Επί δεκαετίες, τα κράτη του ευρωπαϊκού Νότου ήταν οικονομικοί ουραγοί σε σύγκριση με τους Ευρωπαίους ομολόγους τους. Για παράδειγμα, προκειμένου να ενταχθεί στο ευρώ η Ελλάδα το 2001, το εξωτερικό χρέος της έπρεπε να ελαχιστοποιηθεί.
Η παράμετρος αυτή δεν έμοιαζε τόσο σημαντική στα πρώτα χρόνια του 21ου αιώνα, καθώς η Ελλάδα πάντοτε ήταν αντιμέτωπη με κρίσεις χρέους, ανεξάρτητα με το τι γινόταν για την ενίσχυση της οικονομίας της. Κατά την ίδια περίοδο, τα κράτη της βόρειας Ευρώπης είχαν σταθερά καλύτερες οικονομικές επιδόσεις από τις χώρες του Νότου.
Όλα αυτά έχουν πλέον αλλάξει. Η νότια Ευρώπη πλέον είναι “πρωταθλήτρια” στην ανάπτυξη στο πλαίσιο της Ευρωζώνης. Δύο χώρες του ευρωπαϊκού νότου, η Ελλάδα και η Κύπρος, διαθέτουν αυτή τη στιγμή πλεονεκτήματα που μέχρι πρόσφατα φάνταζαν ανέφικτα. Χάρη στην επιθυμία τους να μεταβούν στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και με φόντο τις αρνητικές επιπτώσεις στις οικονομίες άλλων ευρωπαϊκών χωρών από τον πόλεμο στην Ουκρανία, η Ελλάδα και η Κύπρος (με τον άφθονο ήλιο καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους και την εγγύτητα με τις χώρες της Ανατολικής Μεσογείου που εξάγουν φυσικό αέριο) είναι πλέον οι εν δυνάμει “οικονομικοί αστέρες” της Ευρώπης.
Καθώς η Ευρώπη στρέφεται προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η Ελλάδα και η Κύπρος ακολουθούν μια φιλόδοξη και ίσως πιο έξυπνη, ισορροπημένη και προσεκτική προσέγγιση. Στην ετήσια Επιχειρηματική Σύνοδο Κορυφής της Ανατολικής Μεσογείου που πραγματοποιήθηκε στη Νέα Υόρκη στα τέλη Απριλίου, Έλληνες και Κύπριοι αξιωματούχοι επισήμαναν πώς οι χώρες τους επωφελούνται από τη νέα πραγματικότητα και αναφέρθηκαν στα μελλοντικά τους σχέδια. Σε αντίθεση με τα πεπραγμένα της υπόλοιπης Ευρώπης πριν από μια δεκαετία, όταν η ήπειρος στράφηκε συντριπτικά προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τόσο ο Κώστας Σκρέκας, υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων της Ελλάδας, όσο και ο Γιώργος Παπαναστασίου, υπουργός Ενέργειας της Κύπρου, διευκρίνισαν ότι θα επιδιώξουν την ανάπτυξη των πόρων φυσικού αερίου παράλληλα με τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την εξαγωγή πράσινης ενέργειας. Πράγματι, και οι δύο χώρες συνεχίζουν την ανάπτυξη υποδομών φυσικού αερίου, συμπεριλαμβανομένου ενός αγωγού από τα ισραηλινά κοιτάσματα φυσικού αερίου στη Μεσόγειο Θάλασσα για τη μεταφορά φυσικού αερίου στην Ευρώπη, ανάλογα με την οικονομική βιωσιμότητά του και με δεδομένη τη δυναμική του υδρογόνου, και παρά τις επιπλοκές από τον πόλεμο στη Γάζα και την πολιτική αστάθεια στον Λίβανο.
“Θα υποστηρίξουμε κάθε έργο που βοηθά την Ελλάδα και την Ευρώπη να διαφοροποιηθεί από το ρωσικό αέριο και αυξάνει την προσφορά αερίου με βάση τα σήματα της αγοράς” σημείωσε ο κ. Σκρέκας, υιοθετώντας μια πολύ πιο ορθολογική και πρακτική στάση από αυτή που έχουν υιοθετήσει πολλοί Ευρωπαίοι ομόλογοί του τα τελευταία χρόνια. Ο κ. Παπαναστασίου πρόσθεσε ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει αποφασίσει να μην χρηματοδοτήσει κανένα έργο που σχετίζεται με τα ορυκτά καύσιμα. “Ίσως κινούμαστε με ρυθμό που η υπάρχουσα τεχνολογία δεν μπορεί να υποστηρίξει τους ρυθμούς προς τη μετάβαση” προειδοποίησε, υπενθυμίζοντας στη Δύση ότι αν η επιθυμία για ενεργειακή μετάβαση ξεπεράσει την τεχνολογία και τις πρώτες ύλες που απαιτούνται για την επίτευξη του στόχου αυτού, τα αποτελέσματα μπορεί να είναι τα αντίθετα από τα επιδιωκόμενα.
