Ακολουθήστε μας

Γενικά θέματα

Ιράν: Επέστρεψε στο Ιράκ 130 πολεμικά αεροσκάφη

Δημοσιεύτηκε στις

Το Ιράν παρέδωσε στο Ιράκ τα πολεμικά αεροσκάφη που είχε μεταφέρει στην
χώρα ο Σαντάμ Χουσεΐν, το 1990,πριν την επίθεση των συμμαχικών δυνάμεων
με επικεφαλής τις ΗΠΑ λόγω της κατάληψης του Κουβέιτ από τις ένοπλες
δυνάμεις της Βαγδάτης.

Σε σχετική ανακοίνωση του εκπροσώπου των ιρακινών ενόπλων δυνάμεων Qasım
Ata υπογραμμίστηκε ότι το Ιράν παρέδωσε τα 130 πολεμικά αεροπλάνα τα
οποία, όπως ανέφερε ο Qasim Ata θα εκσυχρονιστούν και θα
χρησιμοποιηθούν  κατά της ακραίας οργάνωσης “Ισλαμικό Κράτος στο Ιράκ
και στο Λεβάντε” (ΙΚΙΛ). Δεν δόθηκαν αναλυτικές πληροφορίες σχετικά με
το θέμα.

Διαφορές στον αριθμό μαχητικών

Μέχρι το 1988, στο τέλος του Πολέμου Ιράν-Ιράκ, ο Ιρακινός στρατός ήταν ο
4ος μεγαλύτερος στρατός του κόσμου και σύμφωνα με τους John Childs και
André Corvisier, διέθετε, μεταξύ άλλων 484 μαχητικά αεροσκάφη και 232
μαχητικά ελικόπτερα. Σύμφωνα με τον Michael Knights η αεροπορική δύναμη
ήταν 700 μαχητικά αεροσκάφη και ελικόπτερα. Από τις αμερικανικές και
γενικά συμμαχικές επιθέσεις κατά τον Πόλεμου του Κόλπου το 1990 από το
σύνολο των ενόπλων δυνάμεων του Ιράκ σχεδόν ανέπαφη έμεινε μόνο η
Πολεμική Αεροπορία καθώς γιατί μετακόμισε στο γειτονικό Ιράν. Για τον
ακριβή αριθμό των αεροπορικών μέσων του Σανταμ Χουσεΐν δεν υπάρχει
συμφωνία πηγών- οι πληροφορίες τα φέρουν από 649 μέχρι 716. Ούτε για τα
πόσα κατεστράφησαν, πόσα πήγαν στο Ιράν και πόσα είναι σε πτήσιμα από
τότε. Η τουρκική τηλεόραση ανέφερε ότι επιστρέφονται – μετά από
εκσυγχρονισμό – 130.

Το χρονικό της Καταιγίδας της Ερήμου

Να θυμίσουμε, συνοψίζοντας, ότι τις 2 Αυγούστου 1990 το Ιράκ εισέβαλε
και κατέλαβε το Κουβέιτ με το πρόσχημα ότι του κλέβει πετρέλαιο με
γεωτρήσεις από κλίση. Σχεδόν αμέσως σχηματίστηκε μια συμμαχική δύναμη 35
κρατών, με πρωτοβουλία των ΗΠΑ και υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, η οποία
απελευθέρωσε το Κουβέιτ στις 27 Φεβρουαρίου 1991. Αυτός είναι με δυο
λόγια ο Α’ Πόλεμος του Κόλπου (Περσικού), η «Μητέρα όλων των Μαχών» για
τον ηγέτη του Ιράκ, Σαντάμ Χουσεΐν, η «Επιχείρηση: Καταιγίδα της Ερήμου»
(Operation Desert Storm – φωτογραφία), σύμφωνα με τη στρατιωτική
ορολογία.

