Ιστορία - Πολιτισμός
Πατὴρ Γεώργιος Μεταλληνός: «Τὸ ’21 καὶ οἱ Συντελεστές του»
Ἕνα ἀπὸ τὰ φοβερότερα ἀνοσιουργήματα στὸ χῶρο τῆς Ἱστορίας -αὐτόχρημα ἀναιρετικό τῆς ἱστορικῆς ἐπιστήμης- εἶναι ἠ ιδεολογική ἑρμηνεία καὶ χρήση τῶν ἱστορικῶν δεδομένων. Τότε ὁ Ἱστορικὸς δὲν κάνει ἐπιστήμη (ἀπροκατάληπτη δηλαδὴ καὶ ἐλεύθερη ἔρευνα), ἀλλὰ πολιτική. Ἕνα δὲ ἀπὸ τὰ ἱστορικὰ γεγονότα, πρωταρχικῆς γιὰ τὸν Ἑλληνισμὸ σημασίας, ποὺ δεινοπαθεῖ ἰδιαίτερα ἀπὸ τὴν ἰδεολογικοποιημένη ἱστορία, εἶναι τὸ 1821, ἡ Μεγάλη Ἐπανάσταση τοῦ Ἑλληνικοῦ Γένους/Ἔθνους καὶ ὁ ἀληθινὸς χαρακτήρας της. Τὸ ’21 σηματοδοτεῖ τὴν ἀρχὴ τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους καὶ γι’ αὐτὸ ὅλες oι ἰδεολογίες ζητοῦν νὰ τὸ παρουσιάσουν ὡς δικό τους, νὰ σφετερισθοῦν τὴ δόξα του.
Μία ὁμάδα ἐρευνητῶν προσεγγίζουν τὸ ’21 μὲ ἕνα πνεῦμα ἀμφισβητήσεως καὶ διάθεση ἀπορριπτικὴ γιὰ κοινωνικὲς ὁμάδες, ποὺ καταλέγονται στοὺς συντελεστές του. Γι’ αὐτοὺς τὸ ’21 εἶναι “σημεῖον ἀντιλεγόμενον (Λουκ. 2,34) καὶ ζητοῦν τήν ἀπομύθευσή του, στὰ πλαίσια τοῦ γνωστοῦ αἰτήματος “νὰ ξαναγραφεῖ ἡ ἱστορία”. Διατυπώθηκαν μάλιστα θέσεις, ποὺ ἐπαναλαμβάνονται αὐτούσιες ἀπὸ τοὺς συνεχιστές τους, ἰδιαίτερα στὸ χῶρο τῆς παιδείας καὶ τῆς ἀνεύθυνης (ὑπάρχει καὶ τέτοια) δημοσιογραφίας.
Κυρίως πολεμεῖται ἡ θέση τοῦ “ἀνωτέρου” (λεγομένου) Κλήρου(1) στὸν Ἀγώνα καὶ ἀμφισβητεῖται γενικότερα ὁ ρόλος τοῦ Ράσου σ’ αὐτόν. Ἐπισημαίνονται προδοσίες, χαρακτηρίζονται…
προδότες, ἐλέγχονται συμπεριφορές, ἀμφισβητεῖται ἡ προσφορά.
Τὰ “ἐπιχειρήματα” ὅμως περιορίζονται συνήθως σὲ ὡραιολογίες καὶ ἀνέρειστες γενικεύσεις ἢ γλωσσικὰ πυροτεχνήματα χωρὶς τεκμηρίωση. Ἡ ἰδεολογικοποιημένη αὐτὴ “ἱστορικὴ ἑρμηνεία” ἀναπαράγεται, συνεχῶς, καὶ παρασύρει τοὺς ἀδύνατους καὶ ἀνίκανους νὰ ἐπιχειρήσουν αὐτοδιαπιστώσεις. Ἰδιαίτερα δὲ στὸ χῶρο τῆς παιδείας τὸ θύμα παρόμοιων ἰδεολογημάτων εἶναι ἡ Νεολαία, ποὺ ὁδηγεῖται στὴν ἀμφισβήτηση καὶ τὴν ἄρνηση, πρὶν ἀκόμη γνωρίσει τὴν ἱστορικὴ ἀλήθεια.
Ἀνταποκρινόμενος στὴν παράκληση τῶν ὀργανωτῶν αὐτῆς τῆς πανηγυρικῆς συνάξεως, θὰ προσπαθήσω νὰ ἀπαντήσω στὰ ἐρωτήματα:
Ποιὰ ἡ συμβολὴ τοῦ Κλήρου στὸν Ἀγώνα;
Ὠφέλησε ἢ ἔβλαψε τὸ Γένος;
Ποιὰ ἢ συμμετοχὴ του γενικότερα στὴν ἀνάσταση τοῦ Γένους;
Στάθηκε στὸ πλευρό του ἢ ἀδιαφόρησε;
Μποροῦμε νὰ μιλοῦμε γιὰ ἀντίδραση ἢ ἀδιαφορία;
Θὰ προσεγγίσουμε τὰ ἐρωτήματα αὐτὰ μέσα ἀπὸ τὶς ἱστορικὲς μαρτυρίες, ἐλέγχοντας τὴ στάση τοῦ Κλήρου κατὰ τὴν πορεία πρὸς τὸν Ἀγώνα καὶ κατὰ τὴ διεξαγωγή του. Σκοπός μας δὲν εἶναι μία (ἀνώφελη καὶ προκλητικὴ) ἀπολογητικὴ ὑπὲρ τοῦ Κλήρου -τότε θὰ ἴσχυε τὸ ἀρχαῖο: “τὸ τὰς ἰδίας εὐεργεσίας ὑπομιμνήσκειν τινὶ ἴδιον τῷ ὑβρίζειν”- ἀλλὰ ἡ ἀντικειμενική, κατὰ τὸ δυνατόν, ἑρμηνεία.
- Τό δiλημμα “συνύπαρξη ἢ ἀντίσταση” καὶ ἡ δυναμικὴ του (2).
Μετὰ τὴν ἅλωση (1453) τὸ Γένος ὁλόκληρο διχάσθηκε στὴ στάση του ἀπέναντι στὸν κατακτητή. Δύο τάσεις διαμορφώθηκαν: ὁ συμβιβασμὸς μὲ τὴ νέα κατάσταση, κινούμενος ἀνάμεσα στὴ μοιρολατρία καὶ τὴν ἐλπίδα ἀποκαταστάσεως, ἢ ἡ δυναμικὴ ἀντίσταση μὲ κάθε δυνατὸ μέσο. Τὴν πρώτη τάση ἐκπροσωποῦσαν oἱ ἀντιδυτικοὶ ἢ ἀνθενωτικοί, ἐνῶ τὴ δεύτερη oἱ ἑνωτικοὶ καὶ φιλοδυτικοί. H διάσταση ἑνωτικῶν – ἀνθενωτικῶν προϋπῆρχε φυσικά τῆς ἁλώσεως, διότι oι δύο παρατάξεις διαμορφώθηκαν ἀμέσως μετὰ τὸ τελικὸ σχίσμα Ἀνατολῆς – Δύσεως (1054). ‘Ἡ ἀντιλατινικὴ – ἀντιφραγκικὴ πλευρὰ ἦταν ἡ πολυπληθέστερη καὶ ἰσχυρότερη, διότι τὴν συντηροῦσε ἡ μόνιμη – ἀπόδειξη τὸ 1204 – φραγκικὴ ἐπιβουλὴ ἀπέναντι στὴν Ὀρθόδοξη – Ρωμαίικη Ἀνατολή. Στοὺς φιλοδυτικοὺς καταλέγονταν κυρίως διανοούμενοι καὶ πολιτικοί. Οi πρῶτοι, διότι ταυτίζονταν στὶς θεωρητικὲς ἀναζητήσεις τους μὲ τοὺς δυτικοὺς διανοουμένους (ἐνδοκοσμικὴ ἐσχατολογία), ἐνῶ οἱ δεύτεροι καὶ διὰ λόγους σκοπιμότητας (προσδοκία βοήθειας). Μὲ τὴν ἀλληλοπεριχώρηση θεολογίας καὶ πολιτικῆς, βασικὸ γνώρισμα τῆς Ρωμανίας (“Βυζαντίου”), ἡ σύγκρουση τῶν δύο παρατάξεων δὲν ἔμεινε στὸ θεωρητικὸ ἐπίπεδο, ἀλλ’ ἐπηρέασε ὅλο τὸ φάσμα τῆς ζωῆς.
Συνείδηση τῶν ἀνθενωτικῶν ἦταν, ὅτι τὴν Ὀρθόδοξη – Ρωμαίικη ταυτότητα (πού γιὰ τὸ Γένος ἦταν καὶ ἐθνικὴ) δὲν τὴν ἀπειλοῦσαν τόσο oι Ὀθωμανοί, ὅσο oι Φράγκοι. Ἡ πίστη, ὄχι ὡς θρησκευτικὴ ἰδεολογία, ἀλλ’ ὡς θεραπευτική τῆς ὑπάρξεως καὶ μέθοδος θεώσεως – σωτηρίας, θὰ ἔχει πάντοτε στὴν ἡσυχαστικὴ παράδοση καὶ τὰ ἐπηρεαζόμενα ἀπ’ αὐτὴν πλατειὰ λαϊκὰ στρώματα πρωταρχικὴ σημασία.
Αὐτὴ τὴ συνείδηση κωδικοποιεῖ καὶ ἐπαναδιατυπώνει τὸν 18ο αἰώνα ὁ μεγάλος ἀπόστολος τοῦ δούλου Γένους, ὁ ἅγιος Κοσμᾶς Αἰτωλός: “Καὶ διατὶ δὲν ἤφερεν ὁ Θεὸς ἄλλον βασιλέα, ποὺ ἦταν τόσα ρηγάτα ἐδῶ κοντὰ νὰ τοὺς τὸ δώση, μόνον ἤφερε τὸν Τοῦρκον, μέσαθεν ἀπὸ τὴν Κόκκινην Μηλιὰν καὶ τοῦ τὸ ἐχάρισε; Ἠξερεν ὁ Θεός, πὼς τὰ ἄλλα ρηγάτα μᾶς βλάπτουν εἰς τὴν πίστιν, καὶ (=ἐνῶ) ὁ Τοῦρκος δὲν μᾶς βλάπτει. Ἄσπρα (=χρήματα) δώσ’ του καὶ καβαλλίκευσέ τον ἀπὸ τὸ κεφάλι. Καὶ διὰ νὰ μὴ κολασθοῦμεν, τὸ ἔδωσε τοῦ Τούρκου, καὶ τὸν ἔχει o Θεὸς τὸν Τοῦρκον ὡσὰν σκύλον νὰ μᾶς φυλάη…”(3).
Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ἔδινε, ἔτσι, ἀπάντηση στοὺς δυτικόφρονες – ἑνωτικούς, χωρὶς μάλιστα νὰ μπορεῖ νὰ κατηγορηθεῖ ὡς ἐχθρός τοῦ Λαοῦ ἢ σκοταδιστής. Μόνο ὅσοι ἔχουν ἐμπειρία τῆς ἡσυχαστικῆς παραδόσεως, ποὺ διασώζεται στὶς λαϊκὲς πρακτικές, μποροῦν νὰ κατανοήσουν τὴ δυναμική τῆς πίστεως μέχρι τὸν 19ο αἰώνα(4). Ἀντίθετα οἱ φιλενωτικοὶ ἤσαν πάντα πρόθυμοι νὰ μειοδοτήσουν στὸ θέμα τῆς πίστεως (δὲν ἤσαν λίγοι ἐκεῖνοι ποὺ προσχώρησαν στὸν παπισμό), διότι τὰ κριτήριά τους ἦταν προπάντων ἐνδοκοσμικὰ καὶ καιρικά. Οἱ δεύτεροι ἔριχναν τὸ βάρος στὴν ἐξωτερικὴ ἐλευθερία. Παρ’ ὅλα αὐτά, πρέπει νὰ λεχθεῖ, ὅτι μολονότι ἡ πρώτη τάση διέσωσε τὴν ταυτότητα τοῦ Γένους, ἡ δεύτερη τὸ κράτησε σὲ μόνιμο ἐπαναστατικὸ βρασμό. Ἡ ἀντίθεσή τους, χωρὶς νὰ γίνεται ἀπὸ τότε αἰσθητό, λειτούργησε ὡς σύνθεση. Βέβαια, κατὰ τὸν γνωστὸ ἱστορικὸ Στῆβεν Ράνσιμαν, οἱ ἀνθενωτικοὶ δικαιώθηκαν, διότι μ’ αὐτοὺς “διατηρήθηκε ἡ ἀκεραιότητα τῆς Ἐκκλησίας καὶ μὲ αὐτὴν καὶ ἡ ἀκεραιότητα τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ”(5).
