Του Δημητρίου Καρατζίδη
Σε πρόσφατη αρθρογραφία του (5/4/21) ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας μας ενημέρωσε ότι σύντομα θα εκπονηθεί και θα δημοσιευθεί από το γραφείο του η πρώτη ελληνική Στρατηγική Εθνικής Ασφαλείας (ΣΤΕΑ). Ο Θάνος Ντόκος αναφέρει ότι «στο πλαίσιο της ΣΤΕΑ, καταγράφονται τα ζωτικά εθνικά συμφέροντα και οι βασικές στρατηγικές παραδοχές» και «κεντρικό στόχο αποτελεί η αξιοποίηση στον βέλτιστο βαθμό κάθε υπάρχοντος συντελεστή εθνικής ισχύος». Μας πληροφορεί επίσης ότι «προχωρά και η υλοποίηση του οδικού χάρτη για τη θεσμοθέτηση του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας».
Την άμεση ανάγκη θεσμοθέτησης του ΣΕΑ υποστηρίζει εδώ και αρκετά χρόνια πλήθος αξιόλογων και εξειδικευμένων αρθρογράφων, εξηγώντας παράλληλα και τους λόγους που επιβάλουν τη δημιουργία του.
Ο καθηγητής Ιωάννης Μάζης είχε υποβάλει το 2005 στον Υπουργό Εθνικής Άμυνας Υπηρεσιακό Υπόμνημα για τη δημιουργία του ΣΕΑ και την επόμενη χρονιά δημοσίευσε ολοκληρωμένη την πρότασή του υπό τον τίτλο: Γεωπολιτική Ανάλυση για ένα νέο Εθνικό Αμυντικό Δόγμα.
Τη σύσταση του ΣΕΑ είχε ζητήσει με πρόταση νόμου που κατέθεσε στη Βουλή το 2016, η Κοινοβουλευτική Ομάδα του Ποταμιού. Στη συνέχεια το 2019 η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ κατέθεσε αναλυτική και πλήρως επεξεργασμένη πρόταση για τη δημιουργία του ΣΕΑ, η οποία όμως δεν υλοποιήθηκε λόγω των πρόωρων εκλογών. Επίσης γνωρίζουμε ότι η σημερινή κυβέρνηση είχε δεσμευθεί προεκλογικά ότι θα θεσμοθετήσει για τη δημιουργία του ΣΕΑ. Όμως παραμένει ανεξήγητο γιατί δεν το έχει ακόμη πράξει, καθόσον από το 2017 «υπάρχει μία συνεκτική και άκρως ενδιαφέρουσα πρόταση της Ομάδος Εργασίας Άμυνας και Εξωτερικής Πολιτικής της ΝΔ» (Κωνσταντίνος Λουκόπουλος).
Μήπως θα πρέπει τελικά αυτή την καθυστέρηση θεσμοθέτησης του ΣΕΑ να τη θεωρήσουμε ως ένα «ελληνικό παράδοξο» (Κωνσταντίνος Λαμπρόπουλος); Δίνοντας τη δική μου απάντηση στο παραπάνω ερώτημα, θα προσπαθήσω εν συντομία να εκθέσω την άποψή μου για αυτή την καθυστέρηση θεσμοθέτησης του ΣΕΑ, η οποία θεωρώ ότι αποτελεί «κανονικότητα» στα πλαίσια της λειτουργίας του κράτους μας. Επίσης θα προσπαθήσω να αποδείξω ότι ακόμη και αν δημιουργηθεί ΣΕΑ, θα είναι ένας ακόμη θνησιγενής θεσμός εντός του καταφανώς δυσλειτουργικού μας κράτους. Ένας θεσμός δίχως ουσιαστική συμβολή στην επίλυση του μεγάλου προβλήματος της έλλειψής Εθνικής Στρατηγικής. Δυστυχώς για μία ακόμη φορά ενεργούμε προς τη λάθος κατεύθυνση, καθόσον δεν είναι ποτέ δυνατόν τοποθετώντας το κάρο μπροστά από το άλογο, να αναμένουμε να κινηθούμε επιτέλους προς τα εμπρός, προς την πρόοδο. Θα πρέπει κάποια στιγμή να αντιληφθούμε ότι το «κέντρο βάρους» των προβλημάτων της πατρίδας μας είναι οι κρατικές δομές και το πρόβλημα αυτό πηγάζει κυρίως από το άθλιο πολιτικό μας σύστημα.