Ο πραγματισμός που εξέφρασαν οι αξιωματούχοι από τον ευρωπαϊκό Νότο έρχεται σε αντίθεση με την προσέγγιση “όλα ή τίποτα” που ακολουθούσε επί δεκαετίες το μεγαλύτερο μέρος της υπόλοιπης Ευρώπης, και είναι καλός οιωνός για τις χώρες που εμπλέκονται σε αυτούς τους σχεδιασμούς. Σε αντίθεση με τη Γερμανία, η οποία το 2010 έριξε το βάρος στην αιολική ενέργεια με το πρόγραμμα “energiewende”, το οποίο στην ουσία απέρριπτε την ανάπτυξη οποιουδήποτε ενεργειακού προγράμματος δεν αφορούσε τις ανανεώσιμες πηγές, γεγονός που συνέβαλε στο να είναι ενεργειακά ευάλωτη η Ευρώπη μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, οι Νοτιοευρωπαίοι φαίνονται αποφασισμένοι να προστατεύσουν τις παραδοσιακές πηγές ενέργειας, ενώ παράλληλα επεκτείνονται στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
“Πρέπει να αδράξουμε αυτή την ευκαιρία”, εξήγησε ο Έλληνας υπουργός κ. Σκρέκας, “για να μειώσουμε την εξάρτησή μας από ύλες που προέρχονται από την Κίνα”. “Είναι ξεκάθαρο ότι πρέπει να αξιοποιήσουμε τους εγχώριους πόρους, και στην Ελλάδα έχουμε πολλά ορυκτά και άλλες σημαντικές ύλες. Για παράδειγμα, μπορούμε να καλύψουμε το σύνολο των αναγκών της Ευρώπης σε γάλλιο, το οποίο είναι ζωτικής σημασίας για την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση”. Ο Κύπριος υπουργός κ. Παπαναστασίου συμφώνησε και επισήμανε ότι “παρά το γεγονός ότι μέρος της νήσου είναι υπό τουρκική κατοχή, η Κύπρος είναι πολύ σταθερή πολιτικά. Υπάρχει κάποια αστάθεια αυτή τη στιγμή στην Ανατολική Μεσόγειο, με τον πόλεμο μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς, που θα μπορούσε να οδηγήσει σε κάποια εμφύλια σύρραξη… αλλά η Κύπρος παραμένει σταθερή, και αυτό νομίζω ότι οι ΗΠΑ το βλέπουν. Πρόσθεσε ότι “αν η Κύπρος αποφασίσει να παρέχει φυσικό αέριο στην Αίγυπτο, αυτό είναι για να βοηθήσει στη διατήρηση της σταθερότητας στην περιοχή”.
Οι μακροχρόνιοι παρατηρητές των εξελίξεων στην Ευρώπη -και ιδίως στον Νότο- ίσως παραξενεύονται βλέποντας ότι χώρες όπως η Ελλάδα και η Κύπρος αποτελούν τους νέους πυλώνες σταθερότητας στην περιοχή και εν δυνάμει τους νέους “οικονομικούς αστέρες” της ηπείρου, αλλά αυτή η κατάσταση μπορεί να εδραιωθεί. Όσο διατηρούν οι δύο χώρες το κλίμα σταθερότητας και προσελκύουν επενδύσεις, τόσο πιο εύκολο θα είναι και για τα δύο να συνεχίσουν στην ίδια οδό. Αυτή θα είναι καλή εξέλιξη όχι μόνο για τα δύο κράτη, αλλά για την περιοχή και την Ευρώπη στο σύνολό της. Ειρωνεία της τύχης, αν στα 30ά γενέθλια του ενιαίου νομίσματος της ΕΕ, θα είναι οι μικρότερες χώρες του Νότου, με μακροχρόνια οικονομικά προβλήματα, που θα πρωτοστατήσουν τόσο στην ενεργειακή μετάβαση όσο και στη μελλοντική οικονομική δραστηριότητα.