Αναλύσεις
Ο Ερντογάν ενδέχεται να είναι πολύ άρρωστος για να συνεχίσει να ηγείται της Τουρκίας

Ο Πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έρχεται για να μιλήσει στην 76η Σύνοδο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ στις 21 Σεπτεμβρίου 2021 στη Νέα Υόρκη
Τα στοιχεία αυξάνονται ότι ο πρόεδρος της Τουρκίας είναι άρρωστος – και αυτό θα μπορούσε να είναι άσχημα νέα για την πολιτική της χώρας.
Steven A. Cook, Foreign Policy, 1-10-21
[Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον του παρόντος άρθρου εδράζεται στην ταυτότητα του οργάνου που το δημοσιεύει και την ιδιότητα του συντάκτη του, αμφότερων συνδεομένων με το αμερικανικό Συμβούλιο Διεθνών Σχέσεων, « δεξαμενή σκέψης» στον πυρήνα του «Βαθέως Κράτους», με ισχυρούς δεσμούς συγγένειας με βρετανικό προγονικό θεσμό. Ο Στήβεν Κουκ είναι ειδικός σε θέματα Μέσης Ανατολής και Αφρικής, συνεργάτης του Συμβουλίου και συγγραφέας. Το κείμενό του παρουσιάζει τον αμερικανικό προβληματισμό ενώπιον του τουρκικού αινίγματος]
Μετάφραση/εισαγωγή Μιχαήλ Στυλιανού
Από το 2019, ειδικοί της Τουρκίας, δημοσιογράφοι και δημοσκόποι παρακολουθούν τις τουρκικές γενικές εκλογές που έχουν προγραμματιστεί για το 2023. Αυτό οφείλεται πιθανώς στο γεγονός ότι το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) υπέστη ταπεινωτικές ήττες των υποψηφίων δημάρχων του στα σημαντικότερα πληθυσμιακά κέντρα της Τουρκίας, συμπεριλαμβανομένης της Κωνσταντινούπολης, στις τοπικές εκλογές του 2019. Τακτικές δημοσκοπήσεις μετά από αυτές τις εκλογές αποκαλύπτουν ότι η δημοτικότητα του ΑΚΡ είναι χαμηλή, ακόμα και όταν διατηρεί επιρροή στους πολιτικούς θεσμούς της Τουρκίας και στα ΜΜΕ. Ανεπίσημα, φαίνεται ότι ο Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει εξαντλήσει την αποδοχή του, ειδικά μεταξύ των νέων.
Ο Ερντογάν μπορεί πράγματι να είναι ευάλωτος ενόψει του 2023 – αλλά όχι απαραίτητα με τον τρόπο που σκέφτονται οι περισσότεροι άνθρωποι. Υπάρχουν ενδείξεις ότι μπορεί να είναι πολύ άρρωστος για να θέσει υποψηφιότητα για επανεκλογή.
Τους τελευταίους μήνες, έχει εμφανιστεί μια σειρά βίντεο στα οποία ο Τούρκος ηγέτης δεν φαίνεται καλά. Ορισμένα από αυτά δεν είναι τόσο καθαρά όσο άλλα, αλλά, συνολικά, εγείρουν ορισμένα προφανή ερωτήματα σχετικά με την υγεία του Ερντογάν. Σε ένα κλιπ, για παράδειγμα, ο πρόεδρος φαίνεται να χρειάζεται τη βοήθεια της συζύγου του και ενός συνοδού καθώς προσπαθεί να ανέβει μια σειρά σκαλοπατιών. Σε ένα άλλο, φαίνεται να σέρνει τα πόδια του και να δυσκολεύεται να περπατήσει στο Anitkabir, το μαυσωλείο του ιδρυτή της Τουρκίας Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ. Και, σε ένα βίντεο που έτυχε σημαντικής προσοχής τον περασμένο Ιούλιο, ο Ερντογάν φαίνεται να σβήνει και να μπερδεύει τα λόγια του κατά τη διάρκεια τηλεοπτικού εορταστικού χαιρετισμού προς τα μέλη του ΑΚΡ.
Μερικές φορές, φαινόταν αρκετά αδυνατισμένος. Παράλληλα με αυτό το βίντεο υπάρχουν φήμες για την υγεία του προέδρου – συμπεριλαμβανομένων ιστοριών που λένε ότι αντιμετωπίζει αυξανόμενη απώλεια μνήμης, περιόδους αναπνευστικών προβλημάτων, σύγχυση, έμετο και ότι του έγινε εμφύτευση εσωτερικού απινιδωτή. Σύμφωνα με αυτές τις ίδιες μαρτυρίες, ο πρόεδρος αύξησε τον αριθμό των γιατρών γύρω του, μείωσε τις συναντήσεις με τον Τύπο και παίρνει παυσίπονα πριν από δημόσιες εκδηλώσεις.
Φυσικά, αυτές οι φήμες επαναλαμβάνονται συχνότερα από ανθρώπους εκτός Τουρκίας ή περισσότερα από μερικά βήματα μακριά από τον εσωτερικό κύκλο του προέδρου, οπότε οι ισχυρισμοί για τον επερχόμενο θάνατο του Ερντογάν μπορεί απλά να είναι ανακριβείς. Επειδή σε άλλα βίντεο, έχει φανεί απολύτως καλά. Όταν εμφανίστηκε στο «Ενώπιον του ΄Εθνους» στις 26 Σεπτεμβρίου, φαινόταν ίσως όχι τόσο εύρωστος όσο ήταν κάποτε, αλλά είναι 67 χρόνων – όχι γέρος, αλλά ούτε νέος – και βρίσκεται στην εξουσία για περισσότερα από 18 χρόνια, γεγονός που πρέπει να έχει κόστος.
Δεν είναι ποτέ καλή ιδέα να γίνονται ιατρικές κρίσεις από μακριά, ειδικά αν κάποιος δεν είναι γιατρός. Αλλά ας αναστείλουμε την κρίση για μια στιγμή και να παίξουμε ένα πείραμα σκέψης: Τι θα γίνει αν ο Ερντογάν είναι αρκετά άρρωστος; Τι θα συμβεί αν είτε από ασθένεια είτε από θάνατο δεν μπορεί να θέσει υποψηφιότητα για επανεκλογή το 2023;
Σύμφωνα με το άρθρο 106 του Τουρκικού Συντάγματος, ο Αντιπρόεδρος Φουάτ Οκτάι θα αναλάβει τις ευθύνες και τις εξουσίες που κατέχει τώρα ο Ερντογάν μέχρι τη διεξαγωγή εκλογών (σε 45 ημέρες) και την ορκωμοσία νέου προέδρου. Αυτό είναι αρκετά απλό και τυπικό. Αναλυτές της Τουρκίας έχουν υποθέσει εδώ και καιρό ότι σε μια Τουρκία μετά τον Ερντογάν, το ΑΚΡ θα διασπαστεί με τρόπους που θα ανοίξουν το δρόμο για ανταγωνιστικές εκλογές οι οποίες θα μπορούσαν να κερδηθούν από οποιονδήποτε από τους πολιτικούς της αξιωματικής αντιπολίτευσης της Τουρκίας. Ίσως θα μπορούσε να είναι ο Εκρέμ Ιμάμογλου, ο οποίος νίκησε έναν πρώην πρωθυπουργό του ΑΚΡ (δύο φορές) για να γίνει δήμαρχος της Ιστανμπούλ. Ο ομόλογός του στην Άγκυρα, Μανσούρ Γιαβάς, είναι ένας τρομερός πολιτικός. Και μετά είναι η Μεράλ Ακσενέρ, αρχηγός του Καλού Κόμματος, με τη φήμη ότι είναι σκληρή σαν πέτρα.
Υπάρχουν εύλογα σενάρια στα οποία ο Ιμάμογλου, ο Γιαβάς ή η Ακσενέρ θα γίνουν ο επόμενος πρόεδρος της Τουρκίας, αλλά η υπόθεση στην οποία στηρίζεται οποιαδήποτε από τις νίκες τους είναι η επιστροφή στη λεγόμενη κανονική πολιτική μετά τον Ερντογάν. Είναι δυνατόν, αλλά υπάρχουν λόγοι σκεπτικισμού. Πρώτον, θα πρέπει να έχει γίνει μέχρι τώρα αντιληπτό ότι ο Ερντογάν, μέσω του ΑΚΡ, είτε έχει αδειάσει είτε έχει κάμψει τους πολιτικούς θεσμούς της Τουρκίας στη θέλησή του. Σε αυτό το πλαίσιο, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι οι εκλογές που διοργανώνονται σε 45 ημέρες θα μπορούσαν να είναι ελεύθερες και δίκαιες. Δεύτερον, και με περισσότερες συνέπειες, είναι το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια της διετούς θητείας του Ερντογάν, οι άνθρωποι του εσωτερικού κύκλου του ΑΚΡ έχουν γίνει πλούσιοι και ισχυροί, συχνά με αμφισβητήσιμα μέσα και πρακτικές. Φαίνεται απίθανο ότι οι αξιωματούχοι, οι επιχειρηματίες, οι προσωπικότητες των μέσων ενημέρωσης και άλλοι θα διακινδύνευαν τόσο εύκολα τα κέρδη τους υποτάσσοντας τους εαυτούς τους στην αβεβαιότητα μιας πιο δημοκρατικής πολιτικής.
Υπό αυτές τις συνθήκες, αξίζει να εξεταστεί το ενδεχόμενο ένας άλλος ισχυρός άνδρας να κυβερνήσει μια Τουρκία μετά τον Ερντογάν, ίσως σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Μεταξύ των ισχυρότερων προσωπικοτήτων στην Τουρκία, εκτός από τον Ερντογάν, είναι ο αρχηγός της υπηρεσίας πληροφοριών Χακάν Φιντάν, ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Χουλουσί Ακάρ και ο υπουργός Εσωτερικών Σουλεϊμάν Σοϊλού. Από τους τρεις, ο Ακάρ φαίνεται να είναι ο καταλληλότερος για να αναλάβει την ηγεσία. Ο Φιντάν είναι γνωστός στους Τούρκους, αλλά λειτουργεί κυρίως πίσω από τις κλειστές πόρτες της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών. Ο Σοϊλού είναι κατεστραμμένο εμπόρευμα, αφ’ότου ένας Τούρκος μαφιόζος ονόματι Σεντάτ Πέκερ κατήγγειλε ότι ο υπουργός Εσωτερικών ήταν διεφθαρμένος και στο κρεβάτι με το οργανωμένο έγκλημα, σε μια σειρά βίντεο στο YouTube που δημοσιεύθηκαν τους τελευταίους μήνες.
Ο Ακάρ έχει επίσης ένα πλεονέκτημα έναντι του Φιντάν ή του Σοϊλού που κανείς τους δεν θα μπορούσε να παρακάμψει: τις ένοπλες δυνάμεις. Αναλυτές έχουν την τάση να το ρόλο του στρατού στην τουρκική πολιτική από τότε που οι μεταρρυθμίσεις το 2003 και το 2004 έθεσαν τις ένοπλες δυνάμεις υπό πολιτικό έλεγχο. Το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016 –κατά τη διάρκεια του οποίου μεγάλος αριθμός Τούρκων, ανεξάρτητα από την πολιτική τους, απέρριψαν την επιστροφή στο στρατιωτικό σύστημα διδασκαλίας, σε συνδυασμό με τις επακόλουθες εκκαθαρίσεις του σώματος των αξιωματικών– φάνηκε να έχει σπάσει τη βούληση των διοικητών να διαδραματίσουν ρόλο στην πολιτική. Ωστόσο, ο Ακάρ, ο αρχηγός του γενικού επιτελείου κατά τη διάρκεια της απόπειρας και αργότερα υπουργός Εθνικής Άμυνας, έχει διαδραματίσει κεντρικό ρόλο στην αναδιαμόρφωση των ενόπλων δυνάμεων μετά τον Ιούλιο του 2016, η οποία μπορεί να θέσει τον στρατό σε θέση να διαδραματίσει και πάλι πολιτικό ρόλο… για την υποστήριξη του Ακάρ.
Οι ρωγμές μεγαλώνουν στο καθεστώς Ερντογάν
Η Τουρκία είναι πιο ασταθής πολιτικά σήμερα από οποιαδήποτε άλλη στιγμή τα τελευταία χρόνια.