Η θέση μου είναι ότι αποτελεί άμεση και επιτακτική προτεραιότητα η «επανίδρυση» του ελληνικού κράτους. Πρέπει κάποια στιγμή να αποφασίσουμε ως κοινωνία και στη συνέχεια να απαιτήσουμε ή και να αναγκάσουμε τους πολιτικούς μας να ενεργήσουν προς τη σωστή κατεύθυνση, βάζοντας επιτέλους το άλογο μπροστά από κάρο. Πρέπει επιτέλους να αποφασίσουμε να φτιάξουμε κράτος αντάξιο της ιστορίας του Ελληνισμού. Ένα κράτος για το οποίο να είμαστε υπερήφανοι όλοι οι Έλληνες, εντός και εκτός αυτού.
Το ελληνικό κράτος νοσεί και όσοι δεν το αποδέχονται ανήκουν, κατά την εκτίμησή μου στη πλειοψηφία τους, σε δυο μεγάλες κατηγορίες. Η πρώτη είναι των «συγκατανευσιφάγων» που το λυμαίνονται εις βάρος της ελληνικής κοινωνίας, προς ίδιον όφελος. Η δεύτερη είναι των υποψηφίων «συγκατανευσιφάγων», οι οποίοι προσπαθούν να ενταχθούν στο «σύστημα εξουσίας» για να συμμετάσχουν και αυτοί στο ροκάνισμα του δημόσιου πλούτου, δυστυχώς και πάλι εις βάρος της ελληνικής κοινωνίας. Εκτός από την ωμή επιδίωξη του προσωπικού τους οφέλους εις βάρος του κοινού καλού, αμφότεροι συγκλίνουν και σε κάτι ακόμη που είναι καίριας σημασίας. Ιστορούν τον ελληνισμό με βάση τα πεπραγμένα του κράτους, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τα πεπραγμένα του έθνους των Ελλήνων. Υπάρχει δυστυχώς και μια μεγάλη μερίδα της ελληνικής κοινωνίας, η οποία λόγω έλλειψης επαρκούς γνώσεως, αλλά και λόγω της συστηματικής παραπληροφόρησης από τα ΜΜΕ, δεν είναι σε θέση να αντιληφθεί το βαθμό νοσηρότητας του κράτους μας. Στους παραπάνω συνέλληνες απλά θα πρότεινα να εντείνουν τη προσπάθειά τους για την απόκτηση επαρκών γνώσεων, κυρίως της ιστορίας και της πολιτικής επιστήμης, έτσι ώστε να αντιληφθούν τις εντέχνως καμουφλαρισμένες πραγματικές επιδιώξεις όλων όσων ανήκουν στις παραπάνω δυο κατηγορίες και εξωραΐζουν το κράτος και τη δημόσια διοίκηση.
