 19 Μαΐου 1979 υπήρξε η συμφωνία υψηλού επιπέδου Κυπριανού-Ντενκτάς. Ο Κύπριος Πρόεδρος εργάστηκε συστηματικά και βελτίωσε τη συμφωνία Μακαρίου-Ντενκτάς. Ο Σπύρος Κυπριανού απέδιδε μεγάλη σημασία στην εφαρμογή των βασικών ελευθεριών καθώς και στη συνέχεια της Κυπριακής Δημοκρατίας. Το χάσμα μεταξύ των δυο πλευρών ήταν όμως τεράστιο.

Μεταξύ των Ελληνοκυπρίων υπήρχαν τρεις τάσεις. Η πρώτη υποστήριζε αυτό που στην πορεία του χρόνου επικράτησε και αποκαλείται ως «διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία με το σωστό περιεχόμενο». Η δεύτερη ήταν πολύ πιο ευέλικτη καθώς, μεταξύ άλλων, εν πολλοίς προσπερνούσε τα ζητήματα της εκ περιτροπής προεδρίας και της παρθενογένεσης. Ο στόχος ήταν η κατάληξη σε συμφωνία το συντομότερο δυνατό. Η τρίτη απέρριπτε την ιδέα της ομοσπονδίας ως βάση για λύση στο Κυπριακό.

Οι διάφορες πρωτοβουλίες και το στίγμα τους

Όλα τα σχέδια και οι ιδέες που κατατέθηκαν μετά το 1974 για διευθέτηση του Κυπριακού στηρίζονταν σε μια διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία. Αρχικά ήταν το Αμερικανοβρετανικοκαναδικό Σχέδιο (1978), οι Δείκτες Γκουεγιάρ (1984-85), οι Ιδέες Γκάλι (1992), το Σχέδιο Ανάν (2002-04) και το Πλαίσιο Γκουτέρες (2017). Οι βασικοί πυλώνες των Σχεδίων αυτών ήταν η συναινετική δημοκρατία, η διζωνικότητα και η πολιτική ισότητα. Υποστηρίζεται επίσης ότι και η παρθενογένεση αποτελούσε χαρακτηριστικό των Σχεδίων. Παράλληλα, σε μεγάλο βαθμό νομιμοποιείτο ο εποικισμός ενώ διατηρούντο οι εγγυήσεις. Η συνταγματική δομή καθώς και το νέο τρικέφαλο κρατικό μόρφωμα θα είχαν ασφαλώς αρνητικές επιπτώσεις σε θέματα διακυβέρνησης και οικονομίας.

Λαμβάνοντας υπ’όψιν όλα τα δεδομένα, δεν θα ήταν υπερβολή να λεχθεί ότι δεν υπήρξε χαμένη ευκαιρία μετά το 1974. Έχοντας επίσης υπόψιν τον έλεγχο που ασκεί η Τουρκία σε όλα τα επίπεδα στα κατεχόμενα εδάφη, μια συμφωνία για ομοσπονδία μεταξύ των δύο κοινοτήτων ενδέχεται στην ουσία να είναι μια ομοσπονδία των εδαφών που ελέγχονται από την Κυπριακή Δημοκρατία με την Τουρκία. Οι συνέπειες μιας τέτοιας συμφωνίας θα είναι από οδυνηρές έως καταστροφικές.

Πώς προχωρούμε σήμερα

Είναι καθοριστικής σημασίας να κατανοηθούν επαρκώς τα σημερινά δύσκολα δεδομένα και να υπάρξει μια ολοκληρωμένη στρατηγική. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η Τουρκία έχει ως στόχο την καταστροφή της κρατικής οντότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας και τον στρατηγικό έλεγχο της Μεγαλονήσου. Ελάχιστος στόχος της Κυπριακής Δημοκρατίας, η προάσπιση της ελεύθερης Κύπρου και η μη επιδείνωση του status quo και μέγιστος στόχος η αποκατάσταση της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας στα πλαίσια ενός ιδιότυπου ομοσπονδιακού κράτους. Προς αυτήν την κατεύθυνση είναι σημαντικό να κατατεθεί συγκεκριμένη πρόταση καθώς και η υιοθέτηση μιας εξελικτικής προσέγγισης. Συγκεκριμένες εισηγήσεις επί τούτων έχω ήδη καταθέσει. Θα ήταν θεμιτό να γίνουν κάποιες τροποποιήσεις ή/και να υπάρξουν προσθήκες για την ευρύτερη δυνατή συναίνεση. Η ουσία είναι να διαφυλαχθεί η φιλοσοφία και η μεθοδολογία της προσέγγισης αυτής.

Στη σημερινή συγκυρία απαιτείται η συνεχής αναβάθμιση όλων των συντελεστών ισχύος: άμυνα, οικονομία, δημογραφικά δεδομένα, αφήγημα, αξιοποίηση της γνώσης, της συμμετοχής στην ΕΕ καθώς και άλλων δικτύων συνεργασίας, αξιακό σύστημα και αποτελεσματική ηγεσία. Επιπρόσθετα, μια πραγματιστική εξωτερική πολιτική αποτελεί προτεραιότητα. Τέλος υπογραμμίζεται ότι η Κυπριακή Δημοκρατία θα πρέπει να καταστεί ένα κράτος πρότυπο καθώς μια τέτοια εξέλιξη θα συμβάλει καθοριστικά στον μεγάλο στόχο της εθνικής επιβίωσης.

* Ο Καθηγητής Ανδρέας Θεοφάνους είναι Πρόεδρος του Κυπριακού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων καθώς και του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Διακυβέρνησης του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.

Συνέχεια ανάγνωσης

Video

Δεν υπάρχει σοβαρό κράτος που να συζητάει για τη διάλυσή του (ΔΔΟ)

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Ανδρεας Θεοδάνους: Καταστροφή! Δεν υπάρχει σοβαρό κράτος που να συζητάει για τη διάλυσή του.

«50 χρόνια Τουρκικής κατοχής – Μια αποτίμηση της περιόδου και η επόμενη μέρα»

Διάλεξη του Καθηγητή Ανδρέα Θεοφάνους στις 9 Ιουλίου 2024.

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινφογνώμων

Infognomon Logo

Περιηγηθείτε στα κορυφαία βιβλία του βιβλιοπωλείου μας

Προβολή όλων

Δημοφιλή