Ακολουθήστε μας

Κύπρος (Εθνική Φρουρά, Κύπρος 1974)

Η Μόσχα συντηρεί τις απευθείας πτήσεις με τα κατεχόμενα

Δημοσιεύτηκε

στις

Το ζήτημα «αιωρείται» πάνω από την Κύπρο

Οι διάφορες… διαρροές, που κατά καιρούς γίνονται για την έναρξη απευθείας πτήσεων με τα κατεχόμενα, κάποτε διαψεύδονται με κατηγορηματικό τρόπο και άλλοτε «χαλαρά». Το ζήτημα αυτό συνεχίζει να «αιωρείται» πάνω από την Κύπρο ως απειλή για ένα βήμα, το οποίο θα αναβαθμίσει την αποσχιστική οντότητα, θα συνιστά κίνηση προς την κατεύθυνση αναγνώρισης. Στη συζήτηση για τις απευθείας πτήσεις τίθενται διάφορα «αθώα» ερωτήματα. Είναι το θέμα των απευθείας πτήσεων, «ανθρωπιστικό ζήτημα»; Αντιμετωπίζει την «απομόνωση» των Τουρκοκυπρίων, που ειρήσθω εν παρόδω επιβάλλει η κατοχική Τουρκία;

Ο Πρέσβης της Ρωσικής Ομοσπονδίας στην Κυπριακή Δημοκρατία Δρ Μουράτ Ζιάζικοβ, ρωτήθηκε από το Κυπριακό Πρακτορείο κατά πόσο τίθεται για τη Μόσχα θέμα απευθείας πτήσεων μεταξύ Ρωσίας και κατεχομένων. Ανέφερε πως στο παρόν στάδιο «οι Ρώσοι που επιθυμούν να επισκεφθούν το έδαφος της βόρειας Κύπρου, χρησιμοποιούν ενδιάμεσες πτήσεις». Έσπευσε να αναφέρει πως «από ανθρωπιστικής άποψης θα ήταν πιο δίκαιο εάν διασφαλιζόταν σε μικτές ρωσο-κυπριακές οικογένειες που διαμένουν στο νησί το δικαίωμα για την ανεμπόδιστη και – να το πούμε ειλικρινά – χωρίς πρόσθετες οικονομικές επιβαρύνσεις επικοινωνία με τους συγγενείς και τους φίλους τους στη Ρωσία».

Είναι, δηλαδή, ανθρωπιστικό το θέμα; Και ποιος παραβιάζει ανθρώπινα δικαιώματα; Η αντιδρούσα Κυπριακή Δημοκρατία, θύμα συνεχιζόμενης κατοχής ή η κατοχική δύναμη; Το μείζον είναι «να μην ταλαιπωρούνται» οι επιβάτες από τη Ρωσία ή και από αλλού; Μια μεγάλη χώρα, η Ρωσία, όπως λειτουργεί και συμπεριφέρεται στο διεθνές σκηνικό, δεν πείθει εύκολα ότι η προσέγγιση αυτή αποσκοπεί στην διευκόλυνση των Ρώσων πολιτών. Ή και να θέλει να ικανοποιήσει το… αίτημα των πολιτών της, που επέλεξαν να διαμένουν σε μια υπό κατοχή περιοχή, προφανώς και δεν μπορεί να μην αξιολογούνται και οι πολιτικές προεκτάσεις.

Σε μια συνέντευξη στη διάρκεια της οποίας τα κατεχόμενα καθορίζονται γεωγραφικά «στο βορρά της νήσου», «το έδαφος του βόρειου τμήματος της διαιρεμένης νήσου της Κύπρου…», «λαμβάνοντας υπόψη την ιδιαιτερότητα του βόρειου εδάφους της Κύπρου», έγινε αναφορά και στο προξενικό γραφείο, που άνοιξε η ρωσική πρεσβεία στα κατεχόμενα, το οποίο «έχει εδώ και καιρό ωριμάσει». Έχουν κι άλλες χώρες γραφεία στα κατεχόμενα αλλά τούτο δεν δημιουργεί προηγούμενο. Και ενόψει της νέας αυτής εξέλιξης, ενόψει της ρωσικής κίνησης, θα πρέπει η Κυπριακή Δημοκρατία να καλέσει όλες τις χώρες, που λειτουργούν γραφεία, για προξενικές υποθέσεις, στα κατεχόμενα να τα κλείσουν. Γιατί πρόκειται για διπλωματική δραστηριότητα σε υπό κατοχή περιοχή. Οι όποιες προξενικές εργασίες μπορούν να γίνονται στις ελεύθερες περιοχές ή υπάλληλοι των πρεσβειών να μεταβαίνουν και να διευθετούν ζητήματα, που προκύπτουν.

Το θέμα των απευθείας πτήσεων με τα κατεχόμενα είναι ένα σοβαρό ζήτημα και δυστυχώς η Μόσχα το συντηρεί. Μπορεί ο Ρώσος πρέσβης να διαβεβαιώνει πως η πολιτική της στο Κυπριακό δεν αλλάζει, είναι όμως προφανές πως διαπιστώνονται διαφοροποιήσεις. Η Κυπριακή Δημοκρατίας μετά την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, δεν ακολούθησε απλά τη συλλογική θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τοποθετήθηκε με βάση μια βασική αρχή: Ότι αντιτίθεται σε όλες τις παραβιάσεις συνόρων και σε εισβολές. Αυτό έπραξε. Δεν μπορεί να υποβαθμίσει μια εισβολή όταν η ίδια είναι θύμα εισβολής και συνεχιζόμενης κατοχής. Η ρωσική στάση έναντι της Κύπρου δεν αλλάζει, έχει δηλώσει ο πρέσβης, Δρ Μουράτ Ζιάζικοβ. Είναι σαφές, όμως, ότι παρακολουθούμε διαφοροποιήσεις, τόσο διά κάποιων τοποθετήσεων της εκπροσώπου του ρωσικού ΥΠΕΞ, Μαρίας Ζαχάροβα, όπως οι πρόσφατες νουθεσίες για το περιστατικό σε τέμενος στη Λεμεσό, όσο κι άλλες κινήσεις σε διπλωματικό επίπεδο. Ο Ρώσος πρέσβης σημείωσε, πάντως καταληκτικά, ότι «όλες οι κρίσεις κάποτε τελειώνουν», εκφράζοντας την πεποίθηση ότι οι σχέσεις στην Κύπρο θα οικοδομούνται όχι «από το μηδέν»…