Ἡ πολιτικὴ τῆς συνυπάρξεως ἐκφραζόταν ὡς πολιτικὴ κατευνασμοῦ τοῦ κατακτητῆ καὶ περιορισμένης συνεργασίας καὶ τὴν ἐγκαινίασε, κατ’ ἀνάγκην, ὁ πρῶτος Γενάρχης, οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Γεννάδιος Σχολάριος (1454). Ἡ στάση αὐτὴ στόχευε στὴν περίσωση τῶν δυνάμεων, ποὺ εἶχαν μείνει στὸ Γένος. Βέβαια, ἀπὸ τὸ φρόνημα τῶν προσώπων ἐξηρτάτο ἡ φύση καὶ ἡ ἔκταση ποὺ θὰ ἔπαιρνε αὐτὴ ἡ “συνεργασία”. Ἡ στάση αὐτὴ ὅμως δικαιωνόταν ἱστορικά, διότι εἶχε ἐφαρμοσθεῖ ἤδη ἀπὸ τὴν ἀραβοκρατία (7ος αἰ.), ἄρα ὑπῆρχε μακρὰ πείρα, καὶ θεμελιωνόταν θεολογικὰ στὸ γνωστὸ παύλειο χωρίο τῆς Πρὸς Ρωμαίους (13,1: “Πάσα ψυχὴ ἐξουσίαις ὑπερεχούσαις ὑποτασσέσθω. Οὐ γὰρ ἐστι ἐξουσία, εἰμὴ ἀπὸ Θεοῦ…”), σὲ συνδυασμὸ βέβαια μὲ τὸ ἐπίσης ἀποστολικό: “πειθαρχεῖν δεῖ Θεῶ μᾶλλον ἢ ἀνθρώποις” (Πράξ. 5, 29). Η ὑπακοὴ στὰ τυραννικὰ καθεστῶτα, ὄχι στοὺς τυράννους, ἔχει ὅρια (“ἐν οἶς ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ μὴ ἐμποδίζηται”, κατὰ τὸν Μ. Βασίλειο, P.G. 31, 860) καὶ δὲν νοεῖται ὀρθόδοξα ὡς “ταύτιση”, ἀλλὰ ὡς μέτρο καιρικό, ὅταν δὲν ὑπάρχει ἄλλη (χριστιανικὰ δικαιωμένη) ἐπιλογή.
Βέβαια, στὸ σημεὶo αὐτὸ πρέπει νὰ ὑπογραμμισθεῖ ὅτι ὁ λόγος ἐδῶ ἀφορᾶ στὸ Ράσο στὸ σύνολό του καὶ ὄχι σὲ κάποια προσωπικὴ ἐπιλογή. Ἡ Ἐκκλησία, σὲ κάθε ἐποχή, ἔχει τὴν ἀποστολὴ τῆς Μάνας. Νὰ προφυλάσσει καὶ νὰ σώζει τὸ ποίμνιό της. Κάθε δυναμικὴ στάση, ποὺ θὰ ὁδηγοῦσε σὲ ἀποτυχία καὶ καταστροφή, θὰ καταλογιζόταν πάντα ἐναντίον της,(6). Ἡ ἀνοχὴ καὶ διαλλακτικότητα τοῦ Κλήρου δὲν μπορεῖ νὰ ἑρμηνεύεται συλλογικὰ ὡς ἔνοχος συμβιβασμὸς καὶ ἐθελοδουλία, παρὰ μόνο στὶς περιπτώσεις ἐκεῖνες, στὶς ὁποῖες διακριβώνεται ἐσωτερικὴ ταύτιση μὲ τὸν κατακτητή. Ἀλλὰ τέτοιες περιπτώσεις ἐλεγχόμενης διαγωγῆς Κληρικῶν, ὑπῆρξαν σπανιότατες. Τὰ ἐκκλησιαστικὰ κείμενα, ἰδιαίτερα δὲ τὰ Πατριαρχικά, ἔχουν πάντα ἀνάγκη ἀποκρυπτογραφήσεως. Διότι σκοπὸς τους ἦταν νὰ παραπλανήσουν τὴν Πύλη. Τό Πατριαρχεῖο ὡς Ἐθναρχία, ἔπρεπε νὰ φαίνεται πάντα ἄψογο ἀπέναντι στὴν Πύλη, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὶς πραγματικές του διαθέσεις. Οἱ συχνὲς θανατικὲς ἐκτελέσεις Πατριαρχῶν καὶ Μητροπολιτῶν ἀποδεικνύουν, πόσο μικρὴ ἦταν ἡ ἐμπιστοσύνη τῆς Πύλης ἀπέναντί τους καί, συνεπῶς, τὴν ὀρθότητα τῆς θέσεως αὐτῆς.
Ἡ πολιτικὴ ὅμως τῆς συνυπάρξεως εἶχε καὶ μία δυναμικὴ διάσταση. Τήν πίστη στὴ δυνατότητα βαθμιαίας ὑποκαταστάσεως τῶν Ὀθωμανῶν στὴ διακυβέρνηση τοῦ Κράτους καὶ τὴ δημιουργία ἑνὸς “Ὀθωμανικοῦ Κράτους τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους”. Κατὰ τὴν ἄποψη αὐτὴ ἡ ἀνάσταση τοῦ Ρωμαίικου (τῆς Ρωμανίας / “Βυζαντίου”) θὰ ἐρχόταν χωρίς ἐπανάσταση, ἀλλὰ μὲ τὴ βαθμιαία διάβρωση τοῦ κράτους καὶ τὴν ἀθόρυβη μεταλλαγή του. Ἡ ἐπανάσταση τῶν Νεοτούρκων (1908) καὶ ἡ ἐπικράτηση τοῦ ἐθνικιστικοῦ φανατισμοῦ στὴν Ὀθωμανικὴ Αὐτοκρατορία ἀποσκοποῦσε ἀκριβῶς στὴν ἐπίσχεση τῶν Ρωμηῶν (καὶ τῶν Ἀρμενίων) στὴ συνεχῶς αὐξανόμενη συμμετοχή τους στὸν κρατικὸ μηχανισμό. Καὶ αὐτὸ δικαιώνει τὴ φαναριώτικη πολιτική. Ἡ πολιτικὴ αὐτὴ τῆς πρόσκαιρης “συνεργασίας” μπόρεσε νὰ βελτιώσει τὴ θέση τοῦ ὑπόδουλου Γένους, μὲ τὴν ἀνάπτυξη τῆς αὐτοδιοικήσεως στὶς κοινότητες καὶ τὴν ἀνάδειξη στελεχῶν μίας ἑλληνικῆς πολιτικῆς ἡγεσίας.
Πρόσφατα διατυπώθηκε ἡ ἄποψη, ὅτι «ἡ Ἐκκλησία ἑδραίωσε ὅλη της τὴν ἐπιρροή, ὥστε νὰ ἀποθαρρύνει τὶς ἐξεγέρσεις τῶν Ὀρθοδόξων κατὰ τῆς κυβέρνησης τοῦ Σουλτάνου»(6α). Μολονότι ἡ διάθεση τοῦ συγγραφέα εἶναι θετικὴ ἀπέναντι στὴν Ὀρθόδοξη Ἐθναρχία, ἡ τοποθέτηση αὐτὴ δὲν ἐπιβεβαιώνεται ἀπὸ τὰ πράγματα. Ὁ ἐκκλησιαστικὸς χῶρος, σὲ ὅλο του τὸ φάσμα, δὲν ἔχει νὰ δείξει μόνο ἐκπροσώπους τῆς πολιτικῆς τῆς περιορισμένης συνεργασίας, ἀλλὰ καὶ στὴν πλευρὰ τῆς δυναμικῆς ἀντιστάσεως. Αὐτὸ εἶναι ἐνδεικτικό τῆς ἐλευθερίας στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, σὲ θέματα ἐπιλογῶν τακτικῆς. Τὸν 16ο καὶ 17ο αἰώνα Πατριάρχες καὶ Μητροπολίτες ἔλαβαν ἀπροκάλυπτα μέρος σὲ ἐξεγέρσεις. Καὶ δὲν ἐπρόκειτο μόνο γιὰ φιλοδυτικούς, παρασυρόμενους ἀπὸ τὴ δυτικὴ προπαγάνδα, ἀφοῦ καὶ ἕνας ἡσυχαστὴς ἁγιορείτης, ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ “Γραικὸς” (16ος αἰ.), ἐπιδίωξε νὰ ὑποκινήσει τοὺς Ρώσους ἐναντίον τῶν Τούρκων.
Διαπίστωση ἀδιάψευστη τῆς ἔρευνας εἶναι, ὅτι δὲν ὑπάρχει ἐξέγερση τοῦ ὑποδούλου Γένους, στὴν ὁποία δὲν ἔπαιξαν ἐνεργὸ ρόλο Κληρικοὶ καὶ Μοναχοί. Μία περιδιάβαση στὴν πολύτομη (καὶ πολύτιμη) “Ἱστορία τοῦ Νέου ‘Ἑλληνισμοῦ” τοῦ καθηγητοῦ Ἀποστ. Βακαλόπουλου ἐπιβεβαιώνει τὴ θέση αὐτή. Καὶ δὲν ἤσαν λίγα τὰ ἐπαναστατικὰ κινήματα τοῦ δούλου Γένους(7). Περισσότερες ἀπὸ 70 εἶναι, κατὰ τὸν ὑπολογισμό μας, oι ἐξεγέρσεις καὶ τὰ ἐπαναστατικὰ κινήματα σ’ ὅλη τὴν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας, χωρὶς νὰ λαμβάνουμε ὑπόψη ἀνάλογες κινήσεις σὲ βενετοκρατούμενες περιοχές. Καὶ σ’ ὅλα πρωτοστατοῦν Κληρικοὶ κάθε βαθμοῦ καὶ Μοναχοί. Τό Ράσο γίνεται ἕνα εἶδος ἐπαναστατικοῦ λαβάρου καὶ σημαίας.
Βέβαια, τὰ ἀποτυχημένα αὐτὰ ἐπαναστατικὰ κινήματα ἐπιτρέπουν καὶ κάποιες ἄλλες σημαντικὲς διαπιστώσεις:
α) Τὸ Γένος δὲν συμβιβάσθηκε ποτὲ μὲ τὴν κατάσταση τῆς δουλείας καὶ δὲν ἔπαυσε νὰ πιστεύει στὴ δυνατότητα ἀποκαταστάσεώς του.
β) Οἱ ἐπανειλημμένες ἀποτυχίες τῶν ἐπαναστατικῶν αὐτῶν κινημάτων δικαιολογοῦν, ἀλλὰ καὶ ἑρμηνεύουν συνάμα, τοὺς δισταγμοὺς τῶν Ἡγετῶν τοῦ Γένους τὸ 1821, ὅταν μάλιστα τὸ φόβο τῆς νέας τραγικῆς ἀποτυχίας τὸν ἐνίσχυε ἡ καταθλιπτικὴ παρουσία τῆς “‘Ἱερᾶς Συμμαχίας” (ἀπὸ τὸ 1815).
γ) Ἀποδεικνύεται τελείως ἀβάσιμο τὸ ἐπιχείρημα, ὅτι ὁ Διαφωτισμὸς καὶ ἰδίως ἡ Γαλλικὴ Ἐπανάσταση (1789) γέννησαν τὸ ’21(8), ὅταν τὸ Γένος δὲν παύει στιγμὴ νὰ βρίσκεται σὲ ἐπαναστατικὸ βρασμό. Ἡ Γαλλικὴ Ἐπανάσταση ἦταν φυσικὸ νὰ ἐπιταχύνει τοὺς ρυθμοὺς καὶ νὰ ἐνθαρρύνει τὴν ἀστικὴ τάξη, ὄχι ὅμως καὶ νὰ προκαλέσει τὸν Ἀγώνα τοῦ ’21, ὁ ὁποῖος δὲν εἶναι παρὰ ἕνας σταθμὸς στὴ μακραίωνη φιλελεύθερη πορεία τοῦ Γένους μας.
Ἡ μεγάλη ἀνθενωτικὴ – ἡσυχαστικὴ παράταξη, στὴν ὁποία ἀνῆκαν κατὰ κανόνα καὶ oι Πατριάρχες καὶ Μητροπολίτες, τὸ ἐθναρχικὸ δηλαδὴ σῶμα, ἔχει νὰ ἐπιδείξει καὶ μία σημαντικότερη ἀκόμη ἀντίσταση, ἀνταποκρινόμενη μάλιστα ἀπόλυτα στὸ πνεῦμα τῆς ὀρθοδόξου παραδόσεως. Εἶναι οἰ Νεομάρτυρες. Αὐτοὶ προέβαλαν τὴ συνεπέστερη γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία καὶ ἀποτελεσματικότερη γιὰ τὸ Γένος ἀντίσταση, χωρὶς μάλιστα Θυσίες ἄλλων, παρὰ μόνο τοῦ ἑαυτοῦ τους(9). Διότι, μὴ ξεχνᾶμε, τὸ πρόβλημα τῆς ἐκχύσεως τοῦ αἵματος τῶν ἄλλων, ἀκόμη καὶ σὲ περίπτωση “νόμιμης” ἄμυνας ἢ ἀπελευθερωτικῆς ἐξεγέρσεως, στὴν ἡσυχαστικὴ (αὐθεντικὴ δηλαδὴ) ὀρθόδοξη συνείδηση δὲν βρίσκει εὔκολα λύση.
