«Πόσες µέρες μπορούμε να κινήσουμε τον Στόλο; Για πόσες ημέρες έχουμε καύσιμα;». Η φράση αυτή, που ακούστηκε σε απόρρητη σύσκεψη στο υπουργείο Εξωτερικών σε μια από τις προηγούμενες κυβερνήσεις, εντάσσεται στη μακρά εποποιία των ελληνοτουρκικών σχέσεων και ειδικώς στο σκέλος των προβληματισμών για την επέκταση των χωρικών υδάτων και της υφαλοκρηπίδας. Ποιος ήταν ο Ελληνας αξιωματούχος που εξέφρασε το ρητορικό ερώτημα για τις χρονικές δυνατότητες πλεύσης του Στόλου; Και γιατί μπορεί να χρειαζόταν να πλεύσει ο Στόλος;
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Το διαχρονικό θέμα των οριοθετήσεων (υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ) και επεκτάσεων (χωρικών υδάτων) αναδύθηκε για μια ακόμη φορά στην επιφάνεια όταν δύο υψηλόβαθμοι Τούρκοι αξιωματούχοι, ο υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου και ο υπουργός Αμυνας Χουλουσί Ακάρ, προειδοποίησαν με δηλώσεις τους ότι το τουρκικό casus belli (απειλή πολέμου), που υπάρχει από το 1995 για το Αιγαίο, επεκτείνεται και έναντι όποιας απόφασης επέκτασης των χωρικών υδάτων πέραν των 6 μιλίων στον νότο της Κρήτης.
Ολα τα ισχύοντα στη θάλασσα ήταν περίπου «στον αέρα» μέχρι να τεθεί σε ισχύ η Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας, τον Νοέμβριο του 1995. Μέχρι τότε δεν υπήρχε ρητά διατυπωμένο το δικαίωμα των κρατών να επεκτείνουν τα χωρικά ύδατα έως τα 12 μίλια. Αλλα κράτη είχαν χωρικά ύδατα 3 μιλίων, άλλα 6 και άλλα 9 – σπανίως 12. Από το 1994, όμως, η «επέκταση στα 12» κατέστη δικαίωμα που μπορεί να ασκηθεί μονομερώς.
Στο διάστικτο από μικρά και μεγάλα νησιά Ανατολικό Αιγαίο, τα πρώτα ίχνη σκέψεων για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και την όποια επέκταση των χωρικών υδάτων εντοπίζονται το 1963 και έγιναν με τη λογική ότι έπρεπε να τακτοποιηθούν τα προβλήματα στο Αιγαίο. Δεν υπήρξε συνέχεια έως τις 2 Μαρτίου 1974, όταν επί πρωθυπουργίας Αδαμάντιου Ανδρουτσόπουλου έγινε σύσκεψη στο ΥΠΕΞ με εισηγητή τον διπλωμάτη και υπηρεσιακό υπουργό Σπύρο Τετενέ, παρουσία του πρωθυπουργού. Ο στόχος ήταν να αποσαφηνιστούν τα όρια για να ξεκινήσουν οι έρευνες υδρογονανθράκων, που είχαν αποκτήσει μεγάλο ενδιαφέρον λόγω της πετρελαϊκής κρίσης του 1972.
Τον Αύγουστο του 1976 το πετρέλαιο του Πρίνου είναι ήδη γεγονός (από τον Φεβρουάριο του 1974 που ανακαλύφθηκε το «Πρίνος Ι») και τα σχέδια συνέχισης των ερευνών αυξάνουν την τουρκική νευρικότητα, που καταλήγει στην αποστολή στο Αιγαίο του «Σισμίκ Ι» (γνωστό ως «Χόρα»). Ανάμεσα στο «Βυθίσατε το Χόρα» (του Ανδρέα Παπανδρέου προς τον Καραμανλή) και του Πρωτοκόλλου της Βέρνης τον Νοέμβριο του ίδιου έτους (όταν ο Καραμανλής και ο Τούρκος πρόεδρος Ντεμιρέλ συμφωνούν να μην προχωρήσουν οι δύο χώρες σε έρευνες πέραν των χωρικών υδάτων έως καταλήξουν οι διαπραγματεύσεις για την υφαλοκρηπίδα), στην Αθήνα γίνονταν συζητήσεις.