Στα πέντε χρόνια μετά το πραξικόπημα, ο υπουργός ήταν υπεύθυνος για το διορισμό κάπου κοντά στα 65 τοις εκατό του σώματος των αξιωματικών, συμπεριλαμβανομένων εκατοντάδων στρατηγών και ενός ακόμη υψηλότερου ποσοστού μη εντεταλμένων αξιωματικών. Την εποχή που ο τουρκικός στρατός διαμόρφωνε τον εαυτό του πάνω από την πολιτική, αλλά παρόλα αυτά διατήρησε το καθήκον να παρέμβει για την προστασία του κεμαλικού συστήματος, αυτό μπορεί να μην είχε τόση σημασία. Εάν ο στρατός είχε υποταχθεί σε πολίτες μέσω κανόνων, κανονισμών και διαταγμάτων, όπως άρχισε να κάνει το ΑΚΡ από νωρίς στην εξουσία του, η επιρροή του Ακάρ στις τάξεις μπορεί να μην ήταν πρόβλημα. Ωστόσο, φαίνεται ότι ενώ οι αξιωματικοί είναι κατώτεροι των πολιτών, αυτό δεν γίνεται μέσω πολιτικών θεσμών, αλλά μέσω της προσωπικής αφοσίωσης. Οφείλουν τον βαθμό και την επιρροή τους σε δύο πολίτες: Στον Ακάρ και στον Ερντογάν. Αν ο Πρόεδρος είναι ανίκανος ή πεθάνει, αυτό αφήνει τον Ακάρ σε πολύ ισχυρή θέση.
Κάποιοι στην Ουάσιγκτον μπορεί να κοιτάξουν τον υπουργό Εθνικής Άμυνας και να πουν, «Εντάξει, δεν φαίνεται τόσο κακός. Μας φαίνεται ρεαλιστής. Μπορούμε να κάνουμε δουλειές μαζί του.» Αυτό δεν είναι παράλογη θέση, αλλά κανείς δεν πρέπει να περιμένει από τον Ακάρ να είναι φιλικός προς τις Ηνωμένες Πολιτείες. Προέρχεται ιδεολογικά από ένα παρόμοιο μέρος, όπως ο Ερντογάν. Ο υπουργός έχει επίσης συνταχθεί με μια έντονα εθνικιστική, αντιδυτική ομάδα αξιωματικών. Μεταξύ άλλων, συνωμότησαν για να τιμωρήσουν αξιωματικούς που έκοψαν τα δόντια τους στις εντολές του ΝΑΤΟ και οι οποίοι πέρασαν σημαντικό χρονικό διάστημα στην Ευρώπη ή/και στις Ηνωμένες Πολιτείες – είτε βάζοντας τους στη φυλακή (για υποτιθέμενους δεσμούς με τον αμφιλεγόμενο κληρικό Φετουλάχ Γκιουλέν) είτε κρατώντας τους μακριά από θέσεις ευθύνης. Ο Ακάρ ήταν επίσης ο αξιωματούχος που ήταν άμεσα υπεύθυνος για την επιθετική στάση της Τουρκίας στη Μεσόγειο το καλοκαίρι του 2020, η οποία έφερε την Άγκυρα αντιμέτωπη με τους συμμάχους της στο ΝΑΤΟ Ελλάδα και Γαλλία. Θα ήταν δύσκολο για τον υπουργό Άμυνας να προσεγγίσει την πολιτική ικανότητα και το χάρισμα του Ερντογάν, αλλά με την αφοσίωση του μεγαλύτερου μέρους του σώματος των αξιωματικών, δεν θα το χρειαζόταν – τουλάχιστον στην αρχή.
Φυσικά δεν υπάρχει τρόπος να γνωρίζουμε την πραγματική κατάσταση της υγείας του Ερντογάν ή ποιος μπορεί να είναι ο διάδοχός του, αλλά αναλυτές και κυβερνητικοί αξιωματούχοι δεν κερδίζουν ανάστημα υποθέτοντας ότι ο Ερντογάν θα φτάσει τις εκλογές του 2023. Εάν δεν το κατορθώσει, η τουρκική πολιτική μπορεί να επανέλθει σε κάτι που μοιάζει με το προηγούμενο καθεστώς, ή οι σχισμές στο ΑΚΡ μπορεί να παρουσιάσουν ευκαιρίες για την αντιπολίτευση, ή η χώρα μπορεί να γίνει πιο ασταθής, ή κάτι άλλο μπορεί να συμβεί. Για χρόνια, η κοινότητα εξωτερικής πολιτικής φανταζόταν ότι η Αίγυπτος θα περνούσε από τον Χόσνι Μουμπάρακ είτε στον γιο του, Γκαμάλ Μουμπάρακ είτε στον επικεφαλής πληροφοριών του, Ομάρ Σουλεϊμάν. Αποδείχθηκε ότι δεν ήταν τίποτα από τα δύο. Θα ήταν ακόμη μεγαλύτερο λάθος να αγνοήσουμε τα σημάδια ότι ο Τούρκος πρόεδρος μπορεί να επιδεινώνεται και να ελπίζουμε ενάντια στην ελπίδα ότι τα πράγματα θα τακτοποιηθούν.
.

Αναλύσεις
Άδειασε ο Αλ Σίσι την ελληνική κυβέρνηση για τη Μονή Σινά ή μήπως όχι;
Η κυβέρνηση, υποστηρίζει ο Αλ Σίσι, είχε αποδεχθεί την κυριότητα της Μονής του Σινά επί των 71 ακινήτων της, αλλά η αιγυπτιακή προεδρία στις ανακοινώσεις της αναγνωρίζει μόνο το θρησκευτικό και όχι το ιδιοκτησιακό καθεστώς της.

Γράφει η Βασιλική Σιούτη, Lifo
Η ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗ στην Αίγυπτο, παρότι η ελληνική κυβέρνηση δεν θέλει να διαταράξει τις στενές σχέσεις που έχει μαζί της, επιβεβαίωσε στην πράξη την κρίσιμη κατάσταση στην οποία βρίσκεται η ιστορική Μονή του Σινά, της οποίας το ιδιοκτησιακό καθεστώς αμφισβητείται μετά από 15 αιώνες λειτουργίας. Σύμφωνα με τον νομικό εκπρόσωπο της Μονής, η πρόσφατη δικαστική απόφαση αναφέρει ότι από τις 71 εκτάσεις της οι 25 πρέπει να περάσουν στο αιγυπτιακό κράτος, ενώ για τις υπόλοιπες 46 μιλά μόνο για αναγνώριση χρήσης.
Η αιγυπτιακή κυβέρνηση επιμένει να αναφέρεται στη δέσμευσή της για τη διατήρηση μόνο του θρησκευτικού καθεστώτος της Μονής της Αγίας Αικατερίνης και όχι του ιδιοκτησιακού, δηλώνοντας ότι η δικαστική απόφαση είναι στο ίδιο πλαίσιο με όσα είπε ο Πρόεδρος Αλ-Σίσι κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην Αθήνα στις 7 Μαΐου. Όσοι γνωρίζουν την Αίγυπτο, ξέρουν ότι δύσκολα μια τέτοια απόφαση θα μπορούσε να είναι σε αντίθετο πνεύμα με του Προέδρου, η κυβέρνηση, ωστόσο, υποστήριζε μέχρι πρότινος ότι με τη μεσολάβησή της το θέμα αυτό είχε λυθεί με έναν εξωδικαστικό συμβιβασμό που είχε προωθήσει και στον οποίο ο Αιγύπτιος Πρόεδρος συμφώνησε κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην Αθήνα.
Η Μονή της Αγίας Αικατερίνης φυλάσσει εντός της σπουδαίους πολιτιστικούς θησαυρούς αιώνων, θεωρείται η παλαιότερη χριστιανική μονή στον κόσμο και κατοικείται αδιάλειπτα χωρίς να έχει καταστραφεί ποτέ, κι ας βρίσκεται δίπλα στην πιο πολύπαθη περιοχή, κοντά στα σύνορα με το Ισραήλ και τη Γάζα.
Αν, όμως, αυτό που έλεγε η ελληνική κυβέρνηση ισχύει πράγματι, τότε γιατί η αιγυπτιακή κυβέρνηση αρνείται σήμερα να δεσμευτεί στην υπεράσπιση των περιουσιακών δικαιωμάτων της Μονής; Στα Ιεροσόλυμα, πριν από μερικά χρόνια, είχε ξεσπάσει τεράστιο σκάνδαλο για την πώληση ακίνητης περιουσίας του Πατριαρχείου στο ισραηλινό Δημόσιο και εδώ οι αιγυπτιακές αρχές επιχειρούν να περάσουν στην κυριότητα του κράτους ακίνητα της Μονής που κατέχει και αξιοποιεί επί αιώνες, χωρίς τα οποία κινδυνεύει η επιβίωσή της στο μέλλον.
Το μυστήριο παραμένει, καθώς η κυβέρνηση από τη μια υποστηρίζει ότι οι αιγυπτιακές αρχές είχαν δεχθεί την πρότασή της για αναγνώριση της κυριότητας και των 71 ακινήτων της Μονής, από την άλλη αρνείται ότι η αιγυπτιακή κυβέρνηση την άδειασε. Δεν γίνεται όμως να συμβαίνουν και τα δύο.
Το ιστορικό
Η Μονή της Αγίας Αικατερίνης, που ιδρύθηκε τον 6ο αιώνα από τον Ιουστινιανό στις παρυφές του όρους Σινά και φυλάσσει εντός της σπουδαίους πολιτιστικούς θησαυρούς αιώνων, θεωρείται η παλαιότερη χριστιανική μονή στον κόσμο και κατοικείται αδιάλειπτα χωρίς να έχει καταστραφεί ποτέ κι ας βρίσκεται δίπλα στην πιο πολύπαθη περιοχή, κοντά στα σύνορα με το Ισραήλ και τη Γάζα. Η απόσταση από το Ισραήλ είναι μόλις 150 χιλιόμετρα, ενώ από τη Γάζα απέχει περίπου 200.
Μετά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών, τη Χερσόνησο του Σινά, όπου βρίσκεται η Μονή, είχε καταλάβει το Ισραήλ, μέχρι το 1982 που η Αίγυπτος ανέκτησε ξανά την περιοχή. Η Μονή είχε κλείσει μόνο για ένα μικρό διάστημα τον Σεπτέμβριο του 2013, μετά από μια σειρά επιθετικών ενεργειών κατά χριστιανικών ιδρυμάτων, όταν στην κυβέρνηση της Αιγύπτου βρισκόταν ο Μοχάμεντ Μόρσι που ανήκε στους «Αδελφούς Μουσουλμάνους» και στην περιοχή δρούσαν ομάδες του ISIS. Τότε ξεκίνησε και η έμπρακτη αμφισβήτηση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της Μονής με αγωγές ισλαμιστών εναντίον της.
Σήμερα, μετά από αιώνες παρουσίας της Μονής στη Χερσόνησο του Σινά, η οποία βρισκόταν εκεί πριν ιδρυθεί το κράτος της Αιγύπτου, η πρόσφατη δικαστική απόφαση της αιγυπτιακής Δικαιοσύνης αλλάζει για πρώτη φορά το ιδιοκτησιακό καθεστώς και αφαιρεί από τη Μονή την ακίνητη περιουσία της – η αξιοποίηση της οποίας ήταν αυτή που τη συντηρούσε οικονομικά όλα αυτά τα χρόνια. Διπλωματικές πηγές αναφέρουν ότι δεν υπάρχει καμία περίπτωση η δικαστική απόφαση για τη Μονή να εκδόθηκε εν αγνοία του Προέδρου Αμπντέλ Φατάχ Αλ Σίσι ή παρά τη θέλησή του.
Τι συνέβη, λοιπόν, και βγήκε μια τέτοια επιθετική απόφαση κατά της Μονής, αφού οι σχέσεις της ελληνικής κυβέρνησης με την αιγυπτιακή χαρακτηρίζονταν ως άριστες μέχρι πριν από λίγες μέρες; Πιάστηκε η κυβέρνηση στον ύπνο, όπως λένε κάποιοι στην αντιπολίτευση, ή εξαπάτησε τον Κυριάκο Μητσοτάκη ο στρατηγός Σίσι, όπως αφήνουν να εννοηθεί ορισμένοι κυβερνητικοί; Ας δούμε τα δεδομένα και τα γεγονότα που φωτίζουν κάθε υπόθεση, ακόμα και όταν κάποια μυστήρια παραμένουν άλυτα.
Ο Πρόεδρος Σίσι και οι ελληνικές κυβερνήσεις
Ο Αμπντέλ Φατάχ Σαΐντ Χουσεΐν Χαλίλ αλ-Σίσι, όπως είναι το πλήρες όνομά του, αν και σχεδόν όλοι τον αποκαλούν στρατηγό Σίσι, ανέλαβε τη διακυβέρνηση της Αιγύπτου το 2014, μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα που έριξε τον ισλαμιστή Μοχάμεντ Μόρσι, και στο οποίο πρωταγωνίστησε ως επικεφαλής των ενόπλων δυνάμεων. Η κυβέρνησή του είναι μια αυταρχική κυβέρνηση που δέχεται πολλές επικρίσεις για καταπάτηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς πολλοί πολιτικοί αντίπαλοι, διαφωνούντες και ακτιβιστές βρίσκονται στις φυλακές και οι εκλογικές διαδικασίες (που του έχουν δώσει ποσοστά 97% και 89,6%) αμφισβητούνται, παρότι τυπικά είναι εκλεγμένος και διαθέτει τη λαϊκή υποστήριξη μέρους του πληθυσμού που τον βλέπει ως εγγυητή της σταθερότητας μετά το χάος που έφερε η Αραβική Άνοιξη και στην Αίγυπτο.