Οἱ Νεομάρτυρες ξαναζωντάνεψαν τὴν ἀρχαία χριστιανικὴ παράδοση τοῦ μαρτυρίου. Ἡ ὁμολογία τους ἀποσκοποῦσε στὴν ἔμπρακτη ἀπόρριψη τοῦ κατακτητῆ καὶ τὴν ἄμεση ἐπιβεβαίωση τῆς ὑπεροχῆς τῆς δικῆς τους πίστεως, ποὺ περιέκλειε συνάμα καὶ τὸν ἐθνισμό τους. Σ’ ὅλη τὴ μακρὰ δουλεία, ἀπέναντι στοὺς ἐξωμότες (ἐξισλαμισθέντες) ἢ καὶ τοὺς κρυπτοχριστιανούς, πού ἀληθινὰ ἢ ὄχι κατέφασκαν τὴν ἰδεολογία τοῦ κατακτητῆ, στέκονταν oἱ δημόσιοι καταφρονητές της, οἱ Νεομάρτυρες, μόνιμη παρηγορία καὶ στήριγμα τῆς συνειδήσεως τῶν ὑποδούλων ἀδελφῶν τους. Οἱ Νεομάρτυρες ἐνσαρκώνουν μάλιστα πληρέστερα ἀπὸ τοὺς Ἐθνομάρτυρες τὴν ἑλληνορθόδοξη παράδοση, διότι διακρίνονται ὄχι μόνο γιὰ ἡρωισμό, ἀλλὰ γιὰ τὴν ἁγιότητα – πνευματικότητα, πού ἀποδεικνυόταν μὲ τὰ θαύματα, ποὺ συνόδευαν τὸ μαρτύριό τους. Κίνητρό τους δὲν ἦταν τὸ μίσος, ἐναντίον τῶν κατακτητῶν, ἀλλὰ ἡ ἀγάπη γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ τοὺς ἀνθρώπους, ἀκόμη καὶ τοὺς διῶκτες τους.
Σὲ τελευταία ὅμως ἀνάλυση οἱ στρατιὲς τῶν Νεομαρτύρων ἀποδεικνύουν τὴ συμμετοχὴ καὶ τοῦ Ράσου στὴν ἀντίστασή τους, ὅπως καὶ τὴν ἑνότητα τοῦ Γένους ἐναντίον τοῦ Τυράννου. Οἱ Νεομάρτυρες προετοιμάζονταν γιὰ τὴν ὁμολογία τους ἀπὸ τοὺς Πνευματικοὺς – Γέροντες (ἀνάμεσά τους καὶ Ἐπίσκοποι). Οἱ βίοι καὶ τὰ μαρτύρια τῶν Νεομαρτύρων κυκλοφοροῦνταν καὶ διαβάζονταν, εἴτε μεμονωμένα ἀπὸ τοὺς πιστούς, εἴτε στὶς μνῆμες τους ὡς συναξάρια. Καὶ μόνο ἡ καθιέρωση τῆς τιμῆς τῆς μνήμης τῶν Νεομαρτύρων, ἀμέσως μετὰ τὴ θυσία τους, βεβαιώνει τή, σιωπηρὴ ἔστω (γιὰ εὐνόητους λόγους), κατάφαση ἀπὸ μέρους τοῦ Ἐθναρχικοῦ Κέντρου (τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου) τῆς θυσίας τους καὶ ἀναγνώριση τῆς σημασίας της γιὰ τὴ συνέχεια τοῦ Γένους.
Σ’ αὐτὴν ὅμως τὴ συνάφεια θὰ ἤθελα νὰ δηλώσω, ὅτι ἀκλόνητη πεποίθησή μου, θεμελιουμένη στὴ μελέτη τόσο τῆς τάσεως γιὰ περιορισμένη συνεργασία μὲ τὸν κατακτητή, ὅσο καὶ ἐκείνης γιὰ ἀντίσταση, εἶναι ἡ σύγκλιση τελικά, καὶ τῶν δύο πρὸς ἕνα κοινὸ στόχο: τὴν ἀποκατάσταση τοῦ Γένους. Ἡ διαφορὰ ἐντοπιζόταν στὸν τρόπο θεωρήσεως τοῦ αἰτήματος καὶ στὰ χρησιμοποιούμενα μέσα, ὄχι ὅμως στὴ στοχοθεσία. Δὲν εἶναι ἡ μόνη περίπτωση παρόμοιων “διχασμῶν” τοῦ Γένους.
Ἡ περίπτωση τῶν Νεομαρτύρων ὅμως δείχνει πέρα ἀπὸ τὰ παραπάνω καὶ τὴ σημασία τῶν Μοναστηριών στούς ἀγῶνες γιὰ τὴν ἀνάσταση τοῦ Γένους. Ὁ καθηγητὴς Ἀπόστολος Βακαλόπουλος, ὀνομάζει ἀδίστακτα τὰ Μοναστήρια “προμαχῶνες μπροστὰ στὰ κύματα τοῦ Μουσουλμανισμοῦ”(10). Δὲν ἤσαν, πράγματι, μόνο κέντρα παιδείας (“κρυφὰ” σχολεῖα), καταφυγῆς καὶ προστασίας τῶν Ραγιάδων. Δὲν ἤσαν μόνο πνευματικὲς κολυμβῆθρες γιὰ τὸν συνεχῆ ἀναβαπτισμὸ τοῦ Γένους στὴν παράδοσή του”(11). Ἤσαν καὶ ἀντιστασιακὰ – ἐπαναστατικὰ κέντρα σὲ σημεῖο, ποὺ νὰ μὴν ὑπάρχει ἐξέγερση ὡς τὸ ’21, στὴν ὁποία δὲν πρωτοστατοῦν κάποιο ἢ κάποια Μοναστήρια, ὡς ἐπίκεντρα τῆς ἐπαναστατικῆς δραστηριότητας, ἀλλὰ καὶ χῶροι, ἀπὸ τοὺς ὁποίους ξεπηδοῦσαν ἐπαναστάτες – πολεμιστές. Οἱ Μοναχοί μας, ποτὲ δὲν θεώρησαν ἀντίθετο πρὸς τὸν πνευματικό τους ἀγώνα, τὸν ἀγώνα γιὰ τὴν ἐθνικὴ ἐλευθερία καὶ τὴ θυσία τους γι’ αὐτήν.
Αὐτὴ τὴ στάση τῶν Μοναστηριῶν στὸν Ἀγώνα ὁμολογεῖ καὶ προσδιορίζει μὲ τὸ δικό του μοναδικὸ τρόπο ὁ Στρατηγὸς Μακρυγιάννης: “Τ’ ἅγια τὰ μοναστήρια, ὁπού ‘τρώγαν ψωμὶ oἱ δυστυχισμένοι […] ἀπὸ τοὺς κόπους τῶν Πατέρων, τῶν Καλογήρων. Δὲν ἦταν καπιτσίνοι δυτικοί, ἦταν ὑπηρέτες τῶν Μοναστηριῶν τῆς Ὀρθοδοξίας. Δὲν ἦταν τεμπέληδες· δούλευαν καὶ προσκυνοῦσαν (=λάτρευαν). Καὶ εἰς τὸν ἀγώνα τῆς πατρίδος σ’ αὐτὰ τὰ μοναστήρια γινόταν τὰ μυστικοσυμβούλια, συναζόταν τὰ ὀλίγα ἀναγκαῖα τοῦ πολέμου, καὶ εἰς τὸν πόλεμον θυσίαζαν καὶ σκοτωνόταν αὐτεῖνοι, οἱ ‘περέτες τῶν μοναστηριῶν καὶ τῶν ἐκκλησιῶν. Τριάντα εἶναι μόνον μὲ μένα σκοτωμένοι ἔξω εἰς τοὺς πολέμους καὶ εἰς τὸ Κάστρο, τὸ Νιόκαστρο καὶ εἰς τὴν Ἀθήνα”(12).
Ὁ Μακρυγιάννης ἐπικαλεῖται τὴν προσωπική του ἐμπειρία, γιὰ νὰ κατοχυρώσει τὴ συμμετοχὴ τῶν Μοναστηριῶν στὸ μακρὸ ἀγώνα τῆς ἀνεξαρτησίας. Μὲ ἀφετηρία τὴν καθαρὰ ὀρθόδοξη – ρωμαίικη συνείδησή του, νομίζω, ὅτι δὲν τὸν παρερμηνεύουμε, ἂν τὴν ἀναφορά του στὸ δυτικὸ μοναχισμὸ τὴν ἑρμηνεύσουμε μὲ βάση τὴν ἐθνικὴ προσφορὰ τῶν Μοναχῶν μας. Ἡ φράση “δὲν ἦταν καπιτσίνοι δυτικοὶ” γιὰ μᾶς σημαίνει: δὲν εἶχαν καμιὰ σχέση μὲ τὰ δυτικὰ – μοναχικὰ τάγματα, ποὺ βρίσκονταν στὴν ἐξουσία τοῦ “τυράννου” (Πάπα ἢ Φράγκου Αὐτοκράτορα). Ἦταν στὴν ὑπηρεσία – διακονία τοῦ Γένους, στὸ ὁποῖο καὶ ἀνῆκαν. Πόσοι ὅμως παρόντες σ’ αὐτὸν ἐδῶ τὸ χῶρο δὲν ἔχετε τὶς προσωπικές σας ἐμπειρίες γιὰ τὸν ἐθνικὸ ρόλο τῶν Μοναστηριῶν καὶ τῶν Μοναχῶν μας -ἀκόμη καὶ τῶν Μοναζουσῶν- στοὺς νεώτερους ἀγῶνες τοῦ Ἔθνους, ὅπως ἡ ἀντίσταση 1941-44; Εἶναι μία προσφορὰ ἀδιάκοπη, ταπεινὴ καὶ ἀθόρυβη, ἀληθινὰ μαρτυρική. Προσφορὰ πάνω ἀπ’ ὅλα ἀφατρίαστη καὶ ἀκομμάτιστη, ἀληθινὰ ἐθνική. Τὰ Ἑλληνικὰ Μοναστήρια δὲν συνδέθηκαν μόνο μὲ τὶς ἐξεγέρσεις τῶν χρόνων τῆς δουλείας, ἀλλὰ ἀπὸ αὐτὰ ξεπήδησαν καὶ μεγάλες μορφὲς τοῦ ’21(13), φωτεινοὶ Ἡγέτες καὶ φλογεροὶ Ἐπαναστάτες.
- Τό Ράσο στὴν Ἐπανάσταση τοῦ ’21
Ἡ συμμετοχὴ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καὶ γενικὰ ὅλου τοῦ Ράσου στὸν πανεθνικὸ Ἀγώνα τοῦ ’21 ἦταν ἀδύνατη χωρὶς μία πολὺ δύσκολη αὐθυπέρβαση. Καὶ ἠ αυθυπέρβαση αὐτὴ δὲν ἔχει σχέση, ὅπως θὰ δεχόταν ἡ ἀντικληρικὴ προπαγάνδα, μὲ κάποια ἐθελοδουλία ἢ ἀδιαφορία γιὰ τὸ Γένος. Ἀντίθετα, σχετιζόταν ἄμεσα μὲ τὴν γνήσια καὶ αὐθεντικὴ ἀποκατάστασή του. Ἂς θυμηθοῦμε ἐδῶ τὸ βαθύτερο στόχο τῆς Ἐθναρχίας καὶ τοῦ Κλήρου μέσω τῆς “περιορισμένης συνεργασίας” μὲ τὸν κατακτητή. Ἦταν ἡ ἀνάσταση ὅλου τοῦ Ρωμαίικου, δηλαδὴ τῆς αὐτοκρατορίας τῆς Ρωμανίας, μὲ τὴν παλαιὰ ἔκταση καὶ εὔκλειά της. Αὐτὸ ἐννοοῦσε ὁ Πατροκοσμᾶς λέγοντας συχνά: “αὐτὸ μία μέρα θὰ γίνει ρωμαίικο”. Αὐτὸ ἐννοοῦσε καὶ ὁ Ρήγας Βελεστινλής, ἔστω καὶ σὲ ἕνα ἄλλο ἰδεολογικὸ πλαίσιο, ὅταν ἔλεγε στὸ “Θούριό” του: “Βούλγαροι κι Ἀρβανίτες καὶ Σέρβοι καὶ Ρωμηοί, ἀράπηδες καὶ ἄσπροι, μὲ μία κοινὴ ὁρμή, γιὰ τὴν ἐλευθερίαν νὰ ζώσωμεν σπαθί”.
Μετὰ τὸ κίνημα τοῦ Ἀλ. Ὑψηλάντη θὰ ἀλλάξει αὐτὸς ὁ ρωμαίικος – οἰκουμενικὸς στόχος τοῦ Ρήγα καὶ τῶν Κολλυβάδων, ποὺ ἦταν ὁ στόχος τῆς Εθναρχίας(14). Από τὴ μεγαλοϊδεατικὴ ἰδεολογία τοῦ Γένους, θὰ ἐνταχθεῖ ὁ Ἀγώνας στὸ πλαίσιο τῆς ἀρχῆς τῶν ἐθνικοτήτων -καρποῦ τῆς Γαλλικῆς Ἐπαναστάσεως, στοχεύοντας ὄχι πιὰ στὴν ἀνασύσταση τῆς αὐτοκρατορίας, ἀλλὰ στὴ δημιουργία ἑνὸς μικροῦ ἀνεξάρτητου κράτους, στὸ ὁποῖο θὰ “στριμωχνόταν” κυριολεκτικὰ (πρβλ. τὸ 1922) τὸ Ἑλληνικὸ Ἔθνος.
