Όμως, ο πρωθυπουργός Ναρέντρα Μόντι, ο οποίος αγκάλιασε το σανσκριτικό όνομα για τη χώρα του την ίδια εβδομάδα κατά την οποία φιλοξένησε τη σύνοδο κορυφής της G20 στο Νέο Δελχί, προσπαθεί σκληρά να προβάλει την Ινδία ως “vishwaguru” (γκουρού του κόσμου).

Είναι καιρός να εξετάσουμε τους ισχυρισμούς του πιο ενδελεχώς και επίσης να δούμε το παρόν και το μέλλον της “Νέας Ινδίας” του χωρίς παρηγορητικές ψευδαισθήσεις.

Πάρτε, για παράδειγμα, το φυλλάδιο, “Bharat, η Μητέρα της Δημοκρατίας”, που παρουσίασε η κυβέρνηση του Μόντι σε επισκεπτόμενους αξιωματούχους κατά την G20. Σύμφωνα με αυτό, οι αρχαίοι ινδουιστές σοφοί και βασιλιάδες ήταν οπαδοί της ισότητας, της συμπεριληπτικότητας και της αρμονίας.

Ακόμη και ο σύγχρονος φεμινισμός βρίσκει τον πρόδρομό του  σε ένα χάλκινο άγαλμα 5.000 ετών ενός “ανεξάρτητου και απελευθερωμένου” κοριτσιού που χορεύει.

“Μοχθηροί μουσουλμάνοι και Βρετανοί”

Τέτοιοι ισχυρισμοί αποτελούν μέρος μιας περίτεχνης αφήγησης που διαμορφώνει αποφασιστικά την οπτική πολλών Ινδών σήμερα – εκείνη σύμφωνα με την οποία ένας άλλοτε δυναμικός ινδουιστικός πολιτισμός καταστράφηκε από μοχθηρούς μουσουλμάνους και εκμεταλλευτές δυτικούς.

Η δημοτικότητα του ίδιου του Μόντι, η οποία δεν συνδέεται ευθύγραμμα με τα σκαμπανεβάσματα του κόμματός του, πηγάζει από μια ισχυρή υπόσχεση σε μια χώρα γεμάτη ταπεινωμένους ανθρώπους: να καταστρέψει τη διεφθαρμένη παλιά πολιτική τάξη και, όπως το έθεσε στην ομιλία του για την Ημέρα της Ανεξαρτησίας τον περασμένο μήνα, να εξασφαλίσει μια πλήρως εκσυγχρονισμένη Νέα Ινδία η οποία θα απολαμβάνει μια “χρυσή” περίοδο “για τα επόμενα 1.000 χρόνια”.

Αντιδραστικός μοντερνισμός

Αυτά τα χιλιαστικά οράματα – που επαναλαμβάνονται και στις ομιλίες των Βλαντιμίρ Πούτιν και Σι Τζινπίνγκ – ανήκουν σε μια μακρά παράδοση αντιδυτικών δημαγωγών που αυτοανακηρύσσονται κληρονόμοι διακεκριμένων αρχαίων πολιτισμών, συμπεριλαμβανομένων των Γερμανών και των Ιταλών που προσπάθησαν να χτίσουν το Χιλιετές Ράιχ και την Τρίτη Ρώμη αντίστοιχα.

Είναι συνηθισμένο λάθος να υποθέτουμε ότι οι Γερμανοί και οι Ιταλοί φασίστες απέρριψαν τη νεωτερικότητα υπέρ ενός εξιδανικευμένου παρελθόντος.

Αντίθετα, επιδίωξαν και απέκτησαν, συχνά με τη βοήθεια δυτικών χωρών τις οποίες χλεύαζαν ως “παρακμιακές”, υπερσύγχρονες τεχνολογίες, μοντερνιστικά αρχιτεκτονικά σχέδια, προηγμένα συστήματα μεταφορών και υπέροχα δημόσια έργα. Όπως οι ινδουιστές εθνικιστές σήμερα, χρησιμοποίησαν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, τις αθλητικές εκδηλώσεις και τις επιστημονικές ανακαλύψεις για να ανεβάσουν τον τόνο των συλλογικών αισθημάτων και να προβάλουν την εικόνα ενός ενωμένου και ανανεωμένου λαού.

Φυσικά, δεδομένου ότι η τεχνολογική και στρατιωτική ισχύς εξακολουθούσε να βρίσκεται σαφώς στη Βρετανία, τη Γαλλία και τις ΗΠΑ, οι λαοί που αποτύγχαναν να φτάσουν τη Δύση προσπάθησαν να αισθανθούν ανώτεροι από αυτήν στη σφαίρα του πολιτισμού και της φιλοσοφίας.

