Βαδίζουμε ήδη στον ενδέκατο μήνα από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Μπορεί η Ευρωπαϊκή Ενωση (Ε.Ε.) να μη βιώνει πολεμικές συγκρούσεις, αλλά έναν μεγάλο οικονομικό και ενεργειακό πόλεμο. Και μέχρι στιγμής αντέχει, περισσότερο από ό,τι πολλοί προέβλεπαν στην αρχή του πολέμου.
Αναπόσπαστο κομμάτι της Ε.Ε. είναι η βιομηχανία της. Ηδη πριν από τον πόλεμο, η Ενωση προσπαθούσε, ισορροπώντας ανάμεσα στους κλιματικούς στόχους και στην επιδίωξη για διατήρηση του επιπέδου ευημερίας, να δώσει μια νέα ώθηση στη βιομηχανική δραστηριότητα, βάζοντας στόχο να φτάσει η συμβολή της στο 1/5 του ενωσιακού ΑΕΠ μέχρι το 2030. Κατόπιν ήρθε ο πόλεμος και η όξυνση της ενεργειακής κρίσης που συνδυαστικά χτύπησαν δυνατά την ευρωπαϊκή βιομηχανία. Το κόστος ενέργειας αυξήθηκε πολλαπλά, αγορές έκλεισαν για τα ευρωπαϊκά προϊόντα και οι πληθωριστικές πιέσεις αυξήθηκαν κι αυτές εντυπωσιακά.
Παρ’ όλα αυτά, τα στοιχεία της Eurostat δείχνουν μια αξιοσημείωτη αντοχή της βιομηχανικής παραγωγής στην Ε.Ε. Τον Σεπτέμβριο 2022 η συνολική βιομηχανική παραγωγή ήταν αυξημένη κατά 4,9% σε σύγκριση με τον Σεπτέμβριο 2021. Το ίδιο φαινόμενο παρατηρήθηκε –περίπου στον ίδιο βαθμό– και τον Αύγουστο. Μάλιστα, η βιομηχανία έχει συνεισφέρει σε μεγάλο βαθμό και στη μείωση της κατανάλωσης φυσικού αερίου στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Ο στόχος που έβαλε το καλοκαίρι η Ενωση για μείωση κατά 15% έχει ξεπεραστεί στις περισσότερες χώρες-μέλη. Μπορεί να έχει βοηθήσει και ο καλός καιρός του φθινοπώρου αλλά έχει γίνει και πρωτογενής εξοικονόμηση, ειδικά υπό το βάρος των αστρονομικών τιμών αερίου.
Αρα, όλα καλά με τη βιομηχανία; Κάθε άλλο! Πρώτα από όλα η γενική εικόνα αποκρύβει τις επιμέρους πτυχές. Οι ενεργοβόρες βιομηχανίες στην Ευρώπη έχουν δεχτεί σημαντικό πλήγμα, αρκετά χυτήρια μετάλλων και βιομηχανίες λιπασμάτων έχουν διακόψει την παραγωγή τους τελευταίους μήνες. Στους πίνακες της Eurostat, ο βιομηχανικός κλάδος των ενδιάμεσων αγαθών –που περιλαμβάνει και την παραγωγή μετάλλων– εμφανίζει συνεχώς μείωση από τον Ιούνιο και μετά. Πέρα από τους μήνες που προηγήθηκαν, μας ενδιαφέρουν –περισσότερο– και αυτοί που έρχονται. Σε έρευνα του γερμανικού ινστιτούτου Ifo τον περασμένο Οκτώβριο, οι τρεις στις τέσσερις βιομηχανίες μεταποίησης στη Γερμανία δήλωσαν ότι πέτυχαν μείωση κατανάλωσης αερίου τους προηγούμενους έξι μήνες χωρίς να μειώσουν την παραγωγή τους. Ομως στην ίδια έρευνα λιγότερες από τέσσερις στις δέκα δήλωσαν ότι μπορούν να πετύχουν κι άλλη μείωση τους επόμενους μήνες χωρίς να μειωθεί η παραγωγή τους.
Τον Σεπτέμβριο 2022 η συνολική βιομηχανική παραγωγή ήταν αυξημένη κατά 4,9% σε σύγκριση με τον Σεπτέμβριο 2021.
Είναι λοιπόν σαφές ότι τα δύσκολα είναι μπροστά. Το υψηλότατο ενεργειακό κόστος φέρνει την ευρωπαϊκή βιομηχανία σε μειονεκτική θέση έναντι του παγκόσμιου ανταγωνισμού. Για να ξεπεράσει με επιτυχία τους επόμενους μήνες αλλά και τα προσεχή 1-2 χρόνια χρειάζεται στήριξη σε ενωσιακό επίπεδο αλλά και συντονισμό των εθνικών πολιτικών ενισχύσεων, ώστε να μην υπάρχουν εντός της Ενωσης βιομηχανίες κάποιων χωρών που θα είναι πιο ίσες από τις άλλες…
Η σύγχρονη τάση σε όλες τις μεγάλες, ανεπτυγμένες οικονομίες είναι η πολλαπλή στήριξη των εγχώριων εταιρειών για να γίνουν πρωτοπόρες στις τεχνολογίες, στα υλικά και στις υπηρεσίες που απαιτεί ο πράσινος μετασχηματισμός της παγκόσμιας οικονομίας. Εκεί ρίχνει το βάρος της η κυβέρνηση των ΗΠΑ, προκαλώντας αναταραχή στις σχέσεις της με την Ευρώπη, το ίδιο κάνει η Κίνα, παρόμοιο πρόγραμμα έχει ανακοινώσει και η Κορέα. Η Ευρωπαϊκή Ενωση έχει αργήσει χαρακτηριστικά σε αυτόν τον τομέα. Ελπίζουμε ότι το (μεγάλο) καμπανάκι που χτύπησε από την εφαρμογή του αμερικανικού Inflation Reduction Act θα οδηγήσει γρήγορα την Ε.Ε. σε σχεδιασμό και υιοθέτηση αντίστοιχου προγράμματος – για να είναι οι ευρωπαϊκές βιομηχανίες στην πρωτοπορία της πράσινης μετάβασης. Και για να διασφαλίσουμε ότι το Zeitgeist θα λειτουργήσει προς όφελος της ηπείρου όπου διατυπώθηκε, και όχι –μόνο– υπέρ των άλλων οικονομικών δυνάμεων.
* Ο κ. Χάρης Δούκας είναι αν. καθηγητής ΕΜΠ και ο κ. Γιώργος Στάμτσης είναι διδάκτωρ μηχανικός στο Πανεπιστήμιο Ντούισμπουργκ-Εσεν.
Καθημερινή