Αὐτὸ τὸ πέρασμα ἀπὸ τὴ Ρωμαίικη Οἰκουμένη στὸ Ἑλληνικὸ κράτος ἰσοδυναμοῦσε μέ θάψιμο τῆς Ρωμηοσύνης. Ἔτσι ὁ ἀγώνας τοῦ ’21 ἐντάχθηκε στὰ σχέδια τῶν Μεγάλων Δυνάμεων τῆς Εὐρώπης γιὰ τὴν αὐτοκρατορία τῆς Ρωμανίας. Στὶς εὐρωπαϊκὲς αὐλές, ὅπως λ.χ. τοῦ Ναπολέοντος, καθορίσθηκε ὁ χαρακτήρας τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως, ποὺ δὲν θὰ ἔχει πιὰ ρωμαίικο – οἰκουμενικὸ χαρακτήρα, ἀλλὰ στενὰ ἐθνικὸ καὶ κατ’ οὐσίαν “ἀρχαιοελληνικό”. Θὰ εἶναι ἐπανάσταση τῶν Ἑλλήνων τοῦ Ἑλλαδικοῦ θέματος ὄχι μόνο ἐναντίον τῶν Τούρκων, ἀλλὰ καὶ ἐναντίον τῆς Ρωμαίικης Ἐθναρχίας, ὡς συνέχειας τῆς “Ρωμαϊκῆς Βασιλείας” τῶν “Βυζαντινῶν”(15). Τὸ πραξικοπηματικὸ Αὐτοκέφαλο τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας (1833) εἶναι ἡ ἁπτὴ ἐπιβεβαίωση αὐτῶν τῶν ξενόφερτων προσανατολισμῶν.
Ἡ συμμετοχή, συνεπῶς, τοῦ Ράσου -καὶ μάλιστα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου- στὸν Ἀγώνα ὑπῆρξε δεῖγμα ὑψηλῆς αὐθυπερβάσεως καὶ αὐτοθυσίας, ἀφοῦ ἦταν πιὰ φανερό, ὅτι ὁ Ἀγώνας εἶχε σαφῶς ἀντιρωμαίικο καὶ ἀντιεθναρχικὸ χαρακτήρα, στρεφόμενο καὶ κατὰ τοῦ Πατριάρχου, ὡς Ἐθνάρχου τῶν Ρωμηῶν(16).
Ἡ συμμετοχὴ δὲ αὐτὴ ὁμολογεῖται ἀπὸ ἐκείνους, ποὺ τὴν ἔζησαν σ’ ὅλη τὴ διάρκεια τοῦ Ἀγώνα καὶ ἦταν σὲ θέση νὰ τὴν ἐπιβεβαιώσουν.
“Πλησίον εἰς τὸν Ἱερέα -ἔλεγε ὁ Θ. Κολοκοτρώνης- ἦτον ὁ λαϊκός, καθήμενοι εἰς ἕνα σκαμνί, Πατριάρχης καὶ τζομπάνης, ναύτης καὶ γραμματισμένος, ἰατροί, κλεφτοκαπεταναῖοι, προεστοὶ καὶ ἔμποροι”(17).
Ὁ ἱστορικός τοῦ 19ου αἰώνα Χρ. Βυζάντιος σημειωνει: “Προύχοντες, κληρικοί, ἁρματολοὶ καὶ κλέφται, λόγιοι καὶ πλούσιοι, συνεφώνησαν ἢ μᾶλλον συνώμοσαν καὶ παραχρῆμα ἐπαναστάτησαν κατὰ τῆς τουρκικῆς δυναστείας(18).
Ὁ ἐθνικὸς ἱστορικὸς μας Κ.Παπαρρηγόπουλος ὁμολογει: “…Ὁσαδήποτε καὶ ἂν ὑπῆρξαν τὰ ἁμαρτήματα πολλῶν ἐκ τῶν Πατριαρχῶν, οὐδεὶς ὅμως ἐξ αὐτῶν, οὐδεὶς ὠλίσθησεν περὶ τὴν ἀκριβῆ τοῦ πατρίου δόγματος καὶ τῶν ὑπάτων ἐθνικῶν συμφερόντων τήρησιν”(19)
Ἀνάλογα ἀποτιμοῦν τὴ στάση τοῦ Ράσου στὴν Ἐπανάσταση ὁ Δ. Κόκκινος, ὁ Δ.Φωτιάδης, ὁ Σπ. Μαρινάτος, ὁ Ι.Συκουτρής, ὁ Κ.Βοβολίνης, ὁ Ν.Τωμαδάκης, ὁ Ἀπ.Βακαλόπουλος κ.α.(20) Ὑπάρχουν, βέβαια, καὶ ἐπικριτὲς τοῦ Κλήρου, καὶ τῶν Ἀρχιερέων, ποὺ ἀμφισβητοῦν ἢ καὶ ἀρνοῦνται τὴν εἰλικρινῆ καὶ ἄδολη συμμετοχή τους στὸν Ἀγώνα. Τέτοιες θέσεις ἔχουν κατὰ καιροὺς ὑποστηρίξει ὁ Γ. Κορδάτος (ἱστορικὸς μαρξιστής), ὁ Γ. Σκαρίμπας (λογοτέχνης μαρξιστής, ἀλλ’ ὄχι ἱστορικός), ὁ Μάριος Πλωρίτης (φιλόλογος κριτικός, ἀλλ’ ὄχι ἱστορικός), ὁ Γ. Καρανικόλας (δημοσιογράφος, ὄχι ἱστορικὸς) κ.α.(21).
Οἱ θέσεις αὐτὲς ἐπαναλαμβάνονται στερεότυπα ἀπὸ ἄλλους λιγότερο σημαντικοὺς καὶ ἄσχετους μὲ τὴν ἱστορικὴ ἔρευνα. Ἀρκεῖ νὰ μελετήσει κανεὶς τὸ “ΔΕΛΤΙΟΝ” τῆς Ο.Λ.Μ.Ε.(22), γιά νὰ διαπιστώσει πώς αὐτούσιες oἱ ἰδεολογικὲς αὐτὲς ἑρμηνεῖες γιὰ τὸ ’21 περνοῦν στὸ χῶρο τῆς παιδείας. Τὸ τραγικὰ ἀπελπιστικὸ ὅμως εἶναι, ὅτι πολλὲς ἀπὸ τὶς παλαιότερες τοποθετήσεις ἔχουν πιὰ ξεπερασθεῖ καὶ στὸ χῶρο τῆς μαρξιστικῆς ἱστορικῆς Σχολῆς, ὁπότε oἱ ὑποστηρικτὲς τους ἀποδεικνύονται “παλαιομοδίτες” στὸ χῶρο τοῦ ἱστορικοῦ ἐρασιτεχνισμοῦ. Νεώτεροι μαρξιστὲς ἱστορικοί, ἔχουν ἀποκηρύξει τὴν ἑρμηνευτικὴ μέθοδο τοῦ Γ.Κορδάτου καὶ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὴν ἰδεολογικὴ προοπτική του. Ἐπίσης ἔχουν ἀπορρίψει τὴν προπολεμικὴ θεωρία τοῦ “λαϊκισμοῦ (π.χ. Λέων. Στρίγκας). Ἔτσι, ὁ Π. Ροῦσος δέχεται τὴν ἐπανάσταση τοῦ ’21 ὡς ἐθνικοαπελευθερωτικὴ καὶ ὁμολογεῖ: “Σὲ σύγκριση μὲ τὸ ἐθνικὸ τὸ κοινωνικὸ ἔρχεται στὸ ὑπόστρωμα”(23). Ἀνάλογα δέχονται ὁ καθηγ. Βασ. Φίλιας, ὁ Λέων. Στρίγκας, ἡ Ἐλ. Ἀντωνιάδη-Μπιμπίκου κ.α. (24).
Ἡ ἐπικρατοῦσα στὸ χῶρο τῆς μαρξιστικῆς σκέψης σήμερα θέση εἶναι, ὅτι ἡ Ἐπανάσταση τοῦ ’21 εἶναι ἐθνικοαπελευθερωτική, μὲ κοινωνικὸ περιεχόμενο, ἀλλὰ μία, στὴν ὁποία ἔλαβαν μέρος oἱ πιὸ ἑτερόκλητες δυνάμεις, κάθε μία μὲ τὶς δικές της προϋποθέσεις καὶ στοχοθεσία. Δεν ἔχει ἐκλείψει ὅμως τελείως ἡ ἰδεολογικὴ προσέγγιση, ποὺ ἀναιρεῖ κάθε δυνατότητα ἱστορικῆς – ἐπιστημονικῆς κατανοήσεως καὶ ἑρμηνείας.
Ἕνα ἀπὸ τὰ ἐπισημότερα θύματα τῆς παρατεινόμενης αὐτῆς ἰδεολογικῆς ἀδιαλλαξίας εἶναι ὁ Μέγας Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης τοῦ Ἀγώνα, Ἅγιος Γρηγόριος Ε'(25).
Ἡ ἑρμηνεία τῆς στάσης του στὸν Ἀγώνα ἀπαιτεῖ ἐπαρκῆ γνώση τῆς ἐποχῆς (ἱστορικά, κοινωνιολογικά, πολιτικά, διπλωματικὰ) καὶ τὴ χρήση ὀρθῶν κριτηρίων, συγχρόνων δηλαδὴ καὶ ὄχι σημερινῶν (ἱστορικὸς ἀναχρονισμός).
Ὁ σοφὸς ἐκεῖνος Γενάρχης, πῶς ἦταν δυνατὸ νὰ παραβλέψει τοὺς ἀρνητικοὺς παράγοντες, ποὺ ἀπειλοῦσαν κάθε ἐπαναστατικὴ σκέψη (Ἱερὰ Συμμαχία, Τσάρος, προηγούμενες οἰκτρὲς ἀποτυχίες, π. χ. 1790);
Γιατί νὰ ἀπαιτεῖ κανεὶς λιγότερη σύνεση ἀπὸ ἐκείνη τοῦ Κοραὴ καὶ τοῦ Καποδίστρια, πού ἤσαν τελείως ἀρνητικοὶ στὰ σχέδια ἐξεγέρσεως;
Καὶ ὅμως, σὲ καμία παρακωλυτικὴ ἢ ἀποτρεπτικὴ ἐνέργεια δὲν προέβη, ἡ δὲ ἀλληλογραφία του εἶναι σαφῶς θετικὴ καὶ φανερώνει τὴν ἐσωτερικὴ συμμετοχή του στὰ σχέδια τῆς Φιλικῆς(26).
Θὰ ἐρωτήσει, βέβαια, κανείς: καὶ ὁ περιβόητος ἀφορισμὸς τοῦ κινήματος Ὑψηλάντου – Σούτσου; Δὲν εἶναι σαφὴς ἀντίδραση τοῦ Γρηγορίου;
Ἔτσι, ἄλλωστε, ἑρμηνεύεται ὡς σήμερα ἀπὸ τὴν ἀρνητικὴ κριτική. Μπορεῖ ὅμως νὰ “ἑρμηνευθεῖ” ὁ ἀφορισμὸς χωρὶς νὰ ληφθεῖ ὑπόψη τὸ κλίμα, μέσα στὸ ὁποῖο ἔγινε; Καὶ ποιὸ ἦταν τὸ κλίμα αὐτό;
-Ἔκρηξη τῆς ὀργῆς τοῦ Σουλτάνου (ἀπόλυτου κυρίου πάνω σὲ κάθε ὑπήκοο)
-Ἄμεσος κίνδυνος γενικῆς σφαγῆς τῶν Ρωμηῶν (ὁμολογία ἐκθέσεων τῶν Ξένων τῆς Κων/πόλεως(27))
-Ἀπερίγραπτες θηριωδίες, πού προοιώνιζαν τὴ συνέχεια
-Παύση ἀπὸ τὸν Σουλτάνο δύο Μ. Βεζίρηδων, μὲ τὴν κατηγορία τῆς ἐπιεικοῦς στάσεως ἔναντι τῶν Ρωμηῶν
-Ἀπαγχονισμὸς τοῦ Σεϊχουλισλάμη (Θρησκευτικοῦ ἀρχηγοῦ), κατηγορουμένου γιὰ ἀπείθεια (δὲν ἐξέδωσε φετφὰ γιὰ τὴν σφαγὴ καὶ ἐξόντωση τῶν Ρωμηῶν(28))
-Ἐκτελέσεις Φαναριωτῶν (Μουζούρηδων καὶ Μητροπολιτῶν) κ.λπ.(29).
Ποιὸς μπορεῖ μετὰ ἀπὸ ὅλα αὐτὰ νὰ ἀρνηθεῖ, ὅτι ὁ ἀφορισμὸς ἦταν πράξη ἀνάγκης καὶ “στάχτη στὰ μάτια τοῦ Σουλτάνου”; (Νικοπόλεως Μελέτιος).
Αὐτὴ ἀκριβῶς ἦταν καὶ ἡ ἑρμηνεία τοῦ ἄμεσα θιγομένου ἀπὸ τὸν ἀφορισμό, Ἀλ.Ὑψηλάντη:
“Ὁ Πατριάρχης, βιαζόμενος ὑπὸ τῆς Πόρτας, σᾶς στέλλει ἀφοριστικὰ καὶ Ἐξάρχους, παρακινώντας σας νὰ ἑνωθῆτε μὲ τὴν Πόρταν. Ἐσεῖς ὅμως νὰ τὰ θεωρῆτε αὐτὰ ὡς ἄκυρα, καθότι γίνονται μὲ βίαν καὶ δυναστείαν καὶ ἄνευ τῆς θελήσεως τοῦ Πατριάρχου”(30).
