Ακολουθήστε μας

Ανδρέας Θεοφάνους

Ανδρέας Θεοφάνους: Οι επιπτώσεις του πολέμου στο Ισραήλ! Τι πρέπει να προσέξει η Λευκωσία

Δημοσιεύτηκε

στις

Εισαγωγή

Ανέκαθεν οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή είχαν ευρύτερες συνέπειες. Και η Κύπρος η οποία βρίσκεται στην καρδιά της Ανατολικής Μεσογείου δεν μένει ανεπηρέαστη.

Ο αραβοϊσραηλινός πόλεμος του Οκτωβρίου του 1973 οδήγησε, μεταξύ άλλων, στην άνοδο της τιμής του πετρελαίου και συνέβαλε στον στασιμοπληθωρισμό διεθνώς. Στον συγκεκριμένο πόλεμο ο ηγέτης της Χούντας Γεώργιος Παπαδόπουλος, ο οποίος είχε βελτιώσει τις σχέσεις του με τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, είχε τηρήσει ουδέτερη στάση. Λίγες εβδομάδες αργότερα, στις 25 Νοεμβρίου 1973, ανατράπηκε από τον Δημήτριο Ιωαννίδη. Τα αποτελέσματα για την Κύπρο θα ήταν ολέθρια το επόμενο έτος.

Η επίθεση της Χαμάς εναντίον του Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου 2023 σηματοδοτεί την απαρχή αλυσιδωτών εξελίξεων στην ευρύτερη περιοχή καθώς και στο διεθνές περιβάλλον. Διαχρονικά ασκείτο κριτική στο Ισραήλ για την παραβίαση των δικαιωμάτων του παλαιστινιακού λαού. Όμως με την τρομοκρατική αυτή επίθεση είναι πολύ δύσκολο ακόμα και για τις δυνάμεις που ασκούν σκληρή κριτική στο Ισραήλ να συνταχθούν με τις εξτρεμιστικές ισλαμιστικές οργανώσεις. Το εβραϊκό κράτος θα προσπαθήσει όχι μόνο να κερδίσει τον πόλεμο αλλά και την ηθική υπεροχή. Ταυτόχρονα επειδή η συγκεκριμένη επίθεση αμφισβήτησε τη θέση ότι το Ισραήλ είναι άτρωτο, το εβραϊκό κράτος θα πράξει παν δυνατό για να επαναβεβαίωση την ισχύ και την υπεροχή του.

Ιστορική Αναδρομή

Στο παρελθόν η Κύπρος ακολουθούσε μια φιλοπαλαιστινιακή στάση ενώ οι σχέσεις Τουρκίας – Ισραήλ ήταν αρμονικές. Η Κύπρος άρχισε να βελτιώνει και να αναβαθμίζει τις σχέσεις με το Ισραήλ κατά τη διάρκεια των διακυβερνήσεων Γλαύκου Κληρίδη 1993-2003. Την πολιτική αυτή συνέχισαν όλοι οι Προέδροι που ακολούθησαν. Ταυτόχρονα η Κύπρος προσπάθησε να διατηρήσει τις παραδοσιακές της σχέσεις με τον αραβικό κόσμο.