Αναλυτικότερα, στα τέλη της δεκαετίας του ’80 το Ιράκ του Σαντάμ Χουσεΐν
βρισκόταν σε δεινή οικονομική κατάσταση, εξαιτίας του 10ετούς
ιρανο-ιρακινού πολέμου και των χαμηλών τιμών του πετρελαίου. Όταν το
Κουβέιτ ανακοίνωσε την αύξηση της παραγωγής του κατά 40%, το Ιράκ
ξεσήκωσε τον κόσμο ότι οι γείτονές του κάνουν γεωτρήσεις για πετρέλαιο
υπό κλίση κι έτσι κλέβουν το δικό του πετρέλαιο. Ήταν η αφορμή για την
εισβολή και την κατάληψη του μικροσκοπικού εμιράτου από το Ιράκ. Ο
Σαντάμ προχώρησε στο σχέδιο, πιστεύοντας ότι έχει την ανοχή των
Αμερικανών, αφού, όπως αποκάλυψαν αργότερα οι New York Times, σε
συνάντησή του με την αμερικανίδα πρεσβευτή στη Βαγδάτη κ.Έιπριλ
Γκιλέσπι, αυτή δεν έδειξε ενδιαφέρον για τη διαμάχη Ιράκ – Κουβέιτ.

Αμέσως μετά την εισβολή των Ιρακινών στο Κουβέιτ, οι ΗΠΑ προσέφυγαν στο
Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και πέτυχαν την έκδοση της Απόφασης 660, με
την οποία καταδικαζόταν η εισβολή και αξιωνόταν η απόσυρση των ιρακινών
δυνάμεων (3 Αυγούστου 1990). Ανάλογη απόφαση πήρε και ο Αραβικός
Σύνδεσμος την ίδια μέρα, ενώ στις 6 Αυγούστου με νεώτερη απόφασή του
(661) το Συμβούλιο Ασφαλείας επέβαλε οικονομικές κυρώσεις στη Βαγδάτη.
Παράλληλα με τις διπλωματικές προσπάθειες, οι ΗΠΑ άρχισαν να αναπτύσσουν
στρατιωτικές δυνάμεις στη Σαουδική Αραβία, φοβούμενες νέα εισβολή του
Ιράκ στην πρώτη πετρελαιοπαραγωγό χώρα του κόσμου..

Στις 29 Νοεμβρίου 1990, το Συμβούλιο Ασφαλείας άναψε το «πράσινο φως»
για στρατιωτική επέμβαση στο Κουβέιτ, δίνοντας προθεσμία έως τις 15
Ιανουαρίου 1991 στο Ιράκ να αποσύρει τις δυνάμεις του από το εμιράτο.
Την ίδια ώρα, οι ΗΠΑ δια του Υπουργού Εξωτερικών Τζέιμς Μπέικερ
συγκροτούσαν μία στρατιωτική δύναμη από 35 χώρες για να επιβάλλουν με τη
χρήση βίας τις αποφάσεις του ΟΗΕ.

Μέχρι τις 15 Ιανουαρίου 1991 που έληγε το τελεσίγραφο του ΟΗΕ έγιναν
κάποιες χλωμές ειρηνευτικές προσπάθειες, αλλά προσέκρουσαν στην άρνηση
του Ιράκ, που ήθελε να εξαργυρώσει τη δική του αποχώρηση από το Κουβέιτ
με την απόσυρση των Ισραηλινών από τα κατεχόμενα συριακά και
παλαιστινιακά εδάφη. Στις 12 Ιανουαρίου 1991 ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζορτζ
Μπους ο πρεσβύτερος έλαβε από το Κογκρέσο την εξουσιοδότηση για την
εμπλοκή στον επικείμενο πόλεμο, με αρκετούς εθνοπατέρες να διαφωνούν (52
– 47 στη Γερουσία και 250 – 183).

Όπως αναφέρει η Βικιπαίδεια,τις παραμονές του πολέμου η Συμμαχία είχε
αναπτύξει στον Κόλπο μια μεγάλη στρατιωτική δύναμη, με όπλα νέας
τεχνολογίας, τα λεγόμενα «έξυπνα» όπλα, για χειρουργικά πλήγματα
ακριβείας. Με αρχηγό τον αμερικανό στρατηγό Νόρμαν Σβάρτζκοπφ, η
συμμαχική δύναμη αριθμούσε 1.000.000 στρατιώτες, 1.820 αεροσκάφη, 3.318
τανκς, 8 αεροπλανοφόρα και μεγάλο αριθμό πολεμικών πλοίων. Στην αντίπερα
όχθη, ο Σαντάμ είχε στη διάθεσή του 260.000 μάχιμους άνδρες και άλλους
800.000 σε εφεδρεία, 649 αεροσκάφη και 5.000 τανκς. Η υπεροχή των
συμμαχικών δυνάμεων υπερτερούσε ποσοτικά, αλλά κυρίως ποιοτικά.