Μόνο, λοιπόν, μετὰ ἀπὸ τὴν γνώση ὅλων αὐτῶν μπορεῖ νὰ ἐκτιμηθεῖ σωστὰ καὶ ὁ ἀπαγχονισμὸς τοῦ Γρηγορίου. Ὁ πρῶτος Πατριάρχης τῆς Ρωμηοσύνης ἐκτελέσθηκε ὡς “προδότης” τοῦ Σουλτάνου καὶ ὄχι τῶν Ρωμηῶν(31). Καὶ εὔλογα, ἀφοῦ τυπικὰ ἦταν ὁ δεύτερος μετὰ τὸν Σουλτάνο ἀξιωματοῦχος τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας. Ἐνῶ δὲ ὁ ἀφορισμὸς δὲν εἶχε καμιὰ ἀρνητικὴ ἀπήχηση στὸν Ἐθνικὸ Ἀγώνα, ἀφοῦ ἦταν γνωστὴ ἡ προέλευσή του, τὸ “σχοινὶ τοῦ Πατριάρχη” ἀνέπτυξε μίαν εὐεργετικὴ δυναμική, διότι ἔγινε κινητήρια δύναμη στὸ ἀγωνιζόμενο Ἔθνος.
Ἡ ἰδεολογικοποιημένη ἑρμηνεία δὲν ἀφήνει ὅμως ἄθικτους καὶ τοὺς ἄλλους Ἀρχιερεῖς. Θέλοντας νὰ μειώσουν τὴ διακεκριμένη συμμετοχὴ ἀρχιερέων, ὅπως λ.χ. ὁ Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανὸς ἢ ὁ Σαλώνων Ἠσαΐας, μιλοῦν γιὰ “ἑκατοντάδες ἀρχιερέων” (Σκαρίμπας), ἡ συντριπτικὴ πλειοψηφία τῶν ὁποίων (δῆθεν) ἀπέσχε καὶ ὑπονόμευσε τὸν Ἀγώνα(32). Ἔχουν ὅμως ἔτσι τὰ πράγματα;
Οἱ Ἀρχιερεῖς τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου δὲν ξεπερνοῦσαν τοὺς 200, στὶς 171 συνολικὰ ἐπαρχίες του.
Ὁ ἀριθμὸς δὲ αὐτὸς περιλαμβάνει καὶ τοὺς Ἀρχιερεῖς τῶν ἄλλων ρωμαίικων Πατριαρχείων, ποὺ ἦταν στὰ ὅρια τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας(33). Ὁ Σπ.Τρικούπης, Θ. Φαρμακίδης κ.α,. δέχονται τὸν ἀριθμὸ 180, οἱ δὲ τιτουλάριοι Ἀρχιερεῖς δὲν ὑπερέβαιναν τοὺς 20(34). Ποιὰ ἦταν, λοιπόν, ἡ συμμετοχὴ αὐτῶν τῶν Ἀρχιερέων στὴ Φιλικὴ Ἑταιρεία(35).
Παρὰ τὸν ἀστικὸ χαρακτήρα τῆς Φιλικῆς, oι πρωτεργάτες της δὲν εἶχαν δυτικὴ ἀντιφεουδαρχικὴ συνείδηση, διότι στὴν “καθ’ ἠμᾶς Ἀνατολὴν” δὲν ὑπῆρχε φεουδαρχία φραγκικοῦ τύπου (φυσικὴ ἀριστοκρατία). Γι’ αὐτὸ ἐνῶ στὴ Δύση ὁ Κλῆρος, καὶ μάλιστα οἱ Ἐπίσκοποι, ἐθεωροῦντο προέκταση τῆς τάξεως τῶν Εὐγενῶν, ἡ Φιλικὴ στράφηκε ἐδῶ στὸν Κλῆρο καὶ μάλιστα στὶς κεφαλές του. Αὐτὸ ἐπιβεβαιώνει καὶ ὁ Κορδάτος: “0ί Φιλικοὶ […] ἐπεδίωξαν νὰ δώσουν χαρακτήρα πανεθνικὸν εἰς τὴν ὠργανωμένην ἐπανάστασιν καὶ δι’ αὐτὸ προσηλύτισαν καὶ μερικοὺς Φαναριώτας καὶ ἀνωτέρους Κληρικοὺς”(36). Τὸ ἐπίθετο (“μερικοὺς”) ἀπορρέει ἀπὸ τὸ ἰδεολογικὸ πρίσμα τοῦ Κορδάτου καὶ δὲν ἀνταποκρίνεται στὸ ἐλάχιστο στὰ πράγματα.
Ἀπὸ τὸ 1818 μυήθησαν στὴν Φ. Ε. ὅλοι σχεδὸν oἱ ἀρχιερεῖς τῆς Πελοποννήσου(37), κάτι ποὺ ἀναγκάζεται νὰ τὸ παραδεχθεῖ ὁ ἀγαθότερος Σκαρίμπας: “Ἡ Φ. Ε. […] στὸ κόλπο εἶχε μυήσει ὅλους σχεδὸν τοὺς Παλαιοελλαδίτες κοτσαμπάσηδες καὶ προπαντός τούς δεσποτάδες”(38).
Ἡ ἀλήθεια εἶναι, ὅτι ὡς Ρωμηοὶ oι ἡγέτες τῆς Φιλικῆς γνώριζαν τὴν ἐπιρροὴ τῶν Ἀρχιερέων στὸ λαό. Μέσα στὰ ἔτη 1918-21 ὅλοι σχεδὸν oἱ Ἀρχιερεῖς ἔγιναν μέλη τῆς Φιλικῆς. Μαρτυρίες ἀδιαμφισβήτητες καλύπτουν 81 περιπτώσεις. Γιὰ ἕναν ἀριθμὸ ἀπουσιάζουν μαρτυρίες, χωρὶς ὅμως νὰ μπορεῖ νὰ ὑποστηριχθεῖ, ὅτι δὲν εἶχαν μυηθεῖ καὶ ἐκεῖνοι. Ἀπουσιάζει ὅμως καὶ κάθε μαρτυρία γιὰ προβολὴ ἀρνήσεως ἢ γιὰ ὑπονόμευση τοῦ ἔργου τῆς Ἑταιρείας. Οἱ περισσότεροι ἱστορικοὶ δέχονται, ὅτι oι Ἀρχιερεῖς ὑπῆρξαν ἡ σπονδυλικὴ στήλη τῆς Φιλικῆς καὶ ὁ κύριος παράγων τοῦ ἔργου της λόγω τοῦ ὑψηλοῦ κύρους τους στὸν Λαὸ(39). Ἂν οἱ Ἀρχιερεῖς ἐξ ἄλλου δὲν περιέβαλλαν μὲ τὴν ἀγάπη τους τό ἔργο τῆς Φιλικῆς, πολλὰ πράγματα μποροῦσαν νὰ ἀνατραποῦν. Μία ἀναφορά, τέλος, στὴν ποσοστιαία σύνθεση τῆς Φιλικῆς δίνει τὰ στοιχεῖα: Κληρικοὶ 9,5%, Ἀγρότες 6% καὶ Πρόκριτοι 11,7%(40).
Ἰδιαίτερα ἀπὸ τὴν περιοχὴ τῆς Ἑλλάδος ἀναφέρονται ἐπώνυμα στὶς πηγὲς 73 ἀρχιερεῖς, ποὺ ἔλαβαν ἐνεργὸ μέρος στὸν Ἀγώνα. Σαρανταδύο Ἀρχιερεῖς ὑπέστησαν ταπεινώσεις, ἐξευτελισμούς, φυλακίσεις, διώξεις κάθε εἴδους, βασανιστήρια, ἐξορίες κ.λπ. Δύο Οἰκουμενικοὶ Πατριάρχες (Γρηγόριος Ε’, Κύριλλος ΣΤ’) καὶ 45 Ἀρχιερεῖς (Μητροπολίτες) ἐκτελέσθηκαν ἢ ἔπεσαν σὲ μάχες. Κατὰ τὸν Γάλλο Πρόξενο Πουκεβὶλ οἱ κληρικοὶ – θύματα τοῦ Ἀγώνα ἀνέρχονται συνολικὰ σὲ 6.000(41).
Ὑπάρχει ὅμως καὶ τὸ “ἐξ ἀντιθέτου” ἐπιχείρημα.
Ἡ μαρτυρία τῶν Τούρκων Ἱστορικῶν γιὰ τὴ δράση τοῦ ἑλληνορθοδόξου Κλήρου στὸν Ἀγώνα τοῦ ’21(42).
Ἔτσι, ὁ Μώραλη Μελὶκ Μπέη δέχεται ὄτι “τὸν λαὸν (τῆς Πελοποννήσου) ὑπεκίνησαν oἱ ἔχοντες συμφέροντα καὶ σχέσεις μετὰ τούτων, oἱ ἔμποροι, οἱ πρόκριτοι, καὶ κυρίως oἱ μητροπολίται καὶ γενικῶς oἱ ἀνήκοντες εἰς τὸν κλῆρον, δηλαδὴ oἱ πραγματικοὶ ἠγέται τοῦ Ἔθνους”(43). Ὁ δὲ Ζανὶ Ζαντὲ σημειώνει: “Τὰ σχέδια ἐτηροῦντο μυστικὰ μεταξύ τοῦ Πατριάρχου, τῶν Μητροπολιτῶν, τῶν Παπάδων, τῶν Δημογερόντων”(44).
Διὰ νὰ κλείσουμε τὸ θέμα αὐτό, θὰ προσθέσουμε, ὅτι ἐνίοτε τὸν 19ο αἰώνα ἐγείρονταν ἀντιδράσεις ὄχι γιὰ τὴν μὴ συμμετοχὴ τῶν Κληρικῶν μας στὸν ἀπελευθερωτικὸ Ἀγώνα, ἀλλὰ ἀντίθετα γιὰ τὴ συμμετοχὴ τους σ’ αὐτόν. Χαρακτηριστικὴ εἶναι ἡ περίπτωση τοῦ Κεφαλλονίτη κοσμοκαλόγηρου καὶ ἠσυχαστή Κοσμᾶ Φλαμιάτου (1786- 1852)(45).
Κατὰ τὸν Φλαμιάτο ἡ Ἀγγλία ἐκμεταλλεύθηκε τὸν Ἀγώνα τοῦ ’21. Μὲ τὴν ἐμπλοκὴ τοῦ Κλήρου σ’ αὐτὸν ἐπεδίωξε “ἴνα διεγείρη τὴν παγκόσμιον, εἰ δυνατόν, περιφρόνησιν, μίσος, ἀποστροφὴν καὶ συνωμοσίαν κατὰ τοῦ Κλήρου, τόσον τὴν ἐκ τῶν Ἀρχῶν, ὅσον καὶ τὴν ἐκ τοῦ λαοῦ. Δι’ αὐτὸν τὸν σκοπὸν πρὸς τοῖς ἄλλοις ἐκίνησεν ἐμμέσως εἰς τοὺς ἀρχηγοὺς τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας καὶ εἰσήχθησαν ἐν αὐτῷ ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης, πολλοὶ Ἐπίσκοποι καὶ ἄλλοι ἐκ τοῦ Κλήρου τῆς Ἀνατολῆς, καὶ ἐφάνησαν τινὲς ἐξ αὐτῶν ὁπλοφοροῦντες εἰς τὸ στάδιον τοῦ κατὰ τῶν Ὀθωμανῶν πολέμου, φαινόμενον ὅλως μοναδικόν, ἀλλόκοτον καὶ ἀποτρόπαιον, εἰς τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν…”(46).
Δὲν θὰ ἀσχοληθοῦμε μὲ τὴν ὀρθότητα ἢ ὄχι τῶν κρίσεων τοῦ Φλαμιάτου, ποὺ ἔχει τὸ δικό του πρίσμα θεωρήσεως.
Τὸ σκανδαλιστικὸ γιὰ ἡσυχαστὲς σὰν τὸν Φλαμιάτο εἶναι ἡ συμμετοχὴ τοῦ Κλήρου στὶς πολεμικὲς ἐπιχειρήσεις (“ὁπλοφορία”) καὶ σὲ μία συνωμοτικὴ Ἑταιρεία, ὅπως ἡ Φιλική. Τὴν τελευταία θεωρεῖ κατευθυνόμενη “ἐμμέσως” ἀπὸ τὴν Ἀγγλία. Μᾶλλον, συνεπῶς, αὐτὸ προσκρούει στὴ συνείδησή του, ὅτι δηλαδὴ ἡ Ἐπανάσταση ἐξυπηρετοῦσε τοὺς σκοποὺς τῆς Δύσεως.