Φιλελεύθερος

Συνέχεια ανάγνωσης

Κύπρος

Προκόπης Παυλόπουλος: Έχουμε ευθύνη για τα 50 χρόνια κατοχής στην Κύπρο

Ουδεμία αισιοδοξία στο Κυπριακό λόγω των τουρκικών μαξιμαλιστικών θέσεων, λέει σε συνέντευξη στο ΚΥΠΕ ο τέως ΠτΔ της Ελλάδας Π.Παυλόπουλος

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Στην εκτίμηση ότι ουδεμία αισιοδοξία για την επίλυση του κυπριακού ζητήματος δικαιολογείται προέβη ο τέως Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας και ακαδημαϊκός Προκόπης Παυλόπουλος, o οποίος θα βρίσκεται τις επόμενες μέρες στην Κύπρο σε επετειακή εκδήλωση διοργανώνει το Πετρίδειο Ίδρυμα.

Σε συνέντευξη του στο Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων ο κ. Παυλόπουλος ανέφερε ακόμα πως προφανές δεν μπορεί -ορθότερα  δεν είναι επιτρεπτό-  ν’ αρχίσει οποιαδήποτε συζήτηση για το Κυπριακό ζήτημα, αν προηγουμένως η Τουρκία δεν αφήσει κατά μέρος τέτοιες παράλογες και προκλητικώς μαξιμαλιστικές θέσεις και προτάσεις, πλήρως αντίθετες προς το Διεθνές Δίκαιο και ιδίως προς το Ευρωπαϊκό Δίκαιο.

Ερωτηθείς κατά πόσο εκτιμά ότι με τις θέσεις που προβάλλει η τουρκική πλευρά είναι δικαιολογημένη οποιαδήποτε αισιοδοξία για έξοδο του Κυπριακού Ζητήματος από την αποτελμάτωση ο κ. Παυλόπουλος ανέφερε: «Θα σας πω την γνώμη μου ευθέως και απεριφράστως, με την επισήμανση ότι αυτή πρέπει να εξηγηθεί και να συμπληρωθεί και υπό το φως των απαντήσεών μου στη συνέχεια: Αν λάβουμε υπόψη μας την όλη στάση της Τουρκίας διαχρονικώς -ιδίως δε μετά την βάρβαρη εισβολή στην Κύπρο το 1974- και μάλιστα κατ’ εξοχήν στο πλαίσιο της ιταμής και προκλητικώς αντίθετης προς το Διεθνές Δίκαιο τελευταίας ομιλίας του Ταγίπ Ερντογάν στην Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, στις 24.9.2024, όπου και εμφανίστηκε ανυποχώρητος στην θέση περί «δύο κρατών» στην Κύπρο, ουδεμία αισιοδοξία για την επίλυση του Κυπριακού Ζητήματος δικαιολογείται. Το εντελώς αντίθετο, πράγμα που σημαίνει ότι Ελλάδα και Κύπρος πρέπει να βασίσουν την άμυνά» τους πάνω σε αυτή την σκληρή, δυστυχώς, πραγματικότητα».

Ο κ. Παυλόπουλος σημείωσε πως η κατά τ’ ανωτέρω «άμυνά» μας απέναντι στην Τουρκία, η οποία αφορά πρωτίστως το Κυπριακό Ζήτημα –το οποίο είναι βεβαίως Διεθνές και Ευρωπαϊκό Ζήτημα-  αλλά και όλα τα αμιγώς Ελληνικά Εθνικά Θέματα, μπορεί να συμπυκνωθεί κυρίως στα εξής, όπως είπε, «Ο διάλογος με την Τουρκία είναι πάντα «ευπρόσδεκτος», θα ήταν δε λάθος ν’ αποκλεισθεί εκ προοιμίου και εντελώς. Πλην όμως ιδίως με την Τουρκία  συνέχισε, θα ήταν επίσης λάθος να κάνεις διάλογο χωρίς να έχεις πλήρη επίγνωση με ποιον «συνομιλητή» διαλέγεσαι.  Και η διεθνής εμπειρία, χρόνια τώρα, έχει δείξει ότι ως «συνομιλητής» στο πεδίο των Διεθνών Σχέσεων η Τουρκία έχει και τα εξής χαρακτηριστικά: Πρώτον, είναι παντελώς αναξιόπιστη, κάτι το οποίο ισχύει όχι μόνον έναντι της Ελλάδας αλλά και διεθνώς, πρωτίστως δε εντός του ΝΑΤΟ, όπου συχνά συμπεριφέρεται ως ανερμάτιστο ή και προδήλως «διαλυτικό» στοιχείο. 

Απτό δείγμα γραφής συνέχισε, αποτελεί η στάση της Τουρκίας απέναντι στη βάρβαρη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και ο απροκάλυπτα «διφορούμενος» ρόλος της. Δεύτερον είπε ο πρώην Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, η Τουρκία έχει εναντίον της Ελλάδας και της Κύπρου «μακροχρόνιες βλέψεις», ως προς τις οποίες ακολουθεί την τακτική όχι τόσο των «θερμών επεισοδίων»,  αλλά της «προώθησης» των θέσεών της υποδορίως σ’ επίπεδο «διαπραγματεύσεων». 

Όπως εκτίμησε, αυτές οι βλέψεις της Τουρκίας αφορούν, ευθέως, την Κύπρο, υπό την έννοια του τελικού πλήρους ελέγχου της, το Αιγαίο, υπό την έννοια  της εκεί συγκυριαρχίας και την Θράκη, υπό την έννοια της χρησιμοποίησης της Μουσουλμανικής Μειονότητας προς την κατεύθυνση μελλοντικής αυτονόμησης. 

