Ο κ. Κάτσικας υπογραμμίζει το αδήριτο της ανάγκης για τον εκσυγχρονισμό του γερασμένου ελληνικού Στόλου, ενώ εκτιμά πως η απόκτηση των μαχητικών F-35 θα αναβαθμίσει την επιχειρησιακή ικανότητα της χώρας.
Συνέντευξη στον Χρήστο Θ. Παναγόπουλο
Κύριε Κάτσικα, είδαμε ότι στο πρόσφατο τετ-α-τετ του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Άντονι Μπλίνκεν τέθηκε ζήτημα δωρεάν παραχώρησης των αμερικανικών φρεγατών LCS στην Ελλάδα. Τι σηματοδοτεί αυτή η συμφωνία για τη χώρα μας;
Για να μπορέσει κανείς να απαντήσει στο συγκεκριμένο ερώτημα, θα πρέπει να παρατηρήσει σε ποια κατάσταση βρίσκεται, αυτή τη στιγμή, ο ελληνικός Στόλος, ιδιαίτερα οι οικείες μονάδες κρούσεως. Άρα θα πρέπει να εξετάσουμε τις μονάδες αυτές από θέμα ηλικίας, αλλά και από το κατά πόσον αυτά τα πλοία που διαθέτουμε τώρα, θα μπορέσουν να συνεχίσουν στο εγγύς μέλλον να παρέχουν τις ίδιες ακριβώς υπηρεσίες, που προσέφεραν εδώ και 30 – 40 χρόνια.
Αυτό είναι ένα εξαιρετικά σοβαρό θέμα και είδαμε ότι ήδη η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, τα προηγούμενα δύο χρόνια, έκανε μια πολύ σοβαρή επιλογή, αγοράζοντας τρεις φρεγάτες γαλλικές Belharra, οι οποίες – απ’ ό,τι φαίνεται – θα είναι πλοία πολύ σύγχρονα και απολύτως έτοιμα για τα πεδία των επιχειρήσεων που θα κληθεί να αντιμετωπίσει στο μέλλον ένα σύγχρονο Ναυτικό.
Ωστόσο, εάν δούμε τον ελληνικό Στόλο γενικότερα, αριθμητικά και μόνο, αυτή τη στιγμή διαθέτουμε εννέα φρεγάτες τύπου S, οι οποίες είναι ηλικίας άνω των 35 – 40 ετών. Διαθέτουμε, επίσης, τέσσερις φρεγάτες MEKO, πολύ νεότερες, που ναυπηγήθηκαν στη δεκαετία του 1990, οι οποίες, όμως, προς το παρόν δεν έχουν εκσυγχρονιστεί και μέχρι το 2030 θα έχουν φτάσει και αυτές την ηλικία των 30 ετών. Δηλαδή, εν ολίγοις, διαθέτουμε έναν υπέργηρο Στόλο από κύριες μονάδες κρούσεως. Μετά το 2030 οι φρεγάτες S θα πρέπει να οδηγηθούν προς παροπλισμό, διότι δεν θα μπορούν πλέον ούτε καν να συντηρηθούν. Από την άλλη πλευρά, αν οι φρεγάτες ΜΕΚΟ δεν εκσυγχρονιστούν άμεσα, θα φτάσουν σε μια ηλικία 30 ετών και δεν θα μπορούμε ούτε καν να μιλάμε για εκσυγχρονισμό μέσης ζωής, διότι τα πλοία αυτά έπειτα από μία πενταετία ίσως θα πρέπει να σκεφτούμε να τα παροπλίσουμε και αυτά.
Άρα οι επιλογές που έχει στο τραπέζι ένα Ναυτικό όπως το δικό μας, είναι να μπορέσει να βρει πλοία που θα είναι επιχειρησιακά εν ενεργεία, για να μπορέσει αρχικά να αντικαταστήσει τις παλιές φρεγάτες τύπου S.
Σε ό,τι αφορά τις φρεγάτες τύπου LCS, αυτές κατασκευάστηκαν από τον αμερικανικό Ναυτικό, με βάση ένα δόγμα που υπήρχε για τη διενέργεια επιχειρήσεων παράκτιας άμυνας ακόμη και σε επιχειρήσεις μέσα σε χωρικά ύδατα άλλων χωρών. Έχουν ναυπηγηθεί ήδη 15-17 περίπου τέτοια πλοία, και τα πλέον σύγχρονα από αυτά έχουν άριστη επιχειρησιακή ικανότητα. Τα όποια δε «παιδικά» προβλήματα αντιμετώπισαν τα πρώτα σκάφη αυτού του τύπου, φαίνεται πως έχουν ήδη αντιμετωπιστεί. Για παράδειγμα, αρχικά αυτές οι φρεγάτες είχαν κατασκευαστεί για να φτάνουν σε ταχύτητα τους 55 κόμβους / ώρα. Δεν μπόρεσαν ποτέ να την αποκτήσουν αυτή την ταχύτητα λόγω του συστήματος πρόωσης που εμφάνισε κάποιες αδυναμίες. Ωστόσο, οι Αμερικανοί τονίζουν ότι πλέον αυτά τα προβλήματα έχουν επιλυθεί.