Τα ελικόπτερα «Apachee» έδωσαν το σύνθημα της επίθεσης στις 2:38 π.μ.
ώρα Βαγδάτης της 17ης Ιανουαρίου 1991, καταστρέφοντας εγκαταστάσεις
ραντάρ των Ιρακινών. Ακολούθησαν συνεχείς έξοδοι πολεμικών αεροσκαφών,
που βομβάρδισαν αεροδρόμια και στρατηγικούς στόχους. Την ίδια στιγμή, η
Βαγδάτη βομβαρδιζόταν με πυραύλους «Τόμαχοουκ» και η εικόνα αυτή έκανε
το γύρο του κόσμου μέσω του CNN. Πέντε ώρες μετά την πρώτη συμμαχική
επίθεση, ο Σαντάμ Χουσεΐν σε ραδιοφωνικό μήνυμά του διακήρυττε ότι «η
μεγάλη μάχη, η μητέρα όλων των μαχών ξεκίνησε. Η αυγή της νίκης
πλησιάζει».

Την πρώτη εβδομάδα των αεροπορικών επιχειρήσεων, το μεγαλύτερο μέρος της
στρατιωτικής υποδομής του Ιράκ είχε καταστραφεί. Σχεδόν ανέπαφη έμεινε
μόνο η Πολεμική Αεροπορία και αυτό γιατί μετακόμισε, όπως προαναφέραμε,
στο Ιράν. Πονοκέφαλο για τους Συμμάχους αποτελούσαν οι πύραυλοι
«Σκουντ», οι οποίοι, παρότι απαρχαιωμένης τεχνολογίας, έκαναν τη δουλειά
τους. Την πρώτη βραδιά της επίθεσης έπληξαν το Ισραήλ και προκάλεσαν
τον θάνατο δύο ατόμων και πολλές ζημιές. Ήταν μια προσπάθεια του Σαντάμ
να βγάλει το Ισραήλ στον πόλεμο και να διασπάσει τη Συμμαχία, που είχε
στις τάξεις της και αραβικές χώρες. Στις 25 Φεβρουαρίου έπληξαν μια
αμερικανική στρατιωτική βάση στη Σαουδική Αραβία και προκάλεσαν το
θάνατο 28 στρατιωτικών.

Μετά την επιτυχία των εναέριων επιθέσεων ήλθε η σειρά των χερσαίων
επιχειρήσεων για την ανακατάληψη του Κουβέιτ. Διήρκεσαν μόλις 100 ώρες
(24 – 27 Φεβρουαρίου 1991), προς μεγάλη έκπληξη των αμερικανών
στρατιωτικών, δείγμα της ανυπαρξίας της πολυδιαφημισμένης στρατιωτικής
μηχανής του Σαντάμ. Στο διάστημα αυτό οι χερσαίες δυνάμεις των Συμμάχων
απελευθέρωσαν το Κουβέιτ και έφθασαν 240 χιλιόμετρα από τη Βαγδάτη.

Στο σημείο αυτό, ο πρόεδρος Τζορτζ Μπους κήρυξε κατάπαυση του πυρός και ο
πόλεμος έλαβε τέλος (27 Φεβρουαρίου 1991). Στην απορία πολλών γιατί δεν
κατέλαβε τη Βαγδάτη για να ανατρέψει τον Σαντάμ Χουσεΐν, ο πατήρ Μπους
απάντησε ότι ήθελε να κρατήσει ζωντανή τη Συμμαχία και δεν επιθυμούσε
περαιτέρω ανθρώπινες απώλειες, που θα ήταν αχρείαστες. Άλλωστε και η
εντολή που είχε από τον ΟΗΕ ήταν να απελευθερώσει μόνο το Κουβέιτ. Η
ανατροπή του Σαντάμ θα ήταν έργο του γιου του, στον Β’ Πόλεμο του Κόλπου
(2003).

Η σημερινή συγκρότηση λόγω απειλής από ΙΚΙΛ

Τώρα καθώς οι αμερικανοί έχουν αποχωρήσει από το Ιράκ και η κυβέρνηση
που διοικεί την χώρα απειλείται από την ακραία Ισλαμιστική οργάνωση
ΙΚΙΛ, οι Ιρακινοί συγκροτούν όσο το δυνατόν μεγαλύτερη αεροπορική
δύναμη για να επιφέρουν άμεσα τα αναγκαία από αέρος χτυπήματα.

