Ακολουθήστε μας

Διεθνή

Πόσο πιθανή είναι μία ρωσική εισβολή στην Ουκρανία

Δημοσιεύτηκε στις

Τι σημαίνει η δήλωση του Προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν ότι «η Ρωσία θα εισβάλει στην Ουκρανία»

Κωνσταντίνος Λουκόπουλος

Η διεθνής και ιδιαίτερα η ευρωατλαντική κοινότητα έχει στρέψει δικαιολογημένα την προσοχή της στην ρώσο-ουκρανική κρίση και παρακολουθεί με ανησυχία από πολύ κοντά τις εξελίξεις. Τα σενάρια δίνουν και παίρνουν με σχετικούς και ασχέτους να προσπαθούν να προβλέψουν το τι θα γίνει. Το κρίσιμο και βασανιστικό ερώτημα είναι αν τελικά οι ρωσικές στρατιωτικές δυνάμεις που έχουν αναπτυχθεί σε περιοχές συγκεντρώσεως όχι πολύ μακριά από τα σύνορα με την Ουκρανία θα εισβάλουν τελικά σε αυτήν και σε αυτό το ερώτημα θα επιχειρήσουμε με αυτό το άρθρο να δώσουμε απάντηση.

Η δήλωση του Προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν την περασμένη Πέμπτη, ότι «η Ρωσία θα εισβάλει στην Ουκρανία» πυροδότησε νέο κύμα ανησυχίας αν και λίγες ώρες μετά έσπευσε να τις διορθώσει όπως έκανε επίσης και ο Αμερικανός ΥΠΕΞ Άντονυ Μπλίνκεν ο οποίος συναντήθηκε την επόμενη ημέρα (Παρασκευή) για 90 λεπτά με τον Ρώσο ομόλογό του Σεργκέι Λαβρώφ στην Γενεύη. Κάτι που αύξησε ευλόγως την ήδη έντονη ανησυχία ήταν και η «ακατανόητη» σύσταση αποχώρησης των οικογενειών των μελών κάποιων διπλωματικών αποστολών στο Κίεβο κάτι για το οποίο διαμαρτυρήθηκε η Ουκρανική Κυβέρνηση.

Δεν μπορούμε να ξέρουμε αν η συγκεκριμένη δήλωση Μπάιντεν εντάσσονταν στο πλαίσιο ενός πληροφοριακού πολέμου προς την Μόσχα, αν ο ίδιος μπέρδεψε τα λόγια του, αν πρόκειται για ένα επικοινωνιακό τρικ για εσωτερική κατανάλωση με δεδομένη την μεγάλη δημοσκοπική του φθορά ή αν προέρχονταν από κάποια εκτίμηση των Αμερικανικών Υπηρεσιών Πληροφοριών. Οπότε γεννάται αναπόφευκτα το ερώτημα αν αυτή η εκτίμηση είναι τελικά το ίδιο ακριβής όσο ήταν η και εκτίμηση τους ότι ο Αφγανικός Στρατός θα μπορούσε να κρατήσει απέναντι στους Ταλιμπάν για τουλάχιστον…6 μήνες!

Αναντίρρητα όμως η ένταση συντηρείται! Και επικοινωνιακά κυρίως από πλευράς Δύσης έστω και αν πολλοί εκτιμούμε ότι ουσιαστικά η προσπάθεια εστιάζεται στο να τεθεί το πλαίσιο μίας ολικής διαπραγμάτευσης, όπως επιδιώκει η Μόσχα. Κάποιοι έσπευσαν να χαρακτηρίσουν την συνάντηση Μπλίνκεν – Λαβρώφ ως αποτυχία των διαπραγματεύσεων. Όμως δεν επρόκειτο για διαπραγμάτευση αλλά για μία προεισαγωγική συνάντηση, συνέχεια εκείνης των δύο Υφυπουργών προκειμένου να καθοριστεί το πρώτο βήμα μία μακράς διαδικασίας και αυτό θα είναι η γραπτή αντιπρόταση της Ουάσιγκτον στη λεγόμενη πρόταση της Μόσχας που για πολλούς θεωρείται τελεσίγραφο στο τέλος Ιανουαρίου.

