Άμυνα
‘Φάκελος Ομάν’: το παράθυρο του Ισραήλ στο Ιράν

Haaretz Πέμπτη 23.1.2020.
Του Yossi Melman
Για πάνω από μισό αιώνα μια ισχυρή σύγκλιση συμφερόντων έχει ενώσει το Ισραήλ και το Ομάν, την τρίτη αραβική χώρα μετά τον Λίβανο και την Ιορδανία που διατηρούν μυστικούς δεσμούς με τη Μοσάντ. Μέσα από τη στενή του σχέση με τους αξιωματούχους του Ομάν, το Ισραήλ έχει ανοίξει ένα παράθυρο στη σκέψη του Ιράν.
Το Ομάν έσπευσε να πραγματοποιήσει τη στέψη του νέου του ηγέτη μετά τον θάνατο του Σουλτάνου Καμπούς Μπιν Σαΐντ αλ Σαΐντ (Qaboos Bin Said al Said), του ηγέτη του εδώ και πενήντα χρόνια. Ήταν ένα καθαρό σημάδι της αποφασιστικότητας του κράτους του Κόλπου να διασφαλίσει μια μαλακή μεταφορά εξουσίας και της τόνωσης μιας αίσθησης σταθερότητας μετά τον θάνατο του πλέον μακρόχρονου ηγέτη του αραβικού κόσμου. Το μεγάλο ζήτημα για το Ισραήλ είναι αν ο διάδοχος του Καμπούς, ο Χάιθμαν Μπιν Ταρίκ αλ Σαΐντ, 65 ετών και ξάδερφος του εκλιπόντος Σουλτάνου, θα ακολουθήσει τα βήματα του προκατόχου του εν γένει στην εξωτερική πολιτική του Ομάν και πιο συγκεκριμένα με το ίδιο το Ισραήλ.
Αυτές οι σχέσεις που διαμορφώθηκαν μέσα από τον πόλεμο, καλλιεργήθηκαν σε συνθήκες μεγάλης μυστικότητας και επιτεύχθηκαν εδώ και δεκαετίες από την κατασκοπευτική υπηρεσία του Ισραήλ, τη Μοσάντ. Ο Καμπούς είχε καλούς λόγους να εκτιμήσει αυτούς τους δεσμούς: οι ισραηλινές δυνάμεις τον είχαν βοηθήσει να σώσει τη θέση του στο θρόνο. Το Ομάν, με πληθυσμό 4.5 εκατομμύρια ανθρώπους και μια σημαντική έκταση γης – 15 φορές μεγαλύτερη του Ισραήλ – έχει μια κομβική στρατηγική σημασία. Επιτηρεί τα Στενά του Χορμούζ, περιφρουρώντας την είσοδο στον Περσικό Κόλπο, απ’ όπου ρέει το 20% των παγκόσμιων αποθεμάτων πετρελαίου.
Το Ομάν έχει κοινά σύνορα με την Υεμένη, τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και είναι λιγότερα από 200χλμ, μέσα από τον Κόλπο του Ομάν, που χωρίζουν το Μουσκάτ, την πρωτεύουσά του, από την ιρανική ενδοχώρα. Η συγκεκριμένη του θέση και η ιστορία του ήταν μεταξύ των λόγων που οδήγησαν το Ομάν να απευθυνθεί στο Ισραήλ – πίσω στη δεκαετία του 1960. Ο Καμπούς είχε πάρει τότε την εξουσία μέσα από ένα αναίμακτο πραξικόπημα που εκθρόνισε τον πατέρα του Σουλτάνο Σαΐντ Μπιν Ταϊμούρ, με την υποστήριξη της βρετανικής κυβέρνησης.
Ο Καμπούς ήταν απόφοιτος της Βρετανικής Βασιλικής Στρατιωτικής Ακαδημίας στο Σάντχερστ (Sandhurst) και είχε υπηρετήσει στον βρετανικό στρατό.
Η πρώτη σύνδεση που έστρωσε το δρόμο για τις ομανικές-ισραηλινές σχέσεις φτιάχτηκε από μια ομάδα πρώην Βρετανών κατασκόπων και διοικητών των Ειδικών Δυνάμεων – και όλα ξεκίνησαν στην Υεμένη. Το 1963 μια ομάδα αξιωματικών της Υεμένης έριξαν τη μοναρχία της χώρας και ανακήρυξαν τη δημοκρατία της Υεμένης. Τους υποστήριξε ο Αιγύπτιος Πρόεδρος Γκαμάλ Αμπντούλ Νάσερ. Ως εκ τούτου ξέσπασε εμφύλιος πόλεμος και ο αιγυπτιακός στρατός μπήκε στον πόλεμο στο πλευρό των δημοκρατών, χρησιμοποιώντας χημικά όπλα εναντίον των βασιλικών.
Οι βασιλικοί της Υεμένης δέχθηκαν βοήθεια από τη Σαουδική Αραβία και τη βρετανική ομάδα της οποίας ηγούταν ο συνταγματάρχης του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου Ντέϊβιντ Στέρλινγκ (David Sterling), ιδρυτής της μονάδας S.A.S. (Ειδική Υπηρεσία Αέρος, Special Air Service) η οποία υπήρξε πρότυπο για πολλές μονάδες ειδικών δυνάμεων ανά τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης και της Σαγιέρετ Ματκάλ (Sayeret Matkal) του Ισραήλ.