Σ’ αὐτὸ ἀκριβῶς, πιστεύουμε, ἔγκειται ἡ ἀντίθεσή του. Ὅτι ὁ Κλῆρος τῆς Ἑλλάδος, ἐν ἀγνοία του, ἐξυπηρέτησε σκοποὺς ἀλλοτρίους καὶ ὄχι τὰ ὄνειρα τῆς Ρωμηοσύνης. Ὁ Φλαμιάτος γράφει στὴ δεκαετία τοῦ 1840, ὅταν πολλὰ πιὰ ἔχουν ἀποσαφηνισθεῖ. Σημαντικὸ ὅμως εἶναι, ὄτι θεωρεῖ τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη μέλος τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας, σ’ ἀντίθεση μὲ τοὺς σημερινοὺς ἐπικριτές του. Γιὰ τοὺς παραδοσιακοὺς ὀρθοδόξους ὅμως αὐτὸ ἦταν τὸ σκάνδαλο καὶ ὄχι τὸ ἀντίθετο. Ὁ Γενάρχης τῆς Ρωμηοσύνης νὰ ὑποθάλπει κινήσεις, ποὺ στρέφονταν ἐναντίον της… Γι’ αὐτὸ μιλήσαμε παραπάνω γιὰ “θυσία” καὶ “αὐθυπέρβαση” τοῦ Ράσου. Ἡ ἐθναρχικὴ πολιτικὴ ἐγκαταλείφθηκε γιὰ χάρη τῆς ἐλευθερίας τῆς Ἑλλάδος(47).
Ἡ Ρωμαίικη Ἐθναρχία θυσιάστηκε, ἑκούσια, γιὰ τὴν ἐλευθερία τῆς Ἑλλάδος. Ὁ Ὄθωνας στὰ 1833 θὰ πάρει γιὰ τοὺς Ἕλληνες, πολιτικὰ καὶ ἐκκλησιαστικά, τὴ θέση τοῦ Ἐθνάρχη Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη. Ἡ ἀγανάκτηση τοῦ Φλαμιάτου ἑστιάζεται, ἀκριβῶς, στὴν ἀντίθετη κατεύθυνση ἀπὸ τὶς αἰτιάσεις τῶν ἐπικριτῶν τοῦ Κλήρου.
Τὸ Ράσο θυσίασε τὰ πάντα γιὰ τὴν Ἑλλάδα καὶ τὴν ἐθνικὴ ἀποκατάστασή της.
Συμπερασματικά:
Ἡ συμμετοχὴ τοῦ Ράσου στοὺς ἐθνικούς μας ἀγῶνες δὲν εἶναι ἀσφαλῶς, ὁ μοναδικὸς λόγος τῆς παρουσίας τοῦ Κλήρου στὴν κοινωνία μας. Κύρια ἀποστολὴ τοῦ Ράσου εἶναι τὸ ἔργο τοῦ ἰατροῦ στὸ “Πνευματικὸν Ἰατρεῖον” τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὴν πνευματικὴ καὶ ὑπαρκτικὴ ἀποκατάσταση τοῦ ἀνθρώπου μέσα στὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Ἐκκλησία δὲν μπορεῖ ποτὲ νὰ θεωρεῖται ὡς ἕνας συμβατικὸς θεσμός, κοινωνικοῦ χαρακτήρα, μέσα στὸν ὑπόλοιπο κρατικὸ καὶ ἐθνικὸ βίο, μὲ σκοπὸ νὰ σώζει ἁπλῶς τὴν ἱστορικὴ διάσταση.
Ἐν τούτοις ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, καὶ μάλιστα ἡ Ἑλλαδική, πρωτοστατεῖ σ’ ὅλους τούς ἀπελευθερωτικούς μας ἀγῶνες. Γιατί; Διότι τοῦτο ἀπορρέει ἀπὸ τὴν πίστη της γιὰ τὸν κόσμο καὶ τὸν ἄνθρωπο. Ἡ Ὀρθοδοξία βλέπει τὴν ἐλευθερία ὡς τὸ φυσικὸ κλίμα ἀναπτύξεως καὶ πραγματώσεως, τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου. Πραγματικὴ δὲ ἐλευθερία εἶναι ἡ δυνατότητα κοινωνίας τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸ Θεὸ καὶ τοὺς συνανθρώπους του, σὲ βαθμὸ γνησιότητας, πληρότητας καὶ αὐθεντικότητας, ἔξω δηλαδὴ ἀπὸ κάθε ἀναγκαστικότητα. Ἡ ἀνθρώπινη ἐλευθερία ἐντάσσεται στὰ πλαίσια τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ καὶ εἶναι (καὶ ὡς ἐθνικὴ – κοινωνικὴ) ἔννοια καθαρὰ θεολογικὴ – ἐκκλησιαστικὴ(48).
Ὁ Ὀρθόδοξος Κλῆρος δὲν μπορεῖ νὰ μὴ συμμετάσχει στοὺς ἐθνικοὺς – ἀπελευθερωτικοὺς ἀγῶνες, διότι τὸ ἔργο του καὶ στὴν περίοδο τῆς εἰρήνης εἶναι ἀπελευθερωτικό. Ἀγώνας γιὰ τὴν καταξίωση τοῦ Ρωμηοῦ, ὡς ἀπελευθέρωση ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς ἐσωτερικῆς δουλείας, τῆς ἁμαρτίας(49).
H ἐσωτερικὴ δὲ δουλεία κατὰ κύριο λόγο ἐπιφέρει καὶ τὴν ἐξωτερική. Διότι δουλεία δὲν εἶναι, κυρίως, ἡ ἀναγκαστικὴ ὑποταγή, ἀλλὰ ἡ ἐσωτερικὴ ὑποταγὴ καὶ ταύτιση μὲ τὸν κατακτητή, ἡ νέκρωση τοῦ πνεύματος ἀντιστάσεως καὶ τοῦ ψυχικοῦ δυναμισμοῦ. Γι’ αὐτὸ καὶ πιστεύουμε, ὅτι ἡ σημαντικότερη προσφορὰ τοῦ Ράσου στὸ Ἔθνος μας δὲν ἦταν τόσο ἡ συμμετοχὴ τοῦ Κλήρου στὶς ἔνοπλες ἐξεγέρσεις καὶ συγκρούσεις, ὅσο ἡ συμβολὴ τοῦ Ράσου στὴ συντήρηση τοῦ ἑλληνορθοδόξου φρονήματος τοῦ Γένους καὶ τῆς ἀγάπης του πρὸς τὴν ἐλευθερία.
Χωρὶς αὐτὲς τὶς προϋποθέσεις δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ὑπάρξει Εἰκοσιένα.
www.orthodoxia-ellhnismos.gr
Αναλύσεις
Η πολιτική ορθότητα παραποιεί και τα Ομηρικά έπη!
Γράφει η εκπαιδευτικός και συγγραφέας Κρινιώ Καλογερίδου
Η πολιτική ορθότητα, προφανώς – που έχει εισβάλει ”κινηματικά” τις τελευταίες δεκαετίες στους ακαδημαϊκούς χώρους της Δύσης – επηρέασε κάποιους κύκλους βρετανικών πανεπιστημιακών Αρχών, με συνέπεια να εκδηλώσουν μια σύγχρονη μορφή λογοκρισίας (υπό μορφή οδηγίας) απέναντι στα… ”τραυματικά” για τους φοιτητές τους Ομηρικά Έπη.
Γράφει η εκπαιδευτικός και συγγραφέας Κρινιώ Καλογερίδου
Λίγοι οι πνευματικοί άνθρωποι στην εποχή μας που πετυχαίνουν να προβάλλουν προς τα έξω μια εσωτερική ανάγκη καθιστώντας το υποκειμενικό αντικειμενικό δια της σύζευξης των δικτύων του νου και των αισθήσεων. Κάτι που απαιτεί εξαντλητική προσπάθεια, αγωνία και ψυχική τρικυμία, με στόχο το ανοιχτό πέλαγος της δημιουργικότητας ή την ερμηνεία της αλήθειας για μια υψηλού επιπέδου δημιουργία.
Λίγοι οι πνευματικοί άνθρωποι διεπιστημονικών πεδίων που είναι ελεύθερα πνεύματα απαλλαγμένα από αγκυλώσεις. Σαν τον Γιώργο Θεοτοκά, φερ’ ειπείν (κορυφαίο διανοητή της γενιάς του ’30), ή τον Γάλλο Νομπελίστα Αντρέ Ζίντ (συγγραφέα των ”Κιβδηλοποιών”, ο οποίος έδωσε στο εν λόγω μυθιστόρημα χαρακτηριστικά ημερολογίου, για να καλύψει τον ”ίλιγγο του κενού χώρου”).
Να τον καλύψει ”θέτοντας τον δάκτυλον επί των τύπων των ήλων”, προκειμένου να γίνουν ”ορατά” προς αντιμετώπιση τα κοινωνικά προβλήματα της εποχής του. Προβλήματα που επικαιροποιούνται περιοδικά και στην εποχή μας, όπως: η σύγκρουση των γενεών, η θρησκεία, η ομοφυλοφιλία, η εξέγερση εναντίον της οικογένειας, η σύγκρουση του καλού με το κακό, η σχέση της λογοτεχνίας με τη ζωή και η ”κιβδηλεία” (νόθευση, παραποίηση της αλήθειας στη μεταφορική σημασία της).
Λίγοι οι πνευματικοί άνθρωποι που ανοίγουν δρόμους και ασκούν θετική επιρροή στον κόσμο. Αυτοί που αποκαθιστούν με ανασύνθεση και αναστοχασμό την απώλεια κύρους των αξιών. Και πολύ λιγότεροι οι ικανοί να εκτιμήσουν δημιουργήματα που κυοφορούν πανανθρώπινες αξίες (βλ. Ομηρικά έπη) διευρύνοντας τις διαστάσεις τους με ερμηνείες πολλαπλασιασμού των οπτικών γωνιών (αντί συρρίκνωσης) και επιλογής της αλήθειας αντί της παραποίησής της.
Σε συρρίκνωση και διάθεση παραποίησης της Ομηρικής αλήθειας, επιδίδονται τελευταία Βρετανοί πανεπιστημιακοί του δημοσίου, ερευνητικού πανεπιστημίου Έξετερ της Αγγλίας για το μάθημα της Ελληνικής Μυθολογίας.
Η εσκεμμένη παραποίηση επικεντρώθηκε στα Έπη του Ομήρου (”Ιλιάδα” και ”Οδύσσεια”) – αφηγηματικά ποιήματα του 8ου αι. π Χ (εποχή που έζησε ο Όμηρος) με περιεχόμενο μυθολογικό, διδακτικό και ηρωικό -, η επίσημη καταγραφή των οποίων έγινε (απ’ ό,τι φαίνεται) στην Aθήνα κατά τον 6ο αι. π.X. (εποχή του τυράννου Πεισίστρατου ή του γιου του Ίππαρχου, το 560-510 π.X).
Επί των Ομηρικών Επών, λοιπόν, εξέφρασαν οι εν λόγω καθηγητές καινοφανείς απόψεις, οι οποίες καταλήγουν στη σύσταση προς τους φοιτητές-αναγνώστες της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας (στο τμήμα προπτυχιακών φοιτητών της ενότητας ”Women in Homer”) να ζητήσουν ”ψυχολογική υποστήριξη” για το… στρες που, ενδεχομένως, υφίστανται διαβάζοντας την Ομήρου ”Οδύσσεια” και ”Ιλιάδα”!
Η πολιτική ορθότητα, προφανώς – που έχει εισβάλει ”κινηματικά” τις τελευταίες δεκαετίες στους ακαδημαϊκούς χώρους της Δύσης – επηρέασε κάποιους κύκλους βρετανικών πανεπιστημιακών Αρχών, με συνέπεια να εκδηλώσουν μια σύγχρονη μορφή λογοκρισίας (υπό μορφή οδηγίας) απέναντι στα… ”τραυματικά” για τους φοιτητές τους Ομηρικά Έπη.
Έπη που προκαλούν στους ίδιους του πανεπιστημιακούς, στην ουσία, δυσανεξία λόγω της μονομερούς αντίληψής τους απέναντι στο πνεύμα του αρχαίου Έλληνα ποιητή και πρώτου μεγάλου δημιουργού της ευρωπαϊκής και δυτικής Λογοτεχνίας, με αφορμή τα έργα και τις ημέρες Ελλήνων θεών και ημίθεων, η ζωή και η δράση των οποίων ”εμπεριέχει άβολες και προκλητικές” σκηνές.
Σκηνές βρεφικής θνησιμότητας και άσκησης σεξουαλικής βίας (θεών προς θνητές, κυρίαρχα) ή και εμπόλεμης βίας (που εξιδανικεύεται από τον Όμηρο στα πρόσωπα των ηρώων). Σκηνές που μπορεί να δημιουργήσουν – κατά την άποψη των… ”ηθικοκοπλαστών” του πανεπιστημίου του Έξετερ – ”ψυχολογικά προβλήματα ”στους (έμφοβους; / αδύναμους; / μαλθακούς; / απονήρευτους;) φοιτητές τους.
Προφάσεις εν αμαρτίαις, φυσικά, τουλάχιστον για τους υποψιασμένους. Τους υποψιασμένους που εκτιμούν ότι η στάση των εν λόγω ”πνευματικών ανθρώπων” (την οποία δεν συμμερίζεται η πλειοψηφία των πανεπιστημιακών δασκάλων της Βρετανίας, ο πρώην πρωθυπουργός της Μπόρις Τζόνσον και Βρετανοί καθηγητές από άλλα πανεπιστήμια) οφείλεται σε λόγους αντιπερισπασμού.
