Ακολουθήστε μας

Γενικά θέματα

Σύλληψη δημοσιογράφου της WSJ: Τριγμούς στις σχέσεις ΗΠΑ – Ρωσίας προκαλεί η νέα «υπόθεση κατασκοπείας»

Δημοσιεύτηκε στις

Η σύλληψη του Αμερικανού ανταποκριτή της Wall Street Journal στη Μόσχα, Ιβαν Γκερσκόβιτς, με την κατηγορία της κατασκοπείας, αποτελεί ακόμη ένα περιστατικό που έρχεται να διαταράξει περαιτέρω τις σχέσεις ΗΠΑ – Ρωσίας.

Η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Ασφαλείας της Ρωσίας (FSB), με ανακοίνωσή της, κατηγόρησε τον 32χρονο Γκερσκόβιτς ότι «δεχόταν οδηγίες από τις ΗΠΑ, συνέλεγε πληροφορίες για μία εκ των εταιρειών της στρατιωτικής βιομηχανίας της Ρωσίας, οι οποίες αποτελούν κρατικό μυστικό». «Η FSB απέτρεψε την παράνομη δραστηριότητα του διαπιστευμένου στο ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών ανταποκριτή (…) του γραφείου στη Μόσχα της αμερικανικής εφημερίδας Wall Street Journal, υπηκόου των Ηνωμένων Πολιτειών Ίβαν Γκερσκόβιτς».

Ο Γκερσκόβιτς τέθηκε υπό κράτηση στο Εκατερίνεμπουργκ, μια πόλη περίπου 900 μίλια ανατολικά της Μόσχας, στα Ουράλια Ορη, σύμφωνα με κρατικά ΜΜΕ της Ρωσίας. Λίγες ώρες μετά την ανακοίνωση της FSB, το Κρεμλίνο σχολίασε τη σύλληψη του δημοσιογράφου. «Δεν μιλάμε για υποψίες», δήλωσε ο Ντμίτρι Πεσκόφ. «Πιάστηκε επ’ αυτοφώρω», πρόσθεσε, χωρίς να δώσει άλλες λεπτομέρειες.

Τι αναφέρει η Wall Street Journal

Από την πλευρά της, η Wall Street Journal διεμήνυσε ότι «αρνείται κατηγορηματικά τους ισχυρισμούς της FSB και ζητεί την άμεση απελευθέρωση του έμπιστου και αφοσιωμένου δημοσιογράφου». Εξέφρασε μάλιστα την αλληλεγγύη της τόσο στον Γκερσκόβιτςόσο και στην οικογένειά του. 

Η πρεσβεία των ΗΠΑ στη Μόσχα δεν έχει προβεί σε κάποιο σχόλιο. 

Αντιδράσεις

Η ΜΚΟ «Δημοσιογράφοι χωρίς Σύνορα» εξέφρασε την ανησυχία της για τη σύλληψή, η οποία, όπως σχολίασε, «μοιάζει με αντίποινα». Σύμφωνα με τους «Δημοσιογράφους Χωρίς Σύνορα», ο Γκερσκόβιτς έκανε έρευνα για τη Wagner, τη στρατιωτική οργάνωση μισθοφόρων που πολεμά στο πλευρό των Ρώσων στρατιωτών στην Ουκρανία.

Η ρωσική διπλωματία επέμεινε ότι ο δημοσιογράφος «πιάστηκε στα πράσα». Η εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, Μαρία Ζαχάροβα, έγραψε στο Telegram πως οι ενέργειες του δημοσιογράφου της Wall Street Journal «δεν είχαν καμία σχέση με τη δημοσιογραφία».

Η Γαλλία εξέφρασε την ανησυχία της, καλώντας τη Μόσχα να σεβαστεί την ελευθερία του Τύπου. «Είμαστε ιδιαίτερα ανήσυχοι και καταδικάζουμε την κατασταλτική στάση της Ρωσίας» είτε όσον αφορά τον ρωσικό Τύπο είτε τον ξένο, δήλωσε η Αν-Κλερ Λεζόντρ, εκπρόσωπος του γαλλικού υπουργείου Εξωτερικών, κατά τη διάρκεια ενημέρωσης του Τύπου.

Πρόκειται για την πρώτη σύλληψη Αμερικανού δημοσιογράφου στη Ρωσία με την κατηγορία της κατασκοπείας, μετά τον Σεπτέμβριο του 1986, που ο Νίκολας Ντανίλοφ, ανταποκριτής του US News and World Report στη Μόσχα, είχε συλληφθεί από την KGB. Ο Ντανίλοφ αφέθηκε ελεύθερος 20 ημέρες αργότερα, σε ανταλλαγή με ένα μέλος της αποστολής της Σοβιετικής Ενωσης στον ΟΗΕ, που είχε συλληφθεί από το FBI.