Τα τελευταία χρόνια όλοι οι Έλληνες πρωθυπουργοί, από τον Αντώνη Σαμαρά μέχρι τον Αλέξη Τσίπρα και τον Κυριάκο Μητσοτάκη, έχουν ενισχύσει τη σχέση τους με την κυβέρνηση της Αιγύπτου σε πολλά επίπεδα και τη χαρακτηρίζουν ως στρατηγικής σημασίας για τη σταθερότητα και την ασφάλεια στην Ανατολική Μεσόγειο, παρά την κριτική που έχουν δεχθεί για τη στήριξη που δίνουν, και εντός της Ε.Ε., σε ένα αυταρχικό καθεστώς που δεν σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Η Συμφωνία για την οριοθέτηση Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) που έγινε το 2020 και το έργο GREGY (Greece–Egypt Interconnector) της υποθαλάσσιας ηλεκτρικής διασύνδεσης που θα μεταφέρει πράσινη ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές (ηλιακή και αιολική) από την Αίγυπτο στην Ευρώπη μέσω της Ελλάδας είναι δύο από τα αποτελέσματα των στενών ελληνοαιγυπτιακών σχέσεων.
Το έργο της υποθαλάσσιας ηλεκτρικής διασύνδεσης, που είναι αυτό που απασχολεί κυρίως τις συζητήσεις των δύο κυβερνήσεων, αποτελεί μέρος και της ευρύτερης στρατηγικής της Ε.Ε. για την ενεργειακή μετάβαση, καθώς θεωρείται ότι θα μειώσει την εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, και το συνολικό κόστος του εκτιμάται στα 4,2 δισεκατομμύρια ευρώ. Η ενέργεια που θα μεταφέρεται θα παράγεται από μονάδες ανανεώσιμων πηγών που θα κατασκευαστούν στην Αίγυπτο και το έργο αυτό το έχει αναλάβει η εταιρεία Elica Mediterranean Interconnector S.M.S.A., μέλος του Ομίλου Κοπελούζου.
Η επίσκεψη Αλ Σίσι στην Αθήνα και οι δηλώσεις για τη Μονή Σινά
Πριν από έναν μήνα ο Πρόεδρος Σίσι επισκέφτηκε την Αθήνα και στο επίκεντρο των συζητήσεων είχε βρεθεί πάλι το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης.
Μητσοτάκης και Σίσι είχαν συναντηθεί ξανά στο Κάιρο τον Ιανουάριο του 2025, ενώ και τον Μάρτιο ο πρωθυπουργός είχε επισκεφθεί το Κάιρο μαζί με την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, και άλλους ηγέτες της Ε.Ε. προκειμένου να υπογραφεί η Συμφωνία Στρατηγικής και Εταιρικής Σχέσης Ε.Ε.-Αιγύπτου, για την οποία η ελληνική κυβέρνηση είχε πρωτοστατήσει.
Στην επίσκεψη του Προέδρου της Αιγύπτου στις 7 Μαΐου στην Αθήνα ο Κυριάκος Μητσοτάκης καλωσόρισε «τον πολύ καλό φίλο Πρόεδρο Αλ Σίσι» και μίλησε για τη «μεγάλη προοπτική των σχέσεων Ελλάδος και Αιγύπτου». Στις κοινές δηλώσεις που έγιναν μετά τη συνάντηση, ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε δημόσια στο θέμα της Μονής Σινά, αλλά τότε σχεδόν κανείς δεν έδωσε ιδιαίτερη σημασία (πλην των άμεσα ενδιαφερόμενων), καθώς δεν ήταν ευρύτερα γνωστό το παρασκήνιο που υπήρχε γύρω από τη δικαστική υπόθεση.
«… Και επιτρέψτε μου εδώ, κ. Πρόεδρε, να κάνω μία ξεχωριστή αναφορά στη Μονή Αγίας Αικατερίνης του Σινά, ένα σπάνιο μνημείο πολιτιστικής κληρονομιάς, το οποίο συνδέει τις δύο χώρες μας. Θέλω να σας ευχαριστήσω ιδιαίτερα για το προσωπικό σας ενδιαφέρον –το τονίζω, το προσωπικό σας ενδιαφέρον– το οποίο έχετε επιδείξει για την προστασία της Μονής και του ελληνορθόδοξου χαρακτήρα της», είχε πει τότε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Ο Πρόεδρος της Αιγύπτου είχε τονίσει τότε στις δικές του δηλώσεις πόσο σημαντική ήταν η υποστήριξη της Ελλάδας, ειδικά στην Ευρώπη, σε μια δύσκολη περίοδο που η Αίγυπτος είχε ανάγκη από φίλους και ότι αυτό δεν θα το ξεχάσει ποτέ. Αμέσως μετά αναφέρθηκε κι εκείνος στο θέμα της Μονής της Αγίας Αικατερίνης, αφιερώνοντας μάλιστα πολύ περισσότερο χρόνο από τον Έλληνα πρωθυπουργό στο ζήτημα αυτό.
Ο Αλ Σίσι υποστήριξε ότι η κυβέρνησή του πιστεύει στην πολυφωνία, όχι μόνο στα λόγια αλλά και με έργα, και ότι θυμώνει όταν ακούει να λένε τα αντίθετα, τα οποία δεν ισχύουν. «Πρέπει να υπάρχουν χώροι λατρείας και για τους μουσουλμάνους και για τους χριστιανούς», είπε. Ανέφερε, μάλιστα, ότι κάποια στιγμή αγχώθηκε με το θέμα της Μονής Σινά, ανησυχώντας ότι μπορεί να δηλητηρίαζε χωρίς λόγο τις σχέσεις των δύο χωρών, καθώς είναι ευαίσθητο. «Εμείς είμαστε πολύ χαρούμενοι που η Αγία Αικατερίνη βρίσκεται στα δικά μας εδάφη και λέω σε όλους όσοι μας επισκέπτονται να πάνε να τη δουν» είπε, επισημαίνοντας ότι μπορούσε και να μη μιλήσει για το θέμα αυτό, αλλά ήθελε να το κάνει.
Σε κανένα σημείο της μακράς ομιλίας του για τη Μονή, ωστόσο, δεν έθιξε το ιδιοκτησιακό ζήτημα, που ήταν το επίδικο. Έμοιαζε να απαντά μόνο στο αν θα επιτρέψει τη συνέχιση της λειτουργίας της Μονής που λειτουργεί εκεί επί δεκαπέντε αιώνες, όπως παραδέχτηκε και ο ίδιος.
Ο θρησκευτικός χαρακτήρας της Μονής δεν έχει αμφισβητηθεί από την κυβέρνηση Σίσι, οπότε σε αυτό που είπε ήταν όντως ειλικρινής, αλλά το ζήτημα που απασχολεί είναι το ιδιοκτησιακό και όχι η θρησκευτική λειτουργία, που όντως δεν απειλήθηκε.
«Μακροπρόθεσμα, όμως, απειλείται και αυτή», υποστηρίζει έμπειρος διπλωμάτης που γνωρίζει το θέμα, «καθώς, αν της αφαιρεθεί η ακίνητη περιουσία, οι πόροι και τα έσοδα, η Μονή δεν θα μπορέσει να υποστηρίξει τη συνέχιση της λειτουργίας της και θα την αναγκάσουν να κλείσει», αναφέρει.
Ο εξωδικαστικός συμβιβασμός
«Δεκαπέντε αιώνες τώρα δεν αμφισβητήθηκε ποτέ το ιδιοκτησιακό καθεστώς της Μονής και αυτό συμβαίνει τώρα, αισθανόμαστε προδομένοι», λένε οι μοναχοί της αδελφότητας του Σινά που ήλπιζαν πως η διμερής συμφωνία, με την υποστήριξη της ελληνικής κυβέρνησης, θα έβαζε τέλος στις όποιες βλέψεις υφαρπαγής της περιουσίας της Μονής και θα διασφάλιζε τα δικαιώματά της.
Ο αρχιμανδρίτης Πορφύριος Φραγκάκος, εκπρόσωπος της Μονής Σινά στην Ελλάδα, αναφέρει ότι το 2010 ένας απόστρατος φονταμενταλιστής προσέφυγε στη Δικαιοσύνη με 71 αστικές αγωγές, με τις οποίες ζητούσε την κατάσχεση της περιουσίας της Μονής και την απέλαση των μοναχών. Η δίκη έγινε όταν στην εξουσία ήταν ακόμα οι «Αδελφοί Μουσουλμάνοι» και η πρωτόδικη απόφαση βγήκε σε βάρος της Μονής, η οποία άσκησε έφεση. Πρόκειται για την έφεση που δικάστηκε την προηγούμενη εβδομάδα μετά από πολλές αναβολές, εκδίδοντας την απόφαση που τόσο καιρό οι μοναχοί του Σινά προσπαθούσαν να ανατρέψουν.
Τον Δεκέμβριο του 2024, σύμφωνα με τον αρχιμανδρίτη Πορφύριο Φραγκάκο, συγκροτήθηκε μια διμερής επιτροπή από τη Μονή και εκπροσώπους του αιγυπτιακού κράτους, προκειμένου να γίνει διαπραγμάτευση που θα κατέληγε σε εξωδικαστικό συμβιβασμό. Η επιτροπή αυτή κατέληξε σε ένα συμφωνητικό που, όπως λένε οι μοναχοί, αλλά και κυβερνητικά στελέχη, έβαζε τέλος στις διεκδικήσεις σε βάρος της Μονής και θα σταματούσε τις δίκες. «Τότε ξεκίνησε μια διαδικασία για να συλλεγούν οι υπογραφές υπουργών και του κυβερνήτη Νότιου Σινά που θα εκπροσωπούσε το αιγυπτιακό κράτος, ενώ από την πλευρά της Μονής θα υπέγραφε ο αρχιεπίσκοπος Δαμιανός» (σ.σ οποίος βρίσκεται στη θέση αυτή από το 1973).

Ο εκπρόσωπος της Μονής Σινά στην Αθήνα θεωρεί ότι επί αυτού του εξωδικαστικού συμβιβασμού είχε μιλήσει ο Σίσι στην Αθήνα, τον περασμένο μήνα όταν είπε ότι γνωρίζει τις δεσμεύσεις του και διαβεβαίωσε ότι δεν κινδυνεύει η Μονή. Έτσι, όταν στις 28 Μαΐου συνεδρίασε το δικαστήριο της Ισμαηλίας και εξέδωσε την απόφαση, οι μοναχοί είχαν καθησυχαστεί ότι η δίκη δεν θα γινόταν, επειδή θα δινόταν πάλι αναβολή, «μέχρι να συλλεγούν όλες οι υπογραφές», όπως νόμιζαν.
«Αντ’ αυτού, είχαμε την έκδοση της απόφασης του δικαστηρίου, το περιεχόμενο της οποίας ήταν εντελώς αντίθετο με όσα είχαν συμφωνηθεί, καθώς παίρνει την περιουσία της Μονής και την κάνει κρατική, αφήνοντας τους μοναχούς να νέμονται μόνο κάποια από τα 71 ακίνητα, χωρίς να έχουν δικαίωμα κυριότητας» λένε, υποστηρίζοντας πως δεν τους δόθηκε ποτέ καμία εξήγηση γιατί εξεδόθη αυτή η απόφαση, ενώ ήταν σε εξέλιξη ο εξωδικαστικός συμβιβασμός, και δηλώνοντας ότι νιώθουν εξαπατημένοι. «Ακούσαμε την αιγυπτιακή κυβέρνηση να λέει ότι είναι ικανοποιημένη από την απόφαση, γιατί δεν θα διασαλευτεί το θρησκευτικό καθεστώς στη Μονή Σινά. Δεν ήταν αυτό που δίκασε το δικαστήριο όμως, ούτε χρειαζόταν αυτή η διευκρίνιση», ήταν το σχόλιο του αρχιμανδρίτη Πορφύριου. «Αυτό βγήκε γιατί κάτι έπρεπε να ειπωθεί».
Σύμφωνα με τη Μονή Σινά, το συμφωνητικό ανέφερε ρητά τον τερματισμό της δικαστικής διαμάχης μέσω του διακανονισμού, αλλά διπλωματικές πηγές επισημαίνουν ότι αναφερόταν και «στην ικανότητα του κράτους να υλοποιήσει τα αναπτυξιακά σχέδιά του στην περιοχή».