OnAlert

Συνέχεια ανάγνωσης

Γενικά θέματα

Η τεχνητή νοημοσύνη θα μειώσει και τον αριθμό των πιλότων στα αεροσκάφη;

Ποιοι θέλουν να μειώσουν τους πιλότους στα αεροσκάφη, λόγω ΑΙ

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Η τεχνητή νοημοσύνη (ΑΙ) θα μειώσει και τον αριθμό των πιλότων στα αεροσκάφη; Ευρωπαϊκά μέσα ενημέρωσης υποστηρίζουν ότι έχουν κατατεθεί εισηγήσεις στον Οργανισμό Ασφάλειας της Αεροπορίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EASA) για να μειωθούν από δύο σε έναν οι πιλότοι στο κόκπιτ των  αεροσκαφών, αξιοποιώντας τις δυνατότητες της τεχνητής νοημοσύνης.

Το χρονοδιάγραμμα εφαρμογής αυτού του μέτρου δεν έχει οριστικοποιηθεί, αλλά φαίνεται ότι τα συμπεράσματα θα μπορούσαν να προκύψουν το 2029 και να γίνουν επίσημα το 2030.

Ήδη πάντως, οι σκέψεις αυτές προκαλούν μεγάλες αντιδράσεις από τις ενώσεις των πιλότων σε όλη την Ευρώπη.

«Αυτό που προτείνεται είναι μια παρέκκλιση που παραβιάζει όλες τις αρχές», λέει ο Ανχελ Γκονδάλεθ, αναπληρωτής διευθυντής του τεχνικού τμήματος στη Sepla. «Η φόρμουλα να υπάρχουν δύο πιλότοι στο κόκπιτ  ανά πάσα στιγμή είναι απολύτως κρίσιμη , καθώς χωρίς αυτήν, η ασφάλεια είναι σαφώς μειωμένη», λέει ο Γκονδάλεθ. « Σε ένα αεροπλάνο, όλοι οι έλεγχοι και οι διαδικασίες πρέπει να εκτελούνται εις διπλούν για να αποφευχθούν προβλήματα και πρέπει πάντα να υπάρχει ένας πιλότος που παρακολουθεί όλα όσα συμβαίνουν και τη δραστηριότητα του συναδέλφου του», τονίζει και εξηγεί: «Η τεχνητή νοημοσύνη δεν θα μπορούσε ποτέ να αντικαταστήσει τους ανθρώπους σε αυτές τις διαδικασίες, δεδομένου ότι δεν μπορεί να διορθώσει λάθη ή να λάβει αποφάσεις κατά περίπτωση· απαιτείται κριτική, ανθρώπινη κρίση, την οποία η τεχνητή νοημοσύνη δεν μπορεί να προσφέρει».

Σύμφωνα, με τον εκπρόσωπο των Ισπανών πιλότων, δύο εταιρείες κατασκευής αεροσκαφών προωθούν αυτό το μέτρο – η Airbus και η Dassault.  «Καμία αεροπορική εταιρεία δεν βρίσκεται πίσω από αυτό· μόνο αυτές οι δύο εταιρείες δοκιμάζουν ήδη πιλοτήρια ενός πιλότου. Δεν θέλουν όλες οι εταιρείες να μειώσουν την ασφάλεια, μόνο αυτές οι δύο», λέει ο Γκονδάλεθ.

Διευκρινίσεις από τον ΕΑSΑ

Ο EASA επιβεβαιώνει ότι είναι οι κατασκευαστές αεροσκαφών που πιέζουν για τη μείωση του αριθμού των πιλότων στο κόκπιτ, αλλά θεωρεί ότι δημιουργείται ένα προπέτασμα καπνού για τις πραγματικές επιπτώσεις της μελέτης.

Αυτό που τίθεται στο τραπέζι είναι ότι σε μεγάλες πτήσεις , που απαιτούν δύο πληρώματα για εναλλαγή και ανάπαυση, θα μπορούσαν να μειωθούν και ότι, για τμήματα της πτήσης, θα μπορούσε ουσιαστικά να υπάρχει μόνο ένας πιλότος.Aλλά θα υπάρχουν πάντα δύο πιλότοι   σε βασικές στιγμές της πτήσης, όπως η προσγείωση ή η απογείωση. «Ένας μόνος πιλότος θα μπορεί να είναι  στο πιλοτήριο κατά τη διάρκεια ορισμένων φάσεων της πτήσης, αλλά αυτό θα απαιτούσε σημαντικές τεχνολογικές αλλαγές που θα μπορούσαν να εγγυηθούν ότι θα διαπιστώνεται από την ΑΙ αν ο πιλότος δεν μπορεί  να ανταποκριθεί στα καθήκοντά του».