Ο Στέρλινγκ δούλεψε μαζί με τους συνταγματάρχες Τζιμ Τζόνσον (Jim Johnson) και Ντέϊβιντ Σμάϊλι (David Smiley), έναν βετεράνο πολλών μυστικών βρετανικών επιχειρήσεων κατά τον Β’ Π.Π., μεταξύ άλλων στην Παλαιστίνη και τη Συρία. Σε κάποια φάση του εμφυλίου της Υεμένης, ο Τζόνσον ζήτησε από τον Ναχούμ Αντμόνι (Nahum Admoni) – τότε νεαρό πράκτορα της Μοσάντ – και τον τότε διοικητή της ισραηλινής αεροπορίας Έζερ Βάϊζμαν (Ezer Weizman), να προσφέρουν βοήθεια στις βρετανικές πολεμικές προσπάθειες υπέρ των βασιλικών. Και οι δυο τους συμφώνησαν. Ο Αντμόνι αργότερα θα ανέβαινε στην ιεραρχία ως επικεφαλής της Μοσάντ και ο Βάϊζμαν θα γινόταν ο έβδομος πρόεδρος του Ισραήλ. Ο πράκτορας της Μοσάντ και ο σμήναρχος Τσέεβ Λιρόν (Zeev Liron) στάλθηκαν στο αρχηγείο του Σμάϊλι στην Υεμένη για να κάνουν επίγειες αναγνωρίσεις.
Ο Λιρόν ταξίδεψε μέσω αέρος και γης στην Υεμένη με ψεύτικη ταυτότητα – σε ένα κουραστικό ταξίδι που συμπεριλάμβανε να ταξιδέψει και με μουλάρια – και κατά την επιστροφή του, πρότεινε τη συμμετοχή του Ισραήλ στην επιχείρηση. Οι πιλότοι της ισραηλινής αεροπορίας (IAF) πέταξαν σε 14 εξαιρετικά επικίνδυνες αποστολές με ένα μεταγωγικό Μπόινγκ 377 τύπου Stratocruiser και πέταξαν όπλα και σφαίρες από αέρος στις βασιλικές δυνάμεις. Ο εμφύλιος πόλεμος έληξε το 1967 και οι βασιλικοί ηττήθηκαν. Ωστόσο, ο αιγυπτιακός στρατός δεν πανηγύρισε τη νίκη του. Η απόδοσή του στο πεδίο της μάχης, όπως και το ηθικό του, ήταν χαμηλή και το ότι τα πράγματα πήγαν άσχημα στην Υεμένη ήταν μεταξύ των λόγων που το Ισραήλ κέρδισε τον Πόλεμο των Έξι Ημερών τον Ιούνιο του 1967.
Αλλά ο πόλεμος απέδωσε με τους στενότερους δεσμούς ανάμεσα στον Σμάϊλι της Βρετανίας και τον Αντμόνι της Μοσάντ – γεγονός που άνοιξε το δρόμο για το Μουσκάτ. Ο Σμάϊλι ο οποίος είχε υπηρετήσει ως στρατιωτικός σύμβουλος στον Σουλτάνο του Ομάν, συμβούλεψε τον Καμπούς να έρθει σε επαφή με το Ισραήλ. Ο Καμπούς ενδιαφερόταν και πράγματι εκπρόσωποι του Τμήματος Τέβελ της Μοσάντ (δηλαδή του τμήματος που είναι υπεύθυνο για τις υπόγειες σχέσεις με τα αραβικά και ισλαμικά κράτη που δεν έχουν διπλωματικές σχέσεις με το Ισραήλ) θα συναντιούνταν εφεξής περιστασιακά με τους ομολόγους τους στο Ομάν.
Το Ομάν έγινε η τρίτη αραβική χώρα – μετά τον Λίβανο και την Ιορδανία – που δημιούργησε μυστικούς δεσμούς με τη Μοσάντ. Στην Ιορδανία οι δεσμοί αυτοί συνάφθηκαν με τον βασιλιά Χουσείν, στον Λίβανο με τον Πρόεδρο Καμίλ Χαμούν (Camille Chamoun) ο οποίος μάλιστα, κατά τη συνταξιοδότησή του, ζήτησε και πήρε από τις ισραηλινές στρατιωτικές μυστικές υπηρεσίες άδεια κυνηγιού για λόγους διασκέδασης κοντά στα ισραηλινά σύνορα. Το 1975 οι σχέσεις μεταξύ Ισραήλ και Ομάν έφτασαν ένα νέο επίπεδο. Δυνάμεις των ριζοσπαστών σοσιαλιστών της Νότιας Υεμένης εισέβαλαν στην περιοχή Ντοφάρ (Dhofar) του Ομάν, στα νότια του σουλτανάτου προκειμένου να υποστηρίξουν μια τοπική εξέγερση. Η Βρετανία και το Ιράν, που τότε το κυβερνούσε ο Σάχης, προσπάθησαν να καταπνίξουν την εξέγερση αλλά μάταια.