Στο πρώτο άρθρο του συμφωνητικού, που δημοσίευσε η εφημερίδα «Καθημερινή», σημειώνεται ότι «Η εγγραφή της περιοχής της Αγίας Αικατερίνης στον Κατάλογο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO το 2002, μαζί με το συνημμένο έγγραφο που περιλαμβάνει τα οικόπεδα, εκκλησίες και κτίρια που σχετίζονται με το Μοναστήρι, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της παρούσας συμφωνίας, συμπληρώνει και ερμηνεύει τους όρους της». Και το τρίτο άρθρο αναφέρει για το ιδιοκτησιακό πως: «Τα μέρη συμφωνούν ότι, σύμφωνα με την εγγραφή του Μοναστηριού της Αγίας Αικατερίνης στη Λίστα Παγκόσμιας Κληρονομιάς, το Μοναστήρι, τα κτίριά του, τα οικόπεδά του, οι εκκλησίες και τα συναφή κτίρια που αναφέρονται στο συνημμένο και υπογεγραμμένο έγγραφο από τα μέρη αποτελούν ιδιοκτησία του Μοναστηριού που ανήκει στο Ελληνορθόδοξο Δόγμα».
Ο νομικός σύμβουλος της Μονής Σινά, Χρήστος Κομπιλίρης, ανέφερε ότι την προσπάθεια εξωδικαστικού συμβιβασμού συντόνισε από την πλευρά της Ελλάδας ο γενικός γραμματέας Θρησκευμάτων, Γιώργος Καλαντζής, με τη συμμετοχή στελεχών του υπουργείου Εξωτερικών και του υπουργείου Πολιτισμού. Ο ίδιος είπε ότι τα 25 από τα 71 ακίνητα της Μονής με την απόφαση του Εφετείου της Ισμαηλίας περνάνε απευθείας στο αιγυπτιακό κράτος, με το σκεπτικό ότι δεν παρουσιάστηκαν τίτλοι. Ο αντίλογος είναι ότι πρόκειται για ιδιοκτησίες από την εποχή του Ιουστινιανού που δεν αμφισβητήθηκαν ποτέ και για τις οποίες κανένας άλλος από αυτούς που τις διεκδικούν, κράτος και ιδιώτες, δεν έχουν τίτλους ή οποιαδήποτε σχέση.
Στις συγκεκριμένες εκτάσεις περιλαμβάνονται οι μεγάλοι κήποι που βρίσκονται έξω από τα τείχη της Μονής και την τροφοδοτούν, οι πηγές νερού και αρχαίοι ελαιώνες από τους οποίους η Μονή βγάζει το λάδι της, αλλά και θρησκευτικά μνημεία όπως η σπηλιά του Αγίου Ιωάννη της Κλίμακος.
Η απόφαση της 28ης Μαΐου και το χρονικό των αντιδράσεων
Η απόφαση του Εφετείου της Ισμαηλίας στις 28 Μαΐου μπορεί να αιφνιδίασε την αδελφότητα της Μονής, αλλα η κυβέρνηση αρχικά φάνηκε να θεωρεί ότι δεν υπήρχε κάποιο ζήτημα και κυβερνητικά στελέχη ανέφεραν ότι έβρισκαν τις δηλώσεις της αιγυπτιακής προεδρίας ικανοποιητικές.
Η πρώτη πολύ έντονη αποδοκιμασία κατά της απόφασης της Αιγύπτου ήρθε από τον σχεδόν πάντα χαμηλών τόνων Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο, με μια αιχμηρή ανακοίνωση που δεν περίμενε η κυβέρνηση, την ώρα που προσπαθούσε να κρατήσει το θέμα αυτό χαμηλά.
«Ύστερα από τη χθεσινή σκανδαλώδη απόφαση βίαιης καταπάτησης των ανθρωπίνων και δη των θρησκευτικών ελευθεριών που εξέδωσαν οι δικαστικές αρχές της Αιγύπτου, το παλαιότερο παγκοσμίως Ορθόδοξο Χριστιανικό Μνημείο, η Ιερά Μονή της Αγίας Αικατερίνης του Θεοβάδιστου Όρους Σινά, εισέρχεται σε μια μεγάλη δοκιμασία, που παραπέμπει σε άλλες, σκοτεινές εποχές…» ανέφερε ο Αρχιεπίσκοπος στην ανακοίνωσή του, κατακεραυνώνοντας την αιγυπτιακή κυβέρνηση «που αποφάσισε, παρά τις περί του αντιθέτου πρόσφατες δεσμεύσεις του Αιγύπτιου Προέδρου προς τον Έλληνα πρωθυπουργό, να καταλύσει κάθε έννοια δικαίου…».
«Η περιουσία της Μονής υφαρπάζεται και δημεύεται και ο πνευματικός αυτός Φάρος της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού αντιμετωπίζει πλέον ζήτημα πραγματικής επιβίωσης», υποστήριξε, κάνοντας έκκληση στον Κυριάκο Μητσοτάκη να παρέμβει: «Καταδικάζω απερίφραστα κάθε προσπάθεια αλλαγής του καθεστώτος που επί 15 αιώνες ισχύει στην εν λόγω περιοχή και απευθύνω έκκληση προς την υπεύθυνη Ελληνική Κυβέρνηση και προσωπικά προς τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη να ενεργήσει άμεσα τα δέοντα, ούτως ώστε να επανέλθει η κανονική και νόμιμη τάξη και να μην καταργηθεί ουσιαστικά η Ιερά Μονή…».
Ο Αρχιεπίσκοπος, στην ιδιαίτερα συναισθηματικά φορτισμένη ανακοίνωσή του, αναφέρθηκε μέχρι και σε νέα άλωση. «Δεν θέλω και δεν μπορώ να πιστέψω, τέλος, πως σήμερα ο Ελληνισμός και η Ορθοδοξία βιώνουν μία ακόμη ιστορική “άλωση”. Αυτό δεν μπορούμε να το επιτρέψουμε», κατέληξε και είναι βέβαιο ότι η ανακοίνωση αυτή, μαζί και με του Οικουμενικού Πατριάρχη που ακολούθησε, άλλαξε τη στάση που είχε κρατήσει αρχικά η κυβέρνηση.
Η ανακοίνωση του Οικουμενικού Πατριαρχείου χαρακτηρίζει κι αυτή οδυνηρή έκπληξη τη δικαστική απόφαση που «έθεσεν εν αμφιβόλω το από αιώνων κρατούν ιδιοκτησιακόν καθεστώς της ιστορικής Ιεράς Μονής του Σινά, αναγνωρίζον κατ’ ουσίαν εις την εκείσε μοναστικήν αδελφότητα μόνον δικαίωμα χρήσεως επί των περιουσιακών στοιχείων αυτής» και κάνει έκκληση προς την αιγυπτιακή κυβέρνηση να βρει τον ενδεδειγμένο τρόπο για να διατηρηθεί το ιδιοκτησιακό καθεστώς (status quo) της Ιεράς Μονής, «το οποίον εσεβάσθη ιδιαιτέρως και διεσφάλισε προνομιακώς επί αιώνας και το Ισλάμ».
Η πρώτη αντίδραση του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών ήταν εξαιρετικά ήπια και απλώς ανέφερε ότι οι κυβερνήσεις της Ελλάδας και της Αιγύπτου είχαν εργαστεί για μια συμφωνία «που να διασφαλίζει τον ιερό Ελληνορθόδοξο χαρακτήρα της περιοχής». Έλεγε επίσης πως είναι σε αναμονή της αποστολής της απόφασης για να την εξετάσουν και ότι ο υπουργός Εξωτερικών επικοινώνησε αμέσως με τον υπουργό Εξωτερικών της Αιγύπτου και κατέστησε σαφές ότι «δεν υπάρχει κανένα περιθώριο να αποκλίνουμε από την κοινή κατανόηση των δύο πλευρών, η οποία εκφράστηκε από τους ηγέτες των δύο χωρών στο πλαίσιο του πρόσφατου Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας στην Αθήνα».
Η δήλωση της προεδρίας της Αραβικής Δημοκρατίας της Αιγύπτου έλεγε κι αυτή περίπου τα ίδια, καθώς ανέφερε ότι «επαναλαμβάνει την πλήρη δέσμευσή της στη διατήρηση του μοναδικού και ιερού θρησκευτικού καθεστώτος της Μονής της Αγίας Αικατερίνης», επισημαίνοντας ότι η πρόσφατη δικαστική απόφαση «εδραιώνει αυτό το καθεστώς, ευθυγραμμιζόμενη με τα σημεία που τόνισε ο Πρόεδρος Ελ-Σίσι κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην Αθήνα στις 7 Μαΐου».
Με την ανακοίνωση αυτή η Προεδρία της Αιγύπτου ουσιαστικά κατέστησε σαφές ότι η δέσμευσή της αφορά μόνο το θρησκευτικό καθεστώς και όχι το ιδιοκτησιακό ζήτημα, καθώς και ότι συμφωνεί με τη δικαστική απόφαση, ενώ ταυτόχρονα υποστηρίζει ότι αυτό ακριβώς ήταν και το πνεύμα των δηλώσεων Σίσι στην Αθήνα.
Πράγματι, όσον αφορά τις δημόσιες δηλώσεις του Αιγύπτιου Προέδρου στην Αθήνα, δεν υπήρξε καμία αναφορά του στο ιδιοκτησιακό. Οπότε το μυστήριο εδώ είναι πώς γίνεται για ένα ζήτημα που συζητήθηκε από δύο μέρη να λέει άλλα η μία πλευρά και άλλα η άλλη.
Πώς γίνεται, δηλαδή, ο πρωθυπουργός να κατάλαβε ότι η δέσμευση Σίσι αφορούσε και το ιδιοκτησιακό, αν αυτό δεν αναφέρθηκε ρητά ούτε στην ιδιωτική συζήτησή τους, ή, αν αναφέρθηκε, πώς γίνεται ο Πρόεδρος της Αιγύπτου σήμερα να το παραβλέπει; Είναι η ελληνική πλευρά που δεν κατάλαβε ή η αιγυπτιακή που «την έφερε» στην ελληνική κυβέρνηση, όπως νομίζουν οι μοναχοί του Σινά;
Το θέμα της Μονής στην Ευρωβουλή και η σύνδεσή του με την ευρωπαϊκή χρηματοδότηση
Έντονες ήταν και οι αντιδράσεις των κομμάτων της αντιπολίτευσης που κατηγόρησαν την κυβέρνηση για ολιγωρία, ενώ το θέμα έφτασε και στην Ευρωβουλή, με τον Νίκο Φαραντούρη να ζητά την αναστολή της εκταμίευσης των 4 δισεκατομμυρίων προς την Αίγυπτο, αν αλλάξει το ιδιοκτησιακό καθεστώς της Μονής. Σε δηλώσεις του στη LiFO o Έλληνας ευρωβουλευτής και μέλος της Επιτροπής Προϋπολογισμού επισημαίνει ότι οι εξελίξεις στην Αίγυπτο είναι εξαιρετικά ανησυχητικές, «αφού ανοίγει ο δρόμος για τη διάλυση του ελληνορθόδοξου μοναστικού κέντρου του όρους Σινά».
«Εάν η απόφαση αυτή εφαρμοστεί, το ιδιοκτησιακό καθεστώς της Μονής θα αλλάξει, η περιουσία της θα περιέλθει στο αιγυπτιακό Δημόσιο και οι μοναχοί συν τω χρόνω θα εκδιωχθούν», υποστηρίζει. Ο ευρωβουλευτής και καθηγητής του Ευρωπαϊκού Δικαίου τονίζει μάλιστα ότι «η εξέλιξη αυτή αποτελεί κατάφωρη παραβίαση των θρησκευτικών δικαιωμάτων στην Αίγυπτο και ταυτόχρονα απειλή εναντίον ενός από τα σημαντικότερα λατρευτικά, ιστορικά και πολιτιστικά μνημεία της ανθρωπότητας, της αρχαιότερης Μονής με αδιάλειπτη λειτουργία από το 456 μ.Χ.».

ευρωβουλευτής και καθηγητής του Ευρωπαϊκού Δικαίου
Όπως, όμως επισημαίνει, «σύμφωνα με τη σχετική απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αλλά και σύμφωνα με τους όρους Μνημονίου Συνεργασίας Ε.Ε. – Αιγύπτου για την εκταμίευση των δόσεων εξετάζεται η πρόοδος της Αιγύπτου στον σεβασμό των δημοκρατικών μηχανισμών, του κράτους δικαίου και της εγγύησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων». «Ως εκ τούτου, ζητώ τόσο απ’ όλους τους συναδέλφους μου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ως νομοθέτες όσο και απ’ την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως θεματοφύλακα του ευρωπαϊκού δικαίου και των διεθνών συμφωνιών να αναλάβουν δράση» λέει και δηλώνει ότι θα επιμείνει σε αυτό.