Και, τρίτον συνέχισε, η Τουρκία μέσω των «διαπραγματεύσεων» θέλει να μας επαναφέρει στην εποχή του 1997-1999, όταν λόγω της υποχωρητικότητας της τότε Κυβέρνησης είχε «καταφέρει» να γίνουν δεκτές εκ μέρους μας οι θέσεις που της επέτρεψαν στην συνέχεια να μιλάει για «γκρίζες ζώνες» στο Αιγαίο και ν’ αναπτύσσει την «ρητορική» της «Γαλάζιας Πατρίδας».

Διότι τότε, όπως εξήγησε, αφενός μεν με το κοινό ανακοινωθέν «Σημίτη-Ντεμιρέλ» στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ,  κατά την σύνοδο στην Μαδρίτη, στις 8.7.1997, είχε γίνει, μεταξύ άλλων, δεκτή και η φρασεολογία περί «ζωτικών ενδιαφερόντων και συμφερόντων της Τουρκίας» στο Αιγαίο.  Αφετέρου δε  στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, στις 10-11.12.1999, στο Ελσίνκι τα σχετικά συμπεράσματα δέχονταν ότι μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας υπάρχουν «συνοριακές και άλλες διαφορές», παρεκκλίνοντας από την πάγια θέση μας περί μίας και μόνης διαφοράς, εκείνης της οριοθέτησης της Νησιωτικής Υφαλοκρηπίδας και της αντίστοιχης ΑΟΖ στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. 

Ερωτηθείς πως αξιολογεί την τακτική που ακολουθούν Κύπρος και Ελλάδα ιδίως υπό το φως των σύγχρονων δεδομένων και αν θα μπορούσε να ήταν διαφορετική, ο πρώην Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας ανέφερε πως τους τελευταίους ιδίως μήνες, και παρά τη συνεχιζόμενη  -ή και εντεινόμενη ενίοτε- προκλητική αδιαλλαξία της Τουρκίας, γίνεται και πάλι λόγος για την ανάγκη της όσο το δυνατό ταχύτερης επίλυσης του Κυπριακού Ζητήματος.  Κάτι το οποίο, όπως προκύπτει και από σχετικές πρόσφατες δηλώσεις, αποδέχονται οι Κυβερνήσεις Ελλάδας και Κύπρου  -αποφασισμένες μάλιστα να κινηθούν εν προκειμένω με τον απαιτούμενο «ρεαλισμό»μπροστά στον «άτεγκτο» έως απροκαλύπτως κυνικό κόσμο των Διεθνών Σχέσεων- ενώ «ωθούν» προς την ως άνω κατεύθυνση τόσον ο ΟΗΕ όσο και η Ευρωπαϊκή Ένωση.

“Κατ’ αρχήν ορθή η τακτική Ελλάδας και Κύπρου πλην όμως…”

Η τακτική αυτή των Κυβερνήσεων Ελλάδας και Κύπρου πρέπει ν’ αξιολογηθεί ως κατ’ αρχήν ορθή, συμπλήρωσε, “αφού η “μη λύση” του Κυπριακού Ζητήματος όχι μόνο δεν συνιστά «λύση» του, αλλά καθιστά ολοένα και πιο επισφαλή  -κατ’ επιεική δε θεώρηση-  την κατάσταση που δημιούργησε η πάνω από πενήντα χρόνια κατοχή του ενός τρίτου της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Τουρκία, ύστερα από την βάρβαρη εισβολή της στην Μαρτυρική Κύπρο το 1974.

Πλην όμως, και όπως είναι ευνόητο,η επίτευξη λύσης του Κυπριακού Ζητήματος συνέχισε είναι,  νοητή και αποδεκτή μόνον εφόσον είναι δίκαιη και βιώσιμη.  Γεγονός που σημαίνει περαιτέρω, όπως είπε,  ότι η λύση αυτή είναι νοητή και αποδεκτή μόνον εφόσον υπηρετεί, τουλάχιστον ως προς τα σχετικά βασικά ρυθμιστικά της στοιχεία, «αξιοπρεπώς»  -και όχι κατ’ επίφαση, υπό το κράτος απαράδεκτων συμβιβασμών ή και εκβιασμών από συγκεκριμένες πλευρές-  την Διεθνή Νομιμότητα και την Ευρωπαϊκή Νομιμότητα αλλά και την «βιωσιμότητα» της Κυπριακής Δημοκρατίας ως Κράτους-Μέλους της Διεθνούς Κοινότητας, κυρίως δε ως πλήρους Κράτους-Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του «στενού πυρήνα» της, της Ευρωζώνης. 

Διότι το αντίθετο οδηγεί, όπως είπε,  αναποδράστως, σ’ επικίνδυνες ατραπούς ακόμη πιο επώδυνης θεσμικής και πολιτικής αποδυνάμωσης της Κυπριακής Δημοκρατίας, και στο πλαίσιο της Διεθνούς Κοινότητας αλλά και στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 

Ο κ. Παυλόπουλος ανέφερε πως το ζήτημα τούτο απαιτεί τόσο «επιμελέστερη» προετοιμασία, με την ανάλογη προσοχή και προνοητικότητα,  όσο η Τουρκία έχει καταστήσει -με περισσό θράσος που, δυστυχώς, το ενισχύει η προεκτεθείσα θλιβερή Διεθνής, ακόμη και Ευρωπαϊκή σε ορισμένες περιπτώσεις, ανοχή προς αυτή-  σαφές πως ως αρχή «λύσης» του Κυπριακού Ζητήματος δεν αποδέχεται, κατ’ ουδένα τρόπο, το στοιχειώδες κατά το Διεθνές Δίκαιο και το Ευρωπαϊκό Δίκαιο, όπως θα επεξηγηθεί στην συνέχεια,  πρότυπο του Ομοσπονδιακού Κράτους.  Και κάνει λόγο, ευθέως σημείωσε, για δύο Κράτη, όπως φάνηκε και κατά την προαναφερόμενη ομιλία του Ταγίπ Ερντογάν στην Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ. Υπό το πνεύμα αυτό είναι προφανές πως δεν μπορεί -ορθότερα  δεν είναι επιτρεπτό-  ν’ αρχίσει οιαδήποτε συζήτηση για το Κυπριακό Ζήτημα, αν προηγουμένως η Τουρκία δεν αφήσει κατά μέρος τέτοιες παράλογες και προκλητικώς μαξιμαλιστικές θέσεις και προτάσεις, πλήρως αντίθετες προς το Διεθνές Δίκαιο και ιδίως προς το Ευρωπαϊκό Δίκαιο.