Με αυτή την έννοια, από τον ΕASA μπιστεύουν ότι η τεχνητή νοημοσύνη θα μπορούσε να περιλαμβάνει « συστήματα ανίχνευσης κόπωσης ή ανικανότητας ». Υπό αυτή την έννοια, «θα μάθουμε από αυτή την εμπειρία να συλλέγουμε δεδομένα που θα μας επιτρέψουν όχι μόνο να αξιολογήσουμε την πιθανότητα αυτής της μείωσης του προσωπικού, αλλά και να βελτιώσουμε τη συνολική ασφάλεια όλων των πτήσεων».

Μακροπρόθεσμα, στόχος είναι «η δημιουργία ενός «έξυπνου» πιλοτήριου με καινοτόμα χαρακτηριστικά μείωσης του φόρτου εργασίας, συμπεριλαμβανομένης της παρακολούθησης της απόδοσης και της εξεύρεσης λύσεων για την πρόληψη απειλών στην ασφάλεια του αεροσκάφους».

Συνεπώς, τονίζουν από τον ΕASA ότι, σε αντίθεση με όσα λέγονται, «δεν υπάρχει καθορισμένο χρονοδιάγραμμα» και ότι «όλα θα εξαρτηθούν από το αν οι νέες τεχνολογίες θα επιδείξουν τα οφέλη τους για την ασφάλεια.

Έλλειψη πιλότων

Σε κάθε περίπτωση, το συνδικάτο Sepla των πιλότων αναγνωρίζει ότι αυτή η απόφαση είναι μέρος μιας σειράς μέτρων που εφαρμόζονται για την αντιμετώπιση μιας από τις μεγαλύτερες απειλές που διατρέχουν τον κλάδο: η έλλειψη πιλότων τα επόμενα χρόνια. «Είναι αλήθεια ότι υπάρχει πραγματικό πρόβλημα με την έλλειψη επαγγελματιών πιλότων, αλλά αυτό δεν μπορεί να λυθεί με την εγκατάλειψη της ασφάλειας», λέει ο Γκονδάλεθ. «Πρέπει να διευκολύνουμε την αύξηση του αριθμού περισσότερων πιλότων, δεν υπάρχει άλλος τρόπος».

Εκτιμάται ότι το 2026, παγκοσμίως θα υπάρχει έλλειψη 24.000 πιλότων σε πραγματικό χρόνο. Μέχρι το 2030 θα υπάρχει έλλειψη σχεδόν 60.000 πιλότων.

Το «εργατικό κόστος» είναι επίσης μεγάλη δαπάνη για τις αεροπορικές εταιρείες. Για τη Lufthansa ή την American Airlines αυτό είναι περίπου 20% έως 30%. Αυτό είναι πρακτικά το ίδιο με το κόστος των καυσίμων.

Σύμφωνα με την World Aviation, ένας κυβερνήτης αεροσκάφους κερδίζει περίπου 80.000 ευρώ και ο  συγκυβερνήτης 50.000 ευρώ, ετησίως. Ένας νέος πιλότος κερδίζει ήδη περίπου 22.000 ευρώ ετησίως.

Η Διεθνής Ένωση Αεροπορικών Μεταφορών (IATA) προβλέπει ότι περισσότεροι από 350.000 πιλότοι θα χρειαστούν παγκοσμίως μεταξύ 2024 και 2032. Αντιμέτωπες με αυτήν την πραγματικότητα, οι αεροπορικές εταιρείες «μπορεί τώρα να δουν την ανάπτυξή τους να περιορίζεται σαφώς από την έλλειψη πιλότων και αυτοί μπορεί να γίνουν ένα πολύτιμο περιουσιακό στοιχείο που τους μετατρέπει στο επίκεντρο ενός πολέμου που αυτές οι εταιρείες δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά».

Κατά συνέπεια, “αναζητούνται λύσεις, από την πρόσληψη ξένων πιλότων, όπως κάνουν οι ΗΠΑ με τους Αυστραλούς επαγγελματίες, έως την αύξηση των δαπανών για την  εκπαίδευση πιλότων. Και αυτό είναι το ζητούμενο στην Ευρώπη. Η τεχνητή νοημοσύνη είναι η τελευταία από τις “λύσεις” σε μια από τις μεγαλύτερες υπαρξιακές κρίσεις του κλάδου.