Οι Ισραηλινοί στρατιωτικοί σύμβουλοι, δασκαλεμένοι από τον πράκτορα της Μοσάντ Εφρέμ Χαλεβί (Ephraim Halevy), αργότερα επίσης επικεφαλής της υπηρεσίας, έσπευσαν στο Ομάν για να βοηθήσουν να λήξει η εξέγερση. Το επεισόδιο αυτό ήταν ένα κλασικό και αίσιο παράδειγμα σύγκλισης των εθνικών συμφερόντων μεταξύ Ισραήλ και Ομάν. Το Μουσκάτ έπρεπε να υπερασπιστεί την εδαφική του συνοχή και κυριαρχία. Για το Ισραήλ η Νότια Υεμένη ήταν εχθρικό κράτος και σημαντικός τόπος εκπαίδευσης των Παλαιστίνιων τρομοκρατών, συμπεριλαμβανομένων των αεροπειρατών του Έντεμπε, και πέρασμα μιας σημαντικής διαδρομής πετρελαϊκής ροής προς το Ισραήλ.
Το 1975 οι Ισραηλινοί στρατιωτικοί σύμβουλοι, δασκαλεμένοι από τον πράκτορα της Μοσάντ Εφρέμ Χαλεβί (στη φωτογραφία), αργότερα επίσης επικεφαλής της υπηρεσίας, έσπευσαν στο Ομάν να βοηθήσουν να λήξει μια εξέγερση που υποστήριζε η Νότια Υεμένη (Credit: Ariel Shalit).
Πέραν του πεδίου της μάχης, η Μοσάντ υπήρξε επίσης σημαντική στη βοήθεια προς το Ομάν ώστε το τελευταίο να βελτιώσει τις υδάτινες πηγές του και να αρδεύσει τη γη του. Το σχέδιο νερού σχεδιάστηκε από τον μηχανικό Χαΐμ Τσαμπάν (Haim Tsaban), αδερφό του Γιαΐρ (Yair), πρώην βουλευτή του Κόμματος Μέρετζ (Meretz). Στις επόμενες δύο δεκαετίες η Μοσάντ συνέχιζε να παίζει έναν ρόλο συντήρησης του Ομανικού «φακέλου». Το 1994 μετά την υπογραφή των Συμφωνιών του Όσλο με την Οργάνωση Απελευθέρωσης της Παλαιστίνης (P.L.O.), που είχε ως αποτέλεσμα την επέκταση των διπλωματικών, στρατιωτικών και οικονομικών σχέσεων του Ισραήλ με τα μη-συμμαχικά κράτη, ο πρωθυπουργός Γιτζάκ Ραμπίν (Yitzhak Rabin), συνοδευόμενος από τον Εφρέμ Χαλεβί, πετάξανε στο Ομάν και συναντήθηκαν με τον Καμπούς.
Ο Ραμπίν πέταξε απευθείας από το Τελ Αβίβ στο Μουσκάτ. Ήταν η πρώτη δημόσια ανακοινωμένη συνάντηση μεταξύ Ισραήλ και Ομάν, τριάντα χρόνια σχεδόν μετά την πρώτη τους μυστική επαφή. Δύο χρόνια αργότερα, ο Σίμον Πέρες που έγινε πρωθυπουργός μετά τη δολοφονία του Ραμπίν, επισκέφτηκε επίσης το Ομάν. Αμέσως μετά τη συνάντησή του με τον Καμπούς, το Ισραήλ άνοιξε γραφείο επίσημης αποστολής στο Μουσκάτ, την πρωτεύουσα του Ομάν. Ακόμα και μετά την ήττα του Πέρες από τον Νετανιάχου στις εκλογές του 1996, το Ομάν συνέχισε να παίζει σημαντικό ρόλο για τη θέση του Ισραήλ – αν όχι την κανονικοποίησή του – στον αραβικό κόσμο.
Ο Σουλτάνος αποφάσισε να προσπαθήσει να καταργήσει μάλιστα ένα συγκεκριμένο εμπόδιο: το στάτους εχθρότητας μεταξύ Ισραήλ και Συρίας. Ο Καμπούς έδωσε εντολή στον υπουργό εξωτερικών Γιουσούφ μπιν Αλάουι (Yusuf bin Alawi) να συνάψει μια συμφωνία ειρήνης ανάμεσα στον Πρόεδρο Χαφέζ Άσαντ (Hafez Assad) της Συρίας και τον Νετανιάχου. Ο Ούζι Αράντ (Uzi Arad), ένας πρώην υψηλόβαθμος πράκτορας της Μοσάντ και διπλωματικός σύμβουλος του Νετανιάχου, συναντήθηκε με τον Αλάουι τρεις φορές στην Ευρώπη μεταξύ 1996 και 1998. Δεν έλαβε χώρα καμία συμφωνία ειρήνης με τη Συρία αλλά οι συναντήσεις αντανακλούσαν ένα σημαντικό στοιχείο της εξωτερικής πολιτικής του Ομάν: την εκτόνωση των εντάσεων στη Μέση Ανατολή, είτε ήταν μεταξύ Ιράν και Η.Π.Α. (το Ομάν βοήθησε να συναφθεί η συμφωνία για τα πυρηνικά επί κυβέρνησης Ομπάμα το 2015) είτε μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστίνης.