Αν γίνει, από Ελληνικής και Κυπριακής πλευράς, το λάθος να υποτιμηθεί ο κίνδυνος της έναρξης διαλόγου για το Κυπριακό Ζήτημα δίχως μιαν ουσιώδη υποχώρηση της Τουρκίας από τις κατά τ’ ανωτέρω ακραίες θέσεις της, τότε ο «διάλογος» με την τουρκική πλευρά μας οδηγεί συνέχισε,  στην διακινδύνευση να υποχωρήσουμε μοιραίως εμείς, έστω και κατά ένα μέρος, στους απαράδεκτους τουρκικούς εκβιασμούς και στο ενδεχόμενο πλήρους ευτελισμού του Διεθνούς Δικαίου και του Ευρωπαϊκού Δικαίου σε ό,τι αφορά το μέλλον της Κυπριακής Δημοκρατίας. 

Επιπροσθέτως συνέχισε ο κ. Παυλόπουλος, ας μην ξεχνάμε ότι αυτή είναι πάντοτε η «προσφιλής» τακτική της Τουρκίας όταν επιχειρεί να προωθήσει και τις πιο αδιανόητες «διεκδικήσεις» της έναντι του Ελληνισμού εν γένει, στηριζόμενη με πρόδηλο διεθνές θράσος στην παγίωση των «τετελεσμένων» εφόσον διαπιστώσει τάσεις δισταγμών, ανοχής και υποχωρητικότητας από τις Κυβερνήσεις Ελλάδας και Κύπρου. 

“Αδιανόητη η ατιμωρησία της Τουρκίας”

Σε ερώτηση για το γεγονός ότι εδώ και 50 χρόνια αναμένουμε από την λεγόμενη «Διεθνή Κοινότητα» να στηρίξει πιο δυναμικά τα δίκαια αιτήματά μας αλλά δεν το πράττει και κατά πόσο πιστεύει ότι έχουμε ευθύνη κι εμείς γι αυτό ο κ. Παυλόπουλος σημείωσε πως πέρασαν ήδη 50 χρόνια αφότου η Τουρκία εισέβαλε, με βάρβαρο τρόπο και καταπατώντας κάθε έννοια του Διεθνούς Δικαίου καθώς και όλες τις σχετικές αποφάσεις των  οργάνων του ΟΗΕ, στην Μαρτυρική Κύπρο και η προκλητική κατοχή του ενός τρίτου του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας δυστυχώς συνεχίζεται. 

Αυτή η αδιανόητη ατιμωρησία της Τουρκίας  -όταν μάλιστα συνοδεύεται και από την ιταμή άρνησή της να δεχθεί επίλυση του Κυπριακού Ζητήματος κατά τρόπο σύμφωνο με το Διεθνές Δίκαιο και με το Ευρωπαϊκό Δίκαιο-  εκ μέρους της Διεθνούς Κοινότητας αλλά και της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν είναι επιτρεπτό ούτε και ανεκτό να συνεχισθεί, όπως είπε. 

Τούτο  συνέχισε, καθίσταται πλέον κάτι παραπάνω από προφανές και λόγω της τρέχουσας διεθνούς συγκυρίας. Πρωτίστως αναφέρθηκε στην εξίσου βάρβαρη εισβολή της Ρωσίας, στην Ουκρανία, δοθέντος ότι ουδείς πλέον δικαιούται να παραβλέπει πως η τουρκική εισβολή και κατοχή στην Κύπρο και η κατά τ’ ανωτέρω αδιαφορία  -φυσικά κατ’ επιεική έκφραση-  της Διεθνούς Κοινότητας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπήρξαν το «πρότυπο», το οποίο δεν δίστασε να υιοθετήσει η ηγεσία της Ρωσίας προκειμένου να επιτεθεί στην Ουκρανία και να προκαλέσει τον αιματηρό πόλεμο, όπως είπε . 

Τον πόλεμο ο οποίος συνεχίζεται, με «αόρατη» ακόμη, « την προοπτική λήξης του και με αδύνατη την εκτίμηση του έως πού μπορεί να οδηγήσει η περαιτέρω κλιμάκωση  του για την Ειρήνη και την Ασφάλεια παγκοσμίως».

Πρόσθεσε ακόμη πως «Ελλάδα και Κύπρος–σε πλήρη αντίθεση προς την Τουρκία–συμπαραστάθηκαν, συμπαρίστανται και θα συνεχίσουν να συμπαρίστανται, ειλικρινώς και ποικιλοτρόπως ιδίως στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στον δεινώς δοκιμαζόμενο Λαό της Ουκρανίας. 

Από τώρα όμως, και ιδίως αμέσως μόλις τελειώσει ο φρικτός αυτός πόλεμος και ο υπαίτιος εισβολέας πληρώσει το βαρύ τίμημα του εγκλήματός του, πρέπει είπε, « να συναγάγουμε, τόσο σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και σ’ επίπεδο Διεθνούς Κοινότητας, τα αναγκαία διδακτικά συμπεράσματα. Και δη συμπεράσματα τόσο για τα αίτιά του όσο και για τις επιπτώσεις του. Υπ’ αυτό το πνεύμα και ως συνεπείς υπέρμαχοι της Ευρωπαϊκής και της Διεθνούς Νομιμότητας, Ελλάδα και Κύπρος πρέπει  συνέχισε, να καταδείξουμε στην Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά και στην Διεθνή Κοινότητα,  όπως είπε, πρωτίστως δε στις ΗΠΑ και στο ΝΑΤΟ, πόσο μεγάλες είναι οι ευθύνες τους διότι ανέχθηκαν και ανέχονται, για τόσες δεκαετίες, τις επιπτώσεις και τα τετελεσμένα της τουρκικής εισβολής και κατοχής στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας.  

Της πρώτης τέτοιας ωμής καταπάτησης της εδαφικής ακεραιότητας και της κυριαρχίας Κράτους Μέλους της Διεθνούς Κοινότητας μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, όπως είπε.