Σε κάθε περίπτωση όμως, όσο και αν η πλειονότητα ακούει «τύμπανα πολέμου» και βλέπει ως επικείμενη μία εισβολή έστω και «μικρή», διαφαίνεται ότι η Ρωσία η οποία έχει ήδη κερδίσει πάρα πολλά με την εξαναγκαστική της πολιτική και επιχειρεί τώρα να παγιώσει και νομιμοποιήσει τα τετελεσμένα, δεν προτίθεται να επιχειρήσει στρατιωτικά τουλάχιστον στο προσεχές διάστημα.

Με ανάπτυξη πολλών τεθωρακισμένων και μηχανοκινήτων Ταξιαρχιών που η δύναμη τους φθάνει και ίσως ξεπερνάει τους 100 χιλιάδες στρατιώτες, τις δυνατότητες τις διαθέτει. Κάποιοι ισχυρίζονται ότι θα εισβάλει στις αποσχισθείσες περιοχές της Ανατολικής Ουκρανίας. Μα γιατί να εισβάλει αφού η Ρωσία είναι ήδη εκεί. Η Μόσχα μπορεί να υποστηρίζει ότι τα στρατεύματα των δύο αυτοαποκαλούμενων «Λαϊκών Δημοκρατιών του Ντόντσεκ και Λουγκάνσκ» αποτελούνται από αυτονομιστές και δεν συμμετέχουν δικά της στρατιωτικά τμήματα, αλλά εκτιμάται ότι το 60% -70% των 30.000 πού έχουν οργανωθεί από τους Ρώσους σε τακτικές στρατιωτικές μονάδες είναι Ρώσοι στρατιωτικοί και παραστρατιωτικοί. Οι δύο Διοικήσεις επιπέδου Σώματος Στρατού που έχουν συγκροτηθεί στον Ντονέτσκ (1ο) και στο Λούγκανσκ (2ο) υπάγονται στην 8η Διοίκηση της Νότιας Στρατιωτικής Περιφέρειας της …Ρωσίας με μονάδες πλήρως εξοπλισμένες με σύγχρονα μέσα.

Κάποιοι απορούν για την εκτίμησή μου ότι επί του παρόντος δεν είναι πιθανή μία μεγάλη ή μικρή εισβολή ρωσικών στρατιωτικών δυνάμεων στην Ουκρανία (σημ. οι υβριδικές «επιθέσεις» δεν συνιστούν εισβολή και είναι κάτι άλλο). Πρώτα απ’ όλα θα πρέπει να έχουμε εκτιμήσει ποιον συγκεκριμένο πολιτικό σκοπό θα εξυπηρετούσε μία εισβολή. Σαφής και κατηγορηματική απάντηση όμως δεν υπάρχει! Όμως υπάρχουν κάποια δεδομένα που δεν μπορούμε να μην τα λάβουμε υπόψη. Ουσιαστικά, η ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ εξαλείφεται ως ενδεχόμενο, άσχετα αν δεν λέγεται επίσημα, η απόσχιση της περιφέρειας του Ντόνμπας έχει ήδη σε μεγάλο βαθμό παγιωθεί και η Κριμαία -αρέσει δεν αρέσει- έχει τελειώσει και δεν… «επιστρέφεται»! Με μία εισβολή πως θα νομιμοποιήσει τα τετελεσμένα; Τα γεγονότα απλά παρατίθενται και ασφαλώς δεν υποστηρίζουμε ότι πράττει δικαίως η Μόσχα.