ΠΗΓΗ: ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ

Συνέχεια ανάγνωσης

Γενικά θέματα

Το Χάρβαρντ, ο Τραμπ και η υποκρισία

Τουλάχιστον 60  αμερικανικά πανεπιστήμια έχουν προειδοποιηθεί ότι θα μπορούσαν σύντομα να είναι μεταξύ των επόμενων που θα χάσουν εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια από ομοσπονδιακή χρηματοδότηση εάν δεν ευθυγραμμιστούν με το όραμα του προέδρου των ΗΠΑ για τα πολιτικά δικαιώματα.

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Γράφει ο Μιχάλης Ψύλος, Ναυτεμπορική

Το Χάρβαρντ-το παλαιότερο και πιο διάσημο πανεπιστήμιο της Αμερικής- μονοπωλεί το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης σε όλο τον κόσμο. Ο λόγος; Ο πρόεδρος  Ντόναλντ Τραμπ  αποφάσισε να περικόψει κατά 2,2 δισ. δολάρια την ομοσπονδιακή χρηματοδότηση του πανεπιστημίου, επειδή αρνήθηκε να υποκύψει στις  απαιτήσεις του Λευκού Οίκου να εξαλείψει τα προγράμματα ένταξης και διαφορετικότητας και να αποθαρρύνει τον ακτιβισμό στην πανεπιστημιούπολη.

Τουλάχιστον 60  αμερικανικά πανεπιστήμια έχουν προειδοποιηθεί ότι θα μπορούσαν σύντομα να είναι μεταξύ των επόμενων που θα χάσουν εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια από ομοσπονδιακή χρηματοδότηση εάν δεν ευθυγραμμιστούν με το όραμα του προέδρου των ΗΠΑ για τα πολιτικά δικαιώματα.

Το υπόβαθρο αυτής της άνευ προηγουμένου κυβερνητικής παρέμβασης στις υποθέσεις του πανεπιστημίου είναι η υποτιθέμενη άνοδος του αντισημιτισμού στα πανεπιστήμια, που τροφοδοτείται από την αύξηση των διαδηλώσεων υπέρ της Παλαιστίνης.

«Το Χάρβαρντ δεν θα παραιτηθεί από την ανεξαρτησία του ή τα συνταγματικά του δικαιώματα», ήταν η απάντηση του πανεπιστημίου. Μια δήλωση που θα φαινόταν προφανής πριν από μερικούς μήνες. «Το Χάρβαρντ άνοιξε το δρόμο για άλλα ιδρύματα», σχολίασε ο Μπαράκ Ομπάμα, απορρίπτοντας «την παράνομη προσπάθεια καταστολής της ακαδημαϊκής ελευθερίας».

Άλλα δύο πανεπιστήμια, το  Στάνφορντ και το περίφημο MIT φαίνεται να ευθυγραμμίζονται με το Χάρβαρντ.

Όμως, άλλα διάσημα, αμερικανικά πανεπιστήμια, όπως το Κολάμπια, έχουν αποδεχθεί τους όρους που επιβλήθηκαν για την αναμόρφωση των προγραμμάτων σπουδών που υπαγορεύει ο Λευκός Οίκος.

Για να μην αναφέρουμε την απέλαση εκατοντάδων αλλοδαπών φοιτητών για εγκλήματα γνώμης –συνήθως για την αντίθεσή τους στην πολιτική του Ισραήλ στη Γάζα. Μέχρι σήμερα, περισσότερες από 600 άδειες παραμονής ξένων φοιτητών στις ΗΠΑ έχουν ανακληθεί χωρίς  δικαίωμα έφεσης. Απευθείας από τον υπουργό Εξωτερικών, Μάρκο Ρούμπιο. Η κυβέρνηση βασίζεται στον Νόμο του 1952 για τη Μετανάστευση και την Εθνικότητα, ο οποίος επιτρέπει στον Υπουργό Εξωτερικών να απελαύνει μη αμερικανούς πολίτες εάν απειλούν τα συμφέροντα των ΗΠΑ.

Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι «ένοχοι» φοιτητές συλλαμβάνονταν στα σπίτια τους ή  και στο δρόμο από ομάδες κουκουλοφόρων και «εξαφανίζονταν» σε ομοσπονδιακά σωφρονιστικά καταστήματα ή σε στρατόπεδα συγκέντρωσης υπεράκτιων χωρών.