Κατεπείγουσα συζήτηση στο Ευρωκοινοβούλιο για τη Μονή Σινά ζητά με αίτημά του και ο αντιπρόεδρος της Σοσιαλιστικής Ομάδας, Γιάννης Μανιάτης, προκειμένου να συζητηθεί η απόφαση του αιγυπτιακού δικαστηρίου, που θεωρεί κι εκείνος ότι θέτει σε κινδυνο τη λειτουργία και τη βιωσιμότητα της αρχαιότερης χριστιανικής μονής.
Η αντιπολίτευση καταγγέλλει, η κυβέρνηση μιλά για εργαλειοποίηση
Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Νίκος Ανδρουλάκης, δήλωσε ότι «ξεσηκώθηκε όλη η ορθοδοξία και η κυβέρνηση απαντά αλαζονικά ότι υπερβάλλουμε», ενώ αναρωτήθηκε τι έκανε όταν εντόπισε την πολύ μεγάλη κωλυσιεργία από την πλευρά της Αιγύπτου και όταν επιτροπή της Βουλής επισκέφθηκε τη Μονή Σινά και ενημερώθηκε επισήμως ότι δεν είχε υπογραφεί ακόμη αυτή η συμφωνία.
«Βγαίνει η αντιπολίτευση τη μέρα που μάθαμε τις αρνητικές εξελίξεις και η απάντηση της κυβέρνησης είναι: “υπερβάλλετε”. Υπερβάλλει ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών; Είχε υπερβολές στην ανακοίνωσή του ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος;». Υποστήριξε, επίσης, ότι, παρά τις αρχικές διαψεύσεις της κυβέρνησης, αν δεν υπήρχε πρόβλημα, δεν θα έστελνε αποστολή η κυβέρνηση στην Αίγυπτο για να πάει σε εκ νέου διαπραγματεύσεις».
Ο Στέφανος Κασσελάκης έσπευσε να επισκεφτεί τη Μονή Σινά, απ’ όπου έκανε αναρτήσεις στα σόσιαλ μίντια, και ζήτησε να δοθούν «τα πρακτικά της συνάντησης του Κυριάκου Μητσοτάκη και του Αμπντέλ Φατάχ Αλ Σίσι, ώστε να διαπιστώσουμε τι συζητήθηκε».
Η αντίδραση, ωστόσο, που ενόχλησε ή και ανησύχησε περισσότερο το Μέγαρο Μαξίμου ήταν εκείνη του Αντώνη Σαμαρά, ο οποίος έσπευσε να κάνει μια καταγγελτική δήλωση, καθώς γνωρίζουν ότι υπάρχει ένα κοινό στη Νέα Δημοκρατία που έχει ιδιαίτερη ευαισθησία γι’ αυτά τα ζητήματα. Στην κυβέρνηση, όμως, όλες αυτές τις μέρες μιλούσαν για επιχείρηση εργαλειοποίησης από την αντιπολίτευση, η οποία «πήγε κουβά μέσα από τις ανακοινώσεις της προεδρίας της Δημοκρατίας της Αιγύπτου και του υπουργείου Εξωτερικών και εξέθεσαν τους λαϊκιστές που υιοθετούν άκριτα κατηγορίες εναντίον της κυβέρνησης», ανέφερε στη LiFO κυβερνητικό στέλεχος.
To υπουργείο Εξωτερικών της Αιγύπτου χαρακτήρισε ψευδείς τους ισχυρισμούς ότι η απόφαση αφορά κατάσχεση της Μονής και των εκτάσεών της και σε σχετική ερώτηση απάντησε ότι με βάση τη δικαστική απόφαση οι μοναχοί της Μονής εξακολουθούν να επιτρέπεται να τη χρησιμοποιούν, όπως και τους θρησκευτικούς και αρχαιολογικούς χώρους της περιοχής, αλλά δεν διέψευσε ότι η κυριότητα της ακίνητης περιουσίας της Μονής περνάει στο αιγυπτιακό κράτος.
Η ελληνική κυβέρνηση έχει αποφύγει να κατηγορήσει την κυβέρνηση Σίσι και αυτό που λέει είναι ότι «οι επίσημες ανακοινώσεις της αιγυπτιακής πλευράς είναι στη σωστή κατεύθυνση», συνεχίζοντας την προσπάθεια για την επίλυση του ζητήματος με σκοπό «τη θωράκιση του λατρευτικού και ελληνορθόδοξου χαρακτήρα της Μονής». Το γεγονός όμως ότι ο πρωθυπουργός έστειλε τελικά στην Αίγυπτο τον υπουργό Εξωτερικών και όχι κάποια επιτροπή φανερώνει ότι οι πιέσεις που δέχθηκε, ειδικά από την Εκκλησία, υποχρέωσαν την κυβέρνηση να ασχοληθεί με το θέμα που αρχικά υποβάθμισε σε υψηλό επίπεδο.
Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι ο Γιώργος Γεραπετρίτης επέστρεψε με άδεια χέρια από την Αίγυπτο και ο ίδιος παραδέχθηκε για πρώτη φορά, έστω έμμεσα, ότι τα δικαιώματα της Μονής Σινά δεν είναι κατοχυρωμένα και ότι θα εργαστούν γι’ αυτό. Οι δηλώσεις του Αιγύπτιου υπουργού Εξωτερικών μετά τη συνάντησή τους άλλωστε δεν αφήνουν περιθώρια παρερμηνείας, καθώς και αυτήν τη φορά αρνήθηκε να δεσμευτεί για το περιουσιακό ζήτημα της Μονής και περιορίστηκε στη θρησκευτική λειτουργία μόνο.
Το αίνιγμα, ωστόσο, για το αν ο Αλ Σίσι είχε συμφωνήσει πράγματι με το κείμενο του εξωδικαστικού συμβιβασμού κατά την επίσκεψή του στην Αθήνα και αν ναι, τότε γιατί αθέτησε συμφωνία, μόνο η κυβέρνηση μπορεί να το λύσει και για την ώρα δεν το έχει κάνει.
Αναλύσεις
Πολιτική του ψεύδους και των επικοινωνιακών προκλήσεων
Η ελπίδα για κάτι νέο και υγιές αχνοφέγγει, αφυπνίζοντας τους Έλληνες και το Εθνικό χρέος.

Γράφει η Μαρία Γιαλαμά, Ελεύθερη Ώρα
Το θέμα της απώλειας της ιδιοκτησίας της Ι.Μ. Αγίας Αικατερίνης του Σινά, οι από τον Δεκέμβριο του 2024 διαρρεύσασες πληροφορίες περί ολοκληρώσεως των συνομιλιών μεταξύ Ελλάδος και Αιγύπτου, οι ευτελείς δικαιολογίες που χρησιμοποιήθηκαν από Έλληνες αξιωματούχους για την μη υπογραφή της δήθεν συμφωνίας από τους Αιγυπτίους, έμελε να απασχολήσει την ειδησεογραφία και την τρέχουσα Εβδομάδα. Ελέχθησαν ψέμματα, που στην σκέψη και μόνον ότι τα είπαν κυβερνητικοί αξιωματούχοι, γεννάται αμφισβήτηση για την καταλληλότητά τους. Το νοσηρό κλίμα, που στοχεύει στην επικοινωνιακή συγκάλυψη της ανικανότητος και των αντεθνικών προθέσεων και δράσεων των καθ ’ύλην αρμοδίων, εδραιούται. Καθημερινώς έρχονται στο φώς της δημοσιότητος στοιχεία ,που αναδεικνύουν το σαθρό της εξωτερικής πολιτικής, αλλά και τις όζουσες πρωτοβουλίες των «αρίστων» για την έκβαση εθνικών θεμάτων. Έχοντες υπ΄ όψιν την δυσβάσταχτη κατάσταση την οποίαν βιώνουν στην καθημερινότητά τους οι Έλληνες, χρησιμοποιούν πέραν κάθε ηθικής μέσα και ανθρώπους, προκειμένου να πείσουν για το άδολο των προθέσεών τους και το επιθυμητό των αποτελεσμάτων των προσπαθειών τους.
Η πραγματικότητα διαψεύδει
Η πραγματικότητα όμως με το ρεαλιστικό της πρόσωπο, έστω και με κάποια καθυστέρηση τους διαψεύδει, επαναφέροντας στο προσκήνιο την ανικανότητά τους, ή την υποδούλωσή τους με αντίτιμο προσωπικές απολαβές, σε εχθρούς του Έθνους και της πολύτιμης κληρονομιάς του. Ο λαός μας λέει «ο ψεύτης και ο κλέφτης τον πρώτο χρόνο χαίρεται». Η παρέλευση έξι ετών από την ανάληψη της διακυβερνήσεως της χώρας από τον σημερινό πρωθυπουργό και τους «αρίστους του», που πλέον δια της ανυπαρξίας των έργων τους αποδείχθηκαν άχρηστοι, μη έχοντες καμία επαφή με την Ελληνική κοινωνία ,με την πραγματική εργασία και με τον συντονισμό σημαντικών για την χώρα υποθέσεων, αναδεικνύει πλέον και το επίμονο καθημερινό πρόγραμμα πλύσεως εγκεφάλου των πολιτών. Μετά την σκληρή μνημονιακή πολιτική και την οικονομική κατάρρευση της χώρας, η κυβερνητική πολιτική του σήμερα, αποτελεί συνέχεια αυτής των ανικάνων μειοδοτών της αριστεράς. Ο εύκολος πλουτισμός των σαπροφύτων που πλαισιώνουν την πλειοψηφία των υπουργών και η θωράκιση του ΕΓΩ των αποφασιζόντων με υπέρμετρη επιπολαιότητα και απαξίωση των πολιτών, δημιούργησαν το νοσηρό αντιπαραγωγικό κλίμα του σήμερα. Οι άθλιες μεθοδεύσεις που καθημερινώς αποκαλύπτονται από εγκύρους και υπευθύνους επιστήμονες για την διαχείριση του μείζονος θέματος της Ι.Μ. Αγίας Αικατερίνης του Σινά, με την μη αποδοχή της συνθήκης του Κάπ Ντεϊβιντ, από τον νύν πρόεδρο της Αιγύπτου Σίσι προβληματίζουν. Αναδεικνύουν δε την χρησιμοποιηθείσα άθλια πρακτική, όταν στην Αθήνα πρίν ένα μήνα ,άνευ εγγραφής στα πρακτικά των συνομιλιών του με τον Έλληνα πρωθυπουργό, διαβεβαίωνε τους αφελείς Έλληνες, ότι όλα μένουν ως έχουν τα 1500 αυτά χρόνια λειτουργίας της μονής. Δικαιώνουν όμως την αμφισβήτηση των προθέσεων και των θέσεων τόσο του ιδίου όσο και της Ελληνικής κυβερνήσεως. Το «θα εργασθούμε με την Αίγυπτο για την κατοχύρωση των δικαιωμάτων της Μονής του Σινά»….του ΥΠΕΞ, μετά την συνάντηση της Τετάρτης 4/6/2025,με τον ομόλογό του στο Κάϊρο, που αφίσταται τελείως των δηλώσεων του ομολόγου του, θέτουν τον δάκτυλον επί τον τύπον των ήλων. Τί ακριβώς εξυπηρετεί η ψευδής ενημέρωση; Τι ελέχθη και γιατί ανέχθηκε ο πθ την ψευδή δήλωση Σίσι στην κοινή ανακοίνωση των αποτελεσμάτων της συναντήσεώς τους στο Μαξίμου; Ποιος εξουσιοδότησε την κυβέρνηση να χειρίζεται υψίστης Εθνικής σημασίας θέματα, άνευ της συναινέσεως της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας του κοινοβουλίου; Είναι καιρός τώρα που η κυβέρνηση των προθύμων, λειτουργεί ως εταιρεία πωλήσεως των πολυτίμων του έθνους και της πατρίδος ανενόχλητη,μη αναγνωρίζοντας ακόμη και τους υψίστης γεωπολιτικής αξίας τόπους.
Η κυβέρνηση καλύπτει παρανομίες
Είναι καιρός που εκλεκτοί της, δημιουργούν ποικίλα θέματα παραβιάζοντας κανόνες της ΕΕ. Το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, που ταλανίζει την χώρα και τα υψηλά πρόστιμα που της επιβάλλονται και χρεώνονται στους φορολογουμένους πολίτες, η τετραώροφη ως προς την χωρητικότητα και δυνατότητα βοσκής των περίπου 8.000.000 αμνοεριφίων Κρήτη, αλλά και η κάλυψη των πλουτισάντων εις βάρος των πραγματικών κτηνοτρόφων και αγροτών, αναδεικνύει την έκταση της σήψεως. Η διαρκής δε προσπάθεια συγκαλύψεως γεγονότων και πρακτικών του είδους, εδραιώνει το κλίμα αβεβαιότητος των πολιτών.