Για μία τέτοια απόφαση ο γεωπολιτικός αναλυτής, μελετητής της Ρωσίας και αρθρογράφος σε πολλά έγκυρους ιστότοπους Γιουτζίν Τσαουσόφσκυ (Eugene Chausovsky) σε σχετικό του άρθρο στο Foreign Policy αναφέρει ότι στην διαδικασία λήψεως αποφάσεως η Μόσχα εξετάζει τους παρακάτω πέντε παράγοντες: Έναυσμα (αφορμή), τοπική υποστήριξη, εκτιμώμενη αντίδραση σε στρατιωτικό επίπεδο, σκοπιμότητα και εκτιμώμενο σχετικά χαμηλό πολιτικό και οικονομικό κόστος. Σε περίπτωση που υφίστανται όλοι αυτοί οι παράγοντες τότε θα λέγαμε ότι μία ρωσική στρατιωτική εισβολή συγκεντρώνει μεγάλες πιθανότητες. Επειδή όμως αυτοί οι παράγοντες είναι ανεπαρκείς ή απουσιάζουν, οι πιθανότητες μειώνονται στο ελάχιστο. Τόσο στην περίπτωση της Κριμαίας και της απόσχισης του Ντόνμπας το 2014 όσο και παλαιότερα στην Γεωργία-Νότια Οσετία τον Αύγουστο 2008 υπήρχαν και ήταν ευνοϊκοί και οι πέντε παράγοντες που αναφέραμε παραπάνω. Η Ρωσία μπορεί να είναι αναθεωρητική δύναμη αλλά ουδόλως είναι ανορθολογική.

Σήμερα η Ουκρανία παρά τα εσωτερικά της προβλήματα είναι σε πολύ καλύτερη κατάσταση απ’ ότι ήταν το 2014. Η στρατιωτική της ισχύ έχει επαυξηθεί σημαντικά και δεν θα είναι εύκολος αντίπαλος. Μία κατοχή ουκρανικών εδαφών θα είχε μεγάλο κόστος για την Ρωσία, θα δημιουργούσε μεγάλα προβλήματα και τελικά θα έφερνε τις στρατιωτικές δυνάμεις της Δύσης στην …πόρτα της.

Η Ρωσία θα συνεχίσει να ασκεί εξαναγκαστική πολιτική βασιζόμενη στα φοβικά σύνδρομα της Δύσης. Η ένταση τελικά βολεύει όλες τις πλευρές και λυπάμαι για τον ωμό τρόπο που το επισημαίνω γιατί μετά από μία διαπραγμάτευση και οι δύο πλευρές θα μπορούσαν να παρουσιάσουν την έκβασή της ως νίκη.

Δεν είναι εύκολο βεβαίως να καταλήξουν Ουάσιγκτον και Μόσχα σε μια συμφωνία που αναφέρεται σε όλο το πλέγμα της Ευρωατλαντικής Αρχιτεκτονικής Ασφάλειας. Όμως και οι δύο πλευρές επιζητούν την ύφεση. Η Ρωσία θα περιμένει την επίσημη απάντηση των Ηνωμένων Πολιτειών στην πρότασή της για εγγυήσεις ασφαλείας, τις οποίες η Ουάσιγκτον έχει υποσχεθεί να παράσχει έως τις 30 Ιανουαρίου, προτού αποφασίσει για τα επόμενα βήματά της, διπλωματικά και στρατιωτικά. Αν και η ρωσική πολιτική βραχυπρόθεσμα δεν θα αλλάξει φαίνεται ότι για τον Πούτιν ακόμα και κάποιες άτυπες διαβεβαιώσεις είναι επαρκείς για να βρίσκεται σε έναν πολιτικό διάλογο με τις ΗΠΑ που προκρίνεται έναντι μίας δαπανηρής στρατιωτικής δράσης κατά της Ουκρανίας. Ας μην ξεχνάμε ότι η ρωσική διπλωματία διέπεται από το «ποτέ μην χαρίζετε κάτι που μπορείτε να πουλήσετε» όταν από την άλλη πλευρά διαπιστώνονται απώλεια πρωτοβουλίας και αυτοσχεδιασμοί.