Η άρνηση του Χάρβαρντ ξεχωρίζει. Όσο και αν πέρυσι, η διοίκηση του πανεπιστημίου είχε απολύσει την πρύτανη Κλοντίν Γκέι, επειδή δεν κατάφερε να καταστείλει επαρκώς το κίνημα των φοιτητών ενάντια στις σφαγές στη Γάζα.

Υποκρισία

Πολλοί από τους καθηγητές και τους φοιτητές που διαμαρτύρονται βέβαια σήμερα κατά του Τραμπ είναι οι ίδιοι που «σφύριζαν αδιάφορα», όταν απομακρύνθηκε η πρύτανης. Όπως και η τότε κυβέρνηση των Δημοκρατικών.

Ποιος μπορεί να καταγγείλει τον Τραμπ για ύποπτη εργαλειακή δράση στην απαίτηση σκληρών προτύπων για την καταπολέμηση του αντισημιτισμού, όταν δυστυχώς ήταν οι ακαδημαϊκές αρχές που για πρώτη φορά εξαπέλυσαν ένα αντισημιτικό κυνήγι μαγισσών; Ποιος μπορεί να κατηγορήσει σήμερα τον Λευκό Οίκο ότι θέλει να καταπατήσει την πολιτιστική αυτονομία του Χάρβαρντ, όταν πριν από ένα χρόνο ήταν οι μεγάλοι χορηγοί που έδιωξαν την πρύτανη για πολιτικούς λόγους, υπό την πίεση μιας ξένης κυβέρνησης;

Μόλις ενάμισι χρόνο πριν , τον Δεκέμβριο του 2023, οι πρόεδροι μεγάλων αμερικανικών πανεπιστημίων «ανακρίθηκαν» σε ακρόαση στο Κογκρέσο. Εκεί, οι Ρεπουμπλικάνοι τους κατηγόρησαν ότι απέτυχαν να προστατεύσουν τους Εβραίους φοιτητές μετά το ξέσπασμα του πολέμου στη Γάζα.

Κρίσιμο παιγνίδι

Σε κάθε περίπτωση όμως, φαίνεται να παίζεται –με επίκεντρο τα πανεπιστήμια- ένα κρίσιμο παιχνίδι στη συνταγματική κρίση που αρχίζει να μαστίζει τις Ηνωμένες Πολιτείες. Χρησιμοποιείται η δημόσια χρηματοδότηση για να ενσταλάξει στους πρυτάνεις και τις διοικήσεις των πανεπιστημίων τον φόβο. Αν δεν αλλάξουν τη συμπεριφορά τους, δεν θα χρηματοδοτηθούν από τον Ομοσπονδιακό προϋπολογισμό.

Για το Χάρβαρντ ειδικά, δεν φαίνεται βέβαια να υπάρχει πρόβλημα χρηματοδότησης. Είναι το πλουσιότερο πανεπιστήμιο στον πλανήτη. Οι δωρεές στο πανεπιστήμιο ξεπέρασαν πέρυσι τα 53 δισεκατομμύρια δολάρια.

Το πρόβλημα είναι ότι ενώ τα αμερικανικά πανεπιστήμια θεωρούνται ηγετικά σε πολλούς ερευνητικούς τομείς και ελκυστικά για επιστήμονες από όλο τον κόσμο, οι πιέσεις του προέδρου Τραμπ αυξάνουν τους φόβους για «διαρροή εγκεφάλων»  από την Αμερική.  Σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύτηκε στο  περιοδικό Nature στα τέλη Μαρτίου, πάνω από το 75% των επιστημόνων στις ΗΠΑ σκέφτονται να μετακομίσουν στο εξωτερικό – για παράδειγμα στην Ευρώπη ή τον Καναδά.

Ίσως η απάντηση του Χάρβαρντ στον πρόεδρο Τραμπ να χρησιμεύσει ως παράδειγμα για άλλους. Η μάχη θα μπορούσε να επεκταθεί πολύ περισσότερο από ό,τι είχαν φανταστεί πολλοί Αμερικανοί…

Συνέχεια ανάγνωσης

Γενικά θέματα

Αρμενία – Ιράν: Κοινά στρατιωτικά γυμνάσια των δύο χωρών

Το υπουργείο Άμυνας της Αρμενίας ανακοίνωσε χθες ότι τα γυμνάσια, στα οποία συμμετέχουν ειδικές δυνάμεις των δύο πλευρών, θα γίνονταν και στις δύο πλευρές της απομακρυσμένης συνοριακής γραμμής 44 χιλιομέτρων που μοιράζονται οι δύο χώρες.