Επικαλούμενοι το μεγάλο εθνικό ή φυλετικό παρελθόν τους, ακόμη και όταν προσπαθούσαν μεγαλόπρεπα να επιβάλουν την πορεία του μέλλοντος του σύγχρονου κόσμου, έγιναν παραδείγματα εκείνου που ο Αμερικανός ιστορικός Τζέφρι Χερφ αποκάλεσε “αντιδραστικό μοντερνισμό”.

Παρουσιάζοντας τους αρχαίους Ινδούς ως πρωτοπόρους δημοκράτες και φεμινιστές (επίσης, τους πρώτους πλαστικούς χειρουργούς του κόσμου), ο Μόντι ανήκει σε αυτή την εκτεταμένη οικογένεια των εθνικιστών οι οποίοι προσπαθούν να “κόψουν δρόμο” με αυτό τον τρόπο. Η χώρα του επίσης επιδιώκει να συνδυάσει τον νεο-παραδοσιοκρατισμό με τον εκσυγχρονισμό, μετρώντας το μπόι της, με ασταθή αισθήματα ανασφάλειας και δυσαρέσκειας ενάντια σε μια αποδυναμωμένη, αλλά ακόμα ανώτερη Δύση.

Δεν είναι τυχαίο ότι ο Μόντι είναι ισόβιο μέλος της Rashtriya Swayamsevak Sangh (RSS), μιας οργάνωσης που έχει, από τη δεκαετία του 1920, σκόπιμα διαμορφώσει το πρότυπο οργανωτικών δομών και τρόπων προπαγάνδας της στο μοντέλο αντιδυτικών δικτατοριών.

Επιπλέον, εννέα χρόνια διακυβέρνησης του BJP έχουν επιβεβαιώσει ότι οι ινδουιστές εθνικιστές επιδιώκουν να αναδομήσουν την ινδική κοινωνία ως μια δυναμική πολιτισμική αποκήρυξη του Ισλάμ και της Δύσης.

Ξεκάθαρη πορεία

Αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει. Όσοι ελπίζουν να στρατολογήσουν την Bharat του Μόντι ως σύμμαχο της Δύσης θα πρέπει να αναλογιστούν το ξεκάθαρο ιστορικό γεγονός ότι, όπως έγραψε ο μελετητής Nirad Chaudhuri το 1954, η πιο ανεξίτηλη πτυχή του ινδουιστικού εθνικισμού είναι “η ξενοφοβία, τόσο προσωπική όσο και ιδεολογική”.

Το συναίσθημα μπορεί να μειώνεται “όταν και όπου η στρατιωτική και πολιτική δύναμη του ξένου” είναι συντριπτική, εντούτοις ευδοκιμεί σε μια “αδιάκοπη εκστρατεία συκοφαντίας και εξευτελισμού”.

Έτσι, δεν υπήρξε τίποτε το περίεργο όταν ένας Ινδός αξιωματούχος χλεύασε ουσιαστικά τις δυτικές χώρες στο X, παλαιότερα γνωστό ως Twitter, για την αποτυχία των G20 να καταδικάσουν την επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία.

Οι σαρωτικές καταγγελίες της Δύσης ως εγωιστικής και αλαζονικής, που της αξίζει να τιμωρηθεί, είναι πλέον ρουτίνα στην Ινδία. Πιο αξιοσημείωτο, καθώς οι υπουργοί του Μόντι, όπως και τα τρολ των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, καταγγέλλουν με πάθος τον Τζορτζ Σόρος, η Ινδία συμμετέχει ανοιχτά, για πρώτη φορά στη μακρά ιστορία της, στα παγκόσμια δίκτυα αντισημιτισμού.

Σίγουρα, καμία από τις δύο κύριες οπτικές σχετικά με το πολυπληθέστερο έθνος του κόσμου – ότι είναι μια ανερχόμενη, ζωντανή δημοκρατία ή ότι κατρακυλά στον αυταρχισμό – δεν φτάνει για να εξηγήσει επαρκώς τους μήνες και τα χρόνια που έρχονται. Θα χρειαστούν περισσότερες ιστορικά θεμελιωμένες αναλύσεις, καθώς άλλη μια ομάδα αντιδραστικών μοντερνιστών αναδύεται σε μια χώρα της Ανατολής.

BloombergOpinion