Ανακεφαλαιώνοντας, θα επαναλάβουμε ότι η ρωσική στρατιωτική εισβολή δεν είναι πιθανή και η Μόσχα θα συνεχίζει να πιέζει για να ενισχύσει ακόμα περισσότερο την θέση της στην διαπραγμάτευση που είναι στον ορίζοντα και την επιθυμούν και οι δύο πλευρές. Από πλευράς Δύσης, η Ουάσιγκτον διαπραγματεύεται και ας υποστηρίζει κατ’ ευφημισμό ότι συνεννοείσαι με τους συμμάχους και η σκληρή αλήθεια είναι ότι το Κίεβο έχει μείνει …απ’ έξω.

Τέλος οφείλουμε να τονίσουμε ότι αν στην Δύση είχαν πάρει στα σοβαρά τις προειδοποιήσεις Πούτιν στην ετήσια Διάσκεψη για την Ασφάλεια του Μονάχου τον Μάρτιο 2007 και αυτές του Απριλίου 2008, η κατάσταση σήμερα θα ήταν εντελώς διαφορετική. Η Ρωσία έχει πλέον την πρωτοβουλία και ένα ευρύ φάσμα πολιτικών στρατιωτικών επιλογών επιλογών, η Δύση όχι!

* Ο Αντιστράτηγος ε.α. Κωνσταντίνος Λουκόπουλος είναι Γεωστρατηγικός Αναλυτής και Εκτελεστικός Διευθυντής στο «Παρατηρητήριο Ευρωμεσογειακής Ασφάλειας και Συνεργασίας»

liberal.gr

Ο Σταύρος Καλεντερίδης, ξεκίνησε τις σπουδές του στην Αθήνα, σπουδάζοντας Πολιτική Επιστήμη στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Έπειτα από τέσσερα χρόνια συμμετοχής στα φοιτητικά όργανα συνδιοίκησης της σχολής του και σε διάφορες οργανώσεις νέων, αποφάσισε να συνεχίσει τις σπουδές του στο εξωτερικό. Στη Βοστόνη των Η.Π.Α. ολοκλήρωσε δύο μεταπτυχιακά προγράμματα, στις Διεθνείς Σχέσεις (Αμερικανική εξωτερική πολιτική) και στην Επικοινωνία (Πολιτική Επικοινωνία), ενώ παράλληλα εργάστηκε στο Ελληνικό Προξενείο της Βοστόνης, στη σχολή του ως βοηθός έρευνας και σε δύο πολιτικές καμπάνιες Αμερικανών πολιτικών (Δημοκρατικών – Ρεπουμπλικάνων). Μετά από τρία χρόνια στις Η.Π.Α., άκουσε το κάλεσμα της πατρίδας του και επέστρεψε πίσω με μεγάλο πόθο για προσφορά στην Ελλάδα. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος δύο κοινωφελών οργανισμών, του δέλτα – πολιτική επανάσταση (πολιτικός οργανισμός) και της Λεοντίδας (ίδρυμα προώθησης θεμάτων ιστορίας, πολιτισμού και δημοκρατίας). Σήμερα ζει και εργάζεται στην Αθήνα, ασχολείται με διάφορα εγχειρήματα πολιτικής διπλωματίας και δημοκρατίας, γράφει πολιτικά άρθρα, σχολιάζει την επικαιρότητα και συνεχίζει την προσωπική του μελέτη στην ιστορία και την πολιτική φιλοσοφία.

Συνέχεια ανάγνωσης

Διεθνή

Στέιτ Ντιπάρτμεντ: Κινεζική δορυφορική εταιρεία υποστηρίζει τις επιθέσεις των Χούθι κατά των αμερικανικών συμφερόντων

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ κατηγόρησε την Πέμπτη μια κινεζική εταιρεία, την Chang Guang Satellite Technology, ότι υποστηρίζει – άμεσα – επιθέσεις κατά των συμφερόντων των ΗΠΑ από μαχητές Χούθι που υποστηρίζονται από το Ιράν.

Νωρίτερα, οι Financial Times επικαλέστηκαν Αμερικανούς αξιωματούχους ότι η δορυφορική εταιρεία, που συνδέεται με τον κινεζικό στρατό, προμήθευε στους αντάρτες Χούθι με εικόνες για να στοχοποιήσουν αμερικανικά πολεμικά πλοία και διεθνή πλοία στην Ερυθρά Θάλασσα.