Έχουμε, λοιπόν, να κάνουμε με σύγχρονα πλοία, σχεδόν καινούργια, τα οποία μπορούν με κάποιες προσθήκες ή τροποποιήσεις στον οπλισμό τους, με βάση τις απαιτήσεις του ελληνικού Ναυτικού, να γίνουν κατάλληλα και για τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις. Δεν συζητάμε για ταχύτητες 55 κόμβων/ ώρα., αλλά για 30-35 κόμβους / ώρα, που είναι ιδανικές ταχύτητες για πλοία επιφανείας. Δεν υπάρχουν, άλλωστε, αυτή τη στιγμή στον κόσμο άλλα πλοία που να φτάνουν σε ταχύτητα πάνω από 30-33 κόμβους / ώρα.
Κατά την άποψή σας, η συγκεκριμένη συμφωνία για τις φρεγάτες LCS συνιστά μια ενδιάμεση λύση πριν από την απόκτηση των Belharra και την αναβάθμιση των MEKO ή είναι μια λύση μόνιμου χαρακτήρα;
Είναι γεγονός πως οτιδήποτε έχουμε αγοράσει σε πλοίο από την κυβέρνηση των ΗΠΑ τόσο κατά το παρελθόν όσο και πρόσφατα (σ.σ. φρεγάτες Nox, αντιτορπιλικά Charles Addams), οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις τα κράτησαν εν ενεργεία για τουλάχιστο 5 – 10 το πολύ χρόνια.
Στην περίπτωση, όμως των φρεγατών LCS, μιλάμε για κάτι τελείως διαφορετικό: Τα συγκεκριμένα πλοία είναι σχεδόν νεότευκτα, σύγχρονα και έχουν ενσωματώσει ό,τι πιο σύγχρονο υπάρχει στην αμερικανική τεχνολογία. Σκεφθείτε ότι η ελληνική πλευρά θα αποκτήσει τα εν λόγω πλοία με την παραδοχή «as it is», δηλαδή πλήρως εξοπλισμένα, έτσι όπως είναι.
Νομίζω ότι πρόκειται για μια καλή περίπτωση, για να ξεπεράσουμε αυτό το μεσοδιάστημα που διανύουμε τώρα μέχρι το 2030, με σύγχρονες μονάδες που δεν τις διαθέτουμε αυτή τη στιγμή. Κακά τα ψέματα, οι τεχνολογίες, τα συστήματα και όλη η φιλοσοφία αντιμετώπισης μάχης που διαθέτουν τα ελληνικά πολεμικά πλοία στην παρούσα φάση, έχει μείνει στη δεκαετία του ’80, βαριά να πούμε στη δεκαετία του ’90. Ο ναυτικός πόλεμος έχει πλέον προχωρήσει, όπως και οι απαιτήσεις που υπάρχουν σε ένα πολεμικό πλοίο που επιχειρεί. Συνεπώς, όσο κι αν θέλουμε να είμαστε αισιόδοξοι και να βλέπουμε τα πράγματα με μια θετική ματιά, ασχέτως εάν το Πολεμικό Ναυτικό έχει αποδείξει πολλάκις την ετοιμότητά του να αντιμετωπίζει επιχειρησιακά οποιαδήποτε κατάσταση, σίγουρα ο εκσυγχρονισμός του στόλου συνιστά επιτακτική ανάγκη.
Άρα, εκτός από την απόκτηση των Belharra, και η έλευση των φρεγατών LCS κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση, βοηθώντας σημαντικά την κατάσταση στην παρούσα χρονική στιγμή, έστω και ως ενδιάμεση λύση.
Ακούσαμε τον πρωθυπουργό την περασμένη εβδομάδα να λέει ότι το ελληνικό αίτημα για την απόκτηση των F-35 είναι ώριμο. Σε τι στάδιο βρίσκεται η συγκεκριμένη συμφωνία και τι πρέπει να αναμένουμε σχετικά με αυτή;
Αυτή συμφωνία έχει ξεκινήσει ήδη από τις επισκέψεις που είχε κάνει ο απερχόμενος Αρχηγός ΓΕΕΘΑ, ο στρατηγός Κ. Φλώρος, στις ΗΠΑ και μάλιστα είχε δει από κοντά τα συγκεκριμένα αεροσκάφη και είχε κάποιες συνομιλίες με ανώτατα στρατιωτικά στελέχη.