Ποιος είναι ο Ιβαν Γκερσκόβιτς

Σύλληψη δημοσιογράφου της WSJ: Τριγμούς στις σχέσεις ΗΠΑ – Ρωσίας προκαλεί η νέα «υπόθεση κατασκοπείας»-1

Ο Ι. Γκερσκόβιτς εργάζεται στη Ρωσία για τη WSJ από τον Ιανουάριο του 2022, ενώ παλαιότερα δούλευε για το Γαλλικό Πρακτορείο και τους Moscow Times. Πριν από αυτό, ήταν βοηθός ειδήσεων στους New York Times.

Τους τελευταίους μήνες ο Γκερσκόβιτς έχει γράψει άρθρα για τη ρωσική οικονομία, καθώς και για τον πόλεμο στο Pskov, μια πόλη στη δυτική Ρωσία, η οποία αποτελεί τη βάση μιας μεραρχίας αλεξιπτωτιστών που κατέλαβε την Μπούτσα της Ουκρανίας, όπου Ρώσοι στρατιώτες κατηγορήθηκαν για φρικαλεότητες.

Το κανάλι ChTD στο Telegram, το οποίο συνδέεται με τον εξόριστο Ρώσο μεγιστάνα και επικριτή του Βλαντιμίρ Πούτιν, Μιχαήλ Χοντορκόφσκι, χαρακτήρισε «όμηρο» τον Γκερσκόβιτς.

Ο Ιβαν Γκερσκόβιτς αντιμετωπίζει ποινή φυλάκισης έως 20 χρόνια, σύμφωνα με τον ποινικό κώδικα της Ρωσίας. Οι δίκες για κατασκοπεία στη Ρωσία μπορεί να διαρκέσουν μήνες και συνήθως διεξάγονται μυστικά.

Στο τελευταίο του άρθρο, που δημοσιεύθηκε νωρίτερα αυτή την εβδομάδα, ο Γκερσκόβιτς εστιάζει στον αντίκτυπο των δυτικών κυρώσεων στη ρωσική οικονομία.

Οι περιπτώσεις Γκρίνερ και Γουίλαν

Η σύλληψη του Γκερσκόβιτς ακολουθεί μια ανταλλαγή που έλαβε χώρα τον Δεκέμβριο, κατά την οποία η σταρ του WNBA, Μπρίτνεϊ Γκρίνερ, απελευθερώθηκε έπειτα από 10 μήνες στη φυλακή, με την αντίστοιχη απελευθέρωση του Ρώσου εμπόρου όπλων, Βίκτορ Μπουτ.

Ενας άλλος Αμερικανός, ο Πολ Γουίλαν, στέλεχος εταιρικής ασφάλειας από το Μίσιγκαν, κρατείται σε ρωσική φυλακή από τον Δεκέμβριο του 2018 με κατηγορίες για κατασκοπεία που η οικογένειά του και η αμερικανική κυβέρνηση έχουν δηλώσει ότι είναι αβάσιμες.

Ο Ρώσος υφυπουργός Εξωτερικών, Σεργκέι Ριαμπκόφ, είπε ότι το ζήτημα πιθανής ανταλλαγής του Γκερσκόβιτς «δεν είναι της παρούσης», όπως μετέδωσε το πρακτορείο ειδήσεων RIA. Ανταλλαγές κρατουμένων στο παρελθόν έχουν πραγματοποιηθεί για πρόσωπα ήδη καταδικασμένα, μετέδωσε το IFX. «Ας δούμε πως θα εξελιχθεί η κατάσταση», σχολίασε ο Ριαμπκόφ στο πρακτορείο.

Καταστολή των ΜΜΕ

«Το πρόβλημα είναι πώς η FSB ερμηνεύει σήμερα την κατασκοπεία (…) όποιος ενδιαφέρεται απλώς για στρατιωτικά θέματα, κινδυνεύει να φυλακιστεί για 20 χρόνια», έγραψε στο Facebook η Ρωσίδα πολιτική αναλύτρια Τατιάνα Στανόβαγια. Οπως επισημαίνει, η Ρωσία έχει αυστηροποιήσει τους νόμους της κατά της κατασκοπείας μετά την εισβολή της στην Ουκρανία.