Το «δυναστικό ελλαδικό κράτος» εάν δεν αλλάξει, θα συνεχίσει να οδηγεί την ελληνική κοινωνία και τον Ελληνισμό στη καταστροφή, γιατί «έχει μεταβληθεί σε ξένο σώμα προς τη χώρα. Η χώρα εξέπεσε εκεί που βρίσκεται επειδή το κράτος δομήθηκε στη βάση τριών πυλώνων που χρεώνονται την καταστροφή: το πολιτικό σύστημα που δεν λειτουργεί με όρους δημοσίου συμφέροντος, τη δημόσια διοίκηση και τη δικαιοσύνη, και φυσικά μια νομοθεσία που οικοδομεί τη διαπλοκή, τη διαφθορά και δένει χειροπόδαρα την κοινωνία». (Γεώργιος Κοντογιώργης)
Ο καθηγητής Παναγιώτης Ήφαιστος διερευνώντας τα αίτια για την αδυναμία «χάραξης εθνικής στρατηγικής η οποία να προασπίζεται την ακεραιότητα του κράτους και των ομοεθνών εκτός του νεοελληνικού κράτους», καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η αιτία είναι ότι «μετά την δολοφονία του Καποδίστρια, δεν κατορθώσαμε να οικοδομήσουμε σύγχρονες και αποτελεσματικές κρατικές δομές». Διότι, «για να υπάρχει στρατηγική πρέπει να υπάρχει οργανωμένο κράτος, υπερισχύουσα κρατική θεωρία υπέρ της έσχατης λογικής υπεράσπισης και επιβίωσης της Επικράτειας και ιεραρχημένοι εθνικοί σκοποί που υπερασπίζονται οι Ένοπλες Δυνάμεις». Διαπιστώνοντας μάλιστα ότι το ελληνικό κράτος ως οντότητα «δεν πληροί πολλές από τις προϋποθέσεις βιωσιμότητας κάθε εθνικά ανεξάρτητου/πολιτικά κυρίαρχου εθνοκράτους», δήλωσε δημόσια σε συνέδριο στο πολεμικό Μουσείο (2015): «Είμαι ηλίθιος γιατί επί τρεις δεκαετίες γράφω για Ελληνική Εθνική Στρατηγική και δεν είχα αντιληφθεί ή δεν ήθελα να το πιστέψω ότι η σύγχρονη Ελλάδα δεν διαθέτει δικό της ανεξάρτητο κράτος».
Μήπως τελικά είχε δίκιο ο Νεοκλής Σαρρής όταν δήλωνε ότι «η Ελλάδα γεννήθηκε ως προτεκτοράτο των μεγάλων Δυνάμεων και συνεχίζει να είναι προτεκτοράτο»; Βέβαια οι πολιτικοί μας σήμερα εκφράζονται πιο «κομψά». Ο Ευάγγελος Βενιζέλος θεωρεί ότι «η Ελλάδα είναι ένα «ιδιόρρυθμο προτεκτοράτο», καθόσον η «όλη η εθνική ολοκλήρωση προέκυψε λόγω διεθνών συσχετισμών». Ο δε Νικήτας Κακλαμάνης, αναφερόμενος στα ελληνοτουρκικά δηλώνει: «Θέλω να βγάλω από το μυαλό μου ότι δεν υπάρχει αόρατος σκηνοθέτης πίσω από αυτή την ιστορία, ο οποίος στο μυαλό του και στο σενάριο που έχει σκηνοθετήσει είναι να μας αναγκάσει τις δύο πλευρές να καθίσουμε σε ένα τραπέζι για να μιλήσουμε για τη συνεκμετάλλευση του Αιγαίου».
Η έννοια του κράτους προτεκτοράτου ή ακόμη και η ύπαρξη ενός «αόρατου σκηνοθέτη», ενδεχομένως να θεωρούνται υπερβολικές και φυσικά είναι πολύ δύσκολο να αποδειχθεί ότι ισχύουν. Όμως αυτό πού μας διδάσκει η καθημερινότητα και είναι εύκολο να το αντιληφθεί ο καθένας μας, είναι ότι ζούμε σε ένα δήθεν κράτος με δήθεν δημόσια διοίκηση. Όπου έχουμε δήθεν δωρεάν δημόσια παιδεία, δήθεν σύστημα υγείας, δήθεν Κυβερνητικό Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας (ΚΥ.Σ.Ε.Α.), πρώην Κυβερνητικό Συμβούλιο Εξωτερικών και Άμυνας (ΚΥΣΕΑ), δήθεν Ανώτατο Συμβούλιο Επιλογής Προσωπικού (ΑΣΕΠ), δήθεν Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης (ΕΣΡ), κλπ. Εύχομαι όταν και εφόσον χρειαστεί, να αποδειχθεί στην πράξη ότι δεν ισχύει το ίδιο για τις Ένοπλες Δυνάμεις.