Το 2000 με το ξέσπασμα της Δεύτερης Ιντιφάντα και των αιματηρών συγκρούσεων μεταξύ του ισραηλινού στρατού και των Παλαιστινίων, το Ομάν – μαζί με άλλες αραβικές χώρες όπως το Κατάρ, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Μαρόκο – έκοψαν κάθε επίσημο δεσμό με το Ισραήλ.
Η τότε υπουργός εξωτερικών του Ισραήλ Τσίπι Λίβνι συναντάται με τον Ομάνι ομόλογό της, Γιουσούφ μπιν Αλάουι στο Κατάρ, στις 14 Απριλίου του 2008 (Credit: Moshe Milner / La’am).
Ωστόσο το Ομάν δεν άφησε τις σχέσεις να καταρρεύσουν τελείως. Οι σχέσεις Ισραήλ-Ομάν υπήρχαν και πάλι υπογείως, συντηρούμενες μέσω της Μοσάντ. Οι ανοιχτές σχέσεις των δύο χωρών επανήλθαν το 2008. Εκείνη τη χρονιά ο υπουργός Εξωτερικών του Ομάν Αλάουι συναντήθηκε δημοσίως με την ομόλογό του Τζίπι Λίβνι (Tzipi Livni) στο Κατάρ.
Ο Σουλτάνος Καμπούς του Ομάν συναντιέται με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπένγιαμιν Νετανιάχου στην πρωτεύουσα Μουσκάτ κατά την τελευταία του μη ανακοινωμένη επίσκεψη σε χώρα του Κόλπου στις 26 Οκτωβρίου του 2018 (Credit: AFP).
Δέκα χρόνια αργότερα, ο Νετανιάχου, συνοδευόμενος από τον αρχηγό της Μοσάντ Γιόσι Κοέν (Yossi Cohen) πέταξε στο Ομάν μέσω του εναέριου χώρου της Σαουδικής Αραβίας (με μια δίλεπτη «στάση» στο Αμμάν της Ιορδανίας για τα προσχήματα ώστε να αποφύγει η Σαουδική Αραβία την κατηγορία ότι είχε επιτρέψει απευθείας πτήση μέσω του εναέριου της χώρου από το Ισραήλ) και συναντήθηκε με τον Σουλτάνο Καμπούς.
Ο Νετανιάχου και ο Κοέν προσπάθησαν να «πουλήσουν» την επίσκεψη αυτή σαν μοναδικό ιστορικό γεγονός. Αυτή η βολική αφήγηση ξεχνούσε βέβαια ότι άλλοι δύο Ισραηλινοί πρωθυπουργοί είχαν φτάσει μέχρι το Μουσκάτ δεκαετίες νωρίτερα – για να μην πούμε ότι είχαν ταξιδέψει εκεί και όλοι οι επικεφαλής της Μοσάντ από το 1970 κι έπειτα. Για το Ισραήλ υπήρξαν ξεκάθαρα οφέλη μέσα από τους δεσμούς του με το Ομάν – διπλωματικά, στρατηγικά, εμπορικά, αλλά και για τη δημόσια εικόνα του – αλλά ένα από τα πλέον σημαντικά οφέλη είναι το γεγονός ότι το Ομάν έχει επίσης πολύ καλές σχέσεις με το Ιράν, τον πιο άσπονδο εχθρό του Ισραήλ. Στο Ισραήλ μέσω των στενών του επαφών με τους αξιωματούχους του Ομάν έχει ανοιχτεί ένα παράθυρο στη σκέψη του Ιράν.
Οι Ισραηλινοί αξιωματούχοι με μακρά εμπειρία στο ομανικό παιχνίδι τείνουν να σκέφτονται ότι ο νέος Σουλτάνος, ο οποίος θήτευσε υπό τον Αλάουι ως Γενικός Διευθυντής του υπουργείου Εξωτερικών του Ομάν θα διατηρήσει την εδώ και πολλά χρόνια εξωτερική πολιτική και στρατηγική του Ομάν, δηλαδή θα συνεχίσει τη μακρά ιστορία των ανοιχτών όσο και των υπόγειων δεσμών ανάμεσα στο κράτος του Κόλπου και το Ισραήλ.֍
Δευτερεουσα Πηγή: https://israelstories.wixsite.com/mysite/post/the-oman-file

Άμυνα
Η ευρωπαϊκή χώρα που το ξανασκέφτεται για τα αμερικανικά F-35 λόγω Τραμπ
Λαμβάνει υπόψιν τις πρόσφατες αλλαγές στη στάση τους απέναντι στο ΝΑΤΟ και τον υπόλοιπο κόσμο

Η Πορτογαλία εξατάζει το ενδεχόμενο να μην αγοράσει αμερικανικά μαχητικά αεροσκάφη από την Ουάσιγκτον, λόγω αμφιβολιών για τη συμπεριφορά του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ προς τους συμμάχους των ΗΠΑ.