Οι ρωσικές αρχές έχουν επίσης απαγγείλει κατηγορίες για κατασκοπεία εις βάρος Ρώσων δημοσιογράφων. Τον περασμένο χρόνο, η Ρωσία φυλάκισε έναν πρώην δημοσιογράφο θεμάτων άμυνας, τον 22χρονο Ιβάν Σαφρόνοφ, με κατηγορίες για προδοσία. Ο Σαφρόνοφ εργαζόταν για την εφημερίδα Kommersant και ήταν ένας από τους πιο προβεβλημένους δημοσιογράφους του ρεπορτάζ εθνικής άμυνας στη Ρωσία.

Η σύλληψη του Γκερσκόβιτς σημειώνεται καθώς δυτικοί δημοσιογράφοι στη Ρωσία αντιμετωπίζουν όλο και περισσότερους περιορισμούς. Το προσωπικό των δυτικών μέσων μαζικής ενημέρωσης συχνά αναφέρει ότι παρακολουθείται, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια ταξιδιών εκτός των μεγάλων αστικών κόμβων της Μόσχας και της Αγίας Πετρούπολης.

Πολλοί Ρώσοι φοβούνται να μιλήσουν σε ξένα μέσα ενημέρωσης, λόγω των αυστηρών νόμων λογοκρισίας που υιοθετήθηκαν στον απόηχο της επίθεσης στην Ουκρανία.

Αμερικανική διπλωματική πηγή είπε ότι η πρεσβεία δεν είχε ενημερωθεί για το περιστατικό και αναζητούσε πληροφορίες από τις ρωσικές αρχές για την υπόθεση.

Αλλοι ξένοι δημοσιογράφοι που καλύπτουν ειδησεογραφικά τη Ρωσία εξέφρασαν  στο Διαδίκτυο την υποστήριξή τους στον Γκερσκόβιτς, λέγοντας ότι ήταν επαγγελματίας δημοσιογράφος, όχι κατάσκοπος.

Ο Αντρέι Σολντάτοφ, συγγραφέας και ειδικός στις υπηρεσίες ασφαλείας της Ρωσίας, ο οποίος βρίσκεται εκτός της χώρας, έγραψε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης: «Ο Ιβαν Γκερσκόβιτς είναι ένας πολύ καλός και γενναίος δημοσιογράφος, όχι κατάσκοπος, για τον Θεό. Είναι (η σύλληψή του) μια κατά μέτωπο επίθεση σε όλους τους ξένους ανταποκριτές που εξακολουθούν να εργάζονται στη Ρωσία».

Η ρωσική εφημερίδα Kommersant έγραψε ότι ο Γκερσκόβιτς θα μεταφερθεί στη Μόσχα και θα κρατηθεί στη φυλακή Λεφόρτοβο της πρωτεύουσας, ένα κέντρο προσωρινής κράτησης της FSB. Το κινητό τηλέφωνο του Γκερσκόβιτς δεν ήταν προσβάσιμο σήμερα και, σύμφωνα με την υπηρεσία μηνυμάτων Telegram, τελευταία φορά που ήταν online ήταν χθες, Τετάρτη, στις 13:28 ώρα Μόσχας.

Kathimerini.gr, με πληροφορίες από CNN, Associated Press, New York Times

Είναι ο άγνωστος Χ, αλλά φυσικό πρόσωπο που βοηθάει στην παραγωγή ειδήσεων στο Geopolitico.gr, αλλά και τη δημιουργία βίντεο στο κανάλι του Σάββα Καλεντερίδη. Πολλοί τον χαρακτηρίζουν ως ανθρώπινο αλγόριθμο λόγω του όγκου των δεδομένων και πληροφοριών που αφομοιώνει καθημερινώς. Είναι καταδρομέας με ειδικότητα Χειριστή Ασυρμάτων Μέσων.

Συνέχεια ανάγνωσης

Γενικά θέματα

Ο Πόλεμος του Πετρελαίου: Πώς η Ρωσία Προσπαθεί να Επιβιώσει, ενώ Κίνα, Ινδία και Τουρκία Απειλούνται από τις Κυρώσεις των ΗΠΑ

Για τη Ρωσία, οι κυρώσεις είναι εμπόδια που πρέπει να παρακαμφθούν, και η ικανότητα της χώρας να τις παρακάμψει δεν πρέπει να υποτιμηθεί. Οι προηγούμενες μέθοδοι περιλαμβάνουν την αλλαγή εμπόρων και ασφαλιστών, τη λειτουργία ενός σκιώδους στόλου, την ανάπτυξη εναλλακτικών συστημάτων διακανονισμού και την αναζήτηση αγοραστών πέρα από τους παραδοσιακούς εταίρους. Ενώ ο χώρος για ελιγμούς είναι περιορισμένος, δεν είναι εντελώς κλειστός.