Είναι σημαντικό να αξιολογηθεί η στάση του Ισραήλ. Επί τούτου υπογραμμίζεται ότι οι Ισραηλινοί εκπονητές πολιτικής θεωρούσαν και θεωρούν ότι στην ευρύτερη Μέση Ανατολή υπάρχουν τέσσερις περιφερειακές δυνάμεις: το Ισραήλ, ο Αραβικός Κόσμος, το Ιράν και η Τουρκία. Το Ισραήλ θεωρούσε και θεωρεί ότι δεν μπορεί να ήταν/είναι απομονωμένο. Έχει ανάγκη να διατηρεί καλές σχέσεις τουλάχιστον με μία περιφερειακή δύναμη. Με τη ριζοσπαστικοποίηση του Ιράν το 1979, η Τουρκία ήταν η μόνη διέξοδος. Σταδιακά, όμως, το Ισραήλ βελτίωσε τις σχέσεις του και με κάποια αραβικά κράτη – την Αίγυπτο και την Ιορδανία. Πρόσφατα με την πολιτική των Abraham Accords η προσδοκία ήταν η διεύρυνση διπλωματικών σχέσεων και με άλλες αραβικές χώρες. Η δημιουργία διπλωματικών σχέσεων με τη Σαουδική Αραβία θεωρείται ύψιστος στόχος. Υπενθυμίζεται επίσης ότι οι σχέσεις Ισραήλ – Τουρκίας είχαν επιδεινωθεί το 2009 με το περιστατικό του Mavi Marmara. Λίγα χρόνια αργότερα θα δημιουργούντο και οι τριμερείς συνεργασίες στην περιοχή.

Απαιτείται σωστή διάγνωση της σημερινής κατάστασης

Πρέπει να κατανοηθεί ότι η επίθεση της τρομοκρατικής οργάνωσης Χαμάς δεν είναι μόνο αποτέλεσμα της έχθρας και του μίσους προς το Ισραήλ. Βασικός στόχος είναι η υπόσκαψη και η αποτροπή της εκκολαπτόμενης συνεργασίας Σαουδικής Αραβίας και Ισραήλ. Για χρόνια οι Παλαιστίνιοι προσπαθούσαν να αποτρέψουν τη δημιουργία σχέσεων μεταξύ του Ισραήλ και αραβικών χωρών πριν από την επίλυση της διένεξης. Ήταν προφανώς εναντίον της αποσύνδεσης του παλαιστινιακού ζητήματος από τις σχέσεις Αράβων και Ισραήλ. Υπενθυμίζεται ότι όταν ο Πρόεδρος Σαντάτ της Αιγύπτου το έπραξε το 1977, δολοφονήθηκε λίγα χρόνια αργότερα. Παρά ταύτα, οι σχέσεις Αιγύπτου και Ισραήλ συνεχίστηκαν έστω και με δυσκολίες. Το Ισραήλ εξομάλυνε τις σχέσεις του και με την Ιορδανία ενώ τα τελευταία χρόνια οι προσπάθειες του εβραϊκού κράτους για την περαιτέρω διεύρυνση των σχέσεών του και με άλλα αραβικά κράτη ήταν επιτυχείς.

Αναπόφευκτα με τις πρόσφατες εξελίξεις η Μέση Ανατολή εισέρχεται σε μία περίοδο νέων ανταγωνισμών και αστάθειας. Το ίδιο το Ισραήλ ενώ θα προσπαθήσει να εξουδετερώσει τη Χαμάς καλείται να ακολουθήσει μια στάση που δεν θα αποξενώσει τις μετριοπαθείς αραβικές χώρες. Εν ολίγοις, το Ισραήλ δεν θα πρέπει να οδηγήσει τις εξελίξεις σε μια τέτοια κατάσταση που θα υποσκάπτει την πολιτική των Abraham Accords.

Οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή λαμβάνουν χώρα σε μία περίοδο όπου εξακολουθεί να μαίνεται ο πόλεμος μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας ενώ παράλληλα εντείνεται και ο ανταγωνισμός διάφορων δυνάμεων στον Καύκασο και την Κεντρική Ασία. Επίσης, η Τουρκία εξακολουθεί να παραμένει μια αναθεωρητική δύναμη με επεκτατικές βλέψεις εναντίον της Κύπρου.

Τι πρέπει να προσέξει η Λευκωσία

Ενώ σωστά η Κύπρος έχει καταδικάσει την τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς εναντίον του Ισραήλ και έχει εκφράσει την αλληλεγγύη της προς τη γειτονική χώρα, δεν μπορεί να επιτρέψει να καταστεί η ίδια πεδίο σύγκρουσης μεταξύ Ισραήλ και εξτρεμιστικών μουσουλμανικών οργανώσεων. Αυτό απαιτεί σωστούς χειρισμούς σε όλα τα επίπεδα.

