Οι αλλεπάλληλες κρίσεις ενίσχυσαν το AfD
Του Κώστα Ράπτη
Κρίση του ευρώ το 2012. Προσφυγική κρίση του 2015. Πανδημική κρίση του 2020. Πληθωριστική και ενεργειακή κρίση από το 2022 και εξής, στο φόντο της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Κάθε μία από αυτές ήταν και ένα “κύμα” το οποίο η “Εναλλακτική για τη Γερμανία” (AfD) καβάλησε για να γίνει πιο δυνατή.
Αυτό που ξεκίνησε πριν δέκα χρόνια ως “κόμμα καθηγητών”, με σημαία την άρνηση των προγραμμάτων διάσωσης του ευρωπαϊκού Νότου, μεταλλάχθηκε σε κάτι σαφέστερα ακροδεξιό, ποντάροντας αρχικά στα ξενοφοβικά ανακλαστικά που γέννησε η ξαφνική υποδοχή ενός εκατομμυρίου Σύρων, αντλώντας κατόπιν από την αμφισβήτηση των πολιτικών αντιμετώπισης του κορονοϊού και καταλήγοντας στην άρνηση της “ατλαντικής συναίνεσης” σε ό,τι αφορά τη στάση έναντι της Ρωσίας.
Όσο περισσότερο όμως μοιάζει να απομακρύνεται από το mainstream της γερμανικής πολιτικής, τόσο περισσότερο πλησιάζει η AfD τον στόχο της εξόδου από την “υγειονομική ζώνη” της πολιτικής απομόνωσης. Για τον απλούστατο λόγο ότι ενισχύεται εκλογικά σε όλο και περισσότερα ομόσπονδα κρατίδια (κατεξοχήν στα ανατολικά), με αποτέλεσμα να είναι σε λίγο αριθμητικά αδύνατη η δημιουργία μιας κυβερνητικής πλειοψηφίας χωρίς τη συμπερίληψή της, παρά μόνο με όλο και πιο ετερόκλητους συνασπισμούς ή, σε κεντρικό επίπεδο, με μία συγκυβέρνηση Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών την οποία καμία από τις δύο πλευρές δεν έχει τη διάθεση να επαναλάβει.
Χωρίς διεξόδους
Στο κατακερματισμένο πολιτικό σκηνικό της σημερινής Γερμανίας, όπου παραδοσιακοί “μπαλαντέρ” όπως το κόμμα των Φιλελευθέρων (FDP) φλερτάρουν με ποσοστά κάτω από το όριο κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης και όπου το Κόμμα της Αριστεράς (Linke) οδεύει προς διάσπαση και περιθωριοποίηση η άνοδος της AfD συνιστά μείζονα ανατροπή.
Στην πραγματικότητα, πρόκειται για την πολιτική αποτύπωση των κλυδωνισμών που επιφέρει η απειλή αποβιομηχάνισης της χώρας, αλλά και η αντισυσπείρωση όσων αντιδρούν στις woke πολιτικές στις οποίες πρωταγωνιστούν οι συγκυβερνώντες Πράσινοι. Και στην έλλειψη πνοής και συνοχής της τρικομματικής ομοσπονδιακής κυβέρνησης του Όλαφ Σολτς δεν μπορεί να αποτελέσει εναλλακτική ούτε η αντιπολιτευόμενη Χριστιανοδημοκρατία του Κρίστιαν Μερτς, που πιέζεται από την AfD, υιοθετεί μέρος της ρητορικής της και φλερτάρει, όχι χωρίς ισχυρές αντιδράσεις, με την ιδέα συνεργασίας μαζί της, καταρχήν σε κρατιδιακό επίπεδο.
Πρωτιά στα ανατολικά
Ενδεικτική είναι η τελευταία δημοσκόπηση του Ινστιτούτου Infratest-dimap για λογαριασμό της ραδιοτηλεόρασης Βερολίνου-Βρανδεμβούργου rbb24: Στο κρατίδιο του Βρανδεμβούργου, που περιβάλλει τη γερμανική πρωτεύουσα, η AfD συγκεντρώνει, έναν χρόνο πριν από τις εκεί εκλογές, το εντυπωσιακό 32%, ενώ μάχη για τη δεύτερη θέση δίνουν οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD) με 20% και οι Χριστιανοδημοκράτες (CDU) με 18%. Οι Πράσινοι και η Αριστερά βρίσκονται στην τέταρτη θέση με 8% και οι σχετικά νεότευκτοι Ελεύθεροι Ψηφοφόροι συγκεντρώνουν 6%. Οι Φιλελεύθεροι (FDP) μένουν εκτός τοπικού κοινοβουλίου με 4%.
Αυτά σε ένα κρατίδιο όπου ήδη το 2019 η ακροδεξιά είχε λάβει στις εκλογές ποσοστό 23,5%, αυξάνοντας τότε τη δύναμή της κατά 11,3 μονάδες και καθιστώντας αναπόφευκτη τη δημιουργία τρικομματικού κυβερνητικού συνασπισμού από το SPD (26,2% των ψήφων, με πτώση κατά -5,7% από το 2014), την CDU (15,6% με πτώση κατά -7,4%) και τους Πράσινους.
Τα άκρως αντιφατικά χαρακτηριστικά αυτής της ενίσχυσης της AfD φανερώνει, στην ίδια έρευνα, το γεγονός ότι ο επικεφαλής της κοινοβουλευτικής της ομάδας και πιθανότερος υποψήφιος πρωθυπουργός στις επικείμενες εκλογές, Χανς-Κρίστοφ Μπερντ, συγκεντρώνει την αποδοχή μόλις του 7% των πολιτών του Βρανδεμβούργου, ενώ, αντίθετα, ο Σοσιαλδημοκράτης νυν πρωθυπουργός Ντίτμαρ Βόιντκε συγκεντρώνει προσωπικό ποσοστό αποδοχής 51%, παρά το 57% των δυσαρεστημένων από την κυβέρνηση του κρατιδίου.