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Η απόφαση της κυβέρνησης των ΗΠΑ στις 22 Οκτωβρίου 2025 να προσθέσει τη Rosneft, τη Lukoil και τις θυγατρικές τους στον Κατάλογο Ειδικά Οριζόμενων Υπηκόων (SDN) του Γραφείου Ελέγχου Ξένων Περιουσιακών Στοιχείων (OFAC) του Υπουργείου Οικονομικών, απαγορεύει στις οντότητες των ΗΠΑ να συναλλάσσονται με αυτές τις ρωσικές πετρελαϊκές εταιρείες. Το πιο σημαντικό, στέλνει ένα σαφές μήνυμα στους παγκόσμιους αντισυμβαλλομένους της Rosneft και της Lukoil ότι ο κίνδυνος δευτερογενών κυρώσεων είναι πιο πιθανός από πριν. Αυτές οι οντότητες περιλαμβάνουν διυλιστήρια, εταιρείες ασφάλισης και logistics, εμπόρους (traders) και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που αγοράζουν ρωσικό πετρέλαιο.

Δεδομένου ότι η Rosneft και η Lukoil αποτελούν περίπου το μισό της ημερήσιας παραγωγής πετρελαίου της Ρωσίας, οι κυρώσεις κατά των μεγάλων ρωσικών πετρελαϊκών εταιρειών είναι πιθανό να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στα κυβερνητικά έσοδα. Αυτός είναι πιθανώς ο λόγος πίσω από το γεγονός ότι δεν προστέθηκαν οι Rosneft και Lukoil στον Κατάλογο SDN νωρίτερα, με την ελπίδα ότι ο συνδυασμός κυρώσεων σε διάφορους κλάδους θα είχε αρκετή επίδραση στα ρωσικά έσοδα ώστε να πιέσει τη Ρωσία να συνάψει συμφωνία κατάπαυσης του πυρός στην Ουκρανία. Οι κυρώσεις των ΗΠΑ στόχευαν επίσης να εξυπηρετήσουν τα εγχώρια συμφέροντα ορισμένων Ευρωπαίων συμμάχων –ιδίως της Βουλγαρίας, της Ουγγαρίας και της Σλοβακίας– που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από το ρωσικό πετρέλαιο, και να διατηρήσουν τις εμπορικές σχέσεις με Ασιάτες εταίρους, ιδιαίτερα την Ινδία.

Οι πρόσφατες κυρώσεις ακολουθούν τη λογική των μέτρων που ελήφθησαν νωρίτερα τόσο από τις διοικήσεις του Ντόναλντ Τραμπ όσο και του Τζο Μπάιντεν, καθώς και από την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), για να διαβρώσουν τα πετρελαϊκά έσοδα της Μόσχας και να μαλακώσουν τις ρωσικές απαιτήσεις στην Ουκρανία. Μεταξύ των δράσεων που ακολουθήθηκαν στο παρελθόν ήταν οι εθελοντικές μειώσεις αγορών, η εισαγωγή ανώτατου ορίου τιμής μέσω της G7, η στοχοποίηση του σκιώδους στόλου πετρελαίου, και η επιβολή δασμών στις εξαγωγές της Ινδίας προς τις Ηνωμένες Πολιτείες ως τακτική πίεσης για να αναγκαστεί η Ινδία να εγκαταλείψει τις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου. Εξετάζοντας αναδρομικά, αναπτύχθηκε ένα ποικίλο σύνολο εργαλείων, αλλά ο αντίκτυπος στον υπολογισμό πολέμου της Μόσχας ήταν περιορισμένος.

Τώρα, η κυβέρνηση των ΗΠΑ έχει αναπτύξει μία από τις πιο αυστηρές χρηματοοικονομικές κυρώσεις σε δύο εταιρείες που εξάγουν περισσότερο από το ήμισυ του ρωσικού αργού πετρελαίου. Αρχικά, η ανακοίνωση κέρδισε δυναμική, και οι αναφορές ειδήσεων δείχνουν ότι σχεδόν όλοι οι παγκόσμιοι εταίροι της Rosneft και της Lukoil αξιολογούν τον κίνδυνο συνέχισης της συνεργασίας ενόψει της προθεσμίας της 21ης Νοεμβρίου 2025, οπότε και οι κυρώσεις θα τεθούν σε ισχύ.