Λόγους που συσχετίζονται με την αύξηση των συζητήσεων μεταξύ των Άγγλων υπέρ της επιστροφής στην γενέτειρά τους Ελλάδα των 253 γλυπτών του Παρθενώνα και της επανένωσης των αρχιτεκτονικών μελών με το αθάνατο μνημείο-σύμβολο του Παγκόσμιου Πολιτισμού μετά τη ληστρική αρπαγή τους το 1801 από τον λόρδο Έλγιν.
Λόγους που συνδέονται, ενδεχομένως, με την αδυναμία των εν λόγω καθηγητών του Έξετερ να εκτιμήσουν το λογοτεχνικό και αξιακό μεγαλείο του Ομήρου. Του Ομήρου ο οποίος προβάλλει (σε τόνο πεζολογικό, με συγκινησιακά φορτισμένο λεξιλόγιο και μεταφορική συνήθως γραφή που φωτίζει σκιές, τονίζει λεπτομέρειες και δραματοποιεί καταστάσεις αφήνοντας να αναδυθούν συναισθήματα) τον ηρωικό κώδικα και την αρχαιογνωσία στην ”Ιλιάδα”.
Στην ”Ιλιάδα” των 15.000 στίχων, όπου ο αρχαίος Έλληνας Μικρασιάτης ή Νησιώτης επικός ποιητής αφηγείται – πότε θριαμβικά και πότε ζεστά και χαμηλόφωνα – το ηρωικό ιδεώδες (μέσα απ’ την προβολή της αγριότητας του πολέμου), στοιχεία θρησκευτικότητας των εμπολέμων, έθιμα και συμπεριφορές μεταξύ τους, χωρίς να παραλείπει να αναφερθεί στο γενεαλογικό δεσμό θεών και ανθρώπων και τη συμμετοχή των θεών στις μάχες, που καθορίζει συχνά τις τύχες των Αχαιών και των Τρώων (βλ. Η Θέτις ως αίτιο του Τρωικού πολέμου στην ”Ιλιάδα”)
Στην ”Ιλιάδα” (ένα από τα πιο ”ευπώλητα” επικά ποιήματα μυθιστορηματικού χαρακτήρα και χρονικής διάρκειας 52 ημερών) όπου δεν κυριαρχεί μόνο η… εκφοβιστική για τους Βρετανούς καθηγητές του Έξετερ αγριότητα της μάχης από τον τελευταίο χρόνο του δεκαετούς Τρωικού πολέμου (13ος αι. π Χ) με πρωταγωνιστές τους ‘Ελληνες και τους Τρώες εκπροσώπους του ηρωικού ιδεώδους, αλλά και το συμφιλιωτικό και συνανθρώπινο πνεύμα (βλ. συμφιλίωση Αχιλλέα-Αγαμέμνονα, Πρίαμου-Αχιλλέα).
Δεν κυριαρχεί μόνο η Ύβρις του ανθρώπου που υπερβαίνει τα όριά του, αλλά και η μήνις των θεών κατά των θνητών οι οποίοι τους εξοργίζουν (μήνις) με τις προσβολές και τις αδικίες τους σε βάρος θεών και ανθρώπων.
Δεν υπάρχει μόνο η καταστροφική διχόνοια (έρις μεταξύ Αχιλλέα-Αγαμέμνονα), αλλά και το ενωτικό πνεύμα (συμφιλίωσή τους στον Επίλογο), όπως και η πρόταξη του εθνικού συμφέροντος (συνασπισμός των ελληνικών δυνάμεων [Αθήνα, Κυκλάδες, Βοιωτία, Φώκαια, Εύβοια, Άργος, Κόρινθος, Αρκαδία, Σπάρτη, Κεφαλονιά, Κρήτη, Ρόδος Μαγνησία] κατά των Τρώων) κατά των αντιπάλων.
Δεν υπάρχει μόνο η ομηρική αδικία, αλλά και η δικαιοσύνη. Δεν υπάρχουν μόνο οι ανισότητες μεταξύ θεών και ανθρώπων, αλλά και ο ανθρωπομορφισμός που τους εξισώνει (βλ. Κωνσταντίνου Τσοπάνη: ”Ομηρικός ανθρωπομορφισμός και μυστικιστική έκστασις”), κλπ.
Στην Ομηρική Οδύσσεια, πάλι, όλα κινούνται γύρω απ’ το δίχτυ του ονείρου, κατά τον καθηγητή του ΑΠΘ Δημ. Μαρωνίτη: ”Όπως στο όνειρο ο κυνηγός δεν μπορεί να προφτάσει τον κυνηγημένο, έτσι και στο εν λόγω έργο ούτε ο ένας γίνεται να ξεφύγει ούτε ο άλλος να τον φτάσει” (Δ. Μαρωνίτης: ”Τα αντικλείδια της ποίησης”, Αθήνα 1992).
Σ’ αυτό το ”δίχτυ ονείρου” του ποιήματος-συμβόλου του νόστου (που ”κατέκτησε την πρώτη θέση μεταξύ των αφηγημάτων τα οποία διαμόρφωσαν τον κόσμο και επηρέασαν σημαντικά τους αναγνώστες τους”, σύμφωνα με έρευνα του BBC το 2020), ξετυλίγεται ένα ειδυλλιακό και εκφοβιστικό ταυτόχρονα σκηνικό με πρωταγωνιστή τον πολυμήχανο βασιλιά της Ιθάκης, Οδυσσέα (τον οποίο καθιστά ο Όμηρος ”εσωτερικό αοιδό”. μέσα από τον οποίο καθρεφτίζει τον εαυτό του και την ποιητική μαεστρία, την τέχνη του).
Σκηνικό όπου κυριαρχεί η εκτεταμένη αναδιήγηση από τον ίδιο τον Οδυσσέα (μοναδικό επιζώντα, τελικά, της δεκαετούς περιπλάνησής του), με απαρχή τον απόπλου του από την Τροία μέχρι και την άφιξή του στο νησί της Καλυψώς, καθ’ οδόν προς την πατρίδα του, Ιθάκη.
Πέρα από την αναδιήγηση του ήρωά του, όμως, ο Όμηρος αναδεικνύει – στο εν λόγω έπος των 12.110 στίχων – θέματα που συνυπάρχουν στην αξιακή, παραδοσιακή και πολιτιστική συνείδηση των Ελλήνων διαχρονικά, όπως η γυναικεία πίστη και η αγάπη του παιδιού για τον πατέρα του (Πηνελόπη-Τηλέμαχος), η συντροφικότητα, η αναζήτηση της Ιθάκης ως ιδεατού τόπου ευτυχίας, ο ρόλος της μοίρας, ο νόστος, το περιπετειώδες πνεύμα κλπ.
Θέματα που παρουσιάζονται αριστοτεχνικά χάρη στα λογοτεχνικά χαρίσματα του Ομήρου σε επίπεδο πλοκής, τεχνικής [εσωτερικός μονόλογος, ευρηματικότητα], ποιητικότητας, περιγραφής, αφήγησης και αρμονίας στον λόγο.
Όλα αυτά και άλλα πολλά έκαναν το ποίημα του νόστου ”ένα από τα συναρπαστικότερα κείμενα της παγκόσμιας Λογοτεχνίας” (Χρήστος Τσαγγάλης, ΑΠΘ), στον καμβά του οποίου ξετυλίγονται εικονοποιητικά – πέρα απ’ τα προαναφερθέντα – το ταξίδι (πηγή έμπνευσης του Καβάφη για το ποίημά του ”Ιθάκη”), το γεωγραφικό στοιχείο, οι δοκιμασίες, η εθνική καταγωγή, οι πολιτιστικές καταβολές και η πολιτική τοποθέτηση.
Στοιχεία που συναρπάζουν την πλειονότητα των αναγνωστών διεθνώς (πλην των μίζερων Βρετανών καθηγητών του Έξετερ, προφανώς) συμπεριλαμβανομένων και των πρώτων αρχαιολόγων με κύριο εκπρόσωπό τους τον Ερρίκο Σλήμαν, ο οποίος -εμπνευσμένος από την Οδύσσεια το 1879 – άρχισε την αναζήτηση του ανακτόρου του Οδυσσέα στην Ιθάκη (πριν εξετάσει και άλλες Ομηρικές εκδοχές αργότερα).
Απόψεις
Εις μνήμην Αχιλλέα Βασιλειάδη! “Το θαύμα ονόματι Παρακάθ”
Του δημοσιογράφου Γιώργου Γεωργιάδη προέδρου του σωματείου Δράσης Νίκος Καπετανίδης.
Ως σπορεύς ο αείμνηστος Χαράλαμπος Κιαγχίδης έπραξε το παν για να βοηθήσει την Ποντιακή Νεολαία ως αειφόρος νέος ο ίδιος μέχρι το τέλος της ζωής του .
Ο φλογερός αυτός Τραπεζούντιος από τα Λιβάδια Γαλιαίνης που ήταν ένας ανυποχώρητος, επίμονος, λειτουργός του Ιερού Χρέους έναντι της πολύκλαυστης ημετέρας Πατρίδος, προσέφερε στα φτωχά παιδιά της Ποντιακής αγροτικής ενδοχώρας της Μακεδονίας τον Οίκο Ακρίτα Φοιτητού της Ευξείνου Λέσχης Θεσσαλονίκης με αγώνες απερίγραπτους τα τέλη της δεκαετίας του 1960.
Ο Κιαγχίδης είναι η αιτία της Ποντιακής έκρηξης της δεκαετίας του 1980 καθώς από το ιερό βαπτιστήριο του Οίκου Ακρίτα Φοιτητού ξεπήδησαν οι κατοπινοί επιστήμονες που γέμισαν τα Πανεπιστήμια,τους πολιτικούς χώρους,το επιχειρείν,την Αυτοδιοίκηση.
Όλοι αυτοί οι νέοι από τα χωριά θα ήταν αδύνατον να σπουδάσουν χωρίς αυτά τα εφόδια.
Αυτή η γενιά του 1970 ήταν πρωτοπόρα στον πολιτισμό τα Γράμματα και τις Τέχνες.
Εμπλούτισε τα Ποντιακά σωματεία σε όλη την χώρα.
Ήταν η καύσιμη ύλη πολλών πρωτοβουλιών σε μια εποχή που η λέξη ” Πόντιος” ήταν ακόμη στο περιθώριο.
Αυτή η γενιά ήταν ο κρίσιμος κρίκος στην ιστορική συνέχεια του Ποντιακού Ελληνισμού μετά την πρώτη άνοδο των Φοιτητών στα τέλη του 1950 στο ΑΠΘ .
Εκεί ξεχώρισαν τα μεγάλα ταλέντα μεταξύ αυτών ο Αχιλλέας.
Ο μπροστάρης, ο γοητευτικός με την χαρακτηριστική Αργυρουπολίτικη σαγήνη που μεγάλωσε την παρέα.
Θεατρικά έργα, χορωδίες, ορχήστρες, ταξίδια, συναυλίες, ραδιόφωνο.
Είκοσι χρόνια η παρέα του Αχιλλέα έσπερνε.
Και έφτασε κάποτε η στιγμή στις αρχές του 1990 στην Δυτική Θεσσαλονίκη στην αερογέφυρα Σταυρούπολης της οριστικής ρήξης με την λήθη.
Με νονό τον κορυφαίο νευροχειρουργό Χρήστο Αντωνιάδη γεννιέται το θαύμα:
Το Παρακάθ.
Μια τριάδα μοναδικών συντελεστών στην Μουσική Παράδοση του Πόντου.
Κώστας Σιαμίδης
Γιάννης Κουρτίδης
Αχιλλέας Βασιλειάδης.
Τρεις ολότελα διαφορετικοί χαρακτήρες με ξεχωριστά ταλέντα ο κάθε ένας και ενωτική ουσία τον Αχιλλέα.
Ο Κώστας Σιαμίδης ένας κοσμοκαλόγερος με απίστευτες φυσικές αντοχές στο παίξιμο της Λύρας, μπορούσε να παίζει μέρες και νύχτες ασταμάτητα χωρίς να ιδρώνει, χωρίς να γελάει, χωρίς να καταλαβαίνει κανείς τι αισθάνεται στην στιγμή, λόγω της απόλυτης απόστασης από κάθε είδους κατάχρηση.
Ένας άνθρωπος που άφησε την μόνιμη δουλειά στο Δημόσιο ( στην ΕΚΟ) για να αφοσιωθεί 100% στην Λύρα, τρώγοντας μήλα και πίνοντας μόνο νερό.
Ο Σιαμίδης ήταν σαν Δωρικός τοίχος πάνω στο μικρό ξύλινο πατάρι του Παρακάθ.
Απροσπέλαστος, ανίκητος, στερεός σαν πέτρα, αγέρωχος, ένας Σαμουράι μαχητής σε μονομαχία.
Ο Γιάννης Κουρτίδης ένα θαύμα της Φύσης με φωνητικά δεδομένα εξωπραγματικά που ήταν αδύνατον να τα πλησιάσει κανείς.
Με ένα τεράστιο ρεπερτόριο όλης της Παράδοσης που ξεπερνούσε το άριστα.
Ο Αχιλλέας ήταν ο Διόνυσος του Πόντου.
Εύχαρις,αποστομωτικά προσηνής , Μελωδός ψυχής και συμπαίκτης όλων.