Η Ελληνική οικογένεια και ο αμφισβητούμενος θεσμός της.
Η μόνη «κυβερνητική επιτυχία» είναι η συνειδητή προσπάθεια τρώσεως του θεσμού της παραδοσιακής οικογενείας, μέσω του γάμου των ομοφύλων και της προωθήσεως, μέσω νομιμοποιήσεως πλέον και της υιοθεσίας παιδιών από αυτούς. Πέραν πάσης λογικής, πανηγυρίζει για το αφύσικο και βαθειά υποτιμητικό επίτευγμα, την γυναίκα- μήτρα. Προσβάλλει βάναυσα την ΜΑΝΑ Οι διαβεβαιώσεις όταν ψηφίζονταν το άθλιο νομοσχέδιο, για την μη νομιμοποίηση τέτοιων πρακτικών αποδεικνύονται ψευδείς, όπως άλλωστε και το δήθεν ενδιαφέρον για την εύρεση οικογένειας σε παιδιά που στερούνται. Ο κυβερνητικός κατήφορος φαίνεται τρομακτικός. Εκλεκτοί της κυβερνήσεως με έμμισθες θέσεις ευθύνης, επιχαίρουν για τις πρακτικές αποδομήσεως της παραδοσιακής οικογένειας και εύχονται καλό pride month.
Ανυποληψία της χώρας στα διεθνή φόρα
Η Ελλάδα βυθίζεται στην ανυποληψία στα διεθνή φόρα. Ο μη κοινοβουλευτικός ΥΠΕΞ, «εργάζεται» άνευ λαϊκής εντολής ξεπουλώντας τα πάντα, στα πλαίσια της προσωπικής πολιτικής του πθ και των εκλεκτών του Μαξίμου, μη εχόντων σχέση με τις αρχές και την ιδεολογία της ΝΔ και με την εθνική ηθική. Η χώρα βυθίζεται σε τέλμα ανεργίας, υποπαραγωγικότητος και φτώχειας, ενώ η «επικοινωνιακή αλήθεια» την παρουσιάζει σε οικονομικούς παραδείσους ανάπτυξης και οικονομικής ευημερίας. Ο γείτονας της γαλάζιας πατρίδας, ετοιμάζεται για επίτευξη των στόχων του, η Ελληνική αιγαιοπελαγίτικη Ελλάδα μειούται, ενώ γίνεται συγχρόνως χώρος υποδοχής λαθρομεταναστών χωρίς όρια. Η ανεξάρτητη Δικαιοσύνη είναι για άλλη μία φορά το μεγάλο ζητούμενο για την χώρα,όπως και η λειτουργία της Δημοκρατίας.
Η ελπίδα για κάτι νέο και υγιές αχνοφέγγει, αφυπνίζοντας τους Έλληνες και το Εθνικό χρέος.
Αναλύσεις
Ψηφιακή Συμμαχία στη Μέση Ανατολή: Η AI ως Καταλύτης Εξομάλυνσης
Το Ισραήλ βρίσκεται στην πρωτοπορία της τεχνολογικής καινοτομίας, συγκρινόμενο ακόμα και με χώρες πολύ μεγαλύτερες σε μέγεθος. Ωστόσο, υστερεί σε έναν βασικό τομέα, τη διαμόρφωση συνολικής πολιτικής και κυβερνητικού σχεδιασμού για την τεχνητή νοημοσύνη. Αντίθετα, η Σαουδική Αραβία τα τελευταία χρόνια έχει καθιερωθεί ως παγκόσμιος ηγέτης στην ανάπτυξη και εφαρμογή εκτενών εθνικών στρατηγικών για την τεχνητή νοημοσύνη.

Μέσα στον παγκόσμιο αγώνα για την ανάπτυξη προηγμένων τεχνολογιών, πολλά κράτη αναγνωρίζουν πλέον ότι η υπεροχή στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης (AI) προσφέρει στρατηγικά πλεονεκτήματα, οικονομική ευημερία και αυξημένη διεθνή επιρροή. Για τον σκοπό αυτό, οι χώρες που επιδιώκουν αυτήν την πορεία προωθούν ενεργά την ανάπτυξη εγχώριων οικοσυστημάτων AI μέσω επενδύσεων σε υποδομές, έρευνα και ανάπτυξη και εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό.
Το παρόν άρθρο υποστηρίζει ότι η διαδικασία εξομάλυνσης των σχέσεων μεταξύ Ισραήλ και Σαουδικής Αραβίας φέρνει κοντά δύο χώρες με συμπληρωματικά πλεονεκτήματα στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης. Το Ισραήλ βρίσκεται στην πρωτοπορία της τεχνολογικής καινοτομίας, συγκρινόμενο ακόμα και με χώρες πολύ μεγαλύτερες σε μέγεθος. Ωστόσο, υστερεί σε έναν βασικό τομέα, τη διαμόρφωση συνολικής πολιτικής και κυβερνητικού σχεδιασμού για την τεχνητή νοημοσύνη. Αντίθετα, η Σαουδική Αραβία τα τελευταία χρόνια έχει καθιερωθεί ως παγκόσμιος ηγέτης στην ανάπτυξη και εφαρμογή εκτενών εθνικών στρατηγικών για την τεχνητή νοημοσύνη. Παρόλα αυτά, για λόγους που αναλύονται στο άρθρο, η φιλοδοξία του Βασιλείου να καταστεί το κορυφαίο τεχνολογικό κέντρο της Μέσης Ανατολής δεν έχει ακόμη πλήρως υλοποιηθεί.
Υποστηρίζουμε ότι τα συγκριτικά πλεονεκτήματα των δύο χωρών στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης προσφέρουν μια μοναδική ευκαιρία για συνεργασία, παρά τον συνεχιζόμενο πόλεμο Ισραήλ-Χαμάς. Μια τέτοια συνεργασία θα μπορούσε να λειτουργήσει ως καταλύτης για την πλήρη εξομάλυνση των σχέσεών τους.
Η προοπτική της συνεργασίας
Μέσω της αξιοποίησης των αντίστοιχων δυνατοτήτων τους στον τομέα της AI, τόσο το Ισραήλ όσο και η Σαουδική Αραβία μπορούν να αποκομίσουν μεγαλύτερη κοινωνική και οικονομική ευημερία, καθώς και ενισχυμένη στρατηγική θέση στη Μέση Ανατολή. Επιπλέον, η δεύτερη προεδρική θητεία του Donald Trump, έχει δημιουργήσει μια νέα ευκαιρία για την αναζωογόνηση της μέχρι πρότινος σταματημένης διαδικασίας εξομάλυνσης.
Ο στρατηγικός στόχος της κυβέρνησης Trump είναι η εγκαθίδρυση αμερικανικής υπεροχής στην τεχνητή νοημοσύνη και σε άλλες προηγμένες τεχνολογίες, στο πλαίσιο του γεωπολιτικού ανταγωνισμού με την Κίνα. Ως εκ τούτου, αναμένεται πως η κυβέρνησή του θα κινητοποιήσει τις κορυφαίες δυνάμεις παγκοσμίως στον τομέα της AI. Οι διπλωματικές, στρατηγικές και οικονομικές σχέσεις μεταξύ Ισραήλ και Σαουδικής Αραβίας θα υποστηρίξουν την εφαρμογή της αναμενόμενης στρατηγικής «μέγιστης πίεσης» κατά του Ιράν, ενώ παράλληλα θα ενισχύσουν την υστεροφημία του Trump ως αρχιτέκτονα των Συμφωνιών του Αβραάμ. Επιπλέον, θα προωθήσουν τη δημιουργία του Οικονομικού Διαδρόμου Ινδίας–Μέσης Ανατολής–Ευρώπης (IMEC), με επίκεντρο τη Σαουδική Αραβία και το Ισραήλ, ως αντίπαλο δέος στην κινεζική Πρωτοβουλία «Μια Ζώνη, Ένας Δρόμος».
Το Ισραήλ ως Ηγέτης στην Τεχνολογική Καινοτομία στην Τεχνητή Νοημοσύνη
Οι ισραηλινές ένοπλες δυνάμεις αξιοποιούν τεχνητή νοημοσύνη αιχμής για την ενίσχυση της ανίχνευσης απειλών σε πραγματικό χρόνο και την ακρίβεια των επιθέσεων, επαναπροσδιορίζοντας την επίγνωση του πεδίου της μάχης και την εθνική ασφάλεια.
Κατά την τελευταία δεκαετία, το Ισραήλ απέκτησε παγκόσμια αναγνώριση ως το «Έθνος των Νεοφυών Επιχειρήσεων» (“Startup Nation”), φημισμένο για την καινοτομία, την κυβερνοασφάλεια και την απόδοσή του σε κρίσιμους τομείς που σχετίζονται με την εμπορική δραστηριότητα AI. Στον Παγκόσμιο Δείκτη Τεχνητής Νοημοσύνης (Global AI Index) που δημοσιεύτηκε τον Σεπτέμβριο του 2024, το Ισραήλ κατετάγη 7ο μεταξύ 83 χωρών στην εμπορική δραστηριότητα AI, ακριβώς πίσω από τις ΗΠΑ και την Κίνα, αλλά μπροστά από το Ηνωμένο Βασίλειο, τον Καναδά και τη Γερμανία.
Σύμφωνα με τον Δείκτη AI του Πανεπιστημίου Στάνφορντ, την περίοδο 2013–2024 ιδρύθηκαν 492 νέες εταιρείες τεχνητής νοημοσύνης στο Ισραήλ, καθιστώντας τη χώρα 4η παγκοσμίως στον αριθμό νέων επιχειρήσεων στον τομέα, μπροστά από τον Καναδά, τη Γαλλία και τη Γερμανία.
Επιπλέον, το Ισραήλ φιλοξενεί ένα εξαιρετικά ζωντανό τεχνολογικό οικοσύστημα στον τομέα της γενετικής τεχνητής νοημοσύνης (generative AI). Η δυναμική αυτή αποτυπώνεται στην ταχύτατη ανάπτυξη ενός πλούσιου και ποικιλόμορφου δικτύου εταιρειών που δραστηριοποιούνται στον συγκεκριμένο τομέα. Ο αριθμός των εταιρειών generative AI στο Ισραήλ αυξήθηκε από 67 τον Απρίλιο του 2023 σε 238 τον Μάιο του 2024. Ταυτόχρονα, τα υποπεδία δραστηριοποίησής τους αυξήθηκαν από 17 σε 27, με ηγετικούς τομείς τις πωλήσεις, την ασφάλεια και την υγειονομική περίθαλψη.
Η ηγετική θέση του Ισραήλ στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης αντανακλάται και σε παγκόσμιο επίπεδο. Σύμφωνα με έκθεση της Ισραηλινής Αρχής Καινοτομίας που δημοσιεύτηκε τον Ιούνιο του 2024, από τις περίπου 1.900 εταιρείες που αναπτύσσουν συστήματα AI για συγκεκριμένες εφαρμογές (όπως ανάπτυξη κώδικα), οι 73 βρίσκονται στο Ισραήλ. Αυτό τοποθετεί τη χώρα στην 3η θέση παγκοσμίως, πίσω μόνο από τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο, και μπροστά από τον Καναδά, την Κίνα, τη Γαλλία, τη Γερμανία και την Ινδία. Επιπλέον, το οικοσύστημα επιχειρηματικών κεφαλαίων του Ισραήλ για την generative AI κατατάσσεται ως το τρίτο μεγαλύτερο στον κόσμο, μετά τις ΗΠΑ και την Κίνα.
Αντίθετα με την αντίληψη ότι το Ισραήλ υστερεί στην ανάπτυξη επιστημονικής υποδομής στον τομέα της AI, διάφοροι διεθνείς δείκτες υπογραμμίζουν τη σημαντική ικανότητά του να ενισχύει τη γνώση καινοτομίας και τεχνολογίας. Για παράδειγμα, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Δείκτη Καινοτομίας του 2024, το Ισραήλ κατέλαβε την 12η θέση στην παραγωγή επιστημονικής γνώσης, ενώ η Σαουδική Αραβία κατατάχθηκε μόλις 52η. Η υψηλή κατάταξη του Ισραήλ αντανακλά την ικανότητά του να παράγει περισσότερα αποτελέσματα καινοτομίας αναλογικά με τις επενδύσεις του, ενώ η περίπτωση της Σαουδικής Αραβίας είναι η αντίστροφη. Η απόκλιση αυτή ίσως σχετίζεται με το γεγονός ότι το Ισραήλ συγκαταλέγεται στις δέκα πρώτες χώρες παγκοσμίως ως προς τη συγκέντρωση εξειδικευμένων επαγγελματιών στον τομέα της AI σε σχέση με τον πληθυσμό του, συμπεριλαμβανομένης τόσο της μηχανικής τεχνογνωσίας όσο και του εγγραμματισμού AI σε πολλαπλούς τομείς της οικονομίας.