Η Αποτελεσματικότητα των Κυρώσεων Εξαρτάται από την Αντίδραση των Παγκόσμιων Εμπορικών Εταίρων

Ο πρώτος και πιο κρίσιμος παράγοντας για τον προσδιορισμό του αντίκτυπου του νέου πακέτου κυρώσεων είναι η θέση των κύριων χωρών που αγοράζουν ρωσικό πετρέλαιο, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας, της Ινδίας, της Τουρκίας, και ορισμένων μικρότερων χωρών της Ανατολικής Ευρώπης. Οι επίσημες θέσεις των χωρών-εταίρων της Ρωσίας έχουν σημασία, όπως και η αυστηρή επιβολή των κυρώσεων και η προθυμία του Υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ να επιβάλει δευτερογενείς κυρώσεις. Η συνολική αποτελεσματικότητα θα εξαρτηθεί από ένα μείγμα εξωτερικών παραγόντων: τις θέσεις των βασικών κρατικών εταίρων, την ικανότητα της Ρωσίας να ελιχθεί στο νέο περιβάλλον και τις παρενέργειες των κυρώσεων. Κανένας από αυτούς δεν πρέπει να υποτιμηθεί. Οι πρώτες επιπτώσεις στον προϋπολογισμό της Μόσχας είναι πιθανό να φανούν εντός τριών έως έξι μηνών.

Αρχικά, όπως ανέφερε το Reuters, τέσσερις κρατικές κινεζικές πετρελαϊκές εταιρείες – οι PetroChina, China Petroleum & Chemical Corporation (Sinopec), China National Offshore Oil Corporation (CNOOC) και Zhenhua Oil – ανέστειλαν τις αγορές ρωσικού πετρελαίου και επαναξιολογούν την κατάσταση. Ωστόσο, ένα κρίσιμο στοιχείο θα είναι η επίσημη θέση του Πεκίνου, η οποία παραμένει ασαφής. Το Υπουργείο Εξωτερικών της Κίνας (MFA) καταδίκασε τις ευρωπαϊκές κυρώσεις από το 19ο πακέτο, που εισήχθησαν ταυτόχρονα με τους ορισμούς SDN των ΗΠΑ τον Οκτώβριο του 2025, οι οποίες στόχευαν ιδιωτικά διυλιστήρια που εισάγουν ρωσικό πετρέλαιο: τις Liaoyang Petrochemical, Shandong Yulong Petrochemical, και τον εμπορικό βραχίονα της PetroChina, Chinaoil Hong Kong. Το MFA της Κίνας τις χαρακτήρισε παράνομες και καταδίκασε τις κυρώσεις του Υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ ως μονομερείς και χωρίς καμία βάση στο διεθνές δίκαιο. Αυτή είναι η πάγια θέση του Πεκίνου, υποδεικνύοντας ότι η Κίνα πιθανότατα θα συνεχίσει να αγοράζει ρωσικό πετρέλαιο με έκπτωση, πιθανώς μέσω εναλλακτικών οδών που περιλαμβάνουν μικρότερα διυλιστήρια και εμπόρους, προστατεύοντας παράλληλα τις κορυφαίες πετρελαϊκές της εταιρείες. Ένα άλλο αποτέλεσμα είναι λιγότερο πιθανό, αλλά όχι εντελώς αποκλεισμένο, καθώς η Ουάσιγκτον και το Πεκίνο βρίσκονται σε διαδικασία επαναπροσδιορισμού των εμπορικών τους σχέσεων και μπορεί τελικά να υιοθετήσουν μια πιο κοντινή θέση σχετικά με το πώς να επηρεάσουν τη Μόσχα.

Η θέση του Νέου Δελχί είναι ακόμη πιο ασαφής λόγω της έλλειψης επίσημης κυβερνητικής καθοδήγησης, παρά τις αναφορές που δείχνουν ότι η Ινδία είναι έτοιμη να μειώσει τις αγορές ρωσικού πετρελαίου. Εάν επιβεβαιωθεί, αυτό θα μπορούσε να επηρεάσει όχι μόνο τα κρατικά διυλιστήρια αλλά και τα ιδιωτικά, όπως η Reliance Industries Limited (RIL) και η Nayara Energy, όπου η Rosneft είναι σημαντικός μέτοχος. Αυτές οι εταιρείες αντιπροσωπεύουν το $16\%$ των συνολικών εισαγωγών ρωσικού πετρελαίου της Ινδίας και διαθέτουν δίκτυο διανομής στη χώρα. Σε ένα σενάριο όπου μόνο τα κρατικά διυλιστήρια απαγορεύεται να αγοράζουν και στα ιδιωτικά επιτρέπεται να συνεχίσουν τις συναλλαγές ανεξάρτητα, η Μόσχα θα κέρδιζε κάποιο χώρο και χρόνο.

