H γενοκτονία του Νταρφούρ
Το νέο ξέσπασμα βίας ήρθε μετά από μήνες αντιπαράθεσης μεταξύ του στρατού και της RSF που ιδρύθηκε από τον Μπασίρ για να καταπνίξει την εξέγερση στο Νταρφούρ πριν από 20 και πλέον χρόνια. Η σύγκρουση εκείνη είχε ξεσπάσει όταν μέλη μειονοτήτων πήραν τα όπλα εναντίον του καθεστώτος στο Χαρτούμ, στο οποίο κυριαρχούσαν οι Άραβες. Το Χαρτούμ απάντησε στέλνοντας τους «Τζαντζαουίντ», μια πολιτοφυλακή την οποία είχαν σχηματίσει νομαδικές φυλές της περιοχής. Οργανώσεις προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχουν καταγγείλει ότι η πολιτοφυλακή αυτή διεξήγαγε μια «συστηματική εκστρατεία εθνοκάθαρσης» εναντίον των φυλών Φουρ, Μασαλίτ και Ζαγκάουα. Επισήμως από τις βιαιότητες εκτιμάται ότι σκοτώθηκαν 300.000 άνθρωποι και άλλα 2,5 εκατομμύρια εκτοπίστηκαν, σύμφωνα με τον ΟΗΕ.
Το 2013, ο Μπασίρ μετέτρεψε τους Τζαντζαουίντ σε ημι-επίσημη παραστρατιωτική δύναμη την RSF και έδωσε στους ηγέτες τους στρατιωτικούς βαθμούς.
Η εκδίωξη του Μπασίρ
Η RSF, υπό την ηγεσία του «Χέμεντι», και οι τακτικές στρατιωτικές δυνάμεις υπό τον Μπουρχάν συνεργάστηκαν για την εκδίωξη του Μπασίρ το 2019. Μαζικές διαδηλώσεις πραγματοποιήθηκαν τότε με αίτημα να τερματιστεί η –σχεδόν τριών δεκαετιών- περίοδος διακυβέρνησής του, με τον στρατό να προχωρά σε πραξικόπημα.
Ωστόσο, οι πολίτες συνέχισαν να ζητούν να έχουν ρόλο στα σχέδια προς τη δημοκρατική διακυβέρνηση. Ακολούθως, ιδρύθηκε μια κοινή στρατιωτική – πολιτική κυβέρνηση, η οποία όμως ανατράπηκε με άλλο πραξικόπημα τον Οκτώβριο του 2021. Έκτοτε, η αντιπαλότητα μεταξύ Μπουρχάν και Νταγκάλο «Xεμέντι» έχει οξυνθεί.
Τον περασμένο Δεκέμβριο συμφωνήθηκε ένα πλαίσιο για την επαναφορά της εξουσίας στα πολιτικά κόμματα, ωστόσο οι συνομιλίες για την οριστικοποίηση των λεπτομερειών απέβησαν άκαρπες.
Oι διεθνείς συμμαχίες και η Wagner
Η επίλυση της σύγκρουσης περιπλέκεται από ένα σύνολο συμμαχιών που έχουν σφυρηλατηθεί από τους δυο ισχυρούς άνδρες τα τελευταία χρόνια. Ο στρατηγός «Χεμέντι» έχει στείλει προσωπικό των RSF για να πολεμήσει στο πλευρό μιας συμμαχίας που υποστηρίζεται από τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα στην Υεμένη από το 2015. Ο στρατηγός Μπουρχάν, από την άλλη πλευρά, είναι στενός σύμμαχος του Αιγύπτιου προέδρου Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι.
Οι μοναρχίες του Κόλπου έχουν εμβαθύνει την εμπλοκή τους στο Σουδάν μετά την εκδίωξη του Μπασίρ, αγοράζοντας τεράστιες εκτάσεις γης για την παραγωγή καλλιεργειών τροφίμων και ζωοτροφών, όπως η μηδική, η οποία είναι ζωτικής σημασίας για την εκτροφή βοοειδών. Πέρυσι, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα συμφώνησαν σε μια επένδυση 6 δισεκατομμυρίων δολαρίων στο Σουδάν που περιλαμβάνει την κατασκευή ενός νέου λιμανιού στην Ερυθρά Θάλασσα. Επίσης, η χώρα του Κόλπου αγόρασε όλο τον νόμιμα εξαγόμενο χρυσό του Σουδάν το πρώτο εξάμηνο του 2022, αξίας περίπου 1,32 δισεκατομμυρίων, σύμφωνα με την Κεντρική Τράπεζα του Σουδάν.
Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι, εν τω μεταξύ, ανησυχούν για μια συμφωνία μεταξύ του στρατηγού «Χεμέντι» και της ρωσικής παραστρατιωτικής ομάδας Wagner Group. Τους τελευταίους μήνες οι ΗΠΑ ενθάρρυναν την Αίγυπτο να πιέσει τον στρατηγό Μπουρχάν να εκδιώξει την ομάδα, σύμφωνα με νυν και πρώην αξιωματούχους ασφαλείας της Δύσης.
«Η Ουάσιγκτον ανησυχεί ότι η Wagner χρησιμοποιεί το Σουδάν για να χρηματοδοτήσει τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία», δήλωσε ο Κάμερον Χάντσον, πρώην επικεφαλής του προσωπικού του ειδικού απεσταλμένου των ΗΠΑ για το Σουδάν, ο οποίος τώρα είναι ανώτερος συνεργάτης στο Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών που εδρεύει στην Ουάσινγκτον.
Οι δυνάμεις του στρατηγού «Χεμέντι» παρέχουν ασφάλεια στη Meroe Gold, μια εταιρεία εξόρυξης που ελέγχεται από την Wagner και τον ιδιοκτήτη της παραστρατιωτικής ομάδας, τον Γιεβγκένι Πριγκόζιν, η οποία έχει γίνει σημαντικός παίκτης στη βιομηχανία χρυσού του Σουδάν. Τον Φεβρουάριο, η ΕΕ επέβαλε κυρώσεις στη Meroe Gold, υποστηρίζοντας αφενός ότι εξήγαγε σουδανικό χρυσό στη Ρωσία και αφετέρου ότι χρηματοδοτεί βασανιστήρια και εξωδικαστικές εκτελέσεις και δολοφονίες στην Ουκρανία και την Αφρική.
Ο Οσάμα στο Χαρτούμ
Η αντιπαράθεση δυο ισχυρών ανδρών δεν είναι πρωτοφανές γεγονός στο Σουδάν. Για δεκαετίες σύμμαχοι γίνονταν εχθροί (και αντίστροφα) με κορυφαία την αντιπαράθεση του Ομάρ αλ Μπασίρ και του ιδεολογικού πάτρονα της τότε χούντας Χασάν αλ- Τουραμπί.
Βρισκόμαστε στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και τα κυρίαρχα θέματα στην ατζέντα είναι η πολιτική αλλαγή στις χώρες του πρώην κομμουνιστικού μπλοκ, ο πόλεμος στη Γιουγκοσλαβία και στο Ιράκ.
Στο Σουδάν, μια ομάδα νεαρών αξιωματικών με επικεφαλής έναν πρώην αλεξιπτωτιστή, τον Ομάρ αλ-Μπασίρ, έχει ανατρέψει τον πρωθυπουργό Σαντίχ Μαχντί το 1989, όμως πνευματικός καθοδηγητής του πραξικοπήματος γίνεται ο χαρισματικός Χασάν αλ-Τουραμπί, ένας αστός διανοούμενος με σπουδές στη Σορβόνη και το Λονδίνο. Ο Τουραμπί ήθελε το Σουδάν να γίνει το κέντρο μιας «παγκόσμιας ισλαμικής επανάστασης», με απώτερο σκοπό την ανατροπή των διεφθαρμένων καθεστώτων των αραβικών χωρών και όχι μόνο, αφού διαμορφώνεται μια ιδιαίτερη σχέση με το Ιράν, το οποίο θέλει να προωθήσει τη δική του εκδοχή της ισλαμικής επανάστασης.