Κάποιοι Αμερικανοί πέταξαν την ιδέα: «Εσείς θέλετε να επεκτείνετε στα 12 μίλια και οι Τούρκοι θέλουν να μείνετε στα 6. Γιατί δεν επεκτείνετε στα 9;».
Σε μια φθινοπωρινή σύσκεψη στο ΥΠΕΞ παρουσία του Καραμανλή και με τη συμμετοχή του υπουργού Εξωτερικών Δημήτρη Μπίτσιου, του υπουργού Aμυνας Ευάγγελου Αβέρωφ και των διπλωματών Βύρωνος Θεοδωρόπουλου και Ιωάννη Τζούνη, συζητήθηκε το ενδεχόμενο να προχωρήσει η Αθήνα μονομερώς και να οριοθετήσει την ελληνική υφαλοκρηπίδα. Επικράτησε η σκέψη να αφήσουμε τα πράγματα να εξελιχθούν μόνα τους με το σκεπτικό ότι η εξέλιξη των διεθνών διαπραγματεύσεων για τη συστηματοποίηση και αποσαφήνιση του Δικαίου της Θάλασσας (που είχαν αρχίσει το 1972) θα απέδιδαν καρπούς αυτομάτως ευνοϊκούς προς τα ελληνικά συμφέροντα. Μπορεί κανείς να φανταστεί τον Ευάγγελο Αβέρωφ να «κλίνει» προς αυτή την άποψη αν θυμηθούμε ότι όταν εκδηλώθηκε ο «Αττίλας ΙΙ», το καλοκαίρι του 1974, ήταν και πάλι ο Αβέρωφ εκείνος που με μια ψύχραιμη ανάλυση είχε μεταπείσει τον Καραμανλή, ο οποίος αρχικά είχε σκεφτεί να μπει σε ένα πολεμικό πλοίο και να πάει στην Κύπρο. Ο εθνάρχης μπορεί να έμεινε στην Ιστορία για τις τελικές αποφάσεις του που ήταν συνετές, αλλά η αρχική επεξεργασία τους είχε μπόλικο συναίσθημα.
Ο ήλιος της «Αλλαγής» ανέτειλε πάνω από το Αιγαίο, αλλά και στο ΥΠΕΞ, όπου οι εμπειρογνώμονες σήκωσαν τα μανίκια και έκαναν μελέτες και χάρτες με διαφορετικά σενάρια για χωρικά ύδατα και υφαλοκρηπίδα. Οι γνώστες μεταδίδουν ότι έγιναν δύο μελέτες, η πρώτη μεταξύ 1983-1984 και η δεύτερη μεταξύ 1986-1987. Το ερώτημα των κοιτασμάτων ήταν πάντοτε το «καύσιμο» για τις μελέτες αυτές και αξίζει να τονίσουμε ότι η δουλειά που έγινε τότε (με την κεντρική συμβολή της Υδρογραφικής Υπηρεσίας του Πολεμικού Ναυτικού) επικουρεί και φωτίζει τις σκέψεις, τις συσκέψεις και τις αποφάσεις της πολιτικής ηγεσίας όλων των κυβερνήσεων μέχρι σήμερα. Σύμφωνα με διήγηση μυημένου στις απόκρυφες γνώσεις του ΥΠΕΞ, τον Νοέμβριο του 1988, λίγο μετά την επιστροφή του Ανδρέα Παπανδρέου από το Χέρφιλντ και στο πλαίσιο της ετήσιας συνδιάσκεψης των χωρών που είχαν έως τότε επικυρώσει τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας, κάποιοι Αμερικανοί πλησίασαν την ελληνική αντιπροσωπεία και πέταξαν την ιδέα: «Εσείς θέλετε να επεκτείνετε στα 12 μίλια και οι Τούρκοι θέλουν να μείνετε στα 6. Γιατί δεν επεκτείνετε στα 9;». Η πληροφορία έφθασε στην Αθήνα, όπου επικράτησε η ερμηνεία ότι «μάλλον οι Αμερικανοί πάνε να μας στήσουν παγίδα και να μας μπλέξουν σε πόλεμο με τους Τούρκους».