Η Δημοκρατία της Τουρκίας αναμένεται επίσης να συνεχίσει να αγοράζει ρωσικό πετρέλαιο. Πριν από την ανακοίνωση των κυρώσεων, ο Τούρκος Υπουργός Ενέργειας Αλπαρσλάν Μπαϊρακτάρ δήλωσε ότι η αγορά ρωσικού πετρελαίου είναι εμπορική απόφαση για τις εταιρείες, κάτι που μπορεί να τις εξαιρέσει από μια πλήρη απαγόρευση.

Η Ικανότητα της Ρωσίας να Αποφύγει τις Κυρώσεις θα Καθορίσει τον Αντίκτυπο

Για τη Ρωσία, οι κυρώσεις είναι εμπόδια που πρέπει να παρακαμφθούν, και η ικανότητα της χώρας να τις παρακάμψει δεν πρέπει να υποτιμηθεί. Οι προηγούμενες μέθοδοι περιλαμβάνουν την αλλαγή εμπόρων και ασφαλιστών, τη λειτουργία ενός σκιώδους στόλου, την ανάπτυξη εναλλακτικών συστημάτων διακανονισμού και την αναζήτηση αγοραστών πέρα από τους παραδοσιακούς εταίρους. Ενώ ο χώρος για ελιγμούς είναι περιορισμένος, δεν είναι εντελώς κλειστός. Πρόσφατες αναφορές δείχνουν ότι η Ρωσία προμήθευσε μια μικρή ποσότητα πετρελαίου στο νεοανοιγμένο διυλιστήριο Kulevi στη Γεωργία και έστειλε διυλισμένα προϊόντα στη Συρία. Το καλύτερο παράδειγμα προσαρμοστικότητας στις κυρώσεις είναι η Gazprom Neft και η Surgutneftegaz, οι οποίες υπέστησαν κυρώσεις στις αρχές του 2025 και εξακολουθούν να λειτουργούν. Οι εταιρείες στις οποίες επιβλήθηκαν κυρώσεις αναδρομολόγησαν τις εξαγωγές, δημιούργησαν παράλληλα εμπορικά δίκτυα και προσέφεραν μειωμένες τιμές για να προσελκύσουν νέους πελάτες.

Οι Παρενέργειες των Κυρώσεων είναι Απρόβλεπτες

Πρόσθετοι παράγοντες που θα καθορίσουν την επιτυχία των κυρώσεων είναι οι παρενέργειες που δεν έχουν ακόμη φανεί, ιδίως όσον αφορά την τύχη των υπερπόντιων δραστηριοτήτων των ρωσικών εταιρειών και την κίνηση των παγκόσμιων τιμών πετρελαίου. Αυτά είναι σημαντικά στοιχεία του παζλ, τα οποία πιθανότατα ελήφθησαν υπόψη πριν ανακοινωθούν οι κυρώσεις. Ωστόσο, όπως έχει φανεί και στο παρελθόν, η Μόσχα μπορεί να προσπαθήσει να εκμεταλλευτεί αυτές τις επιπτώσεις προς όφελός της. Εάν οι παγκόσμιοι παραγωγοί δεν αυξήσουν την παραγωγή για να καλύψουν την αυξανόμενη ζήτηση που προκαλείται από τη μείωση του ρωσικού πετρελαίου, η Ρωσία θα μπορούσε ακόμη και να επωφεληθεί πουλώντας μικρούς όγκους σε υψηλότερες τιμές. Ένα τέτοιο σενάριο θα υπονόμευε τον στόχο της μείωσης των ρωσικών εσόδων του προϋπολογισμού και της επιβράδυνσης της ικανότητας της χώρας να χρηματοδοτεί την πολεμική της βιομηχανία.

Σε αυτό το πλαίσιο, είναι εύλογο ότι η Ρωσία μπορεί να επιχειρήσει να συντονίσει διπλωματικές και άλλες προσπάθειες για να περιορίσει την προσφορά από τις χώρες της Κεντρικής Ασίας και το Ιράν. Η Μόσχα έχει επιρροή στη ροή του Καζακστάν μέσω του αγωγού Caspian Pipeline Consortium (CPC), ο οποίος διέρχεται από ρωσικό έδαφος και αντιπροσωπεύει το $1\%$ της παγκόσμιας προσφοράς. Η διακοπή θα επηρέαζε άμεσα τον κρατικό προϋπολογισμό, αλλά θα μπορούσε να διαταράξει την αγορά πετρελαίου. Επίσης, δεν πρέπει να αποκλειστεί κάποιος συντονισμός μεταξύ Ρωσίας και Ιράν, καθώς οι κυρώσεις καθορίζουν τη θέση της Ρωσίας στο παγκόσμιο πετρέλαιο να μοιάζει περισσότερο με εκείνη του Ιράν, όπου η Μόσχα μετατρέπεται από διεθνή προμηθευτή πετρελαίου σε χώρα που διαχειρίζεται έναν τομέα πετρελαίου με πλήρεις κυρώσεις.