“Δύο μέτρα και δύο σταθμά” 

Ο πρώην Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας ερωτηθείς για το γεγονός ότι για την Ουκρανία, η Δύση έχει επιβάλει πλειάδα κυρώσεων σε βάρος της Ρωσικής Ομοσπονδίας, η  Τουρκία, η οποία επίσης διέπραξε καταφανέστατα παράνομη εισβολή, παραμένει ατιμώρητη και ποια Διεθνή Τάξη μπορούμε να μιλάμε όταν τα μέτρα και τα σταθμά είναι διαφορετικά  απάντησε πως για την Διεθνή Κοινότητα και τον ΟΗΕ, η κατ’ αποτέλεσμα«ισότιμη» αντιμετώπιση Τουρκίας και Κύπρου  -δηλαδή του «θύτη» με το«θύμα» της τουρκικής εισβολής και κατοχής-  κατά την λογική της ανοχής των ατέρμονων και κενών περιεχομένου συζητήσεων μεταξύ των δύο μερών, δείχνει πόσο στις μέρες μας το Διεθνές Δίκαιο, με αποκλειστική ευθύνη της ίδιας της Διεθνούς Κοινότητας και του ΟΗΕ, συντίθεται όχι τόσο από leges perfectae, αλλά σε πολλές περιπτώσεις από  leges  minus  quam  perfectae και  leges imperfectae.  

Ελλάδα και Κύπρος, λοιπόν, στέλνοντας το μήνυμα ότι δεν είναι διατεθειμένες να δεχθούν αυτή την οιονεί «χειμέρια νάρκη» αφενός της Διεθνούς Νομιμότητας και, αφετέρου, της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και της Πολιτικής Ασφαλείας (ΚΕΠΠΑ) πρέπει να θέσουν, είπε ο πρώην Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, ως Κράτη-Μέλη και της Διεθνούς Κοινότητας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προ των ευθυνών τους την Διεθνή Κοινότητα και τους Ευρωπαϊκούς Θεσμούς επισημαίνοντας, χωρίς περιστροφές, υποχωρήσεις και υπαναχωρήσεις, και τα εξής: Όπως όλοι στεκόμαστε σήμερα στο πλευρό της Ουκρανίας, καταδικάζοντας απεριφράστως και εμπράκτως το πολεμικό έγκλημα της Ρωσίας, στην ίδια γραμμή υπεράσπισης της Ευρωπαϊκής και της Διεθνούς Νομιμότητας πρέπει σημείωσε «να καταδικασθεί-με χρησιμοποίηση του veto αν χρειασθεί σε μελλοντικές αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ.

Κληθείς να σχολιάσει την άποψη που εκφράζεται από μερικούς ότι στο Κυπριακό έχουν χαθεί «ιστορικές ευκαιρίες» για επίλυσή του, ο κ. Παυλόπουλος ανέφερε πως ακόμη και τώρα ακούγονται αρκετές «φωνές» ειδικών, κυρίως στον τομέα των Διεθνών Σχέσεων, οι οποίες υποστηρίζουν ότι η απόρριψη του Σχεδίου Ανάν για το Κυπριακό Ζήτημα ήταν μια «χαμένη ευκαιρία». Οι «φωνές» αυτές συνέχισε, ηχούν ως σύγχρονος «αντίλαλος» των απόψεων εκείνων, οι οποίες υιοθετήθηκαν πριν είκοσι χρόνια στηρίζοντας, σχεδόν «αναφανδόν» και άνευ προϋποθέσεων, το Σχέδιο Ανάν σ’ Ελλάδα και Κύπρο.

“Δεν υπήρξαν ιστορικές ευκαιρίες λύσης του Κυπριακού” 

Όμως το Σχέδιο Ανάν δεν συνιστά, κατ’ ουδένα τρόπο, «χαμένη ευκαιρία». Και τούτο διότι, όπως είπε, η απόρριψή του επιβαλλόταν από την ίδια την φύση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, εν τέλει, από το ίδιο το Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Πραγματικά, μία υπό το θεσμικό και πολιτικό status του Σχεδίου Ανάν Κυπριακή Δημοκρατία δεν θ’ αποτελούσε, ούτε καθ’ υποφοράν, Κράτος ομοσπονδιακού τύπου. Θα στηριζόταν πολύ περισσότερο σε μια μορφή Συνομοσπονδιακού Κράτους, εντελώς ασύμβατου με τις στοιχειώδεις απαιτήσεις της δομής και λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της αποτελεσματικής εφαρμογής του Ευρωπαϊκού Δικαίου. Είναι δε άκρως χαρακτηριστικό και ενδεικτικό της μάλλον «επιφανειακής» προσέγγισης, με βάση την οποία αξιολογήθηκε από τους προμνημονευόμενους υποστηρικτές του το Σχέδιο Ανάν, το ότι αυτοί δεν φαίνεται ν’ ασχολήθηκαν επισταμένως με το αν και κατά πόσο το πολιτειακό «μόρφωμα»που προόριζε για την Κυπριακή Δημοκρατία ανταποκρινόταν στις βασικές απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής Έννομης Τάξης και του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου.

Σύμφωνα με τον κ. Παυλόπουλο καθίσταται λοιπόν προφανές ότι η εφαρμογή του Σχεδίου Ανάν στην πράξη θα οδηγούσε, σχεδόν νομοτελειακώς, σε ουσιαστική έξοδο της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση -αφού, όπως επαρκώς τονίσθηκε, θα ήταν αδιανόητο ν’ αναμένει κανείς «προσαρμογή» του Ευρωπαϊκού Δικαίου στα «κανονιστικά κελεύσματα» του Σχεδίου Ανάν- εκτός του ότι είναι σίγουρο πως αργά ή γρήγορα θα οδηγούσε και σε γενικότερη κρατική αποσύνθεσή της.