Τις ανησυχίες προκάλεσε η απόφαση του Τραμπ νωρίτερα αυτό το μήνα να διακόψει την παροχή στρατιωτικής βοήθειας στην Ουκρανία, μετά την επεισοδιακή συνάντηση του Αμερικανού προέδρου και του Ουκρανού ομολόγου του Βολοντίμιρ Ζελένσκι στον Λευκό Οίκο. Μετά το «ναι» της Ουκρανίας στην αμερικανική πρόταση για προσωρινή κατάπαυση του πυρός οι ΗΠΑ ξεμπλόκαραν την στρατιωτική βοήθεια προς το Κίεβο, ωστόσο, η κίνηση των Ηνωμένων Πολιτειών εγείρει ανησυχίες για την αξιοπιστία τους ως προμηθευτής αμυντικού εξοπλισμού που προμηθεύει το 64% των όπλων που εισάγουν τα ευρωπαϊκά κράτη μέλη του NATO.
Στο πλαίσιο αυτό, η επικεφαλής της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ Κάγια Κάλας και ο αρμόδιος για την άμυνα επίτροπος Άντριους Κουμπίλιους έχουν ρίξει την πρόταση οι ευρωπαϊκές χώρες να μειώσουν την εξάρτησή τους από τις Ηνωμένες Πολιτείες για στρατηγικής συμμαχίας στρατιωτικό εξοπλισμό ρίχνουν.
Οι δηλώσεις του Πορτογάλου υπουργού Άμυνας
Την Πέμπτη, ο Πορτογάλος υπουργός Άμυνας Νούνο Μέλο δήλωσε στην εφημερίδα Público ότι «δεν μπορούμε να αγνοήσουμε το γεωπολιτικό περιβάλλον στις επιλογές μας». Είπε επίσης ότι η πρόσφατη στάση των ΗΠΑ απέναντι στο ΝΑΤΟ «πρέπει να μας κάνει να σκεφτούμε τις καλύτερες επιλογές». Πάντως δεν απέκλεισε εντελώς το ενδεχόμενο αγοράς αμερικανικών αεροσκαφών, αλλά είπε: «Ο κόσμος έχει ήδη αλλάξει».
Ο Πορτογάλος υπουργός Άμυνας είπε επίσης ότι η Πορτογαλία πάντα έβλεπε τις ΗΠΑ ως έναν αξιόπιστο σύμμαχο, αλλά οι πρόσφατες αλλαγές στη στάση τους απέναντι στο ΝΑΤΟ και τον υπόλοιπο κόσμο πρέπει να ληφθούν υπόψη.
Εξέφρασε επίσης ανησυχίες ότι οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να θέσουν περιορισμούς στη συντήρηση και την προμήθεια εξαρτημάτων για το F-35: «Ό,τι έχει να κάνει με τη διασφάλιση ότι τα αεροσκάφη θα είναι επιχειρησιακά και θα χρησιμοποιηθούν σε όλους τους τύπους σεναρίων».
Εάν η Πορτογαλία απορρίψει τα αμερικανικά αεροσκάφη τότε η Lockheed Martin, η κατασκευάστρια εταιρεία των τζετ, θα χάσει ένα κερδοφόρο συμβόλαιο.
Τον περασμένο Απρίλιο, ο αρχηγός του επιτελείου της Πολεμικής Αεροπορίας της Πορτογαλίας, είχε δηλώσει ότι η εκπαίδευση πιλότων με τη Lockheed Martin και την Πολεμική Αεροπορία των ΗΠΑ είχε ήδη ξεκινήσει πριν από την αναμενόμενη μετάβαση ύψους 6 δισ. δολαρίων από τα F-16 στα F-35.
Το F-35 Lightning II θεωρείται ένα από τα πιο προηγμένα μαχητικά αεροσκάφη στον κόσμο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η Πορτογαλία προσέρχεται στις κάλπες αφού η κυβέρνησή της έχασε την ψήφο εμπιστοσύνης αυτή την εβδομάδα, γεγονός που αυξάνει την αβεβαιότητα σχετικά με τη μακροπρόθεσμη στάση της χώρας απέναντι στα αμερικανικά αεροσκάφη.
Πηγή: Naftemporiki
Άμυνα
Τουρκία: Θα ζητήσουμε ανταλλάγματα για να συνεισφέρουμε στην ασφάλεια της ΕΕ
«Καθώς εξελίσσονται πιο ρεαλιστικά γεγονότα, θα προχωρήσουμε σε μια διαδικασία διαπραγμάτευσης. Αν, λοιπόν, προσφέρουμε κάτι, σίγουρα θα ζητήσουμε κάτι σε αντάλλαγμα», δήλωσε ο Χακάν Φιντάν σε συνέντευξή του στο τουρκικό κανάλι TV100.