Πιο μακριά, οι προσπάθειες υπονόμευσης των εξαγωγών του Αζερμπαϊτζάν δεν θα πρέπει να αποκλειστούν εντελώς, ειδικά καθώς η Ρωσία αντιμετωπίζει την πιθανή απώλεια της ευρωπαϊκής αγοράς και μπορεί να την απασχολούν λιγότερο οι επιπτώσεις εάν εμπλακεί σε «γκρίζες» δραστηριότητες για να σαμποτάρει τις εξαγωγές του Μπακού, οι οποίες είναι λιγότερο από $1\%$ παγκοσμίως, αλλά είναι ιδιαίτερα απαραίτητες για την Ευρώπη.

Μια άλλη πιθανή παρενέργεια που θα μπορούσε να υπονομεύσει τους στόχους των κυρώσεων είναι ένα σενάριο στο οποίο η Ρωσία επωφελείται από την πώληση των παγκόσμιων περιουσιακών στοιχείων έρευνας, παραγωγής και διύλισης (upstream and downstream) των ρωσικών εταιρειών. Η Lukoil κατέχει διυλιστήρια στη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, καθώς και σημαντικές δραστηριότητες έρευνας και παραγωγής στην Αίγυπτο, τη Γκάνα, το Ιράκ και τη Νιγηρία. Βραχυπρόθεσμα, τα έσοδα από την εκποίηση θα μπορούσαν να βοηθήσουν τη Ρωσία να διαχειριστεί τις προκλήσεις που θέτουν οι τελευταίες κυρώσεις.

Janes.com

Συνέχεια ανάγνωσης

Γενικά θέματα

Εξομολόγηση αξιωματικού ΟΗΕ για 1974: «Οι Τούρκοι λεηλάτησαν τα πάντα»

Πρόκειται για τον Άλβαρ Γιόχανσον, μέλος της πολιτικής αστυνομίας της UNFICYP, ο οποίος μίλησε στη σουηδική εφημερίδα Värnamo Tidning στις 4 Νοεμβρίου 1975.

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Ένας Σουηδός αστυνομικός του ΟΗΕ που υπηρέτησε στην Κύπρο αμέσως μετά την τουρκική εισβολή του 1974 περιγράφει μια ζοφερή πραγματικότητα στη βόρεια πλευρά του νησιού, μιλώντας για «συστηματικές λεηλασίες» και για «αδυναμία του ΟΗΕ να προστατεύσει τους εγκλωβισμένους Ελληνοκύπριους». Πρόκειται για τον Άλβαρ Γιόχανσον, μέλος της πολιτικής αστυνομίας της UNFICYP, ο οποίος μίλησε στη σουηδική εφημερίδα Värnamo Tidning στις 4 Νοεμβρίου 1975.

Σύμφωνα με το ιστολόγιο Υπερβόρειοι, στις  μαρτυρίες του μεταφέρει εικόνες εγκατάλειψης, οικονομικής κατάρρευσης και έντονης ανθρώπινης δυστυχίας. Όπως αναφέρει, τα ξενοδοχεία και οι τουριστικές επιχειρήσεις που κάποτε ευημερούσαν στην Αμμόχωστο και σε άλλες περιοχές του βορρά έμειναν ακατοίκητα, καθώς το ελληνικό προσωπικό εκδιώχθηκε και οι τουρκικές αρχές δεν τα ανέλαβαν ποτέ. «Πέρσι ήταν γεμάτα· σήμερα παραμένουν άδεια», σημειώνει, περιγράφοντας μια οικονομία που είχε «παγώσει» μέσα σε λίγους μήνες.

Σύμφωνα με τον Γιόχανσον, Τουρκικές δυνάμεις και άτομα που βρίσκονταν υπό τον έλεγχό τους λεηλάτησαν καταστήματα και βιομηχανίες, μεταφέροντας πολύτιμο εξοπλισμό στην Τουρκία. Την ίδια ώρα, χιλιάδες Ελληνοκύπριοι εγκατέλειπαν τον βορρά προς τον νότο, ενώ οι εγκλωβισμένοι που έμειναν πίσω ζούσαν υπό καθεστώς ασφυκτικού περιορισμού.