Μήπως τελικά ετοιμαζόμαστε να θεσμοθετήσουμε και ένα δήθεν ΣΕΑ; Γιατί πως είναι δυνατόν να λειτουργήσει αυτό το όργανο όταν είναι καταφανής η έλλειψη στρατηγικής κουλτούρας στην κοινωνία, σε ολάκερο τον κρατικό μηχανισμό, αλλά και στους πολιτικούς μας, η οποία «αποδυναμώνει μια σωστή νοηματοδότηση της εθνικής στρατηγικής»; (Παναγιώτης Ήφαιστος). Επειδή η απόκτηση στρατηγικής κουλτούρας, αλλά και κουλτούρας εθνικής ασφάλειας είναι θέμα παιδείας, αναδεικνύεται και πάλι μία από τις αδυναμίες του κράτους. Όμως επειδή το θέμα επείγει, θα έπρεπε τουλάχιστον να προηγηθεί «η εκπαίδευση Πολιτικού Προσωπικού για να μπορεί να αντιλαμβάνεται βασικές έννοιες των Διεθνών Σχέσεων και της Ασφάλειας για να μην ακούμε Πρωθυπουργούς να διερωτώνται αν έχουμε σύνορα στην θάλασσα ή Υπουργούς που να μηρυκάζουν την λέξη Αποτροπή χωρίς να αντιλαμβάνονται τι σημαίνει». (Κωνσταντίνος Λουκόπουλος)
Ο Γιώργος Χατζηθεοφάνους, συγγραφέας του βιβλίου «ΕΘΝΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ. ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΙΑ ΕΝΑ ΝΕΟ ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ», ισχυρίζεται ότι εάν υπάρξει το κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο το οποίο θα καθορίζει με σαφήνεια και θα δημοσιοποιεί την Στρατηγική Εθνικής Ασφάλειας, καθώς και τα εθνικά συμφέροντα, δεν θα μπορεί ο καθένας να τα προσδιορίζει μόνος του, θέτοντας το προσωπικό ή το κομματικό συμφέρον πάνω από το εθνικό. Είναι όμως δυνατόν να λειτουργήσει ένα παρόμοιο θεσμικό πλαίσιο με το ισχύον πρωθυπουργοκεντρικό πολιτικο σύστημα; Εκτιμώ πως όχι, καθόσον ο εκάστοτε Πρωθυπουργός λαμβάνει τις πολιτικές αποφάσεις του ωσάν να ήταν απόλυτος μονάρχης («Λουδοβίκος») σε ένα ολιγαρχικό πολιτικό σύστημα που μπορούμε να το ορίζουμε ως «εκλόγιμη μοναρχία» και στο οποίο η κοινωνία το μόνο που κάνει είναι να εκχωρεί στον μονάρχη-Πρωθυπουργό την αναγκαία νομιμοποίηση μέσω της εκλογικής διαδικασίας. Εξάλλου εάν ήταν να λυθεί θεσμικά το θέμα, τότε γιατί δεν προβλέφθηκε σχετική διάταξη στο Σύνταγμα; Γιατί προβλέφθηκε στο Σύνταγμα το Εθνικό Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής (άρθρο 82, παρ. 4) και όχι ένα ΣΕΑ ή κάτι ανάλογο. Μάλιστα ο Αλέξανδρος Μαλλιάς προτείνει «ως επιτακτική την ανάγκη εκσυγχρονισμού του θεσμικού πλαισίου χάραξης, συζήτησης, συνεννόησης και εφαρμογής πολιτικής με την συνταγματική σύσταση ενός ΣΕΑ».
Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι το 1986 δημιουργήθηκε ΣΕΑ με πρόεδρο τον Πρωθυπουργό και με αρμοδιότητες την παροχή κατευθύνσεων στρατηγικής σημασίας σε θέματα εθνικής ασφάλειας και δημόσιας τάξης, καθώς και την εφαρμογή των αποφάσεών του στα αρμόδια Υπουργία. Όμως δεν λειτούργησε ποτέ. Το 1996 καταργήθηκε και οι αρμοδιότητες του μεταβιβάστηκαν στο ΚΥΣΕΑ. Μήπως όμως λειτούργησε το ΚΥΣΕΑ (νυν ΚΥ.Σ.Ε.Α.) όχι μόνο στη κρίση των Ιμίων, αλλά μέχρι και σήμερα; Ο περίφημος Νόμος Έβερτ για τον «Εκσυγχρονισμό της οργάνωσης και λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης» λειτουργεί; Το ΕΣΡ λειτουργεί σωστά ή το ΑΣΕΠ; Εκτιμώ ότι λειτουργούν μόνο οι θεσμοί που εξυπηρετούν το πολιτικό μας σύστημα. Όπως για παράδειγμα ο νόμος περί ευθύνης υπουργών και η βουλευτική ασυλία που εξυπηρετούν όλο το πολιτικό προσωπικό. Ή ο νόμος για τη διενέργεια των πανελληνίων εξετάσεων, γιατί η οποιαδήποτε αστοχία θα επισύρει δυσβάσταχτο πολιτικό κόστος. Ακόμη και ο πρόσφατος νόμος για την ασυλία των μελών της Επιτροπής Λοιμωξιολόγων και των μελών της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών, εκτιμώ ότι ψηφίστηκε με σκοπό να προστατεύσει το ίδιο το πολιτικό σύστημα.