Ανταλλάγματα από την ΕΕ θα ζητήσει η Τουρκία στην περίπτωση που η Άγκυρα συνεισφέρει στην αρχιτεκτονική ασφάλειας της Ένωσης, δήλωσε ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών Χακάν Φιντάν. «Καθώς εξελίσσονται πιο ρεαλιστικά γεγονότα, θα προχωρήσουμε σε μια διαδικασία διαπραγμάτευσης. Αν, λοιπόν, προσφέρουμε κάτι, σίγουρα θα ζητήσουμε κάτι σε αντάλλαγμα», δήλωσε ο Χακάν Φιντάν σε συνέντευξή του στο τουρκικό κανάλι TV100.
Ωστόσο ο Τούρκος ΥΠΕΞ παραδέχτηκε ότι ενώ η προοπτική της ένταξης στην ΕΕ αποτελεί για την Άγκυρα στρατηγική προτεραιότητα «η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν αντιμετωπίζει το θέμα με τον ίδιο τρόπο».
Είπε ακόμη πως η Τουρκία έχει καλές σχέσεις με κάθε ευρωπαϊκή χώρα, χωρίς να κάνει καμιά ειδική αναφορά στην Κυπριακή Δημοκρατία αυτή τη φορά, την οποία η Τουρκία εξακολουθεί να μην αναγνωρίζει.
Σε μια εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη στο τουρκικό κανάλι, ο Τούρκος ΥΠΕΞ ανέφερε πως όταν είπε στους Financial Times πως ‘το τζίνι βγήκε από το μπουκάλι’, εννοούσε ότι «οι Ευρωπαίοι για πολλά χρόνια, από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, εξαρτώνται από τις Ηνωμένες Πολιτείες για την ασφάλειά τους. Όλοι γνωρίζουν ήδη ότι αν αφαιρέσετε την προστατευτική ομπρέλα των ΗΠΑ, αυτό το περιβάλλον ευημερίας και δημοκρατίας δεν θα υπάρχει πλέον. Οι Ευρωπαίοι κατέληξαν πράγματι στο ορθολογικό συμπέρασμα και είπαν ότι δεν μπορούμε πλέον να εξαρτώμαστε 100% από τις ΗΠΑ για την ασφάλειά μας».
Σύμφωνα με τον Χακάν Φιντάν, οι Ευρωπαίοι «ενεργούν αναλόγως, αλλά μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, άρχισαν να αναπτύσσουν τις δικές τους δυνατότητες» και «να μειώνουν την εξάρτησή τους από τις ΗΠΑ όσον αφορά την ασφάλεια, και κανείς δεν μπορεί να το γυρίσει πίσω τώρα. Αυτό εννοούσα όταν είπα ότι ‘το τζίνι βγήκε από το μπουκάλι’. Υπήρξαν πολύ σημαντικές εξελίξεις αμέσως αφού το είπα αυτό, και ειλικρινά, τώρα βλέπουμε ότι αυτό όντως υλοποιείται. Ενώ η Ευρώπη αναπτύσσει μια νέα δομή ασφάλειας υποθέτοντας ότι οι ΗΠΑ δεν είναι πλέον μέρος της, οι ρόλοι ορισμένων δυνάμεων στην Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένης της Τουρκίας, αλλάζουν επίσης».
Ο Τούρκος ΥΠΕΞ είπε ότι «ο τουρκικός στρατός είναι ένας ισχυρός στρατός με δοκιμασμένα στο πεδίο της μάχης στοιχεία μάχης, οχήματα μάχης και εξοπλισμού».
Σε ερώτηση πώς θα διαμορφωθούν οι σχέσεις Τουρκίας-ΕΕ το επόμενο διάστημα, ο Χακάν Φιντάν είπε ότι «αυτό είναι ένα θέμα που δουλεύουμε συνεχώς. Δεδομένου ότι πρόκειται για μια δυναμική διαδικασία, οι σχέσεις μεταξύ Τουρκίας και Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι ένας τομέας που πρέπει να επανεξετάζεται καθημερινά. Πρώτον, είναι σημαντικό οι σχέσεις μας, μία προς μία με τις ευρωπαϊκές χώρες, να είναι άριστες. Εδώ, ευτυχώς, δεν έχουμε πολλά προβλήματα, έχουμε πραγματικά καλές σχέσεις με κάθε ευρωπαϊκή χώρα».
Για την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ο Χακάν Φιντάν είπε ότι «ο Πρόεδρός μας τονίζει στις πιο πρόσφατες ομιλίες του, τη βούλησή μας. Εξακολουθεί να αποτελεί στρατηγική προτεραιότητα για εμάς και η προοπτική μας για την ένταξη στην ΕΕ δεν έχει αλλάξει». «Βλέπουμε, όμως, ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν αντιμετωπίζει το θέμα με τον ίδιο τρόπο. Στο νέο μεταβαλλόμενο σύστημα ασφαλείας, μπορώ να πω ότι αναμένονται γνήσιες συζητήσεις και καλοπροαίρετες πρωτοβουλίες για το πώς θα προχωρήσουν οι σχέσεις Τουρκίας-Ευρωπαϊκής Ένωσης ή οι σχέσεις Τουρκίας-ευρωπαϊκών χωρών. Αυτή τη στιγμή, όλα βασίζονται σε μεγάλο βαθμό σε υποθέσεις. Καθώς εξελίσσονται πιο ρεαλιστικά γεγονότα, θα προχωρήσουμε σε μια διαδικασία διαπραγμάτευσης. Αν, λοιπόν, προσφέρουμε κάτι, σίγουρα θα ζητήσουμε κάτι σε αντάλλαγμα».