Η Κύπρος καλείται επίσης να τετραγωνίσει τον κύκλο σε σχέση με την προσκόλληση αφ’ ενός προς τη ρεαλπολιτίκ και αφ’ ετέρου προς το διεθνές δίκαιο. Πρέπει επίσης να είναι έτοιμη να διαχειριστεί τις οποιεσδήποτε αλλαγές προκύψουν στους συσχετισμούς και τα δίκτυα συνεργασίας των περιφερειακών δυνάμεων και να τοποθετηθεί ανάλογα.

Ενώ η Κυπριακή Δημοκρατία καταδικάζει απερίφραστα την τρομοκρατία και στηρίζει το Ισραήλ καλείται επίσης να εξισορροπήσει τις σχέσεις της με τον μετριοπαθή αραβικό κόσμο. Και στην περίπτωση αυτή η στήριξη προς το Ισραήλ πρέπει να συνοδεύεται με την επαναδιατύπωση της θέσης ότι η Κύπρος είναι υπέρ της ειρηνικής επίλυσης του παλαιστινιακού ζητήματος στη βάση των δύο κρατών.

Η Κύπρος καλείται επίσης να υπογραμμίσει ότι είναι προς το συμφέρον της ΕΕ και των λαών της περιοχής να καταστεί πυλώνας σταθερότητας καθώς και παροχέας ανθρωπιστικής βοήθειας στην ευαίσθητη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Προς αυτή την κατεύθυνση η Κύπρος θα πρέπει να προσελκύσει τη στήριξη της διεθνούς κοινότητας. Απαραίτητη είναι και η συμβολή των ΗΠΑ, της ΕΕ και της Βρετανίας σε αυτή την προσπάθεια. Τη βοήθεια των δυνάμεων αυτών η Κύπρος θα τη χρειαστεί και για την αντιμετώπιση μεταναστευτικών ροών καθώς και για τη διαχείριση του Κυπριακού. Τέλος, υπογραμμίζω ότι η Κύπρος πρέπει να λειτουργήσει ως κράτος πρότυπο για την εθνική της επιβίωση. Αυτό αφορά όλα τα ζητήματα – από το Κυπριακό, την οικονομία μέχρι και τη διαχείριση κρίσεων.

Επίλογος

Η Κύπρος πρέπει να επιδείξει σύνεση, ευθύνη και αξιοπιστία. Η χώρα καλείται να επιστρατεύσει όλες τις δυνάμεις της και με ορθολογισμό να χαράξει μια πορεία για να ανταπεξέλθει με επιτυχία στις ποικιλόμορφες προκλήσεις.

* Ο Καθηγητής Ανδρέας Θεοφάνους είναι Πρόεδρος του Κυπριακού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων καθώς και του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Διακυβέρνησης του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.

Συνέχεια ανάγνωσης

Ανδρέας Θεοφάνους

Απαιραίτητη η παρουσία της Κύπρου στη διεθνή αγορά προβολής ιδεών

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Ανυπαρξία της Μεταλονήσου στη μη επαρκή κατανόηση του ρόλου των δεξαμενών σκέψης και της συστηματικής παρουσίας στη διεθνή αγορά προβολής και ανταλλαγής ιδεών.

Η Τουρκία δεν αρκείται στη στρατιωτική της ισχύ. Αντιλαμβάνεται τη σημασία της ηθικής υπεροχής και της διακίνησης ιδεών στο διεθνές πεδίο.