Το casus belli
Στις 31 Μαΐου 1995 η ελληνική Βουλή ενσωματώνει στο εθνικό δίκαιο τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας. Καθώς το λογικό επόμενο βήμα ήταν η επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια (κάτι που αν γινόταν θα μετέτρεπε το μεγαλύτερο τμήμα τής προς διαπραγμάτευση υφαλοκρηπίδας σε χωρικά ύδατα), οι Τούρκοι ψηφίζουν το casus belli στις 8 Ιουνίου. Το επόμενο «επεισόδιο» έρχεται την περίοδο 2002-2003 επί κυβερνήσεως Σημίτη, όταν στο πλαίσιο των διερευνητικών επαφών η Ελλάδα φέρεται να είναι έτοιμη να προχωρήσει σε τμηματική επέκταση των χωρικών υδάτων στο Αιγαίο (8, 10 ή 12 μίλια) κατά περίπτωση. Η Τουρκία δεν αντιδρά, κάτι που σημαίνει ότι μάλλον το είχε αποδεχθεί, υπογραμμίζοντας όμως ότι στα 12 μίλια θα μπορούσε να επεκταθούν τα ελληνικά χωρικά ύδατα μόνο των ηπειρωτικών ακτών.
Το φθινόπωρο του 2012 ο Αντώνης Σαμαράς φέρεται έτοιμος να εγκρίνει την κατάθεση συντεταγμένων στον ΟΗΕ για την οριοθέτηση της ελληνικής ΑΟΖ (και άρα και της υφαλοκρηπίδας). Γίνονται συνολικά τέσσερις συσκέψεις στο ΥΠΕΞ, στην πρώτη εκ των οποίων συμμετέχουν ο πρωθυπουργός, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Ευάγγελος Βενιζέλος, ο υπουργός Εξωτερικών Δημήτρης Αβραμόπουλος και ανώτατα κυβερνητικά στελέχη. Στην αρχή όλοι εμφανίζονταν σύμφωνοι, αλλά στο τέλος ο Αβραμόπουλος εξέφρασε επιφυλάξεις υπενθυμίζοντας ότι η κατάθεση συντεταγμένων επιβάλλει την υπεράσπιση της πιθανής αμφισβήτησής τους από το Πολεμικό Ναυτικό. Σε μια από τις συσκέψεις, που έγιναν στο κλίμα της κρίσης και του σκληρού δεύτερου μνημονίου, φέρεται να έθεσε το ρητορικό ερώτημα για τα «καύσιμα του Στόλου». Τα σχέδια διέρρευσαν στον Τύπο και σύντομα εγκαταλείφθηκαν. Αντί για συντεταγμένες η Ελλάδα έστειλε ρηματική διακοίνωση στον ΟΗΕ με τις ελληνικές θέσεις. Ακολούθως ο Νίκος Κοτζιάς οριστικοποίησε τους χάρτες και τους παρέδωσε στον Αλέξη Τσίπρα όταν παραιτήθηκε το 2018, αλλά δεν δόθηκε συνέχεια. Κι από τότε δεν έχει γίνει τίποτα, πέρα από την ανακήρυξη ΑΟΖ και τις επεκτάσεις που έγιναν επί κυβερνήσεως Μητσοτάκη στο Ιόνιο και σε περιοχές που ορίζει το ελληνοαιγυπτιακό μνημόνιο. Τουλάχιστον σήμερα ο Στόλος έχει καύσιμα για πολύ καιρό, αν χρειαστεί…
Καθημερινή