Οι ακραίες ρητορικές αντιδράσεις των τελευταίων ημερών από πλευράς Αγκυρας είναι ενδεικτικές της ενόχλησης των Τούρκων, ωστόσο εκείνο που εξοργίζει το προεδρικό παλάτι είναι η στάση του Καΐρου. Από την Αθήνα ο πρόεδρος της Αιγύπτου Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι εξέφρασε τη βούληση για εξαγωγές του φυσικού αερίου της χώρας του προς την Ευρώπη με σημείο πρώτης εισόδου την Ελλάδα.
Το Κάιρο δεν ενδιαφέρεται για την Τουρκία, για λόγους που ξεπερνούν τα πολιτικά προβλήματα. Το άφθονο φυσικό αέριο της Αιγύπτου και νομοτελειακά Ισραήλ και Κυπριακής Δημοκρατίας μπορεί να απευθυνθεί σε μια ενεργειακά διψασμένη Ευρώπη άνω των 600 εκατομμυρίων κατοίκων και να διασφαλίσει μια εναλλακτική για την Ε.Ε., αλλά και μια σταθερή αγορά για την Αίγυπτο. Αν σε αυτά προστεθούν και οι τεράστιες δυνατότητες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στην έρημο μέσω φωτοβολταϊκών (σε αυτό αναφέρθηκε ήδη και ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης), τότε καθίσταται σαφές ότι η Αίγυπτος μπορεί να αποτελέσει μια αξιόπιστη εναλλακτική πηγή ενέργειας για την Ευρώπη.
Η τουρκική αντίδραση οφείλεται στο γεγονός ότι παρά τις προσπάθειες της Αγκυρας να επαναπροσεγγίσει το Κάιρο, η κυβέρνηση Σίσι θέτει μια σειρά από απαράβατους όρους τους οποίους ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν αδυνατεί να ικανοποιήσει. Ο πρώτος αφορά, βεβαίως, τη διάλυση των δεσμών με τους Αδελφούς Μουσουλμάνους. Ο δεύτερος και κύριος αφορά την αμετακίνητη στάση των Αιγυπτίων στο ζήτημα της Λιβύης. Οι Τούρκοι θα πρέπει να φύγουν από τη Λιβύη ολοκληρωτικά, προκειμένου να υπάρξει κάποια συνεννόηση, διαμηνύει το Κάιρο προς το προεδρικό παλάτι στην Αγκυρα.
Θα ποντιστεί σε περιοχή που έχει οριοθετηθεί ανάμεσα σε Αθήνα και Κάιρο ήδη από τον Αύγουστο του 2020, αλλά η Αγκυρα θεωρεί ότι αμφισβητείται η υφαλοκρηπίδα της.
Αυτός ο όρος φαίνεται ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να ικανοποιηθεί από την πλευρά Ερντογάν, ο οποίος παρουσιάζει στο εσωτερικό τη Λιβύη ως το κατεξοχήν παράδειγμα επιτυχούς πραγμάτωσης του νεο-οθωμανισμού, αλλά και του επικίνδυνου –για τα ελληνικά συμφέροντα– ιδεολογήματος της «Γαλάζιας Πατρίδας». Η πολύ ξεκάθαρη στάση και δρώντων, όπως οι ΗΠΑ, ως προς το ζήτημα της Λιβύης, δηλαδή η αναφορά σε a priori ανάγκη για αποχώρηση του συνόλου των ξένων δυνάμεων και των μισθοφόρων τους από τη χώρα, κλείνει και το όποιο παράθυρο μπορούσε να αξιοποιήσει εκεί ο κ. Ερντογάν, προκειμένου να παίξει το «αντιρωσικό» χαρτί.
Εμπειροι παρατηρητές ανησυχούν ότι η Αγκυρα θα δοκιμάσει την ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία προκειμένου να αποδείξει ότι η «Γαλάζια Πατρίδα» δεν αποτελεί ένα αφηρημένο ιδεολόγημα, αλλά μια πραγματικότητα για την οποία η Τουρκία είναι διατεθειμένη να παλέψει. Ηδη στις αντιδράσεις της Αγκυρας (δημόσιες και παρασκηνιακές) η πόντιση καλωδίου δεν αντιμετωπίζεται ως αφηρημένη κίνηση αλλά ως αμφισβήτηση της υφαλοκρηπίδας, δηλαδή επί τουρκικών κυριαρχικών δικαιωμάτων, γεγονός που εκ προοιμίου αναγγέλλει κάποια πιο δυναμική κίνηση προάσπισής τους.