Του Ανδρέα Θεοφάνους

Όπως έχει ήδη δημοσιευθεί, η τουρκική κυβέρνηση προχώρησε σε έκδοση νέου βιβλίου στην Αγγλική και την Τουρκική με τίτλο “WHO IS TO BLAME? THE PRESENT CANNOT BE SEPARATED FROM THE PAST”. Το βιβλίο, το οποίο προλογίζει ο ίδιος ο Ταγίπ Ερντογάν, προωθεί το τουρκικό αφήγημα για τα τεκταινόμενα στην Κύπρο καθώς και τους πολιτικούς στόχους της Άγκυρας. Μεταξύ άλλων, η έκδοση αυτή αιτιολογεί την εισβολή, την οποία περιγράφει ως ειρηνευτική επιχείρηση, καθώς και τα κατοχικά δεδομένα. Η συγκεκριμένη έκδοση ενώ δεν διεκδικεί ακαδημαϊκές περγαμηνές, έχει τη δική της πολιτική σημασία καθώς την προλογίζει ο ίδιος ο Πρόεδρος της Τουρκίας Ταγίπ Ερντογάν.

Η Τουρκία δεν αρκείται στη στρατιωτική της ισχύ. Αντιλαμβάνεται τη σημασία της ηθικής υπεροχής και της διακίνησης ιδεών στο διεθνές πεδίο. Γι΄ αυτό επιθυμεί διακαώς την αιτιολόγηση των ενεργειών της. Διάβασα τη σχετική έκδοση η οποία, μεταξύ άλλων, αποσπασματικά επαναλαμβάνει κάποιες τοποθετήσεις και ισχυρισμούς. Παράλληλα σημειώνω ότι στην έκδοση υπάρχουν, αναφορές οι οποίες δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Οι απόλυτες τοποθετήσεις καθώς και η προβολή της θέσης ότι οι Τουρκοκύπριοι ήταν/είναι τα μόνα θύματα προβληματίζουν. Δεν υπάρχει ούτε μια γραμμή η οποία να αναφέρεται στα εγκλήματα των Τούρκων έναντι των Ελλήνων ή έστω και σε τουρκικά λάθη. Προφανώς η έκδοση αυτή αντικατοπτρίζει και τον τρόπο σκέψης/αξιολόγησης του Κυπριακού από την Τουρκία και το κατοχικό καθεστώς.

Και η Κύπρος; Έχω κατ΄ επανάληψιν εκφράσει την κριτική μου για την εν πολλοίς ανυπαρξία της χώρας μας στον τομέα αυτό και τη μη επαρκή κατανόηση του ρόλου των δεξαμενών σκέψης και της συστηματικής παρουσίας στη διεθνή αγορά προβολής και ανταλλαγής ιδεών. Η θλιβερή αυτή κατάσταση δεν είναι ανεξάρτητη και από τη σύγχυση που παρατηρείται στην κοινωνία και το πολιτικό σύστημα καθώς και από την απουσία ολοκληρωμένης στρατηγικής για το Κυπριακό. Θεωρώ απαραίτητη τη δραστική αλλαγή αυτής της κατάστασης. Πρέπει να κατανοηθεί από την πολιτεία, την επιχειρηματική τάξη και την κοινωνία ότι μια τέτοια αλλαγή είναι απαραίτητη για την ίδια την εθνική μας επιβίωση. 64 χρόνια μετά τη δεσμευμένη ανεξαρτησία, 50 χρόνια μετά την εισβολή και 20 χρόνια μετά την ένταξη στην ΕΕ καμιά κυβέρνηση δεν έδωσε την απαιτούμενη σημασία στα ζητήματα αυτά. Έτσι δεν αποτελεί έκπληξη ότι η Κύπρος δεν έχει παράδοση στα συγκεκριμένα ζητήματα καθώς και επαρκή κατανόηση των συναφών δεδομένων. Το κόστος όμως είναι υψηλό.