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Το Ιράν και η Αρμενία αναμένεται να ολοκληρώσουν σήμερα διήμερα κοινά στρατιωτικά γυμνάσια κατά μήκος των κοινών τους συνόρων, εν μέσω εντάσεων για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και με την μακροχρόνια αντιπαλότητα Αρμενίας και Αζερμπαϊτζάν να παραμένει.

Το υπουργείο Άμυνας της Αρμενίας ανακοίνωσε χθες ότι τα γυμνάσια, στα οποία συμμετέχουν ειδικές δυνάμεις των δύο πλευρών, θα γίνονταν και στις δύο πλευρές της απομακρυσμένης συνοριακής γραμμής 44 χιλιομέτρων που μοιράζονται οι δύο χώρες.

Το αρμένικο ΥΠΑΜ παράλληλα τόνισε ότι οι δύο πλευρές θα κάνουν ασκήσεις για να απαντούν σε «επιθέσεις από προσομοιωμένες τρομοκρατικές ομάδες» σε συνοριακά σημεία ελέγχου.

«Στόχος αυτών των γυμνασίων είναι η εδραίωση της ασφάλειας των συνόρων στη βάση των κοινών συμφερόντων των δύο χωρών», ανέφερε αξιωματούχος των Φρουρών της Επανάστασης σε ιρανικά κρατικά μέσα ενημέρωσης.

Η Αρμενία έχει εμβαθύνει τους δεσμούς με τη Δύση τα τελευταία χρόνια, καθώς οι σχέσεις με την παραδοσιακή σύμμαχο Ρωσία έχουν επιδεινωθεί, με ορισμένους Αρμένιους να κατηγορούν τη Μόσχα ότι δεν τους προστατεύει από το Αζερμπαϊτζάν.

Στενές σχέσεις Γερεβάν – Τεχεράνης

Παρά την προσέγγιση με τη Δύση, το Γερεβάν διατηρεί θερμές σχέσεις με το Ιράν, το οποίο βρίσκεται σε αντιπαράθεση με δυτικές χώρες για τις πυρηνικές του φιλοδοξίες.

Τα σύνορα της Αρμενίας με το γειτονικό Αζερμπαϊτζάν και την Τουρκία παραμένουν κλειστά για πάνω από τρεις δεκαετίες, προσδίνοντας έτσι στα ορεινά σύνορα της Αρμενίας με το Ιράν μεγάλη οικονομική βαρύτητα.

Η συνοριακή περιοχή του Ιράν βρίσκεται στην πρώτη γραμμή των εντάσεων της ίδιας της Αρμενίας με το Αζερμπαϊτζάν. Οι δύο χώρες του Καυκάσου έχουν εμπλακεί σε πολέμους μετά τα τέλη της δεκαετίας του 1980, όταν το Ναγκόρνο Καραμπάχ, ένας θύλακας στο Αζερμπαϊτζάν, στον οποίο κατοικούσαν κυρίως Αρμένιοι, αποσχίστηκε από το Αζερμπαϊτζάν με την υποστήριξη της Αρμενίας. Τον Σεπτέμβριο του 2023, το Αζερμπαϊτζάν ανακατέλαβε στρατιωτικά το Ναγκόρνο Καραμπάχ, εξωθώντας σχεδόν το σύνολο των 100.000 Αρμενίων της περιοχής να καταφύγουν στην Αρμενία.

Ειρηνευτικές συνομιλίες με Αζερμπαϊτζάν

Το Αζερμπαϊτζάν ζητά από την Αρμενία να του παράσχει έναν διάδρομο μέσω της συνοριακής περιοχής, που συνδέει το Μπακού με τον θύλακα του Ναχιτσεβάν και τη σύμμαχό του, την Τουρκία.

Τόσο η Αρμενία όσο και το Αζερμπαϊτζάν δήλωσαν τον περασμένο μήνα ότι συμφώνησαν σε ένα κείμενο μιας ειρηνευτικής συνθήκης για τον τερματισμό της μεταξύ τους σύγκρουσης, αλλά έκτοτε ανταλλάζουν κατηγορίες για πολλά περιστατικά πυροβολισμών κατά μήκος των βαριά στρατιωτικοποιημένων συνόρων τους.

Πηγή: ΑΜΠΕ

Συνέχεια ανάγνωσης

Δημοφιλή