Είναι σημαντικό, κατά τη γνώμη μου, να ξεχωρίσουμε ορισμένες διαφορές, που αφορούν το Κυπριακό, και προκύπτουν ως αποτέλεσμα, κατά την κρίση μου, των αλλαγών στο διεθνές ισοζύγιο δυνάμεων. Γιατί το Κυπριακό είναι ένα διεθνές και περιφερειακό πρόβλημα, με ιδιαίτερα, φυσικά, τοπικά χαρακτηριστικά. Ακριβώς αυτός ο τριπλός χαρακτήρας του Κυπριακού συνθέτει και την πολυπλοκότητα του.

Ως διεθνές, λοιπόν, πρόβλημα επηρεάζεται άμεσα από τις συνθήκες στο παγκόσμιο μέτωπο και το ισοζύγιο ανάμεσα στις κυρίαρχες δυνάμεις του πλανήτη. Οι αντιθέσεις τους, οριοθετούν τα δικά μας όρια. Μετά το 1974 θεωρώ ότι υπήρξαν τρείς φάσεις στην πορεία της κυρίαρχης αντίθεσης διεθνώς. Της αντίθεσης «Δύσης» και «Ανατολής» με όλα όσα οι δύο όροι σημαίνουν ανάλογα με την εποχή.

Οι διεθνείς συγκυρίες

– Η πρώτη φάση από το 1974 -1990 οπόταν αυτή η αντίθεση λάμβανε σάρκα και οστά στο πρόσωπο ΗΠΑ κατά ΕΣΣΔ, ΝΑΤΟ κατά Συμφώνου της Βαρσοβίας, αντίθεση η οποία γέννησε και το Κίνημα των Αδεσμεύτων. Εκείνων των κρατών δηλαδή τα οποία δεν επιθυμούσαν να ανήκουν σε κανένα στρατόπεδο. Αυτός ο τριπλός διεθνής καταμερισμός επέτρεπε στον ΟΗΕ να λαμβάνει κατά καιρούς και αποφάσεις που βοηθούσαν τα μικρά κράτη. Στην περίπτωση μας π.χ. ενδεικτική ήταν η στάση αρχών απέναντι στο κυπριακό του τότε Γ.Γ του ΟΗΕ Μπούτρος Μπούτρος Γκάλι (τέλη δεκαετίας του 1970 ) και η έντονη αντίδραση του στην απαίτηση του Ραούφ Ντενκτάς για λύση συνομοσπονδίας στην Κύπρο. Το τότε ισοζύγιο δυνάμεων στο διεθνές επίπεδο επέτρεψε και ορισμένες καθαρές και θετικές αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας περι Κύπρου. Τότε είχαμε και τη δέσμη ιδεών Γκάλι για το Κυπριακό. Μια δέσμη ιδεών, που ΔΕΝ συνιστούσαν σχέδιο λύσης, αλλά πλαίσιο συζήτησης, ως βάση για διαμόρφωση σχεδίου λύσης. Ως γνωστό η τότε προσπάθεια συναντούσε την αντίδραση του Ραούφ Ντενκτάς και της Άγκυρας αλλά προχωρούσε ακριβώς λόγω, του διεθνούς καταμερισμού δυνάμεων. Δυστυχώς η προσπάθεια κτυπήθηκε εκ των έσω με τα γνωστά αποτελέσματα, στις τότε προεδρικές εκλογές και τον όρκο πίστης περι «ενταφιασμού των ιδεών» του Γ.Γ. του ΟΗΕ. Αν προχωρούσε τότε η συζήτηση θα οδηγούσε σε αίσιο τέλος; Ουδείς μπορεί να γνωρίζει, κατά πόσον η μόνιμη τουρκική αδιαλλαξία και αρνητικότητα θα έσπαζε. Η Τουρκία έχει ως γνωστό από το 1956 περίπου σταθερό στόχο στο κυπριακό. Το διεθνές ισοζύγιο δυνάμεων τότε όμως (1988-1992) δεν της επέτρεπε να ομολογεί καν τον πραγματικό στόχο της, πράγμα το οποίο κάνει άφοβα σήμερα.