Για όλους είχε ένα καλό λόγο.
Είχε το χάρισμα να δημιουργεί το καλύτερο κλίμα στα πρώτα λεπτά της παρουσίας του με το εκτυφλωτικό του φως και το Ολύμπιο χαμόγελο του .
Ο Αχιλλέας είχε το κλειδί να αισθάνεται κανείς μέλος της Οικογένειας.
Ήταν ο μεγάλος αδερφός.
Το Παρακάθ ήταν το Ανοιχτό Πανεπιστήμιο του Ποντιακού Ελληνισμού.
Το στολίδι του ,το καμάρι του ,το Πάνθεον της Αγιοσύνης του .
Μέσα στο Παρακάθ σμιλεύτηκαν συνειδήσεις, σφυρηλατήθηκαν σχέσεις ζωής, έσμιξαν παρέες που ήταν άγνωστες μεταξύ τους και έγιναν πλέον η μεγάλη ομάδα των Παρακαθημένων.
Ότι και να ήταν κανείς όλη την εβδομάδα στην ζωή του ,τα βράδια στο Παρακάθ εκείνες τις Παρασκευές και τα Σαββατοκύριακα γινόταν Παρακαθήμενος.
Ένας μύστης των ιερών του Ναού.
Με συμβολισμούς και τελετουργικό που όριζε ο χώρος,η αύρα,ο μαγνητισμός του ,η ενέργεια που έβγαινε από τα έργα Τέχνης στους τοίχους.
Η βοή της Λύρας που είχε ως κρουστά το χτύπημα του ποδιού του Σιαμίδη πάνω σε ένα μικρόφωνο στο δάπεδο ήταν ο Μαγικός Αυλός του Μότσαρτ που έψαχνε την αγαπημένη του στη Μυθική Τραπεζούντα του Μεσαίωνα.
Στο Παρακάθ λάξευσαν το ταλέντο τους πολλά νέα παιδιά:
Γιώργος Σιαμίδης
Φίλιππος Κεσαπίδης
Φάνης Κουρουκλίδης
Γιώργος Στεφανίδης
Τα παιδιά του Κουρτίδη Μιχάλης και Θόδωρος.
Κυριάκος Τριανταφυλλίδης
Σωκράτης Κυψελίδης και άλλοι.
Από το Παρακάθ πέρασαν όλοι οι καλλιτέχνες του Ποντιακού από Χρύσανθο Γιωργούλη Κουγιουμτζιδη μέχρι και τους πιο νέους.
Ήταν το στέκι όλων.
Αργότερα το Παρακάθ μεταφέρθηκε στην Πολίχνη και μπήκε στην ζωή του ο Δημήτρης Πιπερίδης αυτό το εξαιρετικό ταλέντο της Λύρας και της Συγγραφής.
Σε αυτόν τον επετειακό χώρο που δεν διαφήμιζε ποτέ την αξία του αλλά έπαιρνε την ουσία της αποδοχής των θαμώνων του ακόμα και στην έξοδο, φεύγοντας έβλεπες ανθρώπους να βγαίνουν δακρυσμένοι για όσα έζησαν.
Πόσες μαγικές στιγμές δεν ζήσαμε πάνω στην πόρτα της εξόδου με τον περίφημο Ηλία τον παρκαδόρο!
Πόσα ανέκδοτα, πόσες ιστορίες, πόσα σοβαρά και ευτράπελα δεν έχουν ειπωθεί σε μια πόρτα εξόδου!
Και σημειώνω ένα όνομα: Τάσος Ξενίδης.
Αξέχαστος μοναδικός.
Θα αδικήσω πολλά πρόσωπα και στιγμές.
Χρειάζεται βιβλίο και ζητώ συγγνώμη από όλους.
Μπορώ όμως να αναφέρω τρία στιγμιότυπα από τα χιλιάδες από τις Μυσταγωγικές νύχτες του Παρακάθ.
Τον Πυρίχιο χορό του Κυριάκου Ιωσηφίδη με τον Γιάννη Πολυχρονίδη προς τιμή της Χρύσας Αράπογλου που ήταν και αυτή μύστης.
Ένας χορός που δεν μπορεί κανείς να τον περιγράψει.
Απόκοσμος, εξωπραγματικός, ασύλληπτος.
Ρώτησα τότε τον μέγιστο χορευτή Αχιλλέα που είχε χορέψει παλιά με τον κορυφαίο του Πόντου Πυριχιστή Καλούση Νίκο,αν είχε δει στην ζωή του τέτοιο Σέρα χορόν και μου είπε ξερά ” ΟΧΙ”.
Την βραδιά με την γιαγιά του Πόντου από την Αμερική την Σάνο Χάλο με την κόρη της Θέα αμέσως μετά την πρώτη παρουσίαση του βιβλίου της ” Ούτε το όνομα μου ” στην Εύξεινο Λέσχη Θεσσαλονίκης.
Ο Αχιλλέας αφιέρωνε στην γιαγιά Σάνο που ήταν 96 ετών όλο το βράδυ τραγούδια και είχε συγκινηθεί πολύ.
Κάποια στιγμή ο Αχιλλέας χόρεψε Σέρα με άλλα παιδιά προς τιμήν της .
Τότε η γιαγιά σχεδόν θα πέθαινε.
Μέσα στα χέρια μας .
Είχε γυρίσει το μυαλό της στην παιδική ηλικία και θυμήθηκε μετά από 85 χρόνια τον πατέρα της και τα αδέλφια του να χορεύουν τον ίδιο χορό στην Πατρίδα στον Πόντο.
Ήταν μια συγκλονιστική στιγμή.
Από την συγκίνηση που θυμήθηκε αυτό τον χορό θα κατέληγε.
Ευτυχώς όλα πήγαν καλά και έζησε κι άλλα χρόνια.
Η Δόμνα Σαμίου αυτή η τεράστια προσωπικότητα της Ελληνικής Παράδοσης έδινε κάποιες συναυλίες στην Θεσσαλονίκη και πέρασε από το Παρακάθ.
Πολύ σεμνή στο τραπέζι της απολάμβανε το πρόγραμμα και έδειχνε ευτυχισμένη.
Ο Αχιλλέας με τον απαράμιλλο τρόπο του την παρακάλεσε να ανέβει στο πατάρι να πει ένα Ποντιακό τραγούδι.
Με δισταγμό από σεμνότητα ανέβηκε και ερμήνευσε το Ακριτικό Έπος ” Ακρίτας κάστρεν έχτιζεν”.
Ο κόσμος την αποθέωσε.
Μόλις τελείωσε το τραγούδι,μας μίλησε από μικροφώνου.
Με δάκρυα στα μάτια παρακάλεσε όλους τους Ποντίους να κρατήσουμε το Παρακάθ ανοιχτό και λειτουργικό.
” Είναι μεγάλος θησαυρός αυτό που έχετε εδώ” είπε.
” Μην το χάσετε, κρατήσετε το ,το έχει ανάγκη η Ελλάδα”.
Η Δόμνα Σαμίου που είχε γυρίσει όλη την Ελλάδα και όλον τον κόσμο το είχε καταλάβει τι αποτελεί το Παρακάθ.
Μας έδωσε μια παράκληση.
Ας την τιμήσουμε.
Ας βρούμε τον τρόπο.
ΥΓ: Αχιλλέα ελπίζω να στα έγραψα και τώρα σωστά.
Η πόστα.
Ιστορία - Πολιτισμός
Το σωτήριο έργο του Αρχιεπισκόπου Αναστάσιου στην Αλβανία
Η Αλβανία του Χότζα ήταν η μοναδική αθεϊστική χώρα στην ιστορία της ανθρωπότητας. Για 23 ολόκληρα χρόνια οι άνθρωποι απαγορευόταν να πιστέψουν στο Θεό πνίγοντας μέσα τους την ανάγκη τους να προσευχηθούν και να μιλήσουν για τον Θεό. Η φτώχεια, η πείνα και ο φόβος είχαν δημιουργήσει απεγνωσμένες γενιές και όσοι είχαν πάρει μυρωδιά από Θεό πάλευαν καθημερινά με τον πόθο τους να γονατίσουν και να παρακαλέσουν τον δημιουργό τους να τους λυπηθεί.
Όταν ο Αρχιεπίσκοπος κ Αναστάσιος έφθασε στην Αλβανία σε αποστολή του Οικουμενικού Πατριαρχείου ως Έξαρχος και τελικά εξελέγη Αρχιεπίσκοπος , βρήκε μια χώρα γεμάτη ανάγκες καθημερινές, πνευματικές και κοινωνικές. Βρήκε κατεστραμμένο τόπο, διαλυμένες συνειδήσεις και βρέθηκε αντιμέτωπος με τους ανθρώπους που τον παρακαλούσαν να μείνει κοντά τους με δάκρυα στα μάτια…..
Το οδοιπορικό που ακολουθεί είναι ένα μικρό δείγμα της εικόνας του τότε και του σήμερα….
Το έργο του Αρχιεπισκόπου δεν ήταν εύκολο….
Βρέθηκε μόνος σε μια εχθρική Αλβανία σε ασταθές περιβάλλον με εχθρικές διαθέσεις όπου πολλές φορές προσπάθησαν να τον δολοφονήσουν ενώ κάθε φορά που η Ελλάδα και η Αλβανία αντιμετώπιζε εθνικά θέματα, ο Αρχιεπίσκοπος και όσοι ήταν κοντά του γινόταν τα εξιλαστήρια θύματα των εθνικιστικών διαθέσεων.
Η Αλβανία απόκτησε σχολεία, πανεπιστήμια, ναούς, χώρους εργασίας και παραγωγής έργου για τις υπηρεσίες της εκκλησίας, οικοτροφεία, πνευματικά κέντρα, χώρους αγάπης και φιλοξενίας για ορφανά και ηλικιωμένους, θεολογική σχολή και η Αρχιεπισκοπή έγινε το σημείο αναφοράς για τους Χριστιανούς, ανοίγοντας όμως την αγκαλιά της και σε όποιον άλλον είχε ανθρώπινες ανάγκες χωρίς διακρίσεις.
Στα ενενήντα του χρόνια ο Αρχιεπίσκοπος συνεχίζει να ζει στο ίδιο κελάκι και να προσεύχεται γονατιστός, να παρακαλάει και να δοξάζει τον Θεό για το μόχθο, τους πειρασμούς, και τα δάκρυα που του χάρισε απλόχερα αλλά κυρίως για την ανασύσταση της Εκκλησίας της Αλβανίας.
Το έργο του έγραψε ιστορία στην Αλβανία και να θυμίσουμε εδώ τα λόγια του Οικουμενικού Πατριάρχη όταν επισκέφθηκε την Αλβανία πριν αρκετά χρόνια και είπε στο πλήθος που τον υποδέχθηκε: “Ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος είναι ένα δώρο του Θεού στην ανθρωπότητα”
Το παραθύρι του έχει ακόμη τις τρύπες από τις σφαίρες που έσπασαν το τζάμι όταν προσπάθησαν να τον δολοφονήσουν …όμως ο Αρχιεπίσκοπος κάνει το σταυρό του και συνεχίζει…..
Δείτε το αφιέρωμα
Αποστολή Αλβανία: Μαρία Γιαχνάκη
Εικονολήπτης: Ανδρέας Χαλκιόπουλος
Μοντάζ: Μαριάνθη Ματζίρη
Αρχειακό υλικό: Αρχιεπισκοπή Αλβανίας
ΠΗΓΗ: orthodoxianewsagency.gr
-
Γενικά θέματα3 μήνες πριν
Τί είναι αυτά τα μυστηριώδη φωτεινά στίγμα στον ουρανό της Κύπρου;
-
Διεθνή3 μήνες πριν
Ανατριχιαστικές εικόνες με τον νεκρό ηγέτη της Χαμάς (ΦΩΤΟ)
-
Αθλητικά2 μήνες πριν
Δεν πούλησε οπαδισμό! Δεν έπαιξε σε τουρκική ομάδα που θα τον απογείωνε οικονομικά – Αντώνης Φώτσης: Ο καλύτερος Έλληνας καλαθοσφαιριστής… ever
-
Αναλύσεις3 μήνες πριν
Η Αθήνα παραδίδει τη Θράκη
-
Ενδιαφέροντα1 μήνα πριν
Αποκάλυψη του ηθοποιού Κωστή Σαββιδάκη! Κόπηκε ταινία στην Ελλάδα από φεστιβάλ επειδή προέβαλλε την Ορθοδοξία
-
Διεθνή2 μήνες πριν
Οι Ουκρανοί ακολουθούν το… δόγμα Μπάιντεν! Χτύπησαν με ATACMS τη Ρωσία – Οδηγούμαστε σε πυρηνικό ολοκαύτωμα;
-
Πολιτική2 μήνες πριν
Αρμενική Εθνική Επιτροπή Ελλάδος: Μόνον 12 Έλληνες ευρωβουλευτές υπέγραψαν την δήλωση αιτημάτων προς το Αζερμπαϊτζάν, εν όψει της COP29.
-
Αθλητικά2 μήνες πριν
Πονάει η λέξη ελευθερία! Οι Τούρκοι ζητούν τιμωρία της Ανόρθωσης για πανό με μήνυμα απελευθέρωσης της Κύπρου σε ματς με τη Μπούρσασπορ