Ερωτηθείς για τις σχέσεις Τουρκία – ΗΠΑ, ο Τούρκος ΥΠΕΞ είπε πως «όταν η απειλή του PKK εξαφανιστεί και οι ΗΠΑ κόψουν τις σχέσεις τους μαζί τους, η Τουρκία δεν θα έχει πολλά προβλήματα στις σχέσεις της με τις ΗΠΑ».
«Το μεγαλύτερο πρόβλημα της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας για εμάς είναι η συνεργασία με το PKK-YPG και η υποστήριξη που παρέχουν. Θα συνεχιστεί αυτή η υποστήριξη ή όχι, αυτό είναι το θέμα μας. Νομίζω ότι οι ΗΠΑ θα πράξουν το σωστό από αυτή την άποψη», ανέφερε ο Χακάν Φιντάν.
Αναφερόμενος στις επαφές του στην Δαμασκό, ο Τούρκος ΥΠΕΞ είπε ότι εξέτασαν τη συμφωνία που επιτεύχθηκε μεταξύ της διοίκησης της Δαμασκού και του YPG. «Είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε μαζί τους τι είδους ανησυχίες και ερωτήματα έχουμε ως Τουρκία», είπε ο Τούρκος ΥΠΕΞ λέγοντας ότι η Τουρκία διατηρεί μια συγκρατημένη αισιοδοξία.
«Η πρότασή μας στη νέα κυβέρνηση είναι πάντα να αποδίδει στους Κούρδους της Συρίας τα δικαιώματά τους, κάτι που είναι εξαιρετικά σημαντικό τόσο για τον Πρόεδρό μας όσο και για την Τουρκία. Είναι σημαντικό η νέα διοίκηση στη Συρία να δώσει στους Κούρδους στη Συρία τα ισότιμα δικαιώματα τους και να εξαλείψει την καταπίεση και την ιστορική αδικία εδώ», δήλωσε ο Χακάν Φιντάν λέγοντας ότι «από την άλλη πλευρά, είναι σημαντικό όλα τα ένοπλα στοιχεία και οι τρομοκρατικές δραστηριότητες που είναι ανεπίσημες στην περιοχή να αφαιρεθούν ξανά από την εξίσωση και να επιστρέψει η ζωή στο κανονικό και όλοι οι Κούρδοι, Άραβες, Τουρκμένοι, Χριστιανοί, Σουνίτες, Αλαουίτες πληθυσμοί να επιστρέψουν σε μια κανονική ζωή».
«Εμείς ως Τουρκία παρακολουθούμε τις εξελίξεις εκεί. Έχουμε πει επίσης στους φίλους μας στη Συρία ότι υπάρχουν θέματα ασφάλειας που είναι ευαίσθητα για εμάς», είπε ο Χακάν Φιντάν.
Πηγή: Sigmalive
Άμυνα
Ευρωπαϊκή Άμυνα: ουσία, φλυαρία και Τουρκία
Ο ρόλος της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Άμυνα εξαρτάται καθοριστικά από την στάση των Κυβερνήσεων Κύπρου κι Ελλάδας.

Γράφει ο Κώστας Μαυρίδης, Ευρωβουλευτής ΔΗΚΟ-S&D
Η Ευρωπαϊκή Άμυνα είναι αντικείμενο συζήτησης στα διάφορα όργανα της ΕΕ, με καθοριστικό ρόλο στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, όπου οι αρχηγοί των κρατών-μελών αποφασίζουν με ΟΜΟΦΩΝΙΑ. Με βάση τα πρόσφατα ομόφωνα «Συμπεράσματα» του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και το σχετικό ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου (που δεν είναι δεσμευτικό), ο αρμόδιος Επίτροπος Άμυνας, θα διαμορφώσει την «Λευκή Βίβλο» με τις παραμέτρους της Ευρωπαϊκής Άμυνας, την οποία θα υποβάλει στα όργανα της ΕΕ, με αποφασιστικό ρόλο στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Ως το μοναδικό μέλος από Κύπρο στην Επιτροπή Άμυνας και Ασφάλειας του Ευρωκοινοβουλίου, διαπιστώνω άγνοια καθώς και «σιγή» επί της ουσίας αλλά φλυαρία για εντυπωσιασμό του εσωτερικού ακροατηρίου σε Κύπρο κι Ελλάδα, σε βαθμό που αν δεν είχα αντίληψη της πραγματικότητας, θα είχα παραπλανηθεί. Για παράδειγμα, διάφοροι εγχώριοι θεωρούν ότι δεν μπορεί ένα κράτος, όπως η Πολωνία, να αξιολογεί τις απειλές εις βάρος της, αλλά μόνο εμείς έχουμε τέτοιο δικαίωμα! Άλλοι νομίζουν ότι ένα ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου διασφάλισε την προστασία της Κύπρου και αγνοούν ή σκόπιμα παραβλέπουν ότι οι ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ λαμβάνονται στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, το οποίο άνοιξε την πόρτα στην Τουρκία.