Οι αλλαγές στο διεθνές σκηνικό

– Η δεύτερη φάση των αλλαγών στο διεθνές ισοζύγιο δυνάμεων επήλθε περίπου στη δεκαετία 1993 – 2003. Τότε που η πτώση και η αλλαγή καθεστώτος και όσα την συνόδευσαν, στην Σοβιετική Ένωση, οδήγησαν τη χώρα σε εξαιρετικά μειονεκτική θέση απέναντι στη Δύση. Αυτή η αδυναμία οδήγησε, για ένα χρονικό διάστημα, τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους, κυρίως το Ηνωμένο Βασίλειο, να διαφεντεύουν πλήρως, πολλά και διάφορα ζητήματα, περιλαμβανομένου και του κυπριακού. Ήταν τα χρόνια που οι χειριστές του Κυπριακού από τα τέλη του 19ου αιώνα, υπαγόρευαν διάφορες ευφάνταστες ιδέες, και προτάσεις που υιοθετούνταν από ντόπιους και που οδήγησαν σε επικίνδυνα μονοπάτια. Όπως για παράδειγμα η θέση όλα στο τραπέζι, που επέτρεψε στον Ραούφ Ντενκτάς να θέσει τις απαράδεκτες ιδέες του για συνομοσπονδία χωρίς αυτήν τη φορά να υπάρξει η πρέπουσα αντίδραση από τον ΟΗΕ. Είχε πια αλλάξει για καλά το ισοζύγιο εντός του Οργανισμού. Υπήρξαν βέβαια και πάρα πολύ λανθασμένοι χειρισμοί από ε/κ πλευράς, που διευκόλυναν τους βρετανούς σχεδιαστές της νέας πορείας σε θέσεις που αλλοίωναν τη βάση των συνομιλιών και κυρίως τη βάση λύσης. Οδηγηθήκαμε σε μια ατέρμονη συζήτηση ΜΟΝΟ της εσωτερικής πτυχής του Κυπριακού. Προς το τέλος αυτής της δεκαετίας παρουσιάστηκε το Σχέδιο Ανάν στις διάφορες παραλλαγές του και φτάσαμε στο ετεροβαρές Αναν 5, το οποίο έγινε ακόμη πιο ετεροβαρές, όταν στο Μπούργκεστοκ ο ΟΗΕ αποδέχθηκε τις 10 από τις 11 αλλαγές που ζήτησε η Τουρκία τη τελευταία στιγμή. Δεν το αναφέρω για κανένα άλλο λόγο, παρά μόνο για να υποδείξω ότι το νέο ισοζύγιο δυνάμεων διεθνώς επέτρεψε τη διαμόρφωση ενός ετεροβαρούς σχεδίου λύσης, πράγμα που οδήγησε στην απόρριψη του από τους ε/κ με το συντριπτικό 76%.

Αλλά και όταν αρκετά χρόνια μετά, το 2017 στο Κραν Μοντανά όπου τα πράγματα προχώρησαν πάρα πολύ και όπου για πρώτη φορά επιτέλους συζητήθηκε και η διεθνής πτυχή, τα Ηνωμένα Έθνη, απέφυγαν να αποδώσουν ευθύνη στον κύριο ένοχο, την Τουρκία. Προτίμησαν να ρίξουν την ευθύνη στις δύο κοινότητες. Ούτε καν το δικό του πλαίσιο των έξη σημείων δεν έδωσε γραπτώς ο Γ.Γ. επιτρέποντας ατέλειωτες και βλαβερές συζητήσεις επι του θέματος. Κατά τη γνώμη μου ο βασικός λόγος είναι ότι οι κρατούντες διεθνώς δεν ήθελαν με τίποτα να επικριθεί η κατοχική δύναμη. Πως αλλιώς να εξηγηθεί η αποφυγή από πλευράς Γ.Γ. του ΟΗΕ να ξεκαθαρίσει με τι δεσμεύτηκε και τι όχι στην κατ’ ιδίαν συνάντηση τους, ο Τούρκος ΥΠΕΞ.

Η τουρκική εμμονή για δύο κράτη

Και φτάνουμε στο σήμερα. Στο σήμερα που το κύριο αν όχι αποκλειστικό εμπόδιο για επανέναρξη των συνομιλιών, είναι η άρνηση τη Τουρκίας να συζητηθεί καν λύση, εντός παραμέτρων ΟΗΕ. Η εμμονή της και του υποτακτικού της, κ. Τατάρ στην «λύση» δύο κρατών. Ακόμα και σ’ αυτό, κατά τρόπο τραγικό ο ΟΗΕ και ο Γ.Γ. του, αποφεύγουν να καταδικάσουν την τουρκική στάση.

Ο λόγος; Εξόφθαλμος! Εδώ και ορισμένα χρόνια το ισοζύγιο δυνάμεων διεθνώς έχει και πάλιν αλλάξει. Η μονοκρατορία της μιας πλευράς δεν υφίσταται. Έχουμε εκ νέου παγκόσμια ρήξη, σε όλα τα μήκη και τα πλάτη και σε όλα τα επίπεδα, μεταξύ «συλλογικής Δύσης και συλλογικής Ανατολής». Η γεωγραφική θέση της Τουρκίας, τής επιτρέπει να παίξει και πάλιν τον εκβιαστικό ρόλο της μεταξύ των δύο στρατοπέδων. Ουδείς θέλει να την χαρίσει στον αντίπαλο. Οπόταν ικανοποιούν τα θέλω της, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, σε εκείνα τα θέματα, στα οποία θεωρούν ότι δεν τίθενται σε κίνδυνο σοβαρά δικά τους συμφέροντα. Αυτή είναι η ωμή αλήθεια. Μια αλήθεια που αποδεικνύει ότι το κυπριακό πέραν από θέμα ρύθμισης των σχέσεων, των δύο κοινοτήτων, είναι πρόβλημα περιφερειακό (εμπλέκονται τα συμφέροντα και άλλων κρατών (π.χ. Ισραήλ, Αίγυπτος κλπ) πέραν από Ελλάδα και Τουρκία και διεθνές πρόβλημα εισβολής και κατοχής που εμπλέκονται τα συμφέροντα τουλάχιστον τριών μονίμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας, δηλαδή Ηνωμένο Βασίλειο, ΗΠΑ και Ρωσίας.

Φιλελεύθερος