Επεσήμανε επίσης πως και οι κατά τ’ ανωτέρω διαχρονικώς υπέρμαχοι του Σχεδίου Ανάν δεν πρέπει να υποτιμούν -και πολύ περισσότερο να λησμονούν- ότι μια τέτοια, μοιραία και απευκταία, κατάληξη της Κυπριακής Δημοκρατίας συνιστά «διακαή πόθο» της Τουρκίας. Και μάλιστα ως τελική «δικαίωση» της βαρβαρότητάς της κατά την εισβολή, το 1974, στην Μαρτυρική Κύπρο, συμπλήρωσε.

Επομένως, η σημερινή κρίσιμη συγκυρία επιβάλλει την ειλικρινή και αποφασιστική αποδοχή και πραγμάτωση του ακόλουθου, κατ’ ουσία Εθνικού, «προτάγματος»: Όλος ο Ελληνισμός έχει χρέος ν’ αντισταθεί, υπό όρους αρραγούς ενότητας, απέναντι στη συντέλεση ενός τέτοιου «ειδεχθούς εγκλήματος» εις βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας αλλά και εις βάρος της Διεθνούς και της Ευρωπαϊκής Νομιμότητας. Και το χρέος αυτό βαρύνει, όπως είναι ευνόητο, και την Διεθνή Κοινότητα αλλά και την Ευρωπαϊκή Ένωση.

“Το περιεχόμενο μιας δίκαιης και βιώσιμης λύσης” 

Ερωτηθείς ποιες είναι εν τέλει, ιδίως υπό την ιδιότητά σας και ως Νομικού-Ακαδημαϊκού, οι κατά το Διεθνές και το Ευρωπαϊκό Δίκαιο προϋποθέσεις για μια δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού ο κ. Παυλόπουλος ανέφερε πως είναι ανάγκη να επισημανθεί με έμφαση ότι κατά το Διεθνές και το Ευρωπαϊκό Δίκαιο λύση του Κυπριακού Ζητήματος νοείται μόνον υπό τις ακόλουθες επτά, κατ’ελάχιστο, προϋποθέσεις:

Πρώτον, η Κυπριακή Δημοκρατία πρέπει να έχει την πολιτειακή μορφή το πολύ Ομοσπονδιακού Κράτους, κατά τα Διεθνή και κυρίως κατά τα Ευρωπαϊκά αντίστοιχα πρότυπα.

Ουδεμία μορφή Συνομοσπονδίας, ευθεία ή συγκεκαλυμμένη, είναι ανεκτή όπως το διευκρίνισα προηγουμένως για το σχέδιο Ανάν. Και τούτο, πρωτίστως διότι πέραν του ότι μια τέτοια «λύση» είναι, εξορισμού, «θνησιγενής» και εξυπηρετεί μόνο τις βλέψεις και τα συμφέροντα της Τουρκίας με το να οδηγεί σε ουσιαστική πολιτειακή αποσύνθεση την Κυπριακή Δημοκρατία, έρχεται σε πλήρη αντίθεση και με τον«πυρήνα» του πρωτογενούς Ευρωπαϊκού Δικαίου.

Δεύτερον, η Κυπριακή Δημοκρατία πρέπει να στηρίζεται, καθ’ολοκληρία, στις θεμελιώδεις αρχές της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας, ως θεσμικής εγγύησης της Ελευθερίας in globo. Άρα ως θεσμικής εγγύησης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, όχι μόνο κατά το Εθνικό Δίκαιο αλλά και κατά το Διεθνές και το Ευρωπαϊκό Δίκαιο.

Τρίτον, η Κυπριακή Δημοκρατία πρέπει να έχει, ως μέλος της Διεθνούς Κοινότητας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μία Διεθνή Νομική Προσωπικότητα.

Τέταρτον, στην Κυπριακή Δημοκρατία νοείται μία, και μόνον, Ιθαγένεια.

Πέμπτον, η Κυριαρχία της Κυπριακής Δημοκρατίας πρέπει να είναι πλήρης, με εξίσου πλήρη σεβασμό όλων, ανεξαιρέτως, των διατάξεων του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου. Τούτο σημαίνει πληρότητα και της strictosensu Κυριαρχίας της -π.χ. σε ό,τι αφορά την εδαφική της ακεραιότητα, τα σύνορά της, την αιγιαλίτιδα ζώνη της κ.λπ.- και της latosensu Κυριαρχίας της. Άρα την πλήρη άσκηση όλων, δίχως οιαδήποτε διάκριση, των Κυριαρχικών της Δικαιωμάτων, μ’επίκεντρο τα Δικαιώματά της επί του συνόλου των Θαλάσσιων Ζωνών της κατά το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας (Σύμβαση του MontegoBay,του 1982). Ουδεμία δε επιρροή ασκεί επ’ αυτού το ότι η Τουρκία δεν έχει προσχωρήσει στην ως άνω Διεθνή Σύμβαση, αφού αυτή, κατά την νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, παράγει διεθνώς παραδεδεγμένους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου, οι οποίοι ισχύουν ergaomnes.Έκτον -και κατά συνέπεια- επί της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν είναι επιτρεπτό να παραμένουν, κατ’ουδένα τρόπο, στρατεύματα κατοχής ούτε να ισχύουν, επίσης κατ’ ουδένα τρόπο, εγγυήσεις οιωνδήποτε τρίτων.

Και, έβδομον, τα προαναφερόμενα συνεπάγονται ότι από την Κυπριακή Δημοκρατία πρέπει να αποχωρήσουν, χωρίς προϋποθέσεις, οι«έποικοι», τους οποίους εγκατέστησε παρανόμως, σύμφωνα μάλιστα με την νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, η Τουρκία. Και να επανέλθουν οι αναγκαστικώς αποχωρήσαντες από τις εστίες τους, λόγω της τουρκικής εισβολής, πρόσφυγες, ανακτώντας πλήρως όλα τα κατά την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου αλλά και κατά τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης δικαιώματά τους.

Συνέχεια ανάγνωσης

Ιράν

Στρατηγικό πλεονέκτημα για την Ελληνική και Κυπριακή Δημοκρατία

Πλέον το γεωπολιτικό αποτύπωμα ενισχύεται και οι συγκυρίες είναι ευνοϊκές

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Γράφει ο Μάριος Πουλίκκας

Η “Κυπριακή Δημοκρατία”, όπως ορίζεται από τις Συμφωνίες Ζυρίχης Λονδίνου του 1959, ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ.