Το όνομα Οσάμα Μπιν Λάντεν ήταν τότε άγνωστο στο ευρύ κοινό, ακόμα δε και στους διαδρόμους της CIA, στο Λάνγκλεϊ της Βιρτζίνια, ενώ το ζήτημα «ισλαμική τρομοκρατία» συνδέεται μόνο με τον Καντάφι και πρώην μαχητές του Αφγανιστάν. Ο αρχηγός της Αλ-Κάιντα, όμως, εξοργισμένος με την απόφαση της Σαουδικής Αραβίας να επιτρέψει την εγκατάσταση Αμερικανών στρατιωτών στη χώρα του, πείθεται από τον Τουραμπί ότι στο Σουδάν θα είχε απόλυτη ελευθερία κινήσεων για τα σχέδιά του. Οι ηγέτες του Σουδάν είχαν βέβαια τον στόχο τους, γνωρίζοντας ότι ο Μπιν Λάντεν έχει δισ. δολάρια για ξόδεμα, τα οποία είχε επενδύσει σε κατασκευές, ενεργειακά και αγροτικά projects.
Από την άλλη, ο Κάρλος «Το Τσακάλι», που ήταν γνωστός ως ο «πλέον καταζητούμενος άνθρωπος του κόσμου», είχε βρει από τις αρχές του ”90 στο Χαρτούμ ένα προσωρινό καταφύγιο, ύστερα από δέκα χρόνια στη Δαμασκό της Συρίας. Ο διαβόητος Βενεζουελανός εξτρεμιστής ακροαριστερός μισθοφόρος ήταν ο δράστης τουλάχιστον πέντε επιθέσεων σε γαλλικό έδαφος, με δεκάδες θύματα και αποτελούσε για χρόνια «φόβο και τρόμο» των δυτικών μυστικών υπηρεσιών.
Το 1994, ο πραγματιστής Μπασίρ θεωρεί ότι είναι η ώρα να κάνει μια κίνηση καλής θέλησης προς τη Δύση, προσφέροντας το «Τσακάλι» στο πιάτο των Γάλλων πρακτόρων. Ο λόγος δεν οφείλεται φυσικά στο γεγονός ότι οι Σουδανοί είναι «καλοί Σαμαρείτες», αλλά στο ότι η χώρα βρισκόταν σε δύσκολη οικονομικά κατάσταση, ζητώντας δάνειο από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Σύμφωνα με δημοσιεύματα και έρευνες, οι Γάλλοι ήταν αυτοί που πρόσφεραν «σανίδα σωτηρίας» στο Σουδάν με ένα δάνειο και με πολιτική πίεση προς το ΔΝΤ, σε αντάλλαγμα για τον Βενεζουελανό τρομοκράτη.
Κάπως έτσι το deal κλείνει και στις 14 Αυγούστου εκείνου του έτους, πράκτορες του Σουδάν τον ναρκώνουν και τον παραδίδουν «πακέτο» στους Γάλλους, οι οποίοι τον μεταφέρουν στο Παρίσι για να δικαστεί.
Το 1996, το καθεστώς του Σουδάν βρίσκεται σε εσωτερική αναταραχή, με τους μετριοπαθείς να θεωρούν ότι η στροφή προς τον ισλαμικό εξτρεμισμό κοστίζει στην οικονομία και απομονώνει τη χώρα. Για τον στρατηγό Μπασίρ ο ισλαμισμός έπρεπε πρώτα «να οικοδομηθεί» σε ένα στέρεο πολιτικό και οικονομικό καθεστώς. Για τον ιδεολόγο Τουραμπί το Σουδάν θα ήταν το κέντρο μίας «παγκόσμιας ισλαμικής επανάστασης» με στόχο την ανατροπή των διεφθαρμένων καθεστώτων των αραβικών χωρών. Εν τέλει ο Μπασίρ για να κατευνάσει τις ανησυχίες των Αράβων συμμάχων του αναγκάστηκε να θέσει τον Τουραμπί στο περιθώριο και έγινε ο απόλυτος κυρίαρχος της χώρας μέχρι την ανατροπή του.
Πηγή: BBC, Wall Street Journal, Guardian, Καθημερινή