«Μπορούμε να επιβεβαιώσουμε την αναφορά ότι η Chang Guang Satellite Technology Company Limited υποστηρίζει άμεσα τις τρομοκρατικές επιθέσεις των Χούθι που υποστηρίζονται από το Ιράν εναντίον των συμφερόντων των ΗΠΑ», δήλωσε η εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Τάμι Μπρους σε τακτική ενημέρωση των συντακτών.

Με πληροφορίες από Reuters

Συνέχεια ανάγνωσης

Διεθνή

Ανοιχτό το ενδεχόμενο επίθεσης στο Ιράν από Τραμπ!

«Δεν απέρριψα το ισραηλινό σχέδιο, αλλά δεν βιάζομαι», λέει ο πρόεδρος των ΗΠΑ

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Κατά τη διάρκεια των δηλώσεων, στο πλαίσιο της συνάντησής του με την Ιταλίδα πρωθυπουργό Τζόρτζια Μελόνι, ο Ντόναλντ Τραμπ ρωτήθηκε για ένα δημοσίευμα των New York Times ότι «απορρίφθηκε» ένα ισραηλινό σχέδιο για χτύπημα στις ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις τον επόμενο μήνα.

Ειδικότερα,  ο πρόεδρος των ΗΠΑ απάντησε: «Δεν θα έλεγα ότι απορρίφθηκε».

Και πρόσθεσε: «Δεν βιάζομαι να το κάνω», επιβεβαιώνοντας ως έναν βαθμό το δημοσίευμα, το οποίο ανέφερε ότι το Ισραήλ ήθελε να προχωρήσει σε μια μεγάλη ισραηλινοαμερικανική επίθεση στις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν τον επόμενο μήνα, αλλά ο Τραμπ επέλεξε τη διπλωματία.

«Το Ιράν έχει την ευκαιρία να έχει μια σπουδαία χώρα και να ζει ευτυχισμένα χωρίς θάνατο, και θα ήθελα να το δω αυτό», εξήγησε ο Αμερικανός πρόεδρος, μιλώντας σε δημοσιογράφους στο Οβάλ Γραφείο. «Αυτή είναι η πρώτη μου επιλογή», συμπλήρωσε.

«Εάν υπάρχει μια δεύτερη επιλογή, νομίζω ότι θα ήταν πολύ κακή για το Ιράν και νομίζω ότι το Ιράν θέλει τις συνομιλίες. Ελπίζω ότι θέλουν να μιλήσουν. Θα είναι πολύ καλό για αυτούς αν το κάνουν. Το Ιράν δεν μπορεί να έχει πυρηνικό όπλο. Είναι πολύ απλό», υπογράμμισε ο Ντόναλντ Τραμπ.

Συνέχεια ανάγνωσης

Διεθνή

Η Ρωσία αφαιρεί τους Ταλιμπάν από τον κατάλογο των τρομοκρατικών οργανώσεων

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Το Ανώτατο Δικαστήριο της Ρωσίας ανακοίνωσε σήμερα ότι επικύρωσε την απόφαση αφαίρεσης των Ταλιμπάν από τον ρωσικό κατάλογο των τρομοκρατικών οργανώσεων, ένα συμβολικό μέτρο που αποσκοπεί στην ενίσχυση των σχέσεων μεταξύ Μόσχας και Καμπούλ.

Αφότου οι Ταλιμπάν επανήλθαν στην εξουσία στο Αφγανιστάν το καλοκαίρι του 2021, η χώρα είναι απομονωμένη από τη διεθνή κοινότητα.

«Η απόφαση τίθεται αμέσως σε ισχύ», τόνισε ο δικαστής που είχε επιφορτιστεί με την υπόθεση, μετέδωσαν ρωσικά πρακτορεία ειδήσεων έπειτα από μια ακροαματική διαδικασία κεκλεισμένων των θυρών.

Η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ωστόσο, δεν ισοδυναμεί με επίσημη αναγνώριση της κυβέρνησης των Ταλιμπάν από τη Μόσχα σε αυτό το στάδιο.