Η Σαουδική Αραβία και το Saudi Vision 2030 – Ο Ρόλος του Ισραήλ
Στο πλαίσιο της εξαιρετικής ηγετικής του θέσης στην τεχνολογική καινοτομία, το Ισραήλ βρίσκεται σε ιδανική θέση να αξιοποιήσει τις δυνατότητές του στην τεχνητή νοημοσύνη προκειμένου να δημιουργήσει τις κατάλληλες συνθήκες για την εξομάλυνση των σχέσεών του με τη Σαουδική Αραβία. Το Βασίλειο, μέσω της εθνικής πρωτοβουλίας Saudi Vision 2030, έχει θέσει ως στρατηγική του προτεραιότητα την ανάπτυξη προηγμένων υποδομών και ικανοτήτων στον τομέα της AI. Συγκεκριμένα, το Ισραήλ θα μπορούσε να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην υποστήριξη της Σαουδικής Αραβίας για την υλοποίηση 66 από τους 96 στόχους που έχουν τεθεί στο πλαίσιο αυτού του σχεδίου, συμπεριλαμβανομένης της ενσωμάτωσης «έξυπνων πόλεων» (smart cities) σε όλη την επικράτεια, με αποκορύφωμα την φουτουριστική πόλη Neom.
Οι ισραηλινές εταιρείες τεχνολογίας και AI έχουν ήδη αποδείξει την εμπειρογνωμοσύνη τους σε κρίσιμους τομείς όπως:
-
έξυπνη διαχείριση κυκλοφορίας οχημάτων
-
υποδομές ύδρευσης και υδροδότησης
Η ενσωμάτωσή τους στο έργο Neom ή σε άλλες τεχνολογικές πρωτοβουλίες του Βασιλείου θα μπορούσε να αποφέρει σημαντικά κέρδη, να προσφέρει πολύτιμη εμπειρία σε μια αναδυόμενη και καινοτόμα αγορά, και να ανοίξει νέες επιχειρηματικές ευκαιρίες σε ολόκληρο τον Κόλπο αλλά και πέρα από αυτόν, ιδίως στην Ασία.
Επιπλέον, το Ισραήλ θα μπορούσε να εγκαινιάσει κοινά προγράμματα μέσω των οποίων Ισραηλινοί επιχειρηματίες και εταιρείες θα βοηθούν σαουδαραβικές επιχειρήσεις να κατανοήσουν πώς να δημιουργήσουν τεχνολογική και εμπορική επιτυχία στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης.
Η Ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας στη Διαμόρφωση Εθνικής Πολιτικής για την AI και η Συγκριτική Αδυναμία του Ισραήλ
Παρά την ηγετική του θέση στην τεχνολογική καινοτομία της AI, το Ισραήλ δεν έχει ακόμη αναπτύξει μια ολοκληρωμένη εθνική στρατηγική για την τεχνητή νοημοσύνη, γεγονός που μπορεί να υπονομεύσει το ανταγωνιστικό του πλεονέκτημα στο μέλλον. Μέχρι τα τέλη του 2024, η χώρα παρουσίαζε σημαντική υστέρηση σε θέματα στρατηγικού σχεδιασμού, προϋπολογισμού και διαμόρφωσης συνεκτικής πολιτικής για την AI.
🟠 Όμως, το «τρένο δεν έχει φύγει ακόμα».
Εάν το Ισραήλ δράσει στρατηγικά, έχει τη δυνατότητα να αποκομίσει τεράστια οικονομικά, κοινωνικά και στρατηγικά οφέλη — ενισχύοντας την περιφερειακή του επιρροή και αποκτώντας γεωπολιτική ισχύ.
Αντίθετα, η Σαουδική Αραβία έχει προχωρήσει μεθοδικά, υιοθετώντας μια σειρά κυβερνητικών πρωτοβουλιών τα τελευταία χρόνια που προωθούν την τεχνητή νοημοσύνη με τρόπο συστηματικό και στρατηγικό. Ως αποτέλεσμα:
-
Το Βασίλειο κατατάσσεται 1ο παγκοσμίως στην AI πολιτική, ενώ το Ισραήλ βρίσκεται στην 32η θέση.
Η Στρατηγική της Σαουδικής Αραβίας
Από το 2020, η Αρχή Δεδομένων και AI της Σαουδικής Αραβίας (SDAIA), το εθνικό σώμα υπεύθυνο για τη χάραξη της οράματός της για την AI, ξεκίνησε τη «Εθνική Στρατηγική Τεχνητής Νοημοσύνης» με στόχο να τοποθετήσει το Βασίλειο ανάμεσα στους 15 παγκόσμιους ηγέτες του τομέα.
Η στρατηγική αυτή περιλάμβανε:
-
Προσέλκυση 20 δισ. δολαρίων σε επενδύσεις (τοπικές και ξένες)
-
Ανάπτυξη οικοσυστήματος με 300+ νεοφυείς εταιρείες AI
Το 2024, η Σαουδική Αραβία ανακοίνωσε επίσης την έναρξη του Project Transcendence: Ένα κολοσσιαίο επενδυτικό σχέδιο $100 δισ. για υποδομές AI, περιλαμβάνοντας υπερσύγχρονα data centers και συνεργασίες με κορυφαίες τεχνολογικές εταιρείες παγκοσμίως.
Η SDAIA, ιδρυθείσα το 2019, προωθεί την καινοτομία με κεντρικό σύνθημα: «Τα Δεδομένα είναι το Πετρέλαιο του 21ου Αιώνα».
Κυβερνητικές Πρωτοβουλίες & Ρυθμιστικά Μέτρα της Σαουδικής Αραβίας
Η Σαουδική Αραβία έχει προχωρήσει σε:
-
Διαμόρφωση αρχών πολιτικής για την ποιότητα των βάσεων δεδομένων εντός της χώρας
-
Δημιουργία Εθνικού Δείκτη Δεδομένων (2023) για την αξιολόγηση των υπουργείων
-
Ίδρυση 245 ειδικών γραφείων για την παρακολούθηση και βελτιστοποίηση των βάσεων δεδομένων
-
Εισαγωγή πλατφόρμας διαχείρισης δεδομένων με στόχο την προστασία προσωπικών πληροφοριών
Η Καθυστέρηση του Ισραήλ
Το 2020, οι καθηγητές Isaac Ben-Israel και Eviatar Matania παρουσίασαν στον Πρωθυπουργό Benjamin Netanyahu μια πρόταση εθνικής στρατηγικής για την AI, που μεταξύ άλλων προέβλεπε: «Η ικανότητα του Ισραήλ να ηγηθεί παγκοσμίως στην AI μπορεί να υλοποιηθεί μόνο εφόσον η κυβέρνηση την αναγνωρίσει ως κρίσιμο εθνικό τομέα, την χρηματοδοτήσει ανάλογα και δημιουργήσει μια κεντρική διοίκηση για την εφαρμογή της στρατηγικής.»
Ωστόσο, η έγκριση και εφαρμογή της στρατηγικής καθυστέρησε λόγω των πέντε εκλογικών αναμετρήσεων μεταξύ 2019 και 2022.
Ακόμα και η Εθνική Πλατφόρμα AI του TELEM, που προέβλεπε υποστήριξη ανθρώπινου δυναμικού και μεταφορά τεχνογνωσίας από την ακαδημαϊκή κοινότητα στη βιομηχανία, δεν εγκρίθηκε λόγω πολιτικής αστάθειας. Έτσι, μέχρι τον Νοέμβριο του 2024, το Ισραήλ δεν διέθετε εγκεκριμένο και χρηματοδοτούμενο στρατηγικό σχέδιο AI. Αντ’ αυτού, η κυβέρνηση περιορίζεται σε μεμονωμένες πρωτοβουλίες (π.χ. φυσική γλώσσα σε εβραϊκά και αραβικά).
Το Ζήτημα του Ανθρώπινου Δυναμικού και της Ανάπτυξης Δεξιοτήτων στην Τεχνητή Νοημοσύνη
Ένα ακόμη πεδίο στο οποίο η Σαουδική Αραβία υπερέχει έναντι του Ισραήλ είναι ο σχεδιασμός και η εφαρμογή πολιτικών για την ανάπτυξη εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού στον τομέα της AI. Παρόλο που το Ισραήλ κατατάσσεται στις παγκόσμιες πρωτοπόρες χώρες στην υιοθέτηση δεξιοτήτων AI, αντιμετωπίζει χρόνια έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού.
-
Κάθε χρόνο, λιγότεροι από 800 απόφοιτοι με μεταπτυχιακούς ή διδακτορικούς τίτλους στους τομείς πληροφορικής, μαθηματικών και στατιστικής.
-
Η ζήτηση στον τομέα της AI ξεπερνά κατά τουλάχιστον 2.400 άτομα την προσφορά
-
Το πραγματικό έλλειμμα εκτιμάται ως τετραπλάσιο, αν συνυπολογιστεί και η μετανάστευση 15%–21% των αποφοίτων υψηλών προσόντων στο εξωτερικό
Καθώς το οικοσύστημα καινοτομίας του Ισραήλ συνεχίζει να επεκτείνεται, αυτό το κενό αναμένεται να διευρυνθεί ακόμα περισσότερο.
Το 2021, η ισραηλινή κυβέρνηση ενέκρινε μέρος των προτάσεων του προγράμματος TELEM για την εκπαίδευση προσωπικού σε AI. Το 2024, ξεκίνησαν νέες πρωτοβουλίες:
-
Δημιουργία ειδικού προγράμματος εκπαίδευσης εντός των Ενόπλων Δυνάμεων (IDF)
-
Προσπάθειες προσέλκυσης διεθνών ταλέντων στον τομέα της AI
Ωστόσο, αυτές οι πρωτοβουλίες δεν επαρκούν για να διατηρηθεί η τεχνολογική ηγεσία του Ισραήλ στον χρόνο. Καθώς περισσότερες χώρες αποκτούν αριστεία στην AI, γίνεται επιτακτική η ανάγκη να αυξηθεί θεαματικά η προσφορά εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού.
Μία πιθανή λύση είναι η εισαγωγή δεξιοτήτων AI στο σχολικό πρόγραμμα από τις πρώτες βαθμίδες. Οι καθηγητές Ben-Israel και Matania, στις εισηγήσεις τους προς την κυβέρνηση, τόνισαν την ανάγκη: «να καλλιεργηθεί ο ψηφιακός γραμματισμός σε όλον τον πληθυσμό, ώστε να δημιουργηθεί μία κρίσιμη μάζα πολιτών που θα μπορούν να κατανοούν και να αξιοποιούν την τεχνητή νοημοσύνη στην καθημερινή τους ζωή, και ταυτόχρονα να εκπαιδευτούν οι ερευνητές του αύριο.» Κεντρικό τους αίτημα ήταν η ενσωμάτωση της τεχνητής νοημοσύνης ως βασικό μάθημα στο εθνικό εκπαιδευτικό σύστημα.
Οι πρόσφατες πρωτοβουλίες του Ισραήλ στην εκπαίδευση AI
Από τη δημοσίευση της πρότασης Ben-Israel & Matania το 2020, έχουν ξεκινήσει ορισμένα σημαντικά προγράμματα:
-
«AI για κάθε παιδί» – Υλοποιήθηκε από το Υπουργείο Επιστημών τον Νοέμβριο του 2024
Επιτρέπει σε μαθητές Δ’ έως ΣΤ’ Δημοτικού να πειραματιστούν με δημιουργία περιεχομένου και εφαρμογών AI -
«AI για όλους» – Εστιάζει στην προώθηση δεξιοτήτων γενετικής AI σε μαθητές και καθηγητές
Ωστόσο, και τα δύο προγράμματα βρίσκονται ακόμη σε πρώιμο στάδιο, και μένει να φανεί πόσο ευρέως και αποτελεσματικά θα εφαρμοστούν.
Η πιο προληπτική στρατηγική της Σαουδικής Αραβίας
Η Σαουδική Αραβία, αντίθετα, έχει ήδη θέσει σε εφαρμογή πρωτοβουλίες μεγάλης κλίμακας:
-
Το 2023, πραγματοποιήθηκε η δράση «Ώρα AI» σε 1.300 σχολεία της χώρας
-
Το 2024, οργανώθηκε η 1η Εθνική Ολυμπιάδα Τεχνητής Νοημοσύνης, με 260.000 συμμετοχές μαθητών
-
Ξεκίνησε η εκπαίδευση 1 εκατομμυρίου πολιτών σε AI δεξιότητες σε εθνικό επίπεδο
Αυτές οι δράσεις εντάσσονται στους στόχους του Εθνικού Στρατηγικού Σχεδίου 2020 της Σαουδικής Αραβίας, το οποίο επιδιώκει:
-
Να εκπαιδεύσει 20.000 ειδικούς AI μέχρι το 2030, εκ των οποίων 5.000 AI επιστήμονες
Σημαντικά, τον Σεπτέμβριο του 2024, η SDAIA ανακοίνωσε ότι ο στόχος έχει ήδη ξεπεραστεί:
38.000 απόφοιτοι με σχετικά πτυχία εκπαιδεύτηκαν μεταξύ 2019 και 2023.