Από τα παραπάνω προκύπτει ένα καίριο ερώτημα, στο οποίο θα πρέπει να δοθεί πειστική απάντηση. Είναι εφικτό να δημιουργηθεί ένας αποδοτικός κρατικός μηχανισμός με το υπάρχον πολιτικό σύστημα της ολιγαρχικής και συνάμα δυναστικής κομματοκρατίας; Η απάντηση είναι καταφανώς αρνητική. «Η κομματοκρατία, έχοντας ιππεύσει επί του κράτους, μετέβαλε την πολιτική τάξη σε δυνάστη της σύνολης κοινωνίας. Η πρόσφατη οικονομική κρίση μπορεί να χαρακτηρισθεί ως ένα απλό επεισόδιο στην αλυσίδα των καταστροφών που επισώρευσε η δυναστική κομματοκρατία στον ελληνισμό, η οποία, τη φορά αυτή, απειλεί την ίδια την ύπαρξή του». Απλούστερα θα μπορούσαμε να πούμε ότι το κράτος στο σύνολό του λειτουργεί ως εκτελεστική προέκταση του κομματικού κατεστημένου.
Το πολιτικό μας σύστημα, που δεν είναι καν αντιπροσωπευτικό, είναι καταφανώς υπεύθυνο για την οικονομική καταστροφή, καθόσον η πατρίδα μας έχει καταντήσει να είναι μια αποικία χρέους. Είναι υπεύθυνο για την πληθυσμιακή συρρίκνωση των Ελλήνων, η οποία σε συνδυασμό με την χείριστη διαχείριση του μεταναστευτικού-προσφυγικού προβλήματος, εγκυμονεί τεράστιους κινδύνους για το μέλλον του Ελληνισμού. Επίσης ευθύνεται γιατί με τον άκρατο «εκχωρητισμό» και σε συνδυασμό με την αποδυνάμωση της αποτρεπτικής μας ισχύος των τελευταίων ετών, οδηγεί την πατρίδα μας πέραν της «Φινλανδοποίησης». Στην «Ιμιοποίησή» της.
Ένα από τα προβλήματα του πολιτικού μας συστήματος είναι το περιβόητο πολιτικό κόστος, δηλαδή πιο απλά η λατρεία της εξουσίας (της καρέκλας), με οποιοδήποτε τίμημα. Ακόμη και εάν αυτό το τίμημα είναι η οικονομική καταστροφή της χώρας και η εξαθλίωση της ελληνικής κοινωνίας. «Η έννοια του πολιτικού κόστους σε αυτή τη χώρα, δεν συνδέεται με το βαθμό ικανοποίησης της κοινωνίας, αλλά με αυτούς που είναι συγκατανευσιφάγοι στο πρυτανείο σίτισης και βαράνε λαμαρίνες, δηλαδή κάνουν θόρυβο όταν έρχεται η στιγμή να τους αγγίξει τα προνόμιά τους κάποιος». (Γεώργιος Κοντογιώργης)
Μια ακόμη παθογένεια του πολιτικού μας συστήματος, η οποία έχει άμεση σχέση με το πολιτικό κόστος, είναι η αδυναμία συναίνεσης των πολιτικών μας. Όμως πως είναι δυνατόν να λειτουργήσει ένα ΣΕΑ χωρίς πολιτική συνεννόηση του πολιτικού κόσμου; Ο Αλέξανδρος Διακόπουλος, ως Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας είχε δηλώσει ότι για την εκπόνηση εθνικής στρατηγικής είναι αναγκαία αυτή η συνεννόηση, καθόσον «η Εθνική Ασφάλεια και η Εθνική Στρατηγική δεν