Τον Μάρτιο, η ρωσική εισαγγελία ζήτησε να αφαιρεθούν οι Ταλιμπάν από τον κατάλογο των οργανώσεων που χαρακτηρίζονται «τρομοκρατικές» στη Ρωσία και ως εκ τούτου έχουν τεθεί εκτός νόμου. Οι Ταλιμπάν βρίσκονταν στον κατάλογο από το 2003, μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001.

Οι Ταλιμπάν κατέλαβαν την πρωτεύουσα του Αφγανιστάν την Καμπούλ στις 15 Αυγούστου 2021, μετά την κατάρρευση της υποστηριζόμενης από τις ΗΠΑ κυβέρνησης, ενώ λίγες μέρες αργότερα ακολούθησε η πλήρης αποχώρηση του αμερικανικού στρατού.

Έκτοτε, η Μόσχα έχει προχωρήσει στην εξομάλυνση των σχέσεων με τη νέα αφγανική κυβέρνηση των Ταλιμπάν, την οποία βλέπει ως πιθανό οικονομικό εταίρο και εταίρο κατά της τρομοκρατίας.

Εντούτοις, μέχρι σήμερα, η κυβέρνηση Ταλιμπάν δεν έχει αναγνωριστεί επισήμως από καμία χώρα, ιδίως λόγω της επιδείνωσης της κατάστασης των δικαιωμάτων των γυναικών στο Αφγανιστάν.

Ωστόσο, εκτός από τη Ρωσία, το Πακιστάν, η Κίνα, το Ιράν και οι περισσότερες χώρες της Κεντρικής Ασίας διατηρούν de facto διπλωματικές σχέσεις με τις αφγανικές αρχές.

Προσέγγιση Κρεμλίνου – Καμπούλ

Η Μόσχα έχει δεχθεί απεσταλμένους των Ταλιμπάν στη Ρωσία σε πολλές περιπτώσεις, ακόμη και πριν από την επιστροφή τους στην εξουσία.

Η προσέγγιση μεταξύ του Κρεμλίνου και της Καμπούλ φάνηκε να επιταχύνεται έπειτα από μια επίθεση τον Μάρτιο του 2024 κοντά στη Μόσχα, όταν 145 άνθρωποι σκοτώθηκαν σε μια αίθουσα συναυλιών από τέσσερις ενόπλους του Ισλαμικού Κράτους στο Χορασάν, παρακλάδι της τζιχαντιστικής οργάνωσης στο Αφγανιστάν.

Τον Ιούλιο του 2024, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν δήλωσε ότι θεωρεί τους Ταλιμπάν «συμμάχους στην μάχη κατά της τρομοκρατίας».

Στη συνέχεια, στα τέλη του 2024, υπέγραψε έναν νόμο που επιτρέπει στις ρωσικές αρχές να αφαιρέσουν μια οργάνωση από τον κατάλογο των τρομοκρατικών οργανώσεων, οι οποίες απαγορεύονται επομένως στη χώρα.

Τον περασμένο Οκτώβριο, ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ κάλεσε τη Δύση να άρει τις κυρώσεις κατά του Αφγανιστάν και να αναλάβει «ευθύνη» για την ανοικοδόμηση της χώρας, η οποία έχει καταστραφεί από δεκαετίες πολέμου.

Ο γραμματέας του Συμβουλίου Ασφαλείας της Ρωσίας Σεργκέι Σόιγκου επισκέφθηκε την Καμπούλ στα τέλη Δεκεμβρίου, μια σπάνια επίσκεψη υψηλόβαθμου ξένου αξιωματούχου, κατά την οποία δήλωσε την επιθυμία του να ενισχύσει τη «συνεργασία» με το Αφγανιστάν.

Πολλοί ηγέτες των Ταλιμπάν πολέμησαν στον δεκαετή πόλεμο της Σοβιετικής Ένωσης στο Αφγανιστάν τη δεκαετία του 1980.

Πηγή: ΑΜΠΕ 

Συνέχεια ανάγνωσης

Δημοφιλή