Ενόψει των εξελίξεων, καθένας πρέπει πρώτα να απαντήσει το εξής: Είναι προτιμότερο να είμαστε εντός της Ευρωπαϊκής Άμυνας ή εκτός; Η Τουρκία μας θέλει εκτός και επειδή καθένας προωθεί τα δικά του συμφέροντα, πολλά κράτη και επικεφαλείς οργάνων της ΕΕ, προωθούν την Τουρκία ως εταίρο στην Ευρωπαϊκή Άμυνα. Πώς αντιμετωπίζουμε ορθολογικά αυτή την θέση τους; Το πλέον στέρεο επιχείρημα είναι ότι το σημερινό «κενό ασφαλείας» στην Ευρώπη προέκυψε λόγω εξάρτησης από τρίτους και δεν νοείται Ευρωπαϊκή Άμυνα με εξάρτηση πάλι από τρίτους όπως την Τουρκία, που σημαίνει στρατηγική εξάρτηση κι όχι αυτονομία. Ειδικά η νεο-οθωμανική Τουρκία, κατέχει έδαφος της ΕΕ στην Κύπρο και ασκεί δική της επεκτατική πολιτική εναντίον Κύπρου, Ελλάδας κι αλλού, αποδυναμώνει την αυτονομία της Ευρωπαϊκής Άμυνας και μας διχάζει την ώρα που πρέπει να είμαστε ενωμένοι. Αν άλλα κράτη-μέλη δεν συμμερίζονται έτσι την κατάσταση, είναι επειδή δεν έχουν προτεραιότητα την συλλογική Ευρωπαϊκή Άμυνα, αλλά τα δικά τους συμφέροντα εις βάρος της συλλογικής άμυνας. Για αυτό, οι σωστές θέσεις μας για την Ευρωπαϊκή Άμυνα σε συνδυασμό με την πρόταξη βέτο στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, αποτελούν την μόνη ορθολογική ασπίδα για να διασφαλιστούν τα ζωτικά εθνικά μας συμφέροντα, προτού η ζημιά καταστεί ανεπανόρθωτη, με την Τουρκία σε ρόλο που θα ανατρέπει το ευρωπαϊκό μας πλεονέκτημα.
Ο ρόλος της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Άμυνα εξαρτάται καθοριστικά από την στάση των Κυβερνήσεων Κύπρου κι Ελλάδας. Αν δύο κράτη της ΕΕ με δικαίωμα βέτο στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, μετά και την στήριξή μας στο Διεθνές Δίκαιο στην Ουκρανία, αδυνατούν να προασπιστούν τα ζωτικά μας συμφέροντα στην ΕΕ απέναντι στην νεο-οθωμανική Τουρκία, θα πρόκειται για στρατηγική ήττα που δεν εξηγείται ορθολογικά αλλά από φοβία ή άλλους λόγους. Καταληκτικά, δεν μπορούμε να αλλάξουμε την Τουρκία, αλλά μπορούμε να αλλάξουμε την στάση μας στην ΕΕ προτού βγάλουμε τα μάτια μόνοι μας ξανά.
-
Άμυνα2 εβδομάδες πριν
Ισραηλινή δημοσιογράφος: “Με τη διάλυση του NATO η Τουρκία θα βρεθεί σε μεγάλο κίνδυνο! Θα χωριστεί στα δύο”
-
Πολιτική1 μήνα πριν
Έρχεται «τσουνάμι» αποκαλύψεων και στην Ελλάδα για USAID! Οι ΜΚΟ του Soros και οι Πρέσπες του Τσίπρα
-
Πολιτική1 εβδομάδα πριν
Έλληνας από τον Δομοκό αιχμάλωτος των Ουκρανών
-
Πολιτική2 μήνες πριν
Αποκάλυψη Στρος Καν! Με έφαγαν οι ΗΠΑ όπως και τον Καραμανλή!
-
Απόψεις2 μήνες πριν
Διαβεβαιώνω τον κ. Μητσοτάκη ότι η κυβέρνησή του δεν έχει μέλλον
-
Πολιτική2 εβδομάδες πριν
Συναγερμός από τον δήμαρχο Αλεξανδρούπολης! “Αθόρυβος εποικισμός – Βούλγαροι και Τούρκοι αγοράζουν σπίτια στην περιοχή”
-
Αναλύσεις2 μήνες πριν
Ο Τραμπ δεν ξεχνά τί έκανε η Ελλάδα!
-
Πολιτική2 εβδομάδες πριν
Άγριος τσακωμός Τραμπ-Ζελένσκι! Τινάχτηκε στον αέρα η συμφωνία – «Παίζεις με τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων. Παίζεις με τον Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο (…) και αυτό που κάνεις είναι πολύ ασεβές προς τη χώρα, αυτή τη χώρα», είπε ο πολύ θυμωμένος ο Ντόναλντ Τραμπ