Δράττομαι της ευκαιρίας να σημειώσω ότι τους τελευταίους 6 μήνες, ασχολούμαι συστηματικά και με ένα νέο μου βιβλίο στην Αγγλική. Προκαταρκτικός τίτλος είναι “WHAT REALLY HAPPENED TO CYPRUS – A critical assessment and the way forward”. Ομολογουμένως η νέα αυτή εργασία αντλεί από το βιβλίο μου που εκδόθηκε το 2023 με τίτλο «ΑΠΟ ΤΗ ΔΕΣΜΕΥΜΕΝΗ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ ΤΟΥ 1960 ΣΤΙΣ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΣΗΜΕΡΑ – Συνοπτική Αξιολόγηση του Κυπριακού και της Πολιτικής όλων των Προέδρων (Εκδόσεις Hippasus, 2023). Όμως δεν αποτελεί μια απλή μετάφραση καθώς, μεταξύ άλλων, υπάρχουν ουσιαστικές προσθήκες, διαφοροποιήσεις καθώς και αφαιρέσεις.

Ένας βασικός στόχος του καινούριου βιβλίου είναι η προβολή της ιστορικής αλήθειας διεθνώς καθώς και η κατάθεση ενός αφηγήματος για την Κύπρο. Εκ των πραγμάτων τοποθετούμαι και σε σχέση με τις θέσεις και ισχυρισμούς άλλων πλευρών, περιλαμβανομένης και της τουρκικής. Λαμβάνοντας υπ΄ όψιν την πορεία και τους στόχους του Κυπριακού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων θεωρώ την εργασία αυτή ως υποχρέωση. Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι μια προσεγμένη και τεκμηριωμένη εργασία είναι δυνατό να έχει θετικές προεκτάσεις σε διάφορα επίπεδα, περιλαμβανομένου και τον επηρεασμό διαφόρων κέντρων αποφάσεων.

* Ο Καθηγητής Ανδρέας Θεοφάνους είναι Πρόεδρος του Κυπριακού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων καθώς και του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Διακυβέρνησης του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.

Συνέχεια ανάγνωσης

Ανδρέας Θεοφάνους

50 ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ: Μια αποτίμηση της περιόδου και η επόμενη μέρα

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Το καλοκαίρι του 1974 υπήρξαν συγκλονιστικά γεγονότα τα οποία διαφοροποίησαν δραστικά την ιστορική πορεία της Κύπρου. Έκτοτε τα κατοχικά δεδομένα εδραιώνονται και εμβαθύνονται, ενώ παράλληλα διαφαίνεται ότι η Τουρκία δεν αρκείται στη διχοτόμηση. Η πολιτική που έχει ακολουθηθεί τα τελευταία 50 χρόνια δεν ήταν αποτελεσματική. Αντίθετα, είναι προφανές ότι απέτυχε.

Η κρίση του 1974

Το πραξικόπημα της Χούντας εναντίον του Προέδρου Μακαρίου στις 15 Ιουλίου 1974 έδωσε μοναδική ευκαιρία στην Τουρκία να εισβάλει στην Κύπρο 5 μέρες αργότερα, στις 20 Ιουλίου. Αξιολογώντας τα ιστορικά δεδομένα είναι προφανές ότι αφ’ ενός η Κύπρος προδόθηκε και αφ’ ετέρου υπήρξε ανοχή έναντι της τουρκικής επιδρομής. Οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να αποτρέψουν το χουντικό πραξικόπημα αλλά δεν το έπραξαν. Και όταν η Τουρκία εισέβαλε στην Κύπρο, ο στόχος του Κίσσινγκερ ήταν η αποτροπή ενός ελληνοτουρκικού πολέμου.

Με την αποκατάσταση της δημοκρατίας στην Ελλάδα, η προτεραιότητα της κυβέρνησης Καραμανλή ήταν η σταθερότητα και η ανόρθωση της χώρας. Θεωρήθηκε επίσης ότι η Ελλάδα δεν μπορούσε να εμπλακεί σε πόλεμο με την Τουρκία. Πέραν τούτου, το γεγονός της μη αντίδρασης της Αθήνας διευκόλυνε τα τουρκικά σχέδια. Ούτε η Βρετανία αντέδρασε. Το Λονδίνο θεωρούσε ότι μια δυναμική αντίδραση μπορούσε να λάβει χώρα μόνο σε συνεργασία με τις ΗΠΑ. Θα ήταν δυνατό όπως η Ελλάδα και η Βρετανία ως εγγυήτριες δυνάμεις να ενεργούσαν από μόνες τους για να προστατεύσουν την Κυπριακή Δημοκρατία. Δεν το έπραξαν όμως.