Για την Αθήνα βεβαίως, ουδέν ζήτημα υποχώρησης τίθεται, καθώς πρόκειται για μια συμφωνία η οποία ακολουθεί τα όρια μιας καθ’ όλα νόμιμης πορείας, εντός περιοχής που έχει οριοθετηθεί με τρόπο αδιαμφισβήτητα συμβατό με το Διεθνές Δίκαιο και σε πλήρη ισχύ. Ωστόσο η εμπειρία από τις απόπειρες έρευνας του «Nautical Geo» στα ανατολικά της Κρήτης ήταν ιδιαίτερα κρίσιμη για τους τρόπους αντίδρασης της Τουρκίας. Βέβαια, στην περίπτωση που η Αγκυρα επιλέξει να κινηθεί μετωπικά στο συγκεκριμένο ζήτημα, δεν θα έχει να αντιμετωπίσει μόνο την Ελλάδα αλλά και την Αίγυπτο.
Νοτίως της Κρήτης
Ενα από τα βασικά σενάρια που εξετάζεται είναι το ενδεχόμενο ανακοίνωσης ερευνών από την Αγκυρα στα νότια της Κρήτης για μεγάλο χρονικό διάστημα, προκειμένου να τεθούν εκ των πραγμάτων εμπόδια σε οποιαδήποτε επιχείρηση πόντισης καλωδίων. Αυτό εκ των πραγμάτων προετοιμάζει την Αθήνα για την πιθανότητα ενός σκηνικού α λα «Ορούτς Ρέις», αυτή τη φορά με την εμπλοκή και τρίτης χώρας, της Αιγύπτου. Ο στόλος είναι, βέβαια, προετοιμασμένος και βρίσκεται σε άριστη κατάσταση, κάτι που πιστώνεται στην έμπειρη ηγεσία του Πολεμικού Ναυτικού, παρά τις δυσκολίες που πηγάζουν από το γεγονός ότι η ραχοκοκαλιά της διοίκησης φρεγατών αγγίζει και ξεπερνά πολλές φορές τα σαράντα χρόνια.
Την ίδια στιγμή η Αθήνα προετοιμάζεται και για τη στρατιωτική εξειδίκευση του ελληνογαλλικού αμυντικού συμφώνου. Ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ Κωνσταντίνος Φλώρος βρέθηκε στο Παρίσι επί δύο ημέρες (Πέμπτη και Παρασκευή), όπου είχε ουσιαστικές συζητήσεις, πέρα από τη συμβολική πτήση με μαχητικό «Ραφάλ». Ο κ. Φλώρος είχε πολύ εκτενείς συζητήσεις με τον Γάλλο ομόλογό του Τιερί Μπουρκάρ, προκειμένου να αρχίσει ο σχεδιασμός για την παρουσία, τη στάση και τη στάθμευση των γαλλικών δυνάμεων στην Ελλάδα, αλλά και τις κοινές ασκήσεις. Το 2022 αναμένεται, σύμφωνα με τις πρώτες πληροφορίες, να πραγματοποιηθούν αρκετές μικρές συνεκπαιδεύσεις, αλλά και μια μεγάλη αμιγώς διμερής διακλαδική άσκηση.
Ανοιχτοί οι δίαυλοι επικοινωνίας
Σε αυτό το περιβάλλον είναι απολύτως σαφές ότι η Αθήνα επιθυμεί να κρατήσει ανοιχτούς διαύλους. Πέρα από τη δυνατότητα σταθερής επικοινωνίας μεταξύ της διπλωματικής συμβούλου του πρωθυπουργού Ελένης Σουρανή με τον Ιμπραήμ Καλίν, επιχειρείται να διατηρηθεί στην επιφάνεια και η αποκαλούμενη «θετική ατζέντα». Οι δύο συναρμόδιοι υφυπουργοί, Κώστας Φραγκογιάννης και Σεντάτ Ονάλ, θα συναντηθούν επ’ αυτού στις αρχές Νοεμβρίου. Ισως το πιο σημαντικό ραντεβού των τελευταίων ημερών να ήταν, ωστόσο, εκείνο του υπουργού Εθνικής Αμυνας Νίκου Παναγιωτόπουλου με τον Τούρκο ομόλογό του Χουλουσί Ακάρ, στο περιθώριο της υπουργικής συνόδου του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες. Ο κ. Ακάρ αποτελεί σταθερά των ενδοκυβερνητικών ισορροπιών στην Τουρκία και έναν από τους συνομιλητές που εξακολουθούν να χαίρουν εμπιστοσύνης στη Δύση. Ο κ. Παναγιωτόπουλος έστειλε τα απαραίτητα μηνύματα στον συνομιλητή του, κυρίως όμως άκουσε από κοντά τις πρώτες τουρκικές αντιδράσεις στο μπαράζ ελληνικών συμφωνιών του προηγούμενου χρονικού διαστήματος.
Καθημερινή