Σε κάθε περίπτωση η πολιτική “καραντίνα” μοιάζει να αποτελεί παρελθόν για τη γερμανική ακροδεξιά, καθώς το 56% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι δεν θα είχε αντίρρηση στην ενδεχόμενη συμμετοχή της AfD στην τοπική κυβέρνηση, ενώ αντίθετη άποψη εκφράζει μόλις το 38%. Μολονότι δε το 58% εκτιμά ότι η AfD δεν παίρνει αρκετή απόσταση από ακροδεξιές θέσεις, την ίδια άποψη διατύπωνε τον Σεπτέμβριο του 2019 το 77%.
Το Βρανδεμβούργο αποτελεί έτσι το τέταρτο ομόσπονδο κρατίδιο στο οποίο η ακροδεξιά καταγράφει (δημοσκοπική) πρωτιά, μαζί με τη Θουριγγία (32%), τη Σαξονία (35%) και το Μεκλεμβούργο-Πομερανία (29%).
Ως σημαντικότερα προβλήματα για τους πολίτες, η έρευνα αναδεικνύει την ενεργειακή πολιτική (27%) και το μεταναστευτικό (19%). Τα θέματα προστασίας του περιβάλλοντος απασχολούν το 11% των ερωτηθέντων, ενώ μεταξύ των υποστηρικτών της AfD πάντως κορυφαίο πρόβλημα θεωρείται η μετανάστευση (32%).
Οι εκλογές σε Βαυαρία και Έσση
Αν όλα αυτά μπορούν να θεωρηθούν ιδιαιτερότητα της άλλοτε Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας, δεν μπορεί να ειπωθεί το ίδιο για τη Βαυαρία και την Έσση, δύο “πυλώνες” της γερμανικής ευμάρειας, που προσέρχονται στις κάλπες στις 8 Οκτωβρίου, εν μέσω μηνυμάτων για περαιτέρω αποδοκιμασία των mainstream κομμάτων. Αλλά στα δυτικά κρατίδια, δεν είναι μόνο η AfD που ενισχύεται συγκριτικά, παρά και άλλες μορφές αντιπολιτικού λαϊκισμού που αναμένεται να κάνουν τη διαφορά.
Στη Βαυαρία, όπου οι Χριστιανοκοινωνιστές (CSU) κυβερνούν καθ’ όλη τη μεταπολεμική περίοδο και όπου ο νυν πρωθυπουργός Μάρκους Ζέντερ διατηρεί υψηλή δημοφιλία πανεθνικά, μοιάζει να έρχεται το τέλος μιας εποχής.
Σύμφωνα με το BayernTrend, το ποσοστό πρόθεσης ψήφου για την CSU περιορίζεται στο 36% (έναντι 37,2% στις εκλογές του 2018), το οποίο, εάν επιβεβαιωθεί στην κάλπη, θα είναι το χαμηλότερο ιστορικά. Οι Πράσινοι χάνουν μία μονάδα και μένουν στο 15%, το SPD χάνει δύο μονάδες και πέφτει στο 9%, ενώ οι Φιλελεύθεροι (FDP) θα δυσκολευτούν να εξασφαλίσουν την είσοδό τους στο τοπικό κοινοβούλιο, καθώς στη δημοσκόπηση συγκεντρώνουν μόλις 3%.
Τραμπ α λα γερμανικά
Αλλά το “φαινόμενο” των ημερών είναι οι Ελεύθεροι Ψηφοφόροι που εκτινάσσονται στο 17%, με άλμα πέντε μονάδων σε σχέση με την προηγούμενη μέτρηση. Πρόκειται για ιστορικό κληρονόμο της ψήφου της βαυαρικής προτεσταντικής μειονότητας που έχει εξελιχθεί σε έναν οιονεί “τραμπικό” σχηματισμό και ήδη συγκυβερνά στο κρατίδιο. Ο δε ηγέτης του και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Χούμπερτ Αϊβάνγκερ, διατηρεί ποσοστό αποδοχής της τάξης του 48% (έναντι 56% για τον Ζέντερ), μολονότι βρέθηκε πρωταγωνιστής ηχηρού σκανδάλου, όταν αποκαλύφθηκαν αντισημιτικά φυλλάδια που είχε συντάξει στο παρελθόν. Εννοείται ότι ο ίδιος προβάλλει εαυτόν ως θύμα, κάνοντας λόγο για προεκλογικό “κυνήγι μαγισσών”.
Στο γειτονικό κρατίδιο της Έσσης, η υποψήφια του SPD και νυν ομοσπονδιακή υπουργός Εσωτερικών, Νάνσι Φέζερ, μάλλον θα υποχρεωθεί να παραμείνει στο Βερολίνο, αφού η τελευταία δημοσκόπηση του Ινστιτούτου INSA για λογαριασμό της εφημερίδας Bild της δίνει μόνο 20%, με υποχώρηση κατά δύο μονάδες σε δύο μήνες. Η CDU του νυν πρωθυπουργού Μπόρις Ράιν παραμένει πρώτη, σταθερά στο 29%, οι Πράσινοι παλεύουν για τη δεύτερη θέση με 19% (+1%), η Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) ακολουθεί με 15% (+2%) και το FDP με 6% (-1%), επικίνδυνα κοντά στο όριο κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης.
capital.gr