Η Σοβιετική Ένωση είχε καταδικάσει έντονα το πραξικόπημα της Χούντας εναντίον του Μακαρίου. Όμως η αντίδρασή της έναντι της τουρκικής επιδρομής δεν ήταν ανάλογη της στάσης που επέδειξε στην κρίση του 1964. Δεν είναι υπερβολή να λεχθεί ότι και η στάση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ έναντι της τουρκικής επιδρομής ήταν χλιαρή. Μέχρι σήμερα, δεν χρησιμοποιήθηκαν οι όροι εισβολή και κατοχή. Πάνω από όλα το Κυπριακό αξιολογείται ως ένα διακοινοτικό πρόβλημα και η Τουρκία εν πολλοίς θεωρείται τρίτο μέρος. Η ανοχή που επιδεικνύεται έναντι του τουρκικού σωβινισμού είναι πρωτοφανής. Ενδεικτικό του γεγονότος αυτού είναι οι ίσες αποστάσεις «για τα δυο μέρη στην Κύπρο» όπως αποτυπώνονται στις συναφείς Εκθέσεις του ΓΓ του ΟΗΕ.

Η καταστροφή που υπέστη η Κύπρος ήταν βιβλικών διαστάσεων. Η Τουρκία κατέλαβε το 37% του εδάφους της χώρας και προέβη σε εθνικό ξεκαθάρισμα. Χιλιάδες οι πρόσφυγες, οι νεκροί, οι τραυματίες και οι αγνοούμενοι. Ένα μεγάλο μέρος των υποδομών καθώς και της οικονομικής δραστηριότητας λάμβαναν χώρα στα εδάφη που καταλήφθηκαν. Υπήρχε επίσης ανασφάλεια, ανεργία και ως εκ τούτου χιλιάδες Έλληνες Κύπριοι ήταν σε αναζήτηση προοπτικής σε άλλες χώρες. Παρά την τουρκική επιδρομή και τις πολλαπλές αντιξοότητες, η Κυπριακή Δημοκρατία επιβίωσε. Μέχρι και σήμερα, η Τουρκία θεωρεί την Κυπριακή Δημοκρατία ως «εκλιπούσα» και προσπαθεί να την καταστρέψει.

Η αποδοχή της oμοσπονδίας και ο μακροχρόνιος αγώνας

Αρχές Νοεμβρίου του 1974, σε ομιλία του στην Γκαλερί Αργώ, ο Προεδρεύων Γλαύκος Κληρίδης τόνισε ότι υπό τις περιστάσεις, η μόνη εφικτή λύση ήταν η διπεριφερειακή δικοινοτική ομοσπονδία. Η τοποθέτηση αυτή ήταν εν πολλοίς αποτέλεσμα των παραινέσεων των ΗΠΑ, της Βρετανίας, της Γερμανίας και της Ελλάδας.

Στις 30 Νοεμβρίου και 1 Δεκεμβρίου 1974 σε σύσκεψη της ελλαδικής και κυπριακής ηγεσίας στην Αθήνα, εν πολλοίς έγινε αποδεκτή η ομοσπονδία ως βάση για τη διευθέτηση του Κυπριακού. Και τούτο χωρίς μελέτη και επαρκή κατανόηση του τι συνεπαγόταν. Ο Μακάριος είχε πολλούς ενδοιασμούς. Κάποια στιγμή όμως δήλωσε ότι μια πολυπεριφερειακή δικοινοτική ομοσπονδία θα ήταν ανεκτή. Στις 12 Φεβρουαρίου 1977 υπήρξε η συμφωνία υψηλού επιπέδου Μακαρίου-Ντενκτάς. Ο Πόλυς Πολυβίου άσκησε κριτική τόσο στον Μακάριο όσο και στον Κληρίδη για την αποδοχή της ομοσπονδίας.