Υπάρχει ένα αίτημα από την ελληνική πλευρά για την προμήθεια αυτών των αεροσκαφών. Απ’ ό,τι γνωρίζω, δεν πρόκειται για μια εύκολη αγορά – από οικονομικής σκοπιάς και μόνο. Τα αεροσκάφη αυτά είναι πανάκριβα και είναι πολλοί εκείνοι που υποστηρίζουν ότι και η συντήρησή τους ίσως δεν ταιριάζει με το ελληνικό οπλοστάσιο, διότι – καλώς ή κακώς – διαθέτουμε μια πολυτυπία (σ.σ. πολλαπλούς διαφορετικούς τύπους) μαχητικών αεροσκαφών: από τα αμερικανικά F-4 Phantom, μέχρι τα γαλλικά Mirage 2000 και εν συνεχεία τα F-16 και φυσικά τα Rafale.
Αυτήν την πολυτυπία μαχητικών δεν την έχουμε ξεπεράσει ακόμη και δεν γνωρίζουμε – εάν έρθουν τα F-35 – αν θα μπορέσουμε να ανταποκριθούμε στα ζητήματα συντήρησης αυτών των αεροσκαφών.
Όμως, θεωρώ ότι είναι καλό που έχει γίνει αυτή η προσέγγιση, γιατί σκεφτείτε ότι πλέον και στον αέρα τα μαχητικά έχουν εξελιχθεί τόσο πολύ, που ίσως μετά από 10 χρόνια τα ήδη υπάρχοντα αεροσκάφη να μην μπορούν να αντιμετωπίσουν μαχητικά τελευταίας γενιάς. Συνεπώς, και στην περίπτωση αυτή η ανάγκη εκσυγχρονισμού παραμένει σημαντική.
Στο τραπέζι των ελληνοαμερικανικών συνομιλιών βρίσκονται επίσης το πακέτο αγοράς των 35 ελικοπτέρων πολλαπλών ρόλων Βlack Hawk UH-60M, η προμήθεια δύο µεταχειρισμένων C-130 στην Πολεμική Αεροπορία, αλλά και τα ΤΟΜΑ Brandley M2A2 από το πλεονάζον υλικό των ΗΠΑ. Τι αλλάζει σε επίπεδο αμυντικού – εξοπλιστικού δόγματος ευρύτερα αλλά και ειδικότερα στο επίπεδο αντίληψης και νοοτροπίας για τις Ένοπλες Δυνάμεις;
Έχουμε μπει σε μια Ψηφιακή Εποχή και τα συστήματα εξελίσσονται. Βλέπετε πώς έχουν αλλάξει οι επιχειρήσεις και τα δεδομένα στους πολέμους και τις εμπλοκές. Για παράδειγμα, όσα συμβαίνουν αυτή τη στιγμή στην Ουκρανία, όπου υπάρχει μεγάλη αξιοποίηση των drones, πυραύλων αλλά και συστημάτων ηλεκτρονικού πολέμου.
Είναι γεγονός ότι η τεχνολογία καλπάζει και δεν μπορείς να παραμένεις με συστήματα – είτε μιλάμε για στρατό, είτε για αεροσκάφη είτε για πλοία – τα οποία είναι κατασκευασμένα και επιχειρούν με τις νοοτροπίες της εποχής του ’90 ή του 2000. Η τεχνολογία έχει προχωρήσει πάρα πολύ και ένας λόγος που το βλέπουμε αυτό, είναι το τι ζημιές υπήρξαν και πόσο καταστροφικά ήταν τα αποτελέσματα που υπέστησαν οι Ρώσοι από τους Ουκρανούς, επειδή ακριβώς ενεπλάκησαν σε έναν πόλεμο με μια φιλοσοφία και μια στρατιωτική τεχνολογία περασμένης εποχής.
Χρειαζόμαστε, λοιπόν, ως Ελλάδα, σύγχρονα όπλα. Δυστυχώς, οι Ένοπλες Δυνάμεις είναι ένας πολυέξοδος τομέας και πρέπει να δαπανήσεις χρήματα για να αποκτήσεις αυτή την τεχνολογία, αλλά τη χρειάζεσαι. Και τη χρειάζεσαι, γιατί η Ελλάδα ποτέ δεν υπερτερούσε αριθμητικά. Υπερτερούσε, όμως, πάντοτε τεχνολογικά. Υπό το πρίσμα αυτό, η χώρα μας οφείλει να διατηρήσει την τεχνολογική αιχμή στις Ένοπλες Δυνάμεις ή να επενδύσει σε αυτή, εφόσον δεν τη διαθέτει.
Πηγή: liberal.gr