* Οι Τούρκοι οικειοθελώς αποχώρησαν το 1964, απέσυραν την Αναγνώριση τους προς αυτήν και έκτοτε όχι μόνο δεν αναίρεσαν την απόφαση τους, αλλά έβαλαν και την ταφόπλακα της συμμετοχής τους στην “Κυπριακή Δημοκρατία των Συμφωνιών Ζυρίχης Λονδίνου 1959” (και άρα και στην ύπαρξη της) με την Παράνομη Τουρκική Εισβολή, Εθνοκάθαρση και Κατοχή το 1974.

* Το 1964 και παρόλο που οι Έλληνες κρατούσαμε κυνηγετικά όπλα και οι Τούρκοι σύγχρονα για την εποχή στρατιωτικά τυφέκια, καταφέραμε να αντιμετωπίσουμε με επιτυχία το ένοπλο πραξικόπημα τους.

* Με το Ψήφισμα 186/64, του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, η Κυπριακή Δημοκρατία ΧΩΡΙΣ τους Τουρκοκύπριους, είναι η ΜΟΝΗ Αναγνωρισμένη Αρχή στο νησί.

* Η “Κυπριακή Δημοκρατία του 1964” με όλες τις (τύπου Απαρτχάιντ) “Δικοινοτικές Πρόνοιες” σε αχρησία, είναι ένα ΕΝΤΕΛΩΣ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟ Κράτος από αυτό που προνοούσαν οι Συμφωνίες Ζυρίχης Λονδίνου του 1959.

* Έγιναν σκληρές μάχες και η αντιμετώπιση της τουρκανταρσίας δεν ήταν καθόλου εύκολη υπόθεση.

* Η ψήφιση του 186/64 είναι ίσως η Μεγαλύτερη Διπλωματική ΝΙΚΗ που πετύχαμε ποτέ.

* Σήμερα (αν και εδαφικά κουτσουρεμένη) η “Κυπριακή Δημοκρατία του 186/64”, συνεχίζει να υπάρχει, να αναπτύσσεται και να αποτελεί το καταφύγιο των Ελλήνων της Κύπρου.

* Η πικρία και η απογοήτευση για τις Συμφωνίες Ζυρίχης Λονδίνου, ειδικά μετά από έναν τόσο όμορφο αγώνα όπως αυτόν της ΕΟΚΑ, είναι έντονα συναισθήματα που μας πνίγουν όλους. Δεν παύει όμως να ισχύει ότι εκείνη η Κυπριακή Δημοκρατία ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ και έχει αντικατασταθεί με κόπους και θυσίες, από την “Ελληνική Κυπριακή Δημοκρατία του 186/64”.

* ΠΛΕΟΝ, ΤΟ ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΟ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑ ΕΝΙΣΧΥΕΤΑΙ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΓΚΥΡΙΕΣ ΕΙΝΑΙ ΕΥΝΟΪΚΕΣ

* Δεν υπάρχει άλλος δρόμος από την πλήρη ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ χωρίς υποσημειώσεις. Ούτε ΔΔΟ, ούτε καν “επιστροφή στην Κυπριακή Δημοκρατία” (που πολλοί προτείνουν, εννοώντας την “Κυπριακή Δημοκρατία των Συμφωνιών Ζυρίχης Λονδίνου 1959”). Δεν υπάρχει επιστροφή σε κάτι που ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ.

* ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ και καθολική εφαρμογή της ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΧΩΡΙΣ ΡΑΤΣΙΣΤΙΚΕΣ ΔΙΚΟΙΝΟΤΙΚΕΣ ΠΡΟΝΟΙΕΣ.
Αυτός πρέπει να είναι ο Στόχος.

Με σωστή προσέγγιση μπορεί να επιτευχθεί.

Οι Συγκυρίες είναι ΥΠΕΡ ΜΑΣ.

* Παλαιότερα, οι Αμερικανοί προσπαθούσαν πάντα να κρατούν “ίσες αποστάσεις” με τους Τούρκους για οτιδήποτε αφορούσε στην Κύπρο. Πλέον, ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ούτε τυπική συνεννόηση με το κατοχικό καθεστώς για θέματα συμμετοχής της Κύπρου στις επιχειρήσεις στην Μέση Ανατολή.

* Οι Γερουσιαστές Jerry Moran, Susan Collins, John Boozman και John Cornyn, συναντήθηκαν το πρωί με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας στο πλαίσιο της κοινής βούλησης για περαιτέρω ανάπτυξη και ενδυνάμωση των στρατηγικής σημασίας διμερών σχέσεων Κύπρου – ΗΠΑ. 🇨🇾🇺🇸

* Κατά τη συνάντηση, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας αναφέρθηκε στις πρωτοβουλίες που αναλαμβάνει η Κυπριακή Δημοκρατία, τόσο με την αποστολή ανθρωπιστικής βοήθειας στον άμαχο πληθυσμό της Γάζας όσο και με την παροχή διευκολύνσεων για τον ασφαλή επαναπατρισμό υπηκόων διαφόρων χωρών που εγκαταλείπουν την περιοχή.

* Ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης αναφέρθηκε, επίσης, στη σημασία και το υψηλό επίπεδο συνεργασίας μεταξύ Κύπρου και ΗΠΑ, ειδικά μετά τη Συμφωνία που συνομολογήθηκε τον περασμένο Ιούνιο, για θεσμοθέτηση Στρατηγικού Διαλόγου ανάμεσα στις δυο χώρες.

Για τέλος, αφήνω τα λόγια του πρώην πρωθυπουργού του Ισραήλ: “In Israel, in order to be realist, you must believe in miracles” -David Ben-Gurion

Πόσο ταιριάζουν και στην περίπτωση μας.