Ένα από τα καθήκοντά του ως αστυνομικού του ΟΗΕ ήταν να μεταφέρει συντάξεις σε ηλικιωμένους Ελληνοκύπριους σε χωριά της κατεχόμενης ζώνης – μια από τις λίγες μορφές πρακτικής στήριξης που μπορούσαν να προσφέρουν οι δυνάμεις του ΟΗΕ, λόγω της περιορισμένης δυνατότητάς τους να επέμβουν. Ο ίδιος καταγγέλλει ότι πολλές φορές η ουδετερότητα του ΟΗΕ οδηγούσε σε αδράνεια, αφήνοντας τους κατοίκους εκτεθειμένους.

Ο Γιόχανσον περιγράφει περιστατικά που, όπως λέει, σημάδεψαν την αποστολή του: ηλικιωμένοι Ελληνοκύπριοι που μεταφέρονταν βίαια από τα σπίτια τους χωρίς καμία ενημέρωση, αγρότες που εμποδίζονταν να τρυγήσουν τα χωράφια τους, ακόμη και ένας πυροβολισμός εναντίον αγρότη που προσπάθησε να επισκευάσει εξοπλισμό άρδευσης στην ουδέτερη ζώνη – περιστατικό που καταγράφηκε ως «ατύχημα» λόγω υποτιθέμενης παρεξήγησης του Τούρκου φρουρού.

Παρά τις δυσκολίες, ο Σουηδός αστυνομικός υπογραμμίζει πως η συνεργασία μέσα στο πολυεθνικό σώμα της UNFICYP ήταν εξαιρετική, με προσωπικό από Αυστραλία, Αυστρία, Σουηδία, Καναδά, Φινλανδία, Δανία και Ηνωμένο Βασίλειο. Ωστόσο, προειδοποιεί ότι εκείνη την περίοδο αναμενόταν μείωση της δύναμης του ΟΗΕ, γεγονός που προκαλούσε ακόμη μεγαλύτερη ανησυχία.

Ο ίδιος δηλώνει ότι διατηρεί θετικά συναισθήματα για την Κύπρο και θα ήθελε να επιστρέψει ως τουρίστας. Όμως, όπως σημειώνει χαρακτηριστικά, «από τη δουλειά του ΟΗΕ έχει χορτάσει».

ΠΗΓΗ: SigmaLive

Συνέχεια ανάγνωσης

Γενικά θέματα

Χρυσανθόπουλος: Τι μου είπε ο Γερμανός πρέσβης για τις αποζημιώσεις;

Συνέντευξη του πρέσβη ε.τ. Λεωνίδα Χρυσανθόπουλου στη δημοσιογράφο Τζένη Πατέλη

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Συνέντευξη του πρέσβη ε.τ. Λεωνίδα Χρυσανθόπουλου στη δημοσιογράφο Τζένη Πατέλη

Συνέχεια ανάγνωσης

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΜΕ ΣΗΜΑΣΙΑ7 ώρες πριν

Άμεση Απελευθέρωση Κενάν Αγιάζ: Κύπρος και Κουρδιστάν Ενάντια στην Αδικία

Σε συνέντευξη Τύπου στη Λευκωσία, υποστηρικτές του Αγιάζ τόνισαν ότι η καταδίκη του έγινε κατόπιν εντολών, ενώ ο ίδιος είχε...

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΜΕ ΣΗΜΑΣΙΑ7 ώρες πριν

Συνάντηση Κόμπου-Ρούμπιο: Ενίσχυση Σχέσεων Κύπρου-ΗΠΑ

Οι δύο Υπουργοί ασχολήθηκαν με τρέχοντα περιφερειακά ζητήματα, εστιάζοντας στην κατάσταση στη Μέση Ανατολή και τη μεταφορά ανθρωπιστικής βοήθειας στη...

Άμυνα8 ώρες πριν

Για πιθανότητες σύγκρουσης NATO-Ρωσίας μιλάει ο Πιστόριους

Οι τοποθετήσεις Πιστόριους εντάσσονται σε μια περίοδο αυξημένης έντασης, με τον Γερμανό υπουργό να υπογραμμίζει ότι ο κίνδυνος πολέμου δεν...

Αναλύσεις8 ώρες πριν

Θα επαληθευτεί η προφητεία για Τουρκία;

Κόκκαλο σφηνωμένο στον λαιμό της Τουρκίας το Ισραήλ

Άμυνα9 ώρες πριν

Η Γερμανία ήρε την απαγόρευση όπλων στο Ισραήλ

Την σημερινή απόφαση χαιρέτισε ήδη ο Ισραηλινός υπουργός Εξωτερικών Γκίντεον Σάαρ και κάλεσε και άλλες κυβερνήσεις «να ακολουθήσουν το παράδειγμα...

Δημοφιλή