Ο Μακάριος θεωρούσε την αποδοχή της ομοσπονδίας και την κατάθεση χάρτη με δυο περιφέρειες ως τις ύστατες οδυνηρές υποχωρήσεις. Πρέπει να σημειωθεί ότι είχε λάβει υποσχέσεις από διάφορες χώρες, κυρίως από τις ΗΠΑ, ότι με αυτές τις γενναίες υποχωρήσεις θα άνοιγε ο δρόμος για οριστική διευθέτηση του Κυπριακού. Η τουρκική πλευρά όμως δεν ανταποκρίθηκε. Η απογοήτευση του Μακαρίου ήταν μεγάλη και στην τελευταία του ομιλία στις 20 Ιουλίου 1977 διακήρυξε ότι η απάντηση στην τουρκική αδιαλλαξία ήταν ο μακροχρόνιος αγώνας.

Η συνέχιση της πολιτικής του ιστορικού συμβιβασμού και το εσωτερικό μέτωπο

Ο Σπύρος Κυπριανού που διαδέχθηκε τον Μακάριο διακήρυξε ότι θα συνέχιζε την πολιτική του προκατόχου του. Ήταν όμως την πολιτική του ιστορικού συμβιβασμού που θα ακολουθούσε με συνέπεια και όχι εκείνη του μακροχρόνιου αγώνα που διακήρυξε ο Μακάριος λίγο πριν τον θάνατό του.

Στις 19 Μαΐου 1979 υπήρξε η συμφωνία υψηλού επιπέδου Κυπριανού-Ντενκτάς. Ο Κύπριος Πρόεδρος εργάστηκε συστηματικά και βελτίωσε τη συμφωνία Μακαρίου-Ντενκτάς. Ο Σπύρος Κυπριανού απέδιδε μεγάλη σημασία στην εφαρμογή των βασικών ελευθεριών καθώς και στη συνέχεια της Κυπριακής Δημοκρατίας. Το χάσμα μεταξύ των δυο πλευρών ήταν όμως τεράστιο.

Μεταξύ των Ελληνοκυπρίων υπήρχαν τρεις τάσεις. Η πρώτη υποστήριζε αυτό που στην πορεία του χρόνου επικράτησε και αποκαλείται ως «διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία με το σωστό περιεχόμενο». Η δεύτερη ήταν πολύ πιο ευέλικτη καθώς, μεταξύ άλλων, εν πολλοίς προσπερνούσε τα ζητήματα της εκ περιτροπής προεδρίας και της παρθενογένεσης. Ο στόχος ήταν η κατάληξη σε συμφωνία το συντομότερο δυνατό. Η τρίτη απέρριπτε την ιδέα της ομοσπονδίας ως βάση για λύση στο Κυπριακό.

Οι διάφορες πρωτοβουλίες και το στίγμα τους

Όλα τα σχέδια και οι ιδέες που κατατέθηκαν μετά το 1974 για διευθέτηση του Κυπριακού στηρίζονταν σε μια διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία. Αρχικά ήταν το Αμερικανοβρετανικοκαναδικό Σχέδιο (1978), οι Δείκτες Γκουεγιάρ (1984-85), οι Ιδέες Γκάλι (1992), το Σχέδιο Ανάν (2002-04) και το Πλαίσιο Γκουτέρες (2017). Οι βασικοί πυλώνες των Σχεδίων αυτών ήταν η συναινετική δημοκρατία, η διζωνικότητα και η πολιτική ισότητα. Υποστηρίζεται επίσης ότι και η παρθενογένεση αποτελούσε χαρακτηριστικό των Σχεδίων. Παράλληλα, σε μεγάλο βαθμό νομιμοποιείτο ο εποικισμός ενώ διατηρούντο οι εγγυήσεις. Η συνταγματική δομή καθώς και το νέο τρικέφαλο κρατικό μόρφωμα θα είχαν ασφαλώς αρνητικές επιπτώσεις σε θέματα διακυβέρνησης και οικονομίας.