Αυτά τα σαουδαραβικά προγράμματα μπορεί να προσφέρουν πολύτιμα παιδαγωγικά και οργανωτικά διδάγματα στις ισραηλινές αρχές εκπαίδευσης, οι οποίες στοχεύουν στην ενσωμάτωση της AI στην εκπαίδευση. Η ενσωμάτωση αυτών των προγραμμάτων στα σχολεία θα μπορούσε να επιταχύνει την ανάπτυξη ενός επαγγελματικού εργατικού δυναμικού και να συμβάλει στη διατήρηση της τεχνολογικής υπεροχής του Ισραήλ σε εθνικό, οικονομικό και στρατιωτικό επίπεδο.
Η Σαουδική Αραβία Πρωτοπορεί στη Νομοθέτηση και Ρύθμιση της Τεχνητής Νοημοσύνης
Πέρα από τον μακροπρόθεσμο στρατηγικό σχεδιασμό και τις επενδύσεις στην εκπαίδευση, ένας ακόμη κρίσιμος πυλώνας πολιτικής για την AI είναι η νομοθέτηση και η ρύθμιση. Αυτές είναι αναγκαίες για την αντιμετώπιση των προκλήσεων που συνεπάγεται η χρήση της τεχνολογίας, προκλήσεις που σε πολλές περιπτώσεις δεν έχουν ακόμη πλήρως κατανοηθεί.
Η λύση: Τα “Sandboxes” (Ρυθμιστικοί Πειραματικοί Χώροι)
Μία ενδιάμεση λύση είναι η χρήση ειδικά σχεδιασμένων ρυθμιστικών περιβαλλόντων (regulatory sandboxes). Πρόκειται για ελεγχόμενα περιβάλλοντα όπου οι τεχνολογικές εταιρείες μπορούν να αναπτύσσουν και να δοκιμάζουν νέα προϊόντα και υπηρεσίες πριν τη διάθεσή τους στην αγορά. Προάγουν την καινοτομία με μειωμένο ρίσκο, ιδιαίτερα για παραβιάσεις ιδιωτικότητας.
Η Σαουδική Αραβία υιοθέτησε αυτό το μοντέλο το 2024, όταν το Εθνικό Κέντρο Ηλεκτρονικής Μάθησης και το Υπουργείο Υγείας δημιούργησαν sandboxes για την ενσωμάτωση της AI στην εκπαίδευση και την υγεία. Και άλλες χώρες, όπως η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, έχουν λανσάρει αντίστοιχες πλατφόρμες. Η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι τα sandboxes είναι αποτελεσματικά εργαλεία για να συνδυαστεί η καινοτομία με την προστασία της ιδιωτικότητας.
Το Ισραήλ και τα Sandboxes
Το Ισραήλ είχε εγκαθιδρύσει sandbox για λύσεις αυτόνομης οδήγησης. Ωστόσο, η προσπάθεια επέκτασης της πρωτοβουλίας σε άλλους τομείς απέτυχε μέχρι τον Μάιο του 2024. Τον Δεκέμβριο του 2023, το Υπουργείο Επιστημών παρουσίασε την επίσημη πολιτική του για τη ρύθμιση της AI, στην οποία προτείνεται η ευρύτερη χρήση sandboxes για την ασφαλή ενσωμάτωση νέων συστημάτων AI στην αγορά. Καθώς η Σαουδική Αραβία έχει ήδη υλοποιήσει τέτοιες πρακτικές πολλές φορές, μπορεί να αποτελέσει πολύτιμο οδηγό για το Ισραήλ ως προς το πώς να σχεδιάσει και να λειτουργήσει τέτοια ρυθμιστικά περιβάλλοντα.
Τα Αμοιβαία Οφέλη Μιας Συνεργασίας στην AI
Το Ισραήλ, αναγνωρισμένο ήδη ως παγκόσμια δύναμη στην τεχνολογική καινοτομία στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης, έχει τη δυνατότητα να διατηρήσει, ή ακόμη και να ενισχύσει, τη θέση του, παρά την πρόσφατη πτώση του από την 5η στην 9η θέση στην παγκόσμια κατάταξη ηγεσίας στην AI. Εάν το Ισραήλ μάθει από την εμπειρία της Σαουδικής Αραβίας και υιοθετήσει τις μεθόδους της στον σχεδιασμό και την υλοποίηση AI πολιτικής, θα μπορούσε να αντιστρέψει αυτή την καθοδική πορεία.
Το όραμα της Σαουδικής Αραβίας
Από τη δική της πλευρά, η Σαουδική Αραβία θεωρεί την ενσωμάτωση της τεχνητής νοημοσύνης ζωτικής σημασίας για:
-
τη διαφοροποίηση της οικονομίας της
-
τη μείωση της εξάρτησης από το πετρέλαιο
-
την επιτάχυνση κοινωνικών και οικονομικών μεταρρυθμίσεων
-
την ενίσχυση της γεωπολιτικής της ισχύος
Η τεχνολογική υπεροχή του Ισραήλ ως πρότυπο
Ο Πρίγκιπας Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν βλέπει τον τεχνολογικό τομέα του Ισραήλ ως πρότυπο για το τι μπορεί να προσφέρει η ελεύθερη αγορά σε ένα αυταρχικό κράτος που επιδιώκει μεταρρυθμίσεις. Για αυτό h τεχνογνωσία του Ισραήλ (π.χ. στη διαχείριση υδάτινων πόρων, υποδομές, AI) είναι ελκυστική όχι μόνο για το Ριάντ, αλλά και για άλλα κράτη του Κόλπου που έχουν εξομαλύνει τις σχέσεις τους με το Ισραήλ.
Πριν τον πόλεμο, η Σαουδική Αραβία είχε εκδηλώσει την πρόθεσή της να επενδύσει σε δύο ισραηλινές τεχνολογικές εταιρείες, μέσω του Public Investment Fund (PIF), που ελέγχεται από τη βασιλική οικογένεια. Οι επενδύσεις έγιναν μέσω του fund Affinity Partners του Jared Kushner, ενός από τους αρχιτέκτονες των αρχικών Συμφωνιών του Αβραάμ.
Η AI ως αμυντικό εργαλείο: Από το Iron Dome μέχρι τη Σαουδική αεράμυνα
Η ανάγκη απόκτησης προηγμένων ισραηλινών αμυντικών συστημάτων, όπως το Iron Dome, έχει αυξηθεί, ειδικά μετά τις εναέριες επιθέσεις των Χούθι που προκάλεσαν σοβαρές ζημιές στη Σαουδική Αραβία. Από το 2023 έως το 2024, η Σαουδική Αραβία εγκατέλειψε τη στρατηγική της στρατιωτικής σύγκρουσης με τους Χούθι, επιλέγοντας κατάπαυση πυρός ώστε να επικεντρωθεί στην οικονομική της ανάπτυξη.
Η αλλαγή αυτή υπαγορεύτηκε εν μέρει από το υψηλό κόστος και τις ζημιές στις κρίσιμες υποδομές της χώρας. Την ίδια στιγμή, η επιτυχής αναχαίτιση πυραυλικών επιθέσεων του Ιράν εναντίον του Ισραήλ τον Απρίλιο και Οκτώβριο του 2024, χάρη στην προηγμένη αεράμυνα, ενίσχυσε την επιθυμία της Σαουδικής Αραβίας για αντίστοιχες δυνατότητες.
Ζητούμενα: Αμερικανικές εγγυήσεις και πυρηνικά – ή AI ως εναλλακτική
Η Σαουδική Αραβία αναζητά εγγυήσεις ασφαλείας από τις ΗΠΑ για να προστατευθεί από το Ιράν και τους συμμάχους του. Ένα ακόμη κεντρικό αίτημα στο πλαίσιο της εξομάλυνσης είναι η απόκτηση πυρηνικών ικανοτήτων για ειρηνική χρήση, ώστε να αποτρέψει την ιρανική πυρηνική απειλή. Ωστόσο, πολλοί στο Ισραήλ (πολίτες, στρατιωτικοί, πολιτικοί) ανησυχούν έντονα ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να πυροδοτήσει πυρηνική κούρσα εξοπλισμών στη Μέση Ανατολή.
Παρόμοιες ανησυχίες εκφράστηκαν και από Αμερικανούς αξιωματούχους, που πρότειναν:
-
Περιορισμούς στην αμερικανική βοήθεια για τα σαουδαραβικά πυρηνικά
-
Αυστηρή κοινοβουλευτική εποπτεία
Μπορεί η AI να λειτουργήσει ως στρατιωτικό “αντίβαρο” στα πυρηνικά;
Η κυβέρνηση Trump θα μπορούσε να προτείνει μια εναλλακτική: την ενίσχυση της Σαουδικής Άμυνας με συστήματα AI, σε συνεργασία με το Ισραήλ. Το Ισραήλ έχει μοναδική εμπειρία στην αξιοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης σε πολεμικά περιβάλλοντα, όπως κατά τον πόλεμο στη Γάζα.
Παραδείγματα:
-
Το σύστημα “Gospel” (από το 2021), που βοηθά τη Μονάδα 8200 στην αναγνώριση στόχων μέσω λεκτικών και οπτικών δεδομένων από δίκτυα και διαδικτυακές πηγές
Χάρη στην AI, εντοπίστηκαν 37.000 στόχοι κατά τη διάρκεια του πολέμου -
Χρήση AI στα άρματα Merkava Mark 4 “Barak” για αναγνώριση υπόγειων σηράγγων της Χαμάς
-
Σύστημα αναγνώρισης προσώπου με AI στα σύνορα της Γάζας για εντοπισμό μαχητών που προσπαθούσαν να διαφύγουν μεταμφιεσμένοι ως άμαχοι
Η χρήση τέτοιων AI-όπλων μπορεί να μειώσει την ανάγκη για πυρηνικά, καθώς:
-
Στην επιθετική λειτουργία, επεξεργάζονται τεράστιους όγκους πληροφοριών για τον εντοπισμό κρίσιμων στόχων (γραμμές ανεφοδιασμού, εργοστάσια, επικοινωνίες)
-
Στην αμυντική λειτουργία, μπορούν να εντοπίζουν και να αναχαιτίζουν απειλές σε πραγματικό χρόνο
Η ενίσχυση της στρατιωτικής αποτρεπτικής ισχύος της Σαουδικής Αραβίας μέσω τεχνολογίας και όχι πυρηνικής ισχύος, θα μπορούσε να διευκολύνει το δρόμο προς την εξομάλυνση.
-
Πολιτική2 μήνες πριν
Ομολογία αποτυχίας! Οι Τούρκοι εγκαταλείπουν τη “Γαλάζια Πατρίδα” δια στόματος του εμπνευστή της
-
Αναλύσεις3 μήνες πριν
Μάικλ Ρούμπιν στη Hellas Journal: Η σύλληψη Ιμάμογλου σηματοδοτεί ότι ο Ερντογάν θα απελευθερώσει τον Οτζαλάν μέσα σε νεκροσακούλα!
-
Πολιτική1 εβδομάδα πριν
Ανατροπή στην ανατροπή! Ο Σίσι βάζει τα πράγματα στη θέση τους για το Σινά – Καμία προσβολή της μοναδικής και ιερής θρησκευτικής θέσης της Μονής -Δεν αλλάζει πουθενά το καθεστώς
-
Πολιτική2 μήνες πριν
Τούρκοι εισέβαλαν στην Καβάλα για να δείξουν «απειλητική» πινακίδα της ματωμένης Κύπρου! (video)
-
Άμυνα1 μήνα πριν
Χειρουργική επιχείρηση! Η Ινδία χτύπησε το Πακιστάν με SCALP και HAMMER που εκτοξεύτηκαν από Rafale
-
Διεθνή4 εβδομάδες πριν
Ινδός στρατηγός απειλεί με πυρηνικό αφανισμό την Τουρκία
-
Διεθνή2 μήνες πριν
Με την ουρά στα σκέλια! Φιντάν: Η Τουρκία δεν επιθυμεί καμία αντιπαράθεση με το Ισραήλ στη Συρία
-
Άμυνα3 εβδομάδες πριν
Το 20% της αεροπορικής ισχύος του Πακιστάν διέλυσε σε ένα βράδυ η Ινδία!