Συνέχεια ανάγνωσης

Εξωτερική Πολιτική

Κυπριακό: Οι Τούρκοι θέλουν τριμερή συνάντηση χωρίς ουσία

Δημοσιεύτηκε

στις

Ο Ερσίν Τατάρ θα στοχεύει σε ανοικτή ατζέντα προκειμένου να βάλει στο τραπέζι τις αξιώσεις του

Μια τριμερή χωρίς να αγγίζει την ουσία, δηλαδή το πως θα επανεκκινήσει ο διάλογος, επιδιώκει η τουρκική πλευρά, με τον Ερσίν Τατάρ θα στοχεύει σε ανοικτή ατζέντα προκειμένου να βάλει στο τραπέζι τις αξιώσεις του.

Με τη γνωστοποίηση, το βράδυ της Τετάρτης, της συμφωνίας για πραγματοποίηση μιας άτυπης συνάντησης στη Νέα Υόρκη, στις 15 Οκτωβρίου, άρχισαν να διαφαίνονται εκατέρωθεν και οι προθέσεις των δύο πλευρών. Νίκος Χριστοδουλίδης και Ερσίν Τατάρ κατέγραψαν άμεσα ή έμμεσα τους στόχους τους πριν καθίσουν στο ίδιο τραπέζι με το Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών.

Ανακοινώνοντας το δείπνο στη Νέα Υόρκη το γραφείο του Ερσίν Τατάρ φρόντισε την ίδια ώρα να στείλει το μήνυμα ότι «το άτυπο δείπνο δεν θα έχει καμία ατζέντα και οι δύο ηγέτες θα ανταλλάξουν απόψεις σε κοινωνικό περιβάλλον». Σχεδόν ταυτόχρονα, από τη Νέα Υόρκη όπου βρίσκεται, ο Ταχσίν Ερτουγρούλογλου, διαμήνυε πως «δεν θα συζητηθεί η ομοσπονδία» και ότι «σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να θεωρηθεί η συμμετοχή τους σε αυτή τη συνάντηση ως διαπραγμάτευση για ομοσπονδία».

Οι τοποθετήσεις αυτές της τουρκοκυπριακής πλευράς καταδεικνύουν και τους στόχους που έχει θέσει και οι οποίοι δεν έχουν καμιά σχέση με το βασικό στόχο της τριμερούς που είναι η αναζήτηση τρόπων επανέναρξης του διαλόγου στο Κυπριακό.

Ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης φρόντισε πάντως χθες να ξεκαθαρίσει πως η ατζέντα της τριμερούς συνάντησης της 15ης Οκτωβρίου είναι πολύ συγκεκριμένη και αφορά τις προοπτικές επανέναρξης των συνομιλιών. Ενώ διαμήνυσε τόσο προς τα Ηνωμένα Έθνη όσο και προς την τουρκοκυπριακή πλευρά ότι στη Νέα Υόρκη δεν πάει για να συζητήσει την ατζέντα που προσπαθεί να περάσει ο Ερσίν Τατάρ.

Προσερχόμενος το πρωί στο Cyprus Forum 2024, στη Λευκωσία, ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης απαντώντας σε ερωτήσεις δημοσιογράφων είπε ότι η τριμερής συνάντηση δεν είναι ανοικτής ατζέντας: “Δεν υπάρχει οτιδήποτε που είναι ανοιχτής ατζέντας. Η συζήτηση γίνεται με έναν και μόνο σκοπό: να δούμε αν υπάρχουν οι προοπτικές για επανέναρξη των συνομιλιών και θεωρώ ιδιαίτερα σημαντική την πρωτοβουλία του Γενικού Γραμματέα“.

Πρόσθεσε ότι ήταν κάτι που επιδιώκαμε εδώ και καιρό. “Από κει και πέρα, είπε, επικεντρωνόμαστε στο να υπάρξει αποτέλεσμα που για μας ένας είναι ο στόχος, η επανέναρξη των συνομιλιών στη βάση του συμφωνημένου πλαισίου και από εκεί που μείναμε στο Κραν Μοντανά“.

Σημείωσε ότι “αναμένουμε να δούμε, προετοιμαζόμαστε για συνάντηση”, την οποία χαρακτήρισε “θετική εξέλιξη“. “Με απόλυτη σοβαρότητα θα προσέλθουμε σε αυτό το δείπνο και θα πράξουμε ό,τι είναι δυνατόν για να υπάρξουν θετικά αποτελέσματα“, είπε. Ο Πρόεδρος σχολίασε ότι “είναι θετικό ότι γίνεται αυτό το δείπνο. Από ‘κει και πέρα, δεν θέλω να πω πολλά, επικεντρώνομαι στη συζήτηση, στο αποτέλεσμα. Να υπάρξει αποτέλεσμα, αυτό με ενδιαφέρει“, επεσήμανε.

Ο υπουργός Εξωτερικών, Κωνσταντίνος Κόμπος, σε δηλώσεις του στο ΡΙΚ επεσήμανε πως το δείπνο στη Νέα Υόρκη αποτελεί το επόμενο σημείο αναφοράς στο Κυπριακό, μετά τη Γενική Συνέλευση, το οποίο δεν μπορεί να παραγνωρίζεται, μετά τη μακρά περίοδο απουσίας κινητικότητας.  Ο υπουργός Εξωτερικών πρόσθεσε, ωστόσο, ότι η ύπαρξη κινητικότητας δεν συνεπάγεται ότι θα επιτευχθεί ο βασικός στόχος, της επανέναρξης των συνομιλιών, κάτι που, όπως είπε, “δεν εξαρτάται μόνο από τη δική μας πλευρά”.

Ο Κωνσταντίνος Κόμπος σημείωσε ότι δεν υπάρχει άλλη διέξοδος από την επιδίωξη διαλόγου, αφού αυτός είναι ο μόνος τρόπος για κατάληξη σε επίλυση του Κυπριακού. Σημείωσε, επίσης, ότι δεν πρόκειται να γίνει αποδεκτό ό,τι βρίσκεται εκτός του πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών και ότι αν, στο δείπνο, ακουστεί απλώς η ρητορική και επιχειρηματολογία της άλλης πλευράς το αποτέλεσμα δεν θα είναι θετικό.

Φιλελεύθερος

Συνέχεια ανάγνωσης

Ινφογνώμων

Infognomon Logo

Περιηγηθείτε στα κορυφαία βιβλία του βιβλιοπωλείου μας

Προβολή όλων

Δημοφιλή