Λαμβάνοντας υπ’όψιν όλα τα δεδομένα, δεν θα ήταν υπερβολή να λεχθεί ότι δεν υπήρξε χαμένη ευκαιρία μετά το 1974. Έχοντας επίσης υπόψιν τον έλεγχο που ασκεί η Τουρκία σε όλα τα επίπεδα στα κατεχόμενα εδάφη, μια συμφωνία για ομοσπονδία μεταξύ των δύο κοινοτήτων ενδέχεται στην ουσία να είναι μια ομοσπονδία των εδαφών που ελέγχονται από την Κυπριακή Δημοκρατία με την Τουρκία. Οι συνέπειες μιας τέτοιας συμφωνίας θα είναι από οδυνηρές έως καταστροφικές.

Πώς προχωρούμε σήμερα

Είναι καθοριστικής σημασίας να κατανοηθούν επαρκώς τα σημερινά δύσκολα δεδομένα και να υπάρξει μια ολοκληρωμένη στρατηγική. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η Τουρκία έχει ως στόχο την καταστροφή της κρατικής οντότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας και τον στρατηγικό έλεγχο της Μεγαλονήσου. Ελάχιστος στόχος της Κυπριακής Δημοκρατίας, η προάσπιση της ελεύθερης Κύπρου και η μη επιδείνωση του status quo και μέγιστος στόχος η αποκατάσταση της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας στα πλαίσια ενός ιδιότυπου ομοσπονδιακού κράτους. Προς αυτήν την κατεύθυνση είναι σημαντικό να κατατεθεί συγκεκριμένη πρόταση καθώς και η υιοθέτηση μιας εξελικτικής προσέγγισης. Συγκεκριμένες εισηγήσεις επί τούτων έχω ήδη καταθέσει. Θα ήταν θεμιτό να γίνουν κάποιες τροποποιήσεις ή/και να υπάρξουν προσθήκες για την ευρύτερη δυνατή συναίνεση. Η ουσία είναι να διαφυλαχθεί η φιλοσοφία και η μεθοδολογία της προσέγγισης αυτής.

Στη σημερινή συγκυρία απαιτείται η συνεχής αναβάθμιση όλων των συντελεστών ισχύος: άμυνα, οικονομία, δημογραφικά δεδομένα, αφήγημα, αξιοποίηση της γνώσης, της συμμετοχής στην ΕΕ καθώς και άλλων δικτύων συνεργασίας, αξιακό σύστημα και αποτελεσματική ηγεσία. Επιπρόσθετα, μια πραγματιστική εξωτερική πολιτική αποτελεί προτεραιότητα. Τέλος υπογραμμίζεται ότι η Κυπριακή Δημοκρατία θα πρέπει να καταστεί ένα κράτος πρότυπο καθώς μια τέτοια εξέλιξη θα συμβάλει καθοριστικά στον μεγάλο στόχο της εθνικής επιβίωσης.

* Ο Καθηγητής Ανδρέας Θεοφάνους είναι Πρόεδρος του Κυπριακού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων καθώς και του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Διακυβέρνησης του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.

Συνέχεια ανάγνωσης

Video

Δεν υπάρχει σοβαρό κράτος που να συζητάει για τη διάλυσή του (ΔΔΟ)

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Ανδρεας Θεοδάνους: Καταστροφή! Δεν υπάρχει σοβαρό κράτος που να συζητάει για τη διάλυσή του.

«50 χρόνια Τουρκικής κατοχής – Μια αποτίμηση της περιόδου και η επόμενη μέρα»

Διάλεξη του Καθηγητή Ανδρέα Θεοφάνους στις 9 Ιουλίου 2024.

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινφογνώμων

Infognomon Logo

Περιηγηθείτε στα κορυφαία βιβλία του βιβλιοπωλείου μας

Προβολή όλων

Δημοφιλή