αφορά σε ένα κόμμα ή µία µόνο Κυβέρνηση αλλά στο Έθνος συνολικά». Αλλά και ο Θάνος Ντόκος δηλώνει (5/4/21) ότι έφθασε ο καιρός να αποδείξουμε στη πράξη ότι «υπάρχει μια κρίσιμη μάζα ικανών και ορθολογικά σκεπτόμενων Ελλήνων – αξιωματούχων, στελεχών, απλών πολιτών, ανεξαρτήτως ιδεολογικής/κομματικής τοποθέτησης – που θέλει να αφήσει πίσω νοοτροπίες και παθογένειες του παρελθόντος και να διεκδικήσει αυτό που αναλογεί και αξίζει στη χώρα μας». Πολύ καλή η παραπάνω δήλωση του Συμβούλου Εθνικής Ασφάλειας, την οποία όμως θεωρώ ως μια ακόμη ευχή και συνάμα παράκληση, όπως αυτές που έχουμε ακούσει χιλιάδες φορές, χωρίς όμως αποτέλεσμα.
Ο Αλέξανδρος Μαλλιάς, έχοντας επίγνωση της δυσκολίας υπέρβασης της αδυναμία συναίνεσης, κεντρίζει τον πατριωτισμό των Ελλήνων, δηλώνοντας ότι «Η πολιτική συνεννόηση και συνεργασία, κοντά στην σύνεση, είναι η μεγάλη πατριωτική υπέρβαση για να γίνει η Ελλάδα μια ομαλή και κανονική χώρα, αλλά και για την αποτελεσματική προώθηση των εθνικών μας συμφερόντων. Η συνεργασία είναι ο αναγκαίος και τόσο απαραίτητος πατριωτισμός». Άλλη μια ευχή από έναν έμπειρο διπλωμάτη και νυν πολιτικό.
Τελειώνοντας θα ήθελα να απευθυνθώ σε ορισμένους κακοθελητές, οι οποίοι εσκεμμένα συγχέουν την «επανίδρυση» του κράτους με τη καταστροφή και τη διάλυσή του. Κρίνω σκόπιμο λοιπόν να τονίσω ότι το ελληνικό κράτος, αποτελεί το θεσμό της συλλογικής ελευθερίας μας, δηλαδή της εθνικής μας ανεξαρτησίας. Γιαυτό και θα πρέπει να το υπερασπιζόμαστε ως κόρη οφθαλμού από οποιανδήποτε και με οποιανδήποτε τρόπο το επιβουλεύεται. Όμως παράλληλα θεωρώ ότι είναι υποχρέωση όλων των Ελλήνων η συνεχής προσπάθεια για τη βελτίωσή του, γιατί η εύρυθμη λειτουργία του είναι προς το συμφέρον της ελληνικής κοινωνίας, το κοινό συμφέρον. Αυτό εξάλλου μας διδάσκει όχι μόνο η πολιτική επιστήμη, αλλά και η Ιστορία.
Εν κατακλείδι θα παραθέσω ένα απόσπασμα από το έργο του Θουκυδίδη, ο οποίος εξιστορώντας τα γεγονότα του εμφυλίου πολέμου στη Κέρκυρα μεταξύ Δημοκρατικών και Ολιγαρχικών, μας προειδοποιεί: «Για να εκδικηθούν τους εχθρούς τους οι άνθρωποι, σε τέτοιες περιστάσεις, αγνοούν τους κανόνες επάνω στους οποίους στηρίζονται οι κοινωνίες, κανόνες όμως επάνω στους οποίους μπορούν να στηριχθούν για να σωθούν αν βρεθούν στην ανάγκη. Αλλά αδιαφορούν ξεχνώντας ότι, αν καταλύσουν όλους τους κανόνες, τότε κ’ οι ίδιοι θα στερηθούν από την προστασία τους αν έρθει στιγμή που